Αγγελικά Μονοπάτια (17)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17ο

"Σου έλειψα μικρή;" Είπε κι ενα πονηρό μειδιασμα εκανε την εμφάνιση του.

"Τι στο διάολο θέλεις εδώ;!" Ηταν το τελευταίο άτομο που περίμενα να δω. Ειδικά μετά απο τόσο καιρό.

"Ω κι εμένα μου ελειψες" ο σαρκασμος είναι φανερός στην φωνή του.

"Γιατί είσαι εδώ!;" Επέμεινα κατηγορηματικά.

"Εϊ! Ηρεμησε γατακι!" Το διασκέδαζε, κι αυτο δεν κρύβονταν. Τα ματια του γυάλιζαν παιχνιδιάρικα και το σκανταλιάρικό του χαμόγελο, τον εκανε να μοιάζει με μικρό παιδί.

"Είσαι σοβαρός; Έρχεσαι εδώ, μετά απο τόσο καιρό, χωρίς να έχω ιδέα για τα κίνητρα σου και μου λες να ηρεμήσω;!" Ξέσπασα. Ω, αυτος θα την πληρώσει για τα νεύρα μου!

"Ναι, αυτο ακριβώς σου λέω. Μήπως θες και να στο συλλαβίζω;"

"Άντε γαμησου!" Φώναξα, κι έκανα να μπω στο δωμάτιο μου. Πράγμα που δεν έγινε.

Μια ρηπη αέρα, εκανε τα μαλλιά μου να πετάνε σε διάφορες κατευθύνσεις και την μπαλκικονοπορτα, να κλείσει απότομα κάτω απο το χέρι μου. Προσπάθησα να την ανοίξω, μα δεν ειχα κανένα θετικό αποτέλεσμα.
Γύρισα κι αντίκρισα τον Ντέιμον, ο οποίος ειχε τα χέρια του σταυρωμένα στο στήθος του και ,φαινομενικά, ηταν σοβαρος. Τα ματια του όμως, τον προδωσαν.

"Σταματά!" Φώναξα, για άλλη μια φορά. Ήμουν πραγματικά έξαλλη μαζί του· και το γεγονός οτι ειχα ήδη φορτισμένη διάθεση, το καλύτερο που μπορει να κανει, είναι να σταματήσει να κανει βλακιες. Για το δικό του καλό!

"Δεν κάνω κατι" είπε απόλυτα σοβαρός, πράγμα που με εξοργησε.

"Άνοιξε κι ασε με να φύγω!" Απαίτησα.
Άρχισε να με πλησιάζει. Επικίνδυνα κοντά.

"Μα αυτο δεν εχει πλάκα." Ψυθίρισε κοντά στο πρόσωπο μου. Η ανάσα μου επιτάχυνε. Γιατί με επιρρεασε έτσι γαμωτο;!

"Εγώ όμως δεν είμαι εδώ για να κανεις την πλάκα σου." Του είπα αποφασιστικά. Μέχρι κι εγώ η ίδια απόρησα με την σταθερότητα της φωνής μου.

Τον ξεκόλλησα απο πάνω μου, και τον κράτησα σε απόσταση ακουμποντας το χέρι μου στο στήθος του.

"Τωρα πες μου τι θες εδώ." Τον κοίταζα επίμονα στα ματια, περιμένοντας την απάντηση του.

"Ήρθα για να σε δω." Το στομάχι μου εκανε ενα ηλιθιο ακροβατικό, και ξερόβηξα για να το συμμορφώσω.

"Σταματά να λες ανοησίες!" Ευτυχώς κατάφερα να κρυψω την αμηχανία που ένιωθα. Δεν ειναι για μενα αυτές οι ψευτορομαντικές μπουρδες.

"Ειναι η αληθεια, πριγκίπισσα. Μου ελειψες." Ναι καλά.
Τα ματια του όμως με κοιτούσαν με τόση ειλικρίνεια, που έκαναν την ανάσα μου να κοπεί. Ω γαμωτο, τι μου συμβαίνει;

"Αυτο ειναι αδύνατον. Δεν με ξέρεις. Με έχεις δει μια φορά, κι αυτή δε, διειρκησε παραμονο λίγα λεπτά. Μου φαινεται πραγματικά γελοίο να το λες αυτο." Καγχασα.

"Δεν εχω λόγο να σου πω ψέματα."

"Δεν μπορώ να το ξέρω αυτο." Αντέτεινα.

"Ήρθα να σε δω. Γιατί δεν μπορείς να το δεχτείς;"

"Γιατί δεν είμαι διατεθειμένη να παίξω το παιχνιδάκι σου!" Αναστέναξα παραιτημένα. "Απλα ασε με να φύγω."

"Μια μέρα." Είπε μετά απο λίγο.

"Τι εννοείς;" Τον κοίταξα μπερδεμένη.

"Θέλω να έρθεις μαζί μου. Μόνο για μια μέρα. Φαντάσου το σαν.. εμ.. ραντεβού." Είπε αμήχανα.

Εγώ απλα γέλασα ειρωνικά. "Δεν είμαι εγώ γι' αυτά"

"Γιατί οχι;" Φάνηκε στεναχωρημένος.

"Γιατί έτσι!" Δεν ειχα πρόθεση ν'ανοιξουμε ψιλή κουβεντούλα.

"Καλά... Έστω σαν μια βόλτα, μεταξύ φίλων;"

"Δεν είμαι φίλη σου." Πέταξα ξερά.

"Σαν απλοί γνωστοί τουλάχιστον;"

"Δεν μπορώ να το κάνω αυτο." Απάντησα μετά απο λίγη σκέψη, κουνώντας αρνητικά το κεφαλι μου.

Κατσουφιασε. "Γιατί οχι;" Φάνηκε ενοχλημένος απο την επιμονή άρνηση μου.

"Γιατί δεν σε εμπιστεύομαι."Απάντησα ειλικρινά.

"Σε παρακαλώ" ξανά προσπάθησε.

Έκλεισα τα ματια μου, κι ακούμπησα τα δάχτυλα μου στις εσωτερικές τους γωνιές. Άφησα μια ανάσα που δεν ειχα ιδέα οτι κρατούσα, και μετά απο λίγα δευτερόλεπτα, τον κοίταξα.

"Και μετά θα με αφήσεις να φύγω;"'ρώτησα.
Έγνεψα καταφατικά και μου άπλωσε το χέρι του.
"Τι τωρα;" Ρώτησα.

"Ναι." Απάντησε μονολεκτικά κι ανυπόμονα.

Τον κοίταξα πανικόβλητη. Έπειτα, κοίταξα τον εαυτο μου. Δεν υπήρχε περιπτωση να πάω μαζί του, φορώντας άντε τόσο καλοκαιρινό φόρεμα, με τέτοιο καιρό. Για κανένα λόγο!

"Εμ, δεν νομίζω οτι είμαι κατάλληλα ντυμένη" διευκρινησα, δείχνοντας με νόημα το φόρεμα μου.

"Μια χαρά είσαι." Είπε αφηρημένα.

"Κι όμως οχι. Δεν είμαι. Κοιτά τον καιρό! Πως θα βγω έτσι εξω. Για να μην αναφέρω την προχειρότητα του γενικού ντυσίματος. Και κοιτά τα μαλλιά μου. Ειναι χάλια! Σαν αχυρα! Και επίσης-" δεν πρόλαβα να συνεχίσω.

Τα χέρια του έπεσαν στην μέση μου και με τράβηξαν απότομα πάνω του. Το κούτελο του κόλλησε στο δικό μου, κι εκείνος έκλεισε τα ματια.
Τα ξανάνοιξε απότομα, και με κάρφωσε με το βλέμμα του. Φαίνονταν λες και τα μάτια του βυθίζονται όλο και περισσότερο στην θάλασσα των δικών μου.

"Είσαι υπεροχη." Δε είπε τιποτα περισσότερο, αλλα και μόνο η ένταση που υπήρχε στα ματια του, ηταν αρκετή για να με κανει να παγώσω.
Η ανάσα του, έκαιγε το δέρμα μου και κύματα ανατριχιλας με διαπέρασαν. Τα χείλη του ακουμπησαν τον λαιμό μου, και μια ανάσα μου ξέφυγε. Διαολε, πρέπει να φύγω απο εδώ!

"Υπεροχη." Επανέλαβε, χτυπώντας με την ανάσα του το δέρμα μου.

"Ασε με!" Κλαψουρισα. Προσπάθησα να ξεφύγω απο την αγκαλιά του αλλα το μόνο που κατάφερα, ηταν να με φέρει πιο κοντά του.
Προσπάθησα να φύγω προς τα πίσω, αλλα τότε συνειδητοποίησα οτι με ειχε κολλήσει στον τοίχο.

Τα χείλη του έπεσαν στο λαιμό μου. Άρχισε να αφήνει μικρά διάσπαρτα φιλία, μέχρι που ένιωσα τη γλώσσα του. Πήρα μια απότομη ανάσα, όσο με φιλαγε όλο και πιο κτητικά.
Έκανα ακόμη μια απόπειρα να ξεφύγω απο τα χέρια του αλλο εκείνος πίεσε πιο πολυ το κεφαλι του στον λαιμό μου.

Ενα κλαψούρισμα ξέφυγε απο τα χείλη μου, οταν το χέρι του άρχισε να χαϊδεύει τη μέση μου. Άρχισε να με δαγκώνει, στα σημεία που φιλαγε πριν, αφήνοντας μου σημάδια. Μετά απο λίγο σταμάτησε
Εισεπνευσε, φυλακίζονται στα ρουθουνια του το άρωμα μου, κι άφησε την εκπνοή του να κάψει το σημείο που δαγκώνει πριν, κάνοντας με να ανατριχιασω.
Ακούμπησε το κεφαλι του στον ώμο μου, κι έκλεισε τα ματια του.

"Η μυρωδιά σου ειναι τόσο μεθυστική, τόσο τέλεια." Άφησε αλλο ενα πεταχτο φιλι στον λαιμό μου. Μαλάκα!

Ένιωσα το κράτημα του να χαλαρώνει, και τότε βρήκα την ευκαιρία μου· τον έσπρωξα απο πάνω μου και τον χαστούκισα με όση δύναμη διέθετα. Και δυστυχώς για αυτόν, εχω αρκετή.
Δεν γύρισα καν να δω την αντίδραση του. Απλα έσπρωξα τη πλέον ανοιχτή πόρτα, μπήκα μέσα, κι αφού κλείδωσα, έκλεισα ορμητικά τις κουρτίνες.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Είμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου. Τα μαύρα μαλλιά μου, απλώνονται στο μαξιλάρι, σαν το μελάνι σε μια άδεια σελίδα.
Τα ματια μου άδεια, να κοιτούν τον γκρίζο ουρανό, που φαινεται έτοιμος να ξεσπάσει.
Μια αστραπή σκίζει τον ουρανό, κι η πρώτη κρυστάλλινη σταγόνα προσγειωνεται στο μάτι μου. Κυλάει κατα μήκος του προσώπου μου, και μοιάζει με δάκρυ.
Το κρεββάτι στο οποίο είμαι ξαπλωμένη, βρίσκεται στην μέση ενός κήπου. Πλαισιώνεται απο κάθε λογής λουλούδι, και τα δέντρα· ασαλευτα στο φύσημα του αέρα, παγωμένα· στέκονται επιβλητικά γύρο μου και με φυλακίζουν στην καρδιά του δάσους. Αγγίζουν τον ψυχρό ουρανό, δημιουργώντας ενα κελί, απο το οποίο η φυγή, φαντάζει αδύνατη.

Τον νιώθω ξαπλωμένο δίπλα μου. Εχει τυλιγμένα τα χέρια του γύρο απο την μέση μου, και με κρατάει γερά πάνω του. Ακόμη και μέσα απο το ύφασμα του φόρεμα τους μου, μπορώ να αισθανθω το κρύο άγγιγμα του.
Τον νιώθω να μετακινει το ενα του χέρι από την μέση μου, χωρίς ωστόσο να χαλαρώνει το κράτημα του, και να πιάνει μια τούφα απο τα μαλλιά μου. Αρχίζει να παίζει μαζί της, μέχρι που το χέρι του ακουμπήσει διστακτικά τον λαιμό μου.
"Τόσο όμορφη!" Ψιθυρίζει. Παρόλαυτα, εγώ μένω παγωμένη, νιώθοντας τιποτα, για τις πράξεις του. Δεν μου προκαλεί κανενα συναίσθημα. Τιποτα.

Ένας κεραυνός, πέφτει σ'ενα κοντινό δέντρο. Σπάει στη μέση και τυλιγεται στις φλόγες.
Δεν αντιδράω. Δεν κάνω απολύτως, τιποτα. Μένω άπραγη, και δεν ξέρω γιατί.
Η αίσθηση της φωτιάς στο δέρμα μου, ειναι το τελευταίο πράγμα που νιώθω, πριν κλείσω τα ματια μου.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Πετάγομαι απότομα απο το κρεββάτι μου. Η ανάσα μου ηταν γρήγορη και ρηχή, κι ακουμπούσα το χέρι μου, στο στήθος μου. Προσπάθησα να ηρεμήσω και, μετα απο λίγο, τα κατάφερα. Ευτυχώς, ειχα έναν γαληνιο χωρίς όνειρα, ύπνο, αυτη την φορά.
Κοιμόμουν όλο το απόγευμα, και, πλέον, το φεγγάρι, στόλιζε τον, γεμάτο με μικροσκοπικά αστέρια, ουρανό.
Κοίταξα το ρολόι στον τοίχο κι η ώρα έδειχνε 5 το πρωί. Σε λίγο θα ξημέρωνε. Μα γιατί δεν ηρθε ο Αγγελος; Κι αν ηρθε, γιατί δεν με ξύπνησε;!
Ενα χτύπημα στην πόρτα με κανε να πεταχτώ απότομα πάνω.
Γιατί εχω ενα κακό προαίσθημα;

Άνοιξα και βρέθηκα πρόσωπο με πρόσωπο με μια συγχησμενη Ανναμπελ, που με δυσκολία επερνε ανάσα· προφανώς έτρεχε, αλλα τι διάολο ειναι τόσο σημαντικό στις 5 τα ξημερώματα; Κατι δεν παει καλά!
"Πριγκίπισσα! Τρέχα!" Είπε με ένταση.

"Τι έγινε;" Εντάξει, τωρα αρχίζω κι ανησυχώ πραγματικά.

Η φωνή της έσπασε. "Ο Άγγελος."

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top