Επίλογος(α)
Τα νέα έφτασαν γρήγορα στη Ραβένα,ο ίδιος ο Ουίλιαμ της τα πήγε ενώ προσμενε την απάντηση της στην πρόταση γάμου που της είχε κάνει.
Εκείνη δέχτηκε να τον παντρευτεί χωρίς ακόμη να πιστεύει πως η ζωή, της επιφύλασσε τέτοιο όμορφο τέλος.
Το σμίξιμο των αδερφών ηταν μοναδικό,με δάκρυα στα μάτια και ανοιχτή την αγκαλιά της υποδέχτηκε η Μάριον τη Ραβένα.
Αγκαλιασμένες έκλαιγαν ενώ η Ραβένα ζητούσε συγχώρεση απ' την αδερφή της.
Ο Ουίλιαμ ήταν πανευτυχής,ανυπομονούσε να αρχίσουν οι ετοιμασίες του γάμου και έπειτα να πάρει τη Ραβένα να ζήσουν στο φέουδο του.
Η νέα του αρχόντισσα θα έδινε άλλη ζωή στο κάστρο του.
Οι μόνοι που έστεκαν παράμερα επιφυλακτικοί με τον ερχομό του κοριτσιού ήταν η Σεσίλια και ο Γκάμπριελ.
Οι δυο τους είχαν έρθει σε επαφή κρυφά απ' τη Μάριον και τον Ουίλιαμ και είχαν ανταλλάξει τους προβληματισμούς τους για τον ερχομό της Ραβένα.
Μαζί είχαν συμφωνήσει να έχουν το νου τους και να προσέχουν το κορίτσι.
Η Ραβένα θέλησε να πλησιάσει τη Σεσίλια εκείνη την καλοσόρισε και της ευχήθηκε κάθε ευτυχία,φρόντισε όμως παρ' όλα αυτά να κρατήσει τις αποστάσεις.
Ο Γκάμπριελ απ' την άλλη,δεν μπόρεσε να κρύψει το συνοφρίωμα που ήταν μόνιμο στο πρόσωπό του από όταν έφτασε εκείνη.
Τη έδωσε μονάχα το χέρι, τον ψυχρότερο απ' όλους τους χαιρετισμούς και παρ' ότι η Μάριον τον είχε καρφώσει με το μάτια της,έκανε μία ελαφριά υπόκλιση και αποχώρισε απ' το δωμάτιο.
"Τι θα γίνει λοιπόν,έτσι θα ειναι απο δω και πέρα?",του είπε το βράδυ καθισμένη στην τουαλέτα της ενώ χτένιζε τα μακρυά μαλλιά της.
"Τι εννοείς?",απάντησε ο Γκάμπριελ καθώς την πλησίασε.
"Εννοώ τα μούτρα σου καλέ μου. Έτσι θα είναι από δω και πέρα?".
Ο Γκάμπριελ βρέθηκε γρήγορα κοντά της και αρπάζοντας τη χτένα απ' τα χέρια της, τη σήκωσε με το ένα χέρι μόνο φέρνοντας τη κοντά στο πρόσωπο του.
"Αυτά τα μούτρα εννοείς? Τι έχουν δεν σ' αρέσουν?",της είπε ψιθυριστά στο πρόσωπο, χαϊδεύοντας τη με την καυτή ανάσα του.
Η Μάριον δεν μπορούσε να του αντισταθεί ποτέ. Με το που την άγγιζε ή της έλεγε κάτι και πάντα είχε τον τρόπο και το πιο απλό πράγμα να το κάνει ερωτικό, έπαιρνε φωτιά.
"Μου αρέσουν άρχοντα μου,πολύ μόνο που...",δεν την άφησε να ολοκληρώσει τι ήθελε να πει. "Να πάρει πάλι τα ίδια", σκέφτηκε εκείνη λίγο πριν της κλείσει το στόμα με το δικό του.
"Άστα τώρα αυτά, σύντομα θα γίνει ο γάμος και θα πάνε στα δικά τους διαμερίσματα".
Την οδήγησε στο κρεβάτι και δεν της έδωσε ευκαιρία για σκέψεις.
Της έκανε έρωτα, αφήνοντας τη ξέπνοη, κουράζοντας το κορμί της μα και το μυαλό της από κάθε σκέψη.
Κοιμήθηκαν αγκαλιασμένοι χωρίς προβληματισμούς,αύριο ξημέρωνε μία άλλη μέρα.
Η Ραβένα επέστρεψε στο δωμάτιο που της είχε παραχωρήσει ο Γκάμπριελ όταν είχε πρώτο έρθει στο Μονταγιού.
Από την επόμενη κιόλας μέρα είχε πολλές ετοιμασίες. Όμως δεν μπορούσε να βγάλει απ' το μυαλό της τη Σεσίλια και τον Γκάμπριελ.
Η υποδοχή τους ήταν ψυχρή σαν το πάγο.
Έπρεπε να μιλήσει στη Σεσίλια,δεν ήθελε να την αφήσει με αμφιβολίες για εκείνη.
Ήθελε πραγματικά να τα καταφέρει αυτή τη φορά να ξεπεράσει τα εμπόδια,όλα αυτά που τη βασάνιζαν και την κρατούσαν πίσω.
Να μπορέσει να αγαπήσει πάλι από την αρχή όλους τους, να τους πείσει πως δεν είναι ίδια, πως έχει πράγματα όμορφα ακόμα μέσα της.
Η Σεσίλια καθόταν στο δωμάτιο της φροντίζοντας το μωρό.
Της άρεσε τόσο πολύ να το κάνει αυτό,μεγάλωσε τη μάνα του και τώρα είχε τη τύχη να μεγαλώνει το παιδί της.
Πάνω στην ξύλινη κουνιστή καρέκλα του ψιθύριζε νανουρίσματα και καθώς κουνιόταν, ο μικρός αποκοιμιόταν στην αγκαλιά της.
Η πόρτα άνοιξε σιγανά και η Ραβένα έβαλε πρώτα το κεφάλι της μέσα και έλεγξε το χώρο να δει αν η Σεσίλια ήταν εκεί.
"Μπορώ να περάσω",της είπε κάπως διστακτικά.
Η Σεσίλια την κοίταξε και της έκανε νόημα με το χέρι να μπεί.
Τράβηξε μία καρέκλα κι έκατσε απέναντι της.
Κοίταξε το μωρό. Τα μάτια της έμειναν εκεί.
Καθώς το παρατηρούσε μία θέρμη έβγαζε το βλέμμα της.
Η Σεσίλια δεν θα μπορούσε να μην το προσέξει.
"Είναι τόσο όμορφος και νομίζω πως μοιάζει τη Μάριον μας",είπε εντέλει.
Η Σεσίλια χαμογέλασε και κούνησε το κεφάλι.
"Ίδιος η Μάριον είναι αλλά δεν το λέμε να μην στεναχωρήσουμε τον αφέντη".
"Γιατί? Πιστεύει πως μοιάζει σε εκείνον? Ούτε κατά διάνοια".
"Εγώ το ξέρω μάτια μου,μα εκείνος πιστεύει πως είναι φτυστοί".
"Μάτια μου", πόσα χρόνια Θεέ μου είχε να ακούσει αυτή τη λέξη απ' το στόμα της.
Τα μάτια της θόλωσαν, δάκρυα είχαν μαζευτεί και δεν μπορούσαν πλέον να κρατηθούν άλλο εκεί.
Κύλισαν στα μάγουλά της, τα σκούπισε με το μαντήλι στο πρόσωπό της με μία γρήγορη κίνηση. Ήταν όμως τόσα πολλά που δεν μπορούσε να τα σταματήσει.
Η Σεσίλια έβαλε το μωρό στη κούνια του και αφού κάθησε πάλι στη θέση της, άπλωσε τα χέρια και χωρις να διστάσει λεπτό τράβηξε το μαντήλι απ' το πρόσωπο της.
Πήρε το μαντήλι της και σκούπισε τα μάτια της.
Η Ραβένα είχε μείνει να την κοιτά.
"Δεν είναι καλύτερα έτσι? Δεν είναι η αγάπη πιο όμορφη από οποιαδήποτε άλλο συναίσθημα? Κι αυτό, να μην το ξαναβάλεις. Είσαι όμορφη,πολύ όμορφη",της είπε καθώς πέταγε το μαντήλι της μακριά.
Η Ραβένα έπεσε στα πόδια της αφήνοντας τον εαυτό της ελεύθερο,να εξαγνιστεί μέσα από τα δάκρυα.
Το κορμί της τραντάζονταν ολόκληρο απ' το κλάμα της κι η γυναίκα την παρηγορούσε χαϊδεύοντας τα μαλλιά της.
"Συγχώραμε σε παρακαλώ, συγχώραμε την ανόητη".
"Σςςςςς. Σώπα μάτια μου,κι εγώ δεν έχω να σου συγχωρέσω τίποτα. Εσύ,εσύ πρέπει να συγχωρέσεις τον εαυτό σου".
Η Σεσίλια και η Ραβένα εκείνη τη μέρα συμφιλιώθηκαν για όλα τα χρόνια που ήταν απομακρυσμένες.
Το μαντήλι δεν το ξανάβαλε στο πρόσωπο της,όχι μόνο γιατί ήταν επιθυμία της Σεσίλια αλλά γιατί ήταν διαταγή του Ουίλιαμ.
Μονάχα ο Γκάμπριελ είχε παραμείνει δύσπιστος.
Την προδοσία της Ραβένα δεν την ξεχνούσε.
Όχι για άλλο λόγο αλλά γιατί με την πικρία της είχε βάλει σε κίνδυνο την ζωή της γυναίκας του μα και του παιδιού του.
Απ'την άλλη χαιρόταν που έβλεπε τον Ουίλιαμ μετά από τόσα χρόνια ευτυχισμένο,να περιμένει με την αγωνια μικρού παιδιού το γάμο του και την ένωση του με τη Ραβενα.
Και την περίμενε με αγωνία,γιατί όσο κι να την ποθούσε σεβόταν το γεγονός ότι η πρώτη της εμπειρία με τον έρωτα ήταν ο εφιάλτης κάθε γυναίκας,πόσο περισσότερο ενός μικρού κοριτσιού που ήταν εκείνη τότε.
Τη φοβόταν αυτή τη στιγμή,όσο τη φοβόταν κι εκείνη.
Μα κανένας απ' τους δύο τους δεν μιλούσε για αυτό.
Όλα ήταν έτοιμα για το γάμο της Ραβένα και του Ουίλιαμ.
Το κάστρο είχε στολιστεί με τα πιό όμορφα λουλούδια και ένα τρικούβερτο γλέντι είχε στηθεί στην μεγάλη αυλή.
Ο Ουίλιαμ κι οι φίλοι του που είχαν έρθει για το γάμο του ,
γελούσαν και διασκέδαζαν πίνοντας κρασί.
Η αγωνία που είχε δεν άφησε αδιάφορους τους φίλους του και τα πειράγματα πήγαιναν κι ερχόντουσαν προς εκείνον.
Ο Γκάμπριελ μετά από καιρό διασκέδαζε χωρίς περιττές σκέψεις να βασανίζουν το μυαλό του.
Το πλατύ χαμόγελο ευτυχίας στο πρόσωπο του φίλου του ήταν αρκετό για εκείνον.
Και στα διαμερίσματα όμως της Ραβένα οι γυναίκες που ήταν μαζεμένες τραγουδούσαν όμορφα τραγούδια γάμου,ενώ ετοίμαζαν την κοπέλα ντύνοντας την με μετάξια και δαντέλες.
Η Μάριον ένιωθε τη καρδιά της να φτερουγίζει απ' την ευτυχία που ζούσε.
Κι όταν πια είχε ετοιμαστεί και της φόρεσαν και το μακρύ αραχνοΰφαντο πέπλο η ομορφιά παρά το σημαδεμένο της πρόσωπο ξεχώρισε με μιας.
Η Σεσίλια την πλησίασε και όπως είχε κάνει και στο γάμο της Μάριον είχε να δώσει κάτι και σ'αυτο το κορίτσι.
Ένα πουγκί κρατούσε στο χέρι της και ανοίγοντας το έβγαλε απο μέσα ένα μαργαριταρένιο κολιέ.
"Αυτό κυρά μου, μου το χέ δώσει η μάνα σου κάποτε. Δύο μου χε δώσει ένα για την καθεμιά σας. "Να τα δώσεις στις πριγκίπισσες μου" ,είπε "Σεσίλια όταν έρθει η ώρα να μας αποχωριστούν" .
Τότε απόρησα γιατί δεν θέλησε οταν έρθει εκείνη η ώρα
να σας τα δώσει εκείνη. Μετά...Κατάλαβα γιατί. Πάντα είχε ένστικτο η μάνα σας,προφήτευε το μέλλον της.
Ήρθε αυτή η ώρα κόρη μου και για σένα κι όπως με ξόρκισε να κάνω ασεμε να το περάσω στο λαιμό σου όπως επιθυμούσε".
Μέσα σε κλίμα μεγάλης συγκίνησης η Ραβένα τράβηξε τα μακρυά μαλλιά της και η Σεσίλια της πέρασε τα μαργαριτάρια στο λαιμό.
Αγκάλιασε το κορίτσι και το φίλησε στοργικά στο μέτωπο όπως θα έκανε η κυρά της αν ήταν εδώ.
Η Μάριον είχε το χέρι της στο δικό της λαιμό στα δικά της μαργαριτάρια που της είχε δώσει στο γάμο της η Σεσίλια λέγοντας της την ίδια ιστορία τα ίδια ακριβώς λόγια,ενώ δάκρυα απέραντης χαράς κυλούσαν απ' τα μάτια της.
"Αντε αφήστε τα γλέντια του λόγου σας για αργότερα και πάτε στο ιερό",είπε η Σεσίλια που είχε κατέβει να ενημερώσει τους άντρες.
Ο Ουίλιαμ σοβάρεψε απότομα και αφού ξερόκατάπιε άφησε την κούπα με το κρασί στο τραπέζι και ίσιωσε τα ρούχα του.
Ο Γκάμπριελ που ένιωσε την αγωνία του θέλησε να τον πειράξει λιγάκι, έσκυψε με τρόπο στο μέρος του και του ψιθύρισε.
"Αν μετάνιωσες,έχεις ακόμα καιρό. Έχω ένα μυστικό πέρασμα που δεν το ξέρει κανείς ούτε εσύ, μπορώ αν θες...", Ο Ουίλιαμ γύρισε και του ρίξε μία μπουνιά στο μπράτσο κάνοντας τον να μορφάσει.
"Εγώ να βοηθήσω ήθελα...",είπε χαρητολογώντας ενώ όλοι γέλασαν με τη διάθεση τους.
Ο Ουίλιαμ πήρε μία βαθιά ανάσα και έκανε να προχωρήσει όταν το χέρι του Γκαμπριελ ακούμπησε τον ώμο του...
"Πάμε φίλε μου,η ευτυχία είναι μόλις λίγα μέτρα μακριά σου",του είπε και μαζί προχώρησαν προς το ιερό.
Μαζεύτηκαν και οι υπόλοιποι καλεσμένοι και περίμεναν με αγωνία να κατέβει η κοπέλα.
Η αγωνία της Ραβένα ήταν μεγαλύτερη. Πρώτη φορά θα έπρεπε να εμφανιστεί μπροστά σε τόσο κόσμο χωρίς το μαντήλι της.
Ανασφάλεια ένιωθε μεγάλη, το σώμα της έτρεμε κι η καρδιά της χτυπούσε πολύ δυνατά.
Η Μάριον την πλησίασε και της έπιασε το χέρι σφιχτά.
"Είσαι πολύ όμορφη κοίτα να αρχίσεις να το συνηθίζεις γιατί θα το ακούς συχνά από δω και πέρα. Πάμε τώρα γιατί κάτι μου λέει πως ο Ουιλιαμ όσο αργείς τρέμει περισσότερο από ότι εσύ ".
Η Μάριον συνόδευσαι την αδερφή της ως κάτω και όταν οι δυο τους μπήκαν στην αιθουσα που θα τελούνταν το μυστήριο σιγή επικράτεισαι.
Ο Ουίλιαμ κόλλησε το βλέμμα του πάνω στη Ραβένα. Η ομορφιά της τον είχε συνεπάρει. Κι αν είχε έστω και μία μικρή αμφιβολία διαλύθηκε μόλις αντίκρυσε τα μάτια της.
Γιατί τα μάτια της ήταν αυτά που πρώτο αντίκρυσε όταν έκρυβε το υπόλοιπο πρόσωπό της. Εκείνα ερωτεύτηκε σχεδόν αμέσως. Ο πόνος που έκρυβαν τον έκαναν να τα αγαπήσει. Γιατί εκείνος ποτέ δεν είδε μίσος στο βλέμμα της παρά μονάχα πόνο.
Και τώρα δεν τον έβλεπε πια. Τα μάτια της σαν διαμάντια λαμπύριζαν από ευτυχία κι αγάπη.
Αγάπη για εκείνον.
Η Ραβένα έδειχνε μοναδικά πανέμορφη στο λευκό νυφικό της.
Το λεπτό μετάξι αγκάλιαζε το κορμί της αφήνοντας μόνο το στήθος της ελάχιστα εκτεθειμένο τονίζοντας έτσι τον όμορφο κύκνειο λαιμό της με τα μαργαριτάρια.
Οι ανάλαφρες μπούκλες στα μαλλιά της αγκάλιαζαν τους γοφούς της.
Το σημάδι στο πρόσωπό της με τον καιρό είχε ξεθωριάσει και δεν φαινόταν τόσο όσο εκείνη πίστευε πάντα.
Ήταν τόσο όμορφα όμως τα μεγάλα μάτια της που ήταν αδύνατο κάποιος να σταθεί μονάχα στο σημάδι της.
Πλησίασε το ιερό και ακούμπησε το χέρι της πάνω στο χέρι που της είχε απλώσει ο Ουιλιαμ.
Καθώς τον πλησίασε και ήρθε δίπλα του εκείνος έσκυψε ελαφρά και της ψιθύρισε...
"Μου έχεις κόψει την ανάσα",κάνοντας τη να χαμογελάσει.
Η τελετή έλαβε τέλος με τα χείλη τους ενωμένα κάτω από την ευλογία του Θεού.
Το γλέντι που στήθηκε ήταν μοναδικό.
Χορός, τραγούδι πολύ φαγητό και άφθονο κρασί έκανε τους καλεσμένους να παραμιλούν.
Για όλους υπήρχε ένα δωμάτιο κι ένα κρεβάτι για να κοιμηθούν αργότερα. Με τόσο που είχαν πιει δεν είχαν καμία ελπίδα να βρουν το δρόμο για το γυρισμό.
"Είσαι ευτυχισμένη μάτια μου?",ρώτησε ο Γκάμπριελ τη Μάριον σφίγγοντας τη στην αγκαλιά του.
"Όσο δεν φαντάζεσαι άρχοντά μου",του είπε εκείνη δίνοντας του ενα φιλί.
"Νομίζω αρκετά γλεντησαμε. Τι θα λεγες για ένα πιο... Προσωπικό γλέντι στην κάμαρά μας?".
Η Μάριον κοκκίνησε και χτύπησε το Γκαμπριελ στην πλάτη,μα αμέσως σηκώθηκε και αφού βρήκε σαν δικαιολογία πως έπρεπε να κοιμηθεί γιατί την κουράζει πολύ το παιδί,ανέβηκε στο δωμάτιο με τον Γκάμπριελ να την ακολουθεί και στο τέλος της σκάλας μην αντέχοντας να περιμένει άλλο να την αρπάζει στην αγκαλιά του και ανεβαίνοντας δύο δύο τα σκαλιά,να την οδηγεί γρηγορότερα στην κάμαρη τους.
Υπήρχε μεγάλη αμηχανία στους νιόπαντρους. Κανένας δεν έλεγε στον άλλο να ανέβουν στα διαμερίσματα τους.
Ο Ουίλιαμ γιατί δεν ήξερε πως να χειριστεί την ευαίσθητη κατάσταση της Ραβένα και η Ραβένα γιατί ήταν γυναίκα και απλά ντρεπόταν να του πει οτιδήποτε μη και την παρεξηγήσει.
Χασμουριόταν,κόντευε να της φύγει το στόμα,κι είχε αρχίσει να ντρέπεται που όλοι τους κοιτούσαν περιμένοντας τη στιγμή που οι δυο τους θα ανέβουν στα διαμερίσματα τους.
Στο τέλος δεν άντεξε. Γύρισε στον Ουίλιαμ χωρίς όμως να τον κοιτά...
"Νομίζω πως είναι ώρα να ανέβουμε πάνω",ίσα που άκουσε τι του 'πε τόσο σιγά που μίλησε.
Τινάχτηκε απ' την καρέκλα του που παραλίγο να τη ρίξει και κούνησε το κεφάλι.
Έπιασε το χέρι της και αφού έκαναν κι οι δυο από μία υπόκλιση αρχισαν να ανεβαίνουν τη σκάλα με τους υπόλοιπους να φωνάζουν και να χτυπούν τα πιρούνια πάνω στα ποτήρια τους.
Τα τελευταία σκαλιά σχεδόν τα ανέβηκαν τρέχοντας απ' τη ντροπή τους. Και καλά η Ραβένα, αλλά κι ο Ουιλιαμ ένιωθε σαν πιτσιρίκος,σαν άπειρος πρωτάρης.
Στο δωμάτιο επικράτησε σιωπή μέχρι που εκείνη κρύφτηκε πίσω απ' το ξύλινο παραβάν βγάζοντας το νυφικό της.
Εκείνος βλέποντας τα ρούχα να πέφτουν πάνω στο ξύλο ξερόκατάπιε στην εικόνα της ολόγυμνη από εκεί πίσω.
Φόρεσε τη σιελ ημιδιάφανη νυχτικιά της και βγήκε διστακτικά μπροστά.
"Μπορείς να με βοηθήσεις να βγάλω το κολιέ?",είπε καθώς γύρισε πλάτη σε εκείνον μαζεύοντας τα μαλλιά της στην άκρη εκθειάζοντας τον υπέροχο λαιμό της.
Τα χέρια του έτρεμαν κι είχαν αρχίσει να ιδρώνουν μα κατάφερε να ξεκουμπώσει το κόσμημα.
Κι ενώ περίμενε από εκείνη να φύγει η Ραβένα είχε μείνει εκεί ακίνητη με τα μαλλιά της ακόμα τραβηγμένα στην άκρη.
Δεν άντεξε άλλο. Όπως ήταν πίσω της την τράβηξε απαλά στην αγκαλιά του.
Έσκυψε και άφησε απαλά φιλιά στο λαιμό της απ' τον ώμο ως το αυτί της.
"Πες μου τι θες να κάνω μάτια μου. Δεν θέλω να σε πληγώσω,καθοδήγησε με εσύ".
Γύρισε και κοίταξε τη ζεστασιά,την τρυφερότητα και την ειλικρινή αγάπη που έτρεφε για εκείνη.
Πέρασε τα χέρια της στο λαιμό του και τον φίλησε χωρίς ντροπή.
"Κανεμε δικιά σου. Θέλω μόνο τη δική σου θύμηση στο κορμί μου",αυτό μονάχα του είπε κι όλα τα άλλα έγιναν φυσικά,όμορφα και γλυκά.
Ούτε για μία στιγμή δεν ένιωσε άσχημα με την ένωση τους η Ραβένα αν και εκείνος πολλές φορές σταματούσε και την κοιτούσε να βεβαιωθεί πως ήταν καλά, εκείνη σφίγγοντας τον πάνω της και σφραγίζοντας με το στόμα της το δικό του,έπαιρνε κάθε αμφιβολία.
"Καλό δρόμο να έχετε και σύντομα να ξαναρθειτε",η Μάριον τράβηξε πάνω της την αδερφή της σφίγγοντας της .
Η Ραβένα θα ξεκινούσε μία καινούργια ζωή στα φέουδα του Ουίλιαμ σαν αρχόντισσα και κυρά του.
Η ευτυχία όλων δεν περιγράφονταν κι η Σεσίλια πίσω από όλους κοίταξε ψηλά στον ουρανό και έκανε το σταυρό της ευχαριστώντας το Θεό που όλα πήγα στο τέλος καλά και για τις δύο κυράδες της.
ΤΈΛΟΣ
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top