Κεφάλαιο 1

Το ξυπνητήρι χτυπάει εδώ και πέντε λεπτά αλλά η Αλίκη το μόνο που κάνει είναι να γυρίσει πλευρό. Μετά από ένα λεπτό ακούγετε ο ήχος κλήσης του κινητού της. Ανοίγει το ένα μάτι και βλέπει ότι την καλεί ο πατέρας της. Πρέπει να το σηκώσει.

<Ναι;> απαντάει νυσταγμένη.

<Το ξυπνητήρι σου χτυπάει εδώ και πέντε λεπτά και εσύ δεν έχεις σηκωθεί ακόμα. Θα αργήσεις πρώτη μέρα και δεν είναι σωστό.> της λέει από το δίπλα δωμάτιο.

<Να αργήσω που;> τον ρωτάει ακόμα με κλειστά μάτια.

<Στο νοσοκομείο.> της απαντάει και η Αλίκη ανοίγει διάπλατα τα μάτια της.

<Παναγία μου. Δευτέρα είναι σήμερα. Τρέχω.> φωνάζει και πετάει το κινητό στο κρεβάτι. Τρέχει στο μπάνιο και κάνει τα απαραίτητα. Ευτυχώς είχε βγάλει από εχτές τα ρούχα της για σήμερα και δεν έφαγε χρόνο σε αυτό. Έπιασε τα μαύρα μαλλιά της σε μία κοτσίδα όπως τους είπαν, έβαλε τα γυαλιά της, πήρε την τσάντα της και βγήκε από το δωμάτιο.

<Καλημέρα.> είπε στον μπαμπά της και του έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο.

<Καλημέρα. Πιες την πορτοκαλάδα σου πριν χάσει τις βιταμίνες της.> της είπε καθώς της πρόσφερε ένα ποτήρι γεμάτο με φυσικό χυμό. Η Αλίκη το είπε μονορούφι όπως πάντα και πήρε για τον δρόμο ένα κουλουράκι από αυτά που είχε φτιάξει εχτές η μαμά της και έφυγε για να προλάβει.

10 λεπτά μέχρι το μετρό, αλλαγή στο Σύνταγμα, περίπου 10 λεπτά μέχρι τους Αμπελόκηπους και άλλα 5 λεπτά περπάτημα. Οριακά προλάβαινε.

Ευτυχώς, έφτασε 7 λεπτά νωρίτερα. Είχε την τύχη με το μέρος της αφού κανένα από τα δύο μετρό δεν άργησε. 

Ρώτησε στην πύλη που θα βρει τον κύριο Μάρκου και ακολούθησε τις οδηγίες που της έδωσαν. Μετά από λίγα λεπτά έφτασε μπροστά από την πόρτα του γραφείου του υπεύθυνου καθηγητή. Εκεί περίμεναν και άλλα τρία άτομα από τη σχολή της, δύο κορίτσια και ένα αγόρι. Το ένα από τα δύο κορίτσια είναι η Χαρά, η κολλητή φίλη της Αλίκης. Η άλλη είναι η Ξένια που μπορεί κανείς να πει ότι είναι το σπασικλάκι του τμήματος. Ρωτάει συνέχεια τους καθηγητές ερωτήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες είναι αστείες, και σχολιάζει κάθε τι που γίνεται μέσα στην αίθουσα. Το αγόρι είναι ο Νίκος, ο οποίος την πέφτει σε ότι κινείται.

<Καλημέρα.> είπε σε όλους και εκείνοι γύρισαν να την κοιτάξουν.

<Αλίκη! Καλημέρα.> της είπε η Χαρά με έναν περίεργο ενθουσιασμό. Συνήθως το πρωί δεν ήταν και ο πιο χαρούμενος άνθρωπος του κόσμου. <Με έσωσες.> της ψιθύρισε όταν την αγκάλιασε.

Η Αλίκη έκανε έναν μορφασμό απορίας αλλά δεν ρώτησε κάτι παραπάνω. Και εκείνη θα χαιρόταν αν έβλεπε κάποιον άλλον και δεν ήταν υποχρεωμένη να μείνει στον ίδιο χώρο μόνη της με την Ξένια και τον Νίκο.

Την καλημέρισαν και οι υπόλοιποι ενώ ο Νίκος της έκλεισε πονηρά το μάτι. Εκείνη την ώρα ανοίγει η πόρτα και εμφανίζετε ένας άντρας γύρω στα 45. 

<Καλημέρα παιδία. Ονομάζομαι Περικλής Μάρκου και μέχρι το τέλος του εξαμήνου θα κάνουμε μαζί την νοσοκομειακή σας άσκηση.> τους ενημέρωσε. <Θα έρχεστε κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή από τις 8 το πρωί μέχρι τις 2 το μεσημέρι. Κατά τις 11 θα έχετε διάλειμμα ανά δυάδες για μισή ώρα. Κάθε πρωί θα πηγαίνετε στα αποδυτήρια και θα αλλάζετε και μετά στα ακτινολογικά εργαστήρια. Να σας ενημερώσω ότι τα αποδυτήρια είναι μεικτά και χρησιμοποιούνται από όλους τους φοιτητές όλων των ειδικοτήτων. Πάμε να σας δείξω που είναι, να αλλάξετε και μετά να ξεκινήσουμε την εκπαίδευση σας.> τους έκανε μία εισαγωγή και τους ένευσε να τον ακολουθήσουν.

Καμία κοπέλα δεν χάρηκε για τα μεικτά αποδυτήρια και στον Νίκο απλά πέρασε αδιάφορο. 

Μπήκαν στο δωμάτιο για να αλλάξουν και ευτυχώς ήταν άδειο. Οι υπόλοιποι είχαν ξεκινήσει από τις 8 και τώρα η ώρα κόντευε 9. Ο καθηγητής τους άφησε να αλλάξουν και τους περίμενε έξω από την πόρτα. 

Τα αποδυτήρια είχαν μέσα ντουλάπια, ένα για κάθε φοιτητή για να φυλάει τα πράγματα του, νιπτήρες και ντουζιέρες. Ο κύριος Μάρκου είχε μοιράσει πριν στον καθένα τους από ένα μικρό κλειδί με έναν αριθμό πάνω που αντιστοιχούσε στο ντουλαπάκι τους. 

Η Αλίκη πήρε το ντουλαπάκι με τον αριθμό 21. Τυχερό. σκέφτηκε. Το 21 ήταν η ημέρα που γεννήθηκε και αφού λάτρευε τα γενέθλια της, λάτρευε και αυτόν τον αριθμό.

Το άνοιξε και έβαλε μέσα την τσάντα της. Είχε βγάλει είδη την μπλε στολή της και την άσπρη ποδιά της και ξεκίνησε να αλλάζει. Ήταν τρομερά άβολο για εκείνη. Δεν της άρεσε και πολύ το σώμα της λόγω κάποιων περιττών κιλών που είχε, και δεν ένιωθε οικεία στο να αλλάξει μαζί με άλλα τρία άτομα. Και εντάξει τα κορίτσια δεν πειράζει. Ο Νίκος; Σίγουρα θα άρχιζε τις σπόντες και δεν ήθελε κάτι τέτοιο. Καθώς άλλαζε ήταν κατακόκκινη από την ντροπή της. Ευτυχώς ο Νίκος δεν ακούστηκε καθόλου και ηρέμησε.

Βγήκαν όλοι ντυμένοι από το δωμάτιο και μαζί με τον καθηγητή πήγαν στα ακτινολογικά εργαστήρια. Τους έδειξε τα μηχανήματα και τον τρόπο χειρισμού τους και μετά από περίπου είκοσι λεπτά ήταν έτοιμοι να υποδεχτούν τον πρώτο εξεταζόμενο. 

Μπήκε μέσα ένας άντρας γύρω στα 30. Ζήτησε ακτινογραφία θώρακος. Ο καθηγητής ανέλαβε να την κάνει ρωτώντας τους φοιτητές τις λεπτομέρειες.

<Αλίκη. Που πρέπει να κάνω επικέντρωση;> την ρώτησε.

<Η επικέντρωση γίνεται στον Θ7 σπόνδυλο δηλαδή στο μέσο της νοητής γραμμής που ενώνει τις κάτω γωνίες των ωμοπλατών.> απάντησε σίγουρη. Τις προηγούμενες μέρες είχαν κάτσει με την Χαρά και είχαν κάνει επανάληψη όλες τις ακτινογραφίες που είχαν διδαχτεί μέχρι στιγμής.

<Πολύ σωστά.> την επιβράβευσε ο υπεύθυνος.

Η μέρα συνεχίστηκε με πολλές ακτινογραφίες και ερωτήσεις και από τον κύριο Μάρκου αλλά και από τους φοιτητές. Δεν έκαναν μόνοι τους καμία ακτινογραφία ακόμα, απλά παρατηρούσαν. Την επόμενη φορά όμως θα πραγματοποιούσαν μία ακτινογραφία θώρακος από την αρχή μέχρι το τέλος ο καθένας μόνος του. 

Όταν πήγαν στα αποδυτήρια για να αλλάξουν, βρήκαν και άλλα άτομα μέσα. Πήγε ο καθένας στο ντουλαπάκι του και ξεκίνησε να αλλάζει. Η Αλίκη προσπάθησε να μην δώσει καμία σημασία στους υπόλοιπους φοιτητές και προσπάθησε να ντυθεί όσο πιο γρήγορα μπορούσε. 

Έβγαλε το παντελόνι της στολής και μέχρι να πάρει το δικό της και να το φορέσει, ένοιωσε κάποιος να αγγίζει τα οπίσθια της. Εκείνη γούρλωσε τα μάτια της και γύρισε αργά για να κοιτάξει με ένα δολοφονικό βλέμμα αυτόν που έκανε αυτή την άσεμνη χειρονομία. 

Γυρίζοντας είδε ένα ψηλό αγόρι περίπου ένα χρόνο μεγαλύτερο της να της χαμογελά. Ήταν όμορφος, καστανόξανθος με μεγάλα καστανά μάτια. Μπορεί να ήταν ένα εμφανίσιμο παιδί αλλά από ότι πρόλαβε να δει, ή μάλλον να νιώσει, έπαιζε με τις γυναίκες.

<Πάρε το χέρι σου ΤΩΡΑ από πάνω μου για να μην στο κόψω.> του είπε σχεδόν απειλώντας τον.

<Άγρια. Μου αρέσει.> είπε αυτός με ένα στραβό χαμόγελο. Τουλάχιστον απομάκρυνε το χέρι του. <Θάνος.> της συστήθηκε και άπλωσε το χέρι του για χειραψία. 

<Αλίκη. Τώρα αν σου πω ότι χάρηκα θα είναι ψέματα.> απάντησε αδιάφορα και φόρεσε γρήγορα το τζιν της. Ευτυχώς είχε προλάβει να αλλάξει μπλούζα. Πήρα τα πράγματα της και βγήκε από το δωμάτιο με την Χαρά δίπλα της.

<Κορίτσια, τι λέτε πάμε για έναν καφέ;> ρώτησε ο Νίκος μόλις βγήκαν και οι τέσσερις από το νοσοκομείο.

<Παιδία εγώ πρέπει να πάω σπίτι. Εσείς πηγαίνετε. Θα έρθω την επόμενη φορά.> απάντησε η Αλίκη και χαιρέτησε τα παιδιά αφού εκείνοι τελικά θα πήγαιναν. Έτσι μετά από περίπου 45 λεπτά πέρασε την είσοδο της πολυκατοικίας της. 




Νέα ιστορία, νέος χρόνος!! Κανονικά ήταν να ανεβάσω το πρώτο κεφάλαιο το πρωί της Πρωτοχρονιάς αλλά κάποια τεχνικά προβλήματα δεν μου το επέτρεψαν.

Περιμένω τα σχόλια σας ❤ είτε αρνητικά είτε θετικά. Θα με βοηθήσουν να γίνω καλύτερη.

Ακόμα δεν είδαμε τον πρωταγωνιστή μας, στο επόμενο όμως θα τον γνωρίσουμε. 

Σας φιλώ!!!

Καλή χρονιά σε όλους!!! Εύχομαι υγεία και αγάπη σε όλους!!! Ας ελπίσουμε το 2021 να είναι πολύ καλύτερο και να μπορέσουμε να αγκαλιαστούμε χωρίς φόβο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top