Δεν την παλεύω Νίκη

Δεύτερο για σήμερα!


"Nίκη θα είσαι εντάξει?"

Κοιτάω την Μαρία που είναι στο τιμόνι. Δεν έχει κλείσει καν την μηχανή του αυτοκινήτου υποθέτω βιάζεται να φύγει. Η Χαρά κοιμάται στην θέση του συνοδηγού. Κοιτάω έξω : Το απόλυτο σκοτάδι ..και στο απέναντι πεζοδρόμιο η οικοδομή μου εμφανίζεται σαν ένα τεράστιο γιγάντιο τέρας έτοιμο να με ρουφήξει.

Αν ..πω..τώρα..οτι φοβάμαι να κοιμηθώ μόνη θα με κράξει πολύ?

"Εμ..ευχαριστώ για όλα , συγνώμη και πάλι ..και καληνύχτα"

Τι γενναία που είμαι!

Αλλά δεν κατεβαίνω. Περιμένω το ένατο θαύμα της φύσης να συμβεί και η Μαρία να προτείνει πυτζάμα πάρτυ στο σπίτι μου.

Την κοιτάω κουταβίσια. Αφού ξέρει οτι φοβάμαι..πιο χέζας απο εμένα πεθαίνεις.

"Τι θα γίνει ρε Νίκη ? έχω και την Χαρά να επιστρέψω σπίτι την έχουν πάρει οι γονείς της σαράντα τηλέφωνα."

Κοιτάω την Χαρά που ροχαλίζει διακριτικά. Δεν την βλέπω και πολύ ταραγμένη.

"Καλά..κατεβαίνω ..ευχαριστώ και πάλι και συγνώμη και καλη-"

"Γεια"

Καλά..κατεβαίνω.

Βγαίνω απο το αυτοκίνητο και με το που χτυπάω την πόρτα του αυτοκινήτου ακούω το πρώτο μπουμπουνητό. 

Βλέπω το αυτοκίνητο να απομακρύνεται ενώ μια απίστευτη ομίχλη σε χρόνο δευτερολέπτων καλύπτει τα πάντα. Ένας δυνατός αέρας σηκώνει τα σκουπίδια της ασφάλτου και αστραπές αρχίζουν να φωτίζουν τον σκοτεινιασμένο ουρανό.

Θεούλη μου?

Περπατάω με γρήγορα βήματα προς την είσοδο όταν ξεσπά μια απίστευτη βροχή..και τότε ..

"ΙΙΙΙ ΔΕΝ ΕΧΩ ΚΛΕΙΔΙΑ ΤΣΑΝΤΑ ΟΥΤΕ ΚΙΝΗΤΟ ΤΑ ΑΦΗΣΑ ΣΤΟ ΚΛΑΜΠ"

Αναφωνώ όταν το βουητό αρχίζει να γίνεται πιο δυνατό και μπροστά απο την είσοδο της πολυκατοικίας μια δίνη απο αέρα φωτίζεται.


Εμμ..

Τώρα..πως έχουν τα πράγματα..

Εγώ και ο Δημήτρης βλέπουμε στο νετφλιξ το σήριαλ Νταρκ. Παρα πολύ ωραίο δεν έχουμε δει ακόμη το τέλος. Το θέμα είναι πως στο σίριαλ..υπάρχουν κι εκεί κατι σαν συννεφα απο ενέργεια τα οποία είναι σκουληκότρυπες και αν μπεις μέσα μεταφέρεσαι στο χωροχρόνο..αρα..σκέφτομαι..μήπως το σύννεφο αυτό δεν είναι σύννεφό αλλά..

"Πρόσεχεεεε"

Μια βραχνή φωνή απο πίσω μου με κάνει να σταματήσω τις επιστημονικές μου σκέψεις και γυρνάω πίσω ξαφνιασμένη. Τα πάντα είναι σκοτεινά και υγρά αλλά εκείνη την στιγμή πέφτει μια αστραπή και φωτίζονται τα πάντα ..τότε μέσα στο φως η μορφή της διαβολογιαγιας aka λυκάνθρωπος εμφανίζεται σε απόσταση τριων μέτρων.

"Καλησπέρα " λέω ευγενικά 

"Οι μέρες τελειώωωωνουν"

Εμμ..αυτάααα


Γυρνάω απο την άλλη και αρχίζω να τρέχω σαν την τρελή προς το σύννεφο σκουλικότρυπα που καλύπτει την είσοδο του σπιτιού μου, καλύτερα να βρεθώ στο 1821 παρά στα δόντια της γιαγιας

"ΒΟΗΘΕΙΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ"

μου σπαει το τακούνι, το παρατάω και τρέχω ολοταχως στην είσοδο ενώ ανακαλύπτω πως δεν ήταν σκουλικότρυπα αλλά η φαντασία μου η απίστευτη.

Μπαίνω μέσα και τρέχω στις σκάλες, σουμιάζομαι στα σκαλοπάτια και σπάω και το άλλο τακούνι, βρεγμένη και τρομοκρατημένη τρέχω να σωθώ ως το σπίτι μου, πάω να βγάλω το κλείδι αλλά..

εμ..είπαμε..δεν έχω κλειδι..

Και τότε οι φλόγες της κολάσεως ξεκινάνε να ουρλιάζουν! οι αστραπές δυνατές..η πόρτα της γιαγιάς δίπλα μου..εγώ να πηδήξω απο τον τρίτο δεν λέει γιατί δεν είμαι ο σπάιντερμαν..τι να κάνω θεε μου???Φώτισε την απελπισμένη  δούλη σου!!

Ξανακατεβαίνω τις σκάλες μέσα στο σκοτάδι ξυπόλητη. Χτυπάω με κλωτσιες διακριτικά στην γιαγιά Μυρτούλα αλλά δεν λέει να ανοίξει...και τότε ..κοιτάω την απέναντι πόρτα..

-Η πόρτα του μυστήριου τύπου με τα διαφορετικά μάτια.-

μμμ..


Έξω δεν βγαίνω. Η διαβολογιαγιά θα με κάνει μια χαψιά. Άσε που μπορεί να πάω στο 1821, οι ταινίες πάντα απο την ζωή είναι βγαλμένες.


Καλά..θα χτυπήσω και θα του ζητήσω βοήθεια.

Πηγαίνω ως την πόρτα του.

Με τσεκάρω..είμαι βρεγμένη σαν παπί χωρίς παπούτσια.

Δεν βαριέσαι..


Χτυπάω διακριτικά την πόρτα..το κουδούνι..

Πέφτει μια δυνατή αστραπή .

Ένα μπουμπουνητο τραντάζει τα θεμέλια του κτιριου.


"ΑΝΟΙΞΤΕ ΜΟΥΥΥΥΥΥΥ" βαράω την πόρτα με τις μπουνιές μου

και τότε..ακούγεται μια φωνή..

"Μισό..είμαι γυμνός"

Μμμμ... 

Φτιάχνω το μαλλί μου .

Ανοίγει η πόρτα και τον βλέπω να στέκεται στο σκοτάδι .

"Τι?" η φωνή του κοφτή.

Τον κοιτάζω..

Μάτια διαφορετικού χρώματος, ημίγυμνος, κοιλιακούς, τατουάζ με βρυκόλακες, και κακή διαθεση στα μούτρα.

"Συγνώμη αλλά μπορείτε να παραβιάσετε μια πόρτα?"

Με κοιτάζει απο πάνω ως κάτω.

"Με πόσα?Για τι μπάζα μιλάμε?"

Δεν το έπιασα

"Η γειτόνισσα είμαι απο πάνω..κλείστηκα απεξω και δεν μπορώ να μπω"

Φεύγει.

Που πάει καλέ?


Τον βλέπω να ανοίγει το φως και επιστρέφει  με υψωμένο φρύδι ενώ με σκανάρει απροκάλυπτα

"Γιατί φοράς φόρεμα?"

"Είμαι ..γυναίκα?"

Με κοιτά με απάθεια.

"Δεν ξέρω να ανοίγω πόρτες"

"Εμ..καλά"

"Αλλά μπορείς να περάσεις μέσα στο σπίτι μέχρι να επιστρεψει ο ξάδερφος σου"

ΙΙΙΙΙ ΤΙ ΚΑΛΟΣΣΣΣ

"Δεν είναι ξάδερφος μου ξέρεις" του λέω ευγενικά και μπουκάρω σπίτι του.

Μυρίζει περίεργα.

Στο βάθος έχει έναν καναπέ , ένα τραπεζάκι και μια πλασμα τεράστια οθόνη.

Και παίζει νταρκ!

"Αχ κι εγώ το βλέπω αυτό το σίριαλ!!"

Τελικά τον έχω παρεξηγήσει είναι πολύ καλός.

(..)


"Και δηλαδή τον έχωσαν στην στενή?"

Μου έδωσε ενα μακό μπλουζάκι του που πάνω έχει το 666 και ένα τράγο με κέρατα , με κέρασε μπύρα αλλά δεν την πίνω και βλέπουμε νταρκ. Είναι πολύ ευγενικός !

"Ναι..αφού σου λέω ο αλλος μου την έπεσε πολύ άσχημα και ο Δημήτρης ζήλεψε και τον χτύπησε , χαμός έγινε.."

Κοιτάω το σίριαλ αλλά τον τσεκάρω που με τσεκάρει. 

Καλά όλοι με γουσταρουν?Γειά σου ρε Νίκη..


"Και αυριο δεν θα φύγει δηλαδή για δρομολόγιο?"

"Μπα...αφού είπαμε είναι στην φυλακή ..άσε που του διέρρηξαν την νταλίκα στην Ιταλία και την έχει στο συνεργείο"

Πότε του είπα οτι ο Δημήτρης θα έφευγε δρομολόγιο?Ακόμη μάλλον είμαι ταραγμένη απο το σοκ της φυλακής. Είμαι σε μετατραυματικό σοκ. Σαν τους αυτούς που γυρνούσαν απο το Βιετναμ και..αυτό.


"Και κάνει καμιά υπόθεση ποιος του διέρρηξε την νταλίκα?"


ΑΑΑΑΧ

"ΚΑΝΕ ΗΣΥΧΙΑ ΣΤΕΦΑΝ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΑΚΟΥΩ-"

Πετάγομαι πάνω γιατί νομίζω οτι άκουσα την φωνή του Δημήτρη..σαν να μιλάει στο κινητό έξω στο διαδρομο της πολυκατοικίας!

"Ο Δημήτρης!! Τον άφησαν να βγει απο την φυλακή! θα με ψάχνει!"


"ΔΗΜΗΤΡΗΗΗΗΗ ΕΔΩ ΕΙΜΑΙ"

Του φωνάζω καθώς ανοίγω την πόρτα και τον βλέπω να παθαίνει σοκ

"ΣΕ ΑΦΗΣΑΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟ? ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ? ΕΙΝΑΙ Η ΞΙΝΗ ΜΑΖΙ ΣΟΥ?"

Τον βλέπω να με κοιτάζει με απορία απο πάνω ως κάτω, φαίνεται πολύ ταραγμένος..

Με κοιτάω:

Φοράω την μαύρη μπλούζα του Στέφαν και ..απο κατω τίποτα. Ε τι να του έπαιρνα και κάλτσες του ανθρώπου?

"Τι ..τι φοράς?"

Με πλησιάζει και μου πιάνει την μπλούζα και με περιεργάζεται λες και είδε εξωγίηνο

"Η μπλούζα του Στέφαν είναι , εγώ ήμουν υγρή και αναστατωμένη και με βοήθησε να χαλαρώσω..είναι πολύ καλός, να σου τον γνωρίσω!"

"ΣΤΑΦΑΑΑΝ"

Μα που πήγε?

"Τι .σκατά.συμβαίνει .Νίκη .σήμερα"

"Άσε ρε Δημήτρη..χαλια η έξοδος μας βγήκε"

Με κοιτά και φαίνεται σαν να έχει χλωμιάσει.

Κοιτά πίσω μου έντονα και κοιτάω κι εγώ. Ο Στέφαν..!

Είναι ημίγυμνος..αφού δεν είχε και πολλές καθαρές μπλούζες προφανώς..

Βλέπω μια φλέβα στο μέτωπο του Δημήτρη να πάλλεται και συνήθως το παθαίνει αυτό όταν θυμώνει πολύ , τον βλέπω να στραβώνει το στόμα του και σφίγγει τα δόντια του

"Πηδιέστε ? σας έκοψα?" 

Κοιτά με απάθεια τον Στάφαν και ο Στέφαν κοιτά ανέκφραστος τον Δημήτρη.

Γελάω.

Τι βλακεία σκέφτηκε?

"Όχι καλέ..Ντάρκ βλέπαμε"

Με κοιτά με την ίδια απάθεια.

"Απο πότε γνωρίζεστε?"

Ο Στέφαν μπαίνει μπροστά μου.

"Δεν είχε κλειδιά. Την μάζεψα . Όλα καλά"

"Μάλιστα.." ακούω τον Δημήτρη να λέει και περνά το χέρι μέσα απο τα ανάστατα μαλλιά του

"Σήμερα τον γνώρισα!"

"Δώσε του την μπλούζα και πάμε να φύγουμε. "

"Εμ..δεν φοράω τίποτα απο κάτω"

Τον βλέπω να ξεφυσά. 

"Πάρε τα κλειδια και πήγαινε πάνω. "

Μου δίνει τα κλειδια αλλά δεν με πάει καρδιά να αφήσω έτσι τον Στεφαν

"Στέφαν είσαι πολύ καλός θα έρθω αύριο για τον καφέ που λέγαμε"

Τον αγκαλιάζω και τον φιλάω σταυρωτά ενώ ο Δημήτρης με τραβά

"Έφυγες"

"Εσύ?"

"Έρχομαι "

"Κι εγώ χάρηκα Νίκη..πολύ" Ο Στέφαν μου χαμογελά λοξά. Ωραίο αγόρι αυτός εν τω μεταξύ! Δεν είναι και Μήτσος βέβαια.

Χαμογελάω υπέρμετρα.

Ενώ ο Δημήτρης με σπρώχνει να φύγω.

Ανεβαίνω πάνω αλλά στήνω αφτί να δω γιατί έμεινε κάτω ο Δημήτρης κάτι λέει..με έντονο ύφος..αλλά..δεν βγάζω άκρη..ακούω τις λέξεις...χασίκλα..την παναχαική μου..της μάνας σου..η μικρή..

Μα τι του λέει?

ΙΙΙ ανεβαίνει!


Τρέχω προς το σπίτι ανοίγω και πάω και φουντάρω στον καναπε

Το παίζω άνετη 

Τον βλέπω να μπαίνει μέσα στο σπίτι με βαριά βήματα και κάθεται απέναντι μου

Κοιτάω το υπερπεραν


"Κοίτα με"

Τον κοιτάζω

Η καρδιά μου χτυπά μόνο για σεεεεεναααα


Φαίνεται κουρασμένος, προβληματισμένος και έχει σεξυ χείλια έτοιμα να του ορμήξω και να-

"Νίκη.." λέει το όνομα μου βραχνά

"Δημήτρη.."

Δαγκώνει το χείλος του, δείχνει σαν να μην αποφασίζει να πει αυτό που θέλει, βγάζει ένα τσιγάρο απο το εσωτερικό του δερμάτινου του και απο την άλλη τσέπη έναν αναπτήρα. Το ανάβει χωρίς να με κοιτάξει. 

"Συγνώμη" με ακούω να λέω ειλικρινά " ξέρω οτι τα έκανα θάλασσα"

Μου γνέφει αρνητικά

"Εγώ ήμουν υπερβολικός. Δεν έπρεπε να τον χτυπήσω, είσαι μεγάλη κοπέλα μπορούσες να τον βάλεις στην θέση του"

"Είναι αλήθεια αυτό" λέω σιγανά και τον βλέπω να φυσά αργά τον καπνό προς τα πάνω αποφεύγοντας να το στείλει προς εμένα.

"Δεν θέλω να σκεφτείς οτι το αποφάσισα λόγω αυτού που έγινε με την Αμαλία ..αν και εκείνο επίσης χοντρή μαλακία ήταν"

Δεν μου αρέσει αυτό που θα πει..το νιώθω..

Νιώθω την καρδιά μου να χτυπά δυνατά

"Αλλά.."

Με κοιτά μέσα στα μάτια σοβαρός.

Την έχω γαμήσει το νιώθω. Τον έχω απογοητεύσει.

"Απλά δεν μπορώ να μένω άλλο μαζί σου..δεν μας βγαίνει η συγκατοίκηση..θα μιλήσω εγώ στην θεία"

Νιώθω τα μάτια μου υγρά.

Με..με διώχνει?

"Βρες άλλο σπίτι να μείνεις Νίκη. Σε παρακαλώ"

Και η καρδιά μου σκορπά σε χιλιάδες κομμάτια.


"Καλά.." ψιθυρίζω , πάει να μου πιάσει το χέρι αλλά τραβιέμαι.

"Όλα καλά..καταλαβαίνω ..σου αναστάτωσα την ζωή"

Δεν τον κοιτάω ..αν τον κοιτάξω θα βάλω τα κλάμματα

"Συγνώμη μικρή απλά..δεν την παλεύω άλλο. Έχω μάθει να μένω μόνος και νιώθω πως πρέπει συνέχεια να σε προσέχω και ..δεν γουστάρω να παίζω άλλο τον προστάτη ξάδερφο"

Γνέφω καταφατικά.

Είναι το πιο ελεεινό βράδυ της ζωής μου.

"Θα βρω σύντομα σπίτι. Σου το υπόσχομαι"

του λέω σοβαρά και τον ακούω να λέει αναποφάσιστα  το όνομα μου καθώς απομακρύνομαι, αλλά δεν γυρνάω . Κλαίω ήδη με λυγμούς. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top