κεφ:12

Ένιωσε ένα χέρι να την τραβάει σε μία γωνιά του μαγαζιού.
Γύρισε να δει,ήταν η Ηρώ που της έλεγε να σωπάσει με το δάχτυλο στα χείλη.
Κούρνιασε δίπλα της και είδε τον Αντρέα να περνά από εκεί.

"Είναι εκείνος έτσι?",τη ρώτησε μονάχα με τη Φαίδρα να ξεσπά άλλη μία φορά σε λυγμούς.
"Γαμώτο τι μπέρδεμα",πέταξε η Ηρώ κλείνοντας τη στην αγκαλιά της. Η Ηρώ γνώριζε,όχι τα πάντα μόνο πως στην Ιταλία είχε αφήσει τον έρωτα της ζωής της. Αυτό μονάχα και τίποτα άλλο.

"Κατάλαβε κάτι ο Αντρέας,οι υπόλοιποι?",ρώτησε ρουφώντας τη μύτη της.

"Όχι μην ανησυχείς. Ήρθα πίσω σου αλλά σε έχασα. Νομίζουν ότι είμαστε τουαλέτα μαζί. Έλα να σε φτιάξω λίγο και πάμε μέσα πριν αρχίσουν να υποψιάζονται".

Γυρίσανε πίσω,η παρέα διασκέδαζε απίστευτα,μάλιστα εκείνη τη στιγμή χόρευαν,σε ρυθμούς σάμπα. Ακόμη κι η Έλλη με την τεράστια κοιλιά της χόρευε με την Ανθή. Μόνο εκείνος που είχε επιστρέψει, καθόταν στο μπαρ κοιτάζοντας τους με ένα βλέμμα κενό σαν να μην τους έβλεπε. Σαν να ήταν ανύπαρκτοι ξαφνικά για εκείνον.
Ο Αντρέας την έπιασε απ'το χέρι και την τράβηξε στην αγκαλιά του.
"Που είστε, ετοιμαζόμουν να  'ρθω να σας βρω".

"Δεν έχεις ιδέα τι γίνεται στις γυναικείες τουαλέτες...",πέταξε η Ηρώ γρήγορα μιας και η Φαίδρα ήταν τελείως στα χαμένα.

Στην αγκαλιά του Αντρέα κρυφό κοιτούσε εκείνον που κατέβαζε τα ουίσκι το ένα μετά το άλλο.
Έδειχνε να είναι χαμένος όπως εκείνη,έδειχνε να πονά όπως εκείνη.
Η Ανθή έκανε να τον τραβήξει να χορέψει μαζί της όμως δεν τα κατάφερε.
Η Έλλη ήρθε κοντά  και την τράβηξε απ'την αγκαλιά του Αντρέα.
Ήρθε και η Ανθή,"ακούω πως σου φάνηκε?",ζητούσε τη γνώμη της για έναν άντρα που γνώριζε καλύτερα από ότι θα τον μάθαινε  η ίδια ποτέ.
Τον γνώριζε κι απ'την καλή κι απ'την ανάποδη.

"Μια χαρά",της είπε μονάχα.

"Μια χαρά? Έλα τώρα μικρό,ο άνθρωπος είναι Θεός",φώναξε η Έλλη.

"Φαίνεται πως ο μόνος Θεός εδώ μέσα για την αδερφή σου είναι ο Αντρέας",είπε η Ανθή χαριτολογώντας.

"Τον αγαπάς,Ανθή?",τη ρώτησε με ύφος πιο σοβαρό από ποτέ.

Της Ανθής της κόπηκε απότομα το γέλιο. Το ύφος της Φαίδρας  ήταν περίεργο  κάνοντας της αυτή την ερώτηση.

"Πολύ...",της είπε η κοπέλα κάπως διστακτικά όμως.

"Κι εκείνος. Εκείνος σε αγαπά?".

"Έτσι δείχνει...",είπε με φωνή τρεμάμενη,φοβισμένη  χωρίς καμία σιγουριά.

Δεν ήταν σίγουρη,αυτό κατάλαβε αμέσως η Φαίδρα. Και για τη δική του αγάπη δεν ήταν σίγουρη. Εκείνος τι ένιωθε άραγε για την Ανθή. Την αγαπούσε τόσο ώστε να φτάσει στο γάμο μαζί της.

"Ναι....Έτσι δείχνει",της είπε στο τέλος σφίγγοντας τη στην αγκαλιά της, νιώθοντας το κορμί της Ανθής να χαλαρώνει.

"Ωρα να φεύγουμε,μπαλόνι,τι λες? Δεν κουράστηκες ακόμη?",πέταξε στην αδερφή της που την έβλεπε σαν στήλη άλατος με την συζήτηση που μόλις είχε εξελιχθεί μπροστά της.

"Έχουν πρηστεί τα πόδια μου και μου ρίχνουν σουβλιές",είπε ανασαίνοντας ξανά σε φυσιολογικό ρυθμό.

Όλοι συμφώνησαν πως ήταν αργά κι έπρεπε να φύγουν. Δυστυχώς για την ίδια, κανόνιζαν για φαγητό την επόμενη μέρα.

"Χάρηκα πολύ Φαίδρα",της είπε δίνοντας της το χέρι.
Έδωσε το δικό της σε μία σύντομη χειραψία χωρίς να απαντήσει και τρέχοντας στην αγκαλιά του Αντρέα έφυγαν για το σπίτι.

••

"Τι στην ευχή ήταν αυτό με την Ανθή?",ρώτησε η Έλλη στο αυτοκίνητο,στο δρόμο για το σπίτι.

"Πιο? Τι εννοείς?".

"Οι ερωτήσεις περί αγάπης. Έλα τώρα Φαίδρα ο τύπος τη λατρεύει όπως φαίνεται. Και μετά δεν κάνουν τέτοιες ερωτήσεις σε μία γυναίκα που παντρεύεται σε μόλις δέκα μέρες. Πόσο σε μία γυναίκα σαν την Ανθή με τις χιλιάδες ανασφάλειες της".

Ο τύπος, έχει συμβιβαστεί σε μία σχέση και με μια γυναίκα που δεν νιώθει απολύτως τίποτα γι'αυτήν. Το πολύ να τη βρίσκει όμορφη,τίποτα περισσότερο.
Ήθελε να το πετάξει στα μούτρα της Έλλης που πάντα έκανε ότι ήξερε τα πάντα σε σχέση με τον έρωτα και την αγάπη.
Η Έλλη,  που τον μοναδικό άντρα που γνώρισε στη ζωή της τον παντρεύτηκε κιόλας.
Μαζί απ' το γυμνάσιο μέχρι και το πανεπιστήμιο. Φυσικά...ήταν τόσο ανασφαλείς η Έλλη που πέρασαν στην ίδια σχολή και μέχρι τις σπουδές τους έκαναν μαζί.
Κι έλεγε ανασφαλή την Ανθή.

"Οι ιταλοί είναι λίγο... γυναικάδες, φαντάζομαι αυτό εννοεί η Φαίδρα",πετάχτηκε η Ηρώ να την υπερασπιστεί μιας και έβλεπε την ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη μεταξύ των δύο κοριτσιών.

"Αυτός όμως είναι μισός Έλληνας και τη λατρεύει την Ανθή μας".

Μα φυσικά αυτό ήταν. Δεν προσπαθούσε να τον δικαιολογήσει. Να ξορκίσει το κακό προσπαθούσε, γιατί κατά βάθος κι εκείνη έβλεπε πως ενώ η Ανθή ένιωθε πράγματα για αυτόν,εκείνος δεν ένιωθε το ίδιο.

"Ναι,έχεις δίκιο. Τη λατρεύει την Ανθή και θα είναι πολύ καλά μαζί",είπε στο τέλος η Φαίδρα θέλοντας να τελειώσει τη συζήτηση εκεί.

"Το πιστεύεις αυτό Φαίδρα?",ρώτησε εντέλει η Έλλη.

Δεν έπρεπε να αφήσει αμφιβολίες στην Έλλη. Ήταν ικανή να τα τίναξει όλα στον αέρα.

"Το πιστεύω",της είπε γέρνοντας στον ώμο της ενώ η Έλλη ακούμπησε το κεφάλι της στο δικό της.

"Καληνύχτα",είπαν έξω απ' το σπίτι. Η Έλλη αγκαλιά με τον Ορέστη μπήκαν στην αυλή τους ενώ η Φαίδρα με τον Αντρέα και την Ηρώ προχώρησαν στο απέναντι σπίτι των γονιών της.

"Θα θελα να κοιμηθούμε μαζί,μου τη δίνει που κοιμόμαστε χωριστά γαμώτο",της ψυθίρισε αγκαλιάζοντας τη ο Αντρέας.

"Θα πρέπει να με αρραβωνιαστείς πρώτα Ανδρέα Λιβέρη,για να μπορείς να κοιμάσαι μαζί μου στο σπίτι των γονιών μου", ανάμεσα απ' το ποτό και την ένταση της βραδιάς,ξέφυγαν τα λόγια απ'το στόμα της, θέλοντας μονάχα να τον πειράξει και τίποτα άλλο.

Τον φίλησε πεταχτά κι έτρεξε στο δωμάτιο της αφήνοντας τον μοναχό στο σαλόνι να επεξεργάζεται τα τελευταία λόγια της.
Χαμογέλασε άχνα με πονηρή διάθεση,κι έφυγε για το δικό του δωμάτιο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top