Κεφαλαιο 65ο

Τώρα.
Ορφέας,22 ετών.

<<Μία φορά και έναν καιρό υπήρξε μια πριγκίπισσα ,που περπατούσε ανάμεσα σε δύο κόσμους.Τον πραγματικό και εκείνον των ονείρων ,>>η φωνη της Ηρως ξεδιπλωνε τις λεξεις..

Καθισμένοι στο σαλόνι πάνω στο τραπέζι είχαμε απλώσει τα παιδικά βιβλία που έγραφε η μητέρας της.

Είχε σχεδόν ξημερώσει.Ο Γαβριήλ δεν είχε βγει από το δωμάτιο του,παρα μόνο για λίγο οταν ηρθε επιτελους η Ολιβ. Κατέβηκε να πάρει τη Ξένια που κοιμοταν στο υπόγειο για να την πάει στο κρεβάτι του.
Η Ολιβ κατέβηκε μετά από λίγο στο σαλονι,αφού της έδωσε κάτι για να ηρεμισει ,γιατί είχε ξυπνήσει και φωναζε πάλι.

Ο Γαβριήλ δεν ακούστηκε από τότε.

<<Μπορεί να μου εξηγήσει κάποιος τι σκατα συμβαίνει και γιατί η μικρή είναι όπως είναι;Ευα;>>Ρώτησε καθώς άφηνε την τσάντα της και κάθισε δίπλα της.

<<Μεγάλη ιστορία.Θα την μάθεις τωρα,>>απάντησε η Εύα

Η Σοφία καθόταν οκλαδον πάνω στον καναπε.
Ο Παρης είχε φύγει γιατί ανησυχούσε για τον Αλεξ επειδή είχε αργισει αρκετά.

Όταν μίλησε μαζί του στο τηλέφωνο,την καθησυχάσε πως όλα ήταν καλά.
Απλά ένα από τα αγόρια είχε πάθει κρίση και έπρεπε να τον προσέξουν για λίγο.
Θα επέστρεφε το μεσημέρι.

Τα σκυλιά είχαν ξαπλώσει από κάτω της και το καπκεικ κουρνιαζε στην αγκαλιά της
Δίπλα της ο Μάρκος από αριστερά και δεξιά εγώ, η Ευα και η Ολιβ.

Ο Αχιλλέας με την Ηρώ δίπλα σαπό την άλλη μεριά.

Αφού πάνω κάτω τις είπε η Εύα για το τι επρόκειτο ,αρχίσαμε να βγάζουμε τα βιβλία από τη κουτα.

<<Γιατί αργησες;>>Την ρώτησε η Εύα.

<<Είχαμε και άλλη επίθεση κάπου στη Βουλγαρία και έγινε χαμος.Η Ερη ουρλιαζε >>.

<<Σκατα.Ζημιες;Απωλειες;>>

<<Ανατιναγμενο κτηριο.Χασαμε δεκαπεντε .Είκοσι τραυματιες>>.

<<Σκατα>>.

<<Και...>>την κοίταξε με ένα μειδιαμα.

<<Και;>>

<<Ο εραστής σου εμφανίστηκε>>.
Γουρλωσα τα μάτια.

<<Ο ποιος;>>
Κόντεψα να πνιγώ στο σάλιο μου.

<<Ωχ τον ξέχασα τον μαλακα.Τι θελει;>>

Με απατάει τι στον πουτσο;

<<Ευα ποιος εραστης;>>

<<Σσσσσ,>>μου έκανε με το χέρι να σταματήσω.

Σε εμενα το έκανε αυτο;
Ευακι δεν θα τα πάμε καλά.

<<Ξέχασα να του απαντήσω στα μηνύματα τόσο καιρό.Τι επαθε;>>
Συνέχισε εκείνη ατάραχη.

<<Τιποτα ,απλά έστειλε μήνυμα μέσω της φύλαξης που του βάλαμε πως ξέρει που βρίσκεται ο Δήμαρχος >>.

<<Σωπα!Και πως...>>

<<Του έστειλε μήνυμα πως χρειάζονταν βοήθεια.Αλλα αυτός τόσο πιστός που είναι σε εσενα ,μας το σφύριξε. Αλλά όταν πήγαμε να τον βρούμε στην τοποθεσία που μας είπε πως είχε συνάντηση ,γιατί φυσικά τον βάλαμε σαν δόλωμα ,ο Δημαρχος δεν εμφανίστηκε ποτε>>.

Ηλιθιος φυσικά δεν θα εμφανιζοταν έπρεπε να τον είχα σκοτώσει εκείνη τη μέρα χωρίς ελεος.
Πηρε λέει διακοπές αορίστου χρόνου,με την οικογένεια, λόγο ασθένειας.
Έτσι έλεγαν στα κανάλια βεβαια και άφησε τον αντιδήμαρχο στη θέση του.
Ο δειλός.
Και ποιος σκατα είναι ο εραστής;

Εβηξα.

Εκείνη στροβηλισε τα μάτια.

<<Ωχου ρε Ορφέα.Ο Αβραμιδης .Δεν τον θυμάσαι; >>

<<Ο ηλιθιος;>>Πάλι καλά.
<<Και γιατί τον λέτε εραστη;>>.

<<Για πλάκα >>.

<<Είναι ερωτευμένος μαζί της,>>Κούνησε η Ολιβ τα φρύδια πανω κατω και η Εύα στροβηλισε τα μάτια.

<<Τι ειναι;>>
Σχεδόν τσηριξα.
<<Πάνω από το πτώμα μου.
Ο γλυτσας>>

Τον μαλακα που νομίζει πως θα ρίξει το κορίτσι μου.
Φυσικά τα χαπια που του έδινε έκαναν δουλειά και εχαφτε τα ψέματα που του έλεγε πως κοιμόταν μαζί του.
Αλλά ελεος όχι και ερωτευμένος.

Δεν είχα θέμα με το τι έκανε η Εύα πριν από εμένα.
Αλλά τώρα χτιζαμε οικογένεια , κανεις δεν θα μας έκανε μαλακια.
Πόσο μάλλον ένας χοντρομαλακας.

Τα νεύρα μου.

<<Μη ζηλεύεις Ορφεακο.Εισαι ο μοναδικός>>.

<<Το ξέρω.Απλα δεν θέλω να...>>.

<<Τιποτα δεν θα μπει ανάμεσα μας.Ουτε κάποιος που φοράει δύο νούμερα πιο στενό πουκάμισο, >>γέλασε και με φίλησε στο μάγουλο.
<<Του δώσαμε ασυλία που ηθελε;>>
Ρώτησε την Ολιβ.

<<Ναι εφόσον μας έχει φανεί άχρηστος μέχρι τώρα, αν και πολλά μυστικά τους πρόδωσε, θα τον στείλουμε έξω από τη χώρα.Θα παραιτηθεί από τα καθήκοντα του και δεν θα πρέπει να ξαναπατήσει εδώ. Βέβαια όπου και αν πάει θα είναι υπό επιτήρηση.Με την πρώτη μαλακια η Ερη δεν θα του την χαρίσει>>.

Έτσι μπραβο.

Όλοι γνωρίζαμε πλέον πως οι ιστορίες που έγραφε η Ελεανα είχαν πρωταγωνιστρια την Ηρώ.
"Η Ηρώ στην χωρα των ονειρων"
"Οι σκιές και η Ηρώ "
"Η Ηρώ η βασίλισσα των ξωτικων"
"Η Ηρώ και ο σκοτεινός μαγος"

Ήταν αναρίθμητα τα παραμύθια της.
Όλα μέσα έγραφαν με συμβολισμους ουσιαστικά την ζωή της κόρης της.
Που ήταν ήδη παρανοϊκό από μόνο του.
Γιατί κάπως με κάποιο τρόπο είχε σκιαγραφισει όλα όσα γινόντουσαν στην κοινότητα και όλα όσα τις είχαν συμβεί από μικρή.

Οι σκιές που έρχονταν στο δωμάτιο.
Τις έβλεπε και στο κανονικό ως αντιδράση στα τραυματα της.
Ευτυχώς το τελευταίο διάστημα είχαν σταματήσει.
Έτσι έλεγε τουλάχιστον.

Μέχρι και εμάς ειχε μεσα.
Η αλεπού,το φίδι, ο λύκος.

Σαν να ειμασταν χαρακτήρες μέσα στα βιβλία.
Ο Μάρκος αναγνώρισε τον ευατο του σε κάποια ζώα.
Νύμφες,ξωτικά, ζώα του δάσους.

Όσο εξελισσονταν η ιστορίες τόσο πιο αλλόκοτες γινόντουσαν.

Στη χώρα των ονείρων έτσι όπως λεγόταν το μέρος εκείνο που πήγαινε η Ηρώ και συναντούσε τους φίλους της ,υπηρχαν και άλλα πολλα

Η λευκη μάγισσα με το στρατό της.
Μια κυνηγός με την ομάδα της που κατέστρεφε οποιοδηποτε σχέδιο του σκοτεινού μάγου και του τάγματος του.

Μία βασίλισσα των Νυμφών.
Μία των ξωτικών.

Όλοι αυτοί μαζί εναντιωνόταν στο σκοτεινό μάγο και στις σκιές που ήθελαν να καταστρέψουν τον κόσμο των ονείρων και τον πραγματικο.

Ανάμεσα όμως σε αυτές τις ιστορίες υπήρχαν και άλλα πολλά.

Όπως αυτή, της πριγκίπισσας που ξεθωριαζε.

Ακούγαμε ολοι προσηλωμένοι ,καθώς η Ηρώ συνέχιζε να εξιστορεί το παραμύθι.

Η πριγκίπισσα μπορούσε να βαδίζει ανάμεσα στον κόσμο των ονείρων και των πραγματικό.
Μέσα στον ύπνο της , αλλά και στην καθημερινότητα της.
Ήταν ένα σπάνιο χάρισμα.

Όσο μεγάλωνε ,τόσο μεγάλωνε και αυτό μαζί της.

Ζούσε μια ευτυχισμένη ζωή και στους δύο.
Στον κόσμο των ονείρων ζούσε περιπέτειες, έκανε φίλους
Στη πραγματική ζωή θα γινόταν βασίλισσα γιατί είχε ερωτευτεί έναν όμορφο πρίγκιπα που είχε μαγευτει με το χάρισμα της.
Θα παντρευόντουσαν και θα αναλάμβαναν το βασίλειο που ζούσε εκείνη.

Κάποιοι την φώναζαν μάγισσα εξαιτίας της ικανότητας της .
Άλλοι την θεωρούσαν ευλογημένη.
Αλλά εκείνη ήταν ένα απλό κοριτισι με ένα βάρος τεράστιο στους ώμους της.

Όμως ο πρίγκιπας δεν ήταν αυτός που φαινόταν.
Είχε συμμαχήσει με τους εχθρούς της και επαιζε με σκοτεινές δύναμεις με σκοπό να αποκτήσει το χάρισμα της.

Όταν το έμαθε η πριγκίπισσα ήταν αργά.
Το βασίλειο της καταστράφηκε από εκείνον στη προσπάθεια να την πάρει με το μέρος του.
Εκείνη αρνήθηκε .
Ήξερε πως στα χέρια του αυτό το χάρισμα θα έφερνε τη καταστροφή.
Προδομενη και πληγωμένη,έφυγε και κρυφτηκε ανάμεσα στη φύση.
Θρηνώντας την χαμένη της αγάπη, την οικογένειά της,το βασίλειο της.

Όμως το χάρισμα δεν την άφησε.
Με τα χρόνια γινόταν δυνατότερο
Όσο περνούσε ο καιρός ,για να ξεφύγει εκείνη έμπαινε περισσότερο στον κόσμο των ονείρων.

Ωστόσο παρόλο που είχε αγαπήσει ξανά και ζούσε χαρούμενες στιγμές στην πραγματική ζωή,ποτε δεν ξέχασε τον πόνο της πρώτης της αγάπης.

Με αποτέλεσμα να αρχίσει να χάνεται στον κόσμο των ονείρων και να μη επιστρέφει.Μέχρι που στο τέλος ξεθωριασε και έπαψε να υπάρχει στη πραγματικότητα.
Ζώντας μονάχα στα όνειρα.

Το χάρισμα της πήγε από γενιά σε γενιά.
Και οι απογονοι της ήταν πλέον καταραμένοι να βαδίζουν σε εκείνον τον κόσμο για πάντα ,μέχρι να ξεθωριάσουν και εκείνοι.

Μια τραγική ιστορία που ανάθεμα αν έπρεπε να τη διαβάσουν παιδιά.

Το plot twist όμως σε όλη την ιστορία αυτή, ήταν πως η πριγκίπισσα στον κόσμο των ονείρων είχε γίνει η λευκη μάγισσα από τα βιβλία με την Ηρώ.

Όλα κάπως συνδέονταν.

<<Αυτό ειναι τόσο μα τόσο περίεργο,>>έλεγε ο Μαρκος ξεφυσοντας.<<Πώς τα ήξερε όλα αυτά;Τις έχω διαβάσει τις περισσότερες ιστορίες της αλλά μέχρι τώρα δεν έβγαζαν νόημα.Ήταν απλά παραμύθια >>.

<<Πώς και;Εσύ με τις συνωμοσίες έπρεπε να τα έχεις συνδυάσει,>>είπε ο Αχιλλέας γελώντας και τον σκουντηξε η Ηρώ.
<<Αου>>

<<Δεν βγάζουν όλα νόημα από την αρχή βλαμμένε,>>του απάντησε ο Μάρκος.

<<Συνεχιζω,>>εβηξε η Ηρω.<<Στο προηγούμενο που είπες .Και εγώ αυτό πίστευα πως είναι παραμυθια, αλλά το περίεργο είναι αυτό,>>είπε η Ηρώ δείχνοντας με το δάχτυλο της πάνω στο βιβλίο μια εικόνα.

Ήταν η πριγκίπισσα που χόρευε σε ένα λιβάδι.
Σε ένα πολύ γνωριμο λιβάδι.
Με έναν πολύ γνωριμο ουρανό και μια λίμνη.

Και μέσα σε όλα αυτά...

<<Έχει κόκκινα μαλλιά, >>είπε η Εύα.

<<Ναι και,>>γυρισε τη σελίδα.

Η επόμενη εικόνα ήταν ακόμα περίεργη.
Ήταν μια ζωγραφιά προφίλ της πριγκίπισσας, με τα μαλλιά της να ανεμίζουν στον αέρα.
Και στον λαιμό της υπήρχε ένα μενταγιόν.

<<Γαμωτο είναι το μενταγιόν που της έδωσε ο Αγης,>>αναφωνησα.
<<Τι στο καλό κανει μέσα στο βιβλίο αυτο;>>.

<<Δεν έχω ιδέα.Αλλα Ορφέα κοίτα και κάτι άλλο γιατί νομίζω πως το υποψιάζεσαι ήδη,>>απλωσε τα χέρια της πάνω στο τραπέζι και τράβηξε ενα άλλο βιβλίο κοντά της.

"Ο προστάτης των ψυχων"εγραφε ο τίτλος.

<<Δεν είναι δυνατόν,>>αναφώνησε ο Μάρκος καθώς κοιτούσαμε το ίδιο ακριβώς.

Μπροστά στο εξώφυλλο κάτω από τον τίτλο, ήταν το σημάδι που είχε η Ξένια σε χρυσή επικάλυψη σε ροζ μωβ φόντο με σύννεφα .

Δύο κέρατα, ενωμένα σχεδόν προς τα κάτω.

<<Είναι το σημάδι, >>είπε η Ηρώ.
Άνοιξε το βιβλίο.
<<Και κοιταξτε>>.

Ξεφυλλίζε τις σελίδες αργά.
Και εγώ δεν πίστευα στα μάτια μου.

Σε εκείνες τις σελίδες γεμάτο χρώματα υπήρχαν σκηνές που απεικόνιζαν εκείνο το μέρος που είχα δει στα όνειρα μου.

Όλα ήταν ίδια.
Τα χρώματα.
Ο ουρανός με τους δύο πλανήτες.
Η λίμνη με το πράσινο μπλε χρώμα.
Τα πλάσματα.
Το σκοτεινό δάσος .Οι σκιές.

<<Αυτό δεν ήθελες να μου πεις Ορφεα;>>
Με ρώτησε η Εύα.
<<Πώς είναι το ιδιο μέρος με εκείνο που έβλεπες.
Με εκείνο που είναι η Εμιλι>>.

Εγνεψα.

Η Ηρώ γύρισε την επόμενη σελίδα.
Ο ήχος της ήταν σαν να έσκιζε τη σιωπή τόσο δυνατά.

<<Θεέ μου,>>αναφωνησα βλέποντας την ζωγραφιά.

Μια λίμνη περιτρυγιρισμενη από δέντρα και βουνά.

Στη μέση της...
Ένα άσπρο ελάφι με έντονο άσπρο φως γύρω του και τεράστια κερατα
Στην ακτή ήταν ένας μαύρος λύκος ξαπλωμένος και ένα κορακι πετούσε δίπλα του.

<<Το έχω δει ,>>είπα και με κοίταξαν όλοι.
<<Με τη Βασιλική >>.

Ήταν ακριβώς το ίδιο με εκείνο στη λίμνη ,που τότε είδαμε όταν καθόμασταν στην ακτή.

<<Τι ;>>
Ρώτησε ο Αχιλλες.

<<Στα όνειρα μου εμφανίστηκε>>.

<<Περίμενε λίγο εννοείς πως το μέρος που έβλεπε η Ηρώ το έχεις δει και εσύ.Και πως το ελάφι και όλα αυτά στα βιβλία είναι ακριβώς το ιδιο.Και τα ειδες ολα με τη Βασιλική που ειναι εκει;Αχ το κοριτισι μου ψυχοθεραπεια απο κουνια θα πρεπει να το παω>>.

<<Αχιλλέα;>>
Τον μάλωσε η Ηρώ.

<<Ναι,>>απάντησα.

<<Και εγώ το έχω δει με την Εμιλι αυτό το μέρος.Αλλα για λίγο. Δεν μου ειπε τιποτα παραπανω βεβαια ,ουτε ειδα ολα αυτα.Αλλα ηταν περιεργιο.Ο Ορφέας και η Ηρώ την έχουν συνάντησει πιο πολλές φορες,>>είπε η Εύα.
<<Εσείς δεν έχετε δει τιποτα;>>
Κοίταξε τον Μάρκο και τον Αχιλλέα.

<<Όχι,πέρα του ότι την είχαμε συνάντησει στη ζωή μας ,οταν ηταν ζωντανη ,δε εχει εμφανιστεί σε όνειρο.Τουλαχιστον σε εμενα,>>είπε ο Αχιλλέας.

<<Ούτε και σε εμενα ,>>είπε ο Μαρκος.

<<Και ο Γαβριήλ δεν έχει αναφέρει κάτι.Οχι πως θα έλεγε.Δεν πιστεύει σε όλα αυτά.Ουτε καν στο Θεο>>.
Κοίταξα τη Σοφία.

<<Ούτε και εγώ αλλά θα ήθελα πολύ.Ακουγεται τόσο μαγικό μερος.Ε ,Καπκεικ;>>.
Το ρώτησε σηκονωντας το ψηλά.

Με όλα αυτά η Σοφία είχε επανέλθει λίγο στην παιδικότητα της.

Ο Μάρκος ξεφυσηξε.

<<Η Ξένια συνέχεια μιλούσε γι'αυτο, απλά δεν ήξερα τότε τι σημαίνει,οταν ήταν έτσι και παραμηλουσε.Νομιζα πως ήταν απλά παραισθησεις.
Για τα δύο φεγγάρια.Τη λίμνη.Τον λύκο.Το κορακι.Νομιζα πως ήταν απλά ασυναρτησιες.Αποκαλεσε και τους δυο ετσι.Λυκο και και κορακι.Τι στο καλο συμβαινει. >>.

<<Βλέπει εκείνο το μέρος,>>είπε η Ηρώ.
<<Και σύμφωνα με το παραμύθι είναι το μέρος όπου γεννιούνται οι ψυχές και επιστρέφουν >>.

<<Και το ελάφι;>>
Ρώτησα.

<<Είναι ο προστάτης τους αλλά ταυτόχρονα και η πηγή τους.
Η δίοδος μεταξυ τον δυο κοσμων>>.

<<Κατι σαν Θεος;Και τι έχει να κάνει όλο αυτό με τη Ξένια;>>
Ρώτησε ο Αχιλλέας.

<<Νομίζω...δηλαδή υποθέτω.. γαμω είναι τόσο παράλογο...πως η Ξένια με κάποιο τρόπο είναι....είναι...>>ψελλισε η Ηρώ.

<<Το ελάφι,>>προσθεσα.

<<Μα το Θεό ούτε κάρτα μέλους δεν θα με σώσει αν βγάλω στην Έλενα.
Για να καταλάβω δηλαδή.Υποθετουμε πως με κάποιο τρόπο η Ξένια επικοινωνεί ή είναι τέλος πάντων αυτό το πλασμα.Θεός προστάτης ό,τι είναι τέλος πάντων.
Που ειναι η πηγη των ψυχων και κάπως συνδέεται με τον δικό μας κόσμο.
Και αυτό το θέλει η κοινοτητα για να αποκτησει δύναμη.Και η Ξενια καπως χανει το μυαλο της εξαιτιας του;Τελειο απλά τέλειο.Νομιζω θα χρειαστώ ζαναξ>>.

<<Χρειάζομαι ενα ποτό μετά από αυτό, >>είπε η Ολιβ.
<<Πίστευα πως είχαμε να κάνουμε μόνο με το Τρίγωνο ως εγκληματική οργάνωση αλλά αυτό τώρα.Ειναι γαμησε τα.Αμα το πω στην Ερη θα πάθει τραλαλα τελείως.Ηδη έχει λαλήσει με το όλο θέμα της λευκής αδελφότητνα ας.Την ψαχνει παντου ,αλλα ειναι σαν ψαχνει βελονα στα αχυρα.Ειναι σαν μη θελει να τους βρει κανείς>>.

Έτριβα το πρόσωπο μου προσπαθώντας να βγάλω νόημα από όλα αυτά.

<<Ρωτάς του λάθους ανθρώπους,>>στατφηκε η Εύα προς τον Αχιλλέα.

<<Και ποιον να ρωτησω;>>

<<Την μάνα μου, >>είπε η Ηρώ και έκλεισε το βιβλίο.

Η πόρτα από το υπόγειο ανοιξε και από μέσα, είδα να βγαίνει ο Αγης ακόμα ντυμένος όπως πριν και να μισό σέρνετε προς το ψυγείο.

Με αργες κινήσεις το ανοιξε,και έβγαλε ένα πυρέξ με παστίτσιο που είχα μέσα.
Πήρε ένα πιρούνι .
Έκανε τον γύρω,γυρνώντας μας την πλάτη και ξεκίνησε να τρώει.

<<Ξέρει πολλά Αχιλλέα και είναι περίεργο.Πρεπει να μαθουμε>>.
Συνέχισε η Ηρώ

<<Και ξέρεις που μενει;>>

<<Φυσικά και ξέρω.Λες να την άφηνα έτσι με τον άλλον πίσω από την ουρά μας;Ό,τι και να εγινε είιναι η μανα μου.Και δεν ειμαι σαν εκείνη.Αλλωστε και η θεία μου η Λία ανησυχεί για εκείνη.Δεν μπορώ να την αφήσω έτσι. Είπα τη μάνα σου να της βρει ένα σπίτι ασφαλές>>.

<<Αυτό που πίσω από την πλάτη μου πλάθεται σκευωριες με την Ερη πολύ με ξεπερναει>>.

<<Τι να σου πω.Με αγαπαει η πεθερά μου ,>>του έκλεισε το ματι.

Εγώ κοιτούσα τόση ώρα τον Αγη.
Μπορεί να ήξερε η Ελεανα πράγματα, αλλά και κάποιος άλλος ήξερε.

<<Θα πάω να του μιλήσω, >>είπα στα ξαφνικά.

<<Τι;Με τίποτα,>>είπε ο Αχιλλέας κοτωντας με με γουρλωμενα μάτια.
<<Έχει ξεφυγει>>.

<<Ναι αλλά κάτι ξέρει.Δεν είδατε πως τις μιλούσε;Και μετά είναι και το άλλο που ρώτησε τον Γαβριήλ .Γιατι ο Γιάννης να στειλει αυτόν εκείνη τη νύχτα να πάρει τη Ξένια ενώ ήξερε καλά πως θα την κρατούσε για τον ευατο του ;Προσπαθησε πολλές φορές να τις κάνει κακό και να την πάρει σιγά μη την έδινε στον Γιαννη.Και έπειτα το ό,τι μένει εδω;Ήρθε όταν τα πράγματα άρχισαν να πάνε πολύ σκατα.Και είχε και το μενταγιόν.Κατι ξέρει είμαι σίγουρος. Το μυστικο που εχει;Δεν του το έκλεψε ο Γιάννης χωρίς λόγο.Και δεν είναι περίεργο πως οι τυποι απο την Αθηνα που τον ακολουθουν,τωρα που ειναι εδω ειναι σε αδράνεια;Ο Γαβριηλ μου το ειπε.Δεν κανουν τιποτα.Ουτε διακινησεις .Ουτε ληστειες.Τιποτα>>.

Κοίταξα την Εύα.

<<Εχω δίκαιο ετσι;>>
Την ρώτησα.

<<Ναι υποψιάζομαι όπως και η Ερη ,πως ο λόγος που κραταει κατι δικο του ο Γιαννης ειναι για να τον εχει του χεριου του.Απο καιρό προσπαθούσε να τον κάνει όπως ήθελε ,αλλά ο Αγης είναι αυτός που είναι.
Δεν ελέγχεται.Αλλωστε πολλές φορές έχει πει ο ίδιος πως θέλει να του κλέψει "το βασιλειο"για οποιο γαμημενο λόγο έχει στο μυαλό του.>>.

<<Ακριβώς.Αρα πρέπει να τον προσεγγίσουμε κάπως να μας πει τι συμβαίνει ,πριν πάμε από το κακό στο χειρότερο και παρεκτραπει ολο αυτο,>>συνέχισα.

Στράφηκα προς τη μερια του.

<<Και τι θα κάνεις ;Δεν είναι και εύκολος να κάνει συζήτηση.Μας απεχθανεται>>.
Είπε ο Αχιλλέας

<<Ισως χρειάζεται κάτι άλλο για να ανοιχτεί.Ισως χρειάζεται έναν φίλο,>>είπα.

Ο Αχιλλεας γέλασε.
<<Χα,να σε δω και να μη το πιστεψω>>.

<<Αυτό δε το χάνω με τίποτα,>>γέλασε η Ολιβ και την κοροιδεψα μιμούμενος την.

<<Μπορείς να κλάψεις μετά στον ωμο μου Ορφεακο,>>μου είπε η Όμορφη μου και απλώθηκε με ένα αυτάρεσκο ύφος στον καναπε.

<<Θα σου διωξω το υφακι αυτό μετά με ένα καλό πηδημα, >>την προειδοποίησα με το δάχτυλο μου.

Και ο άλλος από κάτω πήγε να την προειδοποιησει ,αλλά τον σταμάτησα με το χέρι μου.
Προδότης δεν κάθεται ήσυχος και αυτός.
Είναι και αυτή αυτό το διάστημα ,αλλά και αυτός με το παραμικρό σηκώνεται.

<<Περιμένω με αγωνία,>>μειδιασε.

Θα με πεθάνει.
Αν δεν πεθάνω τώρα βέβαια.

Της έκλεισα το μάτι και προχωρήσα προς τον Αγη που τσακιζε το παστιτσιο.

Κόντευε οχτώ το πρωί αλλά ποιος ήμουν εγώ να τον αποτρεψω.

Το στόμα μου είχε ξεραθεί.
Οι παλάμες μου είχαν ιδρωσει.

Αλλά κάτι έπρεπε να κάνω .
Βέβαια στα σχέδια μου δεν ήταν το "γίνε κολλητός με τον Jack the reaper" αλλά πάει στο διαολο.

Έφτασα ένα βήμα από πίσω του αλλά εκείνος καν δεν με είχε πάρει χαμπάρι.

Για λίγο το μετάνιωσα γιατί δεν είχα ιδέα πως θα τον έκανα να μιλήσει.

<<Τι λεει το φιλαράκι μου καλό το παστιτσιο;>>Τον χτύπησα γελώντας αμηχανα  στην πλάτη με την παλάμη μου.

Εείνος κοκκαλωσε.
Δαγκωθηκα και πέθανα για ένα δευτερόλεπτο.
Νομίζω πως σταμάτησε η καρδιά μου.

<<Πάει θα μείνεις χήρα,>>είπε η Ολιβ στην Εύα.

Ο Αχιλλεας μουντζωνονταν.

Ο Αγης με κοίταξε βάζοντας μια μπουκιά στο στόμα του από το παστιτσιο.

Μου κόπηκε το αίμα.

Να τέτοιες ηλιθιες ιδέες έχω πάντα.
Δεν με αντέχω.

Κατάπιε τη μπουκιά του.
Έφερε το δάχτυλο του στην άκρη από το χειλος του και μάζεψε τη λίγη μπεσαμελ.
Ύστερα το έβαλε στο στόμα και το εγλυψε.

Είχε ακόμα σκασμενο χειλος ακροβως στην ουλη.
Το ματι του είχε πριστεί και μαυρισει.
Το σκουλαρίκι στο φρύδι δεν φαινόταν από το πρήξιμο.
Και το χερι του ήταν άτσαλα δεμένο με έναν επίδεσμο.

<<Τι θες ερωτοχτυπένε;Ούτε το φαγητό μου δεν μπορώ να απολαυσω;>>

Κοίταξα τους υπόλοιπους για βοήθεια αλλά τίποτα.

<<Να μωρέ ,ανησύχησα μετά από όλο αυτο>>.

<<Αληθεια;>>
Σήκωσε το φρύδι του και πήρε μια ακόμα πιρουνκααπό το φαγητό .
<<Τι συγκινητικό!Πες μας γι'αυτο>>.

Με ειρωνευτικέ η ειναι ιδέα μου;
Ανάσες Ορφέα.

<<Όχι αλήθεια σε χτυπησε πολύ. Ξέρω καμία φορά είναι έτσι οξύθυμος αλλά δεν ήταν σωστό,>>συνεχισε να τρώει με α
αναισθησια.
<<Μήπως θες να σου κάνω κανένα τοστ, η αυγα;Ετσι μια ομελετιτσα μπαμ μπαμ;Με μπεικον,τυρακι,>>

Με αγριοκοιταξε.

<<Απλά λέω. Το παστιτσιο είναι βαρύ, μη σε πειράξει στο στομαχι>>.

Θα με σκοτώσει.

<<Ωωω,με συγκινείς,>>πήγε να συνεχίσει αλλα επειτα εκανε νοημα με το δάχτυλο να περιμένω.
Έβαλε τα δάχτυλα του μέσα στο στόμα.
Άρχισε να τραβάει κάτι και επειτα το έβγαλε.

Ήταν ένα σπασμένο δόντι.

Το κοίταξε και το άφησε σαν να μην είχε συμβεί τιποτα ,πάνω στον πάγκο.

<<Σου έσπασε δόντι.Εχουμε τέλειο οδοντίατρο μπορεί να στο φτιάξει.Ε, Ευα;>>
Την κοίταξα αλλά εκείνη γελουσε.

Θα τη σκοτώσω.

<<Η απάντηση μου είναι οχι,>>συνέχιζε να τρώει.

<<Γιατί βρε .Δεν μπορεις να μεινεις χωρις δόντι. Όλο το κόστος θα το αναλάβει η οργανωση>>.

<<Όχι πληβειε.Η απάντηση μου σε αυτό που ήρθες να ρωτήσεις είναι,όχι. Δεν θα σου πω τιποτα,>>είπε μέσα από τα δόντια συνεχίζοντας να τσιμπάει από το πυρέξ κάτι μακαρόνια.

<<Γιατι;>>

<<Γιατί βαριέμαι και θέλω να φάω.Παρεπιπτοντως τέλειο το παστιτσιο.Να ανοίξεις εστιατόριο>>.

<<Εχω εστιατόριο>>.

<<Αλήθεια;Τι μου λες;>>
Με ειρωνευτικε ξανά.

Δεν έβγαζε πουθενά αυτό.
Κοίταξα ξανά τους υπόλοιπους που μου έκαναν νόημα να πάω από εκεί και να τα παρατήσω.

Αλλά δεν επρόκειτο.

<<Κοίτα ,>>εσκυψα κοντά του.
<<Ξέρω πως δεν έχουμε καλή σχέση.Και πως δεν κάναμε καλή αρχή.Αλλα πρέπει να με βοηθησεις φίλε μου λίγο,>>κουνησα τα χέρια μου ανάμεσα μας.

<<Δεν είμαστε φιλοι>>.

<<Ναι αλλά θα το ηθελες>>.

<<Χα,να γίνω φίλος με εσάς τους ξενέρωτους, βαρετους ξερόλες.Που δεν ξερουν τι ειναι αληθινη διασκεδαση.Ποτε>>.

Τις δολοφονίες λέει διασκέδαση;
Θα τρελαθω εγώ στο τέλος.

<<Ναι αλλά τόσα χρόνια ηθελες>>.

<<Οι άνθρωποι αλλάζουν.Αλλωστε σας μισώ μέχρι θανάτου και θα προτιμούσα να σας έβλεπα νεκρούς, αλλά έλα που με διασκεδάζετε αραιά και που>>.

Η Σοφία πήγε να πει κάτι.

<<Τρώω Σοφία.Οταν τρώω συμπεριφερομαι όμορφα,>>διαμαρτυρηθηκε.<<Το ξέρεις.Ελεος χαλαρωσε το κερατο μου>>.

Η Σοφία μουτρωσε και φούσκωσε τα μάγουλα που τη μάλωσε.

<<Πες μου τι θελεις;>>
Τον ρώτησα.<<Θες να παίζουμε παιχνίδια ;Θα το κάνω. Θες σκάκι, ouno,monopoli.Αν και δεν ξέρω γιατί έχεις τέτοια ψυχωση με τα παιχνίδια, αλλα...>>με αγριοκοιταξε ξανά.<<Εντάξει εντάξει. Δεν κρίνω .Αλλά είμαι διατεθειμένος να το κάνω.Απλα βοήθησε μας λίγο.Πες μας τι συμβαινει; Γιατί νομίζω πως κατι αλλο γίνεται και απλά δεν το λες για να την....>>.

Εβηξε καθώς πνίγηκε από τη μπουκιά του.

<<Νερό,>>μου έκανε νόημα.

Τον κοίταξα με απορία.

Με προσταζε να το φέρω;

<<Μη με κοιτάς σαν κούκος. Είπες θα κανεις ό,τι θέλω,>>είπε προσπαθώντας να πάρει ανάσα.<<Τώρα παίζουμε το πιάσε και φερε>>.

Μα το Θεό τι το θελα.

Πήγα προς το ψυγείο εβγαλα ένα μπουκάλι νερό και του το πέταξα.

Το ανοιξε απότομα και άρχισε να πίνει.

<<Κοίτα Αγη όλο αυτό με τη Ξένια είναι επικίνδυνο.Αν ξέρεις κάτι για το χάρισμα πες το.Την κυνηγάει η κοινοτητα.Ο αδερφός της είναι στο νοσοκομείο.Ο πατέρας της εξαφανίστηκε,>>τα μάτια του ξαφνικά γουρλωσαν και εσφιξε το μπουκάλι καθώς συνέχιζε να πίνει.<<Ειμαστε ασχημα,>>το βλέμμα του χαλάρωσε και κατέβασε το μπουκάλι και το έκλεισε.<<Επίσης είναι και αυτός ο Βαλεντιν>>

<<Καργιολης>>ψελλισε χαμηλόφωνα και χασκογελασε βάζοντας το μπουκάλι στη μασχάλη του.

<<Τον ξερεις;>>
Αναφωνησα αλλά δεν πήρα απάντηση.
Έπειτα σηκώθηκε απότομα πήρε το παστιτσιο στα χέρια του.

<<Που πας;>>
Τον ρώτησα.

<<Να φάω κάτω.Με κουρασες.Θελω να φάω με τη ησυχία μου>>.

<<Μα>>.

<<Δεν έχει μα.Θελω ησυχία.Μπορειτε να το παίζεται "Ντόρα η εξερευνητρια "χωρίς εμένα.Βαριεμαι να εξηγώ,>>πήγε προς το υπογειο.<<Απλά ενημέρωσε με, όταν τελειώσει το ταξίδι σου στη Μέση Γη μικρό μου χόμπιτ, μαζι με την συντροφιά της κακιάς ώρας.Παω να φάω το παστιτσιο μου.Και σε παρακαλώ,>>αναφώνησε κοιτωντας τη Σοφία.<<Αν γυρίσουν τα αγόρια σου. Όχι σεξ.Τουλαχιστον για κανα πεντάωρο.Θελω να κοιμηθώ.Δε θέλω άλλο εφιάλτες.Αρκετούς ψυχολόγους έχω τρελάνει στη ζωη μου. Θα εξαλυφθουν με αυτόν τον ρυθμο>>.

Η Σοφία μουτρωσε.
<<Κακος αδερφούλης.Μυριζεις ασχημα τωρα>>

<<Σε ευχαριστώ, >>την ειρωνευτικε και κατέβηκε κάτω κοπανώντας την πόρτα.

<<Τελεια πήγε αυτό,>>είπε η Ολιβ γελώντας
<<Έκανες καινούργιο φίλο >>.

<<Ω πάψε πια,>> την απέφυγα και γέλασε με την Εύα.

<<Και τώρα τι κανουμε;>>
Ρώτησε ο Αχιλλέας.

<<Πρέπει να πάμε στη μάνα μου,>>ειπε η Ηρώ.

<<Τωρα;>>

<<Ναι τωρα>>.

<<Μα οι δουλειες;Η σχολη σου;>>

<<Να πάνε να γαμηθουν οι δουλειές. Πρόκειται για τη κολλητή μου.Θελω να μάθω τι γίνεται. Σηκωθείτε τωρα>>.

Άρχισε να περπατά προς τη πόρτα αργά.
Ακόμα δεν μπορούσε κανονικά αλλά το προσπαθουσε.

<<Μήπως να φέρω το...>>Είπε ο Αχιλλέας.

<<Όχι,>>απάντησε απότομα.
<<Πρέπει να δυναμώσουν γιατί βλέπω να τρέχω μαραθωνιο με εσενα και με όλα,>>τίναξε τα χέρια στον αέρα.
<<Πρέπει να δουλέψουν.Δε θέλω να είμαι βάρος αν μου συμβεί κατι>>.

<<Κουτάβι δεν...>>.

<<Το ξέρω.Αλλα δεν πάυω να αισθάνομαι ετσι.Απλά εχω τερματισει.Θελω να τελειώσουν ολα.Θελω την κολλητη μου πισω.Να γυρισει πισω ο Φίλιππος. Η Ευα να βρει τον γιο της .Να γυρισει ο Αναστασης στη Σοφια,,>>πήγε να χάσει την ισσοροπια της και ο Αχιλλεαςς πήγε να την πιάσει. Τον σταμάτησε με το χέρι της.
<<Θέλω απλά να γυρίσουμε σε μια φυσιολογική ζωή,ολοι μας.Αν χρειαστεί θα πατήσω επί πτωμάτων για να τα καταφέρω.Αλλα πρώτα χρειάζομαι εξηγήσεις από τη μάνα μου...>>ανοιξε την πόρτα και βγήκε έξω.
<<Κουνηθείτε,>>είπε με νεύρο.

Το κουτάβι αγρίεψε τελικά.

Ήταν λογικό να νιώθει έτσι.
Ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα και ανά πάσα στιγμή μπορούσε να συμβεί κάτι.
Το σπίτι μας φυλάσσονταν αλλά και αυτο δεν ήταν εγγύηση.

Η ανησυχία μας ήταν μεγάλη για τον Φίλιππο με όλα όσα μας είχε πει η Εύα.
Μου ανέφερε και το τελευταίο βίντεο με τον Ανασταση μέσα, που της είχε σταλεί.Συμφωνησαμε πως δεν θα αναφέραμε τίποτα στη Σοφία.
Θα φρικαρε και θα έφευγε μόνη της να πάει να τον σώσει.Αλλα που να πήγαινε;
Αυτό το κωλονησο όσο και να ψάχναμε ήταν αδύνατο να βρούμε που είναι.

Ολόκληρη Μέδουσα και δεν μπορούσε να βρει την τοποθεσία του.
Ούτε από τα υπόλοιπα.

Λίγη ώρα καθόμασταν στο σαλονι τπυ διαμερίσματος της Ελεανας.

Ήταν στο κέντρο στην Αγίας Σοφίας.
Η Ηρώ μας είπε πως εσκεμμένα την είχαν βάλει εδώ.
Είχε θυρωρο η πολυκατοικία και έπρεπε να δίνει αναφορά ποτε έβγαινε και πότε έμπαινε.
Ποιους άφηνε μέσα.
Και όλα αυτά τα εστελνε στην οργάνωση.

Η Ερη δεν ήθελε να την αντικρίσει .
Όμως όλο αυτό της προκαλούσε μια ευχαρίστηση που την είχε του χεριού της.Ετσι μου είπε η Εύα.
Ακόμα και να το έσκαγε ολοι οι δρόμοι ήταν γεμάτοι κάμερες. Οπότε δεν ήταν εύκολο να μην την εντοπίσουν.

Μας άνοιξε τη πόρτα γεμάτη έκπληξη.
Τίποτα δεν θυμιζε την προηγούμενη της εμφάνιση.
Ήταν φανερά κουρασμένη και αδύνατη.
Η Ελεανα ήταν πάντα στη τρίχα και τώρα ήταν αγνώριστη.
Τα ξανθά μαλλιά της ήταν μαζεμένα με μια στέκα προς τα πίσω.
Φορούσε μια φαρδιά μπλούζα γκρι και μια μαύρη φόρμα.

Το σπίτι σε αντίθεση με εκείνη παρόλο που ήταν μικρό ήταν προσεγμένο αν εξαιρουσες την στοίβα με τα πιάτα και τα μπουκάλια κρασιά στη κουζίνα.
Μια σαλονοκουζινα ,ένα δωμάτιο και μπάνιο.

Μπήκαμε μέσα με τον Αχιλλεα να κρατάει την κουτα με τα βιβλία, που πριν φύγουμε η Ηρώ του φώναζε να τα παρει γιατί φυσικά τα είχε ξεχάσει.

Η Σοφία δεν είχε έρθει μαζί μας πάρα τα παρακάλια, όχι τόσο για τη μητέρα της,αλλά για το ότι ήθελε να μάθει και εκείνη τι συνέβαινε. Αλλα η Ηρω θεωρησε πως καλυτερα να εμενε πισω.Την καθυσηχασαμε πως όταν γυρνούσαμε θα την ενημερώναμε.
Δεν κάναμε καν τον κόπο βέβαια να χτυπήσουμε τη πόρτα του Γαβριήλ,γιατί ήμουν σίγουρος πως δεν θα άνοιγε.

Η Ολιβ γύρισε στην οργάνωση και μας είπε να την κρατάμε ενήμερη για οτιδήποτε καινούργιο.

Η Ηρώ στάθηκε για λίγο στην εξώπορτα κοιτωντας την εικόνα με τα κρασια μπροστά της.
Ύστερα προσπέρασε τη μάνα και μπήκε βαδίζοντας αργά.
<<Ηρώ,>>την προσφωνήσειμ με γουρλωμενα μάτια.<<Τι κανεις εδω;Περπατας;>>
Την ρώτησε καθώς προχωρούσαμε προς τα μέσα.

<<Ναι, μαμά.Ευχαριστω που ρωτάς,>>της είπε με μια πικρία στο στόμα.
<<Όσο για το γιατί είμαστε εδω..>>

Ο Αχιλλεας αναποδογυρισε τη κουτα και αράδιασε πάνω στο τραπέζι όλα τα παραμύθια της.

Η Ελεανα γύρισε έκπληκτη και τα κοίταξε.

<<Νομίζω πως είναι η ώρα να εξηγήσεις κάποια πράγματα μαμά>>.

Εγώ απλώθηκα μαζί με τον Αχιλλέα στον καναπε όταν γύρισε και μας κοίταξε με το ίδιο βλέμμα.
Μειδιασα.
Η Εύα όρθια πίσω μου σταύρωσε τα χέρια και την κάρφωσε.
Ο Μάρκος καθησε δίπλα μου.

Η στάση του σώματος της αποδικνυε πως κατι εκρυβε .

Σαν ένα μικρό παιδί που το είχαν πιάσει στα πράσα κάνοντας αταξία, με νευρικότητα τραβούσε την άκρη από τη μπλούζα της.

<<Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς;>>
Είπε τελικά.

<<Μαμά.Σταματα.Ξερεις καλα τι εννοω .Δεν νομιζεις πως μου το χρωστας;Αν θες να εχουμε εστω μια υποτυπώδη σχεση και να βαλουμε βάσεις για κατι φυσιολογικο .Ξεκινα να μιλας>>.

Η Ελεανα ξεφυσηξε .
Ετριψε. το πρόσωπο της .
Βάδισε προς τη κουζίνα και έβαλε σε ένα ποτήρι κόκκινο κρασί απο ένα μπουκάλι που ήταν ανοιχτό.

Για όνομα ήταν πρωί.
Αλλά μάλλον οι δαίμονες της παρόλο τη θεραπεία που έλεγε πως έκανε,ακόμα ροκανιζαν τα σωθηκα της.

Πήρε μια γερή γουλια καιβεπειτα καταβάσεις το ποτηρι.

<<Εντάξει.Εχεις δίκαιο είναι το ελάχιστο που μπορώ να κάνω.Τοσο σκατενια μάνα που ήμουν. Τουλάχιστον ας κάνω κάτι σωστά,>>πλησίασε.<<Θέλετε καφέ.Θα βάλω γαλλικό φαντάζομαι δεν έχετε πιει>>.

<<Τσάι,μαύρο,>>είπε κοφτά το μωρό μου και η Ελεανα μισοκαταπιε.

Στα μάτια της φαινόταν ο φόβος απέναντι στην Εύα και στη Μέδουσα.
Έπρεπε να είναι ευγνώμων που δεν την έστειλαν πουθενά αλλού μετά από όλα αυτά.

Ο Αχιλλεας δεν είχε σταματήσει να την κοιτάζει με μίσος.
Ποτε του δεν νομίζω να την συγχωρέσει μετά από όλα αυτά που έκανε στην Ηρώ.
Και με το δίκιο του.

Η Ελεανα πήγε στη κουζίνα και άνοιξε τη καφετέρια, βάζοντας στο φίλτρο καφέ.
Ετοίμασε τα ποτήρια τη ζάχαρη και έβαλε νερό να ζεσταίνεται για το τσάι.

Μετά από λίγο τα έφερε στο τραπέζι και σέρβιρε,βάζοντας τελευταίο το δικό της ποτηρι με το κρασί στο τραπέζι.

Έκανα νόημα στην Εύα να κάτσει αλλά με τίποτα δεν μετακινουνταν.
Ήξερα πως ήθελε να την παρατηρεί , να σκαναρει τον χώρο για πάντα ενδεχόμενο.

<<Ωραία,τι θέλετε να σας πω,>>ξεκίνησε η Ελεανα.

<<Ανάθεμα και αν ξέρω μαμά.Δεν ξέρω.Ξεκινα με το γιατί γράφεις αυτά που γράφεις στα βιβλία σου.Τα πάντα και μετά με αυτό,>>της πέταξε στην αγκαλιά το βιβλίο με το ελαφι.

Η Ελεανα το έπιασε,πέρασε τα δάχτυλα της από πάνω του. <<Χειροτερεύει έτσι δεν είναι;>>

<<Γαμω ,>>ξεφυσηξε ο Μάρκος.

<<Μαμα>>.

<<Δεν ξέρω πως να ξεκινήσω να εξηγώ.Νομιζω πως ξέρετε ήδη κάποια πραγματα αν ειστε εδω..
Αλλά δεν θα σας αρέσουν αυτά που θα πω.Η κοινότητα αν μάθει πως μιλάω θα με εξοντώσει όχι πως δεν θέλει ήδη.Ο Γιάννης δεν δινει για εμένα δεκάρα έτσι και αλλιώς.Ουτε καν ιδρωνε το αυτι του οταν τα εγραφα αυτα.Γελουσε και ελεγε πως σιγα μη τα διαβασει κανεις, ποσο μαλλον να καταλαβει.Σταματησε να τα διαβαζει απο το δεύτερο. Αλλά θέλω να δω το ύφος του όταν δει το τέλος να έρχεται,>>χαμογέλασε.
<<Θα σας εξηγήσω.Αλλα όπως προανέφερα δεν θα σας αρέσει.

<<Από όσο κατααβαινω η Ξένια χειροτερεύει. Για να είστε εδώ μάθατε για το χάρισμα και την αδελφότητα.Για τη μάνα της και πως έχω κάποια σχέση>>.

<<Δεν εισασταν ποτέ δεμένες μαμά δεν κάνατε παρέα πως...>>

<<Κάναμε πριν γεννηθεις.Εγω ,εκείνη και η μαμά του Γαβριήλ.Δεν σου είπα ποτέ γι'αυτό δεν ξέρω γιατι>.

<<Και γιατί σματησατε;>>

<<Όλα με τη σειρά Ηρώ άσε με να τα πω όλα με τη σειρα,>>πήρε στα χέρια της το βιβλίο της πριγκίπισσας που ξεθωριαζε.

<<Τότε ημουν ακόμα με τον πατέρα σου.
Χωμενη βέβαια βαθιά στα σχέδια του Γιάννη.Αυτη η εμμονή του να τον καταστρέψει να του τα πάρει όλα .Ήταν δηλητήριο για εμάς αλλά δεν το καταλάβαινα τότε.
Ήμουν τόσο ερωτευμένη μαζί του που έκανα ό,τι μου ζητούσε.
Από πάντα.
Από τοτε που με πήρε κοντά του.
Δεν ήταν πως δεν είχα συναισθηματα για τον πατέρα σου .Ήταν από τους καλούς.Ηξερα πως δεν του άξιζε. Ήθελα πολλές φορές να τον διώξω μακριά να σωθεί. Αλλά φοβόμουν την οργή του Γιαννη>>.

<<Τον κατεστρεψες,>>πέταξε ο Αχιλλέας.
<<Και τώρα είναι νεκρος>>.

<<Το ξέρω, >>είπε με θλίψη.
<<Όσο περίεργο και να φενεται τον θρηνω κάθε μέρα.Αλλα τόσα ήξερα τόσα έκανα.Ηταν σαν ένα συννεφο να είχε πέσει πάνω μου και το μόνο φως που έβλεπα ήταν ο Γιάννης.Με είχε εκπαιδεύσει καλά. Είχε μπει κάτω από το δερμα μου και για εμένα υπήρχε μόνο αυτός.Δεν υπάρχει δικαιολογια για ο,τι έγινε μετα.Για ο,τι άφησα να σου κανει μετά Ηρώ.Ουτε για το τι έκανα στη Σοφία.
Ένα μεθυσμένο λάθος για να πνίξω τον πόνο μου οδήγησε σε ένα δώρο και εγω το πέταξα δεν πάλεψα για εκείνο .Επειτα όταν ήρθες εσύ ήμουν κενή και πάλι υπήρχε μόνο εκείνος.Οταν άρχισε να σου δίνει σημασία εγώ...εγώ ζήλευα....ναι είχε γίνει διαστροφή πλέον όλο αυτό και δεν ήθελα να ξεφύγω ,ούτε έκανα κάτι να το σταματήσω>>.

<<Με συγκινείς,>>είπε ειρωνικά ο Αχιλλέας και η Ηρώ τον αγριοκοιταξε.
<<Τι;Νομίζει πως θα την πιστέψω;Ποια μάνα αφήνει....αφήνει...να ...,γαμω τη τρέλα μου,>>ξεφυσηξε

<<Δεν υπάρχει λύτρωση για όλο αυτο.Το ξέρω πως θα καώ στη κόλαση όταν έρθει η ώρα.Και όλη μου η απέχθεια προς σε εσένα ήταν ξεκάθαρα η εμμονή μου να τη κρατήσω από τη μια να την ελέγχω, αλλά και από όλο μου το μίσος που υπήρχε μέσα μου και δεν το καταλάβαινα.Ξεσπουσα και σε εσενα..Νομιζα πως θα τα καταστρεψεις ολα οσα προσπαθουσε να χτισει εκεινος.Γιατι σε έβλεπα .Ισως επρεπε να παρω το μερος σου απο την αρχη. Δεν είσαι σαν εκείνον τώρα το ξέρω >>.

Ο Αχιλλέας μισό γέλασε.

<<Ωραία αλλά δεν ξεκινάς να εξηγείς.Απο που ξέρεις όλες αυτές τις λεπτομερείες για την αδελφότητα που είναι ξεκάθαρα γραμμένα μέσα στα βιβλία σου. Το σημαδι ,εκεινο το μέρος,>>ειπε η Εύα εκνευρισμένη και η Ελεανα γουρλωσε τα μάτια.Η Εύα την πλησιασε της άρπαξε το βιβλίο με τη γυναίκα και άνοιξε τη σελίδα που ήταν το μενταγιόν.<<Αυτό,>>το έδειξε <<Και την Βεατρικη με το μενταγιον.Ξεκινα, γιατί δεν έχω υπομονή .Και μετά μπορείς να κλάψεις,για το πόσο άδικη ήταν η ζωή μαζί σου.Αλλα μάντεψε ήταν δική σου επιλογή να διαλέξεις να βαδίζεις με τον διάβολο.Δεν σε λυπάμαι.Αμφιβάλω βέβαια αν σε θέλει και εκείνος στη κολαση>>.

Η Ελεανα είχε μείνει να την κοιτάζει.

<<Έλα Όμορφη ηρέμισε,>>της έπιασα το χέρι και την τράβηξα να κάτσει στα γόνατα μου.

<<Μη μου λες να ηρεμίσω.Χανουμε χρονο >>της έδωσα το τσάι της και ηπιε μια γερή δουλειά.

<<Τώρα καταλαβαίνω γιατί σε φοβάται εκεινος,>>της είπε.<<Δηλαδη ξέρω γιατί σε φοβάται αλλά ...>>

<<Το ξέρω ,ξεκινα>>.

<<Όπως σας είπα εγώ η μαμά της Ξενιας και του Γαβριηλ κάναμε παρέα για αρκετά χρόνια.Ειμασταν κολλητές.
Εγώ με την Ασπασία βέβαια πιο πολύ από τότε που παντρεύτηκε τον Μιχαηλίδη.Ηταν πολύ καλός άνθρωπος όλο ζωή.Θυσια γινόταν για τους άλλους.Απορουσα πως μπορούσε να είναι με εκείνο το γουρούνι αλλά μετά σκεφτόμουν εμένα και σιωπούσα.Δεν ήμουν η κατάλληλη να την κρίνω.Ειχαν γίνει όλα τόσα γρήγορα αναμεταξύ τους.Ο γάμος, τα πάντα.Τοτε δεν μου φαινόταν περίεργο.
Δεν ήξερε καμία από τις δυο σε τι ηταν μπλεγμενη η αλλη.Η Ασπασία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ήταν απόλυτα χαρούμενη.Περιμενε πως και πως τη γέννα.Ο Μιχαηλίδης στην αρχή ήταν υπόδειγμα συζύγου.Μεχρι που έβγαλε τον κανονικό του ευατο,>>πήρε ένα τσιγάρο από το πακέτο στο τραπέζι και το άναψε.Πηρε μια ρουφηξια και συνέχισε.

<<Θεέ μου ,ακόμα και στη γέννα ηταν μόνη της στο νοσοκομείο.Εκεινος είχε υπηρεσία και δεν σήκωσε τον κωλο του να πάει, ουτε ενα τηλεφωνο πηρε.Μετα απο δυο μερες εσκασε με μια ανθοδεση να μαζεψει τα ασυμμάζευτα. Ελεγε και καλά πως τον είχαν στείλει να συλλάβουν κάποιον.
Εγώ τότε δεν έβλεπα τα σημάδια.
Πως ήταν ένας κακοποιητικος χαρακτήρας.Βασικα ούτε και εκείνη μιλούσε.Απο την αρχή της εγκυμοσύνης όμως κάτι δεν πήγαινε καλά αυτό μπορούσα να το διακρινω σε εκείνη.
Ήταν αγχωμένη πάντα παρολο που φαινοταν χαρούμενη.Κοιτουσε συνέχεια πίσω από τον κόρφο της σαν κάτι να περίμενε. Ήταν απροσανατολισμενη συνέχεια και φοβισμένη.
Κόντεψε μια μέρα να βάλει το σπίτι φωτιά γιατί είχε ξεχάσει την κατσαρόλα με το φαγητό πάνω και στεκόταν έξω στο περβάζθ της εξοπορτας του σπιτιού και κοιτούσε το κενό. Αν δεν είχα περάσει από εκει τυχαία θα γινόταν το κακό.Μετα τη γέννα χειροτέρεψε.Τα μάτια της είχαν γίνει κενά.Ειχε αδυνατίσει πολύ.Εγω από την ανησυχία μου προσπαθούσα να την προσεγγισω αλλά μάταια.
Ώσπου ένα βράδυ έξω στο μπαλκόνι,με τον Μιχαηλιδη στη δουλειά και την Ξένια να κοιμάται ηταν κατι μηνων,μετά από ένα μπουκάλι κρασί επιτελούς μου ανοίχτηκε>>.

" <<Άσπα,όχι άλλο, >>της πήρα το κρασί απο το χερι.

Με τη γουλια να φεύγει σχεδόν από το στομα μα της έμεινε με απλωμένο το χέρι.

<<Αμάν βρε Ελεανα δεν με αφήνεις να χαρώ λίγο,>>μου παραπονέθηκε.

<<Δεν γίνεται να πίνεις τόσο πολύ.Θυλαζεις τι δεν καταλαβαίνεις>>.

<<Δεν δέχεται το στήθος με τίποτα ,>>γέλασε.
<<Ξεροκεφαλη από τωρα>>.
Έξω στο μπαλκόνι με το αεράκι να φυσάει και τον ουρανό πεντακάθαρο,εκείνη τη νύχτα θα μου αποκαλυπτε κάτι που δεν μπορούσε να χωρέσει στο μυαλό μου.

<<Μεθυσες Ασπασία,>>τα μάγουλα σου εχουν κοκκινισει.

Είχαμε ήδη τσακίσει ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί,λέγοντας η μία στην άλλη τον πόνο του έγγαμου βίου.
Βέβαια εγώ τις έκρυβαν όλα τα υπόλοιπα.
Και όπως φάνηκε το ίδιο και εκείνη.

Αναστέναξε και πριν διαμαρτυρηθώ άρπαξε το μπουκάλι κρασί και το έβαλε στο στόμα.

<<Ασπασία,>>την μαλωσα αλλά εκείνη με σταμάτησε με το χέρι της.
Έπειτα το κατεβασε.

<<Είναι όμορφη νύχτα έτσι δεν ειναι;>>
Ρώτησε κοιτάζοντας το φεγγάρι.
Το φως του έπεφτε στο μπαλκόνι,φωτίζονταν ελαφριά .
Τα κόκκινα της μαλλιά γυάλιζαν και τα μάτια της ήταν εξωπραγματικα.
Ήταν τόσο όμορφη.

Σιωπή επικράτησε για λίγο.

<<Πες μου το πιο βαθύ σου μυστικό,>>με ρώτησε στα ξαφνικά.

Σοκαρίστηκα με την ερωτήσηαυτή.
Τι να της έλεγα.
Δεν μπορούσα να της πω το πιο βαθύ μου μυστικό.

<<Δεν έχω>>.

<<Μαλακιες,όλοι έχουμε μυστικά Ελεανα,>>χαμογέλασε.
<<Καλά αφού δε θες να μου πεις δε σε πιεζω>>.

Το βλέμμα τις είχε αλλάξει.
Σαν κάτι να την έτρωγε .
Σαν κάτι να έπρεπε να βγει από μέσα της.

<<Δεν είμαι αυτή που νομίζεις>>.

<<Οριστε;>>
Την ρώτησα ξαφνιασμενη.
Δεν ήξερα τι εννοουσε.

Άφησε το μπουκάλι πάνω στο τραπεζι.

<<Ελεανα ,δεν ξέρω αν πρέπει να στα πω .
Δεν ξέρω καν αν με πιστέψεις.
Αλλά δεν ξέρω τι να κανω,>>τα μάτια της γέμισαν δάκρυα.<<Είμαι τόσο φοβισμένη και δεν ξέρω....Εχει αρχισει η μικρη να....να μην ειναι ο ευατος.>>

Της έπιασα το χέρι.Φοβηθηκα γιατί δεν κατάλαβα τι εννοούσε.

<<Πες μου. Ανησυχώ τι συμβαινει>>"

Στο σαλόνι επικρατούσε σιωπή καθώς ακούγαμε τα λόγια της Ελεανας.
Αυτά που μας έδινε ως πληροφορίες ήταν απίστευτα.

Η μαμά της Ξενιας της είχε αποκάλυψει για την αδελφότητα εκείνο το βράδυ.

<<Ήταν μεγαλωμένη εκεί μέσα .
Από μικρή.Στην αδελφοτητα.Απο γενιά σε γενιά όλη της οικογενεια.Βλεπετε η Βεατρικη όπως την ξέρετε,>>κοίταξε την Εύα.<<Ήταν συγγενής της.Η Ασπασία μίλησε για το χάρισμα.Για την υπόσχεση της Βεατρικης να καταστρέψει τη κοινότητα αφού θυσιασαν το παιδί της>>.

<<Τι ήταν ακριβώς αυτή η γυναικα;>>
Ρώτησε η Ηρώ.

<<Πολλοί την χαρακτήριζαν χαρισματική άλλοι την έλεγαν μάγισσα.
Αλλά στην τελική ήταν απλά ένα κορίτσι που απλά ερωτευτικε.Ξερετε δεν υπάρχει μεγαλύτερη καταρα από την αγάπη.Σε κάνει να χάνεις το μυαλό σου ,να κανεις πράγματα για τα οποία δε θα πίστευες πως ήσουν ποτε ικανή.Ανειπωτα πράγματα Καλά και κακά.
Εκείνη τότε ασχολούνταν πολύ με τη φύση, με τα βότανα με τα γιατροσόφια.
Η επαναστατική φύση εκεινη την εποχή εύκολα, σε έκανε διαφορετική.Ποσο μάλλον αν ήσουν και ελεύθερο πνεύμα.
Έκανε παρέα ή μάλλον ήταν μέλος μιας σύναξης με πολλές γυναίκες που έκαναν το αντίστοιχο.Λατρευαν τη φύση,τη γυναικεία δύναμη,το πνεύμα.Μαζευονταν την πανσεληνο και ολες τις συμμαντικες μερες του χρονου κάνοντας τελετουργιες.Δεν ξέρω αν είχαν αληθινη μαγεία ή όχι. Ή απλά ήταν χαρισματικες.Η Βεατρικη ήταν διαφορετική .Περα απο δυναμικη γυναικα, βοηθουσε παντου και ειδικα τότε εν καιρο του πολεμου.Ομως είχε οράματα. Έβλεπε πέρα από αυτό που μπορούσε ο ανθρώπινος νους να συλλάβει.Γι'αυτο ήταν και η αρχηγός της συναξης>>.

<<Και γιατί έμεινε με εκείνον τον άντρα εφόσον ήξερε πως ήταν μπλεγμένος σε κάτι τόσο διαστροφικο;>>
Ρώτησα.

<<Γιατί όπως είπα ήταν ερωτευμένη.Τυφλωθηκε.Πιστευε πως θα μπορούσε να τον αλλάξει.Οταν όμως έχασε το παιδί της που υπεραγαπουσε πάνω ακόμα και από εκείνον κατάλαβε πως δεν υπήρχε ελπιδα>>.

<<Και το ελαφι;Ο κόσμος που ζει τι σχεση έχουν όλα αυτα;>>Ρώτησε η Ηρώ ξανά.

<<Το ελάφι είναι σύμβολο της αναγέννησης,της δύναμης,της αγνότητας.
Όπως και η απόδειξη πως υπάρχει κάτι άλλο.Ο άλλος κόσμος.Η ψυχή.
Η Βεατρικη τον εβλεπε εκείνο τον κόσμο και τον περιέγραφε στα δικά της άτομα.
Το ελάφι είναι δίοδος του δικού μας κόσμου προς τον κοσμο των ψυχων.
Έβλεπε μέσα από τα μάτια του,το παρελθόν ,το παρών, το μέλλον.
Η σύναξη τους πίστευε πως δεν υπάρχει χρόνος.Πως όλα κυλούν ταυτόχρονα.
Πως επίσης η ψυχή εχει πολλές πτυχές.Πως δημιουργείται σε ένα άλλο μέρος.
Πως έχει κομμάτια σκορπισμένα παντου ενωμένα όμως μεταξύ τους μη μποροντας να ειναι ενα.Ο ανώτερος ευατος μας.
Δηλαδή , υπάρχουμε και αλλού,αλλά ταυτόχρονα και κάπου διαφορετικά.
Μπορεί σε αυτόν τον κοσμο να εισαι εδω και να υπάρχει κάπως και σε έναν άλλον.
Σε πολλές μορφές.

Όπως και όταν φύγεις μπορεί να διαλέξει να επιστρέψει για να ζήσει ξανά την εμπειρία της ανθρώπινης ύπαρξης ή να διάλεξει να παει κάπου αλλού. Πίστευαν π ς  κόσμος μας δεν ήταν ο μόνος.
Μέσα από τη φύση ένοιωθαν κοντά στο Θείο. Και προσπαθουσαν να επικοινωησουν με τον ανωτερο τους ευατο .Με τη ψυχη και τα κομματια της>>

<<Το ελάφι σε πολλές θρησκείες είναι σύμβολο και λατρεύεται,>>είπε ο Μαρκος .<<Ακόμα και στις ταινίες το έχουν πάντα σαν σύμβολο όταν εμφανίζεται ,πως κατι καλό θα γινει>>.

<<Ακριβως>>.

<<Και τι έγινε όταν έφυγε από τον αντρα της και δημιούργησε την αδελφοτητα;>>
Ρώτησε η Εύα.

<<Στην αρχή τίποτα.Εκεινοι παρόλο που ήθελαν το χάρισμα για τον ευατο τους δεν την κυνήγησαν.
Αλλά είναι άνθρωποι που δείψανε για την κυριαρχία και τη δύναμη.
Φτάνουν στα άκρα για να την αποκτήσουν.
Το έχω δει.Κανουν πράγματα ασύλληπτα.
Όπως είπα δεν την κυνήγησαν.Ο άντρας της είχε πατήσει πόδι παρόλο τη δύναμη της .Δεν είχαν δώσει καν σημασία στις απειλές της.Δεν πίστευαν για το τι ηταν ικανή.Μεχρι που σιγά σιγά αρχισαν να γίνονται περίεργα πράγματα. Άντρες που ήταν σε μεγάλες θέσεις βρίσκονταν ξαφνικά νεκροί χωρίς να υπάρχει κάποια ενδείξη πως δολοφονήθηκαν.Πολλα σχέδια τους δεν έπερναν μορφή .Πολλες εγκαταστασες άρχισαν να παίρνουν φωτιά.Οι μητερες στις νησια που ειχαν τα αγορια να μη μπορουν να κανουν παιδια.Πολλά παιδιά άρζιιζαν να εξαφανιζονται απο τις αναμορφωσεις.Σχεδον καταστράφηκε  η κοινοτητα ολοκληρωτκκα.
Έτσι ξεκίνησε ο πόλεμος αναμεταξύ τους>>.

Σηκώθηκε από τον καναπέ και πηγε προς το παράθυρο.
Το ανοιξε και ένας κρύος αέρας μπήκε μέσα.

Κοίταξε προς τα έξω.

<<Είναι αλήθεια λυπητηρη η ιστορία της Βεατρικης.Μια γυναίκα προδομένη από την αγάπη που μόνο καλό ήθελε να κάνει να καταλήγει έτσι.Αποτρελαθηκε στο τέλος.Ετσι μου είπε η Ασπασία.
Αλλά δεν ήταν τρέλα ακριβώς.Αυτο το περίεργο χάρισμα δεν το αντέχουν όλοι.
Ακόμα και τα παιδιά που έκανε μετέπειτα ,σαν κατάρα έπεσε πάνω τους ,ήταν ελάχιστα που το άντεξαν.
Εκείνη έχασε το μυαλό της και έμεινε κολλημένη σε εκείνον τον κόσμο μέχρι που το σώμα της δεν άντεξε και πέθανε.
Το ανθρώπινο μυαλό και το δοχείο που κουβαλαειι τη ψυχη μας,μου είπε η Ασπασία δεν είναι σχεδιασμενο ώστε να αντέξει κάτι τόσο μαγικό,ανώτερο>>.

<<Και γιατί διαλεξε εκεινη;>>
Ρώτησε η Ηρώ.

<<Κάνεις δεν ξέρει.Ολοι οι πρόγονοι της ,δηλαδή κάποιοι από αυτούς το είχαν.
Όλοι οι άνθρωποι είναι ευαίσθητοι σε τέτοια πράγματα. Άλλοι λιγότερο,άλλοι περισσότερο. Παλιά ήταν και πιο έντονα ολα αυτά. Πως νομιζεις εχουν προκυψει οι μυθοι;Τώρα με τη καθημερινή ζωή που έχει γίνει έτσι χαοτική.Ολα χανονται γύρω μας και δεν τα παρατηρουμε>>.

<<Η Ασπασία το ειχε;Γιατι αν το εχει η Ξενια δεν ειναι ακριβως το ιδιο με τη Βεατρικη και το παιδι της;Μπορουσαν να το εχουν δυο ταυτοχρονα;>>
Ρώτησε η Εύα.

<<Ναι μπορει να το ειχαν δυο ταυτοχρονα απο την ιδια γραμμη αιματος.Αλλα στον έναν, στη Βεατρικη για παραδειγμα εφοσον το ειχε η κορη της. Εξασθενουσε οσο μεγαλωνε εκεινη Ειναι σαν να εφευγε η δυναμη και πηγαινε σε εκεινη.Οταν το παιδι πεθανε εκεινο δυναμωσε περισσοτερο και παρολο που ειχε κανει και αλλα παιδια δεν εξασθενουσε.Ισως η Βεατρικη ηταν διαφορετικη.Ισως το μισος της και ο πονος της να το εδινε παραπανω δυναμη.Οσο περνούσαν τα χρόνια αυτο όμως χανοταν απο γενια σε γενιά, αφου πεθανε εκείνη.Ηταν αδύναμο μέχρι που που εξαφανιστηκε.Το σημάδι δεν έπαψε να εμφανίζεται αλλά το χάρισμα δεν ήταν ενεργό.
Η σύναξη παρόλα αυτά δεν έπαψε να πιστεύει πως το ελάφι θα επέστρεφε.
Η κοινοτητα το ιδιο.Πίστευε πως απλά το εκρυβαν>>.

<<Και όλα αυτά στα είπε η Ασπασία εκείνο το βράδυ;Και την πίστεψες;>>
Την ρώτησε ο Αχιλλέας.

<<Σε ένα βαθμό τη πίστεψα γιατί τα ήξερα από μέσα.Αλλα ακόμα έχω αμφιβολίες.Δεν ξέρω αν πιστεύω στο παραφυσικό ή σε μια τέτοια αλλού είδους δύναμη.Σε έναν άλλο κόσμο.Γιατι δεν τον έχω δει.Αλλα δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει,>>ετριψε το πρόσωπο της.
<<Είχε και εκείνη το σημαδι ,αλλά δεν είχε το χάρισμα.Μεχρι που έμεινε έγκυος.Τοτε άρχισαν τα οράματα.Το να βλέπει το ανώτερο.Τον άλλο κόσμο.
Μου τον περιέγραψε με λεπτομέρειες έτσι ξέρω για εκεινον>>.

<<Ο Μιχαηλίδης το ήξερε;>>
Ρώτησα.

<<Στην αρχή όχι. Εκείνη τον είχε γνωρίσει ενώ ακόμα ήταν στην αδελφότητα πριν γίνει ότι γίνει.Πριν εξαλειφθεί.Εχει σχεδόν είκοσι χρόνια αυτό.Οταν καταστράφηκε η αδελφότητα μέσα σε ένα βράδυ, εκείνη βρέθηκε στη πόρτα του. Επειδή ήταν αστυνομικός νόμιζε πως θα την προσταυεσει κάπως.Γιατι ήταν καλός μαζί της στην αρχή και πολυ ερωτευμένος. Ηταν εγκυος στα δίδυμα οταν πηγε σπιτι του χαραματα .Του ειχε πει πως την ειχαν διωξει απο το σπιτι της και δεν ειχε που να παει.Εκεινος την φροντισε. Όταν μου είπε πως είχε γεννήσει δύο μωρά και πως το ένα εξαφανίστηκε από την θερμοκοιτίδα και κανεις δεν της έλεγε τίποτα όσο και να έψαξε,επαθα σοκ.Ηξερε και εγω ήξερα τι ειχε συμβει., αλλά δεν μπορούσα να της πω την αλήθεια για εμένα πως ήμουν μπλεγμένη.Πολλα παιδιά έπαιρνε και παίρνει η κοινοτητα από τα νοσοκομεία.Βεβαια δεν τον ειχαν παρει τον μικρο για κανέναν αλλο λόγο πέρα για να τον βαλουν μεσα στη κοινοτητα.Φυσικα στον Μηχαιλιδη είπε πως το παιδί πέθανε.Γιατι δεν ηθελε να μπλεχτουν περισσότερο τα πραγματα.
>>.

<<Εκείνος ήξερε γαι την κοινότητα και το χαρισμα;Πως τα παιδιά δεν ήταν δικά του;>>
Ρώτησα.

<<Ναι του τα είχε πει γιατί τον εμπιστεύτηκε.Αλλα το αξιοπερίεργο είναι πως δεν είπε ποτέ του τιποτα.Δεν ξέρω αν γνώριζε πως ο Γιάννης ήταν μπλεγμένος με τη κοινότητα αν και είχε πάρε δώσε μαζί του με τα ναρκωτικά ,για να τον ξελασπώσει.Ο Γιάννης μου είχε πει πως δεν του είχε αποκαλύψει κάτι γιατί ηταν μεν ηλιθιος αλλά ικανός για όλα και δεν ήθελε μπελάδες.Μπορει η κοινοτητα να είχε άτομα μέσα στην αστυνομία αλλά ο Μιχαηλίδης ηταν προβλημα ..Μπορει να έβγαινε στα κανάλια στις εφημερίδες μόνο και για να το εκμεταλλευτει.Και αν κάτι πάρει διαστάσεις δεν μαζεύεται εύκολα.
Αλλά η Ασπασία μου είπε πως το κρατούσε το μυστικό της.Αλλα τον φοβόταν γιατί όταν άρχισε να έχει τα οράματα εκεινος άρχισε να γινεται και κακοποιητικος.Την φωναζε τρελη όπως και τη μικρή μετά που γεννηθηκε .Απειλούσε πως θα πάει να τα πει όλα στη κοινότητα.Πως θα τους έβρισκε και θα της παρεδιδε. Αλλά όταν του αντεκρουε εκείνη και του έλεγε να παει εκείνος ασπριζε σαν κάτι να φοβοταν.Αυτα μου τα ειπε επειτα μετα απο καιρο οταν τη συνατησα τυχαια γι'ατο την απέφευγα>>.

<<Τυπικός δειλός μαλακας;>>.
Μισό γέλασε ο Αχιλλεας

<<Η Ασπασία φοβοταν πως η Ξένια θα είχε την ίδια κατάληξη με την Βεατρικη και όλους τους υπόλοιπους.Ή και χειρότερη αν την έβρισκε η κοινοτητα.
Επίσης ανησυχούσε και για το άλλο της παιδί.
Το έψαχνε παντού μέσα στη κοινότητα.

Αλλά δεν το έβρισκε.Βεβαια εκεινο δεν ειχε το χαρισμα οπως η μικρη οπως και εκείνη. Εγω απομακρυνθηκα σιγά σιγα από το ντροπή. Δεν μπορούσα να την κοιτάξω στα μάτια >>.

<<Δεν ειπες ομως ποτε την αληθεια στο Γιαννη.Γιατι;Την προσταευσες>>είπε η Ηρώ.

<<Ήταν φίλη μου δεν μπορούσα να το πω.Την αγαπουσα>>.

<<Χα,μας δουλεύεις. Κράτησες το μυστικό της φίλης σου για να μη πάθει τίποτα και την Ηρώ...>>είπε ο Αχιλλέας.

<<Όπως είπα η αγάπη μας κάνει να κάνουμε πράγματα που δεν θεωρούμε πως είμαστε ικανοί.Οικτρα πράγματα...>> Το πρόσωπο της σκοτείνιασε.
<<Ξέρω πως είναι ηλιθια δικαιολογια αλλά είναι αυτό που είναι.Το ξέρεις και ο ίδιος. Η αγάπη σε έκανε να κάνεις και να υποστείς πολλά πράγματα.Ολα για την Ηρώ.Μονο που εγώ τα έκανα για τον λάθος άνθρωπο>>.

Ο Αχιλλεας κοίταξε την Ηρώ.
Σαν οι λέξεις της Ελεανας σαν να έβαλαν ρίζες μέσα του και το πρόσωπο του μαλακωσε και τις χαμογελασε..
Η Ηρώ του έπιασε το χέρι.

<<Μαμά,ο μπαμπας της Ξενιας;Ο αληθινός;>>

<<Νεκρός.Την ημέρα που έγινε η επίθεση στην αδελφότητα που ο Γιάννης έστειλε εκείνον τον μανιακό και την ομάδα του ήταν η τελευταία φορά που τον είδε.
Εκείνος θυσιαστικε για εκείνη για να σωθεί.Εκλαψε πάρα πολύ στην αγκαλιά μου όταν μου είπε για εκείνον.
Τον αγαπουσε τόσο πολυ.Περιμεναν πως και πως τα μικρά τους. Είχαν μεγαλώσει μια ζωή μαζί μέσα στην αδελφότητα.Ερωτευτηκαν και αγαπήθηκαν.Δεν τον ξεπέρασε ποτέ.
Ήταν ο μοναδικός αληθινός της έρωτας>>.

<<Κρίμα.Ηλπιζα πως κάπου θα ήταν και η Ξένια ίσως να είχε κάποιον δικό της ακόμα να την βοηθήσει σε όλο αυτό. Κάποιον που να ξέρει τι είναι ολο αυτό.
Δεν σου είπε που θα μπορούσαμε να βρούμε κάποιον από την αδελφότητα;>>

<<Όχι,δεν έλεγε.Μου είχε πει πως και καλά όλοι είχαν πεθάνει. Αλλά νομίζω πως μου έλεγε ψέματα και πως ακόμα ήταν μπλεγμένη αλλά δεν ήθελε να το αποκαλυψει.Επρεπε καπως κατι να κανω γαμωτο,>>κρατησε ενα λιγμο<<Αλλα ο καργιολης ειχε καταστρεψει το μυαλο μου....>>.

<<Είπες πως κάνατε παρέα και τη μαμά του Γαβριήλ.Εκεινη ήξερε;Γιατι Γαβριήλ και ο Αγης κάτι ξέρουν. Ειδικα ο Αγης που εχει το μενταγιόν>>
Ρώτησα.

<<Εχειν το μενταγιον;Μα πως αυτο το φορουσε η Ασπασια ,ηταν κειμηλιο απο τη Βεατρικη>>.

<<Ναι το εχει.Και εχει μια κλειδαρια.Ξερεις αν εχει κατι μεσα;>>
Συνέχισα.

<<Όχι, οταν την είχα ρωτήσει την Ασπασία μου είπε πως δεν είναι κάτι απλά έτσι είναι η κατασκευή του.
Αλλά πως αυτό ήταν κειμήλιο από τη Βεατρικη και πήγαινε από γενιά σε γενιά σε όποιον είχε το χάρισμα.
Δεν ξέρω πως το πήρε στα χέρια του.
Ίσως εκείνη τη νύχτα με τη Ξένια στη φωτιά να το έκλεψε όταν την πήρε.
Δεν ξέρω.

Δεν ξέρω ουτε να να σου πω αν ηξερε η μανα του κατι.Δεν ρώτησα ποτέ. Όσες φορές ειμασταν μαζί δεν μιλούσαμε γι'αυτο για να μπορέσω να καταλάβω.Ισως της το είχε πει και είχε υποσχεθεί και εκείνη να μην αποκάλυψει τιποτα>>.

<<Και όλα αυτά που σου είπε αποφάσισες να το γράψεις στα βιβλία σου ,μαζι με ολα τα αλλα.Πολυ καλή ιδέα τουλάχιστον έβγαλες χρήματα, >>είπε ο Μαρκος ειρωνικά.

<<Δεν είχα που αλλού να τα πω να τα βγάλω από μέσα μου.Με έτρωγαν τώρα το βλέπω.Τοτε μου φαινόταν καλή ιστορία και κερδοφόρα. Αλλά με το καιρό ήταν μια απλή κραυγή βοήθειας που δεν την άκουσε κάνεις.Οπως ολοι αυτοι που ειναι μπλεγμενοι σε ολο αυτο και δεν ακούστηκαν και δεν βρίσκουν βοήθεια. Τωρα σκέφτομαι πως ίσως κάπου κάποιος στον κόσμο να τις διαβάζει και να αναγνωρίζει πως ακούστηκε η φωνή του.Αλλα σου έκανα κακό Ηρώ με ολο αυτό τώρα το βλέπω και ολα αυτα που δεν σταματησα.Συγγνωμη,>>τα μάτια της βουρκωσαν.

Ίσως να ήταν ψεύτικο.
Ίσως αλήθεια να αλλαζε.
Μόνο ο χρόνος θα έδειχνε.

<<Μαμα>>.

Η Ελεανα της χαμογέλασε.Επειτα αναστέναξε και πέρασε τα χέρια της από τα μαλλιά της.

<<Και τώρα θα σας πω αυτό που δεν σας αρέσει καθόλου. Ήρθατε εδώ για να βρείτε απαντήσεις για τη Ξένια και για όλα. Μήπως και μπορεσετε να τη βοηθησετε>>.

<<Ναι ακριβώς >>.
Είπε η Εύα.

<<Λυπάμαι αλλά είναι ματαιο;>>.

<<Τι;Γιατι;>>Αναφώνησε η Ηρώ.
Όλοι την κοιτάξαμε σοκαρισμένοι.
<<Τι εννοείς;Δεν υπάρχει τρόπος να την βοηθησουμε;>>

<<Όπως σας είπα το ανθρώπινο σώμα δεν αντέχει το χάρισμα. Γι'αυτο έπαθε πιστεύω και το ανεύρυσμα ,η Ασπασία.Μπορει να είχε έρθει σε επαφή με αυτό για λίγο ,αλλά έφτανε.Οπως και οι υπόλοιποι όλα τα χρόνια πριν ,που είτε έχασαν το μυαλό τους ,αρρωστησαν ή αυτοκτόνησαν επειδή δεν το αντεξαν.
Κανεις δεν ηταν τοσο δυνατος ωστε να το εχει και να ζησει μια φυσιολογικη ζωη με αυτο>>.

<<Δηλαδη μας λες πως δεν υπάρχει άλλη επιλογή;Πως η μοίρα της είναι να χαθει εντελώς ;>>
Είπες ο Μάρκος με φανερό πόνο στα λόγια του

<<Δυστυχώς ναι.Αυτο φοβοταν η Ασπασια πολυ.Δεν ηθελε να το ζησεξ η Ξενια αυτο.Οταν ειχε δει το σημάδι πάνω της μου εκμυστηρευτικε πως είχε σκεφτεί να τη σκοτώσει,να τη πνίξει στη μπανιέρα για να την γλιτώσει από αυτή τη μοίρα.Αλλα την αγαπουσε πολύ για να την αποχωριστεί.Επειτα κατέληξε να την πάει σε ψυχιστρο .Ο Μιχαηλίδης την ανάγκασε και άρχισαν να της δίνουν φάρμακα από πολύ μικρή. Μπορει τα φάρμακα να την κρατάνε αλλά δεν θα λειτουργούν για πολύ καιρο>>.

<<Σκατα γαμωτο,>>ψελλισα.

<<Η κοινοτητα τι ακριβώς θέλει να κάνει μαζί της;Ναι ξέρουμε πως θεωρεί πως αν αποκτήσει το χάρισμα θα κυριευσει το κόσμο γιατί είναι τόσο παρανοϊκόι,αλλα..>>είπε η Εύα.

Η Ελεανα τη κοίταξε.
<<Δεν ξέρω αν είναι παρανοϊκοι.Δεν ξέρω κάν αν και εγώ πιστεύω την ιστορία αυτή απόλυτα.Δεν πιστευα αλλωστε ποτε στη μαγεια .Ισως ολοι να περναμε μια μαζικη υστερια κανεις δεν ξερει.Αλλα ένα ξέρω, ο Γιάννης και οι υπόλοιποι θα έκαναν τα πάντα για να αποκτήσουν δυναμη.Ακομα το να παίξουν και με δυνάμεις που δεν πρέπει.Οποτε μη σας φενεται περίεργο>>.

<<Οποτε;Πώς σκοπεύει να πάρει το χαρισμα αν πιασει τη Ξένια,>>Ρώτησα.

<<Με θυσία >>.

Τα μάτια μας γουρλωσαν.

<<Θυσια;>>
Ψελλισε η Ηρώ φανερά έντρομη.
<<Θα την θυσιασουν;>>.

<<Ναι ,και όχι μόνο εκείνη,>>κοίταξε την Ηρώ και έπειτα την Εύα.

<<Οριστε;Τι στο διαολο εννοείς Ελεανα με αυτο,>>αναφώνησε ο Αχιλλέας.

Το αίμα μου είχε παγώσει
Η Εύα αν δεν ένιωθα το κορμί της να κουνιέται από την ανάσα της θα νομιζα πως ήταν νεκροί.

<<Σας είπα δεν θα σας αρέσει ολο αυτό.
Για να αποκτήσουν το χάρισμα θα πρέπει να την θυσιάσουν σε μια από τις τελετές τους.Ετσι πιστεύει ο Γιάννης πως θα αποκτήσει το χάρισμα.Τωρα που έχει πάρει τα ηνία του Τριγώνου θέλει να αποδείξει πως είναι δυνατός.Θελει να αποκτήσει όλη τη δύναμη και να ενώσει την κοινοτηα και όλα τα παρακλάδια,να την κάνει ένα και να την ηγείται. Με αυτόν τον τρόπο πιστεύει πως θα τα κατάφερει.Ειναι πωρωμένος με όλους αυτούς τους μύθους και τις προφητειες.Και ειναι το ονειρο του να γινει αρχηγος της>>.

<<Ναι αλλά δεν εξηγείς τι σχέση έχει η Ηρώ και η Εύα. Μίλα Ελεανα,>>είπε ξανά νευριασμενα ο Αχιλλέας.

Εκείνη τσιτωθηκε από την ένταση.

<<Για να λειτουργήσει η θυσία πρέπει να γίνουν κάποια βήματα πρώτα ,βάση της προφητείας τους.
Ο σπόρος πρέπει να ξεραθεί.
Η αγνότητα που ακούμπησε το σκοταδι πρέπει να αιμμοραγισει ώστε να ανοίξει η δίοδος>>
Πόσα κομμάτια είχε αυτή η προφητεία πια;

<<Όπως έλεγε η προφητεία αν ο σπόρος γεννηθεί σε άγονο έδαφος τοτε εκείνο θα επιστρέψει.Εκεινο είναι το χάρισμα.
Αυτό πιστεύουν.Η Εύα έχει τη δύναμη να τους κατστρεψει για να μη φτάσουν σε εκεινο>>.

<<Και η Ηρω;>>
Ρώτησε η Εύα.

Την κοίταξε.

<<Δεν σε διάλεξε τυχαία,>>της είπε.
<<Είσαι σημαντική.Απο μικρή ήσουν.
Έχεις αγνή καρδιά,έχεις μόνο αγάπη μέσα της.Οσο και να σε πληγώνουν δεν αφήνεις να φυγει αυτό . Βλέπεις πάντα το καλό στο κοσμο.Η ψυχη σου ομως και με ολα οσα σου συναιβησαν πληγωθηκε. Απεκτησες μια ευαισθησία, αρχισε ενα ραγιζει.Γι'αυτο και πάντοτε τις εβλεπες;>>.

<<Ποιες;>>Ρώτησε η Ηρώ.

<<Της σκιές μικρή μου,>>η Ηρώ γουρλωσε τα μάτια.

Το δωμάτιο βαρύνε στα ξαφνικά.

<<Μαμά τι λες;Εγώ πίστευα πως ήταν από την ασθένεια μου. Γιατί έχει τέτοια συμπτώματα και από τα τραυματα, έτσι είχαν πει οι γιατροί.Πιστευα πως ήταν ο Γιάννης γιατί έπαιρνε την μορφή τους.Παιχνιδια του μυαλού μου.Και τώρα μου λες πως,>>είπε με τρεμαμενη φωνη.

<<Όπως είπα και πριν πολλοί άνθρωποι είναι ευαισθητοι σε αυτό.Η μαμά του Γαβριήλ μου είχε πει κάτι κάποια στιγμή που τότε δεν έβγαζε νόημα.
Ίσως,μου είχε πει οι άνθρωποι που έχουν κάποια είδους ψυχική ασθενεια και βλέπουν πράγματα δεν είναι άρρωστοι.Ισως η ψυχή τους δεν ανοικει σε αυτό τον κόσμο.Ισως δεν αντέχει όλοι αυτή τη πραγματικότητα.Τραυματιζεται, πονά.Και όσο περισσότερα κακά ζει τόσο δυσκολεύεται.Αλλα δεν έχει άλλη διέξοδο πάρα να εκφραστεί και να βγει με αυτόν τον τρόπο.Και εμείς το θεωρούμε ψυχική ασθενεια και τους βγάζουμε τρελούς.Ελεγε πως αυτοί οι άνθρωποι είναι πιο ευαίσθητοι σε όλα γενικά .Αν εχουν καλη ψυχη ειναι ευλογημένοι παρολο που ειναι πληγωμένοι και μισοι>>.

<<Και αυτό πίστευε και ο Γιαννης;>>
Ρώτησα.

<<Ναι.Οταν άρχισες να τις βλέπεις Ηρώ εκείνος άλλαξε.Ηδη είχε ξεκινήσει τη διαστροφή του αλλά ένας ακόμα λόγος παραπάνω να σε έχει κανονικά.
Γιαυτο ήσουν και είσαι ένα αγνό πλασμα που με κάποιο τρόπο χωρίς να έχεις κάποιο χαρίσμα έβλεπες μια πτυχή.Το σκοταδι.Και δεν διαφέρει απο εκεινον.Το κακο ειναι ενα .Παιρνει απλα πολλες μορφες γι'αυτο τον εβλεπες σαν σκια>>.

<<Εχω δει εκείνο το κόσμο όταν ημουν....Δηλαδη θελει να με ....και εμενα...επειδη ειμαι ενας απλος ανθρωπος που ειδε αυτο το κοσμο; Ορφεας τον εχει δει γιατι οχι εκεινον;Ειναι καλος και αυτος.Μου χαμογελασε>>

<<Θα πάρω τη θέση σου αν...>>της είπα και η Εύα μου εσφιξε το μπούτι.
Θα το εκανα,για όλες τους.
Και ο Αχιλλεας και ο Γαβριήλ το ίδιο.

<<Ούτε να το σκέφτεσαι.Δεν πρόκειται να αφήσω να συμβεί κάτι τέτοιο,>>είπε με νεύρο.

<<Πρέπει να είναι γυναίκα,>>είπε η Ελεανα.

<<Ε φυσικά θα έπρεπε να ειναι,>>είπε η Εύα.
<<Καργιολιδες.Τι στον πουτσο;Δηλαδή θέλουν να μας θυσιάσουν σε μια τελετή για να πάρουν το χαρισμα;Γιαυτό ο μαλακας με προκαλεί να πάω με το μέρος του;Και πως ακριβώς θα το κάνει αν δεν μας πιάσει;Φαντάζομαι πως χωρίς εμένα και την Ηρώ δεν γίνεται η θυσια να λειτουργήσει>>

<<Ναι,δεν ξέρω όμως να σου πως αν δεν είστε εσείς τι θα κάνει>>.

<<Και πως τα ξέρεις εσύ όλα αυτά Ελεανα;Δεν γίνεται να στα είπε έτσι απλα.Αυτά πρέπει να τα κρατούσαν μυστικά. Ούτε εμείς που ειμασταν μέσα δεν τα ξέραμε,>>είπε αναστατωμενα ο Αχιλλέας και σηκώθηκε από τον καναπέ.

<<Οταν έπινε μιλούσε πολύ και τα ξεχνουσε>>.

<<Γαμωτο,>>φώναξε ο Αχιλλέας.
<<Πώς ζεις με ολο αυτό το πράγμα Ελεανα ενώ το ήξερες. Είναι η κορη σου γαμω τη τρέλα μου.Αν δεν ήξερα πως....θέλει..να ..θα σε σκότωνα.Μα το Θεο>>

<<Το ξέρω,>>χαμήλωσε το βλέμμα της.
Εμένα όμως με έτρωγε κάτι άλλο.
Τι σκατα θα τις έκαναν;.
Και πότε έπρεπε να γίνει αυτο;

<<Εχω δει αυτές τις μαλακιες σε βιντεακια και έχω διαβάσει για θυσίες, >>είπε ο Μαρκος
<<Πρέπει να γίνει συγκεκριμένη μέρα έτσι δεν είναι;Να πάρει ευχή.Ξερεις πως ακριβώς θα το κανουν;>>.

<<Δεν ξέρω αν αντέξετε παραπάνω,λεπτομέρειες,>>είπε εκείνη και ο Αχιλλέας ήρθε μπροστά της.

<<Μίλα τωρα>>

<<Πρεπει να γίνει στη "μπλε πανσέληνο "του Αυγούστου >>.

<<Φυσικά θα πρεπει,>>είπε ειρωνικά ο Μάρκος.

<<Και τι θα τις κανουν;Πως θα αποκτήσει το χαρισμα;>>
Την ρώτησε ξανά ο Αχιλλέας.

Ετρεμε από τα νεύρα του το ίδιο και εγώ.

Δεν μπορούσα να φανταστώ να συμβαίνει αυτό.
Κανεις δεν θα τις αγγιζε.
Πάνω από το πτώμα μας.
Αλήθεια ή ψέματα ;
Παρανοικοι ή όχι;Δεν είχε σημασία.
Είχαν υπογράψει την καταδίκη τους.

Με τη Ξένια όμως τι θα κάναμε;
Εκείνη έτσι και αλλιώς θα...
Δε θέλω να ξέρω πως θα το πάρει ο Γαβριήλ όλο αυτο.

Η Ελεανα έμεινε να κοίτα τον Αχιλλέα.

<<Δεν ξέρω αν έχετε γερο στομαχι γιαυτό.Η Ξένια δηλαδή οποιος έχει το χάρισμα, θα τον αναγκάσουν να...,>>κοίταξε την Εύα.<<Θα σε σκοτώσουν για να πάρουν τη καρδιά σου και να της τη δώσουν,>>γουρλωσα τα μάτια.Γυρισε στην Ηρώ.<<Θα σε σκοτώσουν για να πάρουν το αίμα σου.
Και όταν η πανσέληνος είναι χρονικά εκείνη τη μέρα στο πικ της, θα την αναγκάσουν να τα .....>>κομπιασε μη μπορώντας να βγάλει τις λεξεις .
Αλλά εμείς ξέραμε.
Θα έπρεπε να πιει το αίμα και να φάει τη καρδιά.

<<Γαμω το κέρατο μου>>.
Φώναξε ο Αχιλλέας.

<<Και έπειτα θα τη σκοτώσουν για να κάνουν το ίδιο σε εκείνη.Θεωρουν πως έτσι ολοκληρωτικά το χάρισμα θα πάει σε αυτούς και δεν θα εμφανιστει ξανα σε κανεναν αλλον απο εκεινη τη γενια.>>.

Ο Αχιλλέας είχε καθίσει στο καναπέ με τα χερια στο προσωπο του.

Η Ηρώ κοιτούσε το κενό.
Αν έπεφτε καρφίτσα θα ακουγόταν.

Η Ελεανα έσπασε τη σιωπή.

<<Ξέρω πως όλα αυτά είναι δύσκολα να τα χωνεψεται.Ευχομαι να μη φτάσουμε σε αυτό το σημείο και να τον σκοτώσετε πριν την ώρα του.Θα ήθελα πολύ να το δω αυτό.Πλεον νιώθω μόνο μίσος.
Τίποτα άλλο.Ηρώ,δεν θέλω να συμβεί κάτι τέτοιο αλήθεια.Μπορει να φενται ειρωνικό όλο Τιμωρω τον ευατο μου κάθε μέρα. Προσπαθώ να αλλάξω....Ίσως ίσως...>>

<<Μαμά.Ολα καλά θα πάνε,>>της χαμογέλασε.Αλλα έβλεπα στη στάση της πως και η ίδια δεν το πίστευε.
Όλες οι απαντήσεις που πήραμε ήταν ό,τι χειρότερο.

Θα τις χάναμε αν δεν κάναμε κάτι.

<<Μην ανησυχείς μαμά,>>συνέχισε.
<<Θα ειμαι εδω ,δεν θα πάω πουθενά.Σε ευχαριστούμε για σήμερα.Καφε την επομενη εβδομάδα;Και κόψε το κρασι>>
Την ρώτησε.

Η Ελεανα με σοκαρισμενο ύφος την κοίταξε,όπως και ο Αχιλλέας.

<<Εννοείς πως με συγχ->>.

<<Όχι, αλλά είναι ένα βήμα δεν θεωρεις;Έχεις δίκαιο πάντοτε έχω καλή καρδιά και προσπαθώ να δω το καλό σε άλλους.Θα σου δώσω μια ευκαιρία και για τη Σοφία. Αλλά μια μόνο μαμά...>>

<<Εντάξει, >>της χαμογέλασε.

Η Εύα δεν μιλούσε .

<<Είσαι καλά;>>
Την ρώτησα.
Ήταν και έγκυος όλο αυτο μπορούσε να μας προκαλέσει θέμα.

<<Γαμωτο,>>ξεφυσηξε.

Κοίταξε την Ελεανανα.

<<Είπες πως δεν γνώριζε η Ασπασία για το Γιαννη;Ετσι δεν ειναι;>>
Την ρώτησε.

Εκείνη κούνησε θετικά το κεφάλι.

<<Ο Γιάννης για εκείνη κάπως με κάποιο τρόπο να υποψιάζονταν κατι;>>

<<Όχι.Ποτε.Δεν ήξερε τίποτα ούτε για εκείνη ούτε για τη Ξένια.Κανεις από τη κοινοτητα>>.

<<Και είπες πως ο Μιχαηλίδης ξελασπωνε τον Γιάννη από τις παρανομίες που εκανε>>.

<<Ναι >>
Τα βλέμματα της Εύας το δικό μου και του Αχιλλέα διασταυρωθηκαν.

<<Τι;Τι;Γιατι κοιτιοσαστε ετσι;>>
Ρώτησε ο Μαρκος αναστατωμενος.

<<Γαμωτο,>>ξεφυσηξα.

<<Τι εγινε ;>>.
Ρώτησε η Ελεανα.

<<Ο Μιχαηλίδης αγνοείται επειδή χτύπησε τον μικρό ασχημα.Το έσκασε,>>είπε μονότονα η Ηρώ.
Μας κοίταξε με το ίδιο βλέμμα συνειδητοποιήσης.

<<Τον ψάχνουν, >>είπε ο Μαρκος χαμηλόφωνα.<<Όχι ρε γαμωτο>>.
Φώναξε.

<<Θεέ μου, >>αναφώνησε η Ελεανα,που μόλος είχε καταλάβει τι υπονουσαμε.
Όλοι σκεφτόμασταν το ίδιο.

Χρειαζόταν κάποιον να τον . Και ποιος ήταν αυτος;
Από ποιον θα ζητούσε χαρη;
Δεν ήταν δύσκολο να τον βρει εφόσον ήταν τα ίδια σκατα.
Δεν θα ήταν δύσκολο να μάθει την κανονική του ταυτότητα.
Θα την έβλεπε.
Αλλά ο Γιάννης ζητούσε πάντα αντάλλαγμα για να σε βοηθήσει.
Και ο Μιχαηλίδης δεν είχε άλλα περιθώρια.

<<Θα του το πει.Αν δεν το εχει κανει ήδη,>>έριξε την αυλαία η Εύα.

Και χρόνος άρχισε να μέτρα αντίστροφα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top