το πρώτο ραντεβού

-Ε καλά! την βλέπω να συμφωνεί χαρούμενα.

Καθώς φοράω το δερμάτινο μπουφαν μου σκέφτομαι που θα την πάω. Δεν θέλω να μας πάρει κανα μάτι .

Κοιτιέμαι στο καθρέπτη και φτιάχνω το μαλλί μου. 

-Λοιπόν πάμε ?της λέω και πριν προλάβει να μιλήσει την έχω αρπάξει απο τον αγκώνα και την τραβάω έξω. Σε δυο ώρες έχω συνάντηση με την Βάνα και δεν θέλω να αργήσω. 

-Που θα πάμε?μου λέει καθώς βάζει την ζώνη της.

Μου χαμογελά πολύ τρισευτυχισμένα.

Την μαλακία μου μέσα.

-Συντονίσου ..της λέω μουγκρίζοντας ..δεν είναι ραντεβού..

Βλέπω τα μάτια της να γίνονται σκιστά και τα χείλη τους τραβιούνται σε μια ευθεία γραμμή. 

-Εσύ σκέφτεσαι οτι είναι ραντεβού..όχι εγώ. Ήσουν σαφής οτι δεν σε κα..κα..καβλώνω αλλά μόνο σου αρέσω, μου λέει και σταυρώνει τα χέρια της μπροστά στο στήθος της.

Ρε τι περνάω για να μην μαθευτεί οτι την έχω αδερφή..Α ρε μαλάκα Ορέστη..θα σε τσακίσω που μπλέκεσαι στην ζωή μου..

-Με καβλώνεις είπα!της λέω ίσως πιο δυνατά απο όσο έπρεπε γιατι την βλέπω να ζαρώνει .

-Αλλά δεν μου αρέσεις..της λέω ενώ προσπαθώ να σχηματίσω ένα χαμόγελο στο πρόσωπο μου. Δεν θέλω να φύγει και να πάρει κανένα τηλέφωνο τον Ορέστη. Πρέπει να την έχω απο κοντά μέχρι να δω πως θα απομακρύνω τον κάφρο.

Την βλέπω να με κοιτά λιγάκι φρικαρισμένα. .Οι γυναίκες είναι περίεργες..αν και..

την ξανακοιτάω και μου χαμογελά και πάλι.

Ανοίγει το ράδιο και ασταμάτητα αλλάζει σταθμούς. Κάθε φορά που γυρνάω να την κοιτάξω μου χαμογελάει. Να δεις που νομίζει οτι είναι ραντεβού. Την έχω ικανή.

-Θα πάμε σε μια ωραία..καντίνα , πάνω στο βουνό ..

Ειλικρινά ήταν οτι πιο απόμερο και ξεχασμένο ξέρω μέρος.  Πάω μόνος μου όταν δεν αντέχω άλλο, όταν πνίγομαι. Με ηρεμεί η θέα . Το πολύ να σταματήσει για λουκάνικο κανένα διερχόμενο αυτοκίνητο. 

Δεν υπάρχει περίπτωση δηλαδή να πετύχω κάποιον απο το σχολείο..

-Και εκεί πας με τους φίλους σου συχνά?με ρωτάει και καταλαβαίνω πως θέλει να ανοίξει συζήτηση. 

-Όχι. Μόνος πάντα..

-Άρα είναι ένα ξεχωριστό μέρος για σένα?μου λέει και μου χαμογελά.

-Ε..ναι είναι βασικά..πάω όταν..όταν ..ε όταν θέλω λουκάνικο, λέω και ξεφυσάω. Ήδη αρκετά της έχω μιλήσει για μένα. Και τώρα που το σκέφτομαι δεν νομίζω να έχω ξαναπεί τόσα πολλά σε έναν άνθρωπο για μένα.

-Ε, θα έχεις πάει κάποια κοπέλα..μου λέει πάλι χαμογελαστά. 

-Όχι, είπαμε μόνος..

-Άρα είμαι η πρώτη κοπέλα που την πηγαίνεις εκεί ε?μου λέει και έχει φωτισθεί ξαφνικά το πρόσωπο της. Φαίνεται καθαρά ο ενθουσιασμός της. 

-ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΡΑΝΤΕΒΟΥ!της λέω μάλλον κοφτά και έντονα γιατί σταμάτησε να χαμογελάει. Με κοιτά με κουταβίσιο ύφος. 

Είναι πολύ γλυκιά. Δεν μου αρέσουν τα γυαλιά της. Έχει πολύ όμορφα μάτια δεν θα έπρεπε να τα κρύβει.

-ΚΑΙ ΒΓΑΛΕ ΤΑ ΓΥΑΛΙΑ ΣΟΥ!της λέω αυταρχικά και με υπακούει κατευθείαν. Την κοιτάζω και της χαμογελάω χωρίς να το θέλω.

-Ε τώρα μάλιστα ..της λέω με βραχνή φωνή και μισανοίγω τα χείλη μου.

Όχι ρε γαμώτο πάλι φλέρταρα τον Ντονατέλλο..

----

Προχωράω προς το γκρεμό και νιώθω τον Άλεξ να έρχεται με αργό ρυθμό απο πίσω μου. Είναι μαγευτικά. Τα αστέρια μακριά απο τα φώτα της πόλης φαίνονται απίστευτα έντονα. Και μυρίζει πεύκο και λεβάντα. Σε χαλαρώνει. 

Γυρίζω και τον κοιτάω ευτυχισμένα.

Εντάξει λιώνω που θέλει να μοιραστεί μαζί μου το αγαπημένο του μέρος..και είμαι και η πρώτη κοπέλα που φέρνει εδώ..ε νομίζω κάτι λέει αυτό..

Κάθομαι στην άκρη του γκρεμού και δαγκώνω μια μεγάλη μπουκιά απο το λουκάνικο μου.

-Μμμ..μουγκρίζω απο ευχαρίστηση. Δεν μου άρεσε και πολύ αλλά δεν θέλω να τον απογοητεύσω.

-Σου άρεσε?μου λέει με έκπληξη και τρώει μια μπουκιά απο το δικό του. 

Αναγκαστικά εγώ το τρώω, δεν υπάρχει κάτι άλλο εδώ πάνω. Αν και τόσες φορές που το έφαγα μάλλον το συνήθισα, μου λέει και δεν κρατιέμαι αλλά του χαμογελάω διάπλατα.

Ρε με θέλει αυτός..

-Εσύ μου είπες οτι έρχεσαι εδώ όταν πεινάς..τελικά μάλλον έρχεσαι γιατί είναι ξεχωριστά για σένα..και ευχαριστώ που θέλεις να το μοιραστείς αυτό μαζί μου..φαντάζομαι θα έρχεσαι εδώ , αφού τσακώνεσαι με τον πατέρα σου..φαντάζομαι θα θέλεις να..

Τον βλέπω να τινάζεται πάνω και να μου πετά στο κεφάλι το λουκάνικο του.

-Είσαι..είσαι βλάκας ?του λέω και θέλω να τον χτυπήσω.

-Μην μιλήσεις ξανά για τον πατέρα μου!

-Ωραία δεν ξαναμιλάω , πες το πιο ευγενικά όμως!του λέω και του εκσφενδονίζω το λουκάνικο μου στο κεφάλι του.

Άσε που ήταν χάλια..

Με κοιτά πολύ θυμωμένος και πάει να με αρπάξει .

-Πέθανες!

Ε όχι θα κάτσω να φάω ξύλο για ένα λουκάνικο!

Σηκώνω το πόδι μου και απροειδοποίητα του χώνω κλωτσιά στα πλευρά, τον βλέπω να γουρλώνει τα μάτια και απο τον φόβο μου πάω να του χώσω μια δεύτερη . Μου αρπάζει το πόδι στον αέρα με γυρίζει ανάποδα και του βάζω τρικλοποδιά. 

Σκάμε σαν τα καρπούζια και οι δυο κάτω.

Ο ένας πάνω στον άλλον. Και για την ακρίβεια , είναι απο πάνω μου.

Με πλακώνει..ανάσα δεν παίρνω.

Με πλησιάζει πολύ κοντά στο πρόσωπο μου και ξεφυσά.

Τόσο όμορφος. Απλα λιώνω και μου σφίγγεται το στομάχι και νομίζω πως δεν παίρνω ανάσα. Μπορεί και απο το βάρος του.

Θέλω να κλάψω μόνο απο την ένταση που προκαλεί στο σώμα μου.

Και δεν με έχει καν ακουμπήσει! Εννοώ ερωτικά..

-Είσαι οτι πιο εκνευριστικό..μου λέει και σκύβει και άλλο προς το πρόσωπο μου.

-Σου δημιουργώ α-ακραία αισθήματα..ε?του λέω και τον βλέπω να με κοιτά ξαφνιασμένος.

Παιδιά κρατάτε με το νιώθω..θα με φιλήσει.

Νιώθω την καυτή ανάσα του στο στόμα μου , ενώ είμαστε ξαπλωμένοι ο ένας πάνω στον άλλον κάτω στο χώμα. 

Αυτή είναι η στιγμή μου.

Με κοιτά ανέκφραστος και με περιεργάζεται.

Κλείνω τα μάτια.

Μου μουρμουρίζει σιγανά στο αφτί.

-Τι? του λέω όσο πιο λάγνα μπορώ.

-Μείνε ακίνητη, βλέπω την Σίσσυ και τον Μιχάλη..κρύψου ..πάω να χαιρετήσω, είδαν το αυτοκίνητο..

Ανοίγω τα μάτια διάπλατα και τον κοιτάω πληγωμένα.

-Κι εγώ?Πως θα γυρίσω?

-Ρε Ντονατέλο ..κάπως θα σε βολέψω ..

Τα νεύρα μου δεν υπάρχουν. Έτσι μου έρχεται να...

Μια ζωή ρε την έχουμε!Βούτα κορίτσι μου στα βαθιά και κέρδισε το αγόρι. Σε όλες τις ιστορίες που έχω διαβάσει, όταν η ηρωίδα τον φιλάει , εκείνος πάντα καταλήγει να της λέει πόσο ερωτευμένος ήταν και πόσο καλά το έκρυβε. Ε?

Ε τον αρπάζω απο τον αυχένα και ζουμπάω τα χείλη μου στα δικά του.

Τα χείλη του είναι ακίνητα..

Να χώσω γλώσσα?

Μμμ..δόντια νιώθω..

Απομακρύνομαι στο δευτερόλεπτο και τον κοιτάω να με κοιτά σοκαρισμένος.

-Ίου ! μου λέει και σκουπίζεται.

-Είσαι βλάκας!του λέω και ειλικρινά δεν ξέρω γιατί το έκανα αυτό.

-Κρύψου θα έρθω να σε πάρω όταν μπορέσω, μου λέει αγανακτισμένος.

-Είναι το πιο απαίσιο ραντεβού του κόσμου!του λέω και νιώθω τα δάκρυα να αναδεύονται στα μάτια μου.

-ΔΕΝ ΉΤΑΝ ΡΑΝΤΕΒΟΥ!!!τον ακούω να μου φωνάζει.

Σιγά να μην τον πιστέψω..





Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top

Tags: #xxx