Γράμμα πρώτο :Δεν μετάνιωσα στιγμή
<< Γράφω από τις φυλακές Κασσάνδρας,είμαι εδώ δώδεκα χρόνια πια. Σίγουρα κάτι σου λέει το όνομα Βασιλική Παπαντωνίου,το είχες δει στις ειδήσεις,μα πόσα να θυμάσαι και εσύ; Να σου φρεσκάρω την μνήμη,είμαι εκείνη που δολοφόνησε-δίχως ίχνος σεβασμού, όπως ειπώθηκε, μα και πώς να υπήρχε σεβασμός σε μια δολοφονία;να του μιλούσα στον πληθυντικό μήπως θα άλλαζε και κάτι;-τον έρμο τον άμοιρο τον σύζυγό της. Τον αθώο. Και όταν σε κάποια δίκη, ας είναι καλά εκείνος ο δικηγόρος,αποδείχτηκε πως αυτός που κείτεται στο χώμα τόλμησε και άγγιξε το παιδί μου,γύρισαν κριτές και άνευ πτυχίου δικαστές να ρωτήσουν "η μάνα του πού ήταν ;". Στη δουλειά. Εκεί ήμουν ,δεν θέλω να έχεις άλλο την απορία,θέλω να ξέρεις πια. "Γιατί δεν τον πήγε στην αστυνομία ;" ρώτησαν. Και σε ρωτώ γελώντας σχεδόν υστερικά:αν κάποιος έκανε εισβολή παρανόμως μέσα στο σώμα που είχες μέσα σου εννιά ολόκληρους μήνες,τι θα έκανες μάνα; Κι εσύ πατέρα αν άρπαζε κάποιος το παιδί σου και σε κάποια γωνία του έδινε το πιοτό της αμαρτίας,ένα ποτό που πρέπει να πιουν δύο άνθρωποι ξένοι όχι δύο που το ίδιο αίμα μοιράζονται,ειδάλλως είναι σαν να πίνουν το ίδιο το αίμα αυτό,δεν θα έκανες ότι εγώ ;Δεν θα έπαιρνες εκείνο το βράδυ ένα σίδερο βαρύ,όπως θα ήταν η καρδιά σου εκείνη την ημέρα την ολόκληρη,κι όπως θα ήταν μεθυσμένος και σκυμμένος πάνω από ένα άψυχο πια παιδικό κορμί θα σημάδευες κέντρο να μην σηκωθεί ποτέ πια; Και μετά δεν προσευχήθηκα,δεν ζήτησα συγχώρεση για την ψυχή του,γιατί εγώ δεν θα τον συγχωρήσω ποτέ. Ούτε ο ψυχολόγος του παιδιού θα το κάνει. Το ίδιο το παιδί ,ίσως,κάπου,κάποτε τόση δύναμη να έχει ήδη βρει. Εγώ δεν έχω αλλά ψυχικά αποθέματα και σε λίγο δεν θα έχω ούτε ψυχή. Δεν θα συγχωρήσει και εμένα εκείνος ο ψυχολόγος τελικά. Τόσα χρόνια σε ένα κελί,να ακούω κάθε μέρα ποινές από τυχαίους δικαστές. Μπορώ να ζητήσω συγγνώμη που δεν κατάφερα να μην υποκύψω,που ίσως τώρα να είμαι δειλή,που αφήνω το παιδί σε έναν κόσμο κρύο, μα συγγνώμη για τον φόνο αυτό δεν θα ζητήσω ποτέ και αν όντως ισχύει αυτό που λένε πως οι ψυχές συναντούν η μία την άλλη σε ένα νησί,θα τον κοιτάξω κατάμουτρα και θα του πω:δεν μετάνιωσα στιγμή>>
Αυτό το γράμμα γράφτηκε στο κελί μιας φυλακής από την Βασιλική Παπαντωνίου η οποία άκουσε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης μετά την δολοφονία του- όπως αποδείχτηκε- βιαστή συζύγου της. Θα ήθελε πολύ η Βασιλική να δημοσιευτεί το γράμμα αυτό σε μια εφημερίδα για να μάθει ο κόσμος της αλήθεια,μα ο εκδοτικός οίκος κάηκε,ο δικηγόρος έσκισε το γράμμα,η Βασιλική έκοψε την φλέβα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top