Κεφάλαιο 55ο
Τώρα.
Ορφέας,22 ετών.
<<Θα τον χωρίσω,>>λόξυγκας.<<Οταν έρθει τελείωσε,>>παραλληρουσε ο Μάρκος δίπλα μου στο καναπέ με ένα μπουκάλι βότκα στο χέρι Ήταν στουπί.
<<Με έχει κάνει καρδιακό.Αν δεν εχει πεθάνει ήδη,>>κλάμα γοερο.<<Θα πάει από τα δικά μου τα χέρια όταν τον δω>>.
<<Σώπα φίλε μου,>>του χτύπησα την πλάτη .
Καθόμασταν τόση ώρα στον καναπέ .
Είχαν έρθει τα παιδια από τη λέσχη και είμασταν όλοι μαζεμένοι στο σαλόνι.
Περιμέναμε να αλλάξει ο χρόνος.
<<Δεν μας καταλαβαινει κάνεις,>>είπε κλαίγοντας.<<Εγώ όμως σε καταλαβαίνω φίλε μου,>>ξανά λόξυγκας.και το χέρι του στους ώμους μου<<Μας ράγισαν τη καρδούλα.Μας άφησαν τις γιορτές μόνους μας.Πρεπει να συμμαχήσουμε.Πανουκλα να πέσει στο σπίτι τους,>>κούνησε το χέρι του και έπειτα έφερε το μπουκάλι στο στόμα του και ήπιε μια γερή γουλιά.
Αμφιβάλλω αν βγάλει το βράδυ.
Εγώ παρατηρούσα γύρω μου.
Είχαμε στολίσει ένα τεράστια δέντρο δίπλα από τη μπαλκονόπορτα.Φωτάκια παντού.Χριστουγεννιάτικα στολίδια .
Δηλαδή η Σοφία τα στόλισε με την Ηρώ και τη Ξένια.
<<Γιουπι,>>φώναζε πριν έρθουν τα Χριστούγεννα όταν τα βάζαμε.
Έκανε σαν μικρό παιδί.
Πόσο μάλλον όταν έφτασε το πρωί των Χριστουγέννων και βρήκε ένα σορό δώρα από κάτω .
Από εμάς, από τα αγόρια της.Ρουχα ,αρκουδάκια,.
Κάπου εκεί ανάμεσα στα δικά της ήταν χωμένα και τα δικά μας και δεν φαίνονταν.
Εγώ της είχα μέσα σε ένα φάκελο μια επιταγή με τα χρηματα για τη σχολή.
<<Δεν μπορώ να το δεχτώ ,>>μου είπε με δάκρυα στα μάτια <<Δεν ξέρω αν το αξίζω καν>>
<<Μπορείς.Και αξίζεις τα πάντα.Θα τη χρησιμοποίησεις όποτε θες.Υποσχεσου μου.Εχεις ταλέντο και δε θέλω να πάει χαμένο>>.
Με αγκαλιάσε σφιχτά .
<<Είσαι ο καλύτερος>>.
Τώρα την κοιτάζω που είναι ντυμένη Άγιο Βασιλίτσα γιατί ήταν η φορεσιά της για όλες τις γιορτές, να κάνει σβούρες μπροταα στα αγόρια της.
Είναι η μόνη που είναι τόσο χαρούμενη γιατί όλοι οι άλλοι είμαστε σαν μη πω τι.
Ειδικά εγώ.
Είναι οι χειρότερες γιορτές μου.
Το μαγαζί το είχα κλείσει πρώτη μέρα Χριστουγέννων και τώρα δίνοντας τη δυνατότητα στο προσωπικό μου να χαλαρώσειi
Αλλά η εβδομάδα ήταν κόλαση
Πήγαινα στη δουλειά ,χαμός γινόταν από κόσμο και εγω το μόνο που σκεφτόμουν ήταν η Όμορφη μου.
Να τη βλέπω να φεύγει και εγώ να γίνομαι ρακκος .
Εκεί στην άσφαλτο.
Πίστευα πως είχε γυρίσει πίσω .
Πώς είχε αλλάξει γνώμη.
Αλλά τίποτα.
Ένα τίποτα.
Και η σιωπή .
Δεν απαντούσε σε κανένα μήνυμα.
Ούτε σε εμένα.
Ούτε στα παιδιά.
Ήταν σαν να είχε εξαφανιστεί.
Μέχρι που άρχισα να βλέπω στα σοσιαλ τα περίεργα ποστ για έναν θεριστή.
Έναν εκδικητή
Στη τηλεόραση για τρομοκρατικές επίθεσεις.
Και ήξερα πως ήταν εκείνη.και η οργάνωση.
Ο Αχιλλέας ήταν στη τσίτα γιατί καταλάβαινε όπως και όλοι πως τα πράγματα πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο.
Έκανε αυτό που ηξερε καλύτερα η Όμορφη μου.Επαιρνε εκδίκηση.
Αλλά με τι τίμημα;
Εψαχνα τα πάντα και κάθε τι που διάβαζα ήταν χειρότερο από το άλλο.
Ήταν βάναυση ,αδίστακτη.
Μέχρι και στην οργάνωση είχα πάρει αλλά κανείς δεν μου έλεγε τίποτα.
Που ήταν ;Σε ποιο μέρος.
Ούτε όταν την είπα να σταματήσει τα Χριστούγεννα πήρα απάντηση..
Και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα
Κανεις μας.
Ακόμα τουλάχιστον.
Τα βράδια μου ήταν ακομα πιο δύσκολ,α παρόλο που είχα πέσει στη δουλειά με τα μούτρα και γυρνούσα κομματια .Οταν πήγαινα να κοιμηθώ, κουλουριαζομουν σαν μωρό και με έπαιρνε ο ύπνος με κλάματα.
Σκέφτομαι πως η ζωή έχει ένα σαδιστικό τρόπο να σου κλέβει την ευτυχία.
Σε αφήνει σε αναμονή ,μήπως και στην επιστρέψει.
Και εγώ περιμένω για τελευταία φορά
Κάθε μέρα για τελευταία φορά έτσι λέω στον ευατό μου.
Μήπως στο τέλος της μέρας, ανοίξει η πόρτα και φανεί.
Αλλά μάταια.
Ούτε φωνή ούτε ακρόαση.
Με ξέχασε τόσο γρήγορα.
Πώς μπορεί να το κάνει αυτό;
Ανάβω ένα τσιγάρο και φέρνω το ποτήρι με τη βότκα στο στόμα μου.
Μου καιει το λάρυγγα αλλά δεν με νοιάζει.
Όλοι μας είμαστε στα καλά ντυμένοι.
<<Κούκλος ,>>μου έλεγε η Ηρώ όταν κάθισα στο καναπέ να μου φτιάξει το παπιον μου από το κουστούμι.
Ο Αχιλλέας μουγκρισε.
<<Και εσύ κούκλος είσαι..Σκάσε πια γιατί στα έχω μαζεμένα από το πρωί>>του γρυλισε.
Είχε τα νεύρα του και αυτή και αυτός όλη μέρα γιατί στη δομή είχε γίνει πάλι χαμός.
Είχε ντυθεί Άγιος Βασίλης για να φέρει δώρα στα μικρά και ο Νοξ σαν τυπικός Νοξ έκανε χαμό.
Ανέβηκε πάνω του ,την ώρα που κάθισε στη καρέκλα για να πάνε ένα ένα τα παιδακια για τα δώρα ,του άρπαξε το άσπρο μούσι και το σκούφο πριν ο Αχιλλέας τελειώσει το "Χο,Χο ,Χο".και τα έβγαλε.
<<Σας το είπα δεν είναι ο αληθινός Άγιος Βασίλης.Μας λέει ψέματα για να μας πάρει με το μέρος του να μας κάνει ό,τι θέλει.Αυτη η δικτατορία δεν θα περάσει,>>φώναζε με τα χέρια στον αέρα καθώς κλάματα και σοκαρισμένες φωνές ακούγονταν από τα μικρά κάτω.
<<Θα σε σαπισω στο ξύλο κωλοπαιδο,>>φώναξε ο Αχιλλέας και άρχισε να τον κυνηγάει με δυσκολία βέβαια γιατί η στολή ήταν βαριά.
Ο μικρός του έκανε κωλοδάχτυλο καθώς έτρεχε έξω από την αίθουσα στους διαδρόμους.
Και η καημένη η Ηρώ από πίσω με το αμαξίδιο να τρέχει , με έναν Ερμή και μια Αρσινόη να ακολουθούν.
<<Άμα τον πειράξεις θα σε σπασω Αχιλλέα.Ασε το παιδί ησυχο>>.
Απλές καθημερινές στιγμές στη δομή δηλαδή.
Στο τσακ δεν τον έπιασε γιατί μπήκε η Ηρώ μπροστα και σήκωσε φρύδι.
Ο Νοξ με περηφάνια του έβγαλε γλώσσα αγκαλιάσε την Ηρώ και ο Αχιλλέας κόντεψε να φάει τα σώθηκα του.
Ο Γαβριηλ ,όπως και εμείς φορούσε σημερα επίσης κουστούμι.
Γιορτινος γιορτινος.Αν και τα απεχθάνοναν.
Η Ηρώ ένα πράσινο γυαλιστερό φόρεμα με τα μαλλια της σε ισια άλογο ουρα και η Ξένια ένα μαύρο φόρεμα λεπτό με όλη τη πλάτη έξω και τα μαλλιά της αφημένα κάτω.
Ο Γαβριήλ είχε σκάσει από τη ζήλια του αλλά τι να έλεγε ,απλά ξεφυσουσε ξανά και ξανά όταν έβλεπε τα παιδιά από τη λέσχη να τη τρώνε με τα μάτια τους.
Ο Μπιλ δεν είχε έρθει γιατί τελευταία στιγμή είχε αποφάσει να πάει Λονδίνο στην Έρη για εκπληξη.
Από όσο ξέρω από αυτά που είπε ο Αχιλλέας ,τον είχε κλειδώσει από έξω για όλη τη σπαστική του συμπεριφορά με τον Άσαχι και δεν σκοπεύε έλεγε η μάνα του να τον αφήσει μέσα μέχρι την αλλαγή.
Βέβαια έσκασε και η Αδριανα μυτη ,προς δυσανασχετήση όλων ,που τώρα στεκόταν σε μια γωνιά και κοιτούσε όλους με μισό μάτι.
<<Δεν γινόταν να αφήσω το μωρό μου να αλλάξει χρόνια χωρίς εμένα,>>είπε και φίλησε τον Γαβριήλ στο στόμα.
Σχεδόν ξερασα.
Η Ξένια μουτρωσε και με το δικαιο της, γιατί για λίγο τα πράγματα σαν να είχαν ηρεμίσει αναμεταξύ τους.
Τα Χριστούγεννα είχε γενέθλια η κοκκινομάλλα ,αλλά επειδή είμασταν όλοι σκατά λόγο του Φίλιππου και γενικά της κατάστασης ,μαζευτικαμε χαλαρά στο σπίτι και το γιορτάσαμε αναμεταξύ μας.
<<Δεν έπρεπε να μου το πάρεις είναι πανάκριβο,>>έλεγε στην Ηρώ κρατοντας ένα ακριβό ρολόι στο χέρι της.
<<Σταμάτα για εσένα τα καλύτερα>>.
Προσπαθούσαμε να τη φτιάξουμε τη διάθεση γιατί τόσες μέρες δεν μπορούσε να δει τον αδερφό της.
Είχε πάει και από το σπίτι αλλά δεν μπόρεσε να τον βρει γιατί ο πατέρας της ήταν εκεί καραούλι.
Ξανά ανησυχεί πολύ γιατί από το σχολείο είχε μάθει πως ο μικρός ήταν πολύ περίεργος.
Δεν πρόσεχε στο μάθημα.
Απομονώνονταν.
Μια συμπεριφορά που την ήξερε πολύ καλα.
Αλλά με τον μαλάκα είχε δεμένα τα χέρια της.
Φυσικά και εμάς δεν μας είχε αφήσει στην ησυχία.
Ακόμα σπάμε το κεφάλι μας τι σκατά τρέχει με αυτό τον τύπο.
Μας την είχε πέσει ξανά από το πουθενά την ώρα που στριβαμε με το αμάξι του Αχιλλέα στη λέσχη.
<<Άδεια και δίπλωμα>>είπε ο μαλάκας στον Αχιλλέα.
<<Ποια η παραβίαση αστυνομε;>>
<<Τρέχατε>>.
<<Δεν τρέχαμε,>>του πέταξα από το πισω κάθισμα .
Ο Γαβριήλ καπνιζε αδιάφορα, αλλά ήμουν σίγουρος πως ήταν έτοιμος να εκραγεί.
<<Είπα άδεια και δίπλωμα>>.
Με εκνευριζε αυτός ο τύπος .
Η αλαζωνεια του δεν είχε όρια
Πίστευε επειδή είχε αυτή τη θέση θα έκανε ότι ήθελε.
Και πόσο μάλλον μετά το σκηνικό στο τμήμα πριν λίγους μήνες που συνέδεσε τον ευατό του με τον Γιάννη.
Τι στο καλό ήθελε;
Με το βλέμμα του κάρφωνε τον Γαβριήλ.
Ο Αχιλλέας άρχισε ναα ψάχνει για τα χαρτια του .
Η μύτη του μαλακα σαν κουνήθηκε λίγο και ήξερα πως θα παιχτεί μαλακία.
<<Βγείτε από το αμάξι τώρα για ελέγχο>>φώναξε.
<<Ορίστε ;>>
Αναφώνησα.
Έκανε τον γύρω και πήγε από τη μεριά του Γαβριήλ και άνοιξε τη πόρτα .
<<Κατέβα τώρα θέλω να ψάξω το αμάξι Μου μυρίζει κάτι>>.
<<Είσαι και σκύλος εκτός από μαλάκας;>>
Του εφτησε ο Γαβριήλ φυσόντας τον καπνό στα μούτρα του.
<<Για να ψάξεις το αμάξι χρειάζεσαι ένταλμα ή τουλάχιστον αποδείξεις .Και εγώ αυτό που μυρίζω δεν είναι κάτι περίεργο είναι η φτηνη κολώνια του Αχιλλεα >>.
<<Θα σε γαμησω .Όχι και φτηνη η Ηugo Βoss.Μαλακα .Η καινούργια είναι,>>γρυλισε ο Αχιλλέας.
<<Έξω ,>> ακούστηκε από το αρχιδι και εγώ ήμουν έτοιμος να βγω από το αμάξι.
<<Δεν πάω πουθενά,>>είπε χαλαρά ο Γαβριήλ.
<<Ορίστε άδεια και δίπλωμα ,>>άπλωσε το χέρι του ο Αχιλλέας να του τα δωσει μια για να ηρεμίσει η κατάσταση και να τον ξεφορτωθούμε πιο γρήγορο.
Αλλά εκείνος ούτε τον έδωσε σημασία όλα κοιτούσε με μίσος τον Γαβριήλ.
Το χέρι του απλώθηκε και πήγε να τον αρπάξει.
<<Ε,>>φωναξα καθώς τον είχε ήδη βγάλει έξω και τον κρατούσε από το γιακά.
Ο Αχιλλέας βγήκε απότομα αποτ η θέση του οδηγού όπως και εγώ.
<<Ε ήρεμα δεν πρέπει να φτάσουμε σε αυτό σημείο,>>προσπάθησε να ηρεμισει τα πνεύματα ο Αχιλλέας.
Ο Γαβριήλ σήκωσε τα χέρια σε άμυνα μια καλή κίνηση .Γιατί έτσι δεν θα τον ακουμπούσε.
Ο τύπος ήταν ξεκάθαρο πως το έκανε επίτηδες
Είχε εντολή.
Προσπαθούσε να μας λυγίσει .
Ο Γαβριήλ μειδίασε .
<<Έχω τόσα πολλά.μαζεμενα που μπορώ να σε κλείσω στη στενή,>>εφτησε σχεδόν στον Γαβριήλ.
<<Κάντο,>>τον παρότρυνε ειρωνικά ο Γαβριήλ.
<<Μπορώ να σε κλείσω και για απαγωγή της κόρης μου μέσα,>>είπε μέσα που τα δόντια.
<<Είναι δεκαεννιά δεν μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο. Μόνη της ήρθε άλλωστε,>>του είπε ο Αχιλλέας.
<<Είστε τόσο σίγουροι πως κανείς δεν σας αγγίζει.Πως είστε ασφαλείς,>>εσκιψε στο αυτι του Γαβριήλ και από τα χείλη του διάβασα κάτι του στυλ.
"Δεν μπορείς να την προστατεύσεις για πολύ ακόμα από αυτό που ειναι"
Τι στο καλό εννοεί;
Μέγα λάθος, τα μάτια του Γαβριήλ γούρλωσαν και πήγε να του επιτεθε,ί αλλά πριν προλάβει ο μαλάκας τον είχε γυρίσει απότομα με το χέρι στη πλάτη και το σώμα στο αμάξι πιέζοντας τον και προσπαθούσε να του βάλει χειροπέδες .
Αυτό ήθελε να τον φτάσει στα άκρα και ο Γαβριήλ είχε πέσει στη παγίδα.
Ο Αχιλλέας άρχισε να φωνάζει.
Και εγώ το ίδιο.
Μέχρι που μια μηχανή σταμάτησε δίπλα μας.
<<Το καλό που σου θέλω να βγάλεις τις χειροπέδες από τον Γαβριήλ, Μιχαηλίδη γιατί δε θα τα πάμε καλά>>.
Ο Μπιλ κατέβηκε από τη μηχανή του και πλησίασε .
<<Πήγε να μου επιτεθεί.Παραβιαζει το νόμο.Αλλωστε σίγουρα έχουν και ναρκωτικά μέσα.Αν ψάξω θα βρω κάτι>>.
<<Εννοείς αν τα φυτέψεις θα βρεις κάτι,>>του απάντησε ο Μπιλ και εκείνος έσφιξε τα δόντια.
Ότι και αν έκανε ξέραμε πολύ καλά τα κόλπα του .
<<Άσε τα χέρια του γιατί σε έχω σε βίντεο τόση ώρα καταγεγραμμένο .Για δες εκεί;>>Του έκανε νόημα λίγο πιο δίπλα.
Ο Πέτρος χαιρετησε κρατοντας το κινητό στο χέρι.
Γέλασα
Ο καργιόλης πότε πρόλαβε.
Ο Μιχαηλίδης άφησε τον Γαβριήλ όλο νεύρο και νεκεινος μειδίασε ξανά και πέταξε χειροπέδες από το χέρι του.
<<Έτσι μπράβο,>>του είπε ο Μπιλ.
<<Δε θέλουμε να γίνουμε και viral>>.
Ώπα εκσυγχρονίστηκε ο γέρος.
Τι σου κάνει ο έρωτας;
<<Σου είπα να μη του την μπαίνεις .Μας έχει ήδη στη μπούκα και είναι μπλεγμένος σίγουρα. Το μόνο που δε θέλουμε τώρα είναι να έχουμε την αστυνομία πάνω από το κεφάλι μας,>>τον έσπρωξε ο Αχιλλέας όλο νεύρα και πήγε στη θέση του οδηγου καθώς ο Μιχαηλίδης έφευγε προς το αμάξι του.
Ο Γαβριήλ έτριψε τη μύτη του και ισιωσε το άσπρο του μπλουζάκι.
<<Αν νομίζει ότι μπορεί να με απειλεί,>>του φώναξε καθώς εκείνος απομκρυνόταν.<<Είναι γελάσμενος>>
<<Μιχαηλίδη,>>του φώναξε και εκείνος γύρισε και τον κοίταξε.
<<Ο χρόνος σου μετράει αντιστροφα και ναι είναι απειλη αυτό>>και με αυτό μπήκε στη θέση του συνοδηγού.
<<Γαμώ το κέρατο μου ,Γαβριήλ,>> φώναξε ο Αχιλλέας και χτύπησε το τιμόνι με τις δύο παλάμες από τα νεύρα.
Έλεος δεν μας βλέπω καλά.
Η Ξένια βέβαια δεν έμαθε για τη συνάντηση τους.
Στα γενέθλια της φερραμε παστες αντί τούρτα, γιατί δεν ήθελε να σβήσει κερακια αν δεν ήταν ο Φίλιππος ,για την Εύα δεν είπε κάτι αλλά με κοίταξε.Και ήξερα πως θα ήθελε και εκείνη να ήταν μαζί μας.
Και είχε δώσει ρητή εντολή μάλιστα,πως δεν ήθελε δύο δώρα αλλά ένα.
Βέβαια όλοι είχαμε πάρει αναμεταξύ μας δώρα λόγο Χριστουγέννων..
Εμένα με είχαν γέμιση με πραγμτα κουζίνας.Την Ηρώ με ζωγραφικής .Ο Μάρκος φουτερ και διάφορα γκατζετ.
Αλλά κανεις μας δεν είχε όρεξη.
Απλά το κάναμε για να σπάσει η μονοτονία.
Κάποια δωρα είχαν μείνει μη ανοιγμενα κάτω από το δεντρο.
Με τα λούτρινα της Σοφίας να τα κάνουν παρέα γύρω γύρω.
Η ουσία ήταν και το ξέραμε όλοι,πως η οικογένεια ήταν μισή και αυτό ήταν το πιο σημαντικό.
Άρχισε η Ξένια μετά σιγά σιγά να ανοίγει τα δώρα της τελευταία και καλύτερη.
Εγώ της πήρα μια δωροκαρτα από τα Sephora, ο Μάρκος μια καινούργια τσάντα.
Ο Αχιλλέας είχε το δώρο με την Ηρώ μαζί.
<<Τώρα αυτό θα γίνεται,>>γκιρνιαξα .
<<Δε θα παιρνουμε δύο δώρα;>>
<<Ένα και πολύ σου είναι, για να μη παίρνουν τα μυαλά σου αέρα και ξαπλώνεις με την κοπέλα μου στο άσχετο,>>στροβηλισα εγώ και η Ηρώ ταυτόχρονα τα μάτια μας.
Η Σοφία ήρθε δειλά δειλά με ενα μεγάλο κουτί να το σπρώχνει στο πάτωμα
<<Τι είναι αυτό,>>ρώτησε έκπληκτη η Ξένια.
<<Το δώρο σου,>>χτύπησε παλαμάκια με ενθουσιασμό η Σοφία.
Όλοι κοιταχτηκαμε αναμεταξύ μας και έπειτα το βλέμμα μας έπεσε στο μωβ κουτί με την τεράστια μπλε κορδέλα.
Ποιος ξέρει τι της είχε πάρει.
Η Ηρώ κοιτούσε έντρομη και ο Αχιλλέας άρχισε να ιδρώνει.
<<Έλα άνοιξε το,>>χτύπησε ξανά παλαμάκια.
<<Καλά ,>>είπε διστακτικά η Ξενια και αργά λες και απενεργοποιουσε βόμβα ξελυσε τη κορδέλα και έπειτα με την ίδια αργή κίνηση έβγαλε το καπάκι πάνω από το κουτι.
Πλησίασα αργά να δω το περιεχόμενο του κουτιού όταν η Ξένια κράτησε ανοιγμενη μια κουβέρτα.
Σε σχήμα μπουρίτο.
Και όντως έμοιαζε σαν μπουρίτο στο χρώμα και στα υλικά που είχε γύρω γύρω.
Λαχανικά ,σως,όλα σχεδιασμένα.
<<Τι στο διάολο είναι αυτό;>>
Πετάχτηκε ο Αχιλλέας.
<<Κουβέρτα μπουρίτο άσχετε,>>του πέταξε η Σοφία μέσα από τα δόντια.
Η Ξένια είχε μείνει να την επεξεργάζεται.
<<Δεν σου αρέσει;Και είπα τη Μυρτώ να μη τη κάνει με τόσα πολλά.Μπορεις να μπαίνεις και μέσα .Στην έφτιαξα για να μη χρειάζεται να τυλίγεσαι με το σεντονι.Εχει πολύ ταλέντο η Μυρτώ σε αυτα.Αχ δεν σου αρέσει,>>είπε με παράπονο καθώς η Ξένια είχε μείνει άφωνη.
<<Ηρώ δεν της αρέσει,>>είπε με παράπονο και κοίταξε την αδερφή της.
Η Ξένια έσκασε στα γέλια και γυρίσαμε όλες και την κοιτάξαμε.
<<Έχει και εσωτερικό φερμουάρ.Αχα,τώρα να σε δω Παπαθανασίου τι θα κανεις,>>έδειξε με το δάχτυλο τον Γαβριήλ που κάπνιζε στον καναπέ.
Μόρφασε και τις έκανε κωλοδάχτυλο .
<<Ναι έξυπνη να δω ποιος θα σε βγάλει αν μπουρδουκλωθεις και χαλάσει το φερμουάρ και πέσεις από το κρεβάτι ξανά>>.
<<Μμμμ εξυπνάδες,>>έπειτα γύρισε στη Σόφια.
<<Το καλύτερο δώρο εβερ γλυκούλα μου>>.
Η Σοφία άρχισε να χοροπηδά σαν παιδί και έπειτα πήγε στα αγόρια της που στέκονταν στη κουζίνα.
<<Εσύ μαπμπουινε δώρο γιοκ;Ή δεν έχεις λεφτά τώρα με το γάμο,>>τον κοίταξε βάζοντας τη κουβέρτα ξανά μέσα στο κουτι και μειδίασε.
Ο Γαβριήλ γρυλισε μέσα από τα δόντια του.
Σηκώθηκε απότομα και πήγε κοντά της.
<<Θες και δώρο;>>
<<Φυσικά,>>κράτησε το βλέμμα του χωρίς να το σπάσει
Εκείνος χαμογέλασε ειρωνικά.
Έσκυψε κοντά της και σήκωσε το πιγούνι της κλειδώνοντας της το με τη παλάμη.
Η Ξένια μισό κατάπιε.
Αλλά δεν λύγισε.
Ήταν η μόνη που όσο και να μη φαίνονταν δεν έσπαζε χαρακτήρα μπροστα του.
<<Πιστεύεις πως αξίζεις να πάρεις δώρο;Γιατί φρόνιμη δεν είσαι τόσο καιρό,>>της είπε με λαγνα φωνή.
Στροβηλισα τα μάτια.
Η Ξένια τον κοίταξε σαστησμενη και έπειτα με νεύρο του σφαλιαρισε το χέρι και σηκώθηκε αποτομα από τον καναπέ.
<<Βάλτο στον κώλο σου το δώρο ,δεν το θέλω,>>αλλά πριν προλάβει να φύγει ο Γαβριήλ την είχε σηκώσει στον ώμο ανάποδα πάλι σαν σακί με πατάτες ,της χτύπησε τον κωλο και άρχησε να περπατάει προς την εξώπορτα.
<<Άσε με κάτω μπαμπουίνε .Ούτε πως έχω γενέθλια σήμερα δεν σέβεσαι .Ουρακοτανγκε>>.
Ο Γαβριήλ άνοιξε την εξώπορτα με μανία βρίζιντας μέσα από τα δόντια του.
Εμείς ακολουθούσαμε.
<<Γαβριήλ αστην κάτω βρε παιδί μου.Αμαν πια,>>φώναξε η Ηρώ.
Ο Σπίθας κατέβηκε από τις σκάλες μαζί με το Καπκεικ που τελευταία περνούσε περισσότερο χρόνο μαζί του παρα με εμένα ,και βγήκαν έξω.
Άλλη προδότρα από εκεί.
<<Άσε με κάτω>>.
<<Διαταγές σας υποταγή μου,>>της είπε και την άφησε απότομα κάτω.
Η Ξένια μουτρωσε. Και πήγε να γυρίσει από την άλλη για να φύγει όταν κοντοσταθηκε και κοίταξε στην αυλή έξω .
<<Δεν το έκανε,>>ειπε Αχιλλέας.
<<Και όμως ,>>του απάντησα.
Εκεί στη μέση της αυλής ήταν παρκαρισμένη μια ένα βεραμαν beatle spor αμάξι με φιμε τζάμια καινούργιας τεχνολογίας.
Από ότι το κόβω τα έσκασε πάλι.
<<Πάντοτε ήθελες ένα τέτοιο.Ηταν η αγαπημενη μάρκα αυτοκινήτου της μαμάς σου .Αλλα ελεγες πως είναι πολύ μικρο και επικίνδυνο και πώς θα το οδηγάς.Και ...>>.
<<Γαβριήλ,>>του είπε σαστησμενη καθώς περνούσε το χέρι της πάνω από το αμάξι.
<<Και αν ανησυχείς δεν έχει μέσα σύστημα παρακολούθησης .Δηλαδή έχει άλλα.μονο αν θες εσύ να το ανοίξεις.Ειναι γρήγορο, ασφαλές.Με αλεξίσφαιρα τζάμια.Θα μπορείς να το παίρνεις.Εχουμε βάλει την πιο τελευταία τεχνολογία μέσα γιατί σε αυτά μοντέλα είναι δύσκολονολο αυτομΑλλά δεν θα υποχρεώνεσαι συνέχεια γιατί ξέρω πως δεν σου αρέσει.Και αν φοβάσαι θα το οδηγησουμε κάνα δυο φορές μαζί να δεις πως κινείται και. >>.
<<Γιατί παραλληρει αυτός τώρα;>>
Ρώτησα τον Αχιλλέα.
<<Έχει αγχωθει μήπως και δεν της αρέσει.Και κάνει καμια μαλακια, όπως να του το φέρει στο κεφάλι.Βέβαια, αδύνατον ,αμάξι είναι δεν μπορεί. Αλλά μπορεί να σκάσει τις ρόδες και να το χαρακωσει ή να πάρει το ρόπαλο της Σοφίας και να το κάνει γυαλιά καρφια>>.
<<Πάντοτε γίνεται τόσο νευρικός όταν έχει να κάνει με πράγματα που τις αρέσουν,>>ψιθύρισα.
<<Μπορείτε να το βουλώσετε λίγο ,αλλιώς θα σας γαμησω,>>ειπε ο Γαβριήλ γυρνοντας με ύψος κοφτερο να μας κοιτάξει.
Σήκωσα τα χέρια ψηλά.<<Όλο υποσχέσεις .Φρούδες ελπίδες πουλάς Γαβριήλ.Φρουδες.Τι πρεπει να κάνω για να μου αγοράσεις αμάξι.Να τυλιχτώ και εγώ σαν μπουρίτο;>>
Δεν θέλω να ξέρω αν το δει η Αντριάνα τι θα κάνει.
Αλλά θέλω να είμαι πολύ από μια γωνιά να δω τη φάτσα της
<<Μπορείς να τον λες μπαμπουίνο μπας και πιάσει,>>γέλασε ο Αχιλλέας.
<<Καργιολιδες σκαστ->>ένα φιλί στο μάγουλο του προσγειώθηκε από τη Ξένια και μείναμε σοκαρισμένοι.
Όπως και ο Γαβριήλ.
<<Δεν το πιστεύω πως το θυμάσαι αυτό Πως ηταν το αγαπημένο της .Το αγαπώ αλλά δεν μπορώ να το δεχτώ Γαβριήλ ,θα κόστισε μια περιουσία,>>όντως αυτά τα μοντέλα ήταν πανάκριβα πόσο μάλλον αν τα έκανες όπως ήθελες εσυ.<<Αλλωστε ήθελα να το πάρω μόνη μου σαν δώρο όταν θα έφτανα του στόχους μου κάποτε.Να λέω ότι έφτασα κάπου και μπόρεσα να πάρω αυτό που δεν μπόρεσε εκείνη να εχει>>.
<<Όχι, πάρτο, δεν μου κάνει εμένα τίποτα.Μη σκέφτεσαι τα λεφτά.Αλλωστε είναι δώρο γενεθλίων.Δεν τα αρνουμαστε αυτά τα δωρα,>>την κοίταξε και εκείνη χαμογέλασε.<<Τα πάντα θυμάμαι >>είπε στο τέλος .
Μετά από αυτό είχαμε και σχετική ηρεμία αναμεταξύ τους.
Σχετική,γιατί λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;
<<Έκπληξη,>>αναφώνησε ο Άγης από την εξώπορτα.
<<Ήρθε η ώρα και για το δικό μου δώρο ελαφάκι,>>είπε δραματικά.
<<Με τη καμία Παναγιά,αν είναι τίποτα περίεργο καμία κούκλα κάνα σφαγμένο γατί ,κάνε μεταβολή και πίσω,>>του γρυλισε ο Γαβριήλ αλλά τον σταμάτησε η Ξένια .
<<Είμαι εντάξει ,>>του είπε .
<<Για μια μέρα μπορώ να του την χαρίσω>>.
<<Ξένια ,>>πήγε να πει ο Γαβριήλ αλλά εκείνη ήδη περπατούσε προς το μέρος του.
Δεν ξέρω τι σκεφτόταν αλήθεια.
Αυτή η σκηνή ήταν πολύ περίεργη και αλλόκοτη.
Γιατί αναρωτιόμασταν γιατί τόσο καιρό ο Άγης δεν είχε κάνει κάτι στη Ξένια.
Ενώ την είχε μέσα στο σπίτι
Ήταν πολύ περίεργο αν παιρναμε με υπόψη όλα όσα είχε κάνει.
Και πόσο μάλλον που δεν έκανε και κάτι σε εμάς.
Βεβαια η Σοφία ήταν στενός κορσές και ο Γαβριήλ.
Αλλά και πάλι.
Ο Άγης δεν ελέγχονταν.
Αργά η γρήγορα κάτι θα πήγαινε στραβα.
Η Ξένια ανέβηκε το σκαλοπάτι και στάθηκε μπροστα του.
<<Επιτέλους το μικρό ελαφάκι αψηφά τον μεγάλο λύκο ,>>κοίταξε τον Γαβριήλ και μειδίασε.
<<Και έρχεται στην ύαινα.Δεν φοβάσαι πλέον ελαφάκι;>>.
<<Δεν σε φοβόμουν και ποτε>>.
<<Ψεύτρα,>>της είπε απότομα και ήρθε κοντά της απλονωντας το χέρι του μπροστά της.
Η Ξένια έκανε ένα βήμα πίσω και ο Γαβριήλ ένα μπροστά.
<<Το ρόπαλο που είναι το ρόπαλο μου.Αναθεμασε αδερφούλη που μάζεψες τα μαχαιρια και δεν έχω με τι να μαχαιρωσω και αυτά του Ορφέα στη κουζίνα δεν κάνουν καλή ζημιά,>>έλεγε η Σοφία αναστατωμένη.
<<Ε ,τα μαχαιρια αυτά είναι πανάκριβα δεν θα τα πάρεις για να σφάξεις κόσμο,>>τι λέω Χριστέ μου πάλι έχω σαλεψει τελείως.
Ο Μάρκος με την Ηρώ και αυτή κοιτούσαν το χέρι του Άγη.
Όταν ξαφνικά ένα μενταγιόν έπεσε και άρχισε να αιωρείται σαν εκρεμμες.
<<Το δώρο σου ελαφάκι,>>της είπε καθώς εκείνη έμεινε να το κοίτα και έπειτα το έπιασε απότομα.
Εκείνο είχε ένα ρόδο πάνω με ένα σταυρό και ένα μαχαίρι στιλέτο.
Ήταν αρκετά βαρύ και μεγάλο σε μέγεθος.
Στην άκρη φαινόταν πως είχε μια κλειδαριά.
<<Που το βρήκες αυτό;>>
Του είπε σαστησμενη και το πήρε στη παλάμη της,την ώρα που εκείνος το άφηνε να πέσει.
<<Εκείνη ήθελε να το έχεις.Μου το έδωσε για να το φυλάξω να στο δώσω όταν έρθει η ώρα>>.
<<Τι στο διάολο της λέει;>>Ρωτησε ο Αχιλλέας.
<<Δεν έχω ιδέα>>.
<<Ήταν ευχάριστησ->>πήγε να κάνει υποκλιση, αλλά η Ξενια έβαλε το χέρι στο στόμα κρατοντας ένα λυγμο και έτρεξε προς τα μέσα.
Για το υπόλοιπο της ημέρας δεν βγήκε απο το δωμάτιο.
<<Θα σε γαμησω,>>του είπε ο Γαβριήλ τρέχοντας από πίσω της.
<<Αιμομιξία ιού,μαζέψου,>>είπε ο Άγης.
Έπειτα γύρισε προς τα εμάς
Η Σοφία είχε διπλώσει τα χέρια της στο στέρνο και χτύπαβε τα δάχτυλα της στους αγκώνες ένα ένα συγχρονισμένα.
Ο Άγης στρωβηλισε τα μάτια.
<<Ξέρω ξέρω υπόγειο>>
Σήκωσε τα χέρια ψηλά γύρισε τη πλατη και έφυγε.<<Δεν έχετε πλάκα>>.
<<Έχεις δέα τι ήταν αυτό ;>>
Ρώτησα την Ηρώ.Κουνησε αρνητικα το κεφάλι
<<Εσύ;>>
Ρώτησα τον Μάρκο.
<<Δεν έχετε ιδέα τι είναι το μενταγιόν>>.
<<Όχι>>.
<<Τέλεια,καλά περνάμε πάλι,>>είπα και ξεφύσηξα.
<<Ε Ξανθούλη θα μαγυρεψεις τίποτα ή θα ψωμολυσσαξουμε,>>εμφανίστηκε ο Αλέξανδρος στην πόρτα με μια οδοντογλυφίδα στο στόμα.
<<Έχει τοστ μέσα.Μεχρι να κάνω το φαι για το τραπέζι θα βολευτεις,>>σιχτιρ πια ξενοδοχείο το έχουμε κάνει.
Από την ώρα που είχαν έρθει οι δύο τους το σπίτι είχε γίνει ένα χάος.
Ο Αχιλλέας ήταν αυτός που υπέφερε περισσότερο από όλους φυσικά γιατί είχε τον νου του μη κάνουν τίποτα στην Ηρώ αν και η Σοφία είχε φροντίσει για αυτό.
<<Τι ήρθαμε να πούμε;>>
Χτύπαγε το ρόπαλα στη παλάμη της.
Ο Αλέξανδρος με τον Πάρη στέκονταν όρθιοι στο σαλόνι ,με την Ηρώ και τον Αχιλλέα απέναντι στον καναπέ.
<<Πρέπει;>>
Δυσανασχετησε ο Άλεξ.
<<Ναι γιατί δεν θα είσαι ο αγαπημένος μου για ένα μήνα.Αντε να μη το κάνω δύο.Το ίδιο ισχύει και για εσένα Πάρη>>.
<<Τι είναι αυτό;>>
Ρώτησε ο Αχιλλέας.
<<Εδώ, θα σας πούνε τώρα,Έλα πάμε λίγο.Συγγνώμη Ηρώ,>>γρυλισε μέσα από τα δόντια η Σοφία.
Αλλά οι δύο τους δεν έλεγαν τίποτα.
<<Δύο μήνες>>
<<Έλεος ,>>έτριψε το πρόσωπο του ο Αλέξανδρος .<<Καλαααα γαμώ τη τρέλα μου.Συγγνωμη Ηρώ που σε ταλαιπωρήσαμε στην Αναμόρφωση>>.
<<Και;>>
Συνέχισε η Σοφία.
<<Που σε κυνηγήσαμε στον λαβύρινθο και σου κάναμε τη ζωή κόλαση>>.
<<Ωραία,Πάρη εσύ;>>
<<Συγγνώμη ξανθούλα δεν θα ξανασυμβεί ξέρεις ήταν της δουλειάς υποχρεώσεις>>.
<<Τρεις μήνες>>.
Είπε η Σοφία.
<<Γιατί τι είπα;>>
Δυσνασχετησε ο Πάρης.
<<Δεν ήταν καλό.Παμε πάλι .Συγγνώμη αδερφούλα της Σοφίας>>.
<<Συγγνώμη αδερφούλα της Σοφίας για ότι σου προκαλέσαμε δε θα ξανασυμβεί από εδώ και πέρα,>>είπε και στροβηλισε τα μάτια.
Η Σοφία εβηξε.
Η Ηρώ και ο Αχιλλέας κοιτούσαν σαν βλαμμένα το σκηνικό.
Και εγώ στη κουζίνα με ένα σακουλακι ζελεδακια καρπούζι το απολάμβανα.
Είχε φάση να βλέπεις τους βλαμμενους τύπους να τους κάνει η Σοφία ό,τι θέλει.
Είχαν την φήμη των αδίστακτων ,τρελών ψυχωτικών εκτελεστών .
Αλλά στη Σόφια μπροστα βούτυρο γινόντουσαν.
Στο μικρό της δαχτυλακι τους είχε τυλίξει.
Ξανά εβηξε.
<<Πρέπει να το πούμε αυτό βρε δαιμονακι ελεος δηλαδή,>>διαμαρτυρήθηκε ο Άλεξ.
<<Σιωπή που αντιμιλας κιόλας.Πεντε μήνες θα φας στο λέω.Σε λεπτό πάγο περπατάς,>>τον έδειξε με το ρόπαλο.
Εκείνος την κοίταξε με λάγνο βλέμμα και δάγκωσε το χείλος ρου<<Καλά , δεν είναι καύλα;>>Γύρισε προς την Ηρώ και τον Αχιλλέα.
<<Ηρώ τι λες για ένα ραντεβού στην Έλενα;>>
Είπε ο Αχιλλέας.
<<Μη σου πω και δύο>>.
<<Αλέξανδρε τελείωνε ,>>φώναξε η Σοφία.
<<Καλά,ωχου.Αν τυχόν παραφερθουμε ξανθούλα, έχεις το δικαίωμα να πεις τη Σοφία να μας βάλει τιμωρία μέχρι να μάθουμε να φερομαστε σωστά έτσι δεν είναι Πάρη;>>
<<Αυτό όλο είναι τόσο εξευτελιστικό ,>>ψέλλισε ο Πάρης.Η Σοφία εσκιψε μπροστά του με το βλέμμα το αλλοπροσαλο.
<<Θες να φας ένα χρόνο τιμωρία Πάρη;>
Εκείνος την κοίταξε και δεν μίλησε
<<Α είπα μήπως.Τελεια,>> ισιωσε τη στάση της απότομα και χτύπησε παλαμάκια.
<<Η αδερφούλα δεν χρειάζεται να απαντησει τώρα για τον αν σας έχει συγχωρεσει>>.
<<Όχι εντάξει εγώ κομπλέ είμαι κατάλαβαινω,>>είπε η Ηρώ σε απόγνωση που σιγά μην συγχωρούμε τόσο εύκολα αλλά φοβόταν για τους φόνους που σίγουρα θα έκανε η Σοφία να δεν την άκουγαν.
<<Όσο για εσενα Αχιλλέα,>>είπε με στόμφο η Σοφία.
<<Μη σε δω να τους κάνεις τίποτα ουε και αλίμονο σου>>τον έδειξε με το ρόπαλο.
Εκείνος μισοκατάπιε.
<<Σε πόσες μέρες έρχεται το υπερδιπλο κρεβάτι μας στο άλλο το σπιτι;>>
Ψιθύρισε στην Ηρώ.
<<Σε είκοσι μέρες είπαν>>.
<<Να πάρει ,πολλές είναι,>>την κοίταξε με έντρομο ύφος.
Αλλά η παράνοια δεν σταμάτησε εδώ.
Φυσικά κάπου έπρεπε να τους βάλουμε.
Η μόνη λύση ήταν το υπόγειο.
Ο Γαβριήλ δεν χρειαζόταν να κάνει πολλά για δείξει πως αν έκαναν μαλακία θα είχαν συνέπειες.
Ένα βλέμμα αρκούσε.
Άλλωστε τους ξέραμε τι ήταν απο τις φορές που είχαμε δουλέψει μαζί για το Τρίγωνο.
Και έπεσαν πολλά βλέμματα τέτοια,όταν έφτιαξε το υπόγειο για να μείνουν κάτω.
Βέβαια ήταν και το θέμα του Άγη που ήταν στην άλλη πλευρά κλειδωμένος.
Αλλά τι να κάναμε που να τον βάζαμε; .
Έλα όμως που το Σοφάκι ήταν μέσα στη τρελή χαρά και το είχε κάνει εκεί κάτω ερωτική φωλιτσα.
Με αποτέλεσμα ο Άγης να είναι συνέχεια πάνω.
<<Αχιλλέα φύγε από τη πόρτα,>>του φώναζε η Ηρώ από το σαλόνι που καθόταν με τον Μάρκο και την Ξενια καθώς ε,κείνος ήταν σκυμμενος και κοιτούσε απ' τη κλειδαρότρυπα και επειτα έβαζε το αυτί στη πόρτα για να κρυφακουσει.
<<Αχιλλέα είπα>>.
<<Είναι πόσες ώρες μέσα τι κάνουν;>>
Ένα πνιχτο γέλιο ακούστηκε από τον Άγη που είχε σήκωμενα τα πόδια πάνω στον πάγκο της κουζίνας ,θα το σκότωνα,και καθόταν στο σκαμπό και έπαιζε με ένα μολύβι στα χέρια του.
<<Αλήθεια αυτόν διάλεξες;>>
Ρώτησε την Ηρώ.
Και εκείνη σήκωσε τους ώμους της.
<<Αλήθεια αυτόν διάλεξες;>>
Τον κορόιδεψε ο Αχιλλέας.<<Αί σιχτιρ και εσύ>>του γρυλισε και ξανά έβαλε αυτί.
<<Φιλε δεν νομίζεις πως είναι λίγο κάπως όλος αυτο που κάνεις;>>
Τον ρώτησα πλησιάζοντας τον.
<<Είναι μόνη της με τους δύο ψυχακιδες κάτω ποιος ξέρει τι κάνουν;>>
Ένας αναστεναγμός ακούστηκε από το υπόγειο και ένα χτύπημα σαν κάτι να χτυπάει δέρμα.
<<Την χτύπησαν θα τους γαμίσω>>.
Πήγε να ανοίξει την πόρτα αλλά ήταν κλειδωμένη.
<<Αλήθεια ξαναλέω αυτόν;>>
Ρώτησε ο Άγης ξανά την Ηρώ.
<<Σκάσε ποια ξέρω ότι κάνουν σεξ ηλίθιε .Αλλά η Σοφία είναι ευάλωτη.Δε θέλω να πάθει κάτι.Ανησυχω αυτοί οι τύποι είναι περίεργοι ποιος ξέρει τι τους αρέσει στο σεξ.Η Σοφία χρειάζεται κάποιων να την φροντίζει.Και είναι περίεργο και ,>>ανατριχιασε και τίναξε το κορμί του.
<<Ωωωω σε κάνει να αισθάνεσαι άβολα που το Σοφάκι κάνει σεξ.Φαντασου να ήταν αδερφή σου πως θα αισθανόσουν.Απλα λέω ,>>τον ειρωνευτικε ο Άγης και σήκωσε τις παλάμες.
Έκεινος τους απεφευγε γενικότερα δηλαδή ,οι δύο τον απεφευγαν και εκείνος το διασκεδαζε που τους προκαλούσε φόβο.
Για λίγο βέβαια
Γιατί μετά βρισκόταν στο πάτωμα από κουτουλιά με το ρόπαλο.
Ο Αχιλλέας των μιμιθηκε με φάτσα ειρωνική.
<<Ρε φίλε εδώ ο Γαβριήλ δεν έχει θέμα τι ζόρι τραβάς εσύ;>>
Τον ρώτησα ξανά.
Ξεφυσηξε.
<<Ο Γαβριήλ είναι αναίσθητος.Σιγα μην αγχωνοταν .Που να ξέρει αυτός>>.
<<Δεν ισχύει αυτό που λες απλά ξέρεις πω η Σοφία ξέρει να τους χειριστεί>>.
<<Χειριστεί μη χεσω .Είναι ευάλωτη τελος.Κάνει πρόοδο σιγά σιγα.
Κάθε μέρα γίνεται καλύτερα .Δε θέλω απλά να την πληγώσουν και να,>>και άλλος ανστεναγμος.
Άρχισε να βαράει τη πόρτα.
<<Σοφία είσαι καλά;>>
Άρχισε να φωνάζει.
<<Αν είναι δυνατόν,>>ξεφυσηξε ο Άγης
<<Εσύ γιατί μιλάς πάλι;>Του γρυλισε
<<Και τι στο διάολο κάνεις ακόμα εδώ.Δεν έχω μάθει ακόμα τι θέλεις αλλά θα το μάθω,>>έλεγε ο Αχιλλέας και προσπαθούσε να ανοίξει τη πόρτα
<<Γαμημενη κλειδαριά>>.
<<Μου αρέσει εδώ ,γιατί είστε καλή παρέα >>στριφογυρσε τα μάτια του.
Ο Αχιλλέας σηκώθηκε και τον κοίταξε.
<<Τέλος θα πάρω τη μάνα μου να σε πάρει εκεί μαζί της να σε κλείσει στην απομόνωση .Δεν μπορώ άλλο να ασχολουμε μαζί σου.Με έχεις φέρει μέχρι εδώ,>>σήκωσε την παλάμη του στη ευθεία από το μέτωπο του.
Ο Άγης σήκωσε το παντελόνι του από το αριστερο πόδι και ένα βραχιόλι κοκάλινο με έναν μηχανισμό φάνηκε.
<<Τι στον πούτσο είναι αυτό;>>
Ρώτησα .
<<Η μαμά σου,>>γύρισε τον Αχιλλέα.
<<Το έστειλε στον Μπιλ όταν με αφήσατε εκεί για να μη γίνει τίποτα.Ελεγχει που βρίσκομαι και αν απομακρυνθω κάνει ΚΑΜΠΟΥΜ,>>έκανε πως ανατινάζεται κάτι και γέλασε.
<<Οπότε μην αγχώνεσαι δεν πρόκειται να σας κάνω κατι ,θα το είχα κάνει ήδη.Αν σας συμβεί κάτι ο πρώτος ύποπτος θα είμαι εγώ γιατί δεν μπορώ να φύγω από το σπίτι .Και δεν το θέλω αυτό έχω ένα σκοπό.Άλλαξε τις συντεταγμένες ο Μπιλ όταν με έφερε.Φοβοταν ο καημένος.Αλλα πέρασαμε τέλεια τα δύο μας. Καλά μιλάμε τον έσκισα στο πόκερ και στα επιτραπέζια>>
Κοιταχτηκαμε με τον Αχιλλέα.
<<Ομολογώ πως ήταν πιο καλή παρέα όχι σαν και εσάς.Βαστούσε και κανένα αστείο>>.
<<Βαστούσε και κανένα αστείο,>>είπε ο Αχιλλέας ειρωνικά κοροϊδευοντας πάλι μέσα στα νεύρα.
Έπειτα πήγε στην Ηρώ και τράβηξε κατι από τα μαλλιά της.
<<Αουυυυ,>>αναφώνησε κρατοντας την κοτσίδα της.
<<Συγγνώμη κουτάβι,>>της έδειξε δύο μαύρα τσιμποιδακια.
<<Δεν είσαι σοβαρός;Αχιλλεα μαζέψου,>>του φώναξε.
<<Ω, είμαι πολύ σοβαρός,>>έσκυψε πάλι στο ύψος της κλειδαριάς και άρχισε να βάζει τα τσιμππιδακια στη τρύπα.
<<Άσε τη Σοφία ήσυχη τι σε έχει πιάσει;>>
Του φώναζε η Ηρώ.
<<Είναι οικογένεια μας θέλω να δω αν ειν->>Η πόρτα ανοιξε απότομα και το πρόσωπο του Αχιλλέα ήρθε φάτσα φόρα με τα όλο το περίτρανο κάλος του Αλέξανδρου.
Τα μάτια του Αχιλλέα γούρλωσαν καθώς ο Αλέξανδρος στεκόταν γυμνός μπροστά του με την πουτσα του σε όλο του το μεγαλείο σε στηση.
Ο Αχιλλέας σήκωσε αργά τα μάτια του και συνάντησε το προσωπο του Άλεξ που μασούσε μια οδοντογλυφίδα και είχε ένα αλαζονικό μειδίαμα στο πρόσωπο.
<<Άμα ήθελες να τον δεις μπορούσες να ρωτήσεις απλά,>>του είπε και γέλασε καθώς ο Αχιλλέας έκανε να σηκωθεί και να φύγει έντρομος
<<Ηλίθιε,>>του γρυλισε.
<<Η Σοφία;>>Τον ρώτησε.
<<Περνάει τις καλύτερες στιγμές της,>>του απάντησε και μειδίασε πάλι.
<<Ε Ορφέα θα πάω να πάρω κανένα σνακ από το συρτάρι το δαιμονακι πείνασε.Δεν σε πειράζει έτσι;Είπε να σε ρωτήσω πρώτα>>.
<<Όχι, όχι πάνε δεν έχω θέμα πάρε ότι θες.Εχει και την αγαπημένη σοκολάτα μέσα με ορεο μπισκότα ένα πάκο
Πάρτα>>
<<Έγινε,>>είπε ο Άλεξ και περπάτησε γυμνός προς τηνκουζίνα.
<<Χριστέ μου,>> αναφώνησε η Ξένια <<Άλλος Γαβριήλ μας βρήκε>>.
<<Βρε το Σοφάκι,>>είπε ο Μάρκος.
Τρέξιμο ακούστηκε και ένας Αχιλλέας άρχισε να κλείνει τα μάτια της Ηρώς με τις παλάμες του
<<Μη κοιτάς,>>της έλεγε ενώ εκείνη απέκρουε τα χέρια του.
<<Ε,δεν τρώγεσαι.Κομμενο.το σεξ για σήμερα και αύριο και μεθαύριο>>.
<<Ω ,έλα ρε κουτάβι τώρα!>>
Παραπονέθηκε.
<<Αί σιχτιρ με εσκασες>>.
<<Αλήθεια ξαναλέω αυτόν;>>
Πετάχτηκε ο Άγης και ο Αχιλλέας τον κάρφωσε.
Ο Αλέξανδρος πέρασε από δίπλα του και τον κοίταξε.
<<Μπου>>του έκανε ο Άγης και εκείνος για λίγο έχασε τη στάση του.
Έπειτα κατέβηκε γρήγορα κάτω
Ο Άγης γέλασε.
<<Είναι τόσο αστείοι όταν με φοβούνται Δεν το χορταινω>>.
Έτσι κυλούσαν οι μέρες με τη Σοφία.
Αλλά τουλάχιστον ήταν χαρούμενη κατά το ήμισυ.
Γιατί ένας έλειπε.
<<Φοβάμαι πως θα πάθει τίποτα,>>έλεγε και ξανελεγε στην Ηρώ.
<<Ο Αναστάσης δεν είναι σαν τους άλλους δύο.Δεν εκφράζεται κλείνεται μέσα του.Και φοβάμαι πως θα κλειδώθει εντελώς και δεν θα τον ξαναπάρω ποτέ πίσω,>>έλεγε και έκλαιγε στην αγκαλιά της Ηρώς μια μέρα που τις είδα στο δωμάτιο τοθ Αχιλλέα πάνω στο κρεβάτι..
Η Ηρώ την παρηγορούσε.
Η Ξένια ήρθε δίπλα μου.
<<Ακόμα να χωνέψω πως είναι αδερφός μου .Πως έγινε αυτό πάλι ;>>
<<Πώς είσαι με αυτό;>>
<<Δεν ξέρω.Δεν μπορώ να καταλάβω πως τόσο καιρό η μάνα μου δεν έλεγε τίποτα.Για αυτόν ,για την αδελφότητα.Ολα είναι τόσο περίεργα>>.
<<Θα τα βρούμε όμως σιγά σιγά>>.
<<Κάτι ετοιμαζεται έτσι δεν είναι;>>
Με ρώτησε.
<<Αφού μας ξέρεις>>.
<<Ελπίζω να μη φάμε το κεφάλι μας πάλι>>.
Ένα κλάμα ακούστηκε από κάτω..
<<Εχ πάω στο Μάρκο .Έτσι όπως είναι μου ήθελε να δούμε το Brockback Mountain.Το κέρατο μου και έγινε σκατά πάλι.Ελεος>>.
Είπε με αγανάκτηση και κατέβηκε κάτω.
Αν συνεχίσει έτσι δεν τον βλέπω καλά.
Η μουσική δυνάμωσε στο σαλόνι καθώς οι τελευταίοι από τη λέσχη είχαν έρθει.
Είχα παραγγείλει αυτή φορά από ένα γνωστό μου γ,ιατί καμιά όρεξη δεν είχα να μαγυρεψω πάλι όπως τα Χριστούγεννα γιατί όλα πουτανα τα είχαν κάνει.
Ας μη το θυμάμαι που σχεδόν όλα τα έφαγαν τα αγόρια της Σοφίας και ο Αχιλλέας ήθελε να κάνω και άλλα.
Αρνήθηκα φυσικά και πρότεινε να μαγυρεψει αυτός.
Κόντεψε να κάψει τη κουζίνα γιατί άνοιξε λάθος μάτι και είχε αφημένο ένα τάπερ.
Δύο ώρες έξω είμασταν στη πισίνα με το κωλοκρυο.
Είχαν μείνει δεκαπέντε λεπτά πριν την αλλαγή.
Η Ηρώ ήταν στην αγκαλιά του Αχιλλέα.
Η Ξένια μάλωνε με το Μάρκο που κλαιγοταν πως δεν θα είχε κανέναν να φιλήσει στην αλλαγή.
<<Εγώ θα σε φιλήσω σκάσε,>>του ελεγε εκείνη και κάρφωνε την Αδριανα που είχε κολλισει πάνω στον Γαβριήλ.
Ο Άρης με τη δικια του και τον Πέτρο ήταν λίγο πιο διπλα με την Έιμι στη γωνία της κουζίνας να τον κοιτάζει αλλά εκείνος τίποτα.
Έβγαλα το κινητό και την έστειλα μήνυμα.
Εγώ.
Ακόμα να γίνει τίποτα;
Έιμι
Μιλάμε για χαϊβανι.
Έκανα ότι είπες αλλά τίποτα.
Εγω
Σοβαρά ;
Έλεος πάντα έπιανε σε εμένα αυτό.
Έιμι.
Εσύ αγόρι μου δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι.Μονο που είσαι εσύ φτάνει και βλακεία να κάνεις η άλλη πέφτει.
Μη το πάρεις πάνω σου.Αλλα κατάλαβες πως το εννοώ.
Εγώ
Φίλα τον.
Έιμι.
Τι;
Εγώ.
Τώρα στην αλλαγη άρπαξε τον και φίλα τον.Και μη τον αφήσεις μέχρι να λιώσει.
Έιμι.
Δεν μπορώ να το κάνω αυτό.
Εγώ
Έλεος κάντο.
Τι έχεις να χάσεις;
Και αν δεν, χαιρετα τον.
Μα έλεος αυτός ο Πέτρος τι φάση;
Σηκώθηκα και έβαλα λίγο ακόμα ποτό.
Έπειτα στάθηκα κοντά στο δέντρο.
Θεέ μου πόσο θα ήθελα να ήσουν εδώ.
Την φανταζομουν εντελώς διαφορετική τη βραδιά.
Να σε φιλώ στην αλλαγή.
Να σου λέω πόσο σε αγαπώ.
Να μην είμαι μόνος.
Που είσαι Όμορφη;
Σήκωσα το ποτήρι μου να πιο μια γουλιά.
Όταν άρχισαν ξαφνικά να μετράνε αντίστροφα.
Έχασα τον χρόνο πάλι.
Δέκα.
Όλοι είναι τόσο χαρούμενοι.
Εννια.
Είχα τόσα σχέδια για τις γιορτές και εσυ λείπεις.
Οχτώ.
Πώς θα μπει η καινούργια χρόνια χωρίς εσένα;
Ένα κεφάλαιο που δεν ήθελα να κλείσει αλλά να συνεχιστει μαζί σου;
Εφτά.
Θεέ μου,μου λείπεις.
Όλοι άρχισαν να φέρνουν τις σαμπάνιες .
Κάνα δυο παιδιά απο τη λέσχη άρχισαν να με αγκαλιάζουν και να τις ανοιγουν μπροστα μου.
Έξι.
Είναι όλα ανούσια χωρίς εσένα.
Άοσμα .Άγευστα.Αχρωμα.
Τι δε θα έδινα στο κόσμο να σε δω ξανά.
Πέντε
Πήρα μια γουλιά από το ποτό μου όταν ξαφνικά άκουσα ένα επιφώνημα και ένα γνωστο όνομα.
Το κεφάλι μου στράφηκε στη πόρτα.
Όπως και των παιδιων.
Το ποτήρι μου έπεσε από τα χερια και έγινε χίλια κομμάτια.
Εκεί στη πόρτα ...
Να δαγκωνει τα χείλη της όπως την πρώτη φορά που την είδα.
Με το κόκκινο σατέν μακρύ φόρεμα με λεπτές τιραντες , να αγκαλιάζει το κορμί της.
Τόσο μα, τόσο Όμορφη.
Με ψάχνει με το βλέμμα της μέχρι που με βρίσκει.
Όλο το πρόσωπο της λάμπει και δαγκωνεται πιο έντονα.
Τέσσερα.
Ηρθε στα αλήθεια .Γιατι ήρθε για να φύγει πάλι;
Τι κάνω ;
Θεέ μου τι κάνω;
Αυτή τη φορά δεν θα την αφήσω να φύγει ποτέ ξανά και ας μη θέλει.
Τελείωσε Όμορφη είσαι δική μου.
Τρια
Οι παλμοί μου αυξάνονται και κοιτάζω τα παιδιά που με κοιτάνε όλο χαμόγελο.
Και εκείνη δεν κοιτάει κανέναν απλά παραμερίζει τον κόσμο και έρχεται κατά πάνω μου.
Μέχρι που με φτάνει και με αρπάζει κοντά της.
Σε απόσταση αναπνοής.
Εγώ και εκείνη.
Εκείνη και εγώ.
Εμείς.
Δύο.
<<Φιλα με σκασμενο ,μπαίνει ο καινουργιος χρόνος>>.
Ένα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top