ΞΥΛΟΟΟΟ
Πάμε για την τελική ευθεία της ιστορίας μας!
..........................................
Νιώθω την αδρεναλίνη να κυλά στις φλέβες μου, πιέζω με όση δυναμη έχω τα χέρια μου αλλά το αναθεματισμένο σκοινί δεν λεει να κοπεί. Βρίζω θεούς και δαίμονες , τα μηλίγγια μου παλλονται επικίνδυνα αλλά όση δύναμη και να βάλω είμαι γαμώ το φελέκι μου σφιχτά δεμένος και η Νικη κινδυνεύει.
Η Νίκη κινδυνεύει και εγώ είμαι σαν τον μαλακα δεμενος μεσα σε εναν δασος ανημπορος να την βοηθήσω. Όχι δεν το δέχομαι αυτό. Προτιμω να πεθάνω γαμώ παρά να πάθει κάτι.
Σέρνομαι πάνω στο χώμα , πέφτω και σερνομαι σε ένα κορμό δέντρου και προσπαθώ όπως όπως να κόψω το σκοινι απο τα χέρια μου πάνω στον κορμό αλλά ο φλοιος του δέντρου θρυμματιζεται
γαμώτο γαμώτο πρέπει να σκεφτώ καθαρά αλλά η σκέψη με παραλύει η σκέψη οτι μπορεί αυτή την στιγμή να ακούσω απο τα βάθη του δάσους μια έκρηξη-
ΟΧΙ.
όχι δεν πρεπει να σκέφτομαι αυτό. Πρέπει να ηρεμήσω και να σκεφτώ πως μπορώ να απελευθερώσω τα χέρια μου. Απλά να ξεδέσω τα χέρια μου και μετά ..μετά θα τρέξω με όλη μου την δυναμη και θα την βρω .
Θα σε βρω Νικη.Το ορκίζομαι πως θα το κάνω οτι και να γίνει
Κοιτάω γύρω μου και βλέπω στο χώμα μια μεγάλη πέτρα και ίσως αυτή να είναι το κλειδι που χρειάζομαι. Σέρνομαι ως εκεί ξανά και προσπαθώ να βάλω το σώμα μου στην σωστή θέση για να ακονίσω το σκοινί πάνω στην πέτρα και-
"Είμαι ερωτευμένη απο μικρή μαζί σου"
"Είσαι το αγόρι μου πάντα ήσουν"
Η φωνή της καθώς τα μάτια της ήταν χαμηλά και-
Η καρδιά μου χτυπά ξανά περίεργα αλλά δεν πρεπει να σκεφτώ τα λόγια της, δεν βοηθάει να θυμαμαι τα κλειστα μάτια της καθώς τα χείλη της αργά μισανοίγουν και μου λενε το σαγαπώ τίποτα απο αυτά δεν βοηθάει, θα έχω όλο το χρόνο να σκεφτώ ξανά αυτά τα λόγια που της ήρθε να μου ξεστομίσει ΓΑΜΏ ΤΗΝ ΠΑΝΑΧΑΙΚΉ ΜΟΥ ένα λεπτό πριν-
Πριν το τίποτα γαμώ το φελέκι μου. Απλά πρέπει να λυθώ. Απλά πρέπει να κόψω το αναθεματισμένο σκοινί και να τρέξω κοντά της με όση δύναμη έχω. Απλά πρέπει να συγκεντρωθώ σε αυτό. Με όση δύναμη έχω ξανά και ξανά πάνω στην πέτρα τρίβω το σκοινί, απλά πρέπει λίγο να κοπεί και μετά θα τα κόψω και θα τρέξω κοντά της , δεν θα επιτρέψω να πάθει κάτι
"Σ'αγαπω Δημήτρη"
Τα χείλια της να μου λενε-
Όχι αυτή την σκέψη. Όχι τώρα.
Απλά πρεπει να τα κόψω και μετά θα την βρω και θα την πνιξω εγώ με τα χέρια μου για όλο αυτό. Μα τω θεώ θα σε πνίξω Νίκη.
Είναι μια επιπολαια, ανοητη...μια μικρή ανόητη και ...γαμώτο Νίκη.
Γαμώτο σου Νίκη.
............................
Το αυτοκίνητο δεν αργεί να σταματήσει. Το ξεφωτο διαγράφεται καθαρά μέσα στο δάσος . Τα δέντρα είναι ψηλά και μας περικυκλώνουν και η καρδιά μου χτυπά δυνατά.
Σκέψου Νίκη. Σκέψου κατι για να γλυτώσεις.
"Έφτασε η ώρα μικρή . Θα πας στο κέντρο του ξέφωτου " με σκουντά να προχωρήσω καθώς τα πόδια μου αρνούνται να το κάνω.
"Περπατά σαν καλό κορίτσι και δώσε μου αυτό που θέλω"
"Ναι" μουρμουρίζω καθώς μου επιστρέφει στα χέρια τον κύβο .Τέρμα τα αστεία τέρμα όλα . Εδώ που φτάσαμε μπορώ να αναγνωρίσω πως σίγουρα το σχέδιο μου ήταν ανόητο. Πως να ξεκλειδώσω τον ρούμπικ όταν ξέρω πως με την παραμικρή κίνηση θα κάνει ένα μεγαλοπρέπες μπαμ στα μούτρα μου?
"Προχώρα. Εγώ θα κάτσω εδώ και θα κοιτάω απο μακριά ..ξέρεις σε περίπτωση που θυμίσεις βεγγαλικό"
Τον κοιτάω να γελά υποχθόνια με το αστείο του καθώς τα χέρια μου ξεκιναν να τρέμουν σε υπερθετικό βαθμό.
Δεν είμαι κότα δεν είμαι δειλή αλλά σίγουρα μπορώ να πω με μαθηματική ακρίβεια πως είμαι έτοιμη να φρικάρω.
"Το ανοίγεις μου το δίνεις και σου δίνω μετά τα χαιρετίσματα μου"
Δεν μπαινω σε κόπο να διαπραγματευτώ τα χαιρετίσματα του κύριου Ανέστη. Μπορεί να εννοεί την ελευθερία μου, μπορεί και όχι, αλλά εδώ που βρίσκομαι τι όφελος έχω να μάθω περισσότερα? σε λίγο όντως θα είμαι βεγγαλικό και τό μονο που με κάνει να μην κλάψω και να διατηρήσω την ψυχραιμία μου είναι οτι κατάφερα να ελευθερώσω τον Δημήτρη. Δεν θα αντεχα να ξέρω οτι έχει πάθει κάτι κακό.
Περπατάω προς το ξέφωτο, καθώς παρατηρώ πως ακόμη και τα πουλιά έχουν σιγήσει και τίποτα δεν ακούω, εκτός αν φταίει που η καρδιά μου χτυπά τόσο δυνατά που δεν μπορώ να ακούσω τίποτα αλλο.
"Μεινε εκεί που είσαι. Και να θυμάσαι μπορεί η σφαίρα μου να σε βρει εκεί που είσαι. Μην επιχειρήσεις καμιά βλακεία"
Η φωνή του κύριου Ανέστη ακούγεται απο το βάθος, πίσω απο την πλάτη μου.
Κλεινω τα μάτια μου, ενα λεπτό πριν το τέλος και επιλέγω να σκεφτώ κάτι όμορφο.
Του είπα οτι τον αγαπάω και χαίρομαι γι αυτό όσο και να νιώθω ντροπή για την εξομολόγηση μου. Ξέρω πως δεν το περίμενε. Το έκπληκτο ύφος του μου τα είπε όλα. Δεν είχε ιδέα. Τι νόμιζε? δεν ήξερε οτι είναι ο ομορφότερος και καλύτερος άντρας του κόσμου μου? τι περίμενε?
Σταματάω να σκέφτομαι το ύφος του λες και του έριξαν κουβά με παγωμένο νερό στο κεφάλι και σκέφτομαι το φιλί του. Εκείνο που μου πρωτοέδωσε έστω και εκβιαστικά την πρωτη φορά που προσπαθούσα να ξεφύγω απο τους λυκάνθρωπους. Και μετά το δεύτερο μέσα στην νταλικά. Ανακαλώ την θέρμη των χειλιών του πάνω στα δικά μου , ανακαλώ την ζέστη του κορμιού του , τον ιδρώτα του στο πρόσωπο του καθώς μάταια προσπαθούσε να με κάνει γυναίκα.
Θα κρατήσω όλες τις στιγμές αυτές σαν φυλαχτό και ελπίζω αν υπάρχει θεός, που ελπίζω να υπάρχει , θα με αφήσει στο παράδεισο να ανακαλώ όλες τις λίγες προσωπικές στιγμές που είχα με εκείνον.
Θα μπορούσα να σκεφτώ επίσης και το βραδυ της διπλής επίκυψης αλλά δυστυχως ήμουν τόσο μεθυσμένη που δεν θυμαμαι πολλά απο εκείνη την βραδιά.
Εκτός αν ο καλός θεούλης στον παράδεισο μου επιστρέψει τις μνημες απο εκείνο το βράδυ και μπορώ να ανακαλέσω με φωτογραφική ακρίβεια πως του πήρα δυο φορές-
"ΜΑ ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟΣΗ ΩΡΑ?" η φωνή του κύριου Ανέστη μου διακόπτει την ιερη στιγμή της προσευχής μου.
Ανάθεμα. πρέπει να πεθάνω.
"Όπως τα συμφωνήσαμε θεούλη έτσι?" κοιτάω μια τελευταία φορά τον ουρανό και παίρνω μια μεγάλη ανάσα.
Μπροστά μου όλη η ζωή μου παίζει σαν να είναι ταινία: τις φορές που με κυνήγησε ο Δημήτρης να με σκοτώσει γύρω απο την βρύση του χωριού γιατί του έκανα χαλάστρα με τα κορίτσια του, τα βρισίδια που μου έχει ρίξει γιατί τον έπρηζα καθώς του μιλούσα ενώ έβλεπε αγώνες , τα βράδια που κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι και μου έλεγε ιστορίες απο τότε που ήμασταν παιδιά και γελούσαμε , ναι γελούσαμε, γελούσε κι αυτός με το πιο όμορφο χαμόγελο του κοσμου και τέλος-
Και τέλος σκέφτομαι την μαμά μου. Ήταν καλή μαμά.
"Θεούλη να προσέχεις την μαμά μου. Σε παρακαλώ. Και οτι αλλο σου ζητήσα πριν επίσης μην ξεχάσεις."
Και τέλος κοιτάω τον ρουμπικ.
Το χέρι μου , το βλέπω καθαρά να κάνει την πρώτη δειλή περιστροφή.
Ακούγεται ένα κλικ και μετά-
........
...
.
"ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ"
Η τσιρίδα ακούγεται να διασχίζει όλο τον ουρανό και χιλιάδες πουλιά ακούγονται να πετάνε στον αερα.
Γυναικεία τσιρίδα.
Πεθαίνω?
Ακούγεται ένας κρότος και ένα αγκομαχητό και κοιτάω τον ρούμπικ ξανά στα χέρια μου ο οποίος στέκεται πολύχρωμος αγέρωχος και -
"Μα τι συμβαίνει?"
Γυρίζω την πλάτη μου προς τον κύριο Ανέστη και τα μάτια μου γουρλώνουν στην στιγμή. Μια γυναικεία φιγούρα ντυμένη στα μαυρα και με καπέλο λες και είναι ο ζορο την έχει πέσει πάνω στον κυριο Ανέστη και κουτρουβαλιούνται στο χώμα
"ΤΟ ΟΠΛΟ ΠΙΑΣΕ ΝΙΚΗ ΜΗΝ ΚΑΘΕΣΑΙ ΕΤΣΙ"
Ο γυναικείος ζορο μου φωνάζει επιτακτικά , -και επίσης ξέρει το όνομα μου!- και βλέπω καθαρά το οπλο να λαμπυρίζει στο χώμα καθώς ο Ανέστης την ίδια στιγμή της χώνει μια δυνατή μπουνιά και επιχειρεί να την πετάξει απο πάνω του
"ΤΗΝ ΚΑΤΣΑΜΕ ΤΗΝ ΒΑΡΚΑ ΝΙΚΗΗΗΗΗΗΗ! ΤΡΕΧΑ ΝΑ ΠΙΑΣΕΙΣ ΤΟ ΟΠΛΟΟΟΟΟΟ"
Τρέχω με όλη μου την δύναμη προς το μέτωπο της μπουνιάς καθώς τα δυο σώματα παλεύουν δίχως αυριο
"ΜΗΝ ΔΑΓΚΩΝΕΙΣ" ο κύριος Ανέστης φωνάζει καθώς προσπαθεί να απαλλαγεί απο τον μασκοφόρο ζορό και εγώ σαν αίλουρος που ξύπνησε απο την επιθανάτια νάρκη του τρέχει να πιασει το όπλο αλλά -
"ΤΟ ΕΠΙΑΣΑ. ΟΛΕΣ ΑΚΙΝΗΤΕΣ ΘΑ ΣΑΣ ΦΑΩ" ο κύριος Ανέστης προλαβαίνει και πιανει το όπλο πρώτος καθώς και οι δυο τώρα μένουμε ακίνητες και ο λαχανιασμένος και ξεμαλλιασμένος ζορό με κοιτά ξενερωμενος για την ανεπάρκεια μου κι εκείνη την στιγμή καταλαβαίνω πως ξέρω ποια είναι και πως-
ΑΜΑΝ. ΞΕΡΩ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΖΟΡΟ.
"ΕΛΑ ΜΟΥ?" λέω πλήρως έκπληκτα και μαρμαρωμένα καθώς μπροστά μου βλέπω την -
"Χα...Χαρά τι κάνεις εδώ?"
Η Χαρά μου χαμογελά καθώς προσπαθεί να βρει τις ανάσες της.Αλλά γρήγορα σοβαρευει.
"Ρε Νικη πολύ σου ήταν να πιασεις το όπλο? Τον είχαμε αφού!"
Η Χαρά...
Η Χαρά η κοπέλα της Μαρίας..
Η Χαρά που ..
"Τι συμβαίνει? τι κάνεις εδώ?"ψελλιζω πλήρως αποσυντονισμένα, μαρμαρωμένα και εκπληκτα
"Σώζω τον κώλο σου φίλη μου" μου λεει χαρούμενα αλλά στην στιγμή συνοφρυώνεται " αλλά δεν μου βγήκε και πολύ το σχέδιο δράσης"
"Σε νιώθω" της λέω αμηχανα καθώς ο εγκέφαλος μου προσπαθεί να συνηδητοποιήσει τι γίνεται αλλά πριν πω το οτιδήποτε ένα όγκος τεράστιος και μαυροφόρεμενος πέφτει πίσω απο την πλάτη του Ανέστη και τον ρίχνει στο έδαφος
Γουρλώνω εκ νέου τα μάτια μου στην νεα είσοδο και η Χαρά τρέχει να πιασει το οπλο που για δευτερη φορά πέφτει στο χώμα
"ΕΓΩ ΤΟ ΕΠΙΑΣΑ ! ΕΓΩ ΤΗΝ ΕΣΩΣΑ ΟΧΙ ΕΣΥ! ΤΑ ΕΧΩ ΟΛΑ ΥΠΟ ΕΛΕΓΧΟ !"
Ακούω την Χαρά να ξεφωνίζει απο χαρά προς τον μασκοφόρο νουμερο δυο που ρίχνει μπουνιές στον κύριο Ανέστη, που προσπαθεί να αντικρούσει και-
"ΜΗΝ ΠΕΙΡΑΖΕΙΣ ΤΟ ΜΑΛΛΙ ΜΟΝΟ" ο κυριος Ανέστης φωνάζει απειλητικά προς τον δευτερο μασκοφόρο που μέσα στην πάλη κατεβαίνει η μάσκα του και-
"ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΡΕ ΠΑΙΔΙΑ?"
λέω με ορθανοιχτο στομα καθώς σηκώνεται ο μασκοφόρος -που ξέρω πολυ καλά ποια είναι- και κοιτάει την Χαρά ξενερωμένη
"ΔΕΝ ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΠΩΣ ΕΓΩ ΘΑ ΚΆΝΩ ΕΦΟΔΟ? ΚΑΙ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΩΣ ΕΣΥ ΤΗΝ ΕΣΩΣΕΣ? ΕΓΩ ΤΟΝ ΕΡΙΞΑ ΚΑΤΩ"
"ΠΑΝΤΑ ΕΣΥ ΚΑΝΕΙΣ ΕΦΟΔΟ ΜΑΡΙΑ !ΗΘΕΛΑ ΕΓΏ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΝΩ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΦΟΡΑ ΠΑΝΤΑ ΤΕΤΟΙΑ ΗΣΟΥΝ "
"ΚΑΙ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΤΡΕΧΕΙΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΔΑΣΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΛΑΒΕΙΣ ? ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΦΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΧΑΡΑ?ΠΟΙΑ ΚΑΝΕΙ ΚΟΥΜΑΝΤΟ?"
Το στόμα μου έχει πιασει πατώματα καθώς-
"Ψυχραιμα ρωτάω κορίτσια. ΤΙ ΚΑΝΕΤΕ ΕΔΩ ΚΑΛΕΕΕΕ???"
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top