όλα τρέλα
"Σ'αρέσει ε?"μου είπε χοχλάζοντας. "Άτιμο"
Μύριζε αιματίλες κι εγώ του είπα "Κύριε, μπορώ να δω τα πεθαμένα σας και να τα πιάσω?"
(Απο το βιβλίο η Κασσάνδρα και ο Λύκος)
Στην στροφή βλέπω να ορθώνεται μπροστά μας το σχολείο. Τεράστιο , επιβλητικό , σχεδόν με φοβίζει. Το σφίξιμο στο στομάχι μου γίνεται δυνατό. Το βιντεάκι με μένα γυμνή είμαι σίγουρη ως τώρα πως θα το έχει δει όλο το σχολείο. Γυρνώ να κοιτάξω τον Άλεξ , να πάρω θάρρος απο εκείνον αλλά αυτόματα τραβάει το χέρι του απο το δικό μου. Συνεχίζει να μην με κοιτάει. Θα είμαι μόνη σε αυτό. Το νιώθω.
Μαζεύομαι στην γωνιά μου . Δεν ξέρω αν είμαι έτοιμη να αντιμετωπίσω τις αντιδράσεις των συμμαθητών μου. Πάντα ήθελα να περνάω απαρατήρητη και τώρα ξέρω πως όλοι θα συζητούν για εμένα και τον Άλεξ. Μπορεί ο Μαλτέζος να εμπόδισε να ανέβει στο ίντερνετ το βίντεο αλλά κανείς δεν εμποδίζει να το έχουν στο κινητό τους αποθηκευμένο και να το δείχνουν μεταξύ τους. Η μόνη μου χαρά είναι πως σήμερα αποκαλύφθηκε σε όλους το γκράφιτι . Nιώθω οτι έκανα κάτι σπουδαίο, κι ας το ξέρω μονάχα εγώ.
Τα μυστικά μου είναι η αθέατη δύναμη μου σε μια ζωή γεμάτη αδυναμίες.
Πρώτα κατεβαίνει αμίλητος ο Άλεξ. Δεν ξέρω αν πρέπει να μπω μαζί του ή απλά να περιμένω λίγο και να περπατήσω απο πίσω του διατηρώντας απόσταση. Αν και ήδη βλέπω πολλά βλέμματα να γυρίζουν προς το παρκαρισμένο αυτοκίνητο. Μας εντόπισαν. Η παράσταση αρχίζει.
Ο Άλεξ δείχνει ανέκφραστος καθώς βάζει το σακίδιο στην πλάτη του. Εγώ νιώθω χαμένη. Δεν με περιμένει. Τον βλέπω να απομακρύνεται πλησιάζοντας την μεγάλη σιδερένια καγκελόπορτα.
Αποφασίζω να κατέβω.
Προσπαθώ να περπατήσω με ίσιο κορμί, αλλά νιώθω ένα βάρος στην πλάτη μου και καμπουριάζω . Βλέπω στην πυλωτή τον φύλακα και δίπλα του στα 4 ακίνητος κάθεται ο Λεό.
Ο Λεό..
Ο Λεό είναι το σκυλί του φύλακα.
Τον τρέμω τον Λεό. Και τώρα ο φόβος και το άγχος μου γίνεται διπλός. Νιώθω να καμπουριάζω ακόμη περισσότερο.
Δεν φοβάμαι τα σκυλιά. Τρέμω όμως τον Λεό.
Γιατί δεν είναι απλά ένα σκυλί.
Την πρωτη φορά που τον αντίκρυσα βαθιά μέσα μου κατάλαβα οτι είναι κάτι παραπάνω απο ένα σκυλί. Ολόμαυρος με μεγάλους κυνόδοντες, την πρώτη φορά που τον είδα έμεινε ανέκφραστος να με επιτηρεί , έτοιμος να μου επιτεθεί. Δεν μου επιτέθηκε. Παρόλαυτα με μια βαθιά περίεργη πεποίθηση, σαν ένστικτο, ήξερα πως ο Λεό ήταν αυτός που απο μικρή μου μιλούσε στο μυαλό μου. Ξέρω οτι ακούγεται περίεργο και δεν θα δοκίμαζα ποτέ σε κανέναν να πω την αλήθεια.
Αλλά ο Λεό ξέρω..πως είναι ο θεός.
Αυτός που όταν ήμουν μικρή με διέταζε να κάνω πράγματα στο νου μου και αν δεν τα έκανα ήξερα πως θα πεθάνω.
Ας πούμε..ο θεός ..μπορεί να μου ζητούσε ..να μην επιτρέψω κανέναν να με αγγίξει στο σχολείο. Οποιαδήποτε επαφή. Τον υπάκουα. Μου ζητούσε κι άλλα και συναινούσα.
Ο ψυχολόγος που με έσυρε η Κάτια ..είπε οτι έχω ψυχαναγκασμούς. Οτι έχω υπερβολικό άγχος και για να το εκτονώσω κάνω ..διάφορα περίεργα πράγματα..
Απο μικρή άκουγα τον θεό στο νου μου. Πάντα είχα για εκείνον μια εικόνα σφηνωμένη στο νου μου. Την εικόνα του στόματος του.
Είχε μεγάλο στόμα..με κυνόδοντες.
Δεν ήταν δύσκολο να τον αναγνωρίσω λοιπόν όταν Τον αντίκρυσα στο σχολείο.
Ο Λεό ξέρει τα πάντα για εμένα. Και οτι μου επέτρεψε Εκείνος να μου κάνουν.
Προφανώς με μισεί.
Τον μισώ όμως κι εγώ. Έχουμε μια ειλικρινής σχέση.
Προχωράω προς την είσοδο καθώς βλέπω τα μάτια του Λεό να πέφτουν πάνω μου βλοσυρά. Καμπουριάζω κι άλλο.
Περνάω απο δίπλα του γενναία. Αν δείξεις φόβο στα σκυλιά τότε είναι που σου επιτίθονται. Κάνω αυτό ..που σκέφτομαι πάντα όταν περνάω απο μπροστά του.
Σκέφτομαι πως είμαι λύκος. Είναι οτι πιο γενναίο μπορώ να υποκριθώ αυτή την στιγμή.
Ο Λεό μου δείχνει τα δόντια του και ελαφρά γυρνώ και τον κοιτώ ανέκφραστα. Ίσα για να μην καταλάβει οτι τον τρέμω. Δεν θα υποκύψω τόσο εύκολα στο θέλημα του. Δεν θα τον αφήσω να μπει μέσα στο μυαλό μου ξανά.
Διασχίζω την αυλή. Δεν μπορώ να δω τον Λεό, αλλά είμαι σίγουρη οτι με κοιτάζει ακόμη.
Προχωράω στην αυλή του σχολείου.
Εντάξει μπορώ να το κάνω. Απλά να θυμάμαι οτι όλοι είναι κάτι σαν.. πρόβατα. Κι εγώ λύκος.
Είμαι λύκος , κανέναν δεν φοβάμαι.
Δεν φοβάμαι.
Εξάλλου αν ζορίσουν τα πράγματα έχω πάντα την μυστική μου δύναμη. Την ανακάλυψα όταν ήμουν μικρή και όταν ζορίζομαι πάντα ονειροπολώ οτι την χρησιμοποιώ: Ανα πάσα στιγμή μπορώ να σηκωθώ απλά και να φύγω. Απο τον κόσμο , την Γη και γενικά απ'όλα τα ανθρώπινα. Χαχαχα. Και χα. Ένα κελί με κλειδί.
Περνάω απο δίπλα τους και προσπαθώ να μην ακουμπήσω κανέναν. Απο μέσα τους βγαίνουν σύμφωνα και καταλήγουν σε λέξεις. Οι λέξεις γίνονται φράσεις, γίνονται σύννεφα και πλανώνται πάνω απο τα κεφάλια τους. Δεν θέλω να ακούσω τι λένε αλλά τα σύννεφα με πνίγουν.
"Εκείνη έκλαιγε και κρατούσε το στήθος της.."
"Δεν νομίζω να την πηδάει, κοίτα πως είναι.."
"Την έχει πέσει και στον Ορέστη.."
"Πηδιέται με τον αδερφό της Βάνας .."
"Να η καθαρίστρια του Μαλτέζου, λένε οτι πηδιέται με τον πατέρα του Άλεξ"
Περνάω ανάμεσα απο τα σύννεφα ατάραχη.
Σφίγγω τα δόντια μου και συνεχίζω να περπατάω. Νιώθω τα μάτια τους να με διαπερνάνε. Ψάχνω με το βλέμμα μου τον Άλεξ και δεν τον βλέπω πουθενά. Γιατί δεν με περίμενε? Γιατί αποφάσισε να έρθουμε μαζί αλλά με παράτησε?
Ένα χέρι με πιάνει σφιχτά απο τον καρπό. Νιώθω νύχια στο δέρμα μου και ενστικτωδώς τραβιέμαι. Ανεβάζω τα μάτια μου και βλέπω την Ανθή.
"Είδα τι έκανες στο πάρτυ"μου λέει και τα μάτια της γίνονται δυο ίσιες γραμμές. Ποτέ ξανά δεν μου φάνηκε τόσο άσχημη.
"Ήταν μεγάλο λάθος να σε κάνουμε φίλη μας με την αδερφή μου"
Σχεδόν ακούγεται η φράση της μέσα απο τα δόντια της. Κάνει ένα βήμα πίσω , καθώς κοιτά τις αγέλες να μας κοιτάν και να ψιθυρίζουν κοιτώντας μας.
"Μου το πήρε..δεν το έδωσα και..δηλαδή.."προσπαθώ να δικαιολογήσω την πράξη μου, περισσότερο σε εμένα. Αλλά η αλήθεια είναι πως ήθελα να του δώσω το εσώρουχο μου. Τα πάντα θα έκανα απο αυτά που θα μου ζητούσε ο Άλεξ. Το νιώθω. Μπορώ να κάνω τα πάντα για εκείνον.
Απλώνει το χέρι της και προσπαθεί να μου τραβήξει το δαχτυλίδι .
"αυτό ανήκει στο τάγμα των αγγέλων, δεν σου αξίζει να είσαι μέλος..άλλωστε είμαι σίγουρη οτι δεν είσαι παρθένα..ο Άλεξ για την πλάκα του σε έγδυσε χθες..εγώ και η Αριστέα δεν κάνουμε παρέα με..με..._με κοιτά με απέχθεια και προσπαθεί να πάρει θάρρος λες και θα πηδήξει απο τον τρίτο όροφο_
"..με πουτανάκια"
Την σκουντάω δυνατά και πέφτει κάτω. "είναι .δικό .μου" λέω καθώς ξαναβάζω το δαχτυλίδι ΜΟΥ.
Περπατάω με γρήγορα βήματα στο πίσω μέρος της αυλής . Θέλω να δω το γκράφιτι στο φως του ήλιου. Δεν με ενδιαφέρει τίποτα. Ας λένε οτι θέλουν για εμένα. Σε κανεναν δεν χρωστάω να αποδείξω ποια είμαι.
Στο βάθος κάθονται διάφορες παρέες , ενώ στο κέντρο ..στην μεγαλύτερη παρέα ξεχωρίζω την Βάνα. Καπνίζει και με κοιτά αινιγματικά. Ο Άλεξ δίπλα της είναι ακουμπισμένος στο τοιχάκι. Κοιτάει κάτι ψηλά και είναι συγκεντρωμένος σε αυτό. Κάτι του λέει στο αφτί η Βάνα και πιέζει το χέρι της στο μηρό του.
Τον αγγίζει.
Το δαχτυλίδι μου αναβοσβήνει σαν τρελό. Σάπιο πράσινο και λευκό.
Είναι..είναι δικός μου..δεν θέλω να τον αγγίζει καμία.
Ακούω μια φωνή στο κεφάλι μου. Απόκοσμα. Δεν θέλω να την ακούσω.
Ξέρω όμως οτι είναι η φωνή του Λεό. Δεν πρέπει να τον ακούσω. Δεν θα υπακούσω κανέναν.
Τραβάω το βλέμμα μου απο πάνω τους και περπατώ προς το γκράφιτι. Νιώθω πως όλοι με κοιτάνε. Νιώθω να έρχονται κάποιοι προς το μέρος μου. Σαν φίδια σέρνονται προς το μέρος μου. Ψιθυρίζουν για μένα.
Ο Λύκος κοιτά ανέκφραστος, τα μπλε μάτια του είναι ατάραχα, τα φτερά του άσπρα και μεγάλα έτοιμα να τα ανοίξει και να πετάξει.
Γυρίζω απότομα και βλέπω τον Άλεξ. Η Βάνα συνεχίζει να τον αγγίζει και να του μιλά αλλά εκείνος..εκείνος κοιτά ψηλά. Το γκράφιτι με τον λύκο.
Κάποιος με αρπάζει απο το χέρι και αφήνω μια φωνή έκπληξης.
Ο Ορέστης.
Τον ακούω να γελάει. "Τα βυζιά σου είναι υπέροχα ..και πόσο εύκολη..πόσο εύκολα σου πήρε το σουτιέν ο Άλεξ..μου το λέγανε και δεν το πίστευα..μέχρι που το είδα με τα μάτια μου"
Έχει ένα πρόστυχο ύφος στα μάτια του καθώς με κοιτά απο πάνω ως κάτω. Νιώθω το θυμό να με πνίγει. Δεν κατάλαβα ..είχαμε σχέση? Τον πρόδωσα κάπου? Ποιό είναι το πρόβλημα του?
Γιατί όλοι ασχολούνται μαζί μου? γιατί δεν με αφήνουν απλά ήσυχη?
"άσε με ήσυχη" του λέω αυστηρά καθώς λοξοκοιτώ τον Άλεξ. Δεν με προσέχει.
"Και πήγες στο πάρτυ έμαθα χεράκι χεράκι με τον αλήτη τον Billy"μου πετάει σαν φτυσιά στο πρόσωπο μου.
"Οτι θέλω θα κάνω" του λέω εκνευρισμένη ενώ πολλά βλέμματα έχουν συγκεντρωθεί πάνω μας.
"Ίσως να το πήγα πολύ ευγενικά μαζί σου και με πέρασες για φλώρο..αλλά δεν είμαι φλώρος Αρετή"μου λέει και πάω ένα βήμα πίσω. Γιατί θύμωσε τόσο?
Με τραβά απο το χέρι προς έναν απο τους γαμιστρώνες της πίσω αυλής. Οι αγέλες γελάνε και γιουχαίζουν. Επικρατεί αναστάτωση και ενθουσιασμός. Βλέπω πως ήδη κάποια κινητά έχουν βγει και με σέρνει χωρίς να μιλάω. Αναζητώ με το βλέμμα μου τον Άλεξ. Βλέπω πως κοιτάει τα μάτια του λύκου απορροφημένος. Κάνει λες και δεν ακούει τον σαματά. Τι κάνει ο Ορέστης? Τι θέλει?
Ο Ορέστης με πετάει με δύναμη στον τοίχο. Αφήνω ένα απότομο αγκομαχητό . Γύρω μας έχει μαζευτεί κόσμος.
"Δείξε μου κι εμένα τα βυζιά σου"
Γλύφει το κάτω μέρος του χειλιού του. Γύρω μας υπάρχει ένας κλοιός απο κινητά . Κανένας δεν κάνει κίνηση να με υπερασπίσει.
"θα ..σε χτυπήσω..άσε με να φύγω" λέω όχι τόσο αποφασιστικά όσο θα ήθελα. Είναι μυώδης και ψηλός.
"Δεν είμαι ο Μιχάλης για να με χτυπήσεις, ακούμπησε με και θα το μετανιώσεις"μου λέει καθώς σκύβει πολύ κοντά στο πρόσωπο μου.
Έχω παραλύσει. Κοιτάω με ελπίδα τα πρόσωπα γύρω μου..αλλά δεν βλέπω τον Άλεξ. Γιατί δεν έρχεται να με βοηθήσει? Δεν ακούει τι γίνεται?
"Δεν είσαι εντάξει ..να δίνεις μάτι μόνο στον Άλεξ"μου λέει με πρόστυχο τρόπο και με γραπώνει απο την μέση. Είναι έτοιμος να σηκώσει την μπλούζα μου.
Μια ελπίδα να σωθώ έχω. Και ξέρω πως θα το μετανιώσω.
Θεέ μου σώσε με
προσεύχομαι στον εχθρό μου.
Ξέρω πως θα το πληρώσω.
Και τότε νιώθω τον καλπασμό του Λεό να τρέχει ξέφρενα στο νου μου .
Στέκεται μέσα στο νου μου. Τα δόντια του είναι όλα κυνόδοντες.
Εντάξει αλλά απο αυτή την στιγμή θα είσαι δική μου
-Δική σου, ψιθυρίζω καθώς ο Ορέστης πάει να μου σηκώσει την μπλούζα.
Την ίδια στιγμή ακούω την φωνή του φύλακα.
-Διαλυθείτε!!το κουδούνι για μέσα χτύπησε εδώ και πέντε λεπτά.
Ο Ορέστης με κοιτά και ξεφυσά." Την γλύτωσες. Για σήμερα" λέει και φεύγει θυμωμένα.
Βλέπω όλοι να διαλύονται .
Περπατάω μουδιασμένα. Νιώθω έντονα πως όλα είναι όνειρο. Πως τίποτα απο όλα αυτά δεν συμβαίνει πραγματικά.
Όνειρο μέσα σε όνειρο είναι η ζωή όλη
Ο Άλεξ παραμένει ακίνητος και κοιτά τα μάτια ακόμη του λύκου. Δεν ήρθε να με βοηθήσει. Είμαι σίγουρη οτι άκουσε τι γινόταν. Έμεινε να κοιτά το γκράφιτι.
Σταματάω το βήμα μου και τον κοιτάζω. Μέχρι που γυρίζει το βλέμμα του σε μένα. Χαμηλώνει το βλέμμα και με κοιτά.
Φαίνεται αναστατωμένος. Γυρίζω και κοιτάω τα μάτια του λύκου. Έχει τα μάτια του Άλεξ. Τα ζωγράφισα ολόιδια.
Κοιτάζω πάλι τον Άλεξ. Το βλέμμα του γεμάτο απορία.
Ναι είναι τα δικά σου μάτια..τα δικά σου ζωγράφισα..του ψιθυρίζω με το νου μου. Για κάποιο λόγο το ξέρω οτι διαβάζει τις σκέψεις μου. Δεν ξέρω πως γίνεται αυτό.
Με κοιτά με ελαφριά έκπληξη, ξαναγυρνά κοιτά τα μάτια του λύκου κι έπειτα κοιτά εμένα.
Νιώθω πως είμαστε οι δυο μας στον κόσμο. Και τίποτα άλλο δεν έχει σημασία. Είναι παρανοική η κατάσταση..όλη..αλλά τίποτα δεν είναι τυχαίο. Όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο.
Μια βαθιά ηρεμία ξαφνικά με διακατέχει καθώς κοιτώ τα μάτια του..όταν..
Σκύβει ξαφνικά και φιλά την Βάνα.
Αργά.
Εμένα ..δεν με φίλησε ποτέ. .
Πράσινο σάπιο και λευκό..πράσινο σάπιο και λευκό..λευκό...λευκό..
Το δαχτυλίδι αισθημάτων αναβοσβήνει στο δάχτυλο μου σαν τρελό.
Χτύπησε την
Με διατάζει ο Λεό και με γρήγορα βήματα φτάνω κοντά τους.
Συνεχίζει να την φιλά καθώς βλέπω να περνά τα χέρια του στην μέση της.
Την σπρώχνω δυνατά και πέφτει με φόρα κάτω.
"Είναι .δικός. μου "
Η Βάνα με κοιτά έκπληκτα , δεν έχει καταλάβει απο που της ήρθε.
Απο δίπλα μου ξαφνικά ακούω το γέλιο του Άλεξ. Με κοιτά με ικανοποίηση.
Γελάει τόσο όμορφα, μέσα απο την καρδιά του. Είναι η πρωτη φορά που τον ακούω να γελά έτσι. Είναι τόσο όμορφος.
Είναι τέλειος .
Του χαμογελάω .
Όλα τρέλα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top