Κεφάλαιο 18
"Αχ! Κοκόνα μου,όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκες,πέρα δώθε, ύπνος δεν σε κόλλαγε".
"Δεν είμαι καλά Σεσίλια, νομίζω πως έχω αρρωστήσει".
Η Σεσίλια έτρεξε κοντά στη κυρά της και έπιασε το μέτωπο της.
"Δεν έχεις πυρετό,μα τι νιώθεις?".
"Όλο το βράδυ κάνω εμετό και δεν μπορώ να σταθώ στα πόδια μου".
"Εφαγες κάτι και σε πείραξε,κάτι χαλασμένο μήπως? Θα πάω να σου φέρω λίγο γάλα απ' την κουζίνα που βοηθάει".
Η Μάριον ούτε που κουνήθηκε,τόσο χάλια που ένιωθε.
Καθώς η Σεσίλια πήγαινε προς την κουζίνα μία σκέψη πέρασε απ' το μυαλό της και κοντοστάθηκε.
Μα τι χαζή που ήταν. Γύρισε πάλι πίσω στο δωμάτιο, τρέχοντας αυτή τη φορά.
"Πριν φέρω γάλα και ψάχνω για αλλά γιατροσόφια,πες μου, μάτια μου αυτό το μήνα ήρθαν τα έμμηνα σου?".
Η Μάριον κοκάλωσε. Με έναν γρήγορο υπολογισμό,όχι, η περίοδος της δεν της είχε έρθει... για δεύτερο μήνα. Κοίταξε τη Σεσίλια,και κούνησε το κεφάλι της.
"Άρα,είσαι έγκυος?",είπε η γυναίκα με εναν φόβο στη φωνή της.
"Μην φωνάζεις Σεσίλια,δεν πρέπει να ακούσει κανείς.Δεν πρέπει να μάθει κανείς και περισσότερο εκείνος, μ' ακούς?".
"Μα τι λες τώρα,κορίτσι μου? Αν κάποιος πρέπει να το μάθει είναι εκείνος. Δική του δουλειά είναι αυτό, και πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του".
"Κι αν δεν τις αναλάβει,Σεσίλια, αν πάρει το παιδί σαν γεννηθεί κι εμένα με πετάξει στο δρόμο? Λίγες φορές έχει συμβεί?".
"Μα, σ' αγαπά ,έτσι δεν είναι",ρώτησε η γυναίκα με φωνή σιγανή μα και διστακτική.
Η Μάριον έγειρε το κεφάλι, "δεν μου το είπε ποτέ. Ίσως η Ραβένα να 'χε δίκιο. Ίσως να με ήθελε για ερωμένη του μονάχα, πια είμαι εγώ για να με κανει κυρά του κάστρου του?".
"Α! Όχι,ως εδώ αυτή η κωμωδία. Όχι και μεταξύ μας μάτια μου. Εμείς ξέρουμε την αλήθεια. Κυρά είσαι κι εσύ,και μάλιστα με δικό σου ολάκαιρό φέουδο".
"Σσσσσσ,ουτε αυτό πρέπει να μαθευτεί".
"Μετά από όσα σου 'χει κάνει ,εσύ ακόμα την υποστηρίζεις".
"Θέλω ,να με βοηθήσεις Σεσίλια, πρέπει να φύγω από δω όσο πιο γρήγορα γίνεται.Βρες τον τρόπο να φύγω,πριν καταλάβει πως είμαι έγκυος",είδε την απελπισία στα μάτια της και την λυπήθηκε. Να 'χε δίκιο η κυρά της αραγες?
Εκείνο το πρωί η Μάριον έμεινε ξαπλωμένη στο κρεβάτι της. Η Σεσίλια της πήγε φαγητό,να δυναμώσει και σε όποιον ρώτησε για εκείνη, του είπε πως ήταν άρρωστη.
Ανέβηκε η ίδια στο δωμάτιο του Γκάμπριελ να το καθαρίσει μα για κακή της τύχη,εκείνος ήταν εκεί.Δεν βγήκε διόλου του πρωί,περιμενε πότε θα πήγαινε η Μάριον να καθαρίσει. Είχε καταλάβει πως τον απέφευγε και είχε εξηγήσεις να του δώσει.
Μα σαν είδε τη Σεσίλια η απογοήτευση αλλά και η έκπληξη του ήταν μεγάλη.
"Που είναι η θυγατέρα σου,κυρά,γιατί δεν ήρθε αυτή να καθαρίσει το δωμάτιο όπως την έχω διατάξει?".
Η Σεσίλια που δεν συμφωνούσε με τα όσα της είπε η κυρά της θέλησε να αφήσει ένα ανοιχτό 'παράθυρο' ,μπας και δεν ήταν όπως τα πίστευε εκείνη.
"Δεν είναι καλά άρχοντα μου,όλο το βράδυ έκανε εμετό,και το πρωί ένιωθε αδύναμη ,να σηκωθεί να κάνει τις δουλειές.Κατι μάλλον θα την πείραξε. Μην ανησυχείς όμως θα φτιάξω εγώ την κάμαρα σου".
Ο Γκάμπριελ φάνηκε να ανησυχεί. Τι θα μπορούσε να 'χει πάθει. Μήπως ήταν κάτι σοβαρό? Τουλάχιστον δεν τον απέφευγε όμως.
" Να φωνάξω, γιατρό να 'ρθει να τη δει?".
"Να δούμε πρώτα πως θα πάει και μετά βλέπουμε", απάντησε η Σεσίλια εμφανώς εκνευρισμένη. Ήταν η κυρά της άμαθη κι αγαθή,μα κι αυτός ολόκληρος άντρας,δεν πήγαινε πίσω σε αγαθοσύνη?
Άρχισε να καθαρίζει την καμάρα του η η γυναίκα κι εκείνος κατέβηκε στην τραπεζαρία.
Μα δεν το χώραγε ο τόπος. Ήθελε να τη δει, σαν τρελός το ήθελε,τώρα που ήξερε πως είναι άρρωστη είχε ανησυχήσει πολύ για εκείνη.
Βέβαια καθυσηχάστηκε που ήξερε πώς δεν τον απέρριψε χθες τη νύχτα,μα ήθελε να είναι καλά.
Έτσι κατέβηκε στο δωμάτιο της.
Μπαίνοντας μέσα μία γυναίκα που είχε πάει να δει το κορίτσι έφυγε τρέχοντας όταν τον είδε.
Η Μάριον καθόταν σε μία πολυθρόνα και κοίταζε απ' το παράθυρο τη θάλασσα.
Πετάχτηκε σαν τον είδε μπροστά της.
"Γκάμπριελ,τι θές εσύ εδώ?".
"Δεν ήρθες το πρωί....",είπε εκείνος διστακτικά.
"Δεν ήμουν καλά,γι'αυτό".
"Ναι μου το 'πε η μητέρα σου. Πως είσαι τώρα?".
"Ήρθες να δεις πως είμαι,Γκάμπριελ?",του είπε με μάτια που μόνο αγάπη έκρυβαν γι' αυτόν.
"Ανησύχησες?",ας της έλεγε αυτό που ήθελε να ακούσει απ' τα χείλη του. Για μία φορά μονάχα
Την πλησίασε και τύλιξε τα χέρια του γύρω απ' τη μέση της.
Έσκυψε και φίλησε το λαιμό της ανεβαίνοντας σιγά σιγά στα χείλη της.
"Πολύ",της είπε καθώς την έσφιξε πάνω του και έκλεισε το στόμα της με το δικό του.
Ένας αναστεναγμός βγήκε απ' τα βάθη του λαιμού της. Πόση ασφάλεια ένιωθε στην αγκαλιά του.Μα ήταν έτσι στ' αλήθεια? Ήταν όντως ασφαλής.
"Πήγαινε τώρα,Γκάμπριελ, σε παρακαλώ. Δεν θέλω να σε δουν στην κάμαρη μου".
"Εντάξει θα φύγω μα αν δεν είσαι πάλι καλά να στείλεις να μου το πουν".
"Εντάξει, θα στείλω πήγαινε τώρα ".
Άκουσε το παρακαλετό της και μην θέλοντας να τη φέρει σε δύσκολη θέση έφυγε απ' το δωμάτιο.
Η Σεσίλια κατέβηκε πολύ αργότερα και είδε τη Μάριον να κάθεται στο κρεβάτι της σκεπτική.
"Τι είναι κοκόνα μου, πώς είσαι?".
"Καλά είμαι,μα εσύ που είσαι τόσες ώρες".
"Έκανα τα δικά μου και καθάρισα το δωμάτιο του αφέντη,μιας κι εσύ δεν μπορούσες".
"Και του πες πως είμαι άρρωστη?".
"Ναι γιατί,ήρθε να σε δει?".
"Ναι ήρθε, να δει αν είμαι καλά".
"Δεν κατάλαβε κάτι σωστά?",ρώτησε η Σεσίλια με μία απογοήτευση στη φωνή της.
"Όχι Σεσίλια,μα δεν είναι κουτός.Αν κάτσει λίγο να σκεφτεί δεν θα αργήσει να το καταλάβει.
Πρέπει να με βοηθήσεις, Σεσίλια, πρέπει να φύγω σήμερα κιόλας".
Η Σεσίλια κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.
"Που θα πας ,κυρά μου,μια γυναίκα μόνη? Κυκλοφορούν άνθρωποι και άνθρωποι,εκεί έξω μη.....μη το κάνεις αυτό σε παρακαλώ".
Η Μάριον όμως είχε πάρει την απόφασή της.Σημερα κιόλας θα έφευγε απ' το πύργο,θα έφευγε από εκείνον μακριά.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top