5. Σκέψεις του ιππότη ಇ
Ποτέ δεν ένιωσα την επιθυμία να προσβάλω τα θεία. Και θείο στα δικά μου μάτια φαίνεται οτιδήποτε είναι πλασμένο αυτούσιο από τη φύση. Ένας ανθός, μία χιονονιφάδα, μία πέτρα... ή ένα πτώμα ακόμη. Τα πάντα είναι κομμάτια του κύκλου της ζωής και του θανάτου, μόλο που έχει πλέον σπάσει τον κύκλο η Κατάρα των Απέθαντων και μην ξέροντας πώς να φερθεί η ψυχή επιστρέφει και πάλι στο σώμα, πιο αλλοιωμένη δυστυχώς... Καθώς κομμάτι του ήταν κι εκείνη, αποφάσισα λοιπόν να σεβαστώ το σώμα της, να μην το σύρω μέχρι τον Καθεδρικό Ναό όπου εδρεύει η Φριντ· αντ' αυτού την κράτησα στα χέρια μου προσεκτικά, με φρόνηση, σαν να 'ταν ζωντανή.
Μήτε σκότωσα, μήτε πολέμησα από καπρίτσιο, απλώς δεν μου άφησε άλλη επιλογή. Η Λαίδη μου θα κανονίσει η δεύτερη Στάχτη να εγκαταλείψει τον Πίνακα και σίγουρα θα ενισχύσει τη φρουρά. Γνωρίζω πως έχει μία... περίπλοκη σχέση με τη φωτιά και δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να της καταστρέψει αυτόν τον χαμηλών τόνων, παγωμένο τόπο που με πολύ, πολύ κόπο κατέλαβε (αν και η παράδοση λέει πως ο Πίνακας πρέπει να αναγεννάται όταν αρχίζει να... σαπίζει). Όσες φορές κι αν χρειαστεί να καταδιώξει Στάχτες. Διάλεξε τη σαπίλα έναντι της φωτιάς κι εγώ δεν είμαι αυτός που θα κρίνει την επιλογή της, πόσω μάλλον αφού δεν γνωρίζω τα βαθύτερα κίνητρά της. Μόνο εικασίες μπορώ να κάνω, αλλά κι αυτές ακόμη ούτε λίγο δεν με αποθαρρύνουν. Υποθέτω...
Φριντ... έδωσα έναν Όρκο... και δεν θα αποτύχω... Συγχώρησέ με για τις απαράδεκτες σκέψεις μου...
Προσπαθώ να ξεχάσω τι συνέβη την τελευταία φορά που κάποιος κακοπροαίρετος βρήκε τον Πίνακα. Η Φριντ, μετά την απέλαση του εισβολέα, διέταξε να πέσει η καμπάνα μαζί με κάθε φάρο που προσείλκυε επισκέπτες εδώ. Μέχρι να σκιστεί κι ο ίδιος ο Πίνακας σε πολλά, μικρά κομμάτια, να καταστραφεί κάθε μέθοδος που γεφύρωνε τον Πίνακα με τον έξω κόσμο, έτσι ώστε να μπορεί να καεί μόνο από κάποιον που ήδη πρόλαβε ως τότε να εισέλθει κι απ' όσο ξέραμε δεν είχε κανείς τη δύναμη ή καν τη θέληση για κάτι τέτοιο. Όμως τα αποτελέσματα αυτής της πράξης δεν εξελίχθηκαν όπως σχεδιαζόταν και μόνο δυσκολίες επέφεραν, καθώς οι πύλες όχι απλά διαιρέθηκαν, μα σκορπίστηκαν κιόλας σε όσα κομμάτια κόπηκε τότε ο Πίνακας. Κάποια ελέχθησαν απ' την κυριαρχία της και κάποια της ξέφυγαν. Ένας δούλος, φημολογείται πως ονομάζεται Γκάελ, άρπαξε ένα κομμάτι κι εξαφανίστηκε από προσώπου γης. Μέχρι σήμερα δεν έχουν υπάρξει άλλα ίχνη του και την παραμικρή ιδέα δεν έχουμε πού μπορεί να κατοικεί. Υποψιάζομαι πως η δεύτερη Στάχτη οδηγήθηκε εδώ από 'κείνον. Πρέπει να ενημερώσω τη Λαίδη Φριντ...
Αχ, όμως δεν αντέχω! Θα εκμυστηρευτώ κάτι στον εαυτό μου... Όσο κι αν θέλω να απορρίψω τα λεγόμενα της Στάχτης, κάτι μέσα μου αντιστέκεται. Όταν άκουσα την αλήθεια να εκφέρεται όχι ως ένας απλός ψίθυρος του υποσυνείδητου, αλλά ως λόγος πραγματικός και μεγαλοπρεπής, ένιωσα μια αναπάντεχη σουβλιά στην καρδιά μου. Μία σκιά που όμως ευτυχώς διαλύθηκε μαζί με τον θάνατό της. Ποιός να μου το 'λεγε τότε πως αυτή η ανακούφιση δεν θα κρατούσε για πολύ... Η φωνή της ακόμη με στοίχειωνε, τη σκεφτόμουν και στ' αλήθεια ανησυχούσα πως θα με σκοτίσει ξανά αν υπάρξει κανείς να επιχειρηματολογήσει εναντίον της Κυράς μου.
Δεν είμαι παράλογος. Έχω κι εγώ καρδιά... είναι αλήθεια. Κι αισθάνεται πολλά. Μα η ευαίσθητη καρδιά, ξέρεις, λειτουργεί σαν δίκοπο μαχαίρι... Καημένη Στάχτη... Βλέπω σε τι φοβερά επίπεδα σήψης έχει βυθιστεί ο Πίνακας. Πραγματική κατάντια... Θα δω τη Φριντ και θα ηρεμήσω. Μόνο αυτό, μόνο να δω τη φιγούρα της και θα ησυχάσω απ' όλα τα διλήμματα. Δουλειά μου δεν είναι να αποφασίζω. Μόνο να εκτελώ. Μόνο να εκτελείς... Πριν τη γνωρίσω ήμουν ένας κοινός δήμιος -ναι, δεν αισθάνομαι καθόλου περήφανος γι' αυτό-, έπειτα ήρθα σε αυτόν τον κόσμο ως ορκισμένος ακόλουθος και χρόνια αργότερα με ελευθέρωσε κι απ' τις υπηρεσίες δίνοντάς μου ως αποχαιρετιστήριο δώρο ένα κομμάτι της ψυχής της και, μολονότι η αποδοχή της σήμανε την παραίτηση από τα καθήκοντά μου, εγώ εξακολουθούσα να την αγαπώ... και γι' αυτό άτυπα την υπηρετώ ακόμη. Ως μια προέκταση των δυνάμεών της.
Όλα φαίνονταν να βρίσκονται υπό έλεγχο ακόμη και μετά τη μάχη μου με τη Στάχτη... μέχρι που κάτι πολύ παράξενο συνέβη εκεί που τη μετέφερα. Καθώς διέσχιζα την κρεμαστή γέφυρα που ένωνε τους δυο ναούς ένα παρατεταμένο τρέμουλο μου έκοψε τη χολή. Κοκάλωσα κι αφουγκράστηκα τα σκοινιά της γέφυρας μήπως κι ετοιμάζονταν να σχιστούν από το βάρος δύο ανθρώπων ή μήπως μας έσειε κάνας σεισμός. Όμως η δόνηση που αισθάνθηκα συνειδητοποίησα στη συνέχεια πως δεν προερχόταν από την αστάθεια των σανίδων που πατούσα, μα από το κορμί της που ψηνόταν στον πυρετό. Κοιτούσα το πρόσωπό της σε ταραχή, άρχισα να πανικοβάλλομαι μην ξέροντας πώς να τη διαχειριστώ, αρχικά απορώντας πώς είναι δυνατόν να αναστήθηκε τόσο γρήγορα και τότε μόνο κατάλαβα πως εν τέλει δεν τη σκότωσα ποτέ. Ήταν ένας ευαίσθητος οργανισμός, λιποθυμούσε πανεύκολα κι ανάσαινε τόσο αμυδρά που την πέρασα για νεκρή.
Πώς είναι δυνατόν; Δεν... δεν τη σκότωσα; σκεφτόμουν και δεν το πίστευα. Κι έτσι στα ξαφνικά μία πρωτόγνωρη αναστάτωση με καθήλωσε, κάτι που... δεν έχω νιώσει ποτέ ξανά. Εντυπωσιάστηκα κι εγώ ο ίδιος από το πόσο ανεξέλεγκτος γινόμουν συναισθηματικά όποτε βρισκόμουν κοντά της (ίσως ήμουν επηρεασμένος από τις ιστορίες, ίσως κάτι άλλο έφταιγε, δεν ξέρω...). Αν ξυπνούσε κι αντιστεκόταν δεν θα υπήρχε τίποτα στη διάθεσή μου να την κρατήσω ακινητοποιημένη, ειδικά στην κρεμαστή γέφυρα που η παραμικρή απότομη κίνηση... μπορούσε να αποβεί θανατηφόρα.
Γονάτισα εκεί, επί τόπου για να την ακουμπήσω στους μηρούς μου, έβγαλα βιαστικά το γάντι μου κι ακούμπησα τον καρπό μου στα χείλη της που 'χαν μελανιάσει. Ήταν ζωντανή... Ζεστό αέρα ανάσαινε και μου τον θέρμαινε. Θεέ και Κύριε... Ένιωσα ένα διαπεραστικό καρδιοχτύπι κι άρχισα μ' εκείνη στην αγκαλιά μου να τρέχω προς τα πίσω όσο δρόμο είχα διανύσει τα τελευταία λεπτά. Την έγδυσα μέσα στην εκκλησία μήπως και προλάβαινα να τη σώσω έγκαιρα απ' την υποθερμία, χωρίς από το ακατάσχετο τρέμουλο των χεριών μου να την κάψω με φωτιά· απέτυχα φυσικά, όμως άξιζε κάθε προσπάθεια (σκέφτηκα πριν απ' αυτό να μοιραστώ μαζί της τη ζεστασιά της ίδιας μου της σάρκας, όμως εγώ... δεν είμαι πλέον φτιαγμένος για να κυλά ζεστό αίμα στις φλέβες μου, το τίμημα να γίνω ακόλουθος της Φριντ). Έκρυψα τα πράγματά της στον μυστικό όροφο της εκκλησίας όπου φυλούσα τη νεαρή Ζωγράφο και πέρασα την υπόλοιπη νύχτα θεραπεύοντας με μικρά θαύματα τη σκισμένη, μελανιασμένη σάρκα της.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top