Κεφάλαιο 19
"Σήμερα όλο μπροστά μου σε βλέπω ,τι έγινε η κοπελιά σου έχει τις δύσκολες μέρες της",ρώτησε ο Ουίλιαμ τον Γκάμπριελ με πρόθεση να τον πειράξει για άλλη μία φορά.
"Όχι,αλλά ,δεν είναι καλά. Είναι άρρωστη,την ταλαιπωρεί το στομάχι της".
Ο Ουίλιαμ τον κοίταξε σμίγοντας τα φρύδια του.
Το μυαλό του πήγε εκεί που θα έπρεπε να 'χε πάει και του φίλου του, και δεν ξέρει, γιατί δεν πήγε.
"Μήπως φίλε θα πρέπει να σου δώσω συγχαρητήρια?".
"Γιατί τι έκανα?".
"Α! Νομίζω πως αυτή η μικρή σου 'χει πάρει τελείως τα μυαλά και έχεις πάψει να σκέφτεσαι".
"Τι εννοείς πάλι βλάκα? Άσε τις εξυπνάδες και πες τι σκέφτηκες πάλι".
"Λέω, μήπως η μικρή σου είναι έγκυος?".
Ο Γκάμπριελ για πρώτη φορά είχε μείνει άφωνος. Κοιτούσε τον Ουίλιαμ μα το μυαλό του ήταν αλλού.
"Απορώ πως δεν το σκέφτηκες, φίλε. Δηλαδή θα έχουμε γλέντια?".
Ο Γκάμπριελ όρμησε καταπάνω του και τον φίλησε στα μάγουλά αιφνιδιάζοντας τον.
"Αν είναι αλήθεια,Ουίλιαμ,αν η μικρή μου μάγισσα περιμένει το παιδί μου, θα ......θα την κάνω κυρά μου,αρχόντισσα του φέουδου μου, γυναίκα μου".
Οι δύο φίλοι αγκαλιάστηκαν χτυπώντας ο ένας την πλάτης του άλλου.
Έπειτα ο Γκάμπριελ έτρεξε να βρει τη Μάριον να τη ρωτήσει τι πραγματικά είχε, κι αν ήταν αλήθεια η υποψία του πως κουβαλούσε στα σπλάχνα της ,το παιδι του.
Δεν ήταν στο δωμάτιο της όμως κι έτσι άρχισε να την ψάχνει παντού στο κάστρο.
"Σεσίλια,που είναι η κόρη σου? Είναι καλά?Τι ψάχνω μα δεν τη βρίσκω πουθενά".
"Κάπου εδώ θα 'ναι αφέντη μου,μα τι συμβαίνει ,έγινε κάτι και την ψάχνεις?"
"Αν τη δεις πες της μόνο πως θέλω να της μιλήσω".
Η Σεσίλια έτρεξε να βρει την κυρά της μα δεν στάθηκε περισσότερο τυχερή απ' τον Γκάμπριελ.
Δεν ήταν πουθενά ήταν σαν να την κατάπιε η γης.
Πηγαίνοντας στο δωμάτιο πρόσεξε πως κάποια ρούχα της έλειπαν και τότε το μυαλό της πήγε στο χειρότερο.
Η κυρά της το 'χε σκάσει απ το κάστρο μόνη της.
Η Σεσίλια κόντεψε να τρελαθεί, πού βρισκόταν μία γυναίκα μόνη στις ερημιές και μάλιστα έγκυος? Κοίταξε απ' το παράθυρο,έπαιρνε να νυχτώσει,ιδρώτας την έλουσε.
Έτρεξε χωρίς να το πολύ σκεφτεί να βρει τον Γκάμπριελ.
Ήταν η ώρα του δείπνου και όλοι ήταν μαζεμένοι εκεί.
Η Σεσίλια ήταν τόσο αγχωμένη για την κυρά της που μπήκε μέσα σαν σίφουνας και ζητώντας συγνώμη ζήτησε να μιλήσει στον Γκάμπριελ.
Εκείνος που κατάλαβε ότι κάτι συνέβαινε χωρίς να νοιαστεί που ήταν κι άλλοι εκεί ζήτησε απ' τη γυναίκα να μιλήσει.
"Η κόρη μου, η Μάριον άρχοντα μου,δεν είναι πουθενά".
"Τι εννοείς δεν είναι πουθενά γυναίκα? Μίλα".
"Φοβάμαι άρχοντά μου,πως έφυγε".
Ο Γκάμπριελ πετάχτηκε απ' τη θέση του και πλησίασε τη γυναίκα.
"Τι εννοείς όταν λες πως έφυγε, Σεσίλια?".
"Εννοώ πως μάλλον το σκάσε, απ' το κάστρο άρχοντα μου",είπε διστακτικά σκύβοντας το κεφάλι εμπρός του.
Ο Γκάμπριελ όρμησε κατά πάνω της αρπάζοντας την απ' τους ώμους.Ο Ουίλιαμ πετάχτηκε μπαίνοντας ανάμεσα στο φίλο του και τη γυναίκα.
"Ήρεμα φίλε μου,άσε τη γυναίκα να μιλήσει".
"Τι λόγο είχε να το σκάσει Σεσίλια ?",το μυαλό του, πήγε σε έναν άλλο άντρα κι αυτό τον έκανε έξαλλο από ζήλια και μόνο.
Η γυναίκα δεν ήξερε αν έπρεπε να μιλήσει μπροστά σε όλους μα περισσότερο μπροστά στη Ραβένα, που περίμενε κι εκείνη να ακούσει το λόγο όπως όλοι.
"Μίλα πανάθεμα σε.Γιατι?",η φωνή του έκανε τα πόδια της να λυθούν.
"Να άρχοντα μου,η κυρά μου περιμένει το παιδί σου και φοβήθηκε. Φοβήθηκε πως σαν το μάθεις,θα.....θα της το πάρεις",είπε εντέλει αφού είδε πως δεν μπορούσε να αποφύγει άλλο τις ερωτήσεις του.
Ο Γκάμπριελ κοίταξε τον Ουίλιαμ κι εκείνος του χαμογέλασε. Ήταν αλήθεια λοιπόν η Μάριον ήταν έγκυος.
Η Ραβένα απ' την άλλη πετάχτηκε απ' την πολυθρόνα που καθόταν,σαν να μην πίστευε στα αυτιά της. Η Μάριον,έγκυος απ' το λόρδο Γκάμπριελ?
"Τα κατάφερε λοιπόν,αυτό ευνοούσα, Ουίλιαμ. Όλες αυτές οι υπηρέτριες αυτό το σκοπό έχουν, σαν κοιμούνται με τους αφεντάδες τους".
Το χαστούκι που έσκασε στο καλυμμένο απ' το μαντήλι πρόσωπο της,την έκανε να σωπάσει με μιας.
Η Σεσίλια δεν θα ανεχόταν άλλο τη συμπεριφορά της,όχι τώρα που η ζωή της κυράς της βρισκόταν σε κίνδυνο.
Η Ραβένα έπιασε το μάγουλο της και βλέποντας ότι κανένας απ' τους δύο άντρες δεν έκανε κάτι να την υπερασπιστεί έφυγε τρέχοντας για το δωμάτιο της.
"Η κόρη σου Σεσίλια,είναι μία μικρή ανόητη,που δεν κατάλαβε τόσο καιρό τι νιώθω γι' αυτή,μα σαν τη βρω θα της ρίξω ένα χέρι ξύλο για να μάθει να βάζει σε περιπέτειες τον εαυτό της μα και το γιο μου", είπε στη γυναίκα με ενα χαμόγελο στα χείλη.
Η Σεσίλια,χαμογέλασε κι εκείνη σαν κατάλαβε,ποσο άδικο είχε η Μάριον που πίστευε πως ο Γκάμπριελ δεν την αγαπά.
"Ουίλιαμ ειδοποίησε τους καλύτερους άντρες και πάμε να βρούμε τη κοπελιά μου, τόση δα που είναι,δεν θα 'χει πάει και πολύ μακρυά".
Βγήκαν καμία 20αρια άντρες απ' το κάστρο μες στο σούρουπο,με δαδιά αναμμένα πάνω στα άλογα τους ,να ψάξουν τη Μάριον που όντως στην κατάσταση της δεν είχε πάει πολύ μακριά.
Στην αρχή του δάσους βρισκόταν ακόμα, φοβισμένη απ' τους θορύβους που άκουγε και τους λύκους που αλιχτούσαν.
Είχε κουρνιάσει με τα πόδια διπλωμένα στο στήθος,τυλιγμένη με τη χοντρή της κάπα σε μία κουφάλα ενος δέντρου και ήλπιζε μονάχα όποιος κι αν ήταν να μην κατάφερνε να τη δει.
Σαν είδε τις φλόγες που τρεμόπαιζαν στον αέρα ,πέρα μακριά,φοβήθηκε πως τίποτα ληστές ή ακόμα χειρότερα κανένας πολέμαρχος με το στρατό του έρχονταν στο δάσος για να ξαποστάσουν τη νύχτα,και τότε άρχισε πραγματικά να τρέμει απ' το φόβο της.
Έσκυψε ανάμεσα στα πόδια της και έκλεισε τα αυτιά της με τα χέρια της. Τα πατήματα πάνω στα ξερά φύλλα που όλο πλησίαζαν προς το μέρος της έκαναν την καρδιά της να χτυπά ανεξέλεγκτα.
Κι όταν ένα χέρι την τράβηξε με βία και τη σήκωσε όρθια έχασε το φως της και λιποθύμησε απ' το φόβο της.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top