Οι Ήρωες των Πειρατών

Βασιλιάς Ιάκωβος: Ένας πολύ ισχυρός άνδρας και δίκαιος βασιλιάς προς το λαό του. Γιος και μοναδικός διάδοχος και του προηγούμενου βασιλιά. Λίγα χρόνια μετά τη στέψη του, ερωτεύθηκε την Αρχίατρο του, την Ιοκάστη, παντρεύτηκαν και έκαναν δυο γιους, τον Θοδωρή και τον Σίμο. Ήταν μια ευτυχισμένη οικογένεια και έκαναν πολλά ταξίδια, μαζεύοντας θησαυρούς και κάνοντας όλο και πιο πλούσιο το βασίλειο τους. Όλα αυτά τα πλούτη βέβαια έπεσαν στην αντίληψη του Βασιλιά των Βαρβάρων, ο οποίος τους κήρυξε πόλεμο και επιτέθηκε στο νησί τους. Έκλεψαν πολλούς από τους θησαυρούς, όσους δεν είχαν χρησιμοποιηθεί για να φτιαχτούν δυνατές πανοπλίες και όπλα, σκότωσαν αθώους και βίασαν. Οι Πειρατές παρόλα αυτά αντιστάθηκαν, πολέμησαν πολύ σκληρά και τους έδιωξαν. Ήταν ο πρώτος λαός σε όλα τα χρονικά των κατακτήσεων των Βαρβάρων που αντιστάθηκε σ' αυτούς και δεν κατάφεραν να τους κατακτήσουν, αλλά είχαν πολλές απώλειες. Ανάμεσα σε αυτές ήταν η Ιοκάστη, που επίσης πολέμησε βοηθώντας στη διάσωση των τραυματιών, καθώς και ο Πρίγκιπας Θοδωρής, ο διάδοχος μέχρι τότε του Ιακώβου και μόλις δεκαεφτά ετών. Όλα αυτά συνέβησαν ένα χρόνο πριν τα γεγονότα του Πολέμου των Τεσσάρων και του Κεντρικού Βασιλείου στα Πέντε Βασίλεια. Από τότε ο Ιάκωβος άλλαξε, κλείστηκε στον αυτό του και έδειξε ένα πρόσωπο σκληρό σε όλους, ενώ δεν ασχολούταν ούτε καν με τον άλλο γιο του, τον Σίμο, που ήταν μόλις δώδεκα όταν έχασε τη μητέρα και τον αδελφό του. Παράλληλα το νησί είχε γνωρίσει τη φτώχια και την εξαθλίωση, και μόνο στο Κάστρο οι άνθρωποι είχαν κάποια οικονομική άνεση. Ο Ιάκωβος τότε πήρε την απόφαση να κατακτήσει τα Πέντε Βασίλεια για τον πλούτο τους και επί πέντε συνεχόμενα χρόνια τους παρακολουθούσε με κατασκοπικά πλοία, ενώ χωρίς την έγκριση του κάποια πλοία ληστών επιτέθηκαν σε πλοία των Ανατολικών και των Δυτικών και τους έκαναν πειρατεία. Επίσης κάποια πλοία κατάφεραν και αποβίβασαν κατασκόπους στις ακτές, οι οποίοι εισέβαλαν μυστικά και στα ενδότερα των βασιλείων και μάζεψαν πληροφορίες. Μια μέρα, έμαθε πως πλησίαζαν τα γενέθλια του Πρίγκιπα Κώστα της Δύσης και θα γινόταν μεγάλη γιορτή στο Παλάτι, που βρισκόταν σχετικά κοντά στο Λιμάνι τους, και πως όλες οι βασιλικές οικογένειες θα βρίσκονταν εκεί.

Όρισε τον Σίμο επικεφαλή και διέταξε να πάει με το πλοίο του και με κατασκόπους, μαζί και τον Αρχηγό τους, τον Λουκά, να απαγάγουν κάποιον απ' τη βασιλική οικογένεια, τους οποίους είχαν μάθει να ξεχωρίζουν από το ντύσιμο κλπ. Η αποστολή στέφθηκε με επιτυχία, καθώς λίγες μέρες μετά ο Σίμος επέστρεψε με την Ανθή. Ο Ιάκωβος έστειλε το μήνυμα στα Πέντε Βασίλεια και τους απείλησε πως αν παρέδιδαν τα βασίλεια τους, θα τους έδινε πίσω την Ανθή και θα τα κατακτούσε αναίμακτα. Δεν κατάφερε όμως να αποφύγει τον πόλεμο, καθώς και οι πέντε βασιλιάδες αρνήθηκαν και του κήρυξαν πόλεμο. Έγινε ναυμαχία στην οποία συμμετείχε κι ο ίδιος, αφήνοντας πίσω τον Σίμο, που είχε αρχίσει να ερωτεύεται την Ανθή. Σε μια μάχη της ναυμαχίας, μονομάχησε με τον Πρίγκιπα Κώστα της Δύσης και τον Βασιλιά Περικλή του Βορρά, ο οποίος τον έφερε σε δύσκολη θέση, έτσι ο Ιάκωβος είπε ψέματα πως είχε βιάσει την Ανθή και το ίδιο έκανε κι ο γιος του στο Παλάτι, για να τους μειώσει το ηθικό. Όντως οι Πέντε Στόλοι αποχώρησαν, δίνοντας του έτσι την εντύπωση πως είχαν παραδοθεί. Ο Ιάκωβος επαναπαύτηκε, δεν ήθελε να βιαστεί να πάει για την τελική κατάκτηση των Πέντε Βασιλείων, και δεν κατάλαβε πως εκείνοι σχεδίαζαν και κάτι άλλο. Δύο μέρες πριν αναχωρήσει τελικά για τα Πέντε Βασίλεια, εκείνα του έκαναν ξαφνική επίθεση μέσα στη νύχτα, εισβάλλοντας μυστικά στο Κάστρο. Ο Ιάκωβος πολέμησε για λίγο, όμως βρήκε τον Περικλή και του ζήτησε να δείξει κατανόηση και να του δώσει μερικές ώρες να προετοιμαστεί καταλλήλως για να γίνει η μάχη πιο δίκαια. Ο Περικλής δέχθηκε και την επόμενη μέρα το πρωί ξεκίνησε καινούργια μάχη με τα Πέντε Βασίλεια να έχουν το προβάδισμα. Πολέμησαν για μερικές μέρες και οι Πέντε Στρατοί ήταν έτοιμοι να εισβάλλουν και στο κτήριο του Παλατιού, έχοντας τους σπρώξει προς τα πίσω, όμως ο Ιάκωβος δεν έλεγε να παραδοθεί. Δεν κέρδιζε κανένας στην ουσία, αφού όλοι είχαν χάσει πάρα πολλούς. Τελικά, ο Ιάκωβος αλληλοσκοτώθηκε με τη Χριστίνα, τη Στρατηγό της Ανατολής, καθώς εκείνη έσωσε τον Στρατηγό Δημήτρη της Δύσης από το σπαθί του Ιακώβου, έτσι λίγο μετά το θάνατο του έληξε ο πόλεμος.

Πρίγκιπας Σίμος: Το δεύτερο παιδί του Ιάκωβου και της Ιοκάστης, πάντα καλόκαρδος και πρόθυμος να βοηθήσει. Έχασε τη μητέρα και τον αδελφό του στον πόλεμο με τους Βαρβάρους, και δεν είχε από πουθενά στήριξη αφού ο πατέρας του έχανε μέρα με τη μέρα τον εαυτό του. Μεγαλώνοντας, ο Σίμος βρέθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη διάδοχος του θρόνου, χωρίς να είναι καθόλου προετοιμασμένος για αυτό, ενώ ήταν σίγουρος πως ο πατέρας του θα προτιμούσε τον αδελφό του και δεν τον έβλεπε ως αντάξιο διάδοχο. Όταν του ανακοίνωσε το σχέδιο του να κατακτήσει τα Πέντε Βασίλεια, δεν είχε παρά να τον ακολουθήσει και να εκτελέσει τις διαταγές του, ενώ διαφωνούσε κρυφά, καθώς θαύμαζε τα Πέντε Βασίλεια έχοντας διαβάσει πολλές ιστορίες με αυτά. Το πλοίο του απήγαγε την Ανθή, την οποία ο Σίμος προστάτευσε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής από το «πεινασμένο» πλήρωμα του, παίρνοντας την στην καμπίνα του. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο Κάστρο, ήρθε σε ρήξη πολλές φορές με τον πατέρα του και του αντιστάθηκε για πρώτη φορά, κάνοντας τον έξαλλο, όχι μόνο για τη διαφωνία του να κατακτήσουν τα Πέντε Βασίλεια, αλλά επίσης και επειδή ο έρωτας που είχε αρχίσει να γεννιέται με την Ανθή, έγινε αντιληπτός. Παρόλα αυτά δεν είχε τη δύναμη να σταματήσει τα σκοτεινά του σχέδια. Σε όλες τις μάχες έμεινε πίσω στο Κάστρο, για να προσέχει την Ανθή, αλλά και επειδή ο Ιάκωβος δεν τον εμπιστευόταν να πολεμήσει στο πλάι του. Αγαπήθηκαν δυνατά μέσα στο χρονικό διάστημα που έμειναν μαζί, έχοντας όμως ελάχιστες ελπίδες.

Στην τελευταία μάχη, ο Περικλής κι ο Αλέξανδρος όρμησαν μέσα στο δωμάτιο και πάλεψαν με τον Σίμο, αλλά και με την Ανθή η οποία μπήκε στη μέση για να τον υπερασπιστεί και να τους αφήσουν να τους εξηγήσουν ότι αγαπιούνταν αληθινά, πράγμα το οποίο άργησε να γίνει αποδεκτό ειδικά από τον Περικλή. Τελικά ανακοίνωσαν στον Σίμο πως ο πατέρας του είχε πεθάνει και πως αυτός έπρεπε να αναλάβει τα καθήκοντα του ως βασιλιάς των Πειρατών και να λήξει τον πόλεμο, καθώς ο Στρατηγός Μάρκος δεν τα παρατούσε. Ο πόλεμος έληξε και τα Πέντε Βασίλεια κατέληξαν σε συμφωνία συμφιλίωσης με τους Πειρατές και ο Σίμος ζήτησε την Ανθή σε γάμο, όμως ο Περικλής αρνήθηκε. Λίγο μετά, τον έπεισε τελικά η Ανθή, αφού ρίσκαρε τη ζωή της πηδώντας στη θάλασσα για να φτάσει στο καράβι του Σίμου, όταν τους αποχαιρετούσαν. Ο Σίμος και η Ανθή παντρεύτηκαν στο Βόρειο Βασίλειο ένα χρόνο μετά και η στέψη της Ανθής σε Βασίλισσα των Πειρατών έγινε στο Νησί των Πειρατών. Μετά το γάμο, ο Σίμος και η Ανθή ταξίδεψαν σ' όλα τα τριγύρω νησιά εκτός απ' τα Βαρβαρονήσια. Τέσσερα χρόνια μετά το γάμο τους, η Ανθή θέλησε να διασχίσουν τον Μέγα Ανατολικό Ωκεανό με σκοπό να ψάξουν να βρουν τον θείο της, τον Νίκο, για να κάνει χαρούμενη τη μητέρα της, όμως ο Σίμος της αρνήθηκε όπως είναι λογικό, έτσι η Ανθή τον «απήγαγε» και ετοίμασε πλοίο με δικές τις διαταγές για να ταξιδέψουν. Πέρασαν πολλούς κινδύνους και περιπέτειες, ναυάγησαν σε ένα νησί στο οποίο έμειναν για αρκετούς μήνες και στο οποίο η Ανθή γέννησε το πρώτο τους παιδί στο οποίο έδωσαν το όνομα του αδελφού του Σίμου, Θοδωρής, για να καταφέρουν να χτίσουν καινούργιο πλοίο και να φύγουν από εκεί ένα χρόνο μετά. Η Ανθή γέννησε το δεύτερο παιδί τους, την Ιοκάστη, εν πλω και τελικά έφτασαν στη Χώρα του Φεγγαριού. Ήταν οι πρώτοι ταξιδιώτες που κατάφεραν να φτάσουν εκεί και επέστρεψαν για να το πουν σε όλους, και θα γραφτεί ξεχωριστό βιβλίο με αυτές τις περιπέτειες τους αναλυτικά.

Πριγκίπισσα Ανθή: Η δυναμική και ατίθαση Πριγκίπισσα του Βορρά που έγινε Βασίλισσα των Πειρατών. Ήταν το τρίτο παιδί της Κάτιας και του Λεωνίδα, δέκα χρόνια μετά τα δίδυμα. Αυτή η διαφορά ηλικίας τους έκανε πάντα υπερπροστατευτικούς μαζί της παρά το μίσος που υπήρχε μεταξύ τους, και ειδικά από τότε που έχασαν τον πατέρα τους. Η Ανθή δεν μπορούσε ποτέ να καθίσει ήσυχη και πολλές φορές έφευγε απ' το παλάτι και πήγαινε σε αλάνες φορώντας παντελόνια για να παίξει ποδόσφαιρο με τα αγόρια. Στους Πολέμους των Τεσσάρων Βασιλείων και του Κεντρικού, ήταν μόλις δέκα χρονών και ονειρευόταν να πάει κι εκείνη κάποτε να πολεμήσει, χωρίς να έχει ιδέα για το πραγματικό πρόσωπο του πολέμου. Στα δεκαπέντε της ξεκίνησε η περιπέτεια εκείνη η οποία την έκανε να ωριμάσει, όταν ο Λουκάς με τους κατασκόπους του και το καράβι του Σίμου την απήγαγαν και την πήραν στο νησί τους ως «δόλωμα». Ο πρίγκιπας Σίμος την προστάτευσε απ' την αρχή και ερωτεύθηκαν με τον καιρό κατά τη διάρκεια του πολέμου. Όταν ο πόλεμος έφτασε κυριολεκτικά κάτω απ' το Παλάτι, τότε είδε η Ανθή το πραγματικό του πρόσωπο. Στην τελευταία μάχη τα αδέλφια της όρμησαν στο δωμάτιο του Σίμου και πάλεψαν μαζί του. Στην προσπάθεια της να τον βοηθήσει, η Ανθή πήρε σπαθί και μονομάχησε με τον Αλέξανδρο, ο οποίος παρατήρησε ότι μαχόταν σαν κανονική πολεμίστρια. Και λογικό ήταν, εφόσον έκανε κρυφά μαθήματα ξιφομαχίας με την Έλσα. Τελικά, εκείνη κι ο Σίμος κατάφεραν να στριμώξουν τα αδέλφια της και να τους εξηγήσουν πως δεν έγινε τίποτα ενάντια στη θέληση της, πως ο Σίμος δεν ήθελε ούτε αυτός τον πόλεμο και, τέλος, πως αγαπήθηκαν δυνατά. Αυτό το τελευταίο τα αδέλφια δεν μπόρεσαν να το δεχθούν, αλλά πείστηκαν τελικά με την ριψοκίνδυνη ενέργεια της Ανθής να πέσει στη θάλασσα με τους καρχαρίες για να φτάσει στο καράβι του Σίμου, την ημέρα που έφευγαν για πίσω στο σπίτι. Ο Αλέξανδρος ως ο πιο ανοιχτόμυαλος ήταν πάντα πιο ελαστικός μαζί της, οπότε το είχε ήδη δεχθεί, χρειάστηκε όμως η παρέμβαση της Άννας για να πείσει τον Περικλή να γίνει ο γάμος με τον Σίμο.

Ο γάμος και η στέψη της έγιναν τελικά ένα χρόνο μετά, ενώ ο Λουκάς και ο Ματθαίος, που είχαν φερθεί άσχημα στην Ανθή κατά τη διάρκεια της απαγωγής της, έτρεμαν μην τυχόν και τους τιμωρήσει. Η Ανθή όμως τους συγχώρεσε, κερδίζοντας και τη δικιά τους εμπιστοσύνη εκτός από του Σίμου. Πήγαν γαμήλιο ταξίδι στο εξωτικό Μικρονήσι, αλλά έκαναν κι άλλα ταξίδια στα τριγύρω ελεύθερα νησιά. Η ιδέα της Ανθής να διασχίσουν τον Μέγα Ανατολικό Ωκεανό τριγύριζε συνεχώς στο μυαλό της και κατέληξε να της γίνει εμμονή, ειδικά τη στιγμή που ο Σίμος της αρνιόταν κατηγορηματικά. Τελικά, διέταξε τον Ματθαίο και τον Λουκά να τη βοηθήσουν να διοργανώσει ένα σχέδιο, να «απαγάγουν» τον Σίμο και να τον βάλουν σε καράβι για να φύγουν, αφού πρώτα είχαν ετοιμάσει έναν μίνι στόλο με καράβια με πολλές προμήθειες. Ο Αρχικατάσκοπος και ο Ναύαρχος στην αρχή αρνήθηκαν, όμως τους απείλησε πως θα «θυμηθεί» την απαγωγή της και ειδικά το γεγονός ότι ο Λουκάς την είχε χτυπήσει, έτσι κατάφερε να τους πείσει. Ο Λουκάς έφτιαξε ένα ισχυρό υπνωτικό, άρπαξαν τον Σίμο και όταν εκείνος ξύπνησε, βρίσκονταν ήδη μίλια μακριά από την ακτή. Έγινε έξαλλος και διέταξε το στόλο να γυρίσει πίσω, αφού τσακώθηκε με την Ανθή, όμως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατον γιατί τα ρεύματα ήταν πολύ ισχυρά και ο αέρας τους έσπρωχνε όλο και πιο ανατολικά. Ο Σίμος έκανε αρκετό καιρό να συγχωρήσει την Ανθή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους, ώσπου αποδέχτηκε τελικά ότι έτσι είχαν τα πράγματα τώρα και αυτό που είχε σημασία ήταν να επιβιώσουν. Εν τω μεταξύ στο Βασίλειο των Πειρατών, η Ανθή είχε ορίσει επικεφαλή τον Στρατηγό Μάρκο, πληρώνοντας τον αδρά για να δεχθεί, είχε στείλει όμως γράμμα και στη Σουλτάνα Έφη της Ανατολής να έχει το νου της , γιατί δεν ήξερε αν έπρεπε να εμπιστευτεί τον Μάρκο για αυτό το σκοπό. Δεν έστειλε στους συγγενείς της στα υπόλοιπα βασίλεια, για να μην τους στενοχωρήσει ή ανησυχήσει. Στο ταξίδι αυτό η Ανθή γέννησε τα παιδιά της και ανακάλυψαν τελικά έναν τελείως διαφορετικό κόσμο, έναν άλλον πολιτισμό, τη Χώρα του Φεγγαριού. Το αν βρήκαν τον Νίκο κι αν επέστρεψε κι εκείνος μαζί τους, αυτό θα το μάθουμε σ' άλλο βιβλίο!

Στρατηγός Μάρκος: Πολύ ισχυρός στρατηγός, ακολούθησε πιστά τον Ιάκωβο και το όνειρο του να κατακτήσει τα Πέντε Βασίλεια, έχοντας κι ο ίδιος ζήσει τη φρίκη του Πολέμου με τους Βαρβάρους και βλέποντας τα επακόλουθα του. Πολλές φορές φερόταν άσχημα ακόμα και στους αξιωματικούς του, κοιτάζοντας τους υποτιμητικά και θεωρώντας τους άχρηστους, καθώς ο ίδιος προερχόταν από πλούσια Πειρατική οικογένεια και έβλεπε τους περισσότερους «κοινούς θνητούς» ως άξεστους. Όταν ο Βασιλιάς Ιάκωβος έπεσε στη μάχη, δεν διέταξε υποχώρηση όσο κι αν επέμεναν οι αξιωματικοί, ακόμα και ο Λουκάς, που στην αρχή ήθελε τον πόλεμο. Ο Μάρκος γνώριζε πως αυτό θα ήθελε ο βασιλιάς του, για αυτό το λόγο δεν έληγε τον πόλεμο. Δεν περίμενε όμως οι δίδυμοι πρίγκιπες του Βορρά και του Νότου να εισβάλλουν στο Παλάτι και να ειδοποιήσουν τον Σίμο σχετικά με όλα αυτά, έτσι όταν εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά του, ο Μάρκος τα έχασε και ικέτευσε για συγχώρεση, συνειδητοποιώντας ότι βρισκόταν σε μειονεκτική θέση καθώς ο Σίμος ήταν πλέον ο βασιλιάς του. Ο Σίμος τον συγχώρεσε τελικά, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του. Η μεγαλοψυχία του τον άγγιξε και στο εξής υπηρέτησε εκείνον πιστά και τη Βασίλισσα Ανθή αργότερα. Όταν η Ανθή του ανακοίνωσε πως θα έφευγαν με τον Σίμο για το άγνωστο στο Μέγα Ανατολικό Ωκεανό, ήταν λίγο δύσκολο να πειστεί, ώσπου του πρόσφερε εκτός από τη θέση του προσωρινού βασιλιά, αρκετά χρήματα. Κατά τη διάρκεια της απουσίας τους ο Μάρκος αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στη διαταγή της Βασίλισσας του να μην πάρει μόνιμα το θρόνο, και στη δική του δίψα για εξουσία που ολοένα και αυξανόταν. Δεν άφησε να τον τυφλώσει όμως και τελικά επικράτησε το καθήκον, καθώς όταν οι βασιλιάδες του τελικά επέστρεψαν πέντε χρόνια μετά, όλα τα βρήκαν όπως τα άφησαν.

Ναύαρχος Ματθαίος: Προέρχεται από φτωχή οικογένεια και πολέμησε κι εκείνος με το στόλο του ενάντια στους Βαρβάρους, καθώς και με εκείνους έγινε πρώτα ναυμαχία πριν καταφέρουν να μπουν στο βασίλειο. Τα καράβια του υπέστησαν τεράστιες ζημιές και κάποια βυθίστηκαν ολοσχερώς, όμως κατάφερε και έστησε ξανά έναν ισχυρό στόλο ικανό να αντιμετωπίσει τα Πέντε Βασίλεια. Σαν χαρακτήρας ήταν αρκετά άξεστος και αμόρφωτος κι έβλεπε τις γυναίκες σαν κατώτερες. Μετά τη βασιλεία του Σίμου και τη στέψη και της Ανθής ωστόσο, άλλαξε τελείως απόψεις. Υπηρέτησε πιστά το βασιλικό ζεύγος και συμμετείχε στο μεγάλο τους ταξίδι στον Μέγα Ανατολικό Ωκεανό ρισκάροντας τη ζωή του.

Αρχηγός Κατασκόπων Λουκάς: Επίσης άξεστος και αμόρφωτος πειρατής, έβλεπε κι αυτός τις γυναίκες ως κατώτερες και γενικά οι απόψεις του ήταν παρόμοιες με εκείνες του Ματθαίου, για αυτό και οι δυο τους ήταν φίλοι. Ως κατάσκοπος ήξερε να χειρίζεται πολύ καλά τόσο το σπαθί και να κάνει μυστικές επιθέσεις, όσο και το τόξο από μακριά. Είχε εξαιρετικές ηγετικές ικανότητες για αυτό και ο Ιάκωβος τον επέλεξε για Αρχικατάσκοπο. Ήταν απόλυτα πιστός στον βασιλιά του παρά το γενικά αντιδραστικό χαρακτήρα του και εκτελούσε κατά γράμμα τις διαταγές του. Έστειλε πολλά κατασκοπικά πλοία στα Πέντε Βασίλεια πριν ξεσπάσει ο πόλεμος και συμμετείχε κι ο ίδιος σε αρκετές αποστολές. Μία από αυτές ήταν και η απαγωγή της Ανθής. Όταν οι Πέντε Στρατοί μπήκαν στο Κάστρο και είχαν σπρώξει το στρατό των Πειρατών ως το Παλάτι, ο Λουκάς παρόλο που ήταν πιστός στον βασιλιά του κατάλαβε πως έχαναν και ότι έπρεπε να αποχωρίσουν, κι όταν ο Βασιλιάς Ιάκωβος έπεσε στη μάχη εκλιπαρούσε τον Μάρκο να λήξει τον πόλεμο. Όταν έγινε βασιλιάς ο Σίμος, του ορκίστηκε αιώνια πίστη και αφοσίωση. Το ίδιο ορκίστηκε αργότερα και στην Ανθή, όταν στέφθηκε βασίλισσα, για να μην τον τιμωρήσει για τον τρόπο που της είχε φερθεί όταν την απήγαγε. Έτσι αναγκάστηκε υπό τις απειλές της να οργανώσει την απαγωγή του Σίμου για το μεγάλο ταξίδι στο οποίο συνόδευσε κι ο ίδιος το βασιλικό ζεύγος, αφήνοντας άλλον Αρχηγό Κατασκόπων στη θέση του.

Ξυλοκόπος Μάνος: Γεννήθηκε στο Βόρειο Βασίλειο, από φτωχή οικογένεια, αγάπησε όμως μια κοπέλα πλούσια. Όταν εκείνη δέχθηκε να παντρευτεί κάποιον όμοιο της πλούσιο και ράγισε την καρδιά του Μάνου, εκείνος αποφάσισε να φύγει μια για πάντα για να την ξεχάσει, εφόσον και οι γονείς του δεν ζούσαν πια και ήταν μόνος του. Εξόρισε τον εαυτό στο Νησί των Πειρατών, έχτισε ένα σπίτι σε ένα δάσος το οποίο εκτεινόταν ως την παραλία και έκοβε ξύλα για να ζήσει. Ήταν πολύ καλός στη δουλειά του και προμήθευε όλο το βασίλειο με ξυλεία, ακόμα και το Παλάτι, έτσι τον γνώριζαν όλοι. Κάποια στιγμή έφτασε στο νησί ένας συμπατριώτης του Βόρειος, ο Μάριος, με τον οποίο γνωρίστηκαν στο Λιμάνι μια νύχτα, ήπιαν μαζί και εξομολογήθηκαν ο ένας στον άλλον την ιστορία του. Ο Μάριος ήταν στην ουσία Πρίγκιπας του Βορρά, ο οποίος έφυγε για να γλιτώσει τη ζωή του από εχθρούς της βασιλικής οικογένειας και έχτισε ένα πανδοχείο σε ένα μέρος του Ανατολικού βασιλείου που ονομαζόταν Ερημιά. Δέθηκαν μεταξύ τους εκείνο το βράδυ και ο Μάνος τον φιλοξένησε στο σπίτι του. Έγιναν καλοί φίλοι και του είπε πως αν ποτέ στο μέλλον τον χρειαζόταν για οτιδήποτε, θα τον βοηθούσε. Και έτσι έγινε, όταν λίγα χρόνια μετά ο Μάριος επέστρεψε στο Νησί των Πειρατών με τους Αρχηγούς των Κατασκόπων και ζήτησε τη βοήθεια του Μάνου, όχι μόνο προς εκείνον αλλά και προς τα Πέντε Βασίλεια γενικότερα. Ο Μάνος βοήθησε στη μυστική εισβολή και πολέμησε με το μέρος των Βορείων μαζί με το καλό του φίλο ντυμένοι στα κόκκινα. Μετά τον πόλεμο εξακολούθησε να μένει στην Παραλία του και να ασκεί το επάγγελμα του ξυλοκόπου.

********************************************************

Αυτό ήταν και το κεφάλαιο με τους ήρωες (και αντιήρωες) του Νησιού των Πειρατών. Ποια ιστορία σας άρεσε περισσότερο; 

Πώπω, τελειώσαμε κιόλας; Αυτά ήταν λοιπόν τα κεφάλαια με τις ιστορίες όλων των ηρώων από όλα τα γνωστά βασίλεια που γνωρίσαμε ως τώρα στη σειρά. Μη μου ζητήσετε να κάνω και για άλλο βιβλίο βασισμένο στη σειρά ή για άλλη εποχή (πχ Μεσαίωνας), γιατί ήταν πραγματικά μια κουραστική δουλειά να καθίσω να σκεφτώ και να γράψω ιστορίες για όλους αναλυτικά και δεν ξέρω αν θα κάνω και για άλλο βιβλίο για την ώρα. 

Σίγουρα πάντως, θα γνωρίσουμε κι άλλους ήρωες στο μακρινό παρελθόν στο βιβλίο μου "Το Απέραντο Λευκό", αλλά και στη σύγχρονη εποχή που εκτυλίσσεται η ιστορία "Μαγικός". Ελπίζω να σας δω και εκεί 

😘😘❤

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top