Κεφάλαιο 45

Εγώ: Νεηθαν τι θες εδώ;;;;
Νεηθαν: Να πάρω το κορίτσι μου πίσω.
Εγώ: Το κορίτσι σου δεν είναι κορίτσι σου. Είναι κορίτσι του. Είπα τονίζοντας το του και έδειξα τον Πάνο
Νεηθαν: Αποκλείεται. Αριάννα ξύπνα. Ο Νεηθαν είμαι. Ο δικός σου Νεηθαν.
Εγώ: Εγώ όμως δεν είμαι η Αριάννα σου.
Νεηθαν: Κάποια μέρα θα καταλάβεις το λάθος σου και θα γυρίσεις γονατιστή σε εμένα.
Εγώ: Χαχα. Ας γελάσω.
Νεηθαν: Και δεν γελάς. Οταν όμως θα συμβεί αυτό που είχες δει και στο όνειρό σου δεν θα είμαι εκεί να σε προστατέψω.
Αυτό τώρα τι μου το θύμισε. Βούρκωσα...
Εγώ: Φύγε.
Νεηθαν: Τι;
Εγώ: Φύγε είπα. Είπα φωνάζοντας.
Νεηθαν: Εντάξει φεύγω. Αλλά όταν θα γίνει αυτό που σου είπα και πριν-
Δεν πρόλαβε να συνεχίσει γιατί έτρεξα κατά πάνω του και άρχισα να τον χτυπάω κλαίγοντας.
Πάνος: Αριάννα ηρέμησε. Μου έλεγε και μου ξανά έλεγε ο Πάνος αλλά εγώ τίποτα. Τον χτυπούσα και τον ξαναχτυπούσα ώσπου τον άφησα αιμόφυρτο στην άμμο. Σηκώθηκα από πάνω του και γύρισα και κοίταξα τον Πάνο. Ξανά ξέσπασα σε λυγμούς και μπήκα στην αγκαλιά του.
Πάνος: Σσσς. Ηρέμησε τώρα. Εγώ είμαι εδώ.
Εγώ: Δεν θέλω να σε χάσω ποτέ.
Πάνος: Δεν πρόκειται αγάπη μου.
Σ' αγαπώ πολύ και θα σ' αγαπώ για πάντα.
Εγώ: Αν δεν είχα εσένα μου λες τι θα έκανα;;
Πάνος: Ότι κάνεις και τώρα.
Εγώ: Σ' αγαπώ πολύ.
Πάνος: Κι εγώ αγάπη μου. Κι εγώ.
Μετά από όλα αυτά που έγιναν θες να πάμε για παγωτό;;
Εγώ: Φυσικά. Χάνω εγώ παγωτό;;
Είπα και αρχίσαμε να γελάμε.
Πάνος: Χαζούλα μου εσύ. Είπε και φίλησε στην μύτη.
Εγώ: Χαζέ μου εσύ. Είπα και του έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο. Περπατούσαμε ώσπου φτάσαμε σε μια καφετέρια.
Σερβιτόρα: Τι θα πάρετε;
Εγώ: Ένα παγωτό βανίλια, μπουένο και νουτέλα σε χωνάκι.
Πάνος: Το ίδιο.
Σερβιτόρα: Σε λίγο θα σας τα φέρουμε. Είπε και έφυγε σημειώνοντας την παραγγελία μας.
Πάνος: Θες να μου πεις τι εννοούσε ο Νεηθαν;; Αν θες.
Εγώ: Παλιά είχαμε ξανά τσακωθεί με τον Νεηθαν γιατί τον είδα να φιλιέται με μια παλιά μου συμμαθήτρια. Τότε θόλωσε το μυαλό μου και πήγα στο μπαρ. Ζήτησα από τον μπάρμαν να μου βάλει ένα ποτό και μετά πιάσαμε κουβέντα. Μου συστήθηκε ως Γιώργος και εγώ ως Αριάννα. Μετά κάναμε παρέα ώσπου ένα βράδυ, αφού τα είχαμε βρει με τον Νεηθαν, μου είχε πει να πάω σπίτι του. Όταν πήγα, είδα τον Γιώργο με ένα περίστροφο να προσπαθεί να σκοτώσει τον Νεηθαν. Εγώ δεν ήθελα και μπήκα στην μέση. Τότε εκείνος πυροβόλησε εμένα.
Γι' αυτό με είδες στο νοσοκομείο. Ο Νεηθαν μετά μου είχε πει ότι όσο ήμουν στην εντατική ο Γιώργος τον πήρε τηλέφωνο και του είπε ότι θα φύγει προσωρινά από τις ζωές μας και συγκεκριμένα την δική μου αλλά θα ξανά έρθει και θα κάνει λέει χειρότερα. Μετά εγώ είδε ένα όνειρο ότι και καλά πήγα στο πάρκο βόλτα και εκεί είδα τον Γιώργο. Σκότωσε έναν άνθρωπο και μετά με είδε που τον κοιτούσα. Ήρθε προς το μέρος μου και με έπιασε από τον λαιμό. Αυτό εννοούσε ο Νεηθαν. Ότι μπορεί ο Γιώργος να ξαναγυρίσει.
Πάνος: Και να γυρίσει εγώ εδώ θα είμαι, μην φοβάσαι.
Εγώ: Σε ευχαριστώ για όλα.
Πάνος: Εγώ σε ευχαριστώ που είσαι στη ζωή μου. Μου είπε και συγκινήθηκα. Δάκρυσα και τον πήρα αγκαλιά.
Εγώ: Σ' αγαπώ. Του ψιθύρισα στο αυτί.
Πάνος: Κι εγώ.
Ήρθαν τα παγωτά, τα πήραμε και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Φτάσαμε στο λιμάνι και κατεβήκαμε. Περπατούσαμε αγκαλιά και τρώγαμετο παγωτό μας. Τελειώσαμε και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Ξεκινήσαμε και στο αυτοκίνητο επικρατούσε μία ωραία ησυχία. Φτάσαμε στο σπίτι του Πάνου και μπήκαμε μέσα. Άφησα την τσάντα μου και πήγα στο δωμάτιό μας. Ξάπλωσα στο κρεβάτι και σκεπάστηκα με το πάπλωμα. Ήρθε και Πάνος και ξαπλώσαμε μαζί. Κοιμηθήκαμε μέχρι τις 7 το απόγευμα και μετά αφού ξυπνήσαμε πήγαμε βόλτα στην θάλασσα.
[...]
Έφτασε το βράδυ και ο Πάνος μαγείρεψε μακαρόνια με κιμά. Μόλις φάγαμε πήγαμε για ύπνο. Ήμουν πολύ κουρασμένη οπότε κοιμήθηκα γρήγορα.

Μετά από 2 μήνες
Σηκωθήκαμε το πρωί και κατεβήκαμε στην κουζίνα.
Εγώ: Να κάνω πρωινό να φάμε;
Πάνος: Φυσικά. Θα σε βοηθήσω και εγώ. Είπε και σηκώθηκε από την καρέκλα.
Αρχίσαμε να μαγειρεύουμε αλλά κάποια στιγμή που ήταν να στύψουμε τον χυμό, ο Πάνος έκανε μία μικρή βλακία και γίναμε λίγο χάλια. Αρχίσαμε να γελάμε και συνεχίσαμε να φτιάχνουμε το πρωινό.
Τελικά καταφέραμε να μαγειρέψουμε ένα ωραίο και νόστιμο φαγητό.
Φάγαμε:

και μετά πήγαμε στο σαλόνι. Καθίσαμε να δούμε τηλεόραση και Πάνος έφερε λίγο χυμό ροδάκινο.
Πάνος: Τι θες να κάνουμε το βράδυ;
Εγώ: Δεν με νοιάζει.
Πάνος: Οκ. Τότε θες να πάμε σε κανένα μπαράκι να πιούμε κάτι;
Εγώ: Ναι.
Πάνος: Οκ. Τότε να αρχίζεις να ετοιμάζεσαι κατά τις 8.
Εγώ: Εντάξει. 

Στις 8 το απόγευμα
Πήγα πάνω {στο δωμάτιό μου} και άνοιξα την ντουλάπα. Καθόμουν για ώρες ώσπου ήρθε πάνω ο Πάνος.
Πάνος: Κάποια θέλει βοήθεια;;
Εγώ: Νομίζω πως έχεις δίκιο.
Ήρθε και με βοήθησε. Μπορώ να πω έχει τέλειο γούστο. Μου βρήκε το τέλειο σύνολο.

Το φόρεσα και ο Πάνος μου είπε:
Πάνος: Σου ταιριάζουν γάντι. Είσαι κούκλα.
Εγώ: Ευχαριστώ.
Πήγα στο μπάνιο, βάφτηκα ελαφριά και βγήκα έξω. Μπήκαμε με τον Πάνο στο αυτοκίνητο. Φτάσαμε σε ένα μπαρ που είχαμε ξαναέρθει btw ήταν φανταστικό. Μπήκαμε μέσα και η δυνατή μουσική αντήχησε στα αυτιά μου. Καθίσαμε και παραγγήλαμε τα ποτά μας. Καθώς δεν μιλούσε κανείς ο Πάνος είπε:
Πάνος: Θες να πάμε μια βόλτα έξω;
Εγώ: Γιατί τι έγινε;
Πάνος: Νομίζω με πείραξε το ποτό. Θέλω λίγο αέρα.
Εγώ: Πάμε. Πήρα τα πράγματά μου και βγήκαμε έξω. Κάποια στιγμή άκουσα<<Αριάννα>> και γύρισα να δω ποιος ήταν. Δεν είδα κανέναν και γύρισα πάλι μπροστά μου. Την στιγμή εκείνη όμως άκουσα ένα πυροβολισμό. Γύρισα το κεφάλι μου τρομαγμένη και είδα τον Πάνο κάτω με αίματα παντού. Άρχισα να κλαίω και έτρεξα κοντά του. Έπεσα στα γόνατα και του φώναζα:
Εγώ: Πάνο Πάνο ξύπνα σε παρακαλώ.
Χτύπησε το κινητό μου και το έβγαλα από την τσέπη μου. Το σήκωσα και άκουσα μια φωνή, αρκετά κοντά μου, να μου λέει:
?: Ούπς....
Σήκωσα το κεφάλι μου και είδα τον Νεηθαν. Είμαι τόσο νευριασμένη. Έκανα τα χέρια μου γροθιές και έτρεξα κατά πάνω του. Άρχισα να τον χτυπάω ασταμάτητα στο στήθος. Εκείνος με πείρε αγκαλιά.
Εγώ: Άσε με. Παράτα με. Σε μισώ. Σε μισώ το καταλαβαίνεις. Είσαι ο χειρότερος. ΣΕ ΜΙΣΩΩΩΩΩΩΩΩ!!!!!!!!!
Του έλεγα συνέχεια κλαίγοντας.
Νεηθαν: Το ξέρω αλλά δεν μπορούσα να σε αφήσω με εκείνον. Έπρεπε κάπως εν σε πάρω πίσω και ο μόνος τρόπος ήταν αυτός. Είπε και με έβγαλε από την αγκαλιά του. Εγώ συνέχισα να τον χτυπάω.
Εγώ: Τον αγαπούσα και με αγαπούσε. Χάλασες ότι είχαμε. Είσαι ο χειρότερος άνθρωπος που έχω γνωρίσει. ΣΕ ΜΙΣΩΩΩΩΩΩΩΩ. Φώναξα δυνατά.
Πήγα στον Πάνο και τον πήρα αγκαλιά.
Εγώ: Ξύπνααααα. Σε παρακαλώ Πάνο. Ξύπναααα.
Έβγαλα το κινητό μου και κάλεσα ένα ασθενοφόρο. Ήρθε και τον πήραν. Μπήκα κι εγώ μαζί του μέσα. Του κρατούσα συνέχεια το χέρι.
Πάνος: Αριάννα...
Εγώ: Πάνο;;;; Είπα έκπληκτη. Δεν μπορεί.
Πάνος: Άκουσέ με. Ότι κι αν γίνει θέλω να ξαναφτιάξεις την ζωή σου και να ζήσεις όπως και τώρα. Είπε και έκλεισε τα μάτια του.
Εγώ: Πάνο; Πάνοοοοοο.
Ένας γιατρός με άκουσε και ήρθε. Με είδε κλαμένη και κατάλαβε. Προσπάθησε να τον επαναφέρει αλλά δεν έγινε τίποτα. Πέθανε. Δεν πρόκειται να του συγχωρέσω ποτέ του Νεηθαν αυτό που έκανε. Ο Πάνος πέθανε. Πρέπει δυστυχώς να το αποδεχτώ.

Γειά σας. Χρόνια πολλά. Χριστός Ανέστη. Ελπίζω να είστε όλοι καλά και να περάσατε όμορφα τις διακοπές του Πάσχα. Αυτά από εμένα. Θα τα πούμε στο επόμενο κεφάλαιο. Γειά. Φιλάκιαααα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top