Κεφάλαιο 5ο

Τώρα.
Εύα ,26 ετών.

Πρέπει να ηρεμήσω τις σκέψεις μου.
Δύσκολο εγχείρημα,όταν κατακλύζεσε από αυτές.

Πρώτα από όλα,η ηλίθια λέξη louloute.
Έσκασε σαν βόμβα πάνω μου χθες το βράδυ.Πως στο διάολο την έμαθε ; Αυτά θα έχουμε τώρα;

Ήχησε στα αυτιά μου τόσο γνώριμα.
Αντίλαλος της δικιάς του φωνής,με απόηχο της δικής της.

Ακούστηκε σαν κατάρα.Λες και επίτηδες το σύμπαν μου έστειλε σημάδια για να με τιμωρήσει.Ένα μακάβριο αστείο ,ίσως για να σπάσει πλάκα.

Αλλά γιατί ακούστηκε σαν πειρασμός.
Όχι, δεν έχω χρόνο για αυτά.
Με αποσπούν από τον στόχο μου.
Ορκίστηκα πως τίποτα δε θα με κάνει να χάσω το κέντρο βάρους μου
Πάντα πρέπει να είμαι σε ετοιμότητα.
Γιατί τη τελευταία φορά που άφησα να συμβεί όλος ο κόσμος μου γκρεμίστηκε.

Δεν έχω χρόνο για συναισθηματισμούς ,
μόνο για απλή λογική.

Η λογική όμως αυτή της στιγμή δεν είναι επιλογή.Γιατί οργή έχει ξεσπάσει μέσα μου.
Ωμή και άγρια.

Πως μου ξέφυγε;Πως δεν το πρόλαβα.
Το βίντεο ήταν ξεκάθαρα μια πρόκληση.
Μια κοροϊδία μπροστά στα μάτια μας.

"Δεν ξεφεύγεις ποτέ",μου έλεγε η Έμιλι.
Μια αυτή ήταν η απόδειξη.
Ήταν χτύπημα φανερά προς το πρόσωπο μου για να με προκαλέσει να αντιδράσω.

Είναι έτοιμος να το καταφέρει.
Κοντεύω να χάσω το μυαλό μου.

Πρέπει να ηρεμήσω τις σκέψεις μου.

"Πίνω μια γερή γουλια από το ουίσκι μου και το αφήνω στο τετράγωνο δίσκο που βρίσκεται μπροστά από τον μπάρμαν με δύναμη.
Το υγρό κατεβαίνει στον οισοφάγο μου.
Με καίει αλλά δε δίνω δεκάρα.

<<Ουφ, Εύα σιγά με το μαλακό,>>με μάλωσε ο Νικ παίρνοντας το ποτήρι μου.

<<Μια ακόμα γύρα>>.

<<Δε νομίζεις ο,τι έχεις πιει πολύ;>>

<<Το πότε είναι πολύ θα το κρίνω εγώ.Οποτε ένα ακόμα>>.

Με κοίταξε απλά και γύρισε να γεμίσει το ποτήρι.
Βρίσκομαι στην Αγγλία σε ένα μπαρ στο Λονδίνο.
Πέντε μήνες έχουν περάσει από τότε που έκλεισε το καπάκι από το φέρετρο της.
Πέντε μήνες που ψάχνω να βρω την αρχή του νήματος.
Αλλά όλο πέφτω πάνω σε κλειστές πόρτες.
Είμαι μόνη μου και δεν μπορώ να εμπιστευτώ κανέναν.

Δεν είναι εύκολο να τους βρω
Ειδικά εκείνον.
Όταν έχεις δύναμη κανείς δεν θέλει να είναι εναντίον σου.
Κάνεις δε μιλάει.
Απλά σου κλείνουν τη πόρτα στα μούτρα.

Δεν είχα καν τα εφόδια ούτε τα χρήματα για να μπορέσω να έρθω αντιμέτωπη με όλο αυτό.
Γαμώ.
Δεν ήθελα να το κάνω έτσι.
Αλλά έπρεπε να κάνω θυσίες για να φτάσω εκεί που θέλω.

Στην αρχή ήταν δύσκολο να κοιμάμαι με κάθε άσχετο μαλακά έστω για να πάρω πληροφορίες.
Μούδιαζε το σώμα μου.
Ένιωθα βρώμικη .
Φτηνή.
Αλλά τα πρόσωπο της μια του μικρού μου με στοίχειωναν κάθε βράδυ.
Έτσι όλα έκανε ένα βήμα μπροστά κάθε μέρα.

Συνοδός.
Δεν ήταν πάντοτε άσχημο.
Γιατί όταν το κάνεις συνειδητά και για ένα σκοπό, σκληραίνεις.
Φυσικά μέχρι να μάθω τη δουλειά αυτή έπεφτα σε καταστάσεις περίεργες.
Αλλά έμαθα γρήγορα.
Πελατεία είχα.Δεν ήταν δύσκολο να ρίξεις τους ηλίθιους που έρχονταν στο εστιατόριο που δούλευα.

Έτσι έπεσα μέσα στη τρύπα του κουνελιού.Και τα στόματα άρχιζαν να ανοίγουν.Τα βράδια που ήταν πιωμένοι στο κρεβάτι ή μαστουρωμενοι από τα χάπια που τους έδιναν όταν δεν ήταν αναγκαίο να κοιμάμαι μαζί τους
Όταν συνέβαινε απλά κλείδωμα τον εαυτό μου στα βάθη της ψυχής μου.
Και γίνουν άλλοι.

Το καλό ήταν ότι οι τύποι είχαν λεφτά.
Και τις περισσότερες φορές δεν καταλάβαιναν ότι τους έλειπε ένα σεβαστό ποσό.

Χρειαζόμουν πράγματα,όπλα,διαβατήρια με άλλο όνομα.
Όσο έβρισκα πληροφορίες τόσα πιο πολλά χρειαζόμουν.
Και εντάξει ,είχα και τις ανάγκες μου.
Δεν είχα ποτέ μου κάτι ακριβό.
Όπως διαμάντια ας πούμε.

Μπορεί να έφευγα από τη ζωή αυτή στο τέλος ,αλλά γιατί να μη το ευχαριστιόμουν τουλάχιστον.

Η προσωπική μου ζωή πήγαινε κατά διαόλου βέβαια .
Γιατί πέρα από ανούσιες νύχτες μιας βραδιάς δεν άφηνα κανένα να με πλησιάσει.

Είχα απλά τερματίσει με την αγάπη .
Ποτέ ξανά.
Με έκανε αδύναμη.
Και δε θα άφηνα ποτέ να μου ξανά συμβεί αυτό.

Είχα φτάσει σε ένα καλό σημείο.
Η τελευταία μου πληροφορία ήταν ένας σύνδεσμος εδώ στην Αγγλία.
Αλλά κατέληξε να είναι μουφα.

Όσα περισσότερα μάθαινα τόσο δύσκολο γινόταν
Γιατί αυτοί οι τύποι ήταν σαν να ήταν αθάνατοι και κανείς δεν τους αγγίζε.

Και εγώ ήμουν αδύναμη .
Δεν είχα κάποια εκπαίδευση σε μάχη
Πέρα από το μποξ που έκανα στο γυμναστήριο στη Γαλλία
Εντάξει ήξερα και κάνα δυο τρεις κινήσεις που μου είχε δείξει η Ange,αλλά μέχρι εκεί.
Ακόμα και το να χρησιμοποιώ όπλο το είχα μάθει μόνη μου.

Οπότε μετά την το φιάσκο εδώ στην Αγγλία.Αποφασια ότι χρειαζόμουν ένα διάλλειμα.Να ανασυγκροτηθώ.
Να κάνω κάτι να τα αλλάξω.

Έτσι βρήκα τον Νικ.

Ήταν δάσκαλος πολεμικών τεχνών .
Πρώην στρατιώτης στην Αμερική.
Ένας επιβλητικός άντρας, γεροδεμένος.
Που αν τον έβλεπες νύχτα θα τρομάζες.
Αλλά ήταν ένας γλυκάς.
Το σκούρο του δέρμα και τα σκούρα του μάτια έδιναν μια ζεστασιά στην μορφή του.

Το πρωί με εκπαίδευε και το βράδυ με κερνούσε ποτά στο μπαρ που είχε.

Απορώ πως άντεχε.
Δεν είχα δει ποτέ Άγγλους να διασκεδάζουν.
Μέχρι που είχα εδώ.

<<I swear to my bloody mama Jake.If you smash that fucking buttle down on the floor,I will wipe it with your face,(Ορκίζομαι στη μάνα μου πως αν τολμήσεις και ρίξεις το μπουκάλι κάτω ,θα σφουγγαρίσω το πάτωμα με το πρόσωπο σου.>>Ούρλιαξε σε έναν από τους θαμώνες.Γυρισα και κοίταξα τον τύπο που ξεκάθαρα τα είχε κάνει πάνω του.

<<Μετά εμένα λες ότι έχω νεύρα,>>του είπα και γέλασα .

Είναι ένας έξυπνος άνθρωπο Ξέρεις τέσσερις γλώσσες και έχει και πτυχίο στην φυσική Αλλά το όνειρο του ήταν το μπαρ και οι πολεμικές τέχνες.

<<Κάμια φορά θέλω απλά να τους διώξω με τις μπουνιες,αλλά τι να κάνω.Ξιδευιυν πάρα πολλά εδώ μέσα >>.

<<Μπορώ να το κάνω εγώ για εσένα,>>του είπα και του χαμογέλασα.

<<Όχι, όχι.Εχω αρκετούς μπελάδες να τους κρατώ μακριά σου γιατί συμπεριφέρονται σαν Ορκ γύρω σου. Δε θα θέλω να κάνω υπερωρία καθαρίζοντας το χάος που θα αφήσεις>>.

Σκάσαμε και οι δύο στα γέλια.
Γίνουν καλή.
Εντάξει στην αρχή μου άλλαζε τα πέταλα.Αλλα τώρα τον έριχνα εύκολα στο πάτωμα.

Φυσικά δε γνώριζε το λόγο που το έκανα
Τον αληθινό λόγο .
Ήξερε απλά ότι είχα έναν περίεργο πρώην.

Και τι στο καλό να του έλεγα ήδη με θεωρούσε τρελή.
Ποιος φυσιολογικός άνθρωπος σκάει στο γραφείο του στο χορό προπόνησης ανεβάζει τα πόδια πάνω στο τραπέζι ενώ σωριάζεται στη καρέκλα.
Κοπανάει ένα μάτσο χρήματα στο τραπέζι και λέει ...
<<Θέλω να με εκπαιδεύσεις>>.
Ευτυχώς δεν έκανε παραπάνω ερωτήσεις όσο περνούσε ο καιρός.

Ναι ,αυτό έκανα.
Ο χρόνος περνάει.
Οπότε δεν έχω καιρό για γνωριμίες και μικρό κουβέντες .
Κατευθείαν στο ψητό.

Έπρεπε να τον βρω .Κυρίως εκείνον
Αλλά όλοι θα έπαιρναν σειρά.
Κάθε καργιόλης που κατέστρεψε την κατάστρεψε.
Με ευχαρίστηση θα τους σκότωνα.
Και θα ένιωθα τίποτα .
Ο πρώτος μου φόνος αν και ατύχημα με έκανε να μη νιώσω τίποτα.
Ήταν βιαστής έτσι και αλλιώς.
Ένα αποβρασμα.
Αλλά δεν ήθελα αρχικά να τον αποτελειώσει.
Ήθελα να μου δώσει πληροφορίες.
Αλλά άρχισε να μιλάει πολύ
Να παρακαλάει πολύ.
Και έσπασε το σκοινί μέσα μου.

Δε θέλω να θυμάμαι πόσο δύσκολο ήταν να ξεφορτωθώ το σώμα του.

Όπως δεν ένιωθαν και εκείνοι όταν τις ξερίζωμα την ψυχή.
Θα πεθάνω με αυτή την ικανοποίηση.

Θα βρω τον μικρό μου.
Να είναι ασφαλής.
Και απλα θα φύγω.
Θα είναι καλύτερα άλλωστε και χωρίς εμένα.
Ίσως του βρω μια οικογένεια .
Καλή μακριά από εδώ.
Να ζήσει μια ζωή που του αξίζει.

<<Λοιπόν ,τι λέγαμε;>>
Τον ρώτησα ,γιατί είχαμε αφήσει ναι κουβέντα στη μέση.
Μπορεί να γίνόμουν καλή και πιο δυνατή με το καιρό αλλά δεν ήταν αρκετό.

<<Αυτός ο τύπος πως τον είπες;Α,ναι Άσαχι.Ειναι καλός; Μπορεί να με εκπαιδεύσει σε λίγο διάστημα ;>>

Αυτός ο τύπος ήταν φίλος του
Φήμες μου είχε πει έλεγαν πως ήταν πρώην μέλος τον γιακούζα,της Ιαπωνικής μαφίας.
Αλλά τα άφησε όλα και ασχολήθηκε με τις πολεμικές τέχνες ανοίγοντας κέντρα εκπαίδευσης εφήβων.
Τον επευφημούσε.

<<Γιατί επιμένεις τόσο,δεν το χρειάζεσαι αν έχεις απλά να αντιμετωπίσεις έναν νάρκισσοι πρώην.Εκτος αν ...>>

Γαμώ, με διάβαζε καλά.
Το καταλάβαινα .
Και εγώ το έκανα αυτό
Να διαβάζω τους ανθρώπους.
Τις κινήσεις τους.Τον τρόπο ομιλίας τους .
Μαθαίνεις πολλά για τους ανθρώπους αν απλά του παρατηρείς.

<<Δεν είναι απλά ένας γκόμενος έτσι;>>
Συνέχισε δίνοντας μου το επόμενο ποτό.

Γαμώ τη τρέλα μου, τι επιμένεις.

<<Αν νομίζεις ότι θα σου πω δε πρόκειται Είναι για τη δική σου ασφάλεια>>.

<<Fuck me, >>αναστέναξε,<<τόσο χάλια ε:>>

Κατέβασα το ποτό με τη μία .

<<Χειρότερα.Λοιπον ο τύπος.>>

Γύρισε απότομα ξανά στη παρέα που έκανα φασαρία και του αγριοκοίταξε.
Εκείνη αμέσως μαζεύτηκαν.

<<Κοίτα είναι λίγο περίεργος.
Έχει καλή καρδιά .Αλλά δεν τον κερδίζεις εύκολα.Και δεν εκπαιδεύει εύκολα ενήλικες .Επικεντρώνεται μόνο στα παιδιά.>>

<<Περίεργο>>.

<<Πως να το πω .Μισεί τους ενήλικες >>

<<Συμπαθεί εσένα όμως.Δεν μπορείς να πεις ένα καλό λόγο>>.

<<Το ότι είμαι φίλος του δε σημαίνει ότι αυτομάτως πως με συμπαθεί.Ισως λίγο.Αλλα και πάλι δύσκολα.Μονη σου πρέπει να τον κερδίσεις .Να του δείξεις ότι είσαι άξια.Και όχι δε θέλει λεφτά .Μη τολμήσεις να τον λαδώσεις.Ουτε να του κάνεις γλυκά μάτια >>.

<<Σκατά δηλαδή .Και τι πρέπει να κάνω;>>

<<Αυτό θα πρέπει να το βρεις μόνη σου>>.

<<Τέλεια,>>δυσανσχέτησα γιατί ήμουν πάλι σε αδιέξοδο.
<<Εντάξει θα το κάνω Και που βρίσκεται αυτός αν έχουμε καλό λόγο>>.

<<Στο Τόκιο>>.

<<Όταν λες Τόκιο.Ιαπωνια; Ιαπωνία;>>
Τόνισα κοιτόντας τον ,σχεδόν με άρνηση γιατί δεν ήθελα να τρέχω στη άλλη άκρη της γης .

<<Japan.Japan>>.

<<Γαμώτο μου>>.

Ας είναι.Ιαπωνια λοιπόν.

Ο Νικ μου είπε ψέματα.Αυτις ο τύπος είναι χειρότερος από περίεργος.
Είναι τρελός δεν εξηγείται.

Στεκόμουν μπροστά σε έναν ναό.
Βημάτησα αργά προς τη ωραία πόρτα.
Χτύπησα το κουδούνι και μπήκα μέσα
Η αυλή ήταν γεμάτη με παιδιά με στολές άσπρες μάχης .

Προπονούνταν με τους δασκάλου να κάνουν γύρους ανάμεσα τους και να διορθώνουν τη στάση τους.

Ξαφνιάστηκα γιατί αυτό δε φαίνονταν για απλή προπόνηση.
Ήταν σαν να εκπαίδευε στρατιώτες.
Και όλα ήταν το πολύ μέχρι δεκαπέντε.

Τους προσπεράσα αργά .
Ένας τύπος από τους δασκάλους μου έγνεψε ελαφριά.
Το μέρος ήταν πανέμορφο.
Αρχαίο με ιστορία.

Σφενδάμι πολύχρομο, περικυκλώνε το χώρο
Τόσα πολλά δέντρα δεν είχα δει στη ζωή μου
Το πέτρινο δάπεδο στην αυλή συνέχισε μέχρι τις ξύλινες σκάλες του ναού.
Που οι στύλοι του στερέωναν τη δομή του
Η κόκκινη σκεπή απόκοσμη και μαγική.

Οι πολεμικές κραυγές ακούγονταν από τα παιδιά και εγώ αναρωτιόμουν τι είναι αυτό το μέρος.

Περπάτησα προς τα μέσα.

Ήμουν ξαφνιασμένη από την ομορφιά του μέρους αυτού.
Τα τακούνια από της μπότες μου ηχούσαν στο δάπεδο.
Έκανε ένα ελαφρύ κρύο .
Το σώμα μου κάτω από το δερμάτινο μπουφάν μου προσπαθούσε να ρυθμίζει τη θερμοκρασία.

Άρχισα να κοιτώ τριγύρω μου .

Γαμώ τι κάνω εδώ.

<<Τι κανετε εδώ;>>
Ακούστηκε μια φωνή από πίσω μου.

<<Ω,μιλάτε ελληνικά.Ο κύριος Ασαχι;>>του είπα.

<<Λατρεύω την ελληνική κουλτούρα.Οι αρχαίοι φιλόσοφοι σας είχαν μια άλλη ματιά για το τι είναι ζωή .Που εμείς η τωρινοί άνθρωποι την ξεχνάμε .

Περίμενε πως ξέρει ότι είμαι Ελληνίδα;

Ο Άσαχι, ένας τύπος γύρω στα πενήντα αλλά φαίνονταν τριάντα.Ξυπόλητος φορώντας ένα ιαπωνικό αντρικό κιμονό ,χρώματος μπλε με μαύρες γραμμές σα κλαδιά με λουλούδια την άκρη φιανόταν απόλυτα ήρεμος.
Τα μαλλιά του ήταν ανέμελα.
Λίγο μέχρι κάτω από τα αυτιά
Και ένα ελαφρύ μούσι γύρω από τα χαρακτηριστικά του στόματος τους.
Ήταν γοητευτικός.
Αλλά η αύρα του εξέπεμπε κάτι το μυστήριο.

Με τα χέρια πίσω από τη μέση του άρχησε να με πλησιάζει.

<<Εγώ είμαι η Εύα. Εύα Μανωλά,>>του είπα με αυτοπεποίθηση.Δηλαδη όσοι μου είχε μείνει Γιατί,γαμώ αυτός ο τύπος ήταν το κορμί μου.

<<Εύα,>>μονολόγησε.

<<Μάλιστα,>>απάντησα λες και ήμουν μαθήτρια στο σχολείο έτοιμη να φάει τιμωρία από το δάσκαλο της.
<<Σας αναζήτησα,γιατί θέλω να με εκπαιδεύσετε>>.

Εκείνος στάθηκε μπροστά μου και σήκωσε αινιγματικά το φρύδι του.

Γαμώτο ,δε θα βγάλει πουθενά αυτό το ξερω.

<<Εννοώ, αν έχετε χρόνο φυσικά και μπορείτε .Θα σας πληρώσω,>>γαμώτο ο Νοξ είπε ν αμήν αναφέρω τα λεφτά
Καλά πάω αυτό.

Εκείνος συνέχιζε να με κοιτάει χωρίς να μιλάει
Αναρωτήθηκαν μήπως έπαθε εγκεφαλικό.
Αλλά φιανόταν πολύ ήρεμος για να χρειάζεται ιατρική βοήθεια.

Ένιωθα πως χάνω το χρόνο μου.
Αλλά δε θα το έβαζα κάτω.
Λίγοι μηνες πίσω θα με έφερνα πιο κοντά στο στόχο μου να ήμουν προετοιμασμένη.

<<Θα θέλατε λίγο τσάι;>>Είπε τελικά με τα από λίγο.

Το σκατά τι λέει Εγώ τον είπα να με εκπαιδεύσει και αυτός με ρωτάει αν θέλω τσάι;

<<Όχι , ευχαριστώ.Ειμαι πιο πολύ του καφέ,>>του είπα και χαμογέλασε .

Συνέχισε να με κοιτάει και έπειτα γύρισε απότομα και πήγε να φύγε.

<<Σταθείτε,>>του φώναξα .
Μα ,τι κάνει;

<<Φύγε>>.

<<Τι;Μα δε καταλαβαίνεις.Ηρθα για να με προπονήσεις.Ξερω δεν προτιμάτε τους ενήλικες αλλά δώστε μου μια ευκαιρία>>.

<<Είπα φύγε.Ελα πάλι άυριο>>.

Μια με αυτό χάθηκε προς τα μέσα

Γαμώ τη τρέλα μου.
Τι πάει στραβά μαζί του;
Τσάι.
Εγώ μισό το τσάι
Με το ζόρι με έβαζε η Έμιλι να το πιω.
Δε θα το βάλω κάτω όμως.

Και έτσι έκανα.
Κάθε μέρα έρχομαι εδώ και ο τύπος μου κάνει την ίδια ερώτηση για το τσάι μια με διώχνει.
Θέλω να του δώσω μπουνιά .
Δε μου αρέσει το τσάι τι να κάνουμε.

Δε καταλαβαίνω τι θέλει να του απαντήσω;
Τα παιδιά κι έχουν αρχίσει ήδη να το βάλουν σαν αστείο κάθε φορά που με βλέπουν να φεύγω με τα νεύρα.

Αν ήταν εδώ η Έμιλι θα τον κατάφερνε.
Τι πάει στραβά με όσους πίνουν τσάι;

Κάθομαι έξω στις σκάλες αφού με έχει διώξει για άλλη μια φορά
Πρέπει να φερθώ έξυπνα.
Ο Νικ είπε πως πρέπει να το βρω μόνη μου.

Σηκώνομαι απότομα και τρέχω μέσα.

Περπατώ γρήγορα προς το γραφείο και ανοίγω τη πόρτα του
Εκείνος κάθεται στη στη καρέκλα του και υπογράφει κάτι χαρτιά.
Αυτή τη φορά δε φοράει κιμονό
Απλά μια άσπρη μπλούζα και ένα μαύρο υφασμάτινο παντελόνι.
Τα ρούχα του από την άκρη του καρπού μέχρι το την αρχή του λαιμού του φαίνονταν αυτή φορά
Δράκοι,τίγρης ψάρια
Ώστε ήταν αλήθεια ότι ήταν στην μαφία.

<<Τζίντζερ,με λίγη ζάχαρη>>.
Άφησε τα χαρτιά του και κατέβασε τα γυαλιά που φορούσε.
Χαμογέλασε.
Τον είχα καταφέρει.

<<Έλα,>>μου είπε και σηκώθηκε.<Ξεκινάς από σήμερα>>.

Χα,σε κατάφερα σαμουράι της κακιάς ώρας ετοιμάσου να βρεθείς στο πάτωμα.

Λίγα λεπτά αργότερα είμασταν στο πάτωμα αλλά όχι έτσι όπως θα ήθελα
Αλλά οκλαδόν και πίναμε τσάι
Γαμώ το κέρατο μου.

<<Πότε θα ξεκινήσουμε;>>
Τον ρώτησα γιατί ήδη είχε αρχίσει να μου σπάει τα νεύρα.

<<Σσσσσ,>>μου έκανε και πήρε μια γλυκιά από το τσάι του .

Στροβιλισα τα μάτια μου και πήγα να πιω από το φλιτζάνι μου
Το μέρος ήταν γαλήνιο αλλά το κεφάλι μου δεν έλεγε να ηρεμίσει είχαν χρόνο.
Και αυτό το τσάι ήταν θεόπικρο.

Πήγα να βάλω ζάχαρη και μου χτύπησε το χέρι .

<<Αουτσ,τι ήταν αυτό τώρα;>>.

<<Πρώτος κανόνας,ποτέ ζάχαρη στο τσάι Μόνο μέλι>>.

<<Γιατί έχετε ζάχαρη τότε στο τραπέζι ;>>

<<Το τσάι είναι το ελιξίριο της ζωής έλεγε ο Λαο Τζου.Αγνό και πολύτιμο Γι'αυτό πάντα πρέπει να το αναμειγνύεις με κάτι αντίστοιχο Όπως και οι ζωή.Δε διαλέγεις το διευθαρμένο.Οπως η επεξεργασμένη ζάχαρη ακόμα και αν βρίσκεται στο τραπέζι Μόνο αν δεν έχεις επιλογή το κάνεις Και γι'αυτό θα πρέπει να έχεις σκοπό>>.

Τέλεια αρχίσαμε και τις φιλοσοφίες.

Έτσι πέρασαν οι δύο τρεις μέρες μας
Με εμένα να μισώ το τσάι.
Μέχρι που ξεκινήσαμε.

Κοιμομουν σε ένα μικρό σπιτάκι στη πίσω πλευρά του κτηρίου.
Κάθε μέρα με σήκωνε στης τέσσερις
Αλλά δε ξεκινήσαμε με προπόνηση
Κάναμε δουλειές.
Καθαρίζαμε τον ναό.
Φέρναμε νερό από το λιβάδι
Πολεμάμε τις στολές.
Και έπειτα με το που έβγαινε ο ήλιος ξεκινσουσαμε.

Με σάπιζε στο ξύλο.
Με κάθε τρόπο.
Ακόμα και με τα όπλα που μου έδινε δεν έβλεπα καθαρή μέρα.

Μελανιασμένη, ξεπνοη ,έτρωγα το ελαφρύ μεσημεριανό .
Ρύζι και λίγο ψάρι.
Ανάλογα το τι είχαμε στην αποθήκη το γεύμα διέφερε.
Μπορεί να είχαμε απλά και ψωμί.
Με εξουθενώνε.
Ποιο πολύ σαν στρατηγείο έμοιαζε παρά,με χορό προπόνησης
Μη σχολιάσω ότι όλοι εδώ είναι κρυψίνους.
Κανείς δε λέει για τη ζωή του κάτι
Ούτε απαντάνε ερωτήσεις
Τις αποφεύγουν.

Μέχρι και σε κάποιους χορούς εδώ απαγόρευε να μπεις.

<<Πως θα γίνω καλύτερη αν δεν με αφήνεις,>>του είπα ρίχνοντας του μια κλοτσιά στον αέρα που την απέκρουσε φυσικά,δίνοντας μου μια με τη ξύλινη πλευρά του κέντο σπαθιού του στη μέση μου.
Ο τύπος ήταν γρήγορος.

Καργιόλη.

<<Κανόνας δεύτερος,μη μιλάς πολύ .Μη σκέφτεσαι πολύ.Ηρεμησε το μυαλό σου Και αν είσαι παρόν Τότε το σώμα θα ακολουθήσει>>.

Έτσι περνούσαν οι μέρες .
Για τρεις μήνες.
Με τέντωνε.
Μια μέρα μάλιστα έβαλε τα μικρά να παλέψουν μαζί μου.
Και ναι έφαγα ξύλο από ένα οκτάχρονο το κέρατο μου.
Με μια πνοή άλλωστε αυτά έσπαγαν τα ξύλα που κάναμε προπόνηση.
Εγώ έκανα δύο μήνες να το κάνω .
Τα χέρια μου και τα πόδια μου είχαν ματώσει

<<Δεν είναι παιδιά μόνο,>>μου φώναζε ξανά ξανά μια ξανά.
Πως στο καλό να χτυπήσω ένα παιδί.

Αλλά όσο περνούσε ο καιρός τόσο έμπαινα στη φιλοσοφία του .
Πέμπτος και τελευταίος μήνας.
<<Ηρέμησε το μυαλό σου .Μόνο σιωπή .Τίποτα άλλο ,>>έλεγε καθώς έκανε κύκλους γύρω μου .

Εγώ ρύθμιζα την ανάσα μου.
Καθώς το μυαλό μου γινόταν όλο και πιο κενό.
έπρεπε να είμαι παρόν.
Στο τώρα .Στη στιγμή.
Άκουγα τα βήματα του αργά γύρω μου.
Και έπειτα στα σταματήσαν.

Πήρα μια βαθιά ανάσα και σήκωσα απότομα το χέρι μου βρίσκοντας αντίσταση.
Έπειτα λύγισα τα γόνατα και με το ένα το πόδι έκανε μια στροφή βρίσκοντας πάλι αντίσταση.

Ένας γδούπος ακούστηκε.
Άνοιξα αργά τα μάτια μου καθώς ακούστηκαν χειροκροτήματα γύρω μου
Δεν είχα πάρει κάνα χαμπάρι ότι είχαν μαζευτει όλοι .
Τα μικρά χοροπηδούσαν πάνω κάτω χαρούμενα μια οι δάσκαλοι με κοιτούσαν με χαμόγελο στα χείλη.

Πήρα μια βαθιά ανάσα και χαμογέλασα
Ο Άσαχι ήταν στο πάτωμα.
Επιτέλους τον είχα ρίξει .

Του έδωσα το χέρι να σηκωθεί και εκείνος γέλασε.

<<Είσαι έτοιμη,>>μου είπε.

<<Τι;>>

<<Κανόνας τρίτος.Ποτε μην αμφιβάλλεις για τον ευατό σου.Εισαι πολλά περισσότερα από ότι νομίζεις>>.

Έμεινα να τον κοιτώ.

<<Και τελευταίος κανόνας.Μην πιστεύεις τα πάντα που σου λένε πρέπει να μάθεις να αναγνωρίζεις την χροιά της φωνής Και το τι κρύβει Γιατί στο λέι κάποιος και πως στο λέει>>.
Τον κοίταξα περίεργα.

<<Εύα,δε χρειαζόταν να πιεις το τσάι>>.

<<Τιιιι;>>Του φώναξα.

Βλαμμένε.

<<Θα σε εκπαίδευα.Απλα ήθελα να δω πόσο το ήθελες>>.

<<Γαμώτι σου,>>του είπα.
<<Και γιατί θα με εκπαιδεύες; >>

Με κοίταξε και έπειτα κοίταξε γύρω του .

<<Γιατί έχουμε τον ίδιο σκοπό>>.

<<Ορίστε;>>

<<Κοίτα,>>μου είπε.
<<Κοίτα καλά>>.

Γύρισα γύρω μου
Και τότε κοίταξα.
Δεν είδα απλά.

Κάθε έναν από αυτά είχαν ένα σημάδι .
Μια ουλή.
Μια απλή κίνηση παραπατήματος που είχαν την ισορροπία επειδή το πόδι δεν άντεχε.
Και κοίταξα
Επειδή διαβάζω τους ανθρώπους .
Τα μάτια τους
Όλα χωρίς εξαίρεση .
Με τόσο πόνο.

<<Το κάθε ένα από αυτά έζησε στη κόλαση και επέζησε>>.

<<Ήξερες από την αρχή γιατί ήρθα,>>του είπα.<<Πως;>>

<<Ο Νικ>>.

<<Καργιόλης,το ήξερα ότι δε με πιστεψε>>.

<<Ανησυχούσε για εσένα και απλά αναγνώρισε το μοτίβο.Διαβαζει καλά τους ανθρώπους και εκείνος>>.

<<Και τώρα τι κάνουμε;>>

<<Προχωράμε μπροστά.Οτι και αν συμβεί προχωράμε μπροστά>>.

Εκείνη τη νύχτα μου μίλησε για τη ζωή.
Για το παρελθόν του.
Το είχε δει .Το τι είχε κάνει
Το πώς έχασε την οικογένεια του
Την γυναίκα του και τα τρία του παιδιά .

Άλλαξε και ορκίστηκε πως δε θα ξανά άφηνε να συμβεί κάτι τέτοιο.

Είχε δει τα πάντα μέσα σε αυτό το φαύλο κύκλο.

Μέσα σε αυτή την αρένα
Γιατί οι διοργανωτές δεν κάνουν εξαιρέσεις ποιον θα ρίξουν μέσα να τον φάνε τα αγρίμια.

Και για να νικήσεις πρέπει να ηρεμίσεις το μυαλό σου.

Αυτή της τιμή μπορώ να πάω ότι δε λειτουργεί και πολύ καλά.

Ανοίγω με φόρα τη κεντρική βαριά πόρτα από το κτήριο που ήταν πριν λίγους μήνες η Αναμόρφωση.

Τώρα ήταν ένα από τα φρούρια μας.
Και ξενώνας για όσους είχαμε εδώ.

Μέσα σε λίγες μέρες το είχαν ξαναφτιάξει μετά από τη φωτιά που είχε βάλει ο Άγης.

Αυτός όπως και οι άλλοι ήταν άφαντοι.
Κανένα ίχνος.

Η σάλα ήταν γεμάτη και εγώ άρχησα να περπατώ με μανία ανεβαίνοντας έπειτα τη σκάλα.

<<Εύα,περίμενε,>>μου φώναζε ο Ορφέας από πίσω μου
Αλλά εγώ δεν άκουγα
Τα πάντα κουδούνιζαν.

Όλοι είχαν έρθει μαζί μου.
Και δε σταματούσαν να μιλάνε σε όλη τη διαδρομή.
Μέσα στο αμάξι μου είχα τη Σοφία ,τον ορεφα το Μάρκο και το Φίλιππο.
Οι υπόλοιποι από πίσω και σε ανοιχτή ακρόαση από το τηλέφωνο
Πανικός επικρατούσε
Ο Αχιλλέας οριζόταν και είχε πάρει λιτούς και δεμένους να δει από πού ήρθε αυτό το βιντεο.

Αυτή την απορία είχα και εγώ.
Δεν είχα καμία ενημέρωση
Υποτίθεται πρώτοι τα οιανμαε αυτά.

<<Και γαμώ το κάνατε αυτό το μέρος,>>φώναξε ο Μάρκος.

Φυσικά κάποια δωμάτια είχαν σφραγιστεί και γκρεμιστεί.

Αλλά είχαμε κρατήσει τα κελιά κάτω.
Ποτέ δεν ξέρεις σε τι θα φαίνονταν χρήσιμα.

Ο Αχιλλέας πήγαινε την Ηρώ στο ανσασερ και υπόλοιποι ήταν από πίσω μου.

Η βιβλιοθήκη πλέον είχε μεταφερθεί και ο χορός διαμορφωθεί εντελώς για να χορέσει όλον τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό μας.

Στα χαρτιά είμασταν άλλη μια εταιρεία.
Στη πραγματικότητα ένα μικρό βασίλειο.
Και εγώ ήμουν υπεύθυνη.
Γιατί φυσικά η Έρη δύο μέρες πριν είχε φύγει πάλι για ένα από τα υπόλοιπα μας φρούρια.

<<Είναι νεκρός ο Πεταλούδας.Επρεπε να του κόψω το λαρύγγι .Πείραξε το μικράκι της.Νεκρος ,νεκρός>>.

Μονολογούσε η Σοφία.

Εγώ ήθελα να σταματήσουν όλοι να μιλάνε.

Για να σκεφτώ.

Έφτασα έξω απο τη βιβλιοθήκη.

Γραφεία με υπολογιστές ήταν παντού
Κόσμος τριγύρω να δουλεύει.
Ηλεκτρονικοί ήχοι παντού.
Δεν υπήρχε φως απέξω.
Το είχε κλείσει το γαμημένο το μπαλκόνι.

Μπροστά και πάνω υπήρχαν τρεις μεγάλες οθόνες και από κάτω ένα τεράστιο γραφείο με υπολογιστές και τρία άτομα μπροστά.

<<Και γαμω >>φώναξε ο Μάρκος την ώρα που έμπενε ο Αχιλλέας με την Ηρώ.

<<Εύα>>.

<<Ρεν,νέα,>>είπα γρήγορα .

<<Δεν μπορώ να βρω από πού είναι Είναι κωδικοποιημένο όλο το βίντεο και το ηλεκτρονικό του στίγμα>>.

Φυσικά δε θα ήταν εύκολο.

<<Την  Έρη τώρα,>>τον πρόσταξα και εκείνος εγνεψε πηγαίνοντας προς το γράφειο.<<Εσείς οι δύο,>>φώναξα στον Άρη και στο Πετρο που με κοιτούσαν σαν χάνοι τον χορό ξανά λες και δεν ήταν μια βδομάδα πριν εδώ.
<<Να πάτε στο Μπιλ να ενημερώσετε.Και μη τυχόν τολμήσει να έρθει εδώ πείτε του.Το έχω υπό έλεγχο >>.

Εκείνοι έφυγαν γρήγορα
Άρχησαν σιγά σιγά να με με υπακούνε.
Και αυτό ήταν καλό
Ήταν καλά παιδιά αλλά μέσα στη βλακεία όπως και τα νήπια που είχα μπλέξει.
Που δεν έλεγαν να ηρεμήσουν.

<<Τι εννοείς πρέπει να ηρεμισω.Ειναι ο αδερφός μου. Θα τον σκοτώσω .Θα τον κρεμάσω έξω από το κτήριο εδώ για να τον καμαρώνω να τον φάνε τα όρνια,>>φώναζε ο Αχιλλέας .

<<Δεν μπορείς να κάνεις παρορμήσεις πάλι ,δεν βγαίνουν σε καλό,>>του έλεγε η Ηρώ.

<<Φυσικά μπορούμε,>>διαμαρτυρήθηκε ο Ορφέας .<<Δεν είναι Θεός.Τι θα κάνει αν τον πιάσουμε απροετοίμαστο>>.

<<Θα πρέπει να τον βρούμε πρώτα, βλάκα,>>του έλεγε ο Γαβριήλ.

Ο Φίλλιπος με τη Ξένια είχαν έρθει δίπλα μου και τους κοιτούσαν.

Η Ξένια ήταν σκεπτική.
Ήξερα γιατί .
Είχαμε ένα μυστικό.
Μόνο οι δυό μας.

Μια μέρα με πήρε τηλέφωνο.
Με παρακάλεσε για μια χάρη.

Ο Γαβριήλ τις είχε απαγόρευσε ρητά να βγαίνει μόνη της και πόσο μάλλον να πλησιάζει τον αδερφό της.

Γιατί ο πατέρας της ήταν επίφοβος.
Εκείνος της έλεγε πως ελέγχει τη κατάσταση.
Αλλά εκείνη δεν μπορούσε να ηρεμήσει.
Ζούσε μέσα σε εκείνο το σπίτι επί χρόνια.

Και εκείνος ο μαλάκας άπλωνε το χέρι πάνω της .
Αν το δω θα του το κόψω.
Ο Γαβριήλ φοβόταν πως αν έκανε κάτι εκείνη ότι εκείνος θα ξέσπαγε στον Παναγιωτάκη .

Και είχε δίκαιο.Το φοβόμουν και εγώ αυτό.
Η Ξένια δούλευε κάθε μέρα σκληρά για να στήσει τη ζωή της.
Και έπειτα θα πάλευε για την κηδεμονία του.

Αλλά τώρα της έλειπε πολύ.

Έτσι βρεθήκαμε έξω από το σχολείο του χωρίς το ξέρει κανείς .

<<Πως θα μπούμε μέσα;>>
Μου είπε κοιτώντας τον φράχτη που υψώνονταν μπροστά μας.

<<Καλά ,δεν έχει κάνει ποτέ κοπάνα από το σχολείο.Καλα τώρα θα μπούμε δε θα βγούμε αλλά είναι το ίδιο Σκαρφαλώνεις,>>της είπα σκαρφαλώνοντας τα γκάγκελα.

<<Ε,ποτέ μου όμως>>.

<<Πω ξενέρωτη,>>την κοίταξα <<Πάντοτε υπάρχει η πρώτη φορά για όλα,>>της είπα.

<<Κοίτα ποια λέει την άλλη ξενερωτη.Εχεις να σε κυνηγάει το όνειρο κάθε κοπέλας που ξέρω και εσύ εκεί. Πουριτανή θα νομίζω πως είσαι στο τέλος>>.

<<Ε χτύπημα κάτω από τη μέση κόκκινη,>>της είπα γελόντας.

<<Το αντέχεις.Αλλωστε είναι η αλήθεια>>.

<<Είμαστε απλά φίλοι,>>της φώναξα καθώς έφευγε.

<<Συνέχισε να το λες στον ευατό σου Ευάκι.Ειναι σαν να λέω εγώ ότι μισώ το Γαβριήλ.Κανεις δε το πιστεύει.Απλα παίζουν το παιχνίδι Ακόμα και εγώ.>>

Γαμώ,τι αληθείες πέφτουν;

Λίγα λεπτά αργότερα εγώ φιλούσα τσίλιες και εκείνη είχε μπει μέσα να βρει τον μικρό.

<<Μη το ακουμπάς,>>φώναζε ένας από το γραφείο του με τη Σοφία από πάνω του ,να έχει πάρει τα ακουστικά του και να προσπαθεί να τα βάλει στα αυτιά της.

Της τα τράβηξε απότομα και εκείνη πήγε να του δώσει μια.

<<Σοφία,>>της φώναξε η Όλιβ.
<<Δε χτυπάμε τους δικούς μας>>.

Συνέχισε και άρχισε να έρχεται προς τα έμενα.

<<Πως είσαι;>>

<<Σκατά>>

<<Μοιάζεις σαν σκατά>>.

<<Εύα ,σε πέντε λεπτά θα κάνω τη σύνδεση,>>γύρισε η κοπέλα από την αριστερή πλευρά του Ρεν.Στη δεξιά ήταν η Άλις που έγραφε κάτι στα γρήγορα στον υπολογιστή.

Γραμμές πράσινες με νούμερα και γράμματα φαίνονταν να περνάνε γρήγορα από την οθόνη.
Ο Ρεν είχε το βίντεο και περνούσε καρέ καρέ τις εικόνες να βρει στοιχεία.

Εγώ δε μπορούσα να το δω ξανά.
Είχε κάνει το μωρό μηχανή θανάτου .

<<Δάφνη,>>ακούστηκε η ξαφνιασμένη φωνή του Μάρκου.
Και γύρισα και τον κοίταξα που κοιτούσε τη κοπέλα που μου μίλησε πριν.

Εκείνη τον κοίταξε σαστισμένη και έβρισε κάτι που ακούστηκε σαν την πουτάνα μου τη χορεύτρια.

<<Τι στο διάολο κάνεις εδώ;Εσύ δεν ήσουν υποτίθεται στο Βέλγιο για σπουδές;>>

<<Γνωρίζεστε;>>Τους ρώτησε η Όλιβ.

<<Είναι ο ξάδερφος μου .Γεια σου Μάρκο,>>είπε εκείνη κοιτώντας αρχικά εμένα και έπειτα τον Μάρκο.

Αυτό δε το ήξερα.
Η Δάφνη είχε έρθει στην ομάδα μας μετά την απελευθέρωση της από μια Αναμόρφωση .
Είχε ερωτευτεί έναν μεγαλύτερο της .
Μέχρι που αυτός την πήρε μακριά.
Δεν ζούσε σε καλό οικογενεικό περιβάλλον στην Αθήνα που ήταν και το είχε βρει σαν διέξοδο .
Μόνο που εκείνος την έμπλεξε.
Την βίασε δυστυχώς μέχρι που μετά από λίγο καιρό έμεινε έγκυος.
Στα δεκαεφτά της.

Το παιδί της το πήραν μόλις γέννησε
Τώρα θα ήταν γύρω στα πέντε.
Όταν την έσωσε η ομάδα μας,παρακάλεσε να γίνει μέλος μας.
Και η Έρη την είχε σαν κόρη της.
Γι'αυτό την είχε στείλει εδώ μαζί μου.
Είμασταν οι μόνες που ξέραμε πως ήθελε και τι.

Ήταν έξυπνη και δυναμική.

Τα κάστανα της μάτια μέσα από τα γυαλιά της κοιτούσαν τον Μάρκο που είχε κοκκινίσει.
Έφερε με τα δάχτυλα της το καστανό καρέ μαλλί της πίσω πο το αυτί και έβγαλε τα γυαλιά και τα διπλωσε αφήνοντας τα πάνω στο γραφείο.

<<Ηρέμησε ,θα σου εξηγήσω,>>του είπε με ηρεμη φωνή.

<<Τι να ηρεμήσω;Δεν απαντούσες στα μηνύματα μου στα τηλέφωνα.Νομιζα θύμωσες για κάτι.Ειχαμε υποσχεθεί πως ότι και να έγινε ανάμεσα στις μανάδες μας αυτό δε θα μας χώριζε.Που να φανταστώ ότι ήταν αυτό,>>παραληρούσε με τα χέρια στον αέρα .<<Η γιαγιά το ξέρει;>>

<<Τι;Τι λες;Τι δουλειά έχει να το ξέρει η γιαγιά;>>

<<Ω, αν το ξέρει θα γίνει χαμόςΟλα της τα έλεγες.Ιιιιι,λες να είναι μπλεγμένη και αυτή σε αυτό;>>Έλεγε σε έξαλλη κατάσταση κρατώντας το κινητό του .

Το έφερε στο αυτί του κάνοντας νόημα με το δάχτυλο στη Δάφνη να σιωπισει χτυπώντας με ρυθμό το πόδι του κάτω.

<<Τι γινεται εδ....>>>πήγε να πει ο Φίλιππος που που μόλις είχε έρθει κι τα μας αλλά το δάχτυλο του Μάρκου στράφηκε στα χείλη του και εκείνος έμεινε να τον κοίτα ξαφνιασμένος.

<<Το αγόρι του,>>είπε η Όλιβ στην Δάφνη.
Εκείνη άρχισε να εκνεύριζεται.

<<Ορίστε δεν απαντάει,>>φώναξε ο Μάρκος.<<Να δεις που θα είναι με εκείνον το σαλιάρι τον κύριο Μάνθο.Αν την μπλέξει πουθενά.Θα την κλείσω στο γηροκομείο>>.

<<Αρκετά,έλα να σου πω,>>τον άρπαξε από τον ώμο .<<Μας συγχωρείτε ε,>>μας είπε και τον έσυρε όρος τα πίσω .
Εκείνος διαμαρτύρονταν και εκείνη του έλεγε να σκάσει.

<<Στέφανος;Ποιος είναι αυτός;Αν είναι αυτός που σε έμπλεξε στο ορκίζομαι Δάφνη θα τον σκοτώσω.>>Της φώναξε αρπάζοντας της το χέρι και κοιτόντας στο καρπό της το ταουάζ.

<<Μα το θεό βούλωσε το πια ,>>του φώναζε και τον τραβούσε με μεγαλύτερη μανία.

Απομακρύνθηκαν αρκετά και εγώ γύρισα προς τις οθόνες.

<<ΠΑΙΔΙ;Έχεις παιδί;>>
Ακούστηκε το ουρλιαχτό του και έπειτα μια κραυγή και ένας απόηχος σφαλιάρας.
Αναφωνητά ακούστηκαν.

<<Ω να σου γαμήσω,>>φώναξε ο Ορφέας και γέλασε

Έμενα πάλι δε μου έκανα εντύπωση
Αυτή ήταν η Δάφνη Μαυρίδη.
Δεν μασούσε τίποτα.

<<Άουτς,αχρειαστο>>.

<<Συγγνώμη .Αλλά δεν έλεγες να ηρεμήσεις βλαμμένε.Ελα πάμε έξω και θα σου εξηγήσω.>>

<<Ποια ήταν αυτή;>>
Ρώτησε ο Ορφέας που είχε έρθει με τους άλλους δίπλα μου .

<<Η Δάφνη.Και μη τα βάλεις μαζί της βλέπεις τη παθαίνεις,>>του είπε η Άλις χωρίς να σηκώσει βλέμμα από τον υπολογιστή.

<<Εύα, τώρα,>>είπε ο Ρεν και η οθόνη άναψε.

Στραφήκαμε όλοι προ τα πάνε.
Εγώ γευόμουν αίμα από τα χείλη μου που τα δάγκωνα τόση ώρα.

Ένα χέρι μου ακούμπησε τον ώμο.
Και χωρίς να καταλάβω ,ήξερα ποιος ήταν
Το έκανε κάθε φορά όταν με έπαιρνε χαμπάρι .
Νόμιζε πως δε το καταλάβαινα.
Άφησα τα χείλη μου και κοίταξα πάνω.

<<Για δες όλοι εδώ μαζεμένοι,>>στην οθόνη φάνηκε ο Ντέμιαν.
Φορώντας ένα μαύρο ζιβάγκο .
Έστρωσε τα γυαλιά του με το ένα δάχτυλο.

<<Μαύρε,>>αναφώνησε η Ηρώ.

<<Επ,ξανθούλα χρόνια και ζαμάνια .Πως είσαι;>>

<<Προσπαθώ,>>απάντησε εκείνη.

<<Λυπάμαι για τον μπαμπά σου.Ηταν πολύ καλός μου φίλος μου το ξέρεις .Ό,τι χρειαστείς να μου πεις,>>της είπε.

<<Ντέμιαν ,η Έρη,>>του είπα διακόπτοντας τον.
Δεν είχαμε χρόνο όλα αυτά μπορούσαν να τα πουν και μετά.

<<Εδώ είμαι,>>ακούστηκε η φωνή της και ήρθε από πίσω του.

<<Honey,>>φώναξε κοιτόντας τον Αχιλλέα.

Γαμώτο ο κέρατο μου.

<<Γεια σου μαμά,>>είπε εκείνος κατακόκκινος μέσα από τα δόντια του.

<<Ένα τηλέφωνο δε με πήρες με ξέχασες .Δε σου έλειψε η μανούλα;>>

Ήταν πολλη χαλαρή και μου την έδινε.

<<Μαμά έλεος,δεν είμαστε εδώ γι'αυτα τώρα>>.

<<Ηρώ μου καλά είσαι;Δεν νομίζω ο γιος μου να έκανε καμία μαλακία Μπορείς να μου λες τα πάντα>>

<<Εεε,>>είπε αμήχανα η Ηρώ.

<<Όχι ,όλα καλά>>.

<<Ω,γεια σας παιδιά,>>είπε στους υπόλοιπους και εγώ άρχιζα να αφινιαζω.

<<Γειά σας,>>είπαν όλοι αμήχανα.
Βήματα ακούστηκαν από πίσω με το Μάρκο και τη Δάφνη να επιστρέφουν ,με εκείνη να κάθεται στη θέση της.

<<Μάρκο,>>πηγε να πει η Έρη και την έκοψα.

<<Έρη, αρκετά>>

<<Καλά μωρέ ,μέσα στη τσίτα είσαι>>.

Με δουλεύεις.
Αλλά πάντοτε έτσι ήταν .

<<Πες μου τη ξέρουμε>>.

<<Όχι πολλά ότι σου είπε ο Ρεν.Ο τύπος στη καρέκλα ήταν ο Μπεν από το παράρτημα στη Βερολίνο,>>το μέρα ότι ήταν δικός μας και πως όλο αυτό ήταν ένα μήνυμα.<<Όλα είναι υπό έλεγχο>>.

<<Πως ;>>

<<Η ομάδα μας στην Βουλγαρία έχει πιάσει έναν δικό τους,>>συνέχησε και εγώ σκεφτόμουν τρόπους βασανισμού τους.<<Έχει πληροφορίες.Γιατι μετά από το φιάσκο τον προηγούμενων ημερών,>>το βλέμμα της έπεσε στην Τριάδα .

Εκείνοι έκαναν πως δεν ξέρουν.
Ούτε εγώ ήξερα.

<<Ποιο φιάσκο,>>ετριξα τα δόντια μου κοιτόντας τον Ορφέα και τους άλλους δύο.

<<Την κατσατε,>>είπε ο Μάρκος και γέλασε

<<Σκάσε ηλίθιε,>>του στήριξε ο Αχιλλες

Μου έκρυβαν πράγματα .
Γαμώ τη τρέλα μου.
Δεν είναι καλό.
Δε γίνεται να έχω και τον νου μου σε αυτούς .
Μου είχαν πει ότι είχαν πάει σε ναι αποστολή και ότι δεν είχαν βγάλει άκρη ,αλλά όχι ότι κάτι πήγε στραβά.

<<Αχα,βλέπω δεν σου είπαν κάτι Να ,εδώ το αγόρι σου>>κοίταξε τον Ορφέα.

<<Δεν είναι το αγόρι μου,>>είπα απότομα και μετάνιωσα για τον τόνο της φωνής μου αμέσως γιατί τον είδα να τινάχεται

Γαμώ είμαι άθλια.

<<Χμμ,νομιζα πως εσείς οι δυο ..>>πήγε να συνεχίσει η Έρη αλλά την έκοψα πάλι .

<<Έρη,ποιο φιάσκο;>>

<<Πριν πάρουν πληροφορίες .Έχασε λίγο τον έλεγχο ο μικρός και τους ξέκανε.Δεν ήταν όμορφο θέαμα.Μας πήρε ώρα να τα μαζέψουμε όλα. >>

<<Τι στο διάολο έκανες,>>γύρισα και τον κοίταξα.

<<Τους άξιζε.Δε μετανιώνω για κάτι,>>απάντησε εκείνος και μου χαμογέλασε.

Το βλέμμα του είχε αλλάξει

Τι μου κρύβεις;

<<Δε θα ξανά επαναληφθεί Στο υπόσχομαι .Και στις δύο>>.

Αμφιβάλλω.

<<Στείλε εμένα στη Βουλγαρία,>>της είπα.

<<Ώπα ,τι;Ούτε καν. Δε θα πας μόνη σου,>>αναφώνησε ο Ορφέας.

<<Με τη καμιά θα έρθουνε μαζί,>>φωνξαε ο Αχιλλέας.

Εγώ έτριψα το πρόσωπο μου καθώς η διαφωνία άρχιζε να φουντώνει.
Οι φωνές τους ακούγοντας δυνατά και των κοριτσιών .
Με τον Μάρκο να φωνάζει του Αχιλλέα και τού.παλιν

<<ΑΡΚΕΤΑ,>>φώναξα.

Και όλοι σιώπησαν.

<<Τι σκατά κάνατε;Και την εκνευρίσατε.Θα σας γδάρω όλους,>>φώναξε η Σοφία τρέχοντας και με ένα πήδημα πάνω από ένα γραφείο έφτασε από πίσω μου.

<<Σοφάκι ,όλα καλά μη...>>πήγε να πει ο Γαβριήλ και εκείνη τον απηλησε μέ ένα ψαλίδι που είχε πάρει μάλλον από ένα γραφείο.

<<Καλά καλά, ήσυχα,>>την πλησίασε και της πήρε το ψαλίδι από το χέρι.

<<Όλα καλά Σοφάκι,>>της είπα χαμηλόφωνα.

<<Σίγουρα;>>
Είπε με ήρεμη φωνή
Καμιά φορά μέσα από αυτή φαινόταν φυσιολογική σαν να κρυβόταν απλά.
Και εγώ το ήξερα αυτό καλά.

<<Εύα,>>ακούστηκε η φωνή της Έρης.
<<Κανείς δε θα πάει από εσάς;>>

<<Τι σκατά λες ;Είναι ο γιος μου.Δε μπορείς να το κάνεις αυτό;>>

<Μαμά, δε γίνεται,>>είπε ο Αχιλλέας

<<Τελευταία μου λέξη.Εχετε περάσει πολλά το τελευταίο διάστημα Πάρτε ένα διάλλειμα,όχι πολύ καμία βδομάδα.Εχετε και ένα πάρτι από ότι έμαθα.Μαζεψτε δύναμης  και θα είμαστε σε επαφή>>.

<<Όχι,δε πρόκειται,>>της φώναξα.
Πως μου το έκανε αυτό
Πίστευε πως θα εμένα με σταυρωμένα τα χέρια ενώ συνέβαινε αυτό;

<<Εύα,δε θέλω να γίνει κάτι αντιστοιχο με τη Πράγα>>.

Σκατά ,τι το είπε αυτό τώρα.

Η Όλιβ ,ο Ρεν και Άλις με κοίταξαν

<<Τι έγινε στη Πράγα,;>>
Με ρώτησε ο Ορφέας.

<<Τίποτα δεν έγινε στη Πράγα,>>φώναξα.
<<Στείλε με στη Βουλγαρία ,Έρη.Μπορώ να το κάνω>>.

<<Δεν είσαι επικεντρωμένη Εύα .Σε θέλω στα καλύτερά σου .Τοτε έχασες πολλά.Δε θέλω να ξανά γίνει το ίδιο.Δες το σαν διακοπές .
Όλοι σας δείτε το σαν διακοπές.
Θα είμαστε σε επικοινωνία στο υπόσχομαι, για ό,τι γίνει.Και είναι απλά μια βδομάδα.Α και Αχιλλέα; Χαιρετίσματα στον Μπιλ.Goodbye everyone>>

<<Μαμά, περίμενε γιατί στέλνεις χαιρετίσματα στον....,>>αναφώνησε ο Αχιλλέας <<Αυτή η γυναίκα θα με τρελάνει>>.

Και η οθόνη έκλεισε.

Πως σκατά μου το έκανε αυτό;

<<Δεν είναι σοβαρή έτσι;Τι περιμένει ότι θα κάτσουμε έτσι ;Είναι ο γιος της.Μιλα της Αχιλλέα,>>του φώναζε ο Ορφέας.

<<Δε νομίζω να βγάλω άκρη,ότι λέει είναι νόμος και δε το αλλάζει>>.

<<Χρειάζομαι αέρα,>>τους είπα και άρχησα να βγαίνω προς το έξω.
Ο Ορφέας φώναξε το όνομα μου αλλά εγώ δεν άκουγα τίποτα.
Η Σοφία πήγε να τρέξει από πίσω μου ,αλλά την κράτησε ο Γαβριήλ.

Πνιγόμουν.

Πως τόλμησε να το συγκρίνει με την Πράγα.
Έχασα πολλά εκείνη τη βραδιά αλλά δεν είναι το ίδιο.

Μπήκα μεσα στο μπάνιο και κοιτάχτηκα στο καθρέφτη.
Ήμουν σκατά.
Ήμουν αδύναμη ξανά.
Δεν μπορούσα να πάρω ανάσα .
Με μια κίνηση έχασα .που θα στο καθρέφτη και έσπασε.

Έχασα πολλά και ακόμα χάνω.

"Ηρέμησε το μυαλό σου"
ακούστηκε η φωνή του Άσαχι.
"Έλεγξε τα συναισθήματα σου Αναγνώρισε τα .Αγκάλιασε τα και απλά άστα να φύγουν Δεν σε κυριεύουν αυτά .
Εσύ πρέπει να τα δαμάσεις"

Πήρα .θα βαθιά ανάσα και σκελίδα τα μάτια .
Έπειτα τα άνοιξα.
Και εκεί μπορούσα Σμιθ στο καθρέφτη πίσω μου ήταν η μορφή της.

Με ένα άσπρο φόρεμα ,οι μπούκλες τις έπεφταν σου ώμους.
Μου χαμογέλασε .

<<Έμιλι,>>ψιθύρισα.

<<Μην είσαι ηλίθια louloute,εκείνη δε σταματούν ποτέ .Εσύ γιατί να σταματήσεις;>>

Ακούστηκε η φωνή της και έπειτα η μορφή της άλλαξε
Έγινε τρομακτική .
Σάπιζε.

Έκλεισα τα μάτια μου και τα άνοιξα απότομα ξανά μια είχε φύγει .

Τα έχανα .

<<Εύα,>>ακούστηκε μια φωνή από πίσω μου .

Γύρισα μια είδα το Φίλιππο.

<<Φίλιππε,είμαι καλά,μην ανησυχείς>>.

<<Δεν είσαι και όσο και να θέλω να σου πω πως συμφωνώ με την παύση γιατι όλοι το χρειαζόμαστε δεν .πόρων να σου πάω και κόντρα.Ολοι μας το ξέρουμε πως δε θα την υπακούσεις.Μπορει να συνεργάζομαι λίγο καιρό μαζί σας και να μην αναλαμβάνω πολλά Αλλά γαμώ αυτή η γυναίκα είναι τρομακτική.Ακομα και ο Αχιλλέας τη φοβάται που δε τρέμει κανέναν >>.

Τον κοίταξα και σκάσαμε στα γέλια.

Είχε δίκαιο.

<<Έχω κάτι για εσένα,>>μου είπε και μου έδειξε την οθόνη.

Ήταν ένα βίντεο .
Τον κοίταξα με περιέργεια.

Πάτησε το κουμπί και άρχησε να παίζει

Στην οθόνη φάνηκε η Σαρλίν.

<<Αχ, θα με σκοτώσει αν μάθει ότι στο έστειλα αυτό.Και μας βλέπω και της δύο στη Καμπότζη για φιλανθρωπία για καμία δεκαετία για να ξεπλένουμε την προδοσία.Παλι καλά που ξάδερφος μου έχει εκεί μια οργάνωση και θα μας φιλοξενήσει.
Θα ξετρελαθείς με τα παιδιά>>οι τζιβες της έπεφταν στο πρόσωπο της και εκείνη της κοπανουσε στην άκρη έτσι γρήγορα που μηλούσε με τόση ενέργεια.

Γέλασα ενθυμούμενη τα κοκτέιλ στη Τζαμάικα ,ένα βράδυ .
Μας είχε δώσει η Έρη τέσσερεις μέρες ρεπό.

<<Τι έλεγα .Α ναι .Κοίταξα το βίντεο και ο δικός μας έκανε ένα νόημα με τα δάχτυλα
του.
Είναι ένα κλάσμα δευτερολέπτου αλλά χτυπάει τρία δάχτυλα .Ξέρεις τι σημαίνει αυτό έτσι;Δε στο είπε η Έρη ακόμα γιατί ξέρει πως θα αντιδρασεις.Αλλωστε δε ξέρουμε καν από ποτέ είναι αυτό και αν είναι ακόμα εκει.Αλλα γαμώ,πως να μη στο πω.Ολο είναι τόσο τρελό.Ελπιζω να σκεφτείς καλά τι θα κάνεις.Θα τα πούμε σύντομα>>.

Γαμώ.
Αυτο τα αλλάζει όλα.

<<Κέρβερος,>>ακούστηκε η φωνή του Ορφέα από πίσω μου με τη Σοφία από δίπλα
Είχε έρθει χωρίς να τον καταλάβουμε και τα είχε ακούσει όλα.

<<Όχι, όχι,όχι>>μονολογούσε η Σοφία.

Τρεις χτύποι.Τρια κεφάλια.
Όπως το σκυλί της κολάσεως.
Εκει που βρισκόταν ο Έλι μου.

Κανείς όμως δε γνώριζε που βρισκόταν αυτό το νησί.
Δεν ήταν και το μόνο .

Μάλλον χρειαζόμουν το διάλλειμα.
Όχι για ξεκούραση.
Για να ηρεμήσω το μυαλό μου.

Γιατί,όλα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.

Δάφνη Μαυρίδη ο χαρακτήρας εμπνευσμένος από την just-feel-free
❤️❤️❤️❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top