κεφάλαιο 36

"Δώσε μου χρόνο να τη διαβάσω σε παρακαλώ,μπορείς να ξαποστάσεις στην τραπεζαρία ,θα ζητήσω να σου ετοιμάσουν κάτι να φας και να πιείς".

Ο Ουίλιαμ συμφώνησε χωρίς να πει πολλά και έφυγε κατά την τραπεζαρία.
Η Ραβένα διέταξε να έχει την περιποίηση ενός βασιλιά ,και έπειτα αποχώρησε για το δωμάτιο της για  να διαβάσει την επιστολή της αδερφής της που πάντα μέσα της κρατούσε σαν κρυφή επιθυμία.

Μετά από όσα είχε κάνει στη Μάριον,δεν περίμενε από εκείνη λόγια τόσο τρυφερά.
Στην επιστολή έλεγε μονάχα τα νέα της,πως είναι καλά,και πως απόκτησε ένα υγιές αγόρι. Πως η γέννα δεν ήταν εύκολο πράγμα και θα επιθυμούσε όσο τίποτα άλλο στον κοσμο να την είχε στο προσκέφαλό της αυτή τη δύσκολη στιγμή.
Ακόμη της έλεγε για την επίθεση του Γκρουμπερ και πώς όσοι ώρα οι άντρες πολεμούσαν ,εκείνη πάλευε να φέρει στη ζωή το μωρό της.
Στο τέλος της έλεγε πόσο πολύ της είχε λείψει και πώς την αγαπούσε.
Τα τελευταία της λόγια είναι αυτά που έστειλαν τη Ραβένα στην κόλαση.
Τα μάτια της θόλωσαν απ' τα δάκρυα που είχαν μαζευτεί και όταν άρχισαν πλέον να κυλούν απ' τα μάτια της,το μελάνι αρχισε νά βρέχεται και να μουτζουρώνει το χαρτί.
Τα δάκρυα έγιναν λυγμός που έπνιξαν τη φωνή της.
Άρπαξε γρήγορα ένα χαρτί και το μόνο που μπόρεσε να γράψει επάνω του ήταν "συγχώρεσέ με...".
Το κοίταξε καλά και αφού το δίπλωσε  και το έκλεισε καλά,κατέβηκε να το δώσει στον Ουίλιαμ.
Τον βρήκε στην τραπεζαρία με μία κούπα κρασί στο χέρι.

Εκείνος πρόσεξε αμέσως το κοκκίνισμα στα μάτια της. Μα ο εγωισμός του δεν του επέτρεπε να ρωτήσει.

"Δώστε παρακαλώ αυτό στην αδερφή μου", του είπε μονάχα εκείνη χωρίς να τον κοίτα στα μάτια αυτή τη φορά.

"Ελπίζω να μην περιμένατε πολύ",  ρώτησε πάλι μα εκείνος δεν είχε σκοπό να απαντήσει στις ερωτήσεις της.
Πήρε την επιστολή χωρίς να πει κουβέντα,μα σαν έκανε να φύγει ο θυμός θέριεψε μέσα του,σταμάτησε ακαριαία για μία στιγμή ,έκλεισε τα μάτια πήρε μία βαθιά ανάσα γύρισε και  με δύο δρασκελιές βρέθηκε μπροστά της.
Την άρπαξε βίαια απ' τα μπράτσα μπήγοντας τα νύχια του στο δέρμα της, ενώ τα μάτια έκλεισαν σε μία λεπτή γραμμή.

"Πώς μπόρεσες να το κάνεις αυτό? Τι άνθρωπος είσαι τελικά Ραβένα? Από τι είσαι φτιαγμένη?".

Εκείνη τον κοιτούσε μονάχα σαστισμένη μην ξέροντας τι να απαντήσει, μιας και δεν καταλάβαινε σε τι ακριβώς αναφερόταν?

"Ουίλιαμ. Τι εννοείς? Άφησε με με πονάς", φώναξε στο τέλος μιας και δεν άντεχε άλλο τον πόνο που της προκαλούσε.
Ο Ουίλιαμ με τις φωνές της σαν να συνήλθε απ' τη "μέθη" στην οποία είχε βρεθεί,τράβηξε με μιας τα χέρια του απο πάνω της μα όχι και τα μάτια του που την κοιτούσαν με απέχθεια.

"Τι εννοώ? Τι εννοώ Ραβένα?",γέλασε ειρωνικά και πιάνοντας το σαγόνι της το σήκωσε ψηλά ώστε να τον κοιτάξει. " Μ' αυτά τα μάτια μοναχά μπορείς να κάνεις έναν άντρα να σέρνεται πίσω σου, μα μ' αυτά που κρύβεις στην ψυχή σου Ραβένα,τον διώχνεις μακριά. Όλα τα περίμενα από σένα μα όχι και να συνάψεις συμφωνία με τον εχθρό σου. Τον άνθρωπο που σκότωσε τους γονείς σου".

"Τι? Που...εγώ Ουίλιαμ", ήξερε λοιπόν,είχε μάθει τι είχε κάνει. Γι' αυτό και δεν είχε έρθει τόσο καιρό να την επισκεφτεί.
Μα δεν ήξερε πως είχε μετανιώσει και πώς ήθελε να ειδοποιήσει το Μονταγιού μα δεν είχε τρόπο.
Δεν ήξερε πως όλον αυτό τον καιρό το μυαλό κι η καρδιά της ήταν στην αδερφή της και σε εκείνον.
Άρχισε να κουνά το κεφάλι της πέρα δώθε,με ένταση ενώ απ' τα μάτια της άρχισαν να κυλούν δάκρυα. Το σώμα της έτρεμε ολόκληρο σε έναν σιγανό άηχο λυγμό.

"Και τώρα, κλαις,Ραβένα. Πες πως κλαις γιατί το χεις μετανιώσει. Πέσ'το μου", ούρλιαξε σχεδόν στο πρόσωπό της μπροστά, χωρίς να την λυπηθεί στιγμή.

Έπεσε στα γόνατα μπροστά του,γραπώνοντας τα πόδια του και ξέσπασε σε ένα κλάμα μοναδικό,λυτρωτικό. "Ναι, έχω μετανιώσει. Πώς το έκανα αυτό Ουίλιαμ,είμαι....είμαι μία μάγισσα. Έκανα συμφωνία με αυτόν,με αυτόν που", τράβηξε το μαντήλι της,με τόση μανία που σχεδόν το έσκισε και το πέταξε μακριά,έπειτα σήκωσε το πρόσωπο της αργά προς τα πάνω μέχρι που αντίκρυσε τα μάτια του, το βλέμμα του όμως δεν έκρυβε αυτό που περίμενε να δει.
Έσκυψε την έπιασε απ' τα μπράτσα και τη σήκωσε πάνω.
Την έφερε κοντά του τόσο,που σχεδόν το σώμα του ακουμπούσε το δικό της.
Τα μάτια του μέσα στα δικά της, έσκυψε και με τα χείλη του φίλησε απαλά το σημάδι στο πρόσωπό της.
Η ανάσα της σταμάτησε, και τότε  εκείνος ακούμπησε τα χείλη του στα δικά της δίνοντας της οξυγόνο.

"Ανόητη γυναίκα", είπε καθώς τα χείλη του σφράγισαν τα δικά της σε ένα φιλί μοναδικό.

"Θα 'πρεπε,να με σιχαίνεσαι. Είμαι,άσχημη".

Την κοίταξε καθώς το χέρι του χάιδεψε το βαθύ σημάδι στο πρόσωπό της.

"Αυτό νομίζεις στ' αλήθεια? Πως είσαι άσχημη? Σε ξεχώρισα απ' την πρώτη στιγμή που σε είδα. Μα πες μου πόσο πληγωμένη ψυχή έχεις, Ραβένα για να κάνεις ολα αυτά?".

Απόμακρυνθηκε από κοντά του,δεν της ήταν εύκολο να μιλά γι' αυτό με κανένα.

"Πληγωμένη,αστείο να το λες. Δεν έχεις ιδέα τι κρύβω εδώ μέσα?". Το χέρι της ακούμπησε στο στήθος της ,στο μέρος της καρδιάς.

"έκανα λάθος Ουίλιαμ, τώρα το βλέπω. Προσπάθησα να το σταματήσω όταν κατάλαβα.
Την αγαπάω,δεν ήθελα ποτέ το κακό της. Μα ούτε και του Γκάμπριελ. Της αξίζει η αγάπη του,τους αξίζει η ευτυχία".

Τα λόγια της για άλλη μία φορά τον έκαναν να θέλει να την αγκαλιάσει,να θέλει να τη φιλήσει. Και δεν δείλιασε, το έκανε ξανά και ξανά.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top