Αγγελικά Μονοπάτια (19)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19ο

Πραγματικα, νιώθω πως κάποιος μου κανει πλάκα! Αλλο ενα περίεργο όνειρο στην συλλογή.. Απο τότε που ήρθα εδω, ολα μοιάζουν περα απο τα συνηθισμένα.
Οχι οτι η ύπαρξη αγγέλων και σκοτεινών αγγέλων, ή οτι αλλο τελος παντων υπάρχει, ειναι φυσιολογική, αλλα τουλάχιστον, τα εχω αποδεχτεί, κάπως, αυτα.

Υπάρχουν πολλα ακομα που δεν γνωρίζεις Ιωάννα. Και κάποια απο αυτα, ούτε τα εχεις φανταστεί! Μου ψιθυρίζει το υποσυνείδητο μου, κι εγω το πιστεύω. Και για να πω την αληθεια, η συνειδητοποίηση αυτη, με τρομάζει!

Γιατι δεν μου εξηγούν, γιατι δεν μου μιλάνε ξεκάθαρα επιτέλους; Προς τι όλες αυτές οι υπεκφυγές;
Τι μου κρύβουν;
Ακομα κι ο Αγγελος, δεν μου λεει τα πάντα.

Ο Αγγελος..

Πετάχτηκα σαν ελατήριο! Οι μνήμες, που μεχρι στιγμής αγνοούσα, με χτύπησαν κατακέφαλα. Το βέλος, ο τσακωμός της Έμμας και της Ορόρα, το κοριτσι.. Το όνειρο.

Νιώθω πως ολα αυτα ειναι ενα μπερδεμένο κουβάρι σκέψεων, κι εγω θεατής, να μην μπορω να λάβω μέρος στο έργο, στη ζωη μου. Ειμαι έρμαιο των άλλων, λογο της άγνοιας μου, ανίκανη να καταλάβω, απο ενα σημείο και μετα, αρκετα πράγματα.
Δεν μου αρεσει αυτο. Το συναίσθημα οτι κάποιος αλλος ξερει πιο πολλα για μενα, για την φύση μου, μου φαινεται αδιανόητο! Θέλω να πω, φυσικά και δεν γνωρίζουμε τα πάντα για τον εαυτο μας· καποιες πτυχές τις προσωπικότητας μας ειναι και θα ειναι, μόνιμα στο σκοτάδι. Αλλα να μην ξερω έστω τα βασικά, ε οχι! Αυτο δεν το δέχομαι.

Σηκώνομαι αποφασιστηκά απο το κρεββάτι, και άρχισα να κατευθύνομαι προς την κύρια πόρτα του παλατιού, εκει που άρχισαν ολα τα σημερινά μυστήρια. Σήμερα ξεκίνησαν, και σήμερα θα ξεκαθαρίσουν· αυτα τουλάχιστον.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

"Που ειναι ο Αγγελος;" Στέκομαι μπροστά στην Έμμα και την Ορόρα που κάθονται και γευματίσουν αμέριμνες σε ενα μικρό υπαίθριο τραπεζάκι, στο μπαλικονι του δωματίου της Ορόρα.
Αφού ειχα κατέβει, ειχα ψάξει και τελικά δεν ειχα βρει πουθενα την Ορόρα μεσα στο παλάτι, έκανα μια τελευταία απόπειρα, και μπήκα στο δωμάτιο της. Ευτυχώς στάθηκα τυχερή.

"Ιωάννα! Κάτσε μαζι μας, αγαπη μου!" Είπε με καλοσυνάτη φωνή η Ορόρα. Η τόση ευγένεια, με εκανε να ανατριχιασω! Κάθονταν αμέριμνη με την Έμμα, οταν πριν απο λιγο, παραλίγο να αλληλοσκοτωθουν!
Το χειρότερο ομως ειναι αλλο· το βλέμμα της Έμμα, είναι εντελώς κενό. Μοιάζει σαν να ειναι σε αλλη διάσταση, σαν να μην αντιλαμβάνεται τον χώρο και τον χρονο. Ενα ρίγος με διαπερνάει όσο κοιτάζω τα κενά ματια της.

"Που ειναι ο Αγγελος;" Επαναλαμβάνω με όσο πιο ψυχρή φωνή μπορω, και φοράω την πιο απρόσωπη μάσκα μου. Ελπίζω να κρύβεται η αναστάτωση μου.

"Ω ο Αγγελος. Εχει παει ενα.. Ταξιδάκι" μου χαμογελάει, και τωρα μπορω να διακρίνω ολα της τα δόντια απο αυτο το τεράστιο χαμογελο.

Ξεροκαταπίνω.

"Τι.. Τι ταξιδάκι;" Τρέμω ν'ακουσω την απάντηση.

"Θα επιστρέψει, σύντομα" και σαν να μην ειμαι εκει, συνεχίζει απο κει που άφησε, την συζήτηση της με την Έμμα.

Βγαίνω ορμητικά απο το δωμάτιο, χωρίς να κοιτάξω πίσω.
Ειμαι μπερδεμένη, προβληματισμένη, και πανω απ'ολα, φοβισμένη.
Νιώθω αδύναμη. Νιώθω πως όσο κι αν ψάχνω, όσο κι αν προσπαθώ, πάντα ενα σημείο αυτής της ιστορίας, θα μου διαφεύγει.

Δηλαδή, τι στο καλό!; Την μια ειναι έτοιμες να σκοτώσουν η μια την αλλη, κι έπειτα γευματίσουν παρέα, σαν καλές φιλεναδες; Και το χαμένο βλέμμα της Έμμα; Το ανατριχιαστικο χαμογελο της Ορόρα;
Κατι δεν παει καλα εδω.
Καθόλου καλα.
Και σκοπεύω να το ανακαλυψω!

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Είμαι τρελή.
Το ξερω. Αλλα και παλι, δεν παύω να με εκπλήσσω ωρες ωρες.

Αφού έφυγα απο το δωμάτιο της Ορόρα, γύρισα τρέχοντας στο δωμάτιο.
Πανω στο μαξιλάρι μου, υπήρχε μια φωτογραφία. Έδειχνε μια κοπέλα, σε νεαρή ηλικία, πανω σε ενα κατάλευκο άλογο. Φορούσε ενα μακρύ φόρεμα, όπου το πανω μέρος, μεχρι την μεση, ηταν δαμασκινί, ενω απο την μεση και κάτω, ηταν σκούρο μπεζ. Φορούσε μαυρο, χοντρό σχετικά, καλσόν, με μαύρες μπότες, που έφταναν μεχρι κάτω απο το γόνατο. Το πρόσωπο της, πορσελάνινο, όμορφο.

Πως να βρέθηκε αυτη εδω αραγε?
Την άφησα στο κομοδίνο μου και ξάπλωσα στο κρεβάτι μου, κοιτώντας απορημένη το ταβάνι.

Πολλά περίεργα πράγματα συμβαίνουν, που δεν μπορώ να τα εξηγήσω. Νιώθω ότι μου κρύβουνε όλοι πράγματα. Και το χειρότερο, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Ο άγγελος έχει χαθεί, η Ορόρα και η Έμμα προφανώς δεν μπορουν να με βοηθήσουνε, ή μαλλον, η Ορόρα μπορεί αλλά δε θέλει, κι εγω εδώ, μην ξέροντας τι να κάνω, μην ξέροντας τίποτα, περιμένοντας από, δεν ξερω κι εγω ποιον, να με διαφωτίσει, περιμένοντας ένα σημάδι ετσι ώστε να ξεδιαλύνει καπως η κατάσταση.
Φοβάμαι, πραγματικά φοβάμαι. Δεν μπορώ να βοηθήσω κανέναν. Ούτε καν τον εαυτο μου.

Κι έπειτα ειμαι μπερδεμένη. Πολλές νέες πληροφορίες που δεν μπορώ να επεξεργαστώ, πολλές ασυνήθιστες καταστάσεις, πολλά πράγματα στα οποία δεν είμαι συνηθισμένη, τα οποία δεν μπορώ να αντιμετωπίσω ειδικα μόνη μου, και παρόλα αυτά είμαι μόνη μου. Δεν έχω ιδέα τι να κάνω, δεν έχω ιδέα ποιόν μπορώ να εμπιστευτώ, δεν έχω ιδέα αν όλα αυτά είναι αληθινά. Και αυτο ειναι που φοβάμαι.
Παρόλαυτα δεν είναι λίγες οι φορές που έχω ευχηθεί όλα αυτά να είναι όνειρο. Να ξυπνήσω στο κρεβάτι μου, στο ξενοδοχειο στη Λευκάδα, και να βρω απέναντί μου τη Χριστίνα να διαβάζει ένα περιοδικό ή να βλέπει κάτι στο κινητό και μετά να πάρω αγκαλια τους "γονείς" μου, τους ανθρώπους που για 17 χρόνια, φρόντισαν να με μεγαλώσουν στις καλύτερες συνθήκες, κάνοντας με να αποκτήσω αξίες και ιδανικά. Που δε με εγκατέλειψαν ποτέ. Που ήταν πάντα δίπλα μου οποτε τους χρειαζόμουν.
Μέτα όμως σκέφτομαι, ότι άμα γυρίσω στην παλια μου πραγματικότητα, θα χάσω πολλά πράγματα. Οσο κι αν δεν θέλω να το πω, χαίρομαι που επιτέλους κατάλαβα που ανήκω, ακόμα κι αν τα πράγματα δεν ακόμα ξεκάθαρα. Θέλω να ανακαλύψω τη μητέρα μου, να ανακαλύψω τι συνέβη σε μένα, γιατί με αφήσανε. Θέλω να βοηθήσω την Εμμα να καταλάβει, ότι δεν είμαι κακία, οτι θέλω να τους βοηθήσω. Θέλω να σβήσω την καχυποψία τα πρόσωπα όλων και να αντικαταστήσω τα μουτρωμενα τους πρόσωπα, με ζεστά χαμόγελα.

Κόλλησα απαράδεκτο το κεφάλι μου, προσπαθώντας ν'αποδιωξω αυτές τις σκέψεις, κρατώντας το μυαλό μου άδειο, έτσι ώστε να σκεφτώ μία λύση για το τι πρέπει να κάνω, όσον αφορά το θέμα του Αγγελου. Πρέπει να τον βρω, του το χρωστάω. Εκείνος με βοήθησε από τον χρειαζόμουνα, είχε πει οτι θα είναι πάντα δίπλα μου, οπότε το ίδιο πρέπει να κάνω και εγώ τώρα που με χρειάζεται.

Για ακόμη μία φορά σηκώθηκα ορμητικα απο το κρεβάτι Δεν υπάρχει περιπτωση να τα παρατήσω. Πρεπει να τον βρω οπωσδήποτε. Άνοιξα την πόρτα του δωματίου μου, και ξεχύθηκα με ορμή στο διάδρομο του παλατιού.

"Σκέψου σκέψου.." μουρμούρισα στον εαυτό μου, "που μπορεί να πήγαινε ο άγγελος; Που μπορεί να πήγαινε άμα ήθελε να κρυφτεί απο όλους κι ολα;"

Μπορεί να μην ήθελε να κρυφτεί αντιθέτως.. να τον έκρυψαν!
Ψυθίρισε το υποσηνηδητο μου, και βρήκα αυτη την πιθανότητα λογική.

Καθώς κατεβαίνω τη σκάλα ειδα μια υπηρέτρια η οποία προφανώς, κατευθηνονταν προς το δωμάτιο της Ορόρα, κρατώντας ενα κόκκινο κουτί.

Την έπιασα από το μπράτσο και την σταμάτησα απότομα, κάνοντας τη να ξαφνιαστεί τοσο, που παραλίγο να της πέσει το κουτί απο τα χέρια. Η παραλίγο πτώση του κουτιού, φανηκε να την φοβίζει περισσότερο απο το απρόσμενο σταμάτημα μου. Χμμ..

"Συγγνώμη που σε σταμάτησα ετσι. Να σου πω ξέρεις που είναι τα μπουντρούμια του παλατιού;" Την ρώτησα χαλαρά.

"Ε.. Εμ.. Εγω.. Πρεπει να φύγω" πηγε να ξεφύγει απο το κράτημα μου, αλλα δεν την άφησα, φυσικά.

Την κοίταξα έντονα στα ματια. Κοκκαλωσε.
"Πες μου που ειναι τα μπουντρούμια. Τωρα." Με κοίταζε σαν υπνωτισμένη.

"Θα σε πάω εκει" έμοιαζε σαν να κοιμάται και να μουρμουραει απλα λέξεις. Περίεργο.

Κρατώντας ακομα το κουτί, άρχισε να περπατάει, προς την πλευρά που θυμάμαι οτι ηταν η βιβλιοθηκη.

Καθώς περπατούσαμε στο μεγάλο διάδρομο, παρατήρησα ότι το βλέμμα της ηταν κενό. Λες και με οδηγούσε εκει μηχανικά, και τώρα που το σκέφτομαι, ακριβώς με οδηγούσε; Την τελευταία φορά που πήγα στη βιβλιοθήκη, δεν παρατήρησα κάτι διαφορετικό· κάποια κρυφή πόρτα ή κάποιο αλλο δωμάτιο: στο διάδρομο υπήρχαν μονο πίνακες, και μετα ο κήπος.
Που με πήγαινε λοιπόν;

Προσπαθούσα να μη δείχνω την ανησυχία μου, περπάταγα πίσω της με σταθερό βήμα, κρατώντας βεβαια τις αποστάσεις μου.

Μετα απο λίγα λεπτά, φτάσαμε μπροστά στην βιβλιοθήκη Σταμάτησα περιμένοντας την να ανοίξει αλλά αντί γι' αυτό με προσπέρασε και συνέχισε να πηγαίνει μπροστά, στο σημείο που υπήρχαν πάρα πολύ ποινακες στοιβαγμένοι στον τοίχο με πιο δίπλα την πόρτα του κήπου. Μα που παει;!

Σταμάτησε ακριβώς μπροστά απο εναν πολυ ιδιαίτερο πίνακα.

Όχι στον πίνακα δεν απεικονιζόταν κάποια αιθέρια φιγούρα ή κατι τέτοιο. Στην πραγματικότητα απεικονίζοταν σ' ένα κατάμαυρο ουρανό, αστέρια· σκόρπια αστερια καθε μεγέθους· μικρά, μεγάλα Το πιο περίεργο όμως ήταν ότι σχημάτιζαν ένα αστερισμό, που όμοιο δεν έχω ξαναδεί.
Γενικά ασχολούμαι με τα άστρα οπότε γνωρίζω κάθε πιθανό αστερισμό που υπάρχει στο σύμπαν, ή τελοσπάντων στο γνωστό σε μας σύμπαν. Αλλά δεν εχω ξαναδεί τέτοιο αστερισμό στη ζωή μου!

Πριν προλάβει η υπηρέτρια να κανει το οτιδήποτε, βήματα ακούστηκαν.

"Ελλη; Ελλη! Που στο καλό εισαι τόση ώρα!;"

Η Ορόρα!

Η Έλλη με κοίταξε τρομοκρατημένη, και σα να ξύπνησε απο όνειρο, προσπάθησε να φύγει.

Εντελώς απροειδοποίητα, ένιωσα καποιον να ουρλιάζει να πάρω το κόκκινο κουτί που κρατούσε.
Πετάχτηκα πανω της και της το πήρα απο τα χέρια. Την κοίταξα άγρια στα ματια.

"Εσυ, δεν με ειδες ποτε!" Ειπα έντονα κι εκείνη έγνεψε.

Έτρεξα σαν αστραπή προς την πλευρά που οδηγούσε στον κήπο.
Άκουγα τα βήματα της Ορόρα να πλησιάζουν όλο και περισσότερο. Θεέ μου, δεν θα προλαβω!

Τακ, τακ τα βηματα της. Τα ακουω σχεδον δίπλα μου. Την νιώθω δίπλα μου. Έτρεξα ακομα πιο δυνατά σε μια τελευταία προσπάθεια να της ξεφύγω.

Έσπρωξα με ορμή την πόρτα, και το επόμενο δευτερόλεπτο ημουν στον κήπο. Αναστέναξα δυνατά, βγάζοντας απο μεσα μου ολη την αγωνια που κρατούσα μεχρι να βγω στον κήπο.

Κοίταξα προς το παράθυρο που βλέπει σε ενα σημείο του διαδρόμου. Ειδα την Έλλη να κοιτάει κατι. Εκείνη την ώρα έφτασε η Ορόρα κι άρχισαν να μιλάνε. Μετα απο λιγο έφυγαν προς την κατεύθυνση απο την οποία ηρθε η Ορόρα, και τις εχασα απο το οπτικό μου πεδίο.

Μα πως; Αφού τωρα ηταν πίσω μου! Τι στο..

"Γεια σου πριγκιπισσα!"

"Ε οχι παλι!"

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Hey guys! Λοιπόν, επιτέλους, ανέβασα κεφαλαιο! Μη με σκοτώσετε που άργησα παλι! ☺️
Ελπίζω να σας άρεσε!
Για πείτε μου, ποιος νομίζετε οτι ηταν στο τελος;
Τι έπαθε η Εμμα; Τι να εχει μεσα το κουτί; Και η φωτογραφία; Ο Αγγελος, που ειναι εξαφανισμένος;
Θα ήθελα να ακούσω τις γνώμες και τις υποθέσεις σας στα σχόλια! Κι άμα θέλετε, πατήστε και το αστεράκι δίπλα, με βοηθάει! 🙏🏼✌🏼

Αυτο το κεφαλαιο, ειναι αφιερωμένο στην ElizaMarko
❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top