Κεφαλαιο 62ο

Τώρα.
Εύα, 26 ετών.

Ένα ακόμα βίντεο έπαιζε στην οθόνη του υπολογιστή του Ρεν.Παραλιγο να φύγει το χέρι μου και να σπάσει την οθόνη.

Μέρες είχε να στειλεί το Τρίγωνο κάτι και αυτό ήταν απρόσμενο.

Το βίντεο ξεκινούσε αργά με κάποιον να περπατάει σε έναν σκοτεινό πέτρινο διάδρομο.
Δυάδες δεξιά και αριστερά αναμένεται έδιναν ένα ελαφρυ φως.
Εκεινος που κρατούσε την κάμερα δεν μιλούσε απλά ειχε σταθερή την εικόνα.

<<Τι είναι αυτο παλι;>>Αναρωτήθηκε από πίσω μου η Δάφνη.<<Μπόρεσες να βρεις από που προέρχεται;>>

<<Όχι, είναι κωδικοποιημενο και δεν με αφηνει,>>της απάντησε ο Ρεν.

Η εικόνα άλλαξε ξαφνικά.
Μια πόρτα ανοιξε και ένας τεράστιος χώρος ανοίχτηκε μπροστά.

Ήταν επίπεδο σαν αρένα.
Εστίασα στην οθόνη.

Ο ήχος δυνάμωσε.

<<Είναι στο νησί;>>
Ρώτησε η Ολιβ.

Πολλά αγόρια προπονούνταν
Κραυγες και χτυπήματα ακούγονταν.
Διαφορά όπλα στα χέρια τους.
Και το σκηνικό έμοιαζε με προετοιμασία πολέμου.

Η καμερα προχωρησε ανάμεσα τους,δείχνοντας μας τα πρόσωπα τους.
Σκληρά,βάναυσα χωρίς οίκτο.
Ήταν μηχανές θανάτου.
Νεαρές μηχανές θανάτου.
Δεν έδειχναν ελεος ούτε αναμεταξύ τους.

Ύστερα η κάμερα σηκώθηκε ψιλά.
Ένα μπαλκόνι κυκλικό βρισκόταν ψιλά και εκεί δύο φιγούρες.

<<Είναι η;>>
Ρώτησε η Ολιβ.

<<Η μάνα μου,>> ψελλισα βλέποντας την Περσα να στέκεται όρθια ντυμένη στα μαύρα με ένα χαμόγελο στα χείλη της.
Το χέρι της το ένα ,κρατούσε τα κάγκελα και το άλλο κάτι που εμοιαζε με.αλυσίδα.
Ακολούθησα με τα μάτια την πορεία της.

<<Γαμω τη τρέλα μου,>>αναφωνησα όταν είδα που κατέληγε η αλυσίδα.
Εκεί δίπλα της γονατισμενος με δεμένα στα χέρια μπροστα του ,ντυμενος μονο μενα άσπρο παντελόνι, βρισκόταν ο Αναστασης με την αλυσίδα να τελειώνει στον λαιμό του.

<<Σκύλλα,>>πέταξε η Δάφνη ,όταν εκείνη την τράβηξε και το σώμα του Ανασταση έπεσε προς το μέρος της.

Η κάμερα ύστερα γύρισε και η κωλοφατσα του Γιάννη εμφανιστηκε.
Μειδιασε.

<<Με κάνεις πολύ να περιμένω και δεν μου αρέσει Χριστινα.Ο χρόνος μετράει αντίστροφα,>>και η εικόνα έσβησε.

<<Καργιολη,>>συνεχισε η Δάφνη.
<<Μας παίζει .Φτιάχνει ολόκληρο στρατό>>.

<<Άστον.Εχει ήδη χάσει.Το να είσαι αλαζόνας ποτέ δεν βγαίνει σε καλο>>.

Περίμενα τη στιγμή που θα του έβγαζα και το άλλο μάτι και θα του έδινα να το φάει.

Προχώρησα προς το γραφείο μου.
Η ανακούφιση ήταν μεγάλη που δεν είδα τον Ελι μου στο βίντεο.
Αλλά παράλληλα ανησυχούσα.
Γιατί αν δεν ήταν εκει που τον ειχε;
Την ίδια απορία είχα δει καο στα μάτια της Δάφνης.
Στην οργάνωση ήδη ειμασταν αναστατωμενοι ειδικά με τις τελευταίες αποκαλύψεις.

Η Ερη ακόμα προσπαθούσε να καταλάβει τι στο καλό σήμαιναν όλα αυτά με την αδελφότητα και με το χάρισμα.

Τα νεύρα της ήταν κροσια.
Βέβαια δεν βοηθούσε το οτι ο Ασαχι ήταν ακόμα εκεί κάθε μέρα μέσα στα πόδια της.
Και ας βοηθούσε.
Ακόμα και εκείνος δεν μπορούσε να βρει πουθενά κάποιο στοιχείο.
Κάτι που να μιλάει για το χάρισμα.

Το μεγάλο ερώτημα ήταν τώρα που ξέραμε ποια το είχε τι έπρεπε να κανουμε.
Φυσικά βρισκόταν σε κίνδυνο μεγάλο και έπρεπε κάτι να γίνει γι'αυτό .

Ο ψηλός όμως δεν μας τα έλεγε καλά.
Δεν άκουγε κουβέντα.
Θα μπορούσα να τον ρίξω αναίσθητο και να την φέρω με το ζόρι στην οργανωση.

Αλλά κάτι μου λέει πως δεν θα το άφηνε ετσι.

Ήταν απαιτητικός,κτητικός και πάντοτε έπρεπε να γίνονται με τον δικό του τρόπο όλα.
Όταν γνωριστήκαμε νόμιζα πως θα ήταν εύκολα να τον ελέγξω.

Μέχρι που ανακάλυψε για την Μέδουσα.
Με παρακολουθουσε και εγώ δεν είχα πάρει χαμπάρι.
Από τότε που ειχε ερθει στην οργανωση,η Ερη του έδινε πληροφορίες πίσω από την πλάτη του γιου της.
Αλλά δεν τον έβαζε μέσα στα σχέδια ολοκληρωτικά.

Ήταν καλό χαρτί μας.
Αλλά με ένα μειονέκτημα.
Μια κοκκινομάλλα

<<Δεν μπορώ να βρω πουθενά τι σκατα θα κάνει με το χάρισμα ο μαλακας αν το πάρει,>>έλεγε ο Ντεμιαν στην κλήση που του έκανα στον υπολογιστή μόλις καθισα.στο γραφείο μπυ.

<<Εχω ψάξει όλη την ιστορία τους.
Πουθενά δεν γράφει κάτι παραπανο.
Ούτε καν για την γυναίκα που τα ξεκίνησε όλα. Δεν υπάρχουν πληροφορίες τι έκαναν στο παιδί της τότε και απέκτησαν τη δύναμη αυτη.Μονο πως στα μετεπειτα παιδια της κληρονομηθηκε και αυτη στο τέλος τρέλαθηκε>>.
Βεατρικη Γκιλχριστ.
Καταγωγή από τη Σκωτία.

<<Λέει πουθενά τι κάνει αυτή η δυναμη;>>
Ρώτησα.

<<Όχι κάτι συγκεκριμένο. Μόνο το ό,τι ανήκει τους διαύλους με το Θείο.Με μια ανωτερη δύναμη.Και αυτός θεωρούν πως θα τους δώσει εξουσία μεγαλύτερη προς τον κοσμο που θέλουν να κυριευσουν>>.

<<Νομίζω πως θα τρελαθώ,>>ξεφυσιξα και έβγαλα τις γόβες μου.

<<Εψαξα και πάλι έγγραφα της αδελφότητας Τίποτα και εκεί.
Όλα καταγράφονται λεπτομερώς μέχρι το χίλια εννιακοσίαενενήντα καο μετά είναι απλά σαν ένα ημερολόγιο με λίγα πράγματα μεσα>>.

<<Εντάξει αν βρεις κάτι καινούργιο ενημέρωσε με,>>του είπα και εκλεισεα τη συνομιλία.

Ο καργιολης ο Γιάννης κάτι ετοίμαζε σίγουρα.
Με προκαλούσε ήταν ξεκάθαρο. Δεν ξέρω αν με φοβόταν επειδή θεωρούσε πως θα είχε επιρροή πάνω σε αυτά τα αγόρια.
Ούτε η ίδια δεν ξέρω αν μπορούσα να το κάνω.

Αλλά ένα αυτό ήταν το λάθος.
Δεν με προκαλεί κανεις.
Έπρεπε να κάνει πιο σωστά την έρευνα του.
Όποιος το είχε τολμήσει ήταν νεκρός.

Μάζεψα τα πράγματα μου και κατευθυνθηκα προς το σπίτι.

Έπρεπε να ετοιμαστώ γιατί με περίμενε ο Ορφέας στο εστιατόρια.

Πως μπορούσε μέσα σε όλα αυτά να βρίσκει χρόνο να κάνουμε φυσιολογικά πράγματα απορούσα.
Αυτός όμως με εκανε να πατώ στη γη.
Να επανέρχομαι από το χάος.
Και να νιώθω πως ζω.

Το σπίτι ήταν άδειο μόνο ,ο Μάρκος με τον Αλέξανδρο και τον Πάρη ήταν στο σαλόνι.

Το περίεργο ήταν πως ο Αγης αυτές τις μέρες δεν είχε ανέβει πάνω καθόλου.

<<Μπορείς να σαπίσεις εκεί κάτω,>>του φωναζε η Σοφία με έναν δίσκο στο χέρι γεμάτο με φαγητό μια μέρα.
<<Δεν τρώει δεν πίνει,θα πεθάνει εκεί κάτω ο ηλιθιος μεγάλος αδερφός>>
Έλεγε με νεύρα και πήγαινε στον κάδο της κουζίνας και τα πέταγε.

Ήταν περίεργο γιατί η απολαυση του Αγη ήταν να είναι πάνω με εμάς και να προκαλεί πανικό.
Τώρα όμως δεν έβγαζε αχνά.
Ήταν σαν να μην υπήρχε.

Προσπάθησα να βρω πληροφορίες και για το μυστικό αλλά τίποτα.
Πουθενά.
Αν το αποκαλυπτα θα γινόταν χαμός.
Ακόμα δεν μπορούσα ούτε και εγώ να πιστέψω πως είχε γίνει κάτι τέτοιο.
Και το ο,το μου ζήτησε να το βρω ήταν ακόμα πιο περίεργο για τον χαρακτήρα.
Γιατί άτομα σαν τον Αγη δύσκολα έχουν κάτι που νοιάζονται αν δεν φτάνει στα όρια της ψυχωσης και της εμμονής.

Ήταν περίεργα ήσυχος.
Αναρωτιόμουν ποτέ όλο αυτό θα σταματούσε και θα εξαπέλυε το χάος.

Άνοιξα την ντουλάπα μου και έβγαλα ένα μαυρο φόρεμα.
Είχα αφήσει λίγα πραγτα ακόμα εδώ.
Δεν τα είχα πάει όλα στο καινούργιο σπίτι.

Το βλέμμα μου έπεσε πάνω στο ξύλινο κουτί που ήταν σκεπασμένο από κάτι ξεχασμένες καλτσες του Ορφέα.

Η Σκυλλα γκρινιάξε από το κρεβάτι πάνω που ήταν με την Χάρυβδη.
Το καπκεικ νιαουρισε δίπλα της.

Άφησα το φόρεμα πάνω στο κρεβάτι.

Το κουτί δεν το είχα ανοίξει μετά από εκείνο το βράδυ αλλά ούτε είχα διαβάσει ξανά τα γράμματα.
Ίσως κάποια στιγμή να το ξανά έκανα.

Έσκυψε να μαζέψω τις κάλτσες του ,όταν το βλέμμα μου έπεσε στο κάτω μέρος του κουτιού.

Σε ένα σημείο είχε ραγισει αν και το ξύλο φαινόταν γερό.
Ίσως στην μεταφορά του.
Το σήκωσα και καθώς το ειχα στα χέρια μου το κάτω μέρος υποχώρησε.

Περίεργο σκέφτηκα καθώς έβλεπα έναν ακόμα φάκελος να πέφτει στο πάτωμα.

Ίσως ήταν ένα ακόμα γράμμα.
Μια τελευταία κουβέντα για να κλείσει ο κυκλος .

Έσκυψα και το σήκωσα.
Το έφερα στα δάχτυλα μου.
Ήταν βαρύ.

Πήγα να το ανοίξω,αλλά το κινητό μου χτύπησε.
Το κοίταξα και ήταν μήνυμα από τον Ορφέα που μου έλεγε να μην αργήσω.

Αναστέναξα και άφησα το γράμμα πάνω στο κομοδίνο.

Φόρεσα το μαύρο μου φόρεμα.
Βαφτηκα ,ίσιωσα τα μαλλιά μου και μισή ώρα μετά οδηγούσα προς το εστιατόριο.

Το εστιατόρια είχε χαμηλο φωτισμό και ήταν άδειο.

Τι στο καλό;
Τι ετοιμαζι;

Περίμενα πως θα περίμενε από έξω πως θα πηγαίναμε καπου γιατι τέτοια ώρα θα έπρεπε να ειναι ανοιχτό.

Περπάτησα αργά προς την είσοδο.

Η πορτα ανοιξε και ένας σερβιτόρος μου έκανε νόημα να περάσω.

<<Καλησπέρα Εύα.Να παρω το παλτο σου;>>

<<Ναι βέβαια,>>Απάντησα βγάζοντας το.
<<Ο Ορφέας;>>

<<Σε περιμενει μέσα,>>είπε παιρνοντας το στο χερι και με το άλλο μου έκανε κίνηση να περάσω.

Τα τραπέζια ήταν άδεια.
Εκτός από ένα.
Στη μέση τους εστιατορίου ήταν ένα μοναδικό στρογγυλό τραπέζι στρωμένο με ένα κρασί στη μέση και δύο ποτήρια και ενα κυροπηγιο με αναμενο κερι.

Ο φωτισμός ήταν χαμηλός και απο τα ηχεία έπαιζε κλασική μουσική.

Στο βάθος στη κουζίνα δύο άτομα ετοίμαζαν φαγητό.

Κοίταξα τριγύρω ψάχνοντας τον ξανθο μου άγγελο,όταν ξαφνικά ένιωσα το χέρι του στην πλάτη μου.

<<Είσαι πανέμορφη,>>μου ψιθύρισε στο αυτί.

<<Ορφεάκο;Τι είναι ολο αυτό,;>>
Τον κοίταξα.

Ήταν κούκλος.
Φορούσε ένα μαύρο κουστούμι με άσπρο πουκάμισο.
Τα μαλλιά του ήταν χτενίσματα προς τα πίσω και φορουσε το πιο όμορφο του χαμόγελο.

Μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο.

<<Είναι ραντεβού >>.

<<Ραντεβου;>>

<<Ναι,δεν σε έχω βγάλει ποτέ τόσο καιρό όπως πρέπει Όμορφη και νομίζω μας αξίζει κάτι τέτοιο ,πριν πάνε όλα ξανά κατά διαόλου,>>έπιασε την καρέκλα μου και την τράβηξε πίσω.

<<Μademoiselle,>>μου έκανε νόημα να καθίσω.

<<Μerci,>>απάντησα λίγο ξαφβιασμενη από την προφορά του.

Ίσιωσα το φόρεμα μου καθώς εκείνος πήγαινε στην θεση του.

Έστρωσε την γραβάτα του και χτυπησε παλαμάκια.

Το βλέμμα μου έπεσε στον σερβιτόρο που στορβηλισε τα μάτια τους στην κοπέλα και στο αγόρι στη κουζίνα

Γέλασα.

Ο σερβιτόρος πλησίασε.
Ανοιξε το μπουκάλι με το κρασί και σέρβιρε στα ποτήρια.

<<Το καλύτερο κρασι της Γαλλίας από τους Grand Cru αμπελώνες,>>πήρε το ποτηρι του.

<<Ορφεακο δεν μπορώ να πιω,>>του είπα.

<<Ένα ποτήρι μόνο Ομορφη,>>χαμογέλασε και έκανε κίνηση να τσουγκρισουμε.

<<Εγώ και εσύ.
Εσυ και εγώ .
Σε εμας,>>είπε.

<<Σε εμας>>.

<<Είμαστε έτοιμοι,>>είπε στον σερβιτόρο και εκείνος έφυγε προς την κουζίνα.

Το ύφος του ήταν ενοχλημένο.

<<Πόσο τους τσακίσει για όλο αυτο;>>
Τον ρώτησα καθώς απλωνα πάνω μπυ την άσπρη πετσέτα.

<<Όχι πολύ.Αν και δεν έπρεπε να διαμαρτυρονται τους πλήρωσα τον τριπλάσιο μισθο>>.

<<Γενναιόδωρο σε βρισκω>>.

Χαμογέλασε.

Το βλέμμα του ήταν γλυκό.
Γεμάτο προσμονή.
Αγάπη.
Έρωτα.

Αν μου το έλεγε κανείς πως θα ερχόταν στη ζωή μου αυτο το πλασμα,θα πίστευα πως θα μου λεγε ψέματα.

Ήταν πιο υπέροχος από οσο περιμενα.
Ειδικά τώρα στην εγκυμοσύνη με κακομαθαινε.

Είχε τα πάντα υπό έλεγχο.
Μου θύμιζε τα ραντεβού με τη γιατρό.
Δεν ελειπε από κανένα .
Και ήθελα ό,τι του ζητουσα.

Ποιος θα το έλεγε πως το αγόρι που έκανε παλαβομαρες θα μεταμορφωνοταν ξαφνικά σε αυτό.

Δεν ήξερα πως να του του το ξεπληρωσω όλο αυτό.
Τίποτα δεν μπορούσε να συγκριθεί με όσα έκανε.

Βέβαια κάτι έκανα.

<<Μου κάνεις πλάκα,>>αναφώνησε όταν του έδειξα το ένα δωμάτιο στο υπόγειο.

Σαν μικρό παιδί ετρεξε πάνω στον μαύρο δερμάτινο καναπέ μπροστά από τη τεράστια οθόνη της τηλεόρασης.
Από κάτω της είχε διάφορες κονσόλες.

Δεξιά και αριστερά είχε δύο τεράστιες άσπρες βιβλιοθήκες.

<<Είναι το δωμάτιο σου.Δηλαδη το δωμάτιο που μπορείς να βάλεις όλες τις συλλογές σου μάνγκα.Να προσθέσεις ό,τι άλλο θες.Και να βλέπεις τα αγαπημένα σου ανιμε αραζοντας πάνω στον καναπε>>.

<<Θα σε πηδηξω πάνω στον καναπέ, >>γυρισε με πονηρό βλέμμα γεμάτο ενθουσιασμό.

<<Ορφέα, >>τον μάλωσα

<<Τι;Την αλήθεια λέω.Θα σε πηδηξω τόσο πολύ που θα χάσεις το μυαλό μου.
Με έκανες τον πιο ευτυχισμένο άντρα αυτή τη στιγμή πέρα από μπαμαπα,>>κοίταξε τη κοιλιά μου.<<Το δικό μου playroom, ναι γαμω >>Αναφώνησε και σηκώθηκε έτσι όπως στεκόμουν από πίσω του και με φίλησε στη μύτη.
<<Η καλύτερη εισαι>>.

Το πρώτο πιάτο ήταν μια σούπα βελουτέ με ρεβίθια μπέικον και μανιτάρι.
Είχα ήδη πιει το μισό ποτηρι.
Ειμασταν απορροφημενοι στη κουβέντα.
Είχαμε συμφωνήσει να μη μιλήσουμε για το τι συνέβαινε γενικά.
Αυτό το βράδυ θα ήταν κάτι διαφορετικό .

<<Έρχονται τα γενέθλια σου τι θα ήθελες να κάνουμε,>>
Τον ρώτησα.
Σε λίγες μέρες ήταν τα γενέθλια του τα περίμενε πως και πως τόσο καιρό.

Αναστέναξε.

<<Τιποτα>>.

<<Αληθεια;>>Ρώτησα ξαφνιασμενη.
<<Ούτε ένα μεγαλόπρεπες πάρτι ή μια μάζωξη στη λέσχη >>.

<<Δεν έχω διάθεση με όλα αυτά.Αλλωστε σε δύο εβδομάδες σχεδον δεν ξέρουμε καν τι μπορεί να συμβεί.Λεω να το αναβάλλω μέχρι νεοτερας.Αλλωστε τον επόμενο μήνα ειναι και της Σοφίας. Ίσως της προτείνω να το κάνουμε μαζι>>.

<<Θέλω να δω τη φάτσα του Αχιλλέα όταν του το πεις,>>γελασα και ηπια από το λευκό κρασί.

<<Θα φρικαρει ,>>γέλασε.

Ήταν αρκετά ελαφρύ και δεν με ενοχλούσε στο στόμαχι.
Τελευταία η Σινη δεν μου τα έλεγε καλά.

Μόλις έκανε αισθητή την παρουσία της στον υπέρηχο και ακούσαμε τον καρδιακο της παλμό ,ήταν σαν να είπε "Γεια σας ήρθα να σας κάνω τη ζωή πατίνι".

Έπαιζε ταμπουρλο με το στομάχι μου.
Οι ναυτικές το πρωί γινόντουσαν ολοκαι πιο πολλές.
Φαγητά άρχισαν να μου μυρίζουν άσχημα.
Και άλλα που δεν θα έπρεπε καν να συνδυάζονται μεταξύ τους μου φιανονταν πολύ δελεαστικά.

Η γυναικολόγος στην οργάνωση γελούσε με το ότι θεωρούσαμε πως ήταν κοριτισι
Δεν ξέρω είχα μπει και εγώ στο βαγόνι του Ορφέα και το πήγαινα δαγκωτό για κορίτσι.

Εκείνη τη μέρα όταν άκουσα τον χτυπο της καρδιάς της ήταν η πιο όμορφη μελωδία.
Που κάλυψε τα πάντα.
Ακόμα και το κλαψουρισμα τπυ Ορφέα που είχε ξεκινήσει από πριν γιατί το παιδί είναι στραβό δεν υπάρχει.

<<Θα σας αφήσω λίγο μόνους,>>είχε πει η γυναικολόγος πριν μας αφήσει για λίγο.

Μόλις μας είχε δείξει το μικρό θαλάσσιο αλογάκι,γιατί έτσι έμοιαζε τόσο μικρό που ήταν.
Εγώ το είδα με τη μία.

Ο Ορφέας από την άλλη είχε κολλήσει στην οθόνη και έψαχνε.

<<Δεν το βλέπω γαμωτο,>>κλαψουριζε.

Εγώ με την νυχτικια πάνω στο ιατρικό κρεβάτι μουντζωνόμουν.

Ήταν η τρίτη φορά που το είχα δείξει.

<<Ελεος βρε Ορφέα μπροστά σου>>.

<<Δεν το βλέπω.Τι μπαμπάς θα γίνω που δεν μπορώ να δω το παιδί μου,>>γυρισε και με κοίταξε και τα χείλη του σούφρωσαν

Έλεος βρε αγάπη μου.

Έφερα το δάχτυλο μου πάνω στην οθόνη ακριβώς εκεί που ήταν το μικρό σποράκι.

<<Να το βρε αγόρι μου>>.

Γουρλωσε τα μάτια.

<<Αυτη η μουντζουρα είναι;>>

<<Ναι αυτή η μουτζούρα είναι,>>έδειξα ξανά το σημείο στην ασπρόμαυρη οθόνη.

<<Αυτό το είδα, >>χαμογέλασε .
Κάθισε στις φτερνες και έβαλε το κεφάλι του στη κοιλιά μου.

<<Συγγνώμη Σινη ο μπαμπάς είναι ηλίθιος>>.

Χαμογέλασα στην εικόνα αυτή.
Το αγαπουσε πριν ακόμα έρθει.
Όμως αυτό που με έκανε να νιώθω μεγαλύτερη ευτυχία ήταν η αγαπη του για τον Ελι,πριν καν ακόμα έρθει για να γίνουμε οικογένεια.

Γυρνώντας μια μέρα από την οργάνωση πέρασα από το καινουργιο σπίτι να αφήσω κάτι κουρτίνες που είχα πάρει.

Όταν έφτασα εκεί είδα την μηχανή του παρκαρισμένη και απόρρησα .
Εκείνη την ώρα έπρεπε να ήταν στη δουλειά.

Όταν μπήκα μέσα ,άκουσα θόρυβο από τον δεύτερο όροφο.
Ανεβηκα και όταν έφτασα στην πόρτα του ενός δωματίου ,τον είδα να βάφει τους τοίχους με ένα μπλε χρώμα ανοιχτό.

Φορούσε μια γκρι φόρμα και από πάνω τίποτα.
Το κορμί του γεμάτο μπογιά.

Εγυρα στην πόρτα απολαμβανωντας την θέα ,χωρίς να με έχει πάρει χαμπάρι.

<<Όμορφη τι κανεις εδω; >>είπε βγαζοντας τα φορητα ακουστηκα απο το αυτι του μόλις με κατάλαβε.

<<Ήρθα να αφήσω κάτι κουρτινες.Εσυ τι κάνεις εδω;>>

Το σώμα του ιδρωμένο.
Και οι ρωγες του με το σκουλαρίκι στητεςς με έκαναν να υγρανθω ,δεν με βοήθησε βέβαια και το ό,τι περασε τη γλώσσα του από τα χείλη και λαμπυρισε το σκουλαρίκι.
Ούτε οι μπούκλες του που είχαν κομμάτια μπλε μπογιας.

Αγαπούσα κάθε τι απάνω του.

Ήρθε τρέχοντας και με φίλησε πεταχτά χωρίς να με ακουμπήσει.

<<Θα σε λερωσω ,>>δικαιολόγησε την απόσταση.

Ήδη είχαμε ετοιμάσει το δωμάτιο της μικρής.
Ένα από τα τρία έξτρα εδώ πάνω.Ρο δεύτερο ήταν για τον Ελι και το τρίτο θα το κάναμε ξενώνα,εφόσον η Ολιβ δεν ήθελε να μείνει εδώ προς απογοήτευση του Ορφέα.Ήταν πιο μεγάλο από τα άλλα.

<<Σκέφτηκα πως αυτό το δωμάτιο θα ήταν καλύτερο για τον Ελι.
Είναι μεγάλο αγόρι πλέον και θα χρειάζεται πιο μεγάλο δωμάτιο.Τι λες;>>.

<<Μου αρέσει ,>>του είπα χαμογελώντας.

Μέσα σε δύο μέρες το είχε στησει ολόκληρο. Είχε βαλειβκρεβατι,βιβλιοθήκη, γραφείο.
Απλό και λιτό.
Έλεγε πως θα το διακοσμήσει μαζί του όταν έρθει.
Αλλά τουλάχιστον ήταν θερμό και θα μπορούσε να αισθανθεί σπίτι.

Παράλιγο να κλάψω ,αλλά κρατήθηκα.
Δεν ήξερα σε τι κατάσταση θα γυρνούσε ο Ελι και τι τραυματα θα έπρεπε να δουλέψουμε μαζί.
Αλλά κάτι μου έλεγε πως όλα θα πήγαιναν καλά.

Είδα τον Ορφέα να επιστρέφει στο βάψιμο,βάζοντας ξανά τα ακουστικά στα αυτιά του και σκέφτηκα πως επιτέλους ήμουν εκεί που έπρεπε .Σπίτι.

Έτσι ξυπόλυτος πάνω στο σεντονι που είχε στρώσει με την βούρτσα στο χερι είδα και κάτι άλλο βέβαια.
Τον κωλο του.

Γαμω τις ορμόνες μου γαμώ.

Έβγαλα τα παπούτσια μου και βαδισα προς το μέρος τους.

Εκείνος κάτι τραγουδούσε καθώς κινούσε την βούρτσα .
Ανυποψίαστος ότι ο θηρευτης ήταν από πίσω του, θαυμάζοντας τον υπέροχο στητο κωλο του,συνέχιζε να τραγουδάει και να βάφει τον τοιχο.

Εγλυψα τα χείλη μου.
Το σώμα μου κόντευε να πεθάνει.
Εξάψεις,ιδρώτας.
Όλη την ώρα ήμουν καυλωμενη.

Έφτασα από πίσω του.
Η σπονδυλική και οι μυς του τεντωντοναν με κάθε κίνηση του
Τα δάχτυλα μου με γαργαλουσαν, έτοιμα να μπίξουν τα νύχια τους στο απαλο δέρμα του.

Ξανά γλύφω τα χείλη μου.
Σηκωνβ το χέρι μου και τεντωνοντας τον δείκτη μου τον περνάω από το λαιμό του σε ευθεία γραμμή μέχρι τη μέση του αργα προς τα κατω.

Εκείνος κοκκαλωνει.
Δεν χρειάζεται να γυρίσω για να καταλάβω πως μειδίασε.
Ήταν το καθημερινό του ύφος όταν καταλάβαινε πως ήμουν έτοιμη.

Η ανάσα μου σταμάτησε καθώς έβγαζε ένα ένα τα ακουστικά από τα αυτιά του ξανά.
Ήταν βασανιστικός ο τρόπος ή τουλάχιστον εγώ έτσι το ένιωθα.
Πως αργούσε.

Ήμουν ανυπομονη ακόμα περισσότερο, όταν άφησε αργά την βούρτσα κάτω χωρίς να έχει γυρίσει ακόμα να με κοιτάξει.

Παρατηρούσα μαρτυρικα τις κινήσεις του και εκεί που ήμουν έτοιμη να επιτεθούν
Γύρισε απότομα, με άρπαξε, εσμιξε τα χείλη μας και αυτό ήταν.

Πάνω στο σεντονι με τα χρώματα ,σαν αγρίμια ο ένας πάνω στον άλλον.

Γρατζουνουσα την πλατη του καθώς έμπαινε βίαια μέσα μου με απότομες κινήσεις.

Ήμουν τόσο υγρή από πριν που έμπαινε με ευκολία.

Με κάθε κραυγή μου ,συνέχιζε την επίθεση χωρίς ελεος.
Να με κατασπαραζει ολόκληρη, ενώ έπρεπε να το ειχα κανει εγώ.

Ήταν κάτι που δεν μπορούσα να ελέγξω.
Με καλούσε συνέχεια αυτή η αόρατη κλωστή που μας ενωνε .

Ο οργασμός έσκαγε ξανά ξανά όταν με άφηνε και τη θέση του πουτσου του έπαιρνε η γλώσσα μου.
Ήμουν τόσο ευαίσθητη που με δυσκολία άντεχα να μη λιποθυμησω.

Τα σώματα μας είχαν γίνει μπλε απο την μπογια στο σεντονι.
Αλλά δεν μας ενοιαζε.
Θέλαμε να μείνουμε ενωμένοι εκεί για πάντα.

Όταν στο τέλος πέσαμε ξεπνοοι στο πάτωμα ένιωθα το σώμα μου να με εγκαταλείπει και τα μάτια μου να κλείνουν.

Τον άκουσα που βγήκε αργά από το δωμάτιο και επέστρεψε μετά από λίγο.

Ανασηκωσε ελαφρά το κεφάλι μου και έβαλε ένα μαξιλάρι από κάτω του.
Έπειτα κάτι μαλακό ακούμπησε το κορμί μου.

Ένα υγρό φιλί ήρθε στο μετωπο μου.

<<Κοιμήσου Όμορφη, θα σε ξυπνήσω όταν τελειωσω>>.

Κάποιος φώναζε το όνομα μου .
Ακουγόταν απο μακριά μέχρι που κατάλαβα πως ήταν του Ορφέα η φωνή.
Είχα μπει τόσο βαθιά σε αυτή την ανάμνηση που είχα ξεχάσει που βρισκόμουν.

Ένιωθα το εσώρουχο μου βρεγμένο και από το βλέμμα του πρέπει να είχα γίνει κόκκινη σαν παντζάρι.

<<Τι σκεφτοσουν;>>
Ρώτησε πονηρά.

<<Τιποτα,>>τον απέφυγα περνοντας το ποτηρι με το κρασί.

<<Δεν μου φάνηκε για τίποτα ,>>μειδιασε και ένιωσα το παπούτσι του να ακουμπάει το εσωτερικό του μυρου μου κάτω από το τραπέζι.

Το βλέμμα του έγινε λάγνο καθώς έπινε το κρασι του.

<<Ορφέα σταματα,>>τον μάλωσα καθώς κοίταξα προς την κουζίνα.<<Θα μας καταλαβουν>>.

Οι δύο σεφ έκαναν και καλά πως δεν κοιτούσαν

<<Και;>Είπε αδιάφορα.
<<Ξέρουν, >>ύψωσε τη φωνή του.
<<Πώς ό,τι γίνεται εδώ μέσα μένει εδώ μέσα. Έτσι παιδια;>>
Ξανά φώναξε.

<<ΝΑΙ ΣΕΦ,>>φώναξαν ταυτόχρονα.
Και κόντεψα να πνιγώ στο κρασί απο το ποσό γρήγορα υπακουσαν .
<<Έτσι μπραβο,>>γέλασε.

Απλωσε το χέρι του στο δικό μου.
Το έφερε στα χείλη του και τον φίλησε.

<<Ουυυ τζεντλεμαν,>>τον πειράξε

Γύρισε την παλάμη μου απότομα και την δάγκωσε.

<<Αου,ρε Ορφέα ,>>την τράβηξα απότομα και τον τίναξα.

<<Αυτό γιατί χαλάς την ατμόσφαιρα, >>μειδιασε.

<<Βλαμμενο>>.

Ο σερβιτόρος ήρθε και μας άφησε το κυρίως πιάτο.

Με εκπλήξη τον κοίταξα.

<<Βurger;>>
Τον ρώτησα βλέποντας το.
Ψημένο ψωμάκι στα καρβουνι.
Ζουμερό μπιφτέκι.
Μπέικον.Σως μπάρμπεκιου.
Ονιον ρινγκ και πατάτες.

Ο Σερβιτόρος άφησε το το ίδιο μπροστά του.

Το στόμα μου γέμισε σάλιο.
Αν και περιμενα κάτι πιο εκλεπτυσμένο.

<<Παραμηλούσες στον ύπνο σου προχτές πως ήθελες ένα >>.

<<Εγω;Δεν το θυμάμαι >>.

<<Πώς να το θυμάσαι αφού κοιμάσαι σα βοδι,>>γέλασε.

<<Ορφέα,>>του γρυλισα.

<<Τι;Είναι η αλήθεια,>>γέλασε.

Στροβηλισα τα μάτια.

<<Καλά ναι ίσως, >>χαμήλωσα το βλέμμα και πήρα το μαχαίρι και το πιρούνι για να το κοψο .
Σε άλλη φάση θα το έτρωγα με τα χερια αλλά το φόρεμα ήταν πανάκριβο και αν έπεφτε κάτι πάνω δεν έβγαινε με τίποτα.

Ακουμπάω το μαχαίρι και το πιρούνι πάνω στο ψωμάκι.
Βλέπω πως το χαράζει και όλο το θεσπέσιο ζουμί ξεχειλίζει.Η υπέροχη μυρωδιά του μπέικον με την σως και το κρέας χτυπάει τα ρουθουνια μου.
Μέχρι που δεν είναι υπέροχη.

Γαμώτο.
Όχι ρε Σινη ,βρε κορίτσι μου.
Ιεροσυλία.

Νιώθω τη δυσφορία να ανεβαίνει από το στομάχι μου προς το λαιμό καθώς εκεινος μουγκριζει απο την μπουκιά που γεύεται και έχω θέλω να του χώσω μπουνιά που το απολαμβάνει και εγώ εδώ μαρτυραω
Προσπαθώ να κρατηθώ.
Εστιάζω στις ανάσες μου αλλά τίποτα.

Θα ξεράσω.

<<Όμορφη ,είσαι ενταξει;>>
Αφηνει απότομα τα μαχιαροπιρουνα και σηκώνεται.

Κουνάω το κεφάλι μου θετικά αλλά με προδίδει το χέρι στο στόμα.

<<Μου κάνεις πλάκα, >>μου λέει και κοιτάει μια το φαγητο μια εμενα.

Τώρα το κουνάω αρνητικά με την παλάμη στο χέρι.
Πάει να κάνει νόημα στον σερβιτόρο να έρθει να το μαζέψει ,αλλά εγώ ήδη έχω σηκωθεί και τρέχω στο μπάνιο.

Αυτό λέγεται χαλάω την ατμόσφαιρα.

Αφού έχω βγαλει ό,τι δεν υπάρχει, ρίχνω νερό στο προσωπο μου , βγαίνω έξω.

Το τραπέζι έχει αδειάσει από τον υπαίτιο της κατάστασης μου.

Ο Ορφέας στέκεται στο πασο έχει βγάλει το σακάκι του και τη γραβάτα του και δίνει τα πιάτα στα παιδιά.

<<Συγγνώμη,τα χάλασα εντελώς,>>του είπα πλησιάζοντας.

<<Μη το σκέφτεσαι μωρό μου,>>με φίλησε στο μάγουλο

<<Όχι τα ετοιμάσες όλα τόσο ωραία και ...>>

<<Δεν πειράζει,>>κοίταξε τη κοιλιά μου.
<<Θα μας βγάλει την πίστη ετσι;>>
Χαμογελασε.

<<Πιθανον,>>ένα γρυλισμα ακούστηκε αλλά οχι απο το στόμα του αλλά από το στομάχι μου.

Φυσικά θα περνούσαμε ακόμα.

<<Πεινας ακόμα ε;>>.

<<Λυσσαω>>.

<<Τι να σου φτιαξω;Γιατί φαντάζομαι το burger βγαίνει από τη λίστα για την υπόλοιπη εγκυμοσύνη, >>έφερα το χερι μου ξανά στο στόμα.
<<Ενταξει.Τι θες;>>

Κατέβασα το χερι μου και τον κοίταξα.

Πως του το λένε τώρα.

<<Ψωμί....με ...με πικλες και μαγιονεζα>>.
Δαγκωθηκα.

Κάτι πιάτα ακούστηκαν να πέφτουν από πίσω του και έπειτα μια αναστάτωση που σταμάτησε γρήγορα.
Τα μάτια του γουρλωσαν.

<<Θα με πεθανεται εσείς οι δύο, >>μουντζωθηκε και εγώ δαγκωθηκα.
<<Καλά ψωμί με πικλες και μαγιονέζα;>>Γυρισε προς τη κουζίνα.
<<Μπορείτε να φύγετε,>>είπε στα
παιδιά.<<Θα το φτιάξω εγώ >>.

Σε λίγα λεπτά είχαν φύγει με το να μας καληνυχτιζουν και είχα μείνει μόνο εγώ και εκείνος στη κουζίνα.

Καθισμένη στον πάγκο που υπήρχε στη μέση τον έβλεπα που έκοβε ένα ψωμάκι στη μέση.Επειτα πήρε το ταπερ με την μαγιονέζα έβαλε το μαχαίρι μέσα και άρχισε να την αλειφει.

Ορκίζομαι πως δεν έχω δει κάτι τόσο σεξι.Γλυφω τα χείλη μου και ζηλεύω το μαχαίρι στα χέρια του.

Τυχερό ψωμάκι.
Έλεος Εύα τι σκατα πάει στραβά μαζί σου;

Έπειτα ανοίγει το βαζάκι με τις πικλες .

Ω ναι μωρό μου έτσι.
Βγάλε την όλη έξω.
Τι στον πουτσο ;
Συγκεντρωσου.

Και είναι και ο δεύτερος μηνας και κατι..

Το στόμα μου έτρεχε σάλια καθώς την έβαλε πάνω στο ξύλο κοπής και άρχισε να την κόβει μικρά κομματάκια.

Έτσι μωρό μου κοψτο το αγγουράκι.

Τρίβω τα μπούτια μεταξύ τους αναζητώντας την τρίβη.
Δεν ξέρω πλέον αν με ερεθίζει η εικόνα του Ορφέα να μου ετοιμάζει να φάω και ο υπέροχος κωλος του ή πίκλα και το ψωμί με τη μαγιονέζα.
Μάλλον είναι και τα δύο.
Τόσο χάλια με έχουν κάνει οι ορμόνες μου.

Με τα χερια του περνάει τα κομμάτια και τα βάζει πάνω στο ψωμάκι.

Μμμ,έτσι μωρό μου στρώσε τα καλά να πάνε παντού.

Θα με βαρέσω.

Τιναζόταν το κεφάλι μου πέρα δοθεί μπας και συνέλθω αλλά δεν βοηθάει γιατί κλείνει το ψωμάκι το πατικώνει πάνω στο πιατο και έτσι όπως το έχει κλείσει λίγη μαγιονέζα βγαίνει από της άκρες.
Γυρίζοντας προς εμένα την έχει αρπάξει με το δάχτυλο του και το χώνει στο στόμα του και το γλύφει.

Τυχερό δάχτυλο.

Πάει να μου προσφέρει την ώρα που βγάζει το δάχτυλο του και ένα "Pop" ακούγεται και εγώ κοντεύω να τελειώσω.
Τρίβω τα μπούτια μου ακόμα πιο πολύ και αυτός γουρλωνει τα μάτια.

<<Μη μου πεις πως ερεθίστηκες με την πίκλα τωρα;Τι θα σε κάνω;>>
Ρώτησε και γέλασε.

Εγώ ντροπιασσμενη έπιασα το σάντουιτς από το πιάτο και πήρα μια μεγάλη δαγκωνιά.

<<Καλο;>>
Με ρώτησε.

Ενώ θα έπρεπε να νιώθω αηδία με αυτον τον συνδιασμο ,η γεύση έσκασε στο στόμα μου και ήταν το καλύτερο πράγμα που έιχα φαει στη ζωή μου.

Έκλεισα τα μάτια μου καθώς το απολάμβανα.
Ένα μουγκρητό βγήκε από το στόμα μου.

Το χερι του έπιασε το δικό μου.
Άνοιξα τα μάτια και εκείνος χωρίς να καμία έχει τσίπα,δάγκωσε μια μεγάλη μπουκιά από το ψωμάκι.
Το ύφος του ήταν ξαφνιασμενο.
Του αρεζε τελικά.

Το τράβηξα απότομα.

<<Να φτιάξεις το δικό σου σάντουιτς με πικλες, >>του είπα μπουκωμένη κουνώντας το μπροστά στη μούρη του.

<<Α ετσι;Εγώ το έφτιαξα.Δεν δικαιούμαι μια δαγκωνιά,>>πήγε να το ξανά δαγκώσει και εγώ το τράβηξα.

<<Ορφέα,>του φωναξα καθώς είχε πέσει σχεδόν πάνω μου και προσπαθούσε να το δαγκωσει.
<<Σταμάτα >>

<<Έλα μόνο μια μπουκιτσα για τον Ορφεακο σου.Για το μωρό σου, >>πήγε να ξανά δαγκώσει.

<<Ορφέα,>>τράβηξα το όνομα του.

<<Ένα μικρό κομμάτι μωρέ. Ένα μικρούλι. Τι ψυχή εχει>>.

<<Μισείς τις πικλες, >>του υπενθυμισα γιατί είχε αδειάσει όταν ανάφερε πως θα της ζητουσα καποια στιγμή.

<<Εσύ της αγαπάς όμως τώρα >>.

<<Και;>>
Σήκωσα το φρύδι και το χέρι ψηλά.
Το πήγαινα δεξιά και αριστερά και εκείνος εκεί.
Γελούσε κιόλας.

<<Μία δαγκωνιά ελα,>>κλαψουριζε ο σαρδαναπαλος.
Μέχρι που στο τέλος με είχε ξαπλώσει εντελώς πάνω στον μαρμάρινο πάγκο.

Το φουστάνι μου ειχε ανασηκωθει στου μοιρους μου.
Ανάμεσα από τα πόδια μου το σωμα του ασκούσε την ανάλογη τρίβει στο ευαίσθητο μου σημείο που ήδη διαμαρτύρονταν,καθώς ένιωθε το ποσο σκληρός είχε γίνει.

Με κοίταξε με το πιο πονηρό βλέμμα όταν μου έπιασε το χέρι απότομα.

Το ξανά δάγκωσε και εγώ διαμαρτυρηθηκα .

<<Ε είσαι βλαμμένο,>>κοίταξα το μισό φαγωμένα ψωμί και σχεδόν ήθελα να βάλω τα κλάματα.

Τα χείλη του έπεσαν πάνω στα δικά μου.
Ξαφνιάστηκα.

Το χέρι του χαλάρωσε και από το δικό μου έπεσε το ψωμί.
Το έφερε στη μέση του και τον πίεσα παραπάνω τυλίγεται τα πόδια μου γύρω από τη λεκάνη του.

Οι γλώσσες μας άγγιξαν η μία την άλλη.
Με φιλούσε γλυκά καθώς τα χέρια του κατέβαιναν στο κορμί μου φτάνοντας στον γλουτούς μου.

Ξεπνοος έσπασε το φιλί μας.

<<Mon étrange fille. Belle.(Περιεργο μου κοριτσι.Ομορφη,)>>μου χαϊδεψε το μάγουλο. <<Qu'est-ce que je vais faire de toi,(Τι θα κάνω μαζί σου;)

Ετριψε τη μύτη του με τη δική μου.

<<Tu m'aimeras pour toujours(Θα με αγαπάς για παντα,>>του απάντησα και χαμογέλασε.
Με φίλησε απαλά.

<<Από πότε έγινες τόσο καλός στα γαλλικά;>>Τον ρώτησα.

<<Εξασκούμαι,>>μου έκλεισε το μάτι και εγώ γελασα.

Με φίλησε ξανά και σηκώθηκε.

<<Που πας;>> Τον ρώτησα καθώς στηρίχτηκε στους αγκώνες μου και ανασηκωθηκα.

<<Πήγε αργά λέω να πάμε να συνεχίσουμε σπίτι, >>πήγε να πάρει το πιάτο και το πεσμένο σάντουιτς.

Με δουλεύει τώρα.
Εγώ πίστευα πως θα καναμε καυτό σεξ στον πάγκο.

<<Όχι,>>του πέταξα.

Βάζοντας το πιάτο πίσω του γύρισε και με κοίταξε.

<<Τι οχι;>>

<<Είπα οχι.Θελω κάτι να κάνεις για εμένα,>>του χαμογέλασα πονηρά.

<<Αληθεια;Και τι είναι αυτο;>>
Έπιασε αμέσως το νόημα και εγλυψε τα χείλη του.

<<Έλα εδώ ,>>του έκανα νόημα με το δάχτυλο .
Προχώρησε αργά προς το μέρος.

<<Τι θέλεις να κάνω;>>
Με ρώτησε παιρνόντας το χέρι του απο τις μπούκλες του>>.

Σήκωσα τον κορμό μου και σταυρωσα τα πόδια μου τεντωσα τα χέρια μου δεξιά και αριστερά.

<<Γονατησε>>.

Τα μάτια του σχεδόν πεταχτηκαν έξω.

<<Γαμώτο>>
Ψελλισε.

Μειδιασα.

<<Δεν υποσχέθηκες πως θα είσαι καλό αγόρι;>>

<<Ναι θα είμαι.Δη-λα-δη ...είμαι,>>τραυλίζει από την αναστάτωση.

Έπειτα χαμήλωσε το κορμί του και γονατησε.

<<Είμαι τόσο τυχερός καργιολης, >>αναφώνησε με φέρνοντας μπροστά το χέρι του σε γροθιά και δαγκώνεται τα χείλη του σαν να είχε κερδίσει στοίχημα.

<<Ορφέα μη χαλάς την ατμόσφαιρα >>

<<Συγγνώμη,>>ανασκουμπωθηκε.
<<Είπαμε καλό αγόρι. Συνέχισε>>.

Σήκωσα τι πόδι μου .
Η μαυρη γόβα μου ακούμπησε τον ώμο του και το βλέμμα του την ακούμπησε.

<<Βγάλτην ,>>τον προσταξα.

Το βλέμμα του άναψε φωτιές.
Και σαν καλό αγόρι που έπρεπε να είναι έφερε τα χέρια του αργά πάνω στο δεξι μου ποδι .

Χαιδεψε αργά το πάνω μέρος του .
Χωρίς να σπάσει το βλέμμα του από το δικό μου την έβγαλε.

<<Και την άλλη,>>τον προσταξα ξανά και εκείνος έβρισε μέσα από τα δόντια του.

Μισό γελασα.
Μου αρεζε που είχα αυτόν τον έλεγχο πάνω του.
Αυτο το παιχνίδι της υποταγής ήταν κάτι μου με εξιτάρει το ίδιο και εκείνον.
Μόνο που δεν ήταν μονοπλευρο.
Το έκανε και εκείνος σε εμένα.

Σήκωσε το αριστερό μου και με τις ίδιες βασανιστικες κινήσεις το αφαίρεσε

<<Τόσο μα τόσο καλό αγόρι >>τον επιβράβευσα

<<Τωρα;>>

<<Γδύσου. Αργά,>>μισό κατάπιε και εγώ άνοιξα αργά τα πόδια μου.
Το βλέμμα του έπεσε κατευθείαν ανάμεσα τους.

<<Όχι,βλέμμα σε εμένα και συγκεντρωσου στο να ξεντυνεσε>>

<<Με σκοτώνεις Όμορφη,>>γρυλισε.

Άρχισε να ξεκουμπωενει το πουκάμισο του καθώς το χέρι μου κατευθύνθηκε στον λαιμό με με αργές κινήσεις.

Κάθε κουμπί που άνοιγε το χέρι μου κατεβαινε όλο και πιο κάνω.

Στο στερνο μου ,στο στήθος αργά και σταθερα.

Ούτε λεπτό δεν τον άφησα από τα μάτια του μέχρι και το τελευταίο.

Το χέρι μου ανασηκωσε το φόρεμα μου καο χαιδεψε το ύφασμα του εσώρουχοου μου.

Εκείνος αναστέναξε καθώς έβγαζε το πουκάμισο του και επιτα κατέβηκε στη ζώνη του.

Έφερα το δάχτυλο μου πάνω στην κλειτοριδα μου.
Με αργες κινήσεις άρχισα να τη χαιδευω με το σκουλαρίκι μου να βοηθαει στην αισθηση ,καθώς εκείνος έβγαζε το παντελόνι του μένοντας μόνο με το εσώρουχο.

Η τριβη από το ύφασμα τινάζει τα νεύρα μου απότομο.
Τιναξα το κεφάλι μου απότομα προς τα πίσω και δαγκωσα τα χείλη μου.

Είχε καυλωσεο τόσο από αυτή τη σκηνή που δεν ξέρω πόσο θα άντεχα ακόμα.

Επιτάχυνε λίγο τις κινήσεις μου ,όταν ένιωσα το το υφανα να υποχωρεί στο πλάι και η ζέστη του γλώσσα να ακουμπάει την κλειτοριδα μου.

<<Θεέ μου,>>ψελλισα.

<<Ναι;>Ψέλλισε πάνω της.

Η καυτή του ανάσα με εκανε να τίναξε τα χέρια μου και να χάσω ισσοροπια.

<<Τι θέλεις πες μου>>.
Είπε ξανά ο απαλά τη γλώσσα του στο ευαίσθητο σημείο.

<<Μη σταματάς,>>είπα ξεπνοα.

Εφερα το χέρι μου στα μαλλιά του.
Εκείνος έχωσε ολο του το πρόσωπο του ανάμεσα στα πόδια μου και με τα χερια του τράβηξε την λεκανη μου πιο κοντά του.

Η μέση μου με πρόδωσε και ξάπλωσα προς τα πίσω

Με κυκλικές κινήσεις συνέχιζε το μαρτύριο μου πανω στο σκουλαρικι,προσθέτοντας έπειτα ένα δάχτυλο στο παιχνίδι.

Τα χέρια μου εσφιγγαν τις μπούκλες του.
Τα χείλη μου πονούσαν από το δάγκωμα μου καθώς ελεγα ασυναρτησίες.

Η μεταλλική γεύση έσκασε στα χείλη μου μαζί με τον πρώτο οργασμό μου.

Αλλά εκείνος δεν σταμάτησε.
Συνεχησε βάζοντας και δεύτερο δάχτυλο μέσα μου καθώς το κορμί μου ετρεμε ακόμα από το προηγούμενο κύμα.

Δάγκωσε απαλά το μουδιασμένο μου σημείο.
Η όραση μου θόλωσε.
Ήθελα να του πω να σταματήσει να πάρω ανάσα.
Αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν.

Το χέρι του πέρασε κάτω από το ύφασμα και έφτασε στο στήθος μου.
Πέρασε απαλά από τη ρώτα μου και την τσίμπησε στέλνοντας ηλεκτρισμο σε όλο μου το σώμα.

Ένιωθα να καίγομαι και χάνομαι μαζί.

Η γλώσσα του ξαφνικά με αφησε .Ενιωσα το εσωρουχο μου να σκίζετε βιαια απο το δερμα μου και τον ένιωσα στο άνοιγμα μου .

Με μια έντονη κίνηση μπήκε μέσα μου τιναζοντας το κορμί μου μπροστά.

Έπεσε πάνω μου, σηκονωντας με το ένα χέρι του το αριστερό μου πόδι γύρω από τη λεκάνη μου.

Βγήκε ελαφρά έξω και μετά ξανά με δύναμη εισχώρησε μέσα μου.

<<Με τρελαινεις και δεν θέλω να γίνω ποτέ καλά,>>ώθησε με δύναμη παλι και έφερε το πρόσωπο του στον λαιμό μου.

Με δάγκωσε απρόοπτα καθώς αύξησε τον ρυθμό του βίαια.

Και έκλαψα φώναξα.
Δεν ξέρω για ποιον.
Για εκείνον, τον Θεό, το σύμπαν.

Ίσως όλα μαζί.
Γιατί όλα είναι εκείνος.

Η ζωή, ο θάνατος.
Και θέλω να τα ζησω και τα δύο μαζι του.

Βγήκε από μέσα μου και πήγε να με γυρίσει μπρούμυτα.
Το πόδι μου όμως τον σταμάτησε.

Μειδιασε και το άρπαξε.
Χαιδεψε το δέρμα μου απαλά από το γόνατο μέχρι κάτω και έπειτα φιλησε απαλα την πατουσα μου.

<<Τι θελεις;>>
Με ρώτησε και εγώ έγινα ζελαδακι με αυτό.
Δεν ξέρω τι μαγική ικανότητα είχα.
Αλλά αυτό κάθε φορά που ρώτησε τη ήθελα με εκανε πολύ χαρούμενη και καυλωμενη φυσικά.

Άφησε το χέρι μου και εγώ με το πόδι μου τον εσπρωξα ελαφριά προς τα πίσω.

Σηκώθηκα και κατέβηκα από τον πάγκο.

Γονατησα και τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τον πουτσο του.
Το μέταλλο από τα σκουλαρίκια του κρυωσε το δέρμα μου..
Οι λέξεις έβγαιναν μισές από τα χείλη του καθώς τύλιξα τα δικάμου γύρω του.
Η γεύση μου και η δική του μπλεχτεί καθώς πέρασα κυκλικά τη γλώσσα μου.

<<Θεέ μου,>>ψελλισε.

<<Θεά,>>τον διόρθωσα βγάζοντας τον απότομα από το στόμα μου με ένα ποπ.

<<Η δική μου Θεά,>>είπε ξεπνοα και έπιασε με το χέρι τα μαλλιά μου.

Τον έβαλα ξανά στο στόμα μου .
Αργά και βασανιστικα τον άφησα να μπει μέσα μου καθώς κουνουσε τη λεκάνη του και εγώ με τη γλώσσα μου εξερευνούμε τα σκουλαρίκια του.
Τα χέρια μου κατηφορησαν στους όρχεις του .
Τιναχτηκε απότομα με αποτέλεσμα να μπει πιο βαθιά στο στόμα μου.

<<Τέλειο απλά τέλειο,>>ψελλισε.

Τα δάχτυλα μου συνέχιζαν την πορεία τους πιο τολμηρά από ποτέ μαζευοντας την υγρασι απο το σαλιο μου,μέχρι που έφτασαν στο πίσω άνοιγμα του.
Το σώμα του κοκκαλωσε στην αίσθηση.

<<Γαμω ,>>ψελλισε όταν αρχισα τις κυκλικές κινήσεις πάνω του.

<<Γαμ-,>>πήγε να ξαναπεί όταν τον πίεσα ελαφρά με το δαχτυλο μου.<Δεν μου το έχουν κάνει ποτέ αυτό,>>είπε με κομμένη την ανάσα όταν μπήκα για λίγο.

Και εγώ γελασα ακόμα με το στόμα απασχολημένο.

Δεν σταμάτησα μέχρι που επιταχυνε της κινήσεις του μαζί με τις δικές μου .

Με μια απότομη κίνηση βγήκε από το στόμα μου και με γύρισε μπρούμυτα στον πάγκο.

Ανοιξε τα πόδια μου με τα γόνατα του αμασηκωσε στη πλατη μου το φόρεμα αι μπήκε βίαια μέσα μου.
Το χερι του χτύπησε τον κωλο μου και αναφωνησα από το τσούξιμο.

Η κινήσεις του βίαιες και γρήγορες εκαναν το σώμα μου να τρέμει πάνω στο κρύο μάρμαρο.

<<Γαμω Όμορφη γιατί είσαι τόσο τελεια για εμένα,>>είπε και ξάπλωσε το κορμί του πάνω μου.
Τα χέρια του ήρθαν στα δικά μου.

<<Μαζί.Εσυ και εγώ,>>ψελλισε στο αυτί μου.

Γύρισα το κεφάλι μου και τα χείλη του βρήκαν τα δικά μου και...

Έκρηξη.

Η ένταση δεν έλεγε να φύγει όταν σηκώθηκε από πάνω μου.

Το στερνο μου πονούσε από της έντονες ανάσες.
Όπως και όλο μου το κορμί.

Βάδισε προς το ψυγειονκαο έβγαλε δύο μπουκαλάκια νερό.

Ανοιξε το δικο του μου πέταξε το άλλο.

Δεν ξέρω για πότε το κατέβασα.
Το ίδιο και εκεινος.
Πλησίασε πίνοντας και την τελευταία σταγόνα από το μπουκάλι.
Έπειτα το πατικωσε και το πέταξε στο κάδο.

Ήταν ακόμα γυμνός.
Ακόμα σκληρός.
Και εγώ ένιωθα πάλι να ανάβω.

Ηλιθιες ορμόνες.

<<Γαμωτο αυτό ήταν,>>είπε αφού ήρθε μπροστά μου.
Με φίλησε στο μέτωπο καθώς κατέβαζα το μπούκλα νερό από το στόμα μου.

<<Τελειο;>>

<<Πρωτόγνωρο. Αυτό που έκανες με ...ξέρεις με αυτό...>>ψελλιζε και κοκκινίζει.

Γελασα.

<<Που τα έμαθες αυτα>>.

<<Εξάσκηση,>>του έκλεισα τα μάτι.

<<Και γαμω με την Εμιλιχαμός γινόταν δηλαδή,>>μειδιασε.

<<Ορφεα,>>τον μαλωσα.
<<Μη ξεκινάς τα περίεργα με το τρίο ,θα σε σαπισω τον κωλο>>.

Το κινητό του χτύπησε στα ξαφνικά και προχώρησε για να σηκώσει το παντελόνι του από το πάτωμα.

<<Θα μου αρεζε αυτό,>>είπε αυταρεσκα όλο υπονοούμενο κλείνοντας το ματι

Βλαμμένο.
Γλυκαθηκε.

Έβγαλε το κινητό από την τσέπη και το έφερε στο αυτί του.

<<Τι;>>
Είπε τρομαγμένος και με κοίταξε.
Εγώ κατέβηκα από τον πάγκο.

Δεν ήταν καλο αυτό.

Έκλεισε και με κοίταξε το κινητό στο χέρι.

<<Τι εγινε ;>>Τον ρώτησα.

Ξεφυσηξε.

<<Ο Παναγιωτακης,>>γουρλωσα τα μάτια.<<Είναι στο νοσοκομείο >>.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top