1. Άφιξη στη Λόρντραν ⚜
Λέγεται πως υπάρχει ένας ασυνήθιστος ιππότης με το όνομα Κιρκ. Λέγεται επίσης πως η εμμονή που τρέφει για το αίμα είναι τέτοια, ώστε προτιμά να βλέπει τα θύματά του να αιμορραγούν αργά μέχρι θανάτου, παρά να πεθαίνουν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο του στερήσει το κόκκινο μαρτύριό τους. Δεν ικανοποιόταν αν το σώμα του θύματος δεν μετατρεπόταν πρώτα σε μια πασπατεμένη μάζα από σάρκα, οστά κι ερυθρό στοιχείο. Οι φήμες δεν σταματούν να αναπαράγονται και να μεταφέρονται από στόμα σε στόμα ακόμη και στα πιο απόμερα νησιά της ηπείρου. Έχει ακούσει κι εκείνη για τα μακάβρια βίτσια του κι όταν έρχεται η δική της σειρά να βρεθεί στο βασίλειο της Λόρντραν μαζί με τους αδελφούς κληρικούς της δεν μπορεί να σταματήσει να σκέφτεται όλα όσα λένε αυτές οι φήμες για την επικινδυνότητά του στα σάπια εδάφη που πρόκειται σύντομα να πατήσει. Για το σκοτεινό του πνεύμα που ακόμη στοιχειώνει την παρακμάζουσα χώρα.
~~~~~~~~~~
Οι ψίθυροι γύρω της δεν παύουν να της ερεθίζουν την ψυχραιμία. Το άγχος των τελευταίων ημερών την αναγκάζει να αφουγκράζεται ακόμη και το παραμικρό τρίξιμο, έχει οξύνει κάθε μία από τις πέντε αισθήσεις, μα περισσότερο την ακοή κι ελάχιστα τη γεύση. Κι αναρωτιέται, αξίζει τέτοια διαταραχή που υποφέρει μόνο για να μαθαίνει περισσότερα γι' αυτόν τον μαύρο θρύλο; Θρύλο κι εχθρό για όσους κατέχουν ακόμη ψήγματα Ανθρωπιάς μέσα τους, κι εκείνη ως πλάσμα ανέγγιχτο από τη διαφθορά του κόσμου κατέχει πολλά από δαύτα...; Κι αυτός δεν ενδιαφέρεται για το θύμα, αμαρτωλός ή αθώος, σύμμαχος ή αντίπαλος, όλοι είναι καλοδεχούμενοι να υποστούν το βάσανό του... Πλέον μοναδική λαχτάρα του είναι να παίρνει όσο πιο βίαια γίνεται αυτά τα ψήγματα. Βλέποντας κάθε σώμα να αποστραγγίζεται από τις χαρακιές του αγκάθινου σπαθιού του μέχρι να μετατρέπεται σε μια λίμνη από το ίδιο τους το αίμα, με έναν κόκκινο σωρό κοκάλων και στεγνής σάρκας να διακοσμεί σαν ένα δύσμορφο νησί αυτήν τη λίμνη στο επίκεντρό της.
Αξίζει δα που κάθε φορά χάνει ένα άνισα μεγάλο κομμάτι της φρόνησης και της ψυχικής υγείας της, μόνο για να μαθαίνει άλλη μια πληροφορία για 'κείνον; Η οποία ενδεχομένως θα αυξήσει ελαφρώς τις πιθανότητές της να επιζήσει εάν σταθεί αρκετά άτυχη να διασταυρωθεί μαζί του; Το μόνο που δεν ξέρει ακόμη είναι σε τι δρόμους περιφέρεται αυτός ο... ιππότης. Αξίζει λοιπόν να τον μελετά με αντάλλαγμα την τρέλα να φθείρει όλο και περισσότερο το μυαλό της; Διότι ας μην ξεχνάμε... Το μυαλό μας είναι ο καλύτερός μας φίλος σε τούτη δω τη Νήσο. Γιατί μια πνευματική ασθένεια έχει εξαπλωθεί σ' ολόκληρο τον κόσμο με κέντρο το νησί, μπορεί ακόμη κι ο πιο αναίσθητος να νιώσει το ζοφερό της πέπλο. Πάνω από το κεφάλι του, μέσα σε κάθε ανθό ή πέτρα, μέσα ακόμη στα ίδια του τα κόκαλα και την καρδιά. Μόνο το μυαλό μας λοιπόν. Ο καλύτερος φίλος. Και μάλλον ο μόνος δικός της από τη στιγμή που θα πατήσει το πόδι της εκεί πέρα...
Τι είναι χωρίς τη λογική; Τίποτα παραπάνω από έναν Κούφιο. Έναν Κούφιο που οι όμοιοί της σε αυτήν την κρίσιμη αποστολή πρέπει οπωσδήποτε να... φροντίσουν. Για τον αφανισμό του, σίγουρα. Να τσακίσουν κάθε οστό, τόσες φορές, σε δισεκατομμύρια μικροσκοπικά θρύψαλα, σκόνη την οποία πρέπει έπειτα να σκορπίσουν στα βάθη του ωκεανού. Ή κάποιου ρήγματος άνευ επιστροφής. Κάποιας βαθύτατης, θεοσκότεινης αβύσσου. Γιατί οι Κούφιοι... πάντα επιστρέφουν, αργά ή γρήγορα. Σαν δολοφονικές, αθάνατες μαριονέτες.
Αποτυγχάνει να μην συγχύζεται από τα λόγια τους, όμως ταυτόχρονα δεν μπορεί κιόλας να σταματήσει να τα συλλέγει όλα με προσοχή, αργά και βασανιστικά, όσο κι αν τραβάει τα μαλλιά της ή όσο κι αν μπήζει βαμβάκια βαθύτερα στα αυτιά της. Είναι απλά τόσο... δελεαστικοί, οι ψίθυροι.
"Μέσα από τις αδύνατες σάρκες του φυτρώνουν αγκάθια... Και λένε μάλιστα πως διαπερνάνε ακόμη και μέταλλο!"
"Εγώ... εγώ έχω ακούσει πως θέλει πάση θυσία τα θύματά του να πεθαίνουν όσο πιο αιματηρά γίνεται... Αργές, συνεχείς αιμορραγίες σε κάθε, μα κάθε σπιθαμή του δέρματος... Ιχ!"
"Ναι, ναι! Χωρίς να κόψει πολύ βαθιά, να μην σκιστούν παχιές αρτηρίες και λήξει γρήγορα το σιντριβάνι! Για χάρη του θεάματος! Του θεάματος, αδελφοί! Δεν δείχνει έλεος... Αποκλείεται να είναι άνθρωπος... Δαίμονας... Δαίμονας είναι!"
"Φαντάζεστε πόσο μπορεί να υπέφεραν όσοι έκαναν το λάθος να βρεθούν στο έλεός του...; Και κανένας... δεν κατάφερε ποτέ να του ξεφύγει για να διηγηθεί αυτοπροσώπως τι υπέστη. Κανείς δεν ξεφεύγει από τ' αγκάθια του αν μία φορά τον τρυπήσουν..."
"Απίστευτο, απίστευτο! Οι θεοί να μας φυλούν!"
"Αδελφοί! Δεν βλέπετε πως τρομάζετε το κορίτσι;!"
Όλοι τώρα κοιτάζουν εκείνη και τραβάει την κουκούλα της χαμηλότερα, τόσο για να μην δουν τα μάτια της ή το γενικότερο χρώμα τρόμου στο πρόσωπό της, όσο κι αυτή για ν' αποφύγει τις δύσμορφες εκφράσεις τους. Βούρκωνε κι έριχνε μια στο τόσο από 'να δάκρυ μέσα σε βαριά απόγνωση.
Ωω... Πώς τόλμησα να συμφωνήσω σε κάτι τέτοιο... Πώς τόλμησα να πορευτώ σ' ένα ταξίδι δίχως επιστροφή... Πώς έμπλεξα τον εαυτό μου έτσι! Γιατί... Γιατί θέλησα να θυσιάσω τη ζωή μου μόνο και μόνο για να σώσω... μάλλον καμία άλλη...; Δεν ήταν τόσο ο φόβος του θανάτου που τη σκότιζε. Όχι, όχι... Ήταν ο φόβος των βασανιστηρίων που αναπόφευκτα θα βίωνε εάν την έβρισκε εκείνος... Ο Κιρκ. Ο Ακανθώδης Ιππότης.
~~~~~~~~~~~~~~
Ο ήλιος γλυκοχαράζει στον ορίζοντα. Όλος ο ουρανός, απ' όπου και να τον κοιτάξεις, μακρύς, αφηρημένος, πορτοκαλι-γάλανος. Το χρώμα μιας ελπιδοφόρας αυγής, η τελευταία που θα αντικρίσει, γιατί από εδώ και πέρα τα πάντα θα γίνονται εκθετικά δυσοίωνα. Μόλις η ομάδα των κληρικών έχει αποβιβαστεί στην ξηρά της απόκρημνης γης και η πεζοπορία που θα ακολουθήσει ώσπου να βρουν ασφαλές καταφύγιο δεν θα 'ναι το πιο εύκολο πράγμα που 'χει βιώσει. Μα έτσι κι αλλιώς το 'χε αποδεχτεί αυτό, άλλο είναι 'κείνο που την τρομάζει...
Πέρα απ' αυτά, η διαδρομή τους αφήνει μεγάλες εντυπώσεις, ευτυχώς, μιας και της αποσπά ως ένα σημείο δυσάρεστες σκέψεις. Πρώτη φορά αντικρίζει τόσο εξωτικά τοπία. Τα μονοπάτια τόσο απότομα, όσο οι μύες της αγύμναστοι, θα ευθύνονται για το σκληρό πιάσιμο που πρόκειται να επικρατήσει μες στις επόμενες μέρες. Τα μπράτσα και οι μηροί της τρέμουν από τις δύσβατες κλίσεις, μα είναι ο μόνος τρόπος να φτάσουν στην ενδοχώρα για την οποία προορίζονται οι υπηρεσίες τους· τα θαύματα που επικαλούνται για τη θεραπεία τυχόντων τραυματισμένων. Για την επούλωση τόσο των σωματικών, όσο και πνευματικών πληγών τους. Αυτός είναι σκοπός της αποστολής. Πρέπει οπωσδήποτε ως κληρικοί να συμβάλουν στη διεύρυνση της Εποχής της Φωτιάς.
Μόλο που ο ουρανός ακόμη φαίνεται γαλήνιος από αυτό το κομμάτι στεριάς, αρχίζει να της προκαλεί μία μυστήρια μελαγχολία, σαν να οδεύει προς τον σίγουρο θάνατό της μέσα από τις πιο παράξενες, μεταβαλλόμενες οδούς. Το μούδιασμα στα μάγουλα και το πίσω μέρος του κεφαλιού της εδώ και πάρα πολλά λεπτά δεν λέει να υποχωρήσει, μέχρι που συνειδητοποιεί σε λίγο πως έτσι καθιερώνεται για όλους ως μόνιμη η κατάσταση των κατοίκων αυτού του μέρους. Κι όσο περνά η ώρα τόσο περισσότερες απόκοσμες ενοχλήσεις θα αισθάνεται. Τα βήματα βεβιασμένα, παρόμοια μ' αυτά που κάνουμε μέσα σε όνειρα. Και το ντελίριο θα συνεχίζεται...
Διέσχισαν βουνοπλαγιές για αρκετές ώρες, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, οι πιο έμπειροι πρώτοι και τελευταίοι, οι πιο άπειροι στο κέντρο· εκείνη κι ένας ξανθός νεαρός που την υπερασπίστηκε νωρίτερα. Κατά την πορεία συνάντησε μόνο νεκρά φυτά και σκελετούς μικρών ζώων. Από τη ζάλη των αναθυμιάσεων μπροστά στα μάτια τής φαντασίας της όλα ζωντάνευαν, η σάπια βλάστηση έβγαζε πόδια, ανασταίνονταν οι σκελετοί κι όλα τα κούφια πλάσματα τους ακολουθούσαν μέχρι να τους στρίμωχναν σε καμιά κατάλληλη στιγμή κι ορμούσαν στα ξαφνικά να κατακρεουργήσουν και να πάρουν μέσα από τα σπλάχνα τους ό,τι θα τους φαινόταν χρήσιμο. Ευτυχώς δεν είχε καταλάβει ακόμη -τόσο θρυμματισμένα- πως πολλά από τα οστά ανήκαν σε σκελετούς ανθρώπινους.
Δεν ταιριάζει η γλυκύτητά της σε τέτοια διεφθαρμένα μέρη. Αθώα, φρέσκια κι εύθραυστη γι' αυτόν τον κόσμο, μα να που βρίσκεται εδώ... Ήρθε νωρίς για 'κείνη η ώρα να μάθει σε τι βάθη της ανθρώπινης ψυχής εκτείνεται η σαπίλα της Κατάρας και πόσο μπορεί να την αμαυρώσει... Κι ας δυσκολεύεται να το συνειδητοποιήσει πλήρως, μα πολλές αποκρουστικές εκπλήξεις την περιμένουν.
Στον καθένα τους ανατέθηκε από μία δουλειά γι' αυτήν τη μέρα, την πρώτη τους -και μάλλον απ' τις σημαντικότερες στη Νήσο· το ξεκίνημα-. Δική της είναι να μαζέψει όσο το δυνατόν περισσότερους βρώσιμους καρπούς και φυτά. Το κυνήγι ζώων ανέλαβε ο ξανθός, οι παλαιότεροι και γηραιότεροι φυλούσαν κυκλικά την περιοχή, δεν ήταν για βαριές, χειρονακτικές δουλειές, μόνο εκείνη μπορούσε να ξεχωρίσει με την ευαίσθητη όραση κι οσμή της τα ασφαλή τρόφιμα του φυτικού βασιλείου. Χωρίς χρονοτριβές ξεφορτώθηκε, σε μια χαμηλή σπηλίτσα που βρήκαν προσωρινό κατάλυμα, την πραμάτεια της κι έσπευσε να εξερευνήσει τον ολέθριο, μα συναρπαστικό συνάμα καταραμένο τόπο. Φροντίζοντας καθ' όλη τη διάρκεια να μην ξεφεύγει για μεγάλους χρόνους από τα μάτια των φυλάκων.
Ακόμη και τα μικρά έντομα που συναντούσε της κέντριζαν πολύ το ενδιαφέρον. Δεν μπορούσε να τ' αγνοήσει, αν και υποσχέθηκε να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη δουλειά για την οποία οδηγήθηκε εδώ εξαρχής. Έπρεπε να αντιστέκεται να τα θαυμάσει, μα μόνο αυτό μπορούσε να κάνει. Το χρώμα ορισμένων είναι αφύσικα ιδιαίτερο, κάποιων ένα κατάμαυρο γυαλιστερό, σαν να γεννήθηκαν κι αναδύθηκαν μέσα απ' την πίσσα. Άλλων φωσφορίζον κίτρινο ή πορτοκαλί σε τέλεια αντιστοιχία με τα φωτεινά άνθη που τις νύχτες χωρίς φεγγάρι θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν χαράσσοντάς τους μια φυσική διαδρομή. Φυτά με ευλύγιστα, μακρόστενα κλωνάρια σαν σχοινιά ξετρυπώνουν μέσα από το χαμηλό γρασίδι και μένουν κρυμμένα εκεί, λες και η μητέρα φύση προσπαθεί να χαρτογραφήσει το ανάγλυφο της γης πάνω στο οποίο έχει με περίσσεια χάρη εγκατασταθεί. Αντλεί πολλές χρήσιμες ιδέες προς διευκόλυνση της ομάδας της κι ελπίζει -όταν κατά το σούρουπο παρευρεθούν- να μην τις αποδοκιμάσουν με βλέμματα υποτίμησης.
"Αχά!"▫️
Ψιθυρίζει καθώς η ματιά της πέφτει πάνω στους μεγάλους, ζουμερούς καρπούς που κρέμονται από τα κλαδιά ενός γνωστού της θάμνου. Αναγνωρίζει αμέσως το είδος και τρέχει να πέσει στα γόνατα να κρίνει την ωρίμανσή τους. Οι πολυαγαπημένοι μπλε καρποί με το τραγανιστό περίβλημα, στο εσωτερικό γεμάτοι με μια κόκκινη, σαρκώδη ουσία που σε ορισμένους τόπους συνηθίζουν να χρησιμοποιούν ανύμφευτες γυναίκες για να ροδίσουν τα χείλη και τα μάγουλά τους. Κι απ' ό,τι φαίνεται τους πέτυχε στο ζενίθ της νοστιμιάς τους.
Τους συλλέγει μαλακά, έναν-έναν από τα αγκαθωτά κλαδιά και γεμίζει τον υφασμάτινο σάκο της με περηφάνια. Σίγουρα όλοι θα τους λιγουρευτούν μόλις τους δουν! Απόλυτα ευχαριστημένοι με τα σπάνια ευρήματά μου! Χιχι! Συνεχίζει να τους αποσπά με όλο και μεγαλύτερη φρόνηση κι ενθουσιασμό, οι αδελφοί της θα ευτυχήσουν μόλις γευτούν και γεμίσουν τα αδύνατα στομάχια τους με ένα τόσο εκλεπτυσμένο επιδόρπιο.
Πάει να μαζέψει ό,τι έχει απομείνει κι απ' την αντίθετη, μόλις ξεκληρίζει τη μια μεριά, όταν παρατηρεί πως σε λίγους μόλις πήχεις δεσπόζει στο πεντακάθαρο διάστημα μεταξύ τριών δέντρων ένας ακόμη θάμνος, μάλιστα με ακόμη πιο μεγάλους και ζουμερούς καρπούς. Όμως με τη διαφορά πως... αυτοί εκπέμπουν, αντί για το βαθύ μπλε του ζαφειριού, μια ελαφριά μωβίζουσα απόχρωση. Ξεχνά, σαν ποτέ να μην υπήρξε, αυτόν που 'χει μπροστά της και τρέχει να μαζέψει από εκείνον. Προς στιγμήν ένας ξεκάρφωτος δισταγμός την καθηλώνει, ένας φευγαλέος ψίθυρος «μη» χαϊδεύει σαν απαλό αεράκι πάνω από τ' αυτιά της. Όμως τα μάτια της γυάλιζαν στην εικόνα τους, κι ήταν καρφωμένα εκεί, με τον ίδιο τρόπο που άκουγε πριν τους ψίθυρους στη βάρκα. Έτσι τώρα κοιτούσε τους καρπούς. Είχαν μία αλλόκοτη, αποκρουστική αύρα, όμως δεν θα αντιστεκόταν να τους κάνει δικούς της. Να τους... αιχμαλωτίσει.
Κόβει έναν με μεγάλη σύνεση και τον φέρνει μπροστά στα μάτια της να τον εξετάσει. Τον περιστρέφει μια αριστερά, μια δεξιά, πάνω και κάτω. Ορκίζεται, ο πιο ανεπτυγμένος που έχει δει ποτέ στη ζωή της. Μαγευτικό... Ίσως αυτό το μέρος δεν είναι και τόσο άθλιο όσο λένε... Ίσως όλα αυτά περί σαπίλας κι επικινδυνότητας είναι μονάχα φήμες για να απομακρύνουν τους ξένους οι κάτοικοι της Νήσου από τον σπάνιο πλούτο τους. Το δίχως άλλο, μόνο τούτο, τίποτ' άλλο...
Φέρνει τον μοσχομυρωδάτο καρπό στα χείλη της και κλείνει απαλά τα μάτια να εστιάσει στη γεύση του καθώς τον γλύφει. Κατά λάθος σαλιώνοντας τα δύο ακροδάχτυλά της, λιγάκι. Μια διαφανής κλωστή σάλιου μακραίνει μέχρι που σπάει όσο τον κατεβάζει και ρουφάει αμέσως το χειλάκι της μην στάξει η ζαχαρένια σταγόνα πάνω στον χιτώνα της. Ύστερα τρίβει τη γλώσσα της στον ουρανίσκο. Ποτέ... Μα ποτέ δεν έχω ξαναγευτεί κάτι τόσο γλυκό. Και μήτε καν τον έχω μασήσει, μήτε τον χυμό του ρούφησα, μονάχα ακούμπησα τη γλώσσα μου στην επιφάνειά του.
Την επόμενη στιγμή κάτι ακούγεται μέσα από τα βάθη της πυκνής βλάστησης, κάτι σαν σύρσιμο που έπαψε τόσο απότομα όσο ξεκίνησε. Χωρίς να κινεί χιλιοστό του σώματος αναλογίζεται με γουρλωμένα μάτια, κάθε φύλλο, κάθε φυτουλάκι που ταλαντεύεται απ' την ατμόσφαιρα. Όχι, όχι... Ηρέμησε. Δεν ήταν τίποτα, τίποτα. Μόνο φήμες. Η φαντασία σου. Τίποτα παραπάνω, κανένα ποντίκι ή κάνα μικρό φιδάκι.
Για μια στιγμή τη χτυπά βαριά σκοτοδίνη από τον τρόμο, μα συνέρχεται προτού καν προλάβει να λιποθυμήσει. Τα αυτιά της τεντωμένα, τα φρύδια στο μέτωπό της το ίδιο. Οι εσωτερικές φωνές στο κεφάλι της να παραμορφώνονται όλο και περισσότερο με απελπισία. Αντίλαλοι της φαντασίας της στη χειρότερη εκδοχή της ενδόμυχης τρομοκρατίας της. Έχασα πολύ χρόνο να εξερευνώ κι ο ήλιος θα αρχίσει σε λίγο να χαμηλώνει. Πρέπει να βιαστώ...
Ξάφνου παρατηρεί ότι λίγο βαθύτερα στο δάσος στέκουν πολλές δεκάδες θάμνοι, πλούσιοι και μάλλον πλουσιότεροι αν δεν απατάται. Το επόμενο λεπτό βρίσκεται να απογυμνώνει κι εκείνους, κάθε ένα δεύτερο ελέγχοντας το οπτικό πεδίο, μα και πίσω της. Πέντε λεπτά... Πέντε λεπτά ακόμη κι επιστρέφω... Έχει σταματήσει να τους μαζεύει έναν-έναν και πρώτιστα προσεκτικά, τώρα τους αρπάζει με τις χούφτες κι ας την τρυπούν λίγο τα αγκάθια, κι ας μαζεύει και μερικά φύλλα μαζί μ' αυτά. Παράξενο... Όσο προχωρώ τόσο πυκνώνουν οι θάμνοι, κι όσο πυκνώνουν οι θάμνοι... τόσο το χρώμα τους δεν θυμίζει το αυθεντικό. Ρίχνει μία ακόμη ματιά πίσω της κι αντιλαμβάνεται πόσο έχει απομακρυνθεί από τον τελευταίο φύλακα.
Κοιτάζει έναν καρπό που έπιασε στα τυφλά. Και τον φέρνει εκστασιασμένη σε εξαιρετικά κοντινή απόσταση. Αυτός δεν είναι μπλε... Ούτε καν μωβ. Είναι... κόκκινος. Και το περίβλημά του... δεν είναι σκληρό. Ο χυμός του αρχίζει να σχηματίζεται σε μικρά σταγονίδια πάνω στην επιφάνεια κι έπειτα να ρέει σε λεπτές γραμμές κατά μήκος των δακτύλων της... Σαν να τον έχουν γδάρει παντού ολόγυρα... και να ματώνει. Τον ζουλάει ανεπαίσθητα και χωρίς την παραμικρή προσπάθεια διαλύεται μέσα στα δάχτυλά της. Αυτός ο καρπός... δεν έχει καν περίβλημα;
Και τότε ένα ανεξήγητο ένστικτο τη συναρπάζει κι άγριο ψύχος τη διαπερνά. Συνονθύλευμα συναισθημάτων, κάτι μέσα της σαν να προσπαθεί να της ξεσηκώσει ιδέες, πως ο θάνατος καραδοκεί μέσα από τις μαύρες σκιές του δάσους. Η ραχοκοκαλιά της ανατριχιάζει και τα κόκκινα δάχτυλα που σφίγγουν τον καρπό τρέμουν. Απότομα γύρω της σκοτεινιάζει, κοιτάζει ψηλά και δεν βρίσκει τον ήλιο όσο απελπισμένα κι αν τον ψάχνει. Ηρέμησε, ηρέμησε... Πίσω από κανένα παχύ σύννεφο... Αιφνίδιο αεράκι που χάιδεψε τα γυμνά της χέρια κάνει την τρίχα σε ολόκληρο το σώμα της να σηκωθεί. Δένει χωρίς δεύτερη σκέψη τον σάκο με τους πολύχρωμους καρπούς και τον σηκώνει αργά στον ώμο.
Αρκετά... Ας επιστρέψω τώρα... Όμως μία στιγμή αφού γυρίζει την πλάτη το ίδιο σύρσιμο ακούγεται ξανά πίσω της. Και γι' άλλη μια φορά δεν αντιστέκεται. Στην πραγματικότητα καμία παράδοξη ή υπερφυσική δύναμη δεν ευθύνεται για το παράλογο ενδιαφέρον της... μα μόνο η καταραμένη... αρχέγονη... ανθρώπινη περιέργειά της, που -όσο ανέπνεαν την αμυδρή δυσωδία της ατμόσφαιρας που σαν φάντασμα κύκλωνε το νησί- τόσο μεγάλωνε κι ερεθιζόταν. Βλέφαρα ορθάνοιχτα και κόρες αφύσικα συνεσταλμένες. Η ακοή τόσο οξυμένη που μέχρι κι ο χτύπος της καρδιάς τής φαίνεται σαν ηχορύπανση. Την αναπνοή έχει αρχίσει να την κρατά εδώ και πολλά δεύτερα κι έχει πάψει να ανοιγοκλείνει τα μάτια. Πάλι η ίδια γκροτέσκα αίσθηση, μην πω παραίσθηση, σαν να βρίσκεται μέσα σε όνειρο... Στρέφει το κεφάλι αργά και σταθερά. Εκεί που της φαίνεται να παραμονεύει κάποιο μάλλον φασματικό, ανεξήγητο πλάσμα.
"Ποιός είναι εκεί...;"▫️
Ρωτά διστακτικά μέσα σε αναπάντεχο τρέμουλο κι όπως ήταν αναμενόμενο δεν παίρνει καμιά απάντηση. Κοιτάζει και ξανακοιτάζει ολόγυρα... Κοιτάζει και τίποτα... Απολύτως τίποτα. Τρομερή παράνοια, πραγματική. Τρία λεπτά αργότερα ανοιγοκλείνει και πάλι τα μάτια, όταν από την ξηρασία στάζει από 'να δάκρυ στα μάγουλά της. Μία μονάχα σκέψη μπόρεσε να κάνει εκείνη τη στιγμή...
Κιρκ...;
Και σπεύδει απότομα, σάμπως το χέρι του φύλακα αγγέλου της να την έσπρωξε με ακατέργαστη δύναμη, να αρχίσει να τρέχει προς τα πίσω. Τα πνευμόνια της να καίνε από μια ξαφνική ανάγκη, η καρδιά σαν να της σκάνε πάνω της βαρύ σφυρί κι εκτοξεύει να αιματώσει ως και το τελευταίο αγγείο, τα μάγουλα κι ο λαιμός φλέγονται μονομιάς κ' οι καταπονημένοι μύες, να δραστηριοποιηθούν, παράλληλα τ' άκρα να μουδιάζουν. Όλες οι αισθήσεις σε πλήρη εγρήγορση κι επίγνωση υπό μιας άγνωστης απειλής... Όμως... εκεί που δεν έχει χάσει καμία ελπίδα να ξεφύγει κι ελευθερωθεί... όλα μέσα σε μια στιγμή... μ̷α̷υ̷ρ̷ί̷ζ̷ο̷υ̷ν̷.
~~~~~~~~~~~~
Δεν θυμάται και πολλά.
"Νεαρή... Κληρικέ..."▪️
Μόνο πως κάτι την άρπαξε από το χέρι καθώς πήγε να τρέξει και τη φυλάκισε στη βάρβαρη αγκαλιά του. Κι ο πόνος σαν την καθιστά ανίκανη να κινηθεί, μοναδική αντίδραση... το στόμα ορθάνοιχτο και μία αχνή, ψιθυριστή τσιρίδα πόνου. Κι εκείνος... να σπρώχνει βάναυσα, βαθύτερα τη σάρκα της μέσα στην αγκάθινη αγκαλιά του... Τα δάχτυλά της μόνο μία στιγμή συστράφηκαν πάνω στο μάγουλο τού αιχμαλωτιστή και το γρατζούνισαν προτού κλείσει αναίσθητη τα μάτια...
"Σσσς... Αφέσου."▪️
Δεν είχε άλλη επιλογή... Τα αγκάθια ήταν ποτισμένα με ναρωκτικό εκχύλισμα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top