Τι θέλει να της πει?

Το μυαλό μου είναι έτοιμο να πάθει έκρηξη σαν ηφαίστειο απο τις πολλές πληροφορίες λίγο ακόμη και θα γίνω τσέρνομπιλ. Και ακόμη πιο μεγάλο ηφαίστειο!

Τι τα ήθελα τα ποτά?Βέβαια ήμουν σε μυστική αποστολή. Τα έχει αυτά το επάγγελμα.

Μπαίνω κάτω από το νερό και αράζω κάτω στα πλακάκια της ντουζιέρας. Αν ήμουν Ηρακλης Πουαρώ σε μια στιγμή έπρεπε να ζωντανεψουν όλα τα στοιχεία της υπόθεσης και με μιας να λυσω το μυστήριο. Αλλά δεν είμαι πουαρώ για αυτό νιώθω έναν πονοκέφαλο να με διαπερνά απο το ένα αφτί στο άλλο και δεκάδες εικόνες απο χθες βράδυ γυρνούν ξανά και ξανά στο νου μου.

Το μόνο σίγουρο είναι πως εδώ, σε αυτό το κτίριο υπάρχει μια ομιχλώδης και σκοτεινή υπόθεση μυστηρίου. Ο Στέφαν, η γιαγιά Μυρτούλα και η Θασεφάη είναι σίγουρα μπλεγμένοι μέσα σε ένα πολυδαίδαλο ιστό αράχνης και μυστηρίου. Κι εγώ πρέπει να το αποκαλύψω, να το διελευκάνω και να το ξεδιαλύνω.

"ΑΔΕΡΦΕ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΑΤΟΥΡΗΣΩ ΠΟΣΗ ΩΡΑ ΘΑ ΠΛΕΝΕΣΑΙ?"

"ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΒΡΩΜΙΚΗ!"

"ΚΑΛΑ ΠΑΩ ΣΤΙΣ ΓΛΑΣΤΡΕΣ"

Ο  Στέφαν. 

Γύρισε σπίτι. 

Πρέπει να είμαι πολύ προσεκτική τι λέω πλέον μαζί του. Αρχίζω και πιστεύω πως δεν ήταν τυχαία η καλοσύνη του , που με μάζεψε σπίτι του. Πρέπει να ξανακοιτάξω όλα τα χθεσινά στοιχεία που συνέλεξα και να τα μελετήσω. 

Επίσης πρέπει να τσεκάρω την νταλίκα του Μήτσου. Κάτι μου λέει πως σε αυτήν την υπόθεση η νταλίκα είναι το μυστικό κλειδί. 

Επίσης..έχω όλο εικόνες του σκόρδου του Μήτσου στο νου μου..και ..διάααααφορα άλλα. Σαν να συνέβησαν στην πραγματικότητα. ..Βέβαια αυτό είναι  φυσικό. Πάντα έχω τέτοιες εικόνες απο εκείνον ..αλλά κάτι νιώθω πως μου διαφεύγει. Δεν θυμάμαι καν πως με πήρε ο ύπνος χθες. Να λύσω και αυτό το μυστήριο!

Ελπίζω να μην είπα καμιά βλακεία έτσι μεθυσμένη που ήμουν στον Δημήτρη και με πειράζει μετά για τα επομενα δέκα χρόνια. Θα ντραπώ πολύ!

..

Σκουπίζομαι με την πετσέτα, βάζω εσώρουχο καθαρό, σουτιέν -..τι να το κάνω αυτό και που το φοράω διακοσμητικό είναι..-και τις φόρμες μου. Βαζω αθλητικά ένα τζην σακάκι απο πάνω και ένα καπελάκι που γράφει " η πίτσα του Ανέστη".

Πρέπει επειγόντως να μιλήσω σε κάποιον για όλα αυτά.

Τον Μήτσο τον αποκλείω. Ο ανθρωπος είναι τελείως στενόμυαλος! αρνειται να πιστέψει στους λυκάνθρωπους τι να λέμε τώρα!

Μμμμ..

Καβαλάω το ποδήλατο μου και κάνω γύρες γύρω απο το τετράγωνο. Κάπου πρέπει όμως να μιλήσω για την υπόθεση. Όλοι οι μεγάλοι ντετεκτιβ και να μη αναφέρω τους σούπερ ηρωες είχαν έναν βοηθό, μια δευτεράντζα. Εγώ ?

Να τα πω...στην Μαρία?

Αλλά μπορεί να την μπλέξω. Το μυστήριο  είναι επικύνδυνο. Πρέπει να τα πω σε κάποιον που δεν με πολυνοιάζει αν πάθει κάτι. Για ποιον έχω για φούντο λοιπόν?

Την ξινή? 

Γελάω και στην σκέψη.

Αλλά σιγά μην υποχρεωθώ σε αυτήν.

Σκέψου Νικήηηηηηηη

Σκέφτομαι...να τα ξεράσω όλα ...σε..στην..στον..

ΑΑΑΑ!! ΣΤΟΝ ΒΑΓΓΕΛΗ!

Τον συμπαθώ αλλά τι να κάνουμε. Εδώ υπάρχει μυστήριο!!! Κάποιος μπορεί και να θυσιαστεί για το καλό της ανθρωπότητας.

Κάνω γρήγορο πετάλ και πάω προς το σπίτι του. 

Στο τσαντάκι της μέσης μου έχω την φωτογραφική με τα στοιχεία. Θα του τα δείξω , θα του πω τις σκέψεις μου και ίσως τα βάλω σε μια νέα σειρα για το πως πρέπει να κινηθώ. Επίσης θα τον ορκίσω πως αν δεν τα ξεράσει όλα στον Μήτσο θα του πηγαίνω για ένα μήνα πίτσα δωρεάν.

Ασφαλίζω το ποδηλατό μου στην πυλωτή και ανεβαίνω τα σκαλοπάτια δυο δυο .

Κοιτάω δεξιά και αριστερά στο διάδρομο μήπως με παρακολουθεί κανείς και έπειτα χτυπάω .

"ΚΟΡΙΤΣΙΙΙΙΙ ΜΟΥ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΚΑΛΟ!"

"ΩΧ" αναφωνω αντί για χαιρετισμό, γιατί θυμάμαι πως σήμερα έχει έρθει η μάνα του Βαγγέλη και πως-

"Έλα ρε Νίκη άργησες και η μάνα μου δεν έλεγε να μας ταισει αν δεν ερχόσουν"

Ο Βαγγέλης με κοιτά περίεργα?....γιατί με κοιτά σαν βρεγμένη γάτα? είχα ραντεβού για φαί??δεν έχω χρόνο για χάσιμο !

"Βαγγέλη σε θέλω " του λέω συνομωτικά και η μάνα του μου τραβά το τζην σακάκι απο πάνω μου.

"παιδί μου και γιατί ντύθηκες αγόρι για να του τα πεις αυτά? δεν λέω σέβομαι που ήθελες να το κάνεις μπροστά μου και να πάρεις την ευχή της μάνας του αλλά-"

"Ρε μάνα!" ο Βαγγέλης καλύπτει την φωνή της με την αγριοφωνάρα του και με κοιτά σοβαρός.

"Έφαγες φτύσιμο απο τον άλλον και ήρθες σε έμένα?δευτεράντζα ο Βαγγέλης?όχι δεν θέλω!"με κοιτά ξαφνικά θυμωμένος! 

"Εξκιουζ μι?"λέω γιατί νιώθω πως έχασα επεισόδια ή μάλλον ολόκληρο σήριαλ ή και μπορεί να έχει κοριούς στο μυαλό μου.Ο  Βαγγέλης ξεφυσά σαν βαπόρι εν τω μεταξύ. 

"Κορίτσι μου  θα σε πάω εγώ για ψώνια. Στο ζαρα! θα σε κάνω κούκλα! θα σε βλέπει το ζαβό και θα σε προσκυνάει"Πάει να μου διορθώσει τα μαλλιά η μάνα του και τραβιέμαι.

Τι φάση?

"Ποιος με έφτυσε ρε?" λέω στον Βαγγέλη και τον πλησιάζω εξεταστικά με τα χέρια στις τσεπες. Τον κοιτάω απο πάνω ως κάτω , υψώνω το φρύδι μου τελείως ψαρωτικά αλλά δεν λέει κάτι.

"Εγώ για να εξηγηθώ ,ήρθα γιατί θέλω να μιλήσουμε , τώρα εσύ δεν ξέρω σε τι μου αρνήθηκες αλλά αν υποψιαστώ οτι εσυ και ο φίλος σου μιλάτε πίσω απο την πλάτη μου και-"

"Σσσσ" μου κάνει επιτακτικά ο Βαγγέλης φέρνοντας το δάχτυλο στο στόμα του " είναι εδώ"

"Ποιός μωρέ?"

"Θα σου πάρω και γόβες, λουστριν .βασικά έχω και ένα ζευγάρι μαζί μου " η μανα του απο πίσω νομίζω οτι μετραει το πόδι μου " άσε καλέ το πόδι μου" της λέω ενώ την κλωτσάω απαλά και πάνω που σηκώνω το κεφάλι βλέπω τον..

"Νίκη" 

Ο Δημήτρης με κοιτά σοβαρά . Φορά ένα μαύρο φούτερ και την αθλητική μαύρη φόρμα του. Δείχνει άυπνος αλλά και πάλι θανάσιμα ωραίος. Τα μαλλιά του είναι ανακατωμένα και τα χείλη του γεμάτα , ενώ ακόμη και απο το φαρδύ φούτερ του διαγράφεται το γυμνασμένο κορμί του και τα σφιχτα..τα σφιχτά..

Εμ. Κουλ Νίκη. Εντάξει είναι θεός. Ξεπερασέ το. 

"Μήτσο" του ανταποδίδω τον χαιρετισμό εξίσου σοβαρά.

Τον βλέπω να βάζει τα χέρια του μέσα στις τσεπες της φόρμας. Απλώνεται ξαφνικά σιωπή και νιώθω πως είμαστε μόνο εμείς στο δωμάτιο. Τα μάτια του με σκανάρουν απο πάνω ως κάτω , σαν να με κοιτά με ενδιαφέρον και μετά ξεφυσά. Κάτι έχει. Εννοώ κάτι σοβαρό έχει γίνει. Το ξέρω αυτό το βλέμμα.

"Χαίρομαι που ήρθες βασικά. Μετά το φαγητό θέλω να πάμε κάπου και να μιλη- "

Και τότε ξεπετάγεται η μάνα του Βαγγέλη.

"Αφήστε τις κουβέντες και τραβήξτε για το φαι. Θα κρυώσει! Ρε τι χαρές παίρνω σήμερα!"

Αυτή πάλι γιατί χαίρεται?

Ο Δημήτρης με πλησιάζει και μου πιάνει απότομα το μπράτσο.

"Τι?" του λέω ξαφνιασμένη.

"Μην εξαφανιστείς μετά το φαγητό. Θέλω να μιλήσουμε . " σκύβει στο αφτί μου ψιθυρίζοντας, το άρωμα του με κατακλύζει  και  και κοντεύω να πετάξω απο τις πολλές πεταλούδες που φτερουγίζουν στο στομάχι μου.

"Καλά" λέω αδιάφορα και τον προσπερνάω τελείως κουλ.

..............

Στο τραπέζι η μάνα του μας έχει πάρει τα αφτιά. Μιλάει συνέχεια για το χωριο , τις γίδες και -

"Εσύ κορίτσι μου παρθένα είσαι ακόμη ε?"

Πνίγομαι με την σπανακόπιτα αυτόματα. Για τις γίδες δεν μιλούσαμε?

"Τι..τι.." τραυλίζω δυναμικά και κοιτάω τα αγόρια που είναι σκυμμένα στα πιάτα τους και τρώνε δίχως αύριο. 

"Πως ορίζεις θεία  τον εννοιολογικό ορισμό της παρθενιάς?από ποιά έτσι..εμ.. εννοιολογική άποψη?"

Τι λέω παναγίτσα μου. Επίσης την λέω θεία , όπως όλες τις γειτόνισσες στο χωριό. Δεν ξέρω γιατί. Και εμένα όλοι με λένε το μικρό του Κώστα. Που μικρό είναι το μάτι τους τώρα που το σκέφτομαι!

"ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΜΕΝΗ!" με κοιτά με μάτια γεμάτα χαρά και μου χώνει στο στόμα ακόμη ένα κομμάτι σπανακόπιτα .

"Θα σου μάθω να την φτιάχνεις. Αρχικά ανοίγεις φύλλο. Το φύλλο όμως πρέπει να το φτιάξεις, να το ζυμώσεις, να το -"

Ξεκινά να μιλά για την επόμενη ώρα για την σπανακόπιτα , με μια σύντομη ιστορία ποιός φύτεψε σπανάκι πρώτος στο χωριό επι εποχή τουρκοκρατίας.

"Γιατί τότε υπήρχε πείνα και έτσι ξεκίνησαν να τρώνε μέχρι και σπανάκια-"

Γυρίζω ύπουλα και μεθοδικά και κοιτάω τον Δημήτρη. Αλλά με το που τον κοιτάω , γυρνά το βλέμμα του σε εμένα. Ραντάρ έχει. Γιατί είναι τόσο σοβαρός? λες και του χάλασε η  νταλίκα είναι! Είπα καμιά βλακεία χθες και τον θύμωσα? αλλά δεν δείχνει θυμωμένος , είναι πολύ αυστηρός και σκεφτικός και μόλις σταμάτησε να τρώει.

"Αααα καλά" ακούω την μάνα του Βαγγέλη να λέει απογοητευμένα ξαφνικά και γυρίζω τα μάτια μου σε αυτήν.

"τελικά άκυρο το ζαρα κορίτσι μου .αλλά τις λουστριν τις γόβες μου σου τις χαρίζω αν τις θέλεις .ιδιο πόδι έχουμε"

Κοιτάει τον Δημήτρη και κουνά το κεφάλι της απογοητευμένα. Μετά κοιτάει ακόμη πιο απογοητευμένα τον Βαγγέλη.

"Μια ζωή αυτός σου τις έτρωγε αγαθιάρη. Χάθηκε να βρεις κανένα ποιο μπασμένο για φίλο?" χώνει και μια στον Βαγγέλη ο οποίος την κοιτά με απορία.

"Πάντως η σπανακόπιτα ωραία " λέω ευγενικά αλλά δεν την βλέπω να απαντάει τίποτα. Περίεργη γυναίκα.

"Πάω για τσιγάρο " ακούω τον Δημήτρη να λέει και σηκώνεται απότομα πάνω.  Με κοιτά φευγαλέα και πιάνει το μπουφάν του. Βγάζει το πακέτο του και βάζει ένα τσιγάρο στα χείλη του.

Μμμμ..

Κάτι μου διαφεύγει εμένα  και να φανταστείς είμαι και γάτα με πέταλα!


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top