Η νέα ζωή

 δέκα χρόνια μετά

Περιμένω να κατέβουν ο Αντώνης και ο Σπύρος. Ο τελευταίος είναι ο άντρας του φίλου μου. Τους πάντρεψα πριν τρια χρόνια. Είναι απίστευτο πόσο δοτικός σύντροφος είναι. Είμαι πολύ ευτυχισμένη για εκείνον. Έχουν φτιάξει μια πολύ όμορφη οικογένεια. Και είμαι και μια περήφανη νονά. Το παιδί τους το λατρεύω σαν να είναι δικό μου. Είναι η οικογένεια μου. 

-Μελίνα αργήσαμε? μου λέει ο Σπύρος και ανεβαίνουν στο τζιπ.

- Όχι , όλα καλά , θα είμαστε στην ώρα μας.

Απο την καριέρα μου ως αρχαιολόγος είναι το μόνο που μου έχει μείνει. Το διδακτορικό το παράτησα, όπως και την ανασκαφή. Σπάνια τα ανακαλώ στην μνήμη μου. Είναι πια πηγή τουρισμού ο τάφος απο όλα τα μέρη της Γης. Εγώ πάντως δεν γύρισα ποτέ ξανά στο νησί. 

Τον πρώτο χρόνο , μετά την Βαρκελώνη , ένιωθα σαν να ίπταμαι πάνω απ' όλα. Σαν να μην ζω εντός του κόσμου. Όλα τα βίωνα σαν παρατηρητής. Σαν να στέρεψε η κάνουλα με τα αισθήματα. Ταξίδεψα σε διάφορα μέρη της γης αλλά ότι και να έβλεπα, οτι και να γνώριζα, στο τέλος της ημέρας ήμουν πάντα άδεια. Ήταν σαν να ξαναγυρνούσα πάντα στο ίδιο σημείο.

Είχα πειστεί πως πάσχω απο απάθεια και πως ποτέ δεν θα νιώσω άνθρωπος μεταξύ ανθρώπων. Όλα όμως πήραν το δρόμο τους, όταν συνάντησα κατά τύχη την "μαμά" μου, την Νίκη. Είχε πια γεράσει και δεν πήγαινε άλλο στα "παιδιά της αγάπης". Ήταν άρρωστη πολύ. Δεν είχε παιδιά να την φροντίσουν. Δεν το σκέφτηκα πολύ. Ήξερα την ίδια στιγμή τι έπρεπε να κάνω.

Ζήσαμε μαζί έξι μήνες. Έφυγα απο κοντά της , μόνο όταν της έκλεισα τα μάτια.

Τον επόμενο καιρό του θανάτου της, είχα πια αποφασίσει τι θέλω στην ζωή μου. Ήθελα να συνεχίσω το έργο της μαμάς μου. Ένιωσα μέσα μου για πρώτη φορά στη ζωή μου έναν προορισμό. Έναν σκοπό σε μια ζωή χωρίς ουσία.

Ξεκίνησα να παρακολουθώ μαθήματα ψυχολογίας. Βρήκα μια δουλειά γραφείου και τα απογεύματα μου τα περνούσα στα παιδιά της αγάπης.

Την πρώτη φορά που ένα απο τα κορίτσια με αγκάλιασε και ζήτησε να με φωνάζει μαμά, ένιωσα πως φώλιασα πίσω στον κόσμο. Σαν να μου άπλωσε ο κόσμος τα χέρια του κι εγώ σφίχτηκα πάνω του. 

Τα τελευταία χρόνια εργάζομαι στο ίδρυμα ως ψυχολόγος. Κλαδεύω κισσούς και σπέρνω τριαντάφυλλα. Είμαι κηπουρός. Και τα κορίτσια τα λουλούδια μου. Τα μικρά τριανταφυλλάκια μου.  Ένα απο τα κορίτσια..το έχω πολύ αδυναμία..την λένε Άννα. Για κάποιο λόγο πάντα τις δίνω περισσότερες αγκαλιές και φιλιά. 

Νιώθω οτι βρήκα την ειρήνη μέσα μου.

Είχα κάποιες σχέσεις. Όχι πολλές. Συνήθως διεκδικούσαν χρόνο περισσότερο απ'όσο θα ήθελα να δώσω. Ο χρόνος μου είναι αφιερωμένος στα παιδιά της αγάπης. Κανείς δεν το κατάλαβε αυτό. Κι εγώ ποτέ δεν προσπάθησα κάποιον να τον μεταπείσω. Εκείνα τα παιδιά είναι η ζωή μου. Τα υπόλοιπα..οι υπόλοιποι είναι περαστικές λεπτομέρειες. 

Δεν ερωτεύτηκα κανέναν. Όχι πως δεν το ήθελα..απλά..δεν το ένιωσα. Δεν κούμπωσε κανένας την ψυχή μου. Και ποτέ δεν με πείραξε. Έχω μια ζωή με πολύ αγάπη.

Πέρασε μια μέρα που να μην σκεφτώ εκείνον?

Δεν νομίζω να τον σκέφτομαι. 

Νομίζω πως είναι η άλλη φωνή μέσα μου. Όταν είμαι μόνη νιώθω πως του μιλάω, πως του διηγούμαι τι συνέβη στο ίδρυμα..του λέω τα νέα μου.. και τον βλέπω να μου χαμογελά γοητευτικά με τα λακάκια του. Ζει μέσα μου. Και έχει μείνει στην μνήμη μου πάντα 23 ετών. Αν και πια θα είναι άντρας ..

Δεν θέλησα να μάθω νέα του. Λόγω της σχέσης του ιδρύματος του με τα παιδιά της αγάπης , ξέρω πως είναι καθηγητής στο Harvard και διευθύνει παράλληλα το ίδρυμα. Τίποτα άλλο δεν θέλησα να μάθω. Τίποτα άλλο δεν μπορώ να μάθω. Αν μετανιώνω για εκείνη την ημέρα που έφυγα? Ίσως..αλλά και πάλι..όχι. Προσεύχομαι να είναι ευτυχισμένος. 

Πριν μια εβδομάδα συνάντησα τυχαία τον Ορέστη στο νοσοκομείο. Τα έχασα στην αρχή αλλά με έσφιξε τόσο δυνατά στην αγκαλιά του που μου έφυγε κάθε αμηχανία. Χειρούργος ορθοπεδικός ο Ορέστης, που τον έβλεπα άντρα ολόκληρο και δεν το πίστευα.

Πήγε να μου πει για τον Δημήτρη..τον έκοψα. Και έκλαψα. Ότι έχει σχέση μαζί του με διαλύει. Είναι απίστευτο πως ο έρωτας μπορεί να γραπωθεί μέσα σου και να μην λέει να φύγει. Τρέφεται απο την φαντασία. Και στην φαντασία μου εγώ και ο Δημήτρης δεν χωρίσαμε ποτέ.

Του είπα πως δουλεύω στα παιδιά της αγάπης , του είπα τα νέα του Αντώνη, και πολλά δεν τα είπαμε με το στόμα, παρά μόνο με τα μάτια. Αποχαιρετιστήκαμε και υποσχεθήκαμε να βγούμε έξω μια μέρα. Αλλά κανείς δεν πήρε το τηλέφωνο του άλλου.

-Σπύρο τα παιδιά είναι ξετρελαμένα με την επίσκεψη σου, λέω καθώς φτάνουμε στο ίδρυμα.

Ο Σπύρος είναι κουκλοπαίχτης και γράφει παιδικές παραστάσεις.

Βλέπουμε τα κορίτσια στην εξώπορτα να μας περιμένουν.

Κατεβαίνω και τρέχουν όλα για αγκαλιά. Και πρώτη η Αννούλα. Θέλω να την υιοθετήσω αλλά επειδή δεν είμαι παντρεμένη μου απαγορεύεται. Έστω κι έτσι..όμως..έστω κι έτσι..εγώ δίνω όλη μου την αγάπη και όλη μου την ζωή σε αυτά τα παιδιά. 

Ο κόσμος θα γινόταν πολύ ομορφότερος αν όλοι δίναμε μια αγκαλιά αγάπης σε κάθε παιδί που την χρειαζόταν.

Η διευθύντρια με πλησιάζει. 

-Άντε Μελίνα μου και έχουμε επισκέψεις , θέλω να αναλάβεις την ξενάγηση!

-Εννοείται! Ποιοί μας ήρθαν?

-Ο πρόεδρος του ιδρύματος!

-...ποιός..ήρθε?

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top