Κεφάλαιο 7ο
Τώρα
Εύα ,26 ετών.
Το κεφάλι μου σφυροκοπάει.Το δωμάτιο γυρίζει και το στομάχι μου, κάνει σαν αρκούδα που ξύπνησε από χειμερία νάρκη.
Αυτά παθαίνεις όταν πίνεις ένα μπουκάλι ολόκληρο κρασί μόνη σου.
<<Τόσο άσχημα ε;>>Με ρώτησε χτες το βράδυ η Όλιβ όταν μπήκα στο σπίτι αρπάζοντας το μπουκάλι από το ψυγείο.
Το άνοιξα χωρίς να πω κουβέντα και πήρα μια γερή γουλιά.
<<Κατάλαβα ,>>συνέχησε και εγώ απλά της έκανα κωλοδάχτυλο με το χέρι και το μπουκάλι στο στόμα και πήγα στο δωμάτιο.
<<Μη γκρινιάζεις αύριο αν είσαι σκατά,>>μου φώναξε και τις κοπανισα τη πόρτα.
Το κατέβασα όλο στη μπανιέρα, που έκανα μπάνιο και έπειτα έπεσα ξερή στο κρεβάτι.
Ήμουν ηλίθια.
Δε ξέρω για πιο λόγο πήγα χτες στο εστιατόριο του Ορφέα
Τον απέφευγα τόσες μέρες αν και μιλούσαμε στο τηλέφωνο.
Άρχησε να μου λείπει.
Δεν έπαυε να κάνει αισθητή την παρουσία του.
Όπως με το να στέλνει σπιτικά μπισκότα και μαφινς σε όλους στην οργάνωση.
Μαλακισμένο.
Ακόμα και να μην τον συμπαθείς βρίσκει τον τρόπο να τρυπώσει και να μπει κάτω από το δέρμα σου.
Τα πράγματα έχουν γίνει τόσο μπερδεμένα μετά τις διαταγές της Έρης.
Δεν επρόκειτο να την άφηνα έτσι.
Να με βγάλει από τις αποστολές.
Έχω φτησει αίμα τόσα χρόνια.
Μόνη ,αλλά και μέσα στην οργάνωση.
<<Δε θέλω να ξανά επαναληφθεί το ίδιο με αυτό στη Πράγα,>>μου έλεγε στην βίντεο συνομιλία μας πριν δυό μέρες.
<<Δεν είσαι συγκεντρωμένη.Εχεις αντιπερισπασμούς.Αφηνεις τα συναισθήματα σου να σε κυριεύουν>>.
Ξέρω τι εννοεί.Το ίδιο συνέβη τότε με την Έμιλι.
Άφησα να με τυφλώσουν να με κάνουν να μη βλέπω τον στόχο μου.
Να θολώνω.
Ακόμα και τώρα.
Δεν μου ήταν εύκολο να συζητάω για αυτό.
Ήταν απόδειξη του ότι είχα αποτύχει
Και αυτό μου ειχα υποσχεθεί πως δε θα ξανασυμβεί.
Μου έσπασαν τη ψυχή.
Δεν ειναι το ίδιο με αυτό που έκανα στον ευατό μου
Εγώ το έκανα για ένα στόχο.
Συνειδητά.
Εκείνοι μου έκοψαν την επιλογή.
Είναι νεκροί τώρα
Αλλά εγώ δεν μπορώ να πάρω πίσω αυτό που μου έκλεψαν.
Πολλές φορές δεν έχει σημασία .
Γιατί θέλω να πεθάνω.
Αλλά τις φορές που θέλω να ζω .
Πονάει.
<<Κανείς λάθος .Δεν με επηρεάζει τίποτα>>.
<<Εύα μπορεί να ξεγελας το ευατό σου αλλά όχι εμένα.Θυμασαι τι έκανες μετά από τη Πράγα;Πως όλα έφυγαν από τη διαδρομή τους;Το κάνεις ακόμα και τώρα.Ποσες φορές θα μαζεύω από πίσω σου.
Πάλι καλά δεν άφηνες ίχνη όταν τους σκοτώνες.Να τους εξοντώσεις θέλαμε όχι να τους κάνει κομματάκια.Αν και μπορώ να πω η φράση "Ποιος ήταν ο επόμενος" ηταν δημιουργικότατη αλλά αχριαστη.
Και ας μη μιλήσω τι διασυνδέσεις έπρεπε να χρησιμοποιήσω για να μην έρθει η αστυνομία στο κατόπι σου>>.
Θεέ μου ,μου λείπει αυτό. Οι κραυγές τους τα παρακαλυτά τους.
Το ότι κατουριωντουσαν πάνω τους από το φόβο
Τους έφευγε όλοι η μαγκιά ,όταν καταλάβαιναν πως είχαν να κάνουν με μεγαλύτερο θυρευτή.
Αλλά τώρα ήταν όλοι εξαφανισμένοι
Και όσοι δε κρύβονταν είχαν ολόκληρη προστασία από πίσω τους και δύσκολα τους πλησίαζες.
Τουλάχιστον είχα προλάβει να αποτελιωσω κάποιους από την παρέα του μαλακάλα. Αλλά όχι όλους
Αυτό όλο ήταν αποτέλεσμα εκείνης της νύχτας.
Έβλεπα μόνο κόκκινο.
Ήθελα να του κάνω να ουρλιάζουν.
Το να τους σκοτώσω μόνο δεν αρκούσε.
Ηθελα να υποφέρουν.
Όπως εγώ .Όπως έκαναν σε εκείνη.
<<Ξέρεις πως πάντα φέρνω εις πέρας τη δουλειά,>>ήδη το μόνο που ήθελα να της πω ήταν άντε και γαμήσου.
Το είχα ξανά κάνει και εκείνη απλά έσκασε στα γέλια.
Αν ήταν άλλος ,δε θα γλυτώνει την οργή της.
Και τις αγγαρείες που θα τον έβαζε να κάνει.
Είναι αδίστακτη γυναίκα.
Πρέπει να είναι έτσι .Τα έχει βάλει με τη μεγαλύτερη βρώμα στο κόσμο και έχει δει ακραία πράγματα .
<<Ναι ,αλλά τώρα μπλέκονται και άλλοι.Δεν είναι το ίδιο.Δεν έχουν εμπειρία Είδες τι έγινε πριν λίγους μήνες.Μπορει να έχουν τη θέληση,αλλά είναι απλοί άνθρωποι>>.
<<Ο γιος σου δεν είναι και οι άλλοι δύο>>.
<<Ο γιος μου νομίζει πως είναι σαν εμάς.Αλλα δε παύει να είναι ένα παιδί που τον κυνηγάνε τα συναισθήματα του.Ειναι παρορμητικός.
Έξυπνος μεν.Αλλα έχει ακόμα δρόμο.
Όσο για τους άλλους δύο...>>
<<Ναι αλλά εσύ τον ανάγκασες να ζήσει όλα αυτά.Και να τα μάθει μόνος του.Να μάχεται σε όλα αυτά.Μονος του τα έμαθε δεν είχε οδηγίες,>>έπρεπε να αναλάβει τις ευθύνες της για το πόσο στραβά λειτουργούσε ο Αχιλλέας.Καυε μέρα προσπαθούσε να παλέψει με το τέρας που είχε στους ώμους του.Και γαμώ δεν ήταν ευθύνη του.<<Και μετά διάλεξες τον Γαβριήλ>>.
<<Ξέρω τι έκανα με τον γιο μου δε χρειάζομαι υπενθυμιση.Και με τον Γαβριηλ είναι διαφορετικό.
Είναι πιο προσεκτικός.Σκεφτεται με τη λογική.Και μη ξεχνάς ότι έχει τον ίδιο σκοπό με εμάς>>.
Να πιάσει τον αδερφό του.
Ο Άγης ήταν στην λίστα της Έρης
Ο μαλάκας είχε ανατινάξει στο Λονδινο μια εγκατάσταση μας.
Τότε δεν ήξερα ποιος ήταν.
Δεν είχα δει καν το πρόσωπο του
Είκοσι άτομα είχε σκοτώσει από τους δικούς μου μέσα στο κτήριο πριν φτάσει σε εμάς.
Ο καργιόλης έπαιζε το "Η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει"από τα μεγάφωνα όταν τους σκότωνε έναν έναν.
Μακάβριο ,τρελό και ασυνάρτητο
Ποιος ξέρει τι υπάρχει μέσα στο μυαλό μου
Μέχρι να φτάσουμε εκεί ήταν ήδη αργά και όλο το κτήριο ήταν κατεστραμμένο.
Το βρήκα τον κυνήγησα αλλά μου ξέφυγε καρφόνωντας μου ένα μαχαίρι στο ποδι.
<<Μπορώ να το κάνω δε χρειάζομαι μια βδομάδα,>>της ξανά είπα.
Αναστέναξε.
<<Αν δεν συνέλθεις θα βρεθούν όλοι σε κίνδυνο>>.
<<Είναι πιο δυνατοί από όσο νομίζεις>>.
<<Είναι,αλλά εσύ προς αυτούς είσαι;Θα ανττεχες αν πάθαιναν κάτι.Για παράδειγμα ο Ξανθούλης.Δεν έχουμε βρει τον πατέρα του .Είναι επικίνδυνος>>.
<<Μη βάζεις τον Ορφέα στο στόμα σου,>>της είπα χωρίς να σκεφτώ ότι ακούστηκε σαν απειλή.
Τα χείλη της μειδιασαν.
Είχε δίκαιο γαμώ.
Δενομουν με όλους.
Όσο περνούσε ο καιρός.Ασυναισθητα.
Ήταν εσωτερική μου ανάγκη Που τόσος καιρός καταπίεσης έβγαινε.
Και με την ομάδα μου ήμουν δεμένη.
Αλλά ήταν διαφορετικά
Ζούσαμε κάθε μέρα τα ίδια.
Είχαμε τους ίδιους στόχους και κίνητρα.
Η ζωή μας ήταν μια αποστολή συνέχεια.
Δεν είχαμε καθημερινές,ανέμελες στιγμές.
Και δεν είχα τον κίνδυνο να ερωτ...
Αυτό που έπρεπε να κάνω ήταν φανερό.
Όσο δύσκολο και να ήταν.
Θα ήταν καλύτερα για όλους.
Και εγώ θα έβρισκα πάλι το στόχο μου.
Μερικές φορές δεν ήθελα να ζήσω.
Ήθελα να πάω να βρω την Έμιλι.
Αλλά γαμώτο, ο Ελάιζα είναι γιος μου.
Και όσο και να έχει άτομα πλεον δίπλα του και δε θα χρειάζεται να του βρω οικογένεια.
Τον παππού του και τον αδερφό του.
Που αν δεν είμαι εγώ θα τον φροντίσουν
Εγώ είμαι η μαμά του.
Και αυτό το συναίσθημα με κατακλύζει και με κάνει να θέλω να κρατηθώ από τη ζωή.
Για εκείνον και για...
Όχι είναι το καλύτερο για όλους αυτό που θα κάνω.
<<Έρη,δε χρειάζομαι μια βδομάδα,>>της είπα σοβαρά και κατάλαβε αμέσως.
<<Είσαι σίγουρη;Δε χρειάζεται να το κάνεις.Δεν είναι κακό να θες μια φυσιολογική ζωή.Απλα πρεπει να βρεις την ισσοροπία>>.
<<Όχι,είναι ο μόνος τρόπος,>>ο μόνος για τους τελειώσω όλους.Για να βρω τον μικρό μου Χωρίς να τραβήξω κανέναν άλλον.<<Δώσε μου ένα μήνα>>.
Εγνεψε το κεφάλι και της έκλεισα τη κλήση.
Ένα μήνα χρειαζόμουν.
Θα έβρισκα τρόπο για να το πω.
Δε θα το έκανε έτσι χωρίς να το ξέρουν.
Αυτή τη φορά θα το έκανα σωστά.
Ο Ρεν με πλησίασε και μου έφερε τους φακέλους που του είχα ζήσει.
Δε θα σταματούσαμε όσο και να μα απαγόρευε η Έρη.
Έπρεπε να μάθω για τους γονείς μου.
Δε θυμάμαι τίποτα για αυτούς.
Οι φάκελοι μου στα ιδρύματα έλεγαν για δυστύχημα όταν ήμουν περίπου δύο.
Αλλά έχω το απόλυτο κενό.
Και όλα αυτά δε κολλάνε πως αυτή η γυναίκα είναι μάνα μου και εκείνος πατέρας μου.
Γιατί με άφησαν;Γιατί δε μεγάλωσα με εκείνους;
Αλλά γρήγορα την έλυσα την απορία μου αυτή.
Μέσα στους φακέλους έγραφε πως οι Μητέρες απαγορευόταν να κάνουν παιδιά
Σε περίπτωση όμως που γινόταν ένα ήταν αγόρι το κρατούσαν
Εάν ήταν κορίτσι το σκότωναν.
Αλλά γιατί;
Από ότι κατάλαβα από τη συνάντησή μας
Ο Γιαννης γνώριζε,αλλά εκείνη δεν αντέδρασε .
Δεν έκανε τίποτα .
Εγώ την κατάλαβα από την ομοιότητα μας.
Και μετά προσπάθησε να με σκοτώσει στέλνοντάς τους τρεις.
Δεν έβγαζαν νόημα όλα αυτά
Γιατί να με σώσει και μετά να θέλει να με σκοτώσει.Ολο αυτό με κάνει να σκέφτομαι πως μάλλον δεν ήταν αυτή που με έκρυψε.
Αλλά γιατί;Τίποτα από όλα αυτά δεν έβγαζαν νόημα .
Αλλά είχα ένα μήνα για να βρω την αλήθεια.
Βέβαια κανείς δεν ήξερε τίποτα κλασικά.
Ούτε ο Αβραμίδης ο υπουργός που του είχα του χεριού μου .
Μετά από όλα αυτά που είχαν γίνει.
Είχε πάθει εγκεφαλικό και έτρεμε μη τον σκοτώσω
Τότε μέχρι να βρω το ποιος ήταν ο Γιάννης ειδα και έπαθα .
Η Έμιλι δεν μου έλεγε το όνομα του
Μόνο ως μόνο της τον ήξερα.
Και τον είχα δει κάνα δυο τρεις φορές από μακριά.
Έπρεπε να είχα δει τα σημάδια .
Αλλά που να ήξερα
Τότε δε μου φαίνονταν περίεργο που ερχόταν και την έπαιρνε .
Ή όταν έλειπε μέρες.
Όταν ανακάλυψα ποιο ήταν και έπειτα έμαθα λεπτομερείς από την Έρη ήταν εύκολο να τον βρω.
Αν και όποτε βρίσκαμε κάποιο στοιχείο εκείνος εξαφανιζόταν.
Φυσικά δεν μπορούσαμε να σκάγαμε σπίτι του με τα κομάντο.
Ήθελε λεπτό χειρισμό όλο αυτό.
Όταν μπόρεσα μέσω του Αβραμίδη να μπω πιο βαθιά μέσα όλα επαιρναν τον δρόμο τους.
<<Εύα στο ορκίζομαι δε ξέρω που είναι,>>έλεγε στο τηλέφωνο ξανά και ξανά.
Η Έρη τον είχε μεταφέρει σε ένα από τα σπίτια ασφαλείας μας.
Μετά το χαμό τον είχε αρπάξει.
Αλλά τον κρατούσε για πληροφορίες.
<<Λες ψέματα πάλι.Δε μου αρέσουν τα ψέματα,>>του είπα.
<<Στο ορκίζομαι Εύα.Οχι σε όλες τις στιγμές που περάσαμε μαζί,στο ορκίζομαι>>.
Ο ηλίθιος αλήθεια νόμιζε πως με είχε πηδήξει και αναπολούσε στιγμές της φαντασίας του.
<<Δε το κάναμε ποτέ,>>του είπα εκνευρισμένη.
<<Μα τι λες;>>
Ρώτησε έκπληκτος
<<Σε ναρκωσα ηλίθιε,μετά ξεντυνομουν και ξυπνούσες το πρωί και στη ζάλη σου πίστευες ότι σου έλεγα Γι'αυτό μη παίζεις με τα νεύρα μου.Να θυμηθείς γρήγορα γιατί αν θες να κρατήσεις τα προνόμια που σου δίνει η Έρη θα θέλει αντάλλαγμα.Οπότε όταν σε ξανά πάρω να αρχίσεις να κελαϊδας γιατί αλλιώς θα σε χώσω μέσα ή μάλλον θα παίξω μαζί σου όπως μου αρέσει
Και έχεις ακούσει πως μου αρέσει να παίζω.Ετσι δεν είναι;>>.
Μισό κατάπιε
<<Εύα , περίμενε σε αγαπά...>>πήγε να πει και του έκλεισα το κινητό στη μούρη ,γιατί άρχισε να με εκενευρίζει ο μαλάκας.
Ένα μήνα είχα μπροστά μου.
Και μετά όλα θα έπαιρναν τον δρόμο τους.
Σηκώθηκα και έκανα ενα γρήγορο ντουζ.
Θόρυβος και φωνές ακουγόντουσαν από τη κουζίνα
Βγήκα από το μπάνιο και πήγα στο συρτάρι να πάρω μια καθαρή φόρμα και ένα άσπρο μπλουζάκι,όταν το πόδι μου πάτησε πάνω σε μια σκακουλίτσα.
Ο θόρυβος με τρόμαξε και θυμήθηκα πως μια από αυτές τις μέρες έπρεπε να αρχησω να συμμαζέψω το δωμάτιο μου γιατί είχε παραγινει το θέμα.
Κοίταξα κάτω .
Ένα πράσινο με κόκκινο χρώμα σακουλάκι ήταν ανάμεσα στα δάχτυλα μου .
Το σήκωσα και η μυρωδιά από καρπούζι με χτύπησε.
Γαμώ.Δεν ήταν τελικά ιδέα μου ότι άκουσα την φωνή του στον ύπνο μου.
Το πήρα και το πέταξα στον κάδο δίπλα στο κομοδίνο.
Είχα σκοπό να είναι ο πρώτος που θα του το έλεγα.
Αλλά με αφινδίασε.
Ήταν τόσο όμορφος μέσα στο εστιατόριο του.
Στο στοιχείο του.
Και όταν μου είπε πως θα τον βραβεύανε εγώ σαστησα.
Ήμουν τόσο περιφανή για εκείνον.
Και χαρούμενη.
Ασυναίσθητα τον αγκάλιασα .
Η επαφή του με κατέκλυσε.
Και ήθελα , ήθελα να τον...
Ευτυχώς μας διέκοψε η κοπέλα του.
Με έσωσε από την οδυνηρή στιγμή.
Γιατί δεν ήθελα να αναγκαστώ να του το πω και να του ραγησω τη καρδιά σε αυτή τη στιγμή της ευτυχίας.
Έφυγα σαν την παλαβή ανακουφισμένη και παράλληλα ,νευριασμένη.
Με εμένα που ήμουν δειλή.
Που δεν έλεγα την αλήθεια.
Που δεν τολμούσα.
Δεν είναι για εμένα η φυσιολογική ζωή.
Δεν μου αξίζει να νιώθω.
Πρέπει να του το πω.
<<Και αυτός ο Άσαχι ,δηλαδή διοικεί ολόκληρη οργάνωση με παιδιά στρατιώτες;>>
Ακουγόταν οι φωνή του Ορφέα στη κουζίνα.
Ο απορροφητήρας σε λειτουργία και αυγά να ακούγονται στο τηγάνι.
Πλησίασα και εκείνος με τη ποδιά του έκανε κύκλους γύρω από τον πανγκο που κάθονται ο Ρεν ,η Άλις και η Όλιβ.
Τελικά είχε έρθει το βράδυ πάλι εδώ.
Άφησε την κοπέλα του πάλι και ήρθε εδώ.
Δε το έχει καθολου αυτό με τις σχέσεις.
Σκέφτηκα και γέλασα από μέσα μου.
<<Όχι, ηλίθιε δεν είναι στρατιώτες ακριβώς.Ειναι εκπαιδευμένοι εκτελεστές.
Τα στέλνει μέσα στις οργανώσεις σωματεμπορίας της Ιαπωνίας για να σώσουν αλλα σαν και αυτά.Τους λένε εφιάλτες,>>του είπε η Άλις.
<<Και γαμώ,>>είπε και άρχησε να βγάζει τα αυγά στα πιάτα.
Η Σκύλλα και η Χάρυβδη κλαψουρισαν διπλα του και εκείνος τις κοίταξε.
<<Σε λίγο βρε θα σας βάλω να φάτε>>.
Η ομάδα μου είχε εκπαιδευτεί στον Άσαχι.
Όταν η Έρη έμαθε για εκείνον ήθελε να μάθει περισσότερα και να τον γνωρίσει.
Πλέον συνεργάζονται.
Αλλά εκείνη την περίοδο κόντεψε να μου την ξεκανει την ομάδα μου.
Είχε φτάσει στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού ,με την Άλις ειδικά.
<<Καλημέρα,>>είπα και πλησίασα.
Γύρισαν όλοι και με κοίταξαν.
<<Όμορφη μου,>>αναφώνησε ο Ορφέας.
<<Πως κοιμήθηκες;>>
<<Καλά,>>εύχομαι να μην είδε τα δάκρυα.
<<Δώσε μου δύο λεπτά να βάλω τα μικρά να φάνε και έρχομαι,>>με πλησίασε και μου ακούμπησε ελαφριά τη μύτη με το δάχτυλο του.
Μύριζε σαπούνι και μέντα.
Περίεργο που δεν ήταν καρπούζι.
Έφυγε προς το μπαλκόνι με τα σκυλιά από πίσω.
<<Όλα εντάξει ,>>με ρώτησε η Όλιβ.
<<Τέλεια ,>>σηκώθηκα και πήγα στη καφετιέρα να βάλω καφέ .
<<Φενεσαι σκατά,>>είπε ο Ρεν.
<<Ουαου,κοπλιμεντα πρωί πρωί δεν με έχεις συνηθίσει έτσι,>>του είπα περνώντας μια γουλιά από το καφέ μου
Το κεφάλι μου συνέχισε να βαράει.
Και η ιδέα για ένα ντεπον αντι του καφέ μου φάνηκε πιο δελεαστική.
<<Του το είπες;>>
Με ρώτησε η Όλιβ.
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι .
<<Γαμώτο,θα τρελαθεί.Πρεπει να του το πεις.Ερχεται εδώ και μόνο που δεν έχει μετακομίσει.Ναι δε θέλω συγκάτοικο το ξερεις.Αλλα γαμώτο δεν είναι σωστό.Δενεται ακόμα περισσότερο.Ουτε στον Αχιλλέα το είπες και στους υπόλοιπους;>>
Αναστέναξα.
<<Πες το απλά βγαλτο σαν τσιρωτο,>>είπε η Άλις.
<<Θα βρω την κατάλληλη στιγμή,>>είπα.
Κοιτάχτηκαν αναμεταξύ τους.
<<Δε θα γίνει αυτό που νομίζετε>>
<<Ναι καλά,πάντοτε το κάνεις αυτό τρέχεις μακριά,>>είπε η Άλις και την αγριοκοίταξα.
<<Εύα,κάνει ερωτήσεις για τη Πράγα.
Έχει πόσες ώρες μα ψαρεύει για τις αποστολές,>>μου είπε η Όλιβ.
Γαμώτο,ήξερα ότι θα γινόταν αυτό.
Παρόλο που το είχα πει αρκετά πράγματα για πάντα.
Ήταν αναμενόμενο μόλις θα άκουγε για αυτό να θέλει να μάθει .
<<Θα το διαχειριστώ,>>της είπα.
<<Θα καταλάβει ,γιατί δε του το λες.Εχει περάσει αντίστοιχο...>>
<<Δε θα μάθει τίποτα ακόμα και δε θα του πείτε τίποτα.Αλλιως θα σας κόψω τη γλώσσα και θα στη βάλω να την φάτε,>>τους γρύλισα.
<<Σιγά,ξύπνησε με δολοφονική διάθεση,>>είπε η Άλις σηκώνοντας τα χέρια ψηλά.
<<Ποιος ξύπνησε με δολοφονική διάθεση;>>
Ρώτησε ο Ορφέας που εμπαινε μέσα.
Η Όλιβ άρχησε να τρώει τα αυγά και να με κοιτάει ο Ρεν το ίδιο.
Τέλεια ,άντε να δω πως θα το σώσουμε αυτό τώρα
<<Η Εύα να εδώ μας έλεγα για έναν μαλάκα στην εταιρεία,>>.είπε η Άλις.
<<Ποιον μαλάκα;>>
<<Πες Εύα ,για εκείνον που μας έλεγες,>>η μικρή ήξερε τι έκανε .
Είχα πάει και από την εταιρεία χτες για μια συνάντηση με τους συνεταίρους μου
Η Έρη έλεγα πως και αυτό μου αποσπούσε την προσοχή γιατί ήταν μια ευθύνη ακόμα .
Αλλά εγώ το χρειαζόμουν.
Άλλωστε τον να κάνεις ένα ολόκληρο συμβούλιο να σε τρέμει είναι πάρα πολύ αστείο.
Αλλά χτες ένας από αυτούς .
Ο Μάριος Ρούστος άπλωσε λίγο παραπάνω τα χεράκια του την ώρα που έβαζα καφέ στο γραφειο.
Όχι,ότι εξεπλαγην.
Ο τύπος ήταν γλειωδης.
Γύρω στα σαράντα,όμορφος μεν και παντρεμένος.
Αλλά το μάτι δεν έλεγε να μη σταματήσει να παίζει.
Ούτε να μου στέλνει μηνύματα προσωπικά που τα έστελνα στο κάδο.
Γέλασε τον του είπα πως αν με ξανά ακουμπήσει δε θα έχει χέρι να την παίζει .
Βέβαια ήθελα να το σπάσω το κεφάλι στο μάρμαρο του νεροχύτη .
Αλλά στην εταιρεία δεν ήθελα να δημιουργήσω θέμα.
Θα έβρισκα τρόπο να τον κανονίσω.
<<Ποιος και τι σου έκανε;>>
Ήρθε αναστατωμένος ο Ορφέας δίπλα μου.
<<Τίποτα το κανόνισα,>>του είπα πίνοντας από το καφέ μου ξανά και ακουμπώντας στον πάγκο.
<<Εμένα δε μου ακούγεται σαν τίποτα, αν έχεις δολοφονική διάθεση;>>
Με κοίταξε επίμονα και εγώ γύρισα το βλέμμα.
<<Της έπιασε το κώλο;>>
Πετάχτηκε η Όλιβ και εγώ την κάρφωσα με το βλέμμα μου.
<<Τι έκανε λέει;>>Τινάχτηκε ο Ορφέας.
<<Δεν είναι τίποτα σου λέω,>>προσπάθησα να τον ηρεμήσω αλλά τι βλέμμα του άλλαξε.
Ειχε παρεκτραπεί τελευταία και έσπερνε πτώματα .
Αυτό μου έλειπε να τον βρούμε πουθενά τον τύπο ξεκοιλιασμενο.
<<Ποιος είναι;>>
Ετριξε τα δόντια.
<<Εύα;>>
Δεν μηλισα.
<<Ο Μάριος Ρούστος,>>πετάχτηκε ο Ρεν
Τι στο διάολο κάνανε και με έδιναν έτσι.
Γαμώ,ξέρω τι γινόταν .
Ήταν προειδοποίηση πως αν δεν άρχιζα να μιλάω για το άλλο θέμα θα το έκαναν εκείνοι .
Το έκαναν για το καλό μου πάντα.
Όταν απέκρυβα σημαντικά πράγματα.
<<Ο μαλακας που μυρίζει πατσουλι;>>
Τσηριξε σχεδόν .
Τι μου θύμισε την απαίσια μυρουδιά αυτή
Ποιος φοράει πατσουλι.
<<Σε άγγιξε,θα τον σκοτώσω>>.
<<Ορφέα τον έχω σου είπα>>.
<<Και με έβαλε να κάνουμε και την επέτειο γάμο του αύριο στο εστιατόριο >>.
Θέλει και επέτειο γάμου ο μαλακας.
Το είχα ξεχάσει μας είχε καλέσει κιόλας.
Άρχισε να μουρμουραει κάτι το οποίο σίγουρα δεν ήταν καλό και ο ήχος της πόρτας μας διέκοψε.
Η Όλιβ σηκώθηκε και τα σκυλιά άρχησαν να γαβγίζουν.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά μια Δάφνη έμπαινε φουριοζα με το κινητό στο αυτι και καφέδες στο χέρι .
<<Μάρκο σου είπα να αφησεις τη γιαγιά ήσυχη.Ειναι μεγάλη γυναίκα θα βγαίνει με όποιον θέλει Και οχι ο κ.Μανθος δεν είναι μπλεγμένος με την οργάνωση ,έλενξα τα στοιχεία του,>>μπήκε γρήγορα .
Ήρθε δίπλα μου άρπαξε τη κούπα με το καφέ την έριξε στο νεροχύτη και μου έδωσε έναν από τη βάση που κρατούσε.
<<Πιες έναν νορμάλ μια φορά.Και όχι αυτό το αερωμενο πράγμα,>>μου ψυθήρισε προσβάλλοντας τον γαλλικό μου.
Έδωσε τους υπόλοιπους στους άλλους και συνέχησε .
<<Στο ορκίζομαι θα σε αρχίσω στις σφαλιάρες .Ο Φίλιππος που είναι....Πάνε από εκεί ....Ε πάνε στην Ηρώ....>>έλεγε με παύσεις.<<Όχι ,δε θα πας στα ΚΑΠΙ,>>έφερε το χέρι στο μικρόφωνο.
<<Θα τον σκοτώσω,>>μας είπε και σκάσαμε στα γέλια.
Ο Ορφέας με κοίταξε και άφησε τον καφέ του δίπλα μου.
Οι υπόλοιποι άρχησαν να μιλάνε αναμεταξύ τους
Με την Άλις να προσπαθεί να αρπάξει το κινητό από την Δάφνη φωνάζοντας κάτι του τύπου ο έρωτας δεν έχει ηλικία και μπορεί να κάνει σεξ η γιαγιά του αν θέλει.
Που νομίζω αυτό τον έστειλε στον τάφο τον Μάρκο .
<<Belle,>>τα μάτια μου γούρλωσαν με το άκουσμα τις λέξεις.
Γαμώ τα γαλλικά μου.
<<Tu sais que tu peux avoir tout ce que tu veux de moi,(ξέρεις πως μπορείς να έχεις ο,τι μου ζητήσεις),>>συνέχησε και εγώ γύρισα και τον κοίταξα.
<<Δεν χρειάζεται να τα κάνεις όλα μόνη σου πλέον>>.
Και όμως πρέπει.
Αν σε αφήσω ,θα είσαι πολλά περισσότερα.
Και εγώ δε μπορώ να έχω περισσότερα γιατί έχω χάσει πολλά.
<<Μπορείς να πας λίγο πιο γρήγορα,>>φώναζε η Ηρώ στο αμάξι από τη θέση του συνοδηγού.
Λίγη ώρα αργότερα με ειχε πάρει αναστατωμένη τηλέφωνο.
Πως έπρεπε να πάω να την πάρω.
Γιατί την είχε πάρει έξαλλος ο Αχιλλέας από μια από τις δομές .
Και ούρλιαζε να πάνε να μαζέψουν τη Σοφία.
Η Ξένια από πίσω με το Μάρκο .
<<Δε θα τη σκοτώσει μη φοβάσαι,>>της είπα.
<<Ω,δε φοβάμαι για εκείνη για εκείνον φοβάμαι,>>είπε και τίναξε τα χέρια στον αέρα.
<<Έχεις ένα δίκαιο σε αυτό,>>κοίταξα το δρόμο μπροστά σταματόντας έπειτα στο φανάρι.
Ο Μάρκος γέλασε.
<<Με έχουν τρελάνει και οι δύο,>>συνέχισε η Ηρώ.
<<Με κάνουν να μη μπορώ να σκεφτώ λογικά>>.
<<Είσαι στρεσαρισμένη λογικό είναι,>>της είπε η Ξένια.
<<Όχι, δε καταλαβαίνεις,για παράδειγμα προχτές αποφασίσαμε να μιλισουμε στη Σοφία να πάει στην Έλενα για θεραπεία.
Και ξέρετε πως είναι η Σοφία θέλει άλλη προσέγγιση.
Το είχαμε υπό έλεγχο με τον Γαβριήλ και μετά ο Αχιλλέας πέταξε την μαλακία του και έγινε τις μουρλης>>..
<<Τι ειπε;>>την ρώτησα.
<<Να λέγαμε πως θα πάμε όλοι μαζί της.
Και κοίταξε τον Αχιλλέα ο οποίος δεν ήξερε τι να πει και τις είπε ενα του στυλ νοιάζομαι αφού τον αγριο κοίταξα.
Και η Σοφία το πήρε ότι με απατάει>>.
<<Ω να σου γαμησω,και επέζησε;>>
Αναφώνησε ο Μάρκος.
<<Με τα βίας .Κόντεψε να μείνει χωρίς δάχτυλα αν δεν την άρπαζε ο Γαβριήλ>>.
Η Σοφία χρειαζόταν βοήθεια σίγουρα
Δεν μπορούσε να κατανοήσει φυσιολογικά πράγματα όπως εμείς.
τις έννοιες.
Η Έρη μου ελεγε ότι είχε μείνει σε έναν κόσμο δικό της
Για να προστατευθεί.
Οπότε δημιούργησε την περσόνα που ξέραμε.
Ο φάκελος της ήταν αρκετά οδυνηρός όταν έπεσε στα χέρια μας.
Αλλά υποψιάζομαι πως δεν είναι ούτε τα μισά εκεί μέσα από όσα είχε περάσει.
Μπορεί να ήταν όμως περιέργη με τάσεις δολοφονικές.
Αλλά νοιαζόταν του γύρω της και ειδικά τα αδέρφια της.
Είχε προσκολληθεί πάνω τους.
Μια μετά σε όσους είχε συμπαθεί πολύ.
Σε εμένα ,στον Φιλίππο, στην Ξένια.
Ακόμα και στον Αχιλλέα και στο Μάρκο παρόλο που ήθελε να τους γδάρει καμία φορά.
Για μένα ήταν ακίνδυνη.
Τουλάχιστον για εμάς.
Είχα έρθει σε επαφή με τέτοια περιπτώσεις και άλλες φορές ανά τα χρόνια.
Οι μηχανισμοί άμυνας της ψυχής και του σώματος είναι αλλόκοτοι δε ξέρεις ποτέ πως ενεργοποιούνται.
Η Σοφία δε μιλούσε ποτέ πολύ για όσα τις συνέβησαν εκεί μέσα .
Κομμάτια παζλ έριχνε ανά διαστήματα και έπρεπε να τα βάλεις σε μια σειρά.
Φοβόμουν πως όλο αυτό στο τέλος δε θα ήταν μια καλή ιστορία.
<<Θες να τους πλακωσω και τους δύο να στρώσουν;>>Της είπα και εκείνη γέλασε.
Πάτησα το γκάζι και συνέχησαν τη διαδρομή.
<<Πίστεψέ με θα το έκανα εγώ αν δεν ήμουν καθηλωμένη σε μια καρέκλα και έτσι όπως με κάνουν θα τους είχα ανετα,>>μου χαμογέλασε.
<<Απλά νομίζω πως θέλω ένα διάλλειμα>>.
<<Από τον Αχιλλέα;>>
Αναφώνησε ο Μάρκος.
<<Καλά αν το μάθει θα γίνει έξαλλος.Κοιτα να είμαι μπορστά>>.
<<Όχι βλαμμενε,>>του είπε και εκείνος έβγαλε έναν ήχο απογοήτευσης.
<<Εννοώ, από όλα.Ολο αυτό με τις θεραπείες,το ότι φτιάχνουμε το σπίτι,το θεμα με τη Σοφία.
Και συνέχεια μαλώνουμε με τον Αχιλλέα.Με πνιγεί πάλι με κάνει να νιώθω λες και είμαι ανίκανη.
Ξέρω ανησυχεί.
Αλλά γαμωτο ,μπορώ να βάλω και μόνη μου τις κάλτσες μου και να πάω τουαλέτα μόνη μου.Δε θέλω να είναι συνέχεια από πίσω μου,>>χαμήλωσε το βλέμμα της.
Φοβόταν.
Και δε ξέρω ακριβώς τι .
<<Δε θέλω αν σε περίπτωση δεν ξανά περπατήσω,>>η φωνή της λύγισε.
<<Να είναι καταδικασμένος να με φροντίζει συνέχεια.Εχει τόσο πολλά να κάνει .
Αλλά δε λέει να το καταλάβει .
Είναι άδικο για εκείνον>>.
<<Δε θα σε αφήσει να φύγεις,>>της είπα.
<<Σε αγαπάει>>.
<<Το ξέρω .Δεν είναι αυτό.Δε θέλω να χωρίσουμε απλά θέλω να ξυπνήσει.
Να μην είναι όλο αυτό από πάνω μας σαν κατάρα.Θελω να καταλάβει ότι δε πρέπει να ανησυχεί συνέχεια για εμένα.
Δε με κάνει ευτυχισμένη αυτό>>.
<<Και τι σκέφτεσαι;>>
Την ρώτησα .
<<Να η Έρη μου πρότεινε να πάω λίγο διάστημα Αγγλία μαζί της Θα τα κανονίσει όλα αυτή .Την μεταφορά μου τα έξοδα.Αλλωστε ήθελα πάντα να πάω εκεί να δω τα μουσεία.Αλλα αν το πω θα γίνει χαμός Γιατί θα θέλει να έρθει μαζί.Και με τις δουλειές εδώ δε γίνεται.Αλλα χρειάζομαι μια ανάσα.Και είναι και το άλλο.
άρχξσε να μιλά για το μέλλον για παιδιά οικογένεια.Ενω το είχαμε πει πως είναι νωρίς.Κατι πέταξε και για υιοθεσίες.
Φρικαρα .Είναι νωρίς.Είμαι μικρή.
Δεν είναι πως δε το θέλω αλλά αν γίνει αυτό που μου είπε εκείνη ...>>.
Κούνησε το κεφάλι της.
<<Ποια;>>Την ρώτησε ο Μάρκος.
<<Δε νομίζω να πηγές σε καμία χαρτορίχτρα>>.
<<Όχι,ηλίθιε.Ξεχνα το .Μπερδεύτικα>>.
<<Να πας,>>της είπα και εκείνη με κοίταξε και πήγε να πει κάτι.
<<Γάμα τον,είναι μεγάλο παιδί στο τέλος θα το καταλάβει
Είναι κάτι που χρειάζεσαι για εσένα και για τη σχέση σου.Και ίσως αυτό τον ξυπνήσει και τον κάνει να καταλάβει ότι δε χρειάζεται να φοβάται συνέχεια για εσένα.Οτι μπορείς και μόνη σου.
Και μπορείς.Ηρώ,πηδήξεις από ένα μπαλκόνι τραυματισμένη,ήσουν σε κόμμα.
Νίκησες τον θάνατο.
Μπορείς να κάνεις ο,τι θες.
Και αν το νήπιο κάνεις μαλακία,θα τον πλακωσω στης φαπες και θα συνέλθει>>.
<<Συμφωνώ,>>φώναξε ο Μάρκος.
<<Και εγώ θα ρίξω μερικές μη με αφήσεις στην απέξω,>>το κινητό του χτύπησε και το σήκωσε.
<<Φίλιππε στο ορκίζομαι δε ξέρω τι λέει η Δάφνη εγώ δεν πήγα στο ΚΑΠΙ να παρακολουθήσω τη γιαγιά...Δεν ήμουν εγώ σου λέω....>>
<<Ρε θα σε σπάσω το έχεις ζαλίσει το κορίτσι .Φέρε το κινητό εδώ,>>του φώναξε η Ξένια και πήρε το κινητό από τα χέρια του .
<<Φίλιππε αυτός ήταν, μαλακίες σου λέει,>>του είπε και ο Μάρκος προσπαθούσε να της το αρπάξει από το χέρι.
<<Αααα,ηλίθια .Με δαγκώσες,>>της φώναξε και κράτησε την παλάμη του.
Με τη Ξένια να τον αγριοκοιτά αφού τον είχε δαγκώσει στα αλήθεια..
Εγώ και η Ηρώ σκάσαμε στα γέλια.
<<Τι είναι αυτό που βλέπουμε;>>
Ρώτησε ο Μάρκος σαστισμένος κοιτώντας μέσα από τη τζαμαρία στην αίθουσα.
Κρατούσε το καροτσάκι της Ηρώς που εκείνη ήταν το ίδιο σαστησμένη.
Η Ξένια ήταν με ανοιχτό το στόμα.
<<Το ήξερα δεν έπρεπε να την αφήσουμε να δει πειρατές της Καραϊβικής ,>>είπε η Ηρώ.
Μέσα στην αίθουσα ήταν η Σοφία ντυμένη πειρατινα με ένα τεράστιο σπαθί στο ένα χέρι και ένα αγκιστρο στο άλλο.
Είχε χωρίσει σε ομάδες τα παιδιά.
Τα μισά ήταν η ομάδα της και τα άλλα μισά ήταν οι αιχμάλωτοι της.
<<Πάμε γρήγορα στο γραφείο να δούμε αν είναι ζωντανός ο άλλος γιατί αυτό δε γίνεται,>>συνέχησε η Ηρώ.
Προχωρήσαμε στο διάδρομο.
Όλα εδώ λειτουργούσαν άψογα.
Χαρούμενα παιδιά παντού.
Τα πρόσωπα τους δεν διέγραφαν τα τρομακτικά που είχαν ζήσει.
Ένας ήχος μουγκός βγήκε από την Ηρώ και τα μάτια της γούρλωσαν ,όταν ανοίξαμε την πόρτα.
Ασπρίσε λες και είδε φάντασμα.
<<Και τότε η Γκρέτελ πέταξε τη μάγισσα μέσα στο φούρνο και εκελισε τη πόρτα...>>ακουγόταν η φωνή του Αχιλλέα.
<<Εάν δε το έβλεπα με τα μάτια μου δε θα το πίστευα,>>αναφώνησε ο Μάρκος.
Εκεί στο γραφείο ήταν ο Αχιλλέας.
Στην αγκαλιά του κρατούσε ένα κοριτσάκι και στη διπλανή καρέκλα ήταν ένα αγοράκι.
Ένα ξανθό κοριτσάκι και ένα καστανό αγοράκι,γύρω στα τρία χρονών.
Και ο Αχιλλέας τους διάβαζε παραμύθι.
Γαμώ,μικρογραφίες τους είναι.
Τι στο καλό;
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό.
<<Πες μου Μάρκου τι σου έταξαν για να ντυθείς πριγκίπισσα,>>του είπε ο Μάρκος και έσκασε στα γέλια .
Ο Αχιλλέας σήκωσε τα βαμμένα ροζ βλέφαρα του .
Η κορόνα στο κεφάλι του λαμπυρίζε και το δάχτυλο πετάχτηκε δείχνοντας απειλητικά τον Μάρκο.
<<Θέλω και άλλη ιστορία >>,είπε το κοριτσάκι.
<<Ναι και εγώ,>>είπε ο μικρος χαμηλόφωνα.
<<Πιο μετά,Αρσινόη,>>είπε και γαργαλισε τη μικρή.
<<Τώρα έχω μια δουλειά με τους φίλους μου>>
Η μικρή μουτρωσε και της χάιδεψε το κεφάλι.
<<Άντε πάνε με τον Ερμή να παίξετε έξω,>>τους είπε και εκείνα έτρεξαν.
<<Έχει κάτι πειρατές στην αίθουσα μπροστά,>>τους φώναξε ο Μάρκος.
Ένα μουγκρητό ακούστηκε.
<<Θα την σκοτώσω,>>αναφώνησε ο Αχιλλέας.
<<Ένα, δύο ,τρία,...>>ψυθήριζε η Ηρώ μετρώντας τα δάχτυλα της και σταματώντας στο τέταρτο.<<Ω σκατά,>>.
<<Κύριε Μαρκου,>>έτρεξε ένας υπάλληλος από πίσω μας.
Ο Αχιλλέας πλησίασε την Ηρώ.
<<Πες μου Κώστα,>>του είπε και φίλησε την Ηρώ στα μάγουλο κοιτόντας την περίεργα γιατί σαν ήταν στο κόσμο της.
<<Ο Νοξ κάνει φασαρία πάλι στη τραπεζαρία>>.
<<Τέσσερα,>>συνέχισε η Ηρώ και εγώ αναρωτιόμουν τι λέει.
<<Θα το σπάσω το βλαμμένο,>>φώναξε ο Αχιλλέας και άρχησε να τρέχει.
Η Ηρώ σαν από ύπνωση ξύπνησε ,έστριψε το αμαξίδιο της το γύρισε στον αυτόματο γιατί φυσικά ήταν τελευταίας τεχνολογίας και ηλεκτρονικό.
Αλλά δε το έβαζε συχνά γιατί την φόβιζε το ποσό γρήγορα πήγαινε.
Αλλά τώρα ποιος την έπιανε.
<<Μη τυχόν κάνεις τίποτα στο παι...>>σταμάτησε και κούνησε το κεφάλι της σαν να έδιωχνε τη σκέψη της<<Ε, στον Νοξ θα σου σπάσω το κεφάλι>>.
<<Αδερφούλα γιατί κυνηγάς τον βλάκα,περίμενε,>>ακούστηκε η Σοφία από πίσω.
<<Ορμάτε του ,κάτι έκανε σίγουρα,>>φώναξε,και μια ορδή από πιτσιρίκια μας προσπερασε με εκείνη μπροστά να σηκώνει το σπαθί της.
<<Ορκίζομαι πως θα πάρω χάπια στο τέλος,>>είπε ο Μάρκος,
<<Ο μπάφος δε κάνει δουλειά>>.
<<Και εγώ >>είπε η Ξένια.
Το κινητό μου χτύπησε
Το έβγαλα από την τσέπη μου.
Ορφέας
Θέλω να σου δείξω κάτι.
Σε μια ώρα έξω από το σπίτι σου.
Θα πάμε με τις μηχανές.
Εγώ
Ξέρεις πως δε μου αρέσουν οι εκπλήξεις.
Ορφέας
Σου αρέσουν.Αλλιώς δε θα με κράταγες κοντά σου .
Κοιτάζω το μήνυμα προσπαθώντας να χωνέψω αυτό που είπε.
Είχε αρχίσει δειλά δειλά πάλι τα ίδια.
Δε θέλω περισσότερα.
Γιατί έχω χάσει τόσα πολλά.
"Belle, louloute,αγάπη μου.
Θα με βρίσεις τώρα που σου έχω γράψει όλα αυτά τα γράμματα.
Αλλά πρέπει .
Δε σου ζητώ να τα διαβάσεις τώρα
Οπότε αισθανθείς έτοιμη αυτά θα σε περιμένουν.
Θα καταλάβεις πολλά.
Αλλά άσε με να σου πω αυτά που θέλω....
.....Θυμάσαι εκείνη τη νύχτα που είμασταν στη ταράτσα ,με ένα μπουκάλι μπύρα στο χέρι ,προσπαθόντας να πιάσουμε τα άστρα;
Ήταν τόσο καθαρός ο ουρανός που πιστεύαμε ότι μπορούσαμε να τα παγιδεύσουμε στη παλάμη μας ,σα πυγολαμπίδες.
Πάνω σε μια κουβέρτα γιορτάζαμε την επανάσταση της εφηβείας μας, κάνοντας όνειρα.
Το θυμάσαι;
Με ρώτησες καθώς με κρατούσες αγκαλιά, τι πιστεύω πως είναι η αγάπη.
Σου απάντησα πως η μαγειρική σου είναι χάλια ακόμα και μετά από τόσο καιρό.
Εσύ σούφρωσες τα χείλη σου και παραπονέθηκες.
"Αφου σου αρέσει το φαγητό μου;"μου είπες με παράπονο.
Σου απάντησα πως έλεγα ψέματα.
Θεέ μου μισούσα το φαγητό που έφτιαχνες, όταν έπρεπε, για να έχουμε κάτι να φάμε.
Ήθελα τόσο πολύ να στο πω.
Αλλά λάτρευα το τρόπο που κινούσουν στη κουζίνα.
Το αλεύρι πάνω στα μαλλιά σου .
Τις τσηρίδες που έβγαζες όταν πιτσιλούσε το λάδι.
Ή όταν καιγόσουν στο ταψί ,γιατί ξεχνούσες να βάλεις το γάντι.
Και εγώ πάντα σε μάλωνα.
Τους μορφασμούς που έκανες όταν δοκίμαζες και καταλάβαινες πως το φαι δεν ήταν καλό.
Και τη θλίψη στα μάτια σου, όταν συνειδητοποιούσες πως αυτό ήταν ,γιατί δεν είχαμε κάτι άλλο να φάμε.
Θαύμαζα το τρόπο που δε το έβαζες κάτω.
Μέρα με τη μέρα βελτιωνόσουν και ας μη το πίστευες.
Δε στο έλεγα γιατί δεν ήθελα να σε στεναχωρήσω.
Για μένα αυτό ήταν αγάπη.
Εσύ εκεί στη κουζίνα.
Θα μπορούσα να σε βλέπω για ώρες,μήνες , χρόνια.
Ήθελα να παγώσω το χρόνο
Την εικόνα σου..
Ξέρω ότι ήταν δύσκολο για εσένα να προσπαθείς.
Αναγκαστήκαμε να μεγαλώσουμε γρήγορα ,χωρίς να το θέλουμε.
Με κοίταξες όλο απορία, ακούγοντας τα λόγια μου, με τις παλάμες μου να αγκαλιάζουν τις γωνιές του προσώπου σου.
Νόμιζα πως τότε αυτό ήταν η αγάπη μονο.
Εσύ και εγώ.
Εκείνες οι στιγμές.
Όλες εκείνες που ξαναζήσαμε όταν βρήκα το δρόμο μου πίσω σε εσένα.
Αλλά τι ήξερα εγώ τότε τι είναι η αγάπη;
Μέσα από την αθωότητα που προσπαθούσα να κρατήσω ,έτσι την έβλεπα.
Αλλά όχι καρδιά μου, έκανα λάθος.
Δεν είναι μόνο αυτό, είναι πολλά περισσότερα.
Αγάπη είναι αυτά που μας έμαθαν στα παραμύθια.
Όλα αυτά που βλέπαμε στις ταινίες.
Στα ζευγάρια που αγκαλιάζονταν στα παγκάκια στα πάρκα, ακόμα και αν ο χρόνος είχε περάσει από πάνω τους
Τα φιλιά, ο έρωτας.
Η ζωή που θέλεις να ζήσεις μαζί με κάποιον.
Η φροντίδα που θέλεις να του δώσεις .
Τα χάδια.
Ο χτύπος της καρδιάς σου όταν τον κοιτάς.
Να ξαπλώνεις τα βράδια παρατηρόντας κάθε λεπτομέρια στο πρόσωπο του την ώρα που κοιμάται.
Έχεις μια μικρή ελιά πίσω από το αυτί σου
Το ξέρεις;
Τη λατρεύω.
Η αγάπη της μάνας.
Του πατέρα.
Της φίλης σου.
Του φίλου σου.
Του εραστή σου.
Το γέλιο ένος παιδιού.
Το κούνημα της ουράς του σκύλου που σε περιμένει με λαχτάρα στο σπίτι.
Το συναίσθημα όταν καταφέρνεις τους στόχους σου.
Το ζεστό φαγητό έστω και λίγο, στο τραπέζι.
Η ανατολή του ηλίου ένα πρωινό στον ορίζοντα, που σε κάνει να νιώθεις ελευθερία.
Όλα αυτά δεν είναι η αγάπη;
Και άλλα τόσα;
Όλα τα όμορφα;
Όσο μεγάλωνα κατάλαβα πως δεν έχει μόνο μία πλευρά.
Η αγάπη όσο φωτεινή και να είναι, κρύβει τόσο σκοτάδι.
Μπορεί να κρύβει πόνο μέσα της.
Να είναι διεστραμμένη, άρρωστη νοσηρή.
Γιατί οι άνθρωποι τη διαστρεβλώνουν.
Κάποιοι αγαπούν τα χρήματα.
Την εξουσία.
Κάποιοι αγαπούν τη λαγνεία.
Τα ψέματα.
Τον εγωισμό τους.
Κάποιοι αγαπούν τη νοσηρότητα τους και το κακό που κουβαλούν μέσα τους
Γι'αυτούς είναι όλα ένα παιχνίδι.
Κάποιοι αγαπούν να προκαλούν πόνο.
Κάποιοι βιάζουν το σώμα σου και τη ψυχή σου και το θεωρούν αγάπη.
Κάποιοι αγαπούν το δηλητήριο να ρέει στο σώμα τους.
Κάποιοι αγαπούν να κρύβουν τα πάντα μέσα τους.
Και κάποιοι αγαπούν να κάνουν τόσο άσχημα πράγματα που ο παράδεισος δακρύζει.
Κάποιοι αγαπούν να σε τραβήξουν σε όλο αυτό.
Γιατί το μυαλό τους όσο άρρωστο και να ακούγεται έτσι ακριβώς βλέπει την αγάπη.
Αυτή η μορφή της μπορεί να σε κάνει να χαθείς στο σκοτάδι.
Τρομακτικό δεν είναι;
Να ξέρεις πως υπάρχει αυτό γύρω μας;
Την ένιωσα αυτή τη πλευρά της.
Χάθηκα μέσα της.
Δεν μπορούσα να βγώ.
Κρατιόμουν από την εικόνα σου ,που είχα παγώσει.
Νόμιζα πως αν πέσω μέσα στο σκοτάδι και παλέψω θα γυρνούσα την αγνότητα της πίσω.
Αλλά όλα ήταν μάταια.
Όσο και να προσπαθούσα.
Μετά όλα άλλαξαν.
Ξέρεις είχα ξεχάσει ότι η αγάπη έχει ένα δυνατό σύμμαχο.
Την ελπίδα.
Φώτισε τη ψυχή μου.
Ψυθήρισε στο αυτί μου.
Έδιωξε τη μοναξιά.
Νόμιζα πως την είχα μόνο εγώ μέσα μου, να με κινεί να παλέψω.
Μετά όμως άρχησα να τη βλέπω στα μάτια αλλονών.
Προσπαθούσα να μη τη σβήσω μέσα τους, όσο αχνή και να ήταν.
Να δώσω λίγη από τη δική μου.
Αυτό ήταν ένα από τα μυστικά, που όταν σου τα είπα όλα ,το παρέλειψα.
Ήταν πολύτιμο για εμένα .
Πίστευα πως αν το πω θα ρουφήξω τη δύναμη αυτή από μέσα τους και θα χαθεί στη λήθη.
Όχι, αγάπη μου.
Έκανα λάθος.
Η αγάπη και η ελπίδα φώλιαζε μέσα τους.
Μια φωτιά να σιγοκαίει.
Την είδα, την ένιωσα.
Στις μικρές αυτές στιγμές μαζί τους.
Σε δύο μάτια που πίστευαν πως δεν αξίζουν και δηλητηρίαζαν το σώμα.
<<Η αξία σου δε χάνεται όσα λάθη και να κάνεις.Καποια στιγμή θα βρεις τον άνθρωπο που θα τη βλέπει χωρίς να χρειάζεται να του πεις τίποτα για εσένα..>>
Σε μια ψυχή που φοβόταν το σκοτάδι και το έκρυβε μέσα της.
<<Το φως είναι πιο δυνατό από το σκοτάδι.>>
Σε δύο χέρια που προκαλούσαν βία για να πνίξουν το πόνο .
<<Δε χρειάζεται να παλεύεις μόνος σου.>>
Σε δύο χέρια που πάλευαν να σηκώσουν όλο το βάρος του κόσμου και ένιωθαν βρώμικα όταν τους άγγιξε το μαύρο αυτού του κόσμου .
<<Αυτά που μας έχουν συμβεί δε μας προσδιορίζουν>>
Σε ένα χαμόγελο που έσβηνε σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου επειδή τα όνειρα του χάνονταν.
<<Θα κατακτήσεις το φόβο σου.
Στο τέλος θα φοβάται εκείνος εσένα.>>
Σε μια άγρια ,ασυμβίβαστη ψυχή που πήγαινε κόντρα στο κόσμο ,αλλά παράλληλα ζητούσε αποδοχή.
<<Ο Θεός φτιάχνει τα περίεργα, πολύχρωμα ,ασυνήθιστα παιδιά επειδή είναι τα αγαπημένα του.Είναι οι μαχητές του.>>
Σε μια αγκαλιά που ζητούσε την αγάπη φοβούμενη πως αν πει την αλήθεια θα χάσει τα πάντα.
<<Εσύ διαλέγεις τη ζωή που θες να ζήσεις.Δε πρέπει να ξυπνήσεις κάποια στιγμή και να έχεις ζήσει με τα θέλω των άλλων.Αυτό δεν είναι ευτυχία.>>
Θα μου πεις γιατί τους θυμάμαι;
Τόσοι άνθρωποι πέρασαν από τη ζωή μου
Αυτοί οι άνθρωποι πήραν ένα κομμάτι της ψυχής μου και εγώ ένα από τη δική τους.
Τους σκέφτομαι πάντα.
Τα πρόσωπα τους.
Τους ασυνήθιστις τρόπους που μας έκαναν να συναντηθήκαμε.
Αυτοί κάποια μέρα θα αλλάξουν το κόσμο Θα το δεις.
Το ξέρω,το ένιωσα.
Βαθιά μέσα τους κρύβουν κάτι.
Είναι και αυτά ασυνήθιστα.
Μακάρι να στους φέρει η ζωή στο μονοπάτι σου και να έχεις τη τύχη να τους γνωρίσεις.
Ή τουλάχιστον να συναντήσεις ανθρώπους σαν και αυτούς.
........
Αν έχεις βρει αυτό το γράμμα και το διαβάζεις ,αυτό σημαίνει πως εγώ δεν είμαι πια δίπλα σου.
Η ζωή πολλές φορές κλείνει την αυλαία, τη στιγμή που δε πρέπει.
Δε θέλω να κλειστείς στον ευατο σου .
Ξέρω πως θα φλερτάρεις με τη μοναξιά.
Θα τιμωρίσεις τον ευατο σου με αυτό.
Θα νιώσεις τύψεις.
Δε το θέλω.
Μη το κάνεις
Δε φταις εσύ.
Ήταν αυτό που έπρεπε να γίνει.
Άκου με και πάψε να δυσανασχετείς.
Σε βλέπω.
Έτσι μπράβο.
Χαμογέλα.
Είναι αναπόφευκτο το πεπρωμένο.
Αν χαθείς μέσα στη καταιγίδα, πάντα θα βρίσκεις το δρόμο να επιστρέψεις σε εκείνο.
Εσύ ήσουν το δικό μου.
Αλλά εγώ δεν ήμουν το δικό σου.
Μη διαμαρτύρεσαι είπα.
Το ξέρεις και εσύ ότι δεν ήμουν.
Όσο και να αγαπηθήκαμε.
Γι'αυτό υποσχέσου μου.
Ζήσε.
Χαμογέλα.
Ερωτεύσου.
Μικρό μου αγρίμι.
Ακόμα και αν θέλεις να χαθείς βρες την ελπίδα.
Το πεπρωμένο σου είναι εκεί έξω.
Ψάξτο.
Σε παρακαλώ.
Μη τα παρατάς.
Μη με αναγκάσεις να έρθω να σε στειχιώσω.
Ξέρεις πόσο μισώ τα φαντάσματα.
Εγώ θα είμαι εκεί, πάντα ανάμεσα στα αστέρια να σε βλέπω ,όπως και τα ασυνήθιστα παιδιά.
Θα μετατρέψω τα άστρα σε πυγολαμπίδες .
Να φωτίζουν το δρόμο προς το πεπρωμένο.
Σε αγαπώ .
Πάντα θα σε αγαπώ.
Είσαι η βασίλισσα μου άλλωστε και μόνο εσύ μπορείς να νικήσεις το σκοτάδι."
Έκλεισα το γράμμα,που ήταν γεμάτο από τα δάκρυα μου.
Το έβαλα μέσα στο κουτί με τα άλλα.
Είχαν περάσει πέντε μέρες από τότε που τη βρήκα στο κρεβάτι.
Το κουτί το βρήκα όταν μάζευα τα πράγματα της .
Ήμουν θυμωμένη που μου το έκρυψε.
Και παράλληλα χαρούμενη που είχα ένα ακόμα κομμάτι δικό της.
Δεν ξανά άνοιξα το κουτί ποτέ ξανά.
Ήταν όλα τόσα πολλά που έπρεπε να διαχειριστώ.
Δεν ήμουν έτοιμη.
Δεν μπορούσα.
Και την μισούσα κατά κάποιο τρόπο που έπρεπε να με αφήσει με πολλά περισσότερα από όσα ήθελα .
Όλα αυτά τα μυστικά δεν τελείωναν.
Αυτό έδειχναν τα γράμματα.
Δεν μου τα είχε πει όλα.
Και εγώ δεν ήθελα να χάσω και άλλα.
Κάποια μυστικά καλά είναι να μένουν εκεί που είναι.
Και ας μη τα μάθω ποτέ.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top