Κεφάλαιο 6

Ο γεροδεμένος άντρας κατέβηκε απ' το περήφανο φαρί* του και αφού έβγαλε την περικεφαλαία του προχώρησε προς τη γυναίκα που στεκόταν απέναντι του.
Είχε λυτά καστανόξανθα μαλλιά που έφταναν μέχρι τη μέση της.Το πρόσωπο της καλυπτόταν από μαντήλι πιασμένο απ' τη μία μεριά ως την άλλη με λεπτή αλυσίδα, περασμένη πίσω στο λαιμό.
Δύο μάτια μεγάλα στο χρώμα του μελιού, γυάλιζαν στο φως του ήλιου.
Μόλις έφτασε αρκετά κοντά της γονάτισε κάνοντας μία υπόκλιση. Εκείνη του άπλωσε το λεπτόκαμωμένο χέρι της κι εκείνος το έπιασε και το έφερε στα χείλη του.

"Λαίδη Ραβένα....",ψέλλισε γοητευμένος απ'την παρουσία της που απόπνεε ένα μυστήριο με το μαντήλι να κρύβει το πρόσωπό της.

Πριν όμως προλάβει να χαρεί κι εκείνη, ο Σερ Ουίλιαμ ήρθε από πίσω του και αρπάζοντας το χέρι της μέσα απ' το χέρι του Γκάμπριελ το φίλησε παρατεταμένα.
Τα μελιά της μάτια καρφώθηκαν πάνω του και έμειναν εκεί.Κι εκείνος όμως δεν έμεινε ανεπηρέαστος απ' το βλέμμα της.

"Εσείς, κύριε ποιός είστε?",ρώτησε γεμάτη περιέργεια.

"Λόρδος Ουίλιαμ Μέρφι ,λαίδη μου στις υπηρεσίες σας".

Μέσα απ' το μαντήλι της που φάνηκε σωτήριο τούτη την ώρα έσκασε ένα χαμόγελο."μα τι παράξενος άντρας στ' αλήθεια",σκέφτηκε για ένα λεπτό.

Ο Γκάμπριελ τον κοίταξε σηκώνοντας το φρύδι του και κουνώντας το κεφάλι του.Ήταν αμετανόητος ερωτίλος ακόμη και μπροστά σε μία πληγωμένη γυναίκα όπως ήταν η λαίδη Ραβένα Ντε Μπερ.

"Διάβασα την επιστολή σας λαίδη,αν και δεν ήταν απαραίτητη τελικά. Βρήκαμε τον υποτακτικό σας στο δάσος μετά το Σεμιγέ.
Ερχόμουν σε σας για τον ίδιο λόγο.
Η ανησυχία σας,είναι και δική μου τον τελευταίο καιρό".

"Θα ήθελα παρ' όλα αυτά λόρδε Γκάμπριελ να τηρήσω τα όσα επικαλέστηκα στην επιστολή μου για να σας πείσω να έρθετε.
Παρακαλώ δεχτείτε την κηδεμονία μου,και τα φέουδα μου,ως αντάλλαγμα".

"Λαίδη Ραβένα,δέχομαι την κηδεμονία σας όχι όμως και τα κτήματα σας. Αυτά πιστέψτε με δεν τα έχω ανάγκη.Ομως για να αποπροσανατολίσουμε τον Ρόμπερτ Γκρουμπερ έχω σκεφτεί ένα σχέδιο".

Μπήκαν στη μεγάλη αίθουσα της τραπεζαρίας και έκατσαν να συζητήσουν ,απολαμβάνοντας ένα λουκούλειο γεύμα, συνοδευμένο με κρασί απ' τα φημισμένα αμπέλια του Σεμιγέ.

"Λοιπόν λορδε Γκαμπριελ, ποιό είναι το σχέδιο που σκεφτήκατε παρακαλώ?".

"Λαίδη Ραβένα έχω πληροφορίες ότι ο Γκρουμπερ άρχισε και πάλι τις επιδρομές, μόνο που αυτή τη φορά έχει τη σύμφωνη γνώμη του βασιλιά.Γνωρίζω ότι ο άτιμος Ερρίκος όταν ανέλαβε την εξουσία, πήρε πίσω τη στρατιά που είχε στείλει ο πατέρας του για τη φύλαξη του Σεμιγέ μετά.......την επίθεση", μάσησε τα τελευταία λόγια του, προσπαθώντας να μην την φέρει σε δύσκολη θέση.

Η Ραβένα σφίχτηκε στη θύμηση εκείνης της νύχτας που στάθηκε μυραία για τη ζωή της.
Ο Σερ Ουίλιαμ κοίταξε το κορίτσι που έδειχνε να πονά και έχοντας ακούσει τα όσα τράβηξε στα χέρια εκείνου του άνανδρου στρατιώτη,χωρίς να το πολύ σκεφτεί άπλωσε το χέρι του , φυλακίζοντας το δικό της μεσα σ' αυτό.
Τινάχτηκε άθελά της κι εκείνος αμέσως τράβηξε το χέρι του ζητώντας της , ταπεινά συγνώμη.
Δεν είχε νιώσει άγγιγμα και χάδι από κανένα άλλο όλα αυτά τα χρόνια. Κρατούσε τους πάντες σε απόσταση.
Ήταν...... ζεστό,το χέρι του,η αίσθηση του πάνω στο δέρμα της ήταν πρωτόγνωρη.
Τα μάτια της τον κάρφωσαν κι ήταν αλλιώς αυτή τη φορά. Είχαν μία περιέργεια,μια απορία.Τι ζητούσε από εκείνη ο λόρδος Ουίλιαμ?

Ο Γκαμπριελ θέλοντας να τους βγάλει απ' τη δύσκολη αυτή στιγμή και αφού πρώτα έριξε ένα δολοφονικό βλέμμα στο φίλο του,επανέφερε την συζήτηση εκεί που ήταν προηγουμένως.

"Όπως....σας έλεγα λαίδη, ο Γκρουμπερ,θα επιλέξει να επιτεθεί πρώτα σε φέουδα που δεν έχουν την απαραίτητη φύλαξη. Έτσι θα ισχυροποιήσει το στρατό του,ώστε αργότερα να προχωρήσει στα μεγαλύτερα και ισχυρότερα φέουδα".

"Άρα,το Σεμιγέ θα ήταν απ' τα πρώτα που θα πολιορκούσε",το στενάχωρο ύφος της, έκανε τους δύο ισχυρούς άντρες να λυγίσουν.

Ο Γκάμπριελ κούνησε το κεφάλι. Ηταν θέμα ημερών να συμβεί.Το ήξερε πολύ καλά,μάλιστα είχε αφήσει στρατιώτες διάσπαρτα γύρω απ' το Σεμιγέ, σε περίπτωση που η επίθεση γινόταν νωρίτερα από ότι υπολόγιζε, να τον ειδοποιήσουν.

"Η σκέψη μου είναι αρχικά ,να σας πάρουμε, εσάς ,λαίδη και το προσωπικό του κάστρου και να σας μεταφέρουμε με ασφάλεια στο Μονταγιού. Πόσοι ειναι όλοι κι όλοι όσους έχετε στη δούλεψή σας?".

Η Ραβένα σκέφτηκε για λίγο πριν απαντήσει με σιγουριά.

"Δεν είναι πάνω από 80 άνθρωποι λόρδε Γκάμπριελ,μα..... ίσως κάποιοι απ' αυτούς θελήσουν να κατέβουν στο χωριό,εχουν συγγενείς εκεί".

"Αυτό θα το δούμε αργότερα, μετά όμως,αφου φύγουμε θα πρέπει να αποπροσανατολίσουμε τον Γκρουμπερ ώστε να μην πολιορκήσει το Σεμιγε.Αν πίστευε ότι ήταν ήδη πολιορκημένο και ότι δεν υπάρχει κάτι να κερδίσει απ' αυτο,δεν θα χάσει χρόνο.Θα φύγει για το επόμενο φέουδο που έχει βάλει στο μάτι".

Η Ραβένα τον κοιτούσε όλο περιέργεια. Πώς θα κατάφερναν άραγε κάτι τέτοιο.
Ο Ουίλιαμ πήρε το λόγο ,για να εξηγήσει στην κοπέλα τι ακριβώς εννοούσε ο φίλος του.

"Επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω λαίδη μου".

Η προσοχή της στράφηκε τώρα στον Ουίλιαμ,αν και δεν μπορούσε να κοιτάξει στα ματια αυτόν τον άντρα όπως τον άλλο. Αυτος κάτι είχε στο βλέμμα που την έκανε να κοκκινίζει κάθε φορά που την κοιτούσε.

"Το Σεμιγέ πρέπει να δείχνει ήδη πολιορκημένο. Ο μόνος τρόπος να γίνει αυτό ειναι να βάλουμε φωτιά.....αφού έχουμε φύγει και φυσικά..... αφού πάρετε μαζί σας πράγματα που έχουν κάποια αξία για σας".

Η Ραβένα γύρισε στον Γκάμπριελ,ήθελε να ακούσει απ' το δικό του στόμα οτι το Σεμιγέ απλά θα φαινόταν πολιορκημένο,δεν θα καιγόταν ολοσχερώς.

Εκείνος όμως ήταν αλλού.

Το βλέμμα του πλανήθηκε για ένα λεπτό προς το μέρος της κουζίνας. Μία οπτασία,ετσι του φάνηκε σαν την αντίκρυσε, σαν αερικό.
Η Μάριον είχε κατέβει τις σκάλες και είχε περάσει στην κουζίνα κουβαλώντας τα φρέσκο πλυμένα πανιά απ' το πλυσταριό. Αν και η απόσταση απ'την τραπεζαρία που καθόταν εκείνος ήταν μεγάλη,αν και τα ρούχα της δεν ήταν από λεπτεπίλεπτο ύφασμα,αν και τα μαλλιά της δεν ήταν χυτά, αλλά πιασμένα σε πλεκτή, σφιχτή κοτσίδα,εκείνος την είδε και την ξεχώρισε.

"Όποια και να 'σαι,εισαι δικιά μου", ήταν η πρώτη,η  μόνη του σκέψη εκείνη την ώρα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top