καίγεσαι
"Τον λύκο λυπόμουνα συνήθως. Πως θα τα καταπιεί τόσα γουρουνάκια μονομιάς? Πάντα του το έλεγα και τον ρωτούσα. Έβαζε τότε το τριχωτό του χέρι μέσα στο άσπρο βρακάκι μου και με άγγιζε. Δεν αισθανόμουν τίποτε παρά μια ζέστη. Το δάχτυλο του πήγαινε και ερχότανε κι εγώ κοιτούσα τον λύκο. Λαχάνιαζε και ίδρωνε. Δεν με πείραζε και πολύ. Τώρα όταν με χαιδεύουν , πάντα σκέπτομαι τον λύκο και τον λυπάμαι"
Απο το βιβλίο η Κασσάνδρα και ο Λύκος
Eίμαι τόσο μικρή που τη νυχτικιά μου την πατώ. Στο κρεβάτι μου ανοίγω τα μάτια . Ακούγεται θόρυβος στο τζάμι. Στο μεγάλο τζάμι δίπλα απο το κρεβάτι μου. Σηκώνω τη νυχτικιά μου με τα δυο χέρια. Στέκομαι στο κρεβάτι όρθια. Κολλάω την μούρη μου στο γυαλί. Περιστέρια λευκά πετάνε στο σκοτάδι. Είναι όμορφα και λαμπυρίζουν. Τα περιστέρια κοντεύουν τα αστέρια . Τα περιστέρια αρπάζουν φωτιά και φλέγονται και απο τις σάρκες τους ξεπηδάει πύον και αίμα. Τα περιστέρια πύρινες μπάλες γίνονται και χτυπάν το τζάμι. Το τζάμι μου. Στο παράθυρο μου στοιβάζονται πύρινα περιστέρια ,σε λίγο δεν θα φαίνεται ο ουρανός. Φοβάμαι τόσο πολύ. Κοιτάω μακριά. Η γυάλινη τζαμαρία του Άλεξ στέκει απέναντι μου. Είναι χωμένη στο σκοτάδι. Ο Άλεξ πιάνει το φύλο του και με κοιτά.
"Καίγεσαι" μου ψιθυρίζει.
Ξυπνάω ιδρωμένη στο κρεβάτι μου και τρέχω στη τζαμαρία. Τα φώτα του κλειστά. Κοιτώ τον ουρανό. Σε λίγο χαράζει.
Επιστρέφω στο κρεβάτι μου και κοιτώ το ταβάνι. Η κόκκινη κουκκίδα μεγαλώνει. Έχει γίνει ένα βότσαλο μεγάλη. Και αναβοσβήνει σαν γιορτινό λαμπιόνι. Μια είναι εκεί μια σβήνει.
Κλείνω τα μάτια μου μα φοβάμαι να κοιμηθώ. Ανοίγω τα μάτια μου αλλά φοβάμαι να κοιτάξω.
Γαμώτο . Δεν έπρεπε να πετάξω τα Tavor. Tα χέρια μου τρέμουν.
(...)
-Φάε , μου λέει η Κάτια μέσα απο τα δόντια της. Και μου σπρώχνει ακόμη πιο μπροστά μου την ομελέτα. Ο Άλεξ τρώει ασταμάτητα. Και μιλά μόνο σαν καταπιεί. Μιλά στον πατέρα του. Σαν να μην συνέβη ποτέ τίποτα. Μια χαρούμενη οικογένεια. Γι αυτό άλλωστε τρώμε σήμερα όλοι μαζί. Διαταγή του Μαλτέζου. Eίναι η επιστροφή μας στην κανονικότητα.
Λιγοστεύει ο αέρας. Αναπνέω πιο αργά. Θα τα καταφέρω. Απλά να μην σκέφτομαι. Το έχω κάνει τόσες φορές.
Φυσιολογική Αρετή. Να είσαι φυσιολογική.
-Η δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος το κατέβασε απο το διαδίκτυο το βίντεο, λέει ο Μαλτέζος καθώς κόβει με μαχαιροπήρουνο μια φέτα μαρμελάδα.
Άραγε το είδε? Γυρνά το κεφάλι και με κοιτά. Τα μάτια του είναι γκρι στο χρώμα του μετάλλου. Τα μάτια του σκαλώνουν για μια μικρή στιγμή στο στήθος μου. Κι έπειτα με κοιτά στα μάτια με ένα ελαφρό μειδίαμα.
Το είδε. Και το ξέρει πως το ξέρω.
Ο Άλεξ είναι δίπλα του και τρώει ασταμάτητα. Το κάνει επίτηδες. Προσποιείται και αυτός τον φυσιολογικό.Την οσμίζομαι απο μακριά την προσπάθεια. Απο την υπερβολή. Υπερβολικά πεινασμένος, υπερβολικά χαλαρός, υπερβολικά δεν με κοιτάει. Ο γιος που τρώει πρωινό με τον πατέρα του. Μειδιάζω κι εγώ με την σειρά μου.
Όλοι φαντάζουμε τόσο φυσιολογικοί.
Τις φορές που με κοίταξε ήταν σαν να μην υπήρχα. Κανένα σημάδι πως θυμάται την χθεσινή βραδιά. Ο πατέρας του..υπονόησε πως ..πηγαίνει με άντρες..αλλά χθες..δεν μου φάνηκε να είναι ομοφυλόφιλος. Έδειχνε πως ..το ήθελε πολύ αυτό που κάναμε. Όπως κι εγώ.
Δεν με παίρνει να τον κοιτάω άλλο. Σκύβω το κεφάλι μου στο πιάτο μου. Η ομελέτα κάθεται ακούνητη στο πιάτο μου.
-Φάε..μου ψιθυρίζει η Κάτια καθώς μου τσιμπά το μπούτι κάτω απο το τραπέζι. Δυνατά, όπως μόνο αυτή τόσο καλά ξέρει.
Όταν ήμουν πιο μικρή αρνιόμουν πεισματικά να φάω. Ακόμη και όταν θύμωνε και μου άνοιγε το στόμα με το ζόρι και μου έχωνε βαθιά στο στόμα το φαγητό.
Τρία χρόνια δεν συμμετείχα σε μάθημα γυμναστικής. "Αβιταμίνωση"το είπε ο γιατρός. Τα κόκκαλα της μέσης δεν μπορούν να δέσουν.Είπε. Και απο τότε όποτε έρχεται μπάλα κατά πάνω μου αντι να την πιάσω , καλύπτω αυτόματα το πρόσωπο μου με τα χέρια μου. Τόσο αθλητικός τύπος είμαι.
Όταν άρχισε να με στολίζει με ηρεμιστικά πήρα εσαεί αναβολή και απο τα μαθήματα. Ήμουν διαρκώς σε μια γλυκιά νάρκη. Δεν ένιωθα τίποτα. Δεν συγκεντρωνόμουν σε τίποτα. "Αγχώδης διαταραχή"το είπε ο γιατρός στην Κάτια. Της είπα οτι μου φταίει αυτό που μου κάνει ο πατριός μου αλλά είπε πως είμαι όπως πάντα υπερβολική. "όλο παραμύθια είσαι"μου είπε. Η γλυκιά μου.
..
Τον υποχρέωσαν να με πάρει με το αυτοκίνητο. Να δείξουμε πως είμαστε ενωμένη οικογένεια είπε ο Μαλτέζος. Ο Άλεξ συμφώνησε και μου άνοιξε και την πόρτα να μπω. Αστείο. Στο σχολείο τώρα όλοι θα είναι μαζεμένοι και θα κοιτάνε το βιντεάκι . Και θα λένε πως ο Άλεξ ξεφτίλισε την κόρη της καθαρίστριας του.
Χαμογελάω.
Είσαι γενναία Αρετή?
Ναι είμαι.
Με κοιτά λοξά και νιώθω πως είναι εκνευρισμένος. Και χαμογελώ ξανά.
-Καλημέρα , του λέω σιγανά λες και δεν τρώγαμε πρωινό πριν δυο λεπτά μαζί. Σαν να τον βλέπω πρώτη φορά. Εξάλλου εκείνο όλο ήταν θέατρο.
-Μην .μιλάς. μου λέει μέσα απο τα δόντια του και κοιτά έξω τον ορίζοντα.
Δεν μπορεί να με αντιμετωπίσει. Μόνο όταν ήταν μέσα μου με άφησε να νιώσω οτι πονούσε. Χωρίς το σεξ είμαστε πάλι κομπάρσοι χωρίς ρόλους.
Κοιτάω το φαρδύ τζην του , το μαύρο φούτερ του. Τις φλέβες στα χέρια του. Ήταν χθες όμως μέσα μου. Ήταν χθες μέσα μου και μαζί δεν φοβόμασταν τίποτα. Ήμασταν ατρόμητοι, είμαι σίγουρη πως το σκέφτεται όσο εγώ.
Κοιτάω κι εγώ έξω. Τα δέντρα κουνιούνται γρήγορα και γλιστράνε το ένα μετά το άλλο. Νιώθω να ζαλίζομαι. Κλείνω τα μάτια και χαμογελώ. Αν τεντώσω το χέρι μου λίγο πιο εκεί , θα μπορούσα να τον αγγίξω.
-Κύριε Πετρίδη σταματήστε το αυτοκίνητο, τον ακούω να λέει με κοφτό ύφος ξαφνικά και αυτόματα ο οδηγός υπακούει.
Γυρνά και με κοιτά στα γρήγορα κι έπειτα κοιτά αδιάφορα μπροστά του.
"Κατέβα"
Τον κοιτάζω χωρίς να του μιλάω. Προσποιείται πως τίποτα δεν άλλαξε λοιπόν μεταξύ μας?
"Είναι μακριά το σχολείο ακόμη" του απαντώ ήρεμα αν και τον βλέπω πως είναι αναστατωμένος.
Τον βλέπω να με κοιτά βλοσυρά. Θυμώνει που του φέρνω αντίρρηση. Θυμώνει που αναπνέω δίπλα του. Θυμώνει που ξέρω. Νόμιζα όμως πως μαζί νικήσαμε την αδυναμία μας..γιατί δεν το βλέπει?
"Έχεις πόδια"λέει και ανασηκώνει τους ώμους αδιάφορα. Προσπαθεί να είναι φυσιολογικός. Του χαμογελώ ειρωνικά. Θα μπορούσαμε να τα έχουμε όλα . Εμείς οι δυο ένα..εγώ το ένιωσα χθες τόσο πολύ..ήμασταν ατρόμητοι..δεν γίνετε να μην το ένιωσε..
"Ναι έχω. "Ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου και την κλείνω πίσω μου με δύναμη.
Είναι τελικά πολύ δειλός για να ζήσει. Δαγκώνω τα χείλη μου δυνατά. Νιώθω τόση οργή..για όλα.
Και περίεργα ικανή για όλα. Μόνο αυτό ίσως φοβάμαι τώρα πια..Εμένα.
Περπατάω στην άκρη του δρόμου για ώρα κοιτώντας τα παπούτσια μου όταν ακούω την μηχανή του.
"Γειά σου φιλαράκι"ακούω την φωνή του Billy.
Tον κοιτάω στα μάτια. Με κοιτά κι εκείνος. Φαίνεται αγουροξυπνημένος. Είμαι σίγουρη πως δεν συνηθίζει να ξυπνά τέτοια ώρα. Τα ρούχα του είναι τσαλακωμένα και μυρίζει τσιγάρο. Φέρνει μηχανικά το χέρι του στα μαλλιά και τα διορθώνει.
"Τυχαία η συνάντηση?"του λέω και τον βλέπω πως είναι έτοιμος να μου δώσει μια απάντηση που είχε ήδη σκεφτεί. Ανοίγει τα σαρκώδη χείλη του και τα ξανακλείνει. Είναι όμορφος.
"Όχι. "μου λέει και βλέπω πως δεν περίμενε και ο ίδιος να το ξεστομίσει. Την αλήθεια.
Τίποτα δεν φοβάμαι. Εγώ θα ζήσω.
"Ωραία" του λέω και ξεκινώ να μπαίνω μέσα στο δάσος. Γυρνάω και τον κοιτώ.
"Έρχεσαι?" του λέω και του χαμογελώ. Του χαμογελώ γλυκά με φωτεινά μάτια. Την έχω δει αυτήν την έκφραση σε πολλούς ανθρώπους. Έτσι δεν θα χαμογελούσε μια φυσιολογική κοπέλα?
Πως περπατάνε οι φυσιολογικοί?
τον κοιτάω να με προφταίνει και βαδίζει δίπλα μου.
"που πάμε?" μου λέει σαστισμένος.
"έχει σημασία?"
"όχι"
Ωραία.
Πως αναπνέουν οι φυσιολογικοί άνθρωποι?
Βλέπω το στήθος του να ανεβοκατεβαίνει αργά και σταθερά. Στο λαιμό του έχει ένα περιστέρι. Σταματάω απότομα και τον πλησιάζω. Του χαιδεύω το λαιμό στο σημείο που έχει την μαύρη μελάνη. Νιώθω πως οι κόρες του διαστέλλονται και μια λάμψη καθρεφτίζεται στα μάτια του σαν βλέπει κάτι όμορφο.
"Κι εγώ θα ήθελα ένα περιστέρι για τατουάζ, ένα κόκκινο περιστέρι που φλέγεται"του λέω και οι άκρες των δαχτύλων μου χαιδεύει το ράμφος του περιστεριού.
Του φεύγει ένας αναστεναγμός.
Τόσο ..γλυκό. Υποθέτω.
"Θα.. σου το χτυπήσω εγώ..αυτή είναι η δουλειά μου, ζωγραφίζω κι εγώ βλέπεις, όχι σε τοίχους όπως εσύ, αλλά στο δέρμα, χρόνια τώρα, η αιτία που τα έσπασα με τον πατέρα μου, δεν έχουμε και τις καλύτερες σχέσεις"
Η ανάσα του βγήκε ακανόνιστη.
"Πάντα τόσο πολύ μιλάς?"του λέω και του χαμογελάω σαχλά. Όπως θα έκανε μια φυσιολογική κοπέλα μέσα σε ένα δάσος με έναν όμορφο άντρα.
Μου χαμογελά κι αυτός. Γοητευτικά.
Πως πηδιούνται οι φυσιολογικές κοπέλες?
Φέρνω τις άκρες των δακτύλων μου πάνω στα χείλη του. Μου τα φιλά διστακτικά. Το βλέμμα του είναι φωτεινό. Το φιλί του στα δάχτυλα μου ευγενικό.
"Θέλω να χαιδέψω όλα τα τατουάζ σου" του ψιθυρίζω και του χαμογελώ.
Όλα θα τα κάψω.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top