*prozac
Το γατάκι μου. Πρώτη φορά το έδειρα πολύ. Δεν έκλαιγε , με κοίταζε και γουργούριζε. Νόμιζε πως το χαιδεύω. Πήρα τα μανταλάκια για τα ρούχα και του τα έβαλα για σκουλαρίκια. Με κοιτούσε. Καταλάβαινε πόσο το αγαπώ. Ανάμεσα σε δυο κλωτσιές , έκλαιγα και το φιλούσα.
(απο το βιβλίο Η Κασσάνδρα και ο Λύκος)
Ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω χρυσούς κόκκους σκόνης να αιωρούνται σε μια αχτίδα φωτός. Σχεδόν νιώθω την ζέστη του ήλιου. Κλείνω τα μάτια μου για μια στιγμή μονάχα και το δωμάτιο μου τώρα είναι βυθισμένο στο σκοτάδι. Πάω να γυρίσω πλευρό όταν νιώθω έναν μεταλλικό γδούπο και ένα έντονο οξύ πόνο ψηλά στο χέρι μου.
"έριξε τον ορό" μια φωνή ξεπροβάλλει απο την αμορφία του σκοταδιού και τακούνια ηχούν στο δάπεδο. Κοιμάμαι πάλι.
Ο αέρας μου χαιδεύει τα βλέφαρα. Τα ανοίγω νωχελικά και βλέπω διάπλατα ανοιχτή την τζαμαρία.
"Μυρίζει άσχημα εδώ μέσα" λέει η Κάτια σε μια κυρία με άσπρη στολή.
Είναι αδύνατο να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά. Δεν μπορώ να εστιάσω σε μια σκέψη.
Η Κάτια μου λέει κάτι αλλά νιώθω τόσο ελαφριά που το σώμα μου το νιώθω να επιπλέει σε νερό.
"Να αυξήσεις την δόση "
"είναι ανήλικη κυρία Μαλτέζου"
"Ένα Prozac πάνω , ένα κάτω ..μην το κάνουμε θέμα"
Prozac .. σε θυμάμαι εσένα ..η Κάτια μου έχει ξαναδώσει. Όταν με έπιασε με το γατάκι μου στην μπανιέρα. Ήμουν δέκα ετών.
"Γιατί το πνίγεις το γατάκι?"μου είχε πει ξαφνιασμένα
"Έχει συνέχεια ανάγκη να το αγαπάνε μαμά, είναι τόσο πολύ αδύναμο" της είχα πει πολύ αθώα. Τότε ήταν που γνώρισα το Prozac. Την πέμπτη δημοτικού την είχα βγάλει στο θρανίο να κοιμάμαι. "Είναι χαζό " άκουσα μια μέρα να λέει η κυρία μου στον νέο γυμναστή μας.Εκείνος της έγνεψε καταφατικά. Τους πίστεψα.
Κοιτάω το δωμάτιο. Είναι άδειο. Πόση ώρα τα σκέφτομαι αυτά? Έχουν περάσει μέρες?
Κοιτάω μια μύγα να κάθεται πάνω σε ένα ποτήρι με γάλα.
Κοιμάμαι πάλι.
"Φιλαράκι την παλεύεις?"
Ανοίγω τα μάτια μου. Είναι απόγευμα. Εστιάζω στο πρόσωπο δίπλα μου. Κάθεται στο κρεβάτι πολύ κοντά μου. Έχει τατουάζ ένα περιστέρι. Σκουλαρίκι στην μύτη και στο φρύδι.
"Ο Billy είμαι φιλαράκι.." μου ψιθυρίζει. Μου χαιδεύει το χέρι. Το δάχτυλό του ακουμπά την γάζα του χεριού μου. Είναι λευκή. Είχα κόψει την φλέβα μου. Έτσι νομίζω. Είναι όνειρο η ζωή?
"Είσαι μέσα στην μαστούρα μωρό μου..μην παίρνεις οτι σου δίνουν.. και.."
σταματάει την φράση του και ξεφυσά
"δεν ξέρω..είναι λίγο περίεργη η φάση στο σπίτι σου..πρόσεχε πολύ ..κόψε αυτά που παίρνεις και κάντην απο εδώ" μου τα λέει ψιθυριστά στο αφτί μου
"Billy's smash" λέγεται το μαγαζί που χτυπάω τατουάζ , όταν φύγεις έλα να με βρεις
Προσπαθώ να βρω την δύναμη να εστιάσω σε αυτά που μου λέει. Οι λέξεις του σπάνε σε συλλαβές και ένας άτσαλος ήχος καταφθάνει στα αφτιά μου. Αλλά θέλω να του μιλήσω. Πρέπει να ρωτήσω .
Παίρνω μια μεγάλη ανάσα και προσπαθώ να βάλω λέξεις σε μια πρόταση. Αυτές χορεύουν στο νου μου και με δυσκολία τις πιάνω και τις βάζω να κάτσουν φρόνιμα.
"Ο..Ά-αλεξ που..είναι?"
Μου απάντησε? Που είναι ο Billy?Είναι βράδυ έξω. Νομίζω πως μέσα στον ύπνο μου άκουγα την φωνή του Μαλτέζου..ήταν και αυτό όνειρο? Με έπιανε απο το χέρι και μου έλεγε την ίδια φράση συνέχεια"..δική μου .." σαν προσευχή.
Με πονά το κεφάλι. Εστιάζω απέναντι στην κρεμάστρα.
"Σε άγγιξε ο μαλάκας?"
Στο όνειρο ακούω την θυμωμένη φωνή του Άλεξ.
Είναι δίπλα στο αφτί μου . Νιώθω τα χείλη του.
"Τον είδα ..δεν του είπες πως είσαι δική μου?Σε πήδηξε ο Billy? " Είναι θυμωμένος πολύ. Σκύβει πάνω μου. Μου ψιθυρίζει.
"Του αρέσει να πηδά τελειωμένες ?"
Τα όρια των ονείρων καίγονται. Νομίζω ζω διπλά και τριπλά όνειρα. Γιατί καθώς ανοίγω τα μάτια και βλέπω στο σκοτάδι την μορφή του Άλεξ, όταν για μια στιγμή τα κλείνω βλέπω το γυάλινο παράθυρο κι εγώ είμαι μικρή με πιτζάμα τεράστια και κοιτάω τα φλεγόμενα περιστέρια.
Ακούω συνέχεια το ίδιο τραγούδι
Νιώθω ένα διάτρητο πόνο στο κεφάλι .Ανοίγω τα μάτια και βλέπω τον Άλεξ να κοιτά την οθόνη του υπολογιστή.
Κουνάει ρυθμικά το κεφάλι του και βγάζει συγχρόνως την μπλούζα του.
"Τουλάχιστον να ακούω αυτό και όχι το στόμα σου"
Δεν ξέρω σε ποιόν μιλάει.
Βλέπω στο ημίφως το γυμνό στήθος του. Γυρνά και με κοιτά ενώ ακόμη κουνιέται χαλαρά στο ρυθμό της μουσικής.
" άκου και αυτό το γύρισμα στο τραγούδι..μμ..ωραίος" λέει και δεν καταλαβαίνω αν μιλά σε εμένα.
Βγάζει την φόρμα του και μένει με το μποξεράκι. Συνεχίζει να κουνιέται επαναληπτικά στο ρυθμό . Μοιάζει σαν η ένταση του κομματιού να εισχωρεί στο δέρμα του. Βάζει το χέρι μέσα στο μποξεράκι του και βγάζει το φύλο του έξω. Το χαιδεύει για μια στιγμή και με κοιτάει.
"Γουστάρω μωρό μου την συνέχεια της ιστορίας"
Μου λέει και ψάχνει κάτι στην τσέπη της φόρμας του. Βγάζει ένα πακέτο , τραβά ένα τσιγάρο και το ανάβει με σπίρτο.
Παίρνει μια βαθιά τζούρα και την αφήνει αργά καθώς ανασηκώνει το κεφάλι του προς τα πάνω
"ωραία αυτή η μαλακία" λέει ενώ κοιτά την καύτρα του. Κουνά το κεφάλι του ρυθμικά καθώς με το άλλο χέρι φέρνει το φύλο του στο χέρι και αρχίζει να την παίζει χαλαρά.
Προσπαθώ να ανασηκωθώ αλλά ζαλίζομαι υπερβολικά.
"Το παίζεις μαστουρωμένη μια εβδομάδα τώρα αλλά τον άλλον μια χαρά τον βόλεψες"
Ρουφάει ακόμη μια τζούρα . Κλειδώνει την πόρτα. Έρχεται κατά πάνω μου .
"Άλεξ ε..εγώ ..δεν.."
"Τι ..δεν?δεν πηδήχτηκες με τον Billy?" μου λέει και γελά.
"Πήρα σειρά στο μπουρδέλο της Αρετής κύριες και κύριοι"
Σφίγγει τα δόντια του . Ανεβαίνει στο κρεβάτι.
"Προσέχεις μωρό μου πως δεν την θέλω πολύ σκληρή.. δεν είμαι τελείως μαλάκας .. "
Με γυρίζει ανάποδα και προσπαθώ να αντισταθώ. Τα χέρια μου πέφτουν αδύναμα πάνω του και τον ακούω να γελά. Η μουσική νομίζω οτι παίζει μέσα στα αφτιά μου. Μου σηκώνει την νυχτικιά και μου κατεβάζει το εσώρουχο ως τα γόνατα. Η στάχτη απο το τσιγάρο του πέφτει στην πλάτη μου.
Τα λευκά περιστέρια καίγονται και χτυπάνε στο τζάμι.
"Καίγεσαι" μου λέει ο Άλεξ πίσω απο το γυαλί.
"Γαμώτο είσαι σφιχτή δεν μπαίνει, πάμε πάλι απο την αρχή"
Ανοίγω το παράθυρο και πιάνω στα χέρια μου ένα περιστέρι. Μου καίει τα χέρια. Του φιλώ το ράμφος.
Προσπαθεί ξανά.
"όχι απο πίσω"του φωνάζω .
Φιλάω όλα τα περιστέρια , καίγονται και πονάνε και τα κουρνιάζω μέσα μου . Και φλέγομαι και πετάω .
"Αχ" φεύγει ο ήχος του πόνου απο το στόμα μου. Πετά το τσιγάρο και πιέζει με το ένα του χέρι το κεφάλι μου στο μαξιλάρι. Δεν μπορώ να πάρω ανάσα.
"Τελικά έγινα σκληρός..πολύ...αφού με τρελαίνεις..δεν γινόταν διαφορετικά"
Το νιώθω. Τον νιώθω μέσα μου.
Ένα σύννεφο μαύρου καπνού παίρνει μορφή και κάθεται στην άκρη του κρεβατιού . Σχηματίζεται μπροστά στα μάτια μου. Έχει χρυσό δόντι και η ανάσα του βρωμάει.
Μπήγω τα νύχια μου στη σάρκα μου.
"όχι κλεψιές μωρό μου, μόνο εμένα θα νιώθεις" η φωνή του Άλεξ ακούγεται απο πίσω μου. Κατάλαβε οτι τον σκέφτομαι. Το κεφάλι μου χτυπά δυνατά το κεφαλάρι. Μου πιάνει το χέρι και μου το γυρνά με δύναμη.
"Ξέρεις την έκφραση είσαι σαν να κατάπιες μπαστούνι?" λέει το στόμα με το χρυσό δόντι στην άκρη του κρεβατιού.
"έριξα χώμα στο τάφο σου " του λέω
"θα ήθελες" μου απαντά ο Άλεξ και ο πατριός μου συνεχίζει να γελά
"Αρετή ήσουν καλό κορίτσι?" ακούγονται συγχρονισμένες οι δυο φωνές.
Ο Άλεξ πέφτει με δύναμη πάνω μου καθώς γρυλίζει βρισιές στο αφτί μου.
"είσαι τόσο ..απίστευτα.. τέλεια μωρό μου" μου λέει καθώς τελειώνει στην μέση μου.
Ήμουν δώδεκα ετών. Έγραφα έκθεση όταν μου έφυγαν χωρίς να το θέλω λερώθηκα πάνω μου. Τα παιδιά με έδειχναν με το δάχτυλο και γελούσαν. Η κυρία με χαστούκισε και με είπε βρωμιάρα.
Το προηγούμενο βράδυ είχα για ουρά ένα μπαστούνι.
Τικ τακ. Όνειρο μέσα σε όνειρο η ζωή όλη.
"Δεν έκανα σεξ με τον Billy.." του ψιθυρίζω και ξεφυσά.
Δεν απαντάει. Κοιτά τον τοίχο απέναντι ανέκφραστος.
"Συγνώμη..που ζήλεψα τόσο..απλά πες του να μην σε πλησιάζει" δαγκώνει το χείλος του. Μου χαιδεύει τα μαλλιά. Μυρίζει τσιγάρο.
Ανακάθομαι στο κρεβάτι . Ο Άλεξ δίπλα μου γυμνός γέρνει στο στήθος μου.
"Θέλεις να κοιμηθούμε παρέα?" μου λέει σχεδόν ντροπαλά.
"Θέλω"
Χτενίζω τα μαλλιά μου ασυναίσθητα και τον αγκαλιάζω.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top