κεφ:20

Της έκοβε τα πόδια η στενή επαφή μαζί του. Το άγγιγμα του έκανε την καρδιά της να φτερουγίζει.
Ήταν λάθος όμως, αυτό της φώναζε το μυαλό της κι ας διαφωνούσε η καρδιά.
Ρούφηξε τη μυρωδιά του μυρωδιά καθαριότητας, πούδρας και σανταλόξυλου, έκλεισε τα μάτια να την αφομοιώσει και έτεινε τά χέρια στο στήθος σε μία προσπάθεια να τον απομακρύνει από κοντά της.
Όσο εκείνη τον έσπρωχνε τόσο εκείνος την έσφιγγε πάνω του.
Σήκωσε το βλέμμα και χωρίς να πει λέξη τον  ικέτευσε να την αφήσει.

"Σ'αγαπάω. Δεν θέλω να ζήσω μακριά σου  άλλη μία φορά. Μην με διώχνεις, σε παρακαλώ".

Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα απελπισίας που τον τρόμαξαν και τον ανάγκασαν να την αφήσει απότομα και να απομακρυνθεί...

"Δεν νιώθεις το ίδιο...",το κεφάλι του έγειρε ενώ το το σαγόνι του έτρεμε απ'την απογοήτευση που μόλις είχε νιώσει. Εκμετάλλευτηκε το λάθος συμπέρασμα που είχε βγάλει και κούνησε μονάχα το κεφάλι της.

"Παντρέψου την Ανθή και ξέχασε με".

"Κι εσύ θα  παντρευτείς τον Αντρέα",δεν ήταν ερώτηση αλλά συμπέρασμα. Αυτό που πίστεψε εκείνη τη στιγμή. Γύρισε χωρίς να της πει άλλη κουβέντα και με βαριά βήματα έφυγε από το αρχοντικό κι από εκείνη.

Η Φαίδρα ένιωσε σαν να σκοτείνιασε ο κόσμος γύρω της. Σαν ένα βάρος να έπεσε και να πλάκωσε το σώμα της.
Αναπνεε με δυσκολία,έβαλε το χέρι στο στήθος της, ο πόνος που ένιωθε  την τρόμαζε.
Η μνήμη της τη γύρισε πίσω,πριν έξι χρόνια,τότε που τον είχε εγκαταλείψει. Ίδιο συναίσθημα με τότε.
Έψαξε με το χέρι να βρει κάτι να ακουμπήσει. Δεν υπήρχε τίποτα, λύγισε τα πόδια και γονάτισε στο τσιμέντο. Έγυρε το σώμα της στα πόδια της και κρατώντας σφιχτά τα γόνατά της έκλαψε ακόμη μία φορά για την χαμένη της αγάπη.

••

"Που είσαι ανησύχησα?",η Έλλη δεν ήξερε τι να υποθέσει μετά τη φυγή της. Ένιωθε όμως πώς κάτι δεν πήγαινε καλά με την αδερφή της,απλά δεν ήξερε που οφειλόταν αυτό.

"Πήγα μία βόλτα. Και γι αυτό πρέπει να δώσω αναφορά?",σίγουρα αυτή η απάντηση δεν ήταν ότι περίμενε να ακούσει από εκείνη.

"Τι  συμβαίνει Φαίδρα μου? Έγινε κάτι με τον Αντρέα. Μπορείς να μου μιλήσεις....",η ξαφνική είσοδος του Αντρέα στο σαλόνι τις διέκοψε απότομα

"Τι έγινε με τον Αντρέα?",ρώτησε ακούγοντας τα τελευταία λόγια της Έλλης.

Η Φαίδρα γύρισε και κοίταξε αυστηρά την Έλλη και μετά γύρισε σε εκείνον

"Τι να συμβαίνει,εδώ η Έλλη παραφρονει για άλλη μία φορά. Πήγα μία βόλτα μόνη και το έχει κάνει θέμα".
Ο Αντρέας πλησιάζοντας την πέρασε  το χέρι του απ' τη μέση της και την τράβηξε πάνω του φιλώντας την τρυφερά στο κεφάλι.

"Μια χαρά είναι με τον Αντρέα μην ανησυχείς",είπε στο τέλος στην Έλλη ενώ έψαχνε τη σύμφωνη γνώμη της, μέσα απ' βλέμμα της.
Εκείνη αρκέστηκε σε ένα σφιγμένο χαμόγελο που όμως ήταν αρκετό για να τον βγάλει απ' τη μιζέρια του για την ώρα.

Η Έλλη δεν πείστηκε,γνώριζε καλά την αδερφή της και ήξερε πότε την απασχολούσε κάτι. Και τώρα ήταν σίγουρη ότι κάτι την απασχολεί,κάτι συμβαίνει.

Έφαγαν όπως κάθε μεσημέρι όλοι μαζί και μετά ο καθένας πήρε το δρόμο του. Η Έλλη με τον Ορέστη έφυγαν για το σπίτι τους ενώ ο Αντρέας έπεσε για ύπνο.
Η Ηρώ αποφάσισε να πάει στη θάλασσα ενώ η Φαίδρα έμεινε πρώτη φορά να βοηθήσει την μάνα της να μαζέψει το τραπέζι.

Η Αγγελίνα την κοιτούσε εξεταστικά από πάνω ως κάτω ώσπου στο τέλος έπιασε το χέρι της σταματώντας τη απότομα.

"Τι συμβαίνει μάτια μου,είσαι καλά?",τη ρώτησε με έντονη την ανησυχία στα κατάμαύρα μάτια της.

Η Φαίδρα την κοίταξε και τραβώντας μία καρέκλα άφησε το κορμί της να "χυθεί" πάνω.

Η Αγγελίνα έκατσε δίπλα της χωρίς να μιλήσει. Μονάχα την κοίταζε με εκείνο το βλέμμα που έκρυβε μοναδικό ενδιαφέρον και απέραντη αγάπη.

"Τον αγαπάς  τον πατέρα?",ρώτησε απότομα σπάζοντας τη σιωπή.
Η Αγγελίνα δεν αντέδρασε στην ξαφνική ερώτηση της κόρης της.
Την κοίταξε μονάχα με μάτια που τώρα έλαμπαν. Πάντα έλαμπαν όταν μιλούσε για τον Μιχάλη της κι ας ήταν τόσα χρόνια μαζί.

"Αν τον αγαπάω? Πιοτερα κι απ' τη ζωή μου".
Η Φαίδρα χαμογέλασε με την ειλικρίνεια της . Δεν την είχε συνηθίσει έτσι τη μάνα της. Ποτέ δεν μίλαγε για θέματα αγάπης και έρωτα με τις κόρες της.

"Πώς γνωριστήκατε?",έπρεπε να φτάσει σ'αυτη την ηλικία για να ρωτήσει πώς παντρεύτηκαν οι γονείς της.

Η Αγγελίνα δεν φάνηκε να σοκάρεται απ' την ερώτηση της κόρης της. Το πρόσωπό της είχε μία  έκφραση νοσταλγίας.

"Πόσο καιρό έχω να τα σκεφτώ,να τα θυμηθώ!".

"Τα ξέχασες?",ρώτησε γελώντας η Φαίδρα.

"Ξεχνάει ποτέ κανείς την αγάπη της ζωής του?",τα λόγια της Αγγελίνα χτύπησαν κατευθείαν στο κέντρο της  καρδιά της  ενώ κοίταξε τη μάνα της ξαφνιασμένη απ' την απάντησή της.

"Δηλαδή?",ρώτησε διστακτικά.

"Από παιδιά αγαπιόμασταν και κάναμε υπομονή να μεγαλώσουμε. Μετά ο παππούς σου άσκησε βέτο στη σχέση μας,είχε άλλα σχέδια για μένα βλέπεις και τότε ο πατέρας σου,που δεν σκόπευε να με παραχωρήσει σε κανένα, με έκλεψε. Τόσο απλά".

Η Φαίδρα έδειχνε σοκαρισμένη. Πάντα πίστευε πως ο γάμος των γονιών της ηταν άλλο ένα  προξενιό.
Το ότι ο Μιχάλης την έκλεψε ήταν πέρα από κάθε φαντασία.

Η Αγγελίνα έπιασε το χέρι της και το έσφιξε στο στήθος της.
"Ότι κι αν είναι αυτό που σε απασχολεί,να κάνεις πάντα ότι σου λέει η καρδιά σου. Τίποτα λιγότερο από αυτό. Ξέρει η καρδιά....",σηκώθηκε και της φίλησε την κορυφή του κεφαλιού της.

"Αντε βοήθα με τώρα να μαζέψω",της είπε εντέλει και σηκώθηκε να πάει στην κουζίνα.

Η Φαίδρα έμεινε για λίγο ακόμα καθισμένη και σκεπτική μετά τα τελευταία λόγια της μάνας της.

Η καρδιά της ήταν χωρισμένη στα δύο μα δεν θα μάθαινε ποτέ για ποιον χτυπά πιο δυνατά εάν δεν πήγαινε να τον συναντήσει.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top