Κεφάλαιο 54ο

Τώρα.
Εύα,26 ετών.

Αναστολή μέχρι νεωτέρας.Ποτέ δεν μίσησα δύο λέξεις τόσο πολύ.

Αναστολή.
Αναστολή.

Ο οργανισμός μου είχε υποστεί κατάρρευση.Σωματικη ,ψυχολογική.
Τα τραυματα μου ήταν επιφανειακά, αλλά το μέσα μου είχε γίνει χίλια κομμάτια.

Όταν ξύπνησα από το ηρεμιστικό που μου είχαν χορηγήσει ,ακόμα έψαχνα τον Ελι μου.Δεν ήταν εκείνος στο κρεβάτι.
Δεν ήταν εκείνος που κρατούσα το άψυχο του σώμα.
Όσο ανακούφιση και να ένιωσα ,ο πόνος παρέμεινε.
Δεν ειχα προλάβει να σώσω εκείνη τη ψυχή.

Είχα αποτύχει και απογοητεύσει τους πάντες.
Δεν μπορούσα να σώσω κανέναν έτσι.
Όλη η δύναμη μου ,είχε φύγει.
Τον Ελι μου,τον Φίλιππο.Τον Ορφέα μου.
Όλους.Τους είχα απογοητευσει.

Ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι του ιατρείου στην οργάνωση,όταν άκουγα την Έρη να μου ανακοινώνει πως θα με έθετε σε αναστολή μέχρι να επανέλθω.

<<Κάνε ένα διάλειμμα .Να ηρεμισεις.Δεν μπορείς έτσι να βοηθήσεις την κατάσταση>>.

<<Με βγάζεις στην απέξω ; Ντέμιαν  πες κάτι;>>
Τον κοίταξα που στεκόταν δίπλα της και διόρθωνε τα γυαλιά του.

<<Συγγνώμη Εύα είναι για το καλό σου,>>απάντησε.

<<Δεν μπορώ να πάρω διάλλειμα Έρη.Πρεπει να βρω τον Έλι.Ειδες τι έγινε και με τον Φίλιππο.Βασιζεται πάνω μου,>>είχαν διαλύσει το μυαλό του και εκείνος ήταν έτοιμος να με σκοτώσει.Η χειραγώγηση αυτού του είδους το ξέρω καλά έχει πολλές συνέπειες.Ειναι σαν να έχεις δύο εαυτους που παλεύουν μέσα σου.
Άπειρες φορές το είχαμε αντιμετωπίσει στην οργάνωση.Αλλα αυτό ήταν κάτι διαφορετικό.Εκεινος ο τύπος με έκανε να ανατριχιασω.
Ήταν μακάβριος ,σκοτεινός .Και οι γυναίκες του το ίδιο και οι ομάδα του.
Σαν τον Άγη αλλά πολύ που χειρότερα.

<<Ο χρόνος μετράει αντίστροφα.Αν δεν κάνω αυτό που πρέπει .Αν δεν τον κυνηγήσω δεν θα τελειώσει ποτέ,>>πήγα να σηκωθώ αλλά ο πόνος στο πόδι με έκανε να καθίσω πάλι, με την Όλιβ να τρέχει δίπλα μου.

<<Δεν ακούω κουβέντα.Εχεις γίνει απερίσκεπτη.Δεν μπορώ να διακινδυνεύσω τη ζωή σου σε όλο αυτό, ούτε την επιχείρηση.Αποκεφάλισες έναν άνθρωπο χωρίς έλεος,>>εγώ το έκανα αυτό;Πότε;Για να το έκανα θα του αξιζε.<<Οσο για τον Ελι και τα υπόλοιπα αστα πάνω μας,>>συνέχισε εκείνη.

<<Όχι ,δεν μπορείς να με βγάλεις από τις αποστολές.Προκειται για τον γιο μου.Πρεπει να τους προστατεύσω,>>της φώναξα και άρχισα να τιναζομαι στο κρεβάτι.
Πως μπορούσε να μου το κάνει αυτό;
Δεν γινόταν να με βγάλει έτσι έξω.
Όλη μου τη ζωή την είχα αφιερώσει στην οργάνωση.
Στην εκδίκηση.
Και τώρα στο να τους κρατήσω όλους μακριά από αυτούς που αγαπώ .

<<Μόλις το έκανα.Παρε τον χρόνο σου,>>τα τακούνια της ήχησαν από το δωμάτιο ,βγήκε έξω μαζί με τον Ντέμιαν που με κοίταξε με λυπηση ,ένα βλέμμα που δεν άντεχε και έκλεισε τη πόρτα από πίσω του.
Την είχα απογοητευσει και εκείνη, που πίστευε πάντοτε σε εμένα και στις δυνάμεις μου.

Είμαι δειλη και άχρηστη
Τα κατέστρεψα όλα.

Έσφιξα στα δάχτυλα μου το άσπρο σεντόνι ,με τόσο δύναμη που η βελόνα με τον όρο που μου είχαν βάλει στο χέρι μου κόντεψε να πεταχτεί από τη φλέβα μου.

Ήμουν εξοργισμένη.
Τι στο καλό να κάνω τώρα;Δεν μπορούσα να μείνω άπραγη.

<<Εύα,>>μου έπιασε τον ώμο η Όλιβ και γύρισα και την κοίταξα .

<<Δεν μπορεί να μου το κάνει αυτό Όλιβ πρέπει ->>

<<Χρειάζεσαι ξεκούραση Εύα,>>με κοίταξε με λυπημένο ύφος γεμάτο ανησυχία. <<Δεν σε έχω ξαναδεί έτσι,>>βήματα ακούστηκαν και η Άλις με τον Ρεν και τη Δάφνη μπήκαν μέσα.
Ήταν όλοι τους σε μαύρα χάλια.

Γιατί η αποστολή ήταν μια αποτυχία σκέτη.
Η ενέδρα που μας έστησαν μας κόστισε πολλά.

<<Πίστευα πως δεν θα ξαναγυρνούσες.
Είχες αυτό το βλέμμα το κενό
Λες και είχε φύγει η ψυχή σου.Χασαμε πολλούς σήμερα δεν μπορούμε να χάσουμε και εσένα,>>κομπιασε.

Η Άλις ήρθε σιωπηλά και ανέβηκε πάνω στο κρεβάτι και ύστερα πάνω μου.
Τύλιξε τα πόδια της γύρω από το κορμί μου και με έσφηξε στην αγκαλιά της.

<<Σε παρακαλώ απλά πάρε αυτό το διάλλειμα,>>είπε ανάμεσα στους λυγμούς της.
Τα χέρια μου δίσταζαν να την αγκαλιάσουν.
Δεν ήξερα τι να πω.<<Θέλουμε την παλιά Εύα πίσω.Δεν θέλω να σε χάσω.Ειδαι φίλη μου και πολύ παραπάνω από αυτό.Χωρις εσένα δεν ξέρω ποια ειμαι.Σε παρακαλώ κάντο για εμάς,>>σήκωσε το κεφάλι της.
Τα μάτια της γεμάτα δάκρυα.

Δεν αντέχω τον πόνο που προκαλώ.

Φαινόταν η ανησυχία στα μάτια τους και η απόγνωση τους.

<<Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε...>>
Είπε ο Ρεν.

Η Δάφνη βηματισε προς το μέρος μου και με φίλησε στο μέτωπο.

<<Δες το σαν διακοπές που δεν έκανες ποτέ.Ειναι Χριστούγεννα άλλωστε .Δες το έτσι σαν να παίρνεις άδεια.Και οταν γυρίσεις θα είμαστε εδώ.Θα φροντίσουμε και για τα σκυλιά σου μήνα αγχώνεσαι.Γι'αυτι είμαστε εμείς εδω>>.

<<Συγγνώμη,>>ψελλισα.

<<Μη ζητάς συγγνώμη,>>απάντησε η Όλιβ.<<Χρειάζεσαι ξεκούραση.Ο οργανισμός σου είναι σε άθλια κατάσταση και η ψυχολογία σου. Πάρε τον χρόνο σου και μην αγχώνεσαι για τα υπόλοιπα .Οι καργιολιδες μπορεί λίγο να περιμένουν.Δεν θα κάνουν τίποτα. Θα τους κρατάμε εμείς σε εγρήγορση.Πανε κάπου για να ηρεμισεις.Θα σου στείλω τα τελικά αποτελέσματα από τις εξετάσεις σου και αν χρειαστει κάτι να πάρεις με email>>.

<<Εντάξει>>.
Η Άλις με αγκάλιασε ξανά και εγώ χαμογέλασα.

<<Σε αγαπάμε να το ξέρεις,>>μου είπε χαμηλόφωνα.

<<Το ξέρω και εγώ>>.

Ήθελα να κλάψω αλλά ένιωθα πως είχα στερέψει.
Τι στο καλό θα έκανα και που στο καλό θα πήγαινα;

<<Υποσχεσου όμως πως θα γυρίσεις πίσω.Οχι μαλακίες,>>με κάρφωσε η Όλιβ.
Γνώρισε ξεκάθαρα πριν λίγο καιρό ποιες ήταν οι σκέψεις μου.
Να μη ζω
Να μην υπάρχω να βρω την Έμιλι .
Και τώρα πάλι έρχονται αυτές οι σκέψεις μόνο που κάτι με κρατάει .

Διακοπές. Δες το σαν διακοπές

Την πιο ακατάλληλη στιγμή έπρεπε να γίνει αυτό.
Αλλά έτσι όπως ήμουν ,ήμουν εντελώς άχρηστη .
Το σώμα μου ήταν αδυναμο.
Ζαλιζομουν ,είχα κόπωση.
Όλα ήταν σκατά .
Έτρωγα και έκανα εμετό ότι έβγαζα .
Ήμουν ένα ερείπιο.

Δεν μπορούσα να μείνω εκεί .
Ούτε να γυρίσω πίσω.

Ήμουν ένα καλούπι άδειο
Συνέχεια σκεφτόμουν το ποσο.είχα απογοήτευσει τους πάντες .
Και κυρίως την Έμιλι .
Που δεν μπόρεσα να κρατήσω την υπόσχεση μου να φέρω τον μικρό μας πίσω.

Εχανα το μυαλό μου και δεν σκεφτόμουν καθαρά

Εγώ δεν ήμουν ποτέ έτσι.

Θελω να εξαφανιστώ γιατί δεν νιώθω τίποτα
Δεν έχω τίποτα
Έχω χάσει τα πάντα μέσα σε μια στιγμή επειδή δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τον ευατό μου

Αυτό το τέρας μέσα μου έπαιρνε τον έλεγχο και εγώ το άφηνα χωρίς να υπολογίζω τις συνέπειες.

Πλήγωσα τόσους ανθρώπους για το τι ;
Μισώ τον ευατό μου αυτή τη στιγμή.

Αυτά σκέφτομαι την ώρα που κοιτάζω το σπίτι μας.
Δεν έχει αλλάξει.
Σε αυτό το μικρό δρόμο του Παρισιού, είναι σαν να έχει μείνει στάσιμο στο χρόνο.

Όπως το μυαλό μου.

Εδώ που ξεκίνησαν όλα και τελείωσαν.
Εδώ που έγινα αυτό που είμαι τώρα.
Εδώ που έχασα τα πάντα.

Δεν ξέρω γιατί σκέφτηκα να έρθω εδώ. Είχα χρόνια να επιστρέψω . Όταν πέθανε η Έμιλυ έκοψα κάθε επαφή με οποιονδήποτε άνθρωπο εδώ πέρα γιατί δεν ήθελα να γυρίσω και να κοιτάξω πίσω.

Και τώρα τραγική ειρωνεία της ζωης με έφερε πάλι εδώ.
Σαν κάτι να με καλούσε.
Δεν ήξερα αν έβρισκα το σπίτι στην ίδια κατασταση.
Αλλά δεν είχε αλλάξει .
Περίμενα να το δω με φώτα ανοιχτά αλλά ήταν κλειστό όπως ακριβώς όταν είχα φύγει.

Έφτασα αργά το απόγευμα στη Γαλλία.
Παρόλο που είχα κλείσει ξενοδοχείο τα βήματα μου με έφεραν εδώ.

Με τη βαλίτσα με τα ελάχιστα πράγματα μου μέσα αν και βαριά γιατί είχα αυτό το αναθεματισμενο κουτί της Έμιλι που η Άλις είχε βάλει μέσα.

<<Νομίζω πως θα το χρειαστείς αυτό,>>μου είπε καθώς την έκλεινε.

Τι να το έκανα το κουτί που μόνο φόβο και πόνο μου προκαλούσε;

Κοίταζα το παλιό μου σπίτι έτσι νεκρό .
Ούτε η γρεντζο από κάτω δεν είχε φως .
Πέθανε ζει ποιος ξέρει;

Ένας κόμπος έγινε το στομάχι μου.
Μου έλειπε και η βλαμμένη η σπιτονοικοκυρά μου.
Που τόσο καιρό εδώ είχε γίνει κάτι πολύ παραπάνω από αυτό .
Ήταν σαν μαμά μας ,φίλη .
Οικογένεια .
Όταν έφυγα την εγκατέλειψα και εκείνη ενώ με φρόντισε τόσο καιρό.
Δεν την ειχα πάρει ένα τηλέφωνο να δω πως είναι και τώρα μάλλον ήταν αργά.

<<Συγγνώμη,>>ψελλισα.

<<Δεν πίστευα ποτέ πως θα έβλεπα ξανά τον κώλο σου στα σκαλοπάτια μου,>>άκουσα τη φωνή από πίσω μου και χαμογέλασα .

Δεν είχε αλλάξει καθόλου.
Μόνο που τα ελληνικά της είχαν βελτιωθεί απίστευτα.

Γύρισα και την κοίταξα να κρατά τις σακούλες από τα ψώνια
Ο χρόνος ειχε περάσει από πάνω της αλλά είχε το ίδιο ηλίθιο χαμόγελο κάθε φορά που μου έσπαγε τα νεύρα.

<<Δεν πέθανες γρεντζο ακόμα;>>
Μισό γέλασα .

<<Έγω και γρεντζο;Αλλα μια ζωη έτσι τέτοιο στόμα είχες,>>με κοίταξε με νεύρο .
Για λίγα λεπτά κοιτούσε η μία την άλλη και ήταν σαν να μην είχε περάσει μια μέρα.
Σαν στα μάτια μας να παιζόντουσαν εκείνα τα ωραία χρόνια.

Έριξε τις σακούλες κάτω από τα ψώνια και άνοιξε τα χέρια της .

<<Έλα εδώ,>>μου φώναξε και εγώ μη κρατοντας τα δάκρυα μου άφησα την βαλίτσα και έτρεξα στην αγκαλιά της.

Και έκλαψα ενώ νόμιζα πως είχα στερέψει.

<<Μa douce fille(γλυκό μου κορίτσι),σώπα εδώ είμαι.Ω Θεος ξέρει πόσες προσευχές έκανα να είσαι καλά και να σε ξαναδώ πριν κλείσω τα μάτια μου>>.

<<Συγγνώμη,συγγνώμη που δεν->>
Έλεγα μέσα από τους λυγμούς μου.

<<Σώπα σώπα,έλα πάμε μέσα να ηρεμισεις,>>μου σήκωσε το πρόσωπο και σκούπισε τα δάκρυα μου με τα δάχτυλα της.
<<Φαίνεσαι σκατά.Μια μάσκα δεν βάζεις στο πρόσωπο;>>

Στροβηλισα τα μάτια και έπειτα γελάσαμε μαζί.

<<Έλα πάμε,>>με παρότρυνε και πήγαμε προς την είσοδο.

Προς έκπληξη μου την είδα να πατάει έναν κωδικό στο πληκτρολόγιο στη πόρτα και να εξασφαλίζει.
Ποτέ δεν τα είχε αυτά.

<<Μετά από όσα έγιναν ήταν αναγκαίο,>>μου είπε.

Μισό κατάπια για το πόσο ηλίθια ήμουν που δεν είχα σκεφτεί να την προστατεύσω.

Τα μισά γνώριζε αλλά και πάλι.

Της έπιασα το χέρι.

<<Μηνς αγχωνεσαι έχω ασφάλεια κάμερες παντού.Και κάτω από το μαξιλάρι ένα περίστροφο.Οχι πως θα κάνει πολλά αλλά τουλάχιστον δε θα πέσω μη προσπαθόντας.Αν και δεν έχει γίνει τίποτα μέχρι τώρα,>>άφησε τις σακούλες από τα ψώνια στον πάγκο.

<<Τσάι ,καφέ;>>

<<Τσάι,τσάι είναι εντάξει>>.

Γύρισε προς τη κουζίνα και άρχισε να ετοιμάζει στην τσαγιέρα το δόγμα και να βγάζει τα ποτήρια.

Το σπίτι της δεν είχε αλλάξει πέρα από τα συστήματα.
Αυτή η πόλη δεν είχε αλλάξει αν και στολισμένη για τς γιορτές.

Αλλά όλα είχαν αλλάξει όλα ήταν διαφορετικά.
Όσο και να λαχταρούσα και να φοβόμουν μεν να γυρίσω εδώ,κάτι είχε αλλάξει.

<<Ο Ελλι;>>
Είπε με δισταγμό έχοντας γυρισμένη τη πλάτη.

Δεν απάντησα και εκείνη αναστέναξε.
Έπειτα γύρισε και άφησε τα ποτήρια στο τραπέζι.

<<Πες μου τα πάντα,>>και αυτό έκανα.

Της είπα όλα αυτά τα χρόνια τη ζωή μου μέχρι τώρα.
Το τι είχα κάνει.
Το όσο έψαχνα τον Ελλι.
Για το κόσμο που γνώρισα.
Για την οργάνωση
Για τους φίλους μου
Για...τον Ορφέα.

Και πόσο σκατά τα είχα κάνει.

Δεν με έκρινε αλλά ανστεναζε σε κάθε τι που έλεγα.

<<Ξέρεις πόσο σας αγαπώ.Οταν έγινε όλο αυτό έχασα και εγώ ένα κομμάτι μου.
Έχασα τη ζωή ,το φως.Δεν το νοίκιασα το σπίτι ξανά.Δεν μπορούσα>>.

<<Εννοείς πως ειναι->>

<<Όπως ακριβώς το άφησες δεν έχω αλλάξει κάτι>>

<<Γιατί;>>Δεν ξέρω γιατί δεν είχε νοικιάσει το σπίτι έκανα πάρα πολύ επίπονο να μένει από κάτω εννοώ όλα αυτά είχαν συμβεί.

<<Δεν ξέρω απλά δεν μπορούσα,>>κόμπιασε για λίγο. Κοίταξε έπειτα από ταβάνι.<<πολλές φορές νομίζω ότι δεν έχει φύγει. Καμιά φορά στον ύπνο μου είναι σαν να την ακούω να φωνάζει,ακουω το γέλιο της και ξυπνάω και πιστεύω πως θα σας βρω πάνω στο σπίτι αλλά όλα είναι άδεια. Ήταν τόσο νέα . Θεέ μου Όσο το σκέφτομαι με πιάνει τρέλα πώς μπορούν οι άνθρωποι να το κάνουν στους άλλους ανθρώπους. Εσύ κορίτσι μου όλα αυτά που πέρασες πώς τα πέρασες μόνη σου; Είναι άθλος. Είσαι τόσο δυνατη>>

Μια δειλή είμαι αυτό είμαι.

<<Πίστευα πως όταν θα σε δω θα μου πεις καλά νέα και απογοητεύομαι πάρα πολύ δεν μπορείς να βρεις τονΕλι,και όλα αυτά που έχουνε γίνει.Θεε μου δεν το πιστεύω πως συμβαινουν αυτά ,στο κόσμο.Ξερεις για μια απλή γυναίκα σαν και εμένα όλα αυτά είναι εξωπραγματικά .Σαν ταινία φαντασίας Βλέπω το κόσμο να περπατά γύρω μου και να μη ξέρει όσα ξέρω εγώ.Και ακόμα που τα ξέρω δεν μπορώ να τα χωνέψω.Και πλέον τα βλέπω παντού.Αυτο είναι το κακό .Όταν ξυπνήσεις από τη λήθη ,δεν έχει γυρισμό.Πολλες φορές σκέφτομαι πως θα ήταν καλό να μην ξέρω αλλά από την άλλη ...Τον θυμάσαι τον Άλφρεντ στη γωνία είμαι σίγουρη πως είναι μπλεγμένος και αυτός,>>

Στροβηλισα τα μάτια.
Πάντα δεν τα πήγαινε καλά με τον συγκεκριμένο οπότε τώρα είχε ένα ακόμα έναυσμα να τον υποψιάζεται.

Έφερε το τσάι στα χείλη μου.

<<Μη με κοιτάς με αυτό το υφος μικρή.Ειμαι σίγουρη.Βγαινει στο μπαλκόνι και ποτίζει τα λουλούδια του Και μάντεψε .Είναι όλα πλαστικά.

Μα το Θεό αλήθεια τώρα;

<<Αυτό δεν τον κάνει ύποπτο.Ουτε μέλος μια παγκόσμιας εγκληματικής οργάνωσης>>.

<<Και αν όλα αυτά είναι για καμουφλάζ;Ειναι περίεργο.Ποιος ποτίζει πλαστικα μ λουλούδια;>>Ελεγε και τίναζε τα χέρια στον αέρα .

Μου έλειψε .
Μου έλειψε πολύ.

Συνεχισαμε για λίγη ώρα τη συζήτηση με εκείνη να φτιάχνει φαγητό .

Το βλέμμα μου έπεφτε πάνω στην οροφή
Δεν το πίστευα πως είχε αφήσει τα πάντα έτσι όπως ήταν.
Δεν ξέρω αν έχω το κουράγιο να τα αντικρίσω.
Γι'αυτό και τα είχα αφήσει πίσω.

<<Μου είχε γράψει ένα γράμμα,>>είπε μπουκόνωντας την μακαρονάδα.

<<Ποιος;>>

<<Η Έμιλι,>>σαστισα .
<<Το βρήκα μετά από καιρό χωμένο στο συρτάρι>>.

Σοκαρισμένη άρχισα να τρέμω.

<<Και...τι....έγραφε ;>>
Τι θα μπορούσε να τις είχε γράψει που να μην ήθελε να ξέρω.

<<Τίποτα ιδιαίτερο.Με ευχαριστούσε για όλα.Για τη βοήθεια που σας έδινα.Πως με έβλεπε σαν μαμά της,>>κόμπιασε και άρχισε να στριφογυρναει το πιρούνι στην μακαρονάδα .
<<Και να μη σε αφήσω να κάνεις καμία μαλακία όταν φύγεις.Να σε ταρακούνησω να ζήσεις>>.

Η μπουκιά μου κάθισε στο στόμα.
Φυσικά θα το έκανε αυτό
Να επιστρατεύσει τα μεγάλα μέσα για με με σώσει.
Ήταν τόσο αυτή όλο αυτό.

<<Ωραία,>>απάντησα κοφτά συνεχίζοντας να τρώω .
Ένιωθα να με καρφώνει με το βλέμμα της και περίμενα να ξεκινήσει το κήρυγμα .
Μόνο που δεν το έκανε αντί αυτού είπε.

<<Η ζωή δρα με μυστήριους τρόπους.Ποτε δε θα καταλαβουμε γιατί γίνονται κάποια πράγματα .Μπορεί να είναι άδικα αλλά γίνονται.Αλλα η ζωή είναι γεμάτη θαύματα Απλά πρέπει να κοιτάξεις και να μη κλείσεις τα μάτια>>.

Την κοίταξα για λίγο και μου χαμογέλασε.

<<Αυτός ο ξανθός ο Ορφίος>>.

<<Ορφέας>την διορθώσω.

<<Ορφέας ,Ορφίος,>>κούνησε τα χέρια σαν να έδιωχνε κάτι.<<Ακούγεται για καλό παιδί Και πρέπει να είναι όμορφος>>.

<<Είναι>>.

<<Ακούγεται πως σε αγαπάει>>.

<<Ναι πολύ>>.

<<Και εσύ;>>

<<Εγώ τα σκατωσα,>>μπουκωσα και άλλο μακαρόνι.

Μου σήκωσε το φρύδι.

Το κινητό μου μας διέκοψε και ένα μήνυμα λες και ήξερε πως μιλούσαμε για εκείνον εμφανίστηκε.

Ορφέας.
Καλά Χριστούγεννα Όμορφη.
Θα ήθελα να ήσουν εδώ.
Θεέ μου, μου λείπεις τόσο πολύ
Μη κάνεις καμία βλακεία.
Σταμάτα .Το ξέρω πως είσαι εσύ σε αυτά που γράφουν .Σταμάτα σε παρακαλώ.Γυρνα πίσω θα βρούμε λύση.
Σε παρακαλώ .Δεν χρειάζεται να είμαστε μαζί αν δε θέλεις.Απλα θέλω να είσαι καλά.Ανησυχω.

Γύρισα την οθόνη ανάποδα .
Η καρδιά μου ζεστάθηκε και χαμογέλασα στη σκέψη του,στο τι έκανε πως ήταν ο ς ανησυχούσε και δεν ήθελα να ανησυχεί.
Αλλά έπειτα όσο γρήγορα ήρθε το χαμόγελο έφυγε.
Όπως το φως που έσβησα στα μάτια του.

Ηταν πρώτη μέρα Χριστουγέννων και εγώ το είχα ξεχάσει.Σημερα είχε γενέθλια και η Ξένια .
Η καρδιά μου ραγίζει ξανά καθώς σκεφτόμουν τι έκαναν .

Είχα και άλλα μηνύματα στο κινητό αλλά δεν μπορούσα να τα ανοίξω.
Ήξερα από ποιους θα ήταν.

Αναστέναξα και συνέχισα να τρώω.

Μπλόκαρε τις σκέψεις.

Το βλέμμα της ακόμα με κάρφωνε αλλά αυτή τηφορά ένα μειδίαμα εμφανίστηκε στο πρόσωπο της .

<<Τι;>>
Την ρώτησα.

<<Τίποτα>>.

Άρχισε να με εκνευρίζει.

<<Ξεστόμισε το γρεντζο ,>>είπα μπουκωμενη.

Μια πιρουνια μακαρόνια έπεσε στα μούτρα μου και εκλεισα απότομα τα μάτια.
Μόλις μου το είχε πετάξει πάνω μου και είχε σκάσει στα γέλια .

Έφερα τα χέρια μου στο πρόσωπο μου και έδιωξα την αηδία που έπεσε πάνω μου.

<<Θα σε σκοτώσω,>>γέλασα .

<<Αυτό είναι,>>είπε εκείνη.

<<Ποιο πάλι;>>

<<Γέλα Belle,πάντοτε να θυμάσαι όσο δύσκολα και να είναι όλα πάντοτε θα υπάρχει κάποιος που θα μας κάνει να γελάμε .Και αυτό είναι ο,τι πιο πολύτιμο>>.

Άσαχι έπαθε τι στον πουτσο;
Και τώρα που λέμε Άσαχι που στο διάολο ήταν όταν εγώ ήμουν στο κρεβάτι;Δάσκαλος να σου τύχει αλλά θα τον στρώσω όταν γυρίσω.
Αν με αφήσει η Έρη να γυρίσω.
Συγκεντρώσου Ευα.

<<Μπορείς να μείνεις όσο θες,>>μου είπε καθώς στεκομουν στην πόρτα από το παλιό μου σπίτι.

Όλα ήταν όπως παλιά.
Τίποτα δεν είχε μετακινηθεί.

<<Καμιά φορά ανεβαίνω για να το καθαρίσω.Αλλα δεν μπορώ να κάτσω πολύ.Ειναι....>>.

Οδυνηρό το ξέρω.
Κρατούσα σφιχτά στο χέρι μου το μενταγιόν με την αλεπού.
Δεν το είχα βγάλει ούτε σκόπευα.
Ήταν ένα κομμάτι του
Ένα κομμάτι που θύμιζε εκείνον.

Το φως του φεγγαριού έλουσε τη κουζίνα όταν προχώρησε μέσα και άνοιξε τα παράθυρα.
Κρύος αέρας μπήκε μέσα και με αυτόν τον άνεμο Όλες οι μνήμες νες άρχισαν να παίρνουν σάρκα και οστά.

Την έβλεπα να τρέχει μέσα στο σαλόνι να κυνηγάει τον Ελι και να γελάνε .

Εμάς στη κουζίνα να τρώμε και ο μικρός να πετάει τη φρουτοκρεμα στα μούτρα μας

Να κάνουμε έρωτα πάνω στο καναπέ και να μαζευόμαστε απότομα γιατι ο μικρός είχε καταφέρει να σκαρφαλώσει από τη κούνια του και να στέκεται στο διάδρομο τρίβοντας το πρόσωπο του από τη νύχτα.

Να χορεύουμε.
Να μου δείχνει τα καινούργια της φορέματα.

Χαρούμενη.
Ήμουν χαρούμενη .
Ένιωθα σπίτι.
Αλλά τώρα....

Η πρώτη μέρα που μπήκαμε μέσα στο σπίτι μαζί του.
Εγώ να τον κρατώ αγκαλιά με το καλαθάκι του στο χέρι .

Φαντάσματα περνουσαν από μπροστά μου και εγώ απλά με κάποιο τρόπο ήθελα να τα κρατήσω εδώ για πάντα .
Να με στοιχειώνουν .

Το κινητό μου δονήθηκε και όλα εξαφανίστηκαν .
Το πήρα στα χέρια μου και είδα το email από την Όλιβ .
Μάλλον ήταν τα αποτέλεσματα των εξετάσεων μου και τα φάρμακα που θα έπρεπε να πάρω.
Δεν το άνοιξα όμως Δεν έχω όρεξη
Όπως την άλλη φορά ξέρω πως θα μου δώσουν τίποτα ηρεμιστικά και συμπληρώματα.
Είναι λογικό πως θα έπρεπε να πάρω αντιβίωση λόγο των τραυμάτων για να αποφευχθεί η φλεγμονή και η μόλυνση,οπότε μόνο αυτό θα πάρω.

Γάμα το.

<<Θα είσαι εντάξει;>>
Με ρώτησε ερχόμενη δίπλα μου.
<<Αν θες μπορείς να μεινεις σε εμένα >>.

<<Όχι εντάξει θα είμαι,>>είχα ακυρώσει το ξενοδοχειακό.

Ίσως ήταν λάθος που αποφάσισε να μείνω εδώ.
Αλλά ήταν καιρός να έρθω αντιμέτωπη με τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Είτε θα τα έδιωχναν ή θα με κατασπάραζαν.

Όπως και να έχει όμως δεν έχω τίποτα να χάσω γιατί τα έχασα όλα.

Η πόρτα έκλεισε από πίσω μου και εγώ έπεσα στο πάτωμα .
Η απόλυτη κατάρρευση ,ασταματητα τα δάκρυα.

<<Έμιλι,γύρισα σπίτι,>>ψελλιζα και σαν έμβρυο στο κρύο πάτωμα έτρεμα ασυστολα.

<<Belle,>>άκουγα τη φωνή της.
<<Belle,>>άκουγα τη φωνή του.

Μου βασάνιζαν το μυαλό.

Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν κάπως έτσι με εμένα να παίρνω την ώρα μου κάτω με την γρεντζο να μου μαγυρευει και έπειτα να ανεβαίνω πάνω να κλείνονται στο δωμάτιο μας και να κλαίω.

Οσός καιρός και να είχε περάσει το άρωμα της ήταν ακόμα μέσα στο σπίτι.
Ή τουλάχιστον εγώ το μύριζα.
Γιατί μετά από τόσο καθάρισμα θα είχε φύγει.
Αλλά ήταν ακόμα εδώ.

Σήκωνα τον ευατό μου να περπατήσει στο Παρίσι στους δρόμους στα σοκάκια,που ήταν όλα στολισμένα για τις γιορτές.

Ο πυργοςς του Άιφελ ήταν στολισμένος με φώτα και αυτός.

Κόσμος , φωνές,γέλια.
Παντού.

"Belle"

Και εγώ ένα φάντασμα του ευατου μου μέσα στο πλήθος .
Με ένα καφέ στο χέρι απλά να κοιτάζει το κενό.

Ένα ζευγάρι μπροστα μου έδινε ένα φιλί και έβγαζαν φωτογραφίες.

Θα του άρεζε τόσο πολύ εδώ.
Σαν παλαβός θα έκανε .
Όπως στο Λονδίνο.

Έκανα βόλτες στα στολισμένα τα μαγαζιά.

Στα ζαχαροπλαστεία με τα άπειρα γλυκά και κάθε είδους χριστουγεννιάτικου γλυκισματος.

Αν εμπαινε εδώ μέσα όλα θα τα έτρωγε.
Δύο βαλίτσες θα χρειαζόμασταν για την επιστροφή.

Όπου και να στεκομουν και να πήγαινα έβλεπα την Έμιλι,όλες μας τις αναμνήσεις.
Αλλά μετά την θέση της έπαιρνε το ξανθό μου αγόρι.
Είχα κουραστεί με το μυαλό μου να παίζει παιχνίδια.
Να με κάνει να σκέφτομαι τόσο πολύ
Να τον σκέφτομαι τόσο πολύ.

Όλα γύρω μου δεν είχαν σημασία.
Ούτε τα κομπλιμέντα που άκουγα όταν με προσπερνούσαν,ούτε οι φωνές τα γέλια.
Μόνο εκείνος ήταν στο μυαλό μου και έπαιρνε τη θέση τους.

"Belle"

Και εγώ κρατιομουν .
Το ίδιο μου το μυαλό έπαιζε παιχνίδια.
Τους έβλεπα και τους δύο παντού.
Αλλά πιο πολύ εκείνον.

Δε θα φύγεις ποτέ έτσι;
Θα είσαι η τιμωρία μου .
Ας είναι.
Δε θέλω να φύγεις.

Το κινητό μου το είχα στο αθόρυβο.
Είχα πει πως αυτές τις μέρες που θα είμαι εδώ ,μια φορά την ημέρα θα το κοιτάζω.

Όταν τα πόδια μου με έφερναν πάλι πίσω στο σπίτι,στεκομουν για κάποια λεπτά απέξω και το κοιτούσα.

Ακόμα ήταν άχρωμο, χωρίς ζωή.
Τίποτα δεν θύμιζε το παρελθόν.

Κοίταξα στο δίπλα μπαλόνι που ο γείτονας πότιζε τα λουλούδια και μιλούσε στο τηλέφωνο.
Όντως πότιζε τα πλαστικα λουλούδια τα οποία ήταν καλής ποιότητας γιατί φαίνονταν πολύ αληθινά.

Μιλούσε στα γαλλικά και από τα λίγα που κατάλαβα μου λύθηκε η απορία γιατί τα πότιζε.

Η γυναίκα του αγαπούσε τα λουλούδια αλλά ήταν άσχετη όπως και αυτός και για να μη τη στεναχωρίσει και να τη βλέπει να κλαίει καθε φορά που πέθαινε  τα είχε αντικαταστήσει με πλαστικά ώστε να νομίζει πως άνθιζαν κάτω από τη φροντίδα της.

"Δε θέλω να τη βλέπω να κλαίει.Καθε φορά που χάνει ένα λουλούδι γίνεται κομματια.Καλα θα το καταλάβει κάποια στιγμή αλλά για λίγο έστω θέλω να χαμογελάει Και δεν είναι και άσχημα".

Και καλά μέλος εγκληματική οργάνωσης.

<<Ακόμα πιστεύει πως δεν το έχω καταλάβει,>>ακούστηκε μια γυναικεία φωνη στα γαλλικά από πίσω μου και γύρισα και την κοίταξα .

Η ξανθιά γυναίκα γύρω στα σαράντα κάτι,τον κοιτούσε και χαμογελούσε.

<<Δεν του το είπες;>>
Ρώτησα την άγνωστη.

<<Όχι, και δεν πρόκειται ακόμα.
Το θεωρώ πολύ γλυκό .Είναι ο τρόπος του να δείχνει πως με αγαπάει,>>χαμογέλασε.
<<Είσαι η Εύα έτσι;Η σπιτονοικοκυρά σου μιλάει συνέχεια για εσένα.Εισαι σαν κόρη της.Ηρθες για να μείνεις μόνιμα;Αμάν έκανε να σου γράψει το σπίτι;>>

<<Τι έκανε λέει;>>

<<Ωχ δε στο είπε;Συγγνώμη μάλλον στο κράτησε για εκπληξη και το χαλασα.Συγγνωμη.Πρεπει να φύγω,>>σήκωσε τη σακούλα με τα ψώνια .<<Έχω πράγματα για τη κατάψυξη .Θα ξεπαγωσουν.Ελπιζω να μείνεις να σε δουμε.Να έρθεις για καφέ θα σε περιμένω οποτε μπορείς >>.

Βρε τη γρεντζο.
Θα την κανονίσω αργότερα .

Μηχανικά έμπαινα κάθε μέρα μέσα στο σπίτι .
Έβαζα τα πράγματα που έπαιρνα από το σούπερ μάρκετ στα ράφια και έπειτα καθόμουν στο καναπέ άνοιγα τη τηλεόραση μέχρι να με πάρει ο ύπνος εκεί.
Στο δωμάτιο δεν τολμούσα να μπω.
Μια φορά τόλμησα όταν έβαλα τα πράγματα και εκείνη ήταν εκεί ,ακίνητη ,αγχρωμη στο κρεβάτι.
Βγήκα τρεχοντανς και δεν ξανά πλησίασα.
Και ο καναπές μια χαρά ήταν
Τόσα λεφτά είχα δώσει.

"Belle"

Αν ήταν να πεθάνω ας πέθαινα εδώ.
Γιατί όσο περνούσαν οι μέρες τίποτα δεν γινόταν διαφορετικό.
Μπορεί να ηρεμούσε κάπως μέσα μη έχοντας όλο τον πανικό στο μυαλό μου.

Αλλά τα βράδια η εφιάλτες έρχονταν ξανά .
Ο Ορφέας μικρός.
Η Έμιλι.
Ο Ελάιζα, τα παιδιά .

Άνοιγα την πόρτα από εκείνο το καταραμένο δωμάτιο που βρήκα το μικρό και όλα ήταν ....
Αίματα παντού...
Κορμιά παντού...
Γνωστά κορμιά...
Γνωστά πρόσωπα...
Ξανθά ,μελαχρινά...
Τα δικά μου πρόσωπα...
Αυτά που αγαπώ...
Και εγώ...
Είχα φτάσει πάλι αργά.

Και έπειτα έπαιζαν όλα τα βίντεο σε επανάληψη στο μυαλό μου.
Μια υπενθύμιση πως είχα αποτύχει.
Αροαχα έπειτα το κινητό για να πάρω την Έρη να την κάνω .Να της πω πως θα γυρνούσα με το ζόρι.
Αλλά το άφηνα ξανά.
Τι να έκανα,ένιωθα πως δεν ήμουν ο ευατος μου και αυτό θα μας κόστιζε.
Έπρεπε να αλλάξει αυτό κάπως.
Ή να σταματήσει.

Σηκονωμουν ουρλιάζοντας με τον ιδρώτα να με λούζει.
Ήθελα να πεθάνω.
Ήθελα ξανά να πάω κοντά της γιατί ένιωθα τόσο δειλή και και μικρή.

"Belle"άκουγα τη φωνή του.
Και έπειτα έτρεχα έξω από το δωμάτιο να τον ψάξω αλλα όλο το σπίτι ήταν άδειο.

Ηλίθια.
Δεν ξέρει καν που είναι αυτό το σπίτι ή πως είσαι εδώ.

"Belle"άκουγα τη φωνή της και έτρεχα πάλι πίσω στο δωμάτιο.Αλλα και εκείνο ήταν άδειο.

Ηλίθια.
Έχει πεθάνει.

Κάπου στη τέταρτη μέρα ο καφές αντικαταστάθηκε με κρασί.
Μπας και σιωπήσουν τα όνειρα.
Όσα και να έβλεπα εκείνη όμως δεν ερχόταν.
Την φώναζα με το μυαλό μου αλλά τίποτα .
Ίσως είχε θυμώσει.
Ίσως δεν ήθελε να με δει.
Αλλά αν σκεφτώ αυτά που έλεγε ο Ορφέας είναι η Ηρώ.
Αυτά τα περίεργα αν ήταν αλήθεια,θα μπορούσε να έρθει.
Έστω και μια φορά.

Θέλω απλά να σε δω.

Αλλά όσο και να έπεινα ολο αυτο το βαρος δεν έφευγε γινόταν χειρότερα.

Όσο και να προσπαθούσε η να με βοηθήσει η γρεντζο τίποτα δεν άλλαζε.
Έβλεπα πως γίνουν χειροτερα.

"Belle"

Έφτανε και η πρωτοχρονιά και όλα ήταν στον ρυθμό της.

Εμένα μου θύμιζε τι ποσό μόνη ένιωθα αυτές τις μέρες.
Και ήθελα να γυρίσω πίσω στους φίλους μου στην ομάδα να τους πω πως είμαι καλά.Πως επέστρεψα.
Αλλά έπειτα η αλήθεια με έπνιγε.
Δεν ήμουν καλά.
Εχανα τη δύναμη μου.
Την θέληση μου.

Κοίταξα το κινητό μου αλλά ήταν άδειο από ειδοποιήσεις.

Με ξέχασαν ήδη .

Θα έπρεπε να τελειώσουν όλα εδώ και τωρα.
Να μη νιώθω έτσι.

Παραμονή Πρωτοχρονιάς και εγώ από το μεσημέρι ήμουν στη κουζίνα με ένα ποτήρι κρασί.

Η σπιτονοικοκυρά μου είχε φύγει εδώ και δύο μέρες πριν, με τις φίλες της σε μια πόλη παραδίπλα για να γιορτάσουν την αλλαγή και θα γυρνούσε τη δεύτερη μέρα.

Μάταια προσπάθησε να με πείσει να πάω .
Αλλά δεν τα κατάφερε.

Κρασί.
Σπίτι.
Ίσως καμία ταινία.
Ίσως....

Καθόμουν στο σαλόνι βλεοξναυς και ηλίθια ρομαντική κομεντί Χριστουγέννων.

Όταν ξαφνικά ένας άνεμος δυνατός άνοιξε το παράθυρο στη κρεβατοκάμαρα.
Ο ήχος με τρόμαξε με αποτέλεσμα το κρασί να πέσει από τα χέρια μου.

<<Γαμώτο,>>ψελλισα καθώς πήγα να μαζέψω τα κομμάτια με γυμνά χέρια η ηλίθια.

<<Άουτσ,>>ανφωνησα καθώς το αίμα έτρεχε αποτ ο δάχτυλο μου και το έβαλε στο στόμα.

<<Belle,>>άκουσα τη φωνή της ξανά και ο άνεμος ξανά φυσικές έντονα.

Ένα γδούπος βαρύς ακούστηκε από το δωμάτιο.

Ωραία και παραισθήσεις.
Είναι απλά ο άνεμος Εύα.
Δυνατός άνεμος μεν για να ανοίξει το παράθυρο ,αλλά δεν παύει να είναι κάτι απλό
Δεν υπάρχουν φαντασματα ούτε ακούς φωνές.

Με γρήγορα βήματα πήγα στο δωμάτιο και κοντοσταθηκε στη πόρτα.

Τίποτα δεν ήταν περίεργο πέρα από το ανοιγεμνο παράθυρο.
Η κούνια ,το κρεβάτι εκεί .
Η βαλίτσα μου...
Το μπαουλ-

Για μισό λεπτό.
Αφού το είχα βάλει πάνω στο κομοδίνο .
Πώς έπεσε;

Το βράδυ αντικείμενο είχε πέσει στο πάτωμα.
Είχε ανοίξει και όλα τα γράμματα ήταν οεσμεα στο πάτωμα.

Στεκομουν ακίνητη και τα κοιτούσα.
Τόσο καιρό τα απέφευγα και τώρα με κάποιο τρόπο αυτό με φώναζαν.

Δεν μπορώ.
Δεν μπορώ.

Ετριψα με τα χέρια μου το πρόσωπο μου .
Πήρα μια βαθιά ανάσα.
Θα τα μάζευα γρήγορα και θα τα εβαζα ξανά μέσα.
Δε θα τα άνοιγα.

Έσκυψα και άρχισα να μαζεύω.
Ήταν πολλά πρα πολλά.
Δεν τα είχα μετρήσει ποτέ.
Καθώς τα έβαζα στο κουτί μια φωτογραφία έπεσε στο πάτωμα.

Είμασταν οι τρεις μας.
Ήταν η φωτογραφια που είχα στο κινητό.
Το έβγαλα .

Αλλά με εκπληξη δεν ήταν στην οθόνη.

Ήμουν εγώ με τον Ορφέα κάτω από το χιόνι να μου φιλάει το μάγουλο.

Πότε την άλλαξα;

Πήρα τη φωτογραφία στα χέρια μου ακόμα κρατοντας το κινητό στο άλλο και την κοίταξα.

<<Είμαι δειλη έτσι δεν είναι;>>>μίλησα στις φωτογραφίες λες και περιμενα απάντηση.
<<Πιστεύατε σε εμένα και εγώ τα σκατωσα>>.

Ένα αερακια αυτή τη φορά φύσηξε μέσα στο δωμάτιο και σήκωσε τα γράμματα στον άερα.

Άρχισα να απλώνω τα χέρια μου για να τα αρπάξω και να μη φύγουν.

Τι στο καλό με αυτά τα γράμματα;

Έπιασα ένα δύο στον αέρα αφήνοντας τη φωτογραφία και το κινητό να πέσει χωρίς να το κατάλαβα.

Έχασα την ισσοροπία μου και έπεσα σχεδόν μπρουμυτα στο κρεβάτι.

Γαμώτο.

Σε αργη κίνηση έπεσε ένα γράμμα μπροστά μου.
Μια σελίδα με τον γραφικό της χαρακτήρα.

Σαν να μου έλεγε διάβασε τα επιτέλους.

Αμάν βρε Έμιλι .

Έκλεισα τα μάτια για να μην αντικρίσω τη σελίδα. Δεν ήμουν έτοιμη να το κάνω αυτό. Πέρα από το πρώτο γράμμα δεν τα είχε αγγίξει καθόλου. Αυτό το κουτί θα σαι το κουτί της Πανδώρας. Ότι και να έκρυβε μέσα ήταν ένα μυστικό που ίσως δεν θα έπρεπε να ανοιχτεί ποτέ και αυτό με φόβιζε.

Μισό άνοιξα το ένα μου μάτι πήρα μία βαθιά ανάσα και είπα στον εαυτό μου ότι είμαι ηλίθια όπως είναι απλά γράμματα και τι θα μπορούσε να έχει μέσα τι χειρότερο θα μπορούσε να έχει μέσα από ότι είχε συμβεί.

Πήγα στην κουζίνα και έφερε το μπουκάλι κρασί ένα καινούργιο ποτήρι.
Τα μάζεψα από το πάτωμα πήρα μία βαθιά ανάσα φτιάξε μου το διαβάζω.

Ορίστε Έμιλυ εδώ είμαι ό,τι θες να μου πεις εγώ θα το ακούσω και ας με καταστρέψεις.

Πρώτο γράμμα.
Δεύτερο γράμμα.
Τρίτο γράμμα.
Τεταρτο .
Πέμπτο.

Δάκρυα .
Δάκρυα παντού καθώς τα κράταγα.
Είχα κατεβάσει ένα ολόκληρο μπουκάλι κρασί.
Σε αυτά τα γράμματα που τόσο φοβόμουν δεν ήταν κάτι τρομακτικό.
Πίστευα πως θα έγραφε για το Τρίγωνο λεπτομέρειες μυστικά .
Όσα είχε περάσει.

Πέρα από το πρώτο γράμμα όλα ήταν διαφορετικά.

Ήταν η ζωή μας.

Σαν ημερολόγιο .
Όλα καταγεγραμμένα.
Κάθε όμορφη μας στιγμή.

13 Απρίλιου.
Ο Ελάιζα περπάτησε....

23 Μαϊου
Η Εύα πήγε κομμωτήριο και έβριζε γιατί τις τα πήραν παραπάνω .
Της έκανα αχαλίνωτο σεξ για να ηρεμισει.

25 Φεβρουαρίου.
Μαλώσαμε για μια βλακεία .
Έφυγε από το σπίτι και κλασικά μετά από πέντε λεπτά γύρισε άνοιξε τη πόρτα και μου είπε με ύφος "Είναι πολύ δύσκολο να σου θυμώσω.Να πάρουμε πίτσα;"

Γέλασα.

Σε κάθε γράμμα ήταν όλη μας η ζωή.
Όλες οι χαρούμενες στιγμές από τη μικρή μα ςηλικοα μαζί μέχρι το τέλος.
Τίποτα οδυνηρό.
Ούτε κακές στιγμές .
Τίποτα .
Μόνο τα χαρούμενα.

Ο γάμος μας
Η γέννηση του μικρού.
Όλα ήταν με λεπτομέρειες γραμμένα.

Είχα μουσκεψει με τα δάκρυα τα γράμματα όλα και με δυσκολία διάβαζα .
Παίζει να ήταν και από το ποτό .

Είχε φτάσει απόγευμα και εγώ ακόμα διάβαζα.

Μαλακισμένο πως το έκανες αυτό;
Πώς δεν το πήρα χαμπάρι.

Φτάνοντας στο τελευταίο γράμμα το ανοίγω και ενώ περιμένω να είναι ένα κατεβατό,σαστιζω γιατί το μόνο που βρίσκω είναι μια  φωτόγραφια μου.

Μια άθλια φωτογραφία .
Που κοιμάμαι στο κρεβάτι σαν μη πω τι.
Σαν σαλάχι με το σαλακι να τρεχει .

Αν είναι δυνατόν.

Γύρισα τη φωτογραφία ανάποδα.

"Ξέρω θα με βρίζεις για τα γράμματα.
Δεν το έκανα για να σε στεναχωρήσω.
Ήθελα να σου δείξω πόσο φως είχαμε στη ζωή μας παρόλο το σκοταδι.
Το χάσαμε Belle.
Εγώ και εσύ.
Εσύ και εγώ.
Μαζί.
Μπορει να με βρίζεις για τη φωτογραφία αλλά εγώ τη λατρεύω.
Είσαι η Όμορφη μου με τις ατελείες της και εγώ σε αγαπώ για αυτό που είσαι.
Δεν είσαι όμορφη μόνο για την εμφάνιση αυτό δεν έχει σημασία.
Ησουν ότι Όμορφο είχα στη ζωή μου.
Γιατι η καρδιά σου είναι Όμορφη.
Η ψυχή σου είναι όμορφη.
Χωράει τους πάντες.
Θυσιάζεται για τους πάντες.
Και όσο και να νομίζεις πως δεν είσαι δυνατή κάνεις λάθος
Είσαι ο πιο δυνατός άνθρωπος στο κόσμο.
Εγώ ήμουν ένα πέρασμα από τη ζωή σου
Σου το έχω πει δεν ανήκεις σε εμένα .
Ανήκεις στο φως.Εγω ήμουν απλά μια ευλογία του.
Και αν νομίζεις πως το έχεις χάσει και έχεις πέσει στο σκοτάδι ,ψαξτο ή θα σε βρει αυτό .Αν και έτσι ηλίθια που είσαι ,θα κάνεις μαλακία το ξέρω.Μη γελάς.Αλλα το έχεις Εύα.Και για όνομα έχω πεθάνει μη κλαις πια .
Σε αγαπώ τόσο πολύ.Ζήσε.Υπήρξαμε εμείς οι δύο και θα υπάρχουμε για πάντα.
Δε θα σε αφήσω ποτέ
Ζήσε για εμένα.
Για εσένα.
Για εμάς.
Ξεροκέφαλη μου μελοπιτα".

Μελοπιτα.
Γαμώτο .
Έσφιξα τη φωτογραφία στα χέρια μου.
Όλο το σώμα μου πονούσε
Έτρεμα από το κλάμα.
Ήμουν χαρούμενη και δυστυχισμένη μαζί.Κουλουριαστικα στο κρεβάτι.
Δεν είχα κουράγιο να σηκωθώ.
Έκλαψα μέχρι να με πάρει ο ύπνος.

"Belle"

Όχι ,όχι μη φύγεις δε θέλω να φύγεις.
Θέλω να σε δω.
Θέλω να είμαι μαζί σου.
Να είμαι χαρούμενη.
Μου λείπεις.
Τα έχω κάνει σκατά.
Δεν μπορείς απλά να το κάνεις αυτό και ν μην ....
Σε παρακαλώ Έμιλι....
Για μια φορά ακόμα...
Σε παρακαλώ ...

Απλά φιλιά γαργαλανε το στομάχι μου.
Το φως που μπαίνει στα μάτια μου καθώς τα ανοίγω αργά είναι δυνατό και βάζω το χέρι μπροστά.
Υγρά χείλη φιλάνε το δέρμα μου.

Όνειρο.
Εμαι σε όνειρο;

<<Συγγνώμη Βelle,έχει μεσημεριασει έπρεπε να σε ξυπνήσω γιατί είναι έτοιμο το φαϊ>>.

Δεν είναι δυνατόν;

Άνοιξα απότομα τα μάτια μου.
Και εκεί πάνω μου καθισμένη στα πόδια μου ήταν εκείνη.

<<Αnge,>>φώναξα σαστησμενη και την άρπαξα στην αγκαλιά μοξ.

Το δέρμα της
Η ανάσα της .
Το άρωμα της.Εδω είναι.
Είναι στα αλήθεια εδώ.
Την νιώθω.
Όλα ήταν όνειρο τελικά .
Είναι ζωντανή.

<<Ε,Ε,Ε,belle θα με πνειξεις,>>
Διαμαρτυρηθηκε καθώς την εσφιγγα περισσότερο.

<<Συγγνώμη,>>την άφησα.

Το χαμόγελο της έσκασε σαν ηλιαχτίδα .

<<Καλημέρα ,αν και μεσημέρι,>>μου είπε.

Έφερα τα δάχτυλα μου στις μπούκλες τις μια τις παραμέρισα αποτ ο πρόσωπο της .

<<Πώς γίνεται αυτό;Εσύ είχες πεθάνει;>>
Ψελλισα.<<Είσαι εδώ>>.

Το χέρι της χτύπησε τον ώμο μου δυνατα.

<<Άρχισες πάλι αυτές τις μαλακίες.Ονειρευόσουν πάλι;Δεν είμαι νεκρή ζωντανη είμαι.Και αν δεν σηκωθείς τώρα και κρυώσει το φαγητό εσύ θα είσαι νεκρή.Εφτιαξα ισπανικό.Σηκω,>>κατέβηκε απότομα από το κρεβάτι .

Χαμογέλασα.
Ήταν εδώ ζωντανή.
Πώς είχε γινεια αυτό δεν μπορούσα να καταλάβω;Ήμουν σε όνειρο;Όχι την ένιωθα.
Άρα ίσως όλα αυτά που έβλεπα και ζούσα να ήταν εφιάλτης;
Και να μην ήταν πραγματικά.

<<Καλά έρχομαι,>>πέταξα το σεντόνι από πάνω μου.
<<Ο Ελι που είναι ;>>
Ρώτησα καθώς κοίταξα τριγύρω στο δωμάτιο.
Ήταν τόσο σπίτι μας .

<<Κάτω.Τον πήγα για να έχουμε την ηρεμία μας για λίγο.Κουζινα τώρα,>>με έδινε με το δάχτυλο.

<<Καλά,>>στροβηλισσα τα μάτια.

Έβαλα τις παντόφλες μου και σηκώθηκα.

Όλα ήταν ένα όνειρο τελικά.
Και αυτή είναι η πραγματικότητα.
Δεν είναι νεκρή .
Είναι ζωντανή.
Όλα ήταν ένας εφιάλτης.
Ένας πιθανός εφιάλτης.
Και τώρα που τον είδα θα πάρω μέτρα για να μη συμβεί ποτέ.

Περπάτησα έξω από το δωμάτιο.
Όλο το σπίτι μύριζε φαχιτας και μπουρίτος.

Εκείνη κινούνταν στη κουζίνα,φοροντας ένα άσπρο φόρεμα και μια άσπρη ποδιά, και έβαζε τα φαγητά στα πιάτα και έπειτα πάνω στο τραπέζι.

Έμεινα να την κοιτώ από πάνω μέχρι κάτω.
Ήταν πανέμορφη.
Με χρώμα στα μάγουλα της.
Ζωντανή.
Όχι ακίνητη .
Νεκρή.

"Belle"

Κοίταξα απότομα γύρω μου.

Τι σκατά είναι αυτή η φωνή και από πού ήρθε;

Περπάτησα αργά κοντα της την ώρα που με τη κουτάλα ανακάτευε τον κιμά για το τσίλι.

Είναι αληθινή.

Έδωσα τη μύτη μου στη γωνία του λαιμού της και εισέπνευσα το άρωμα της .

Γιασεμί.

Άρχισα να τη φιλώ απαλά και εκείνη ανατριχιασε.

<<Άμα κάψω το κιμά εξαιτίας σου θα φας ξύλο belle>>.

<<Θα φτιάξουμε άλλο ,>>συνέχισα να τη φιλώ καθώς εκείνη κουνούσε τη κουτάλα.
Έφερε το χέρι μου στο πιγούνι της ΚΟΑ την γύρισα προς εμένα.

Τα χείλη μου στα δικά της.
Μια αίσθηση που μου είχε λείψει τόσο πολύ.
Η γλώσσα μου αναζήτησε τη δικιά της.
Την έφερα πιο κοντά στο πρόσωπο μου.
Δεν ήταν αρκετό
Ήθελα και άλλο.
Ήταν εδώ .
Δική μου.

<<Αχόρταγη έχεις γίνει,>>έσπασε το φιλί και χαμογέλασε.<<Χτες όλη μέρα κάναμε σεξ τι σε έχει πιάσει;>>.

<<Κάναμε;>>
Εγώ γιατί δε θυμόμουν τίποτα;

Ηλίθιοι εφιάλτες πρέπει να μου προξλεσαν αμνησία.

<<Εύα,>>με μάλωσε.
<<Έλεος>>.

<<Καλά Ange,>>την χτύπησα με τη παλάμη μου στον κώλο και της έκλεισα το μάτι.
Εκείνη αναπήδησε ελαφρά και άρπαξε τη κουτάλα για να με χτυπήσει.

Σήκωσα τα χέρια σε άμυνα.

<<Θα κάψεις τον κιμά,>>της είπα γελοντας και κάθισα στο τραπέζι.

Εκείνη μουγκρισε.
Και γύρισε πάλι στο τιγανι.

<<Έχεις μια τάση πάντα να χαλάς την ατμόσφαιρα,>> είπε εκνευρισμένα με το τιγανι να υποφέρει από τη κουτάλα.

"Μη χαλας την ατμοσφα Belle"
"Ορφέα μη χαλάς την ατμόσφαιρα".

<<Το άκουσες αυτό;>>
Την ρώτησα κοιτωνατα τριγύρω.
Γιατί ακούω φωνρευ;

<<Ποιο ;>>
Ρώτησε αδιάφορα.

<<Άστο τίποτα>>.

<<Έτοιμο,>>αναφώνησε λίγη ώρα αργότερα αφήνοντας το φαι στο τραπέζι.
<<Και μη με κοιτάζεις έτσι>>.
Με μάλωσε.

<<Δεν μπορώ είσαι η πιο σέξι γυναίκα στο κόσμο,>>έβαλα μια μπουκιά στο στόμα μου από το τσιλι
<<Και καλή σεφ>>.
Της έκλεισα το μάτι και έκανε μια γκριμάτσα.

Σεφ;

<<Τρωγε ,>>με πρόσταξε.

<<Ναι αγάπη μου>>.

Χαμογέλασε.

Ήμουν σπίτι
Ένιωθα σπίτι
Όλα ήταν έτσι όπως έπρεπε.
Όλα ήταν ένας εφιάλτης στο μυαλό μου και αυτή ήταν η πραγματικότητα.

<<Σε αγαπώ,>>την φιλούσα ξανά και ξανά καθώς τριβόταν πάνω μου.
Τα δάχτυλα μου ήταν μέσα της.
Ήταν τόσο υγρή.
Η αναστεναγμοί της ηχούσαν στο δωμάτιο.
Και εκείνη με εσφιγγε στην αγκαλιά της καθώς ήμουν από πάνω της.

Παράδεισος.
Είμαι στον παράδεισο.
Και δε θέλω να φύγω.
Πώς να φύγω .
Αφού είναι η πραγματικότητα.

Ο οργασμός της τίναξε όλο το κορμί της και εγώ σφραγίσα τα χείλη μου στα δικά της.

Το χέρι της αργά αργά χάιδεψε το κορμί μου και έφτασε στην κλειτορίδα μου.
Θεέ μου αυτή η αίσθηση.

Άρχισε να την παίζει αργά.

<<Σειρά σου,>>μου είπε.
<<Ήμουν καλή δεν μπορείς να πεις.
Και πρέπει να σε ευχαριστήσω>>.

"Θα είμαι καλός.
Θα είμαι πολύ καλός"

<<Το άκουσες αυτό;>>
Κοκκαλωσα απότομα και κοίταξα δεξιά και αριστερά.

Το άλλο της χέρι ήρθε στο πρόσωπο μου και με έφερε κοντά της καθώς συνέχιζε να παίζει με το ευαίσθητο σημείο μου και έπειτα ένα δάχτυλο εισχώρησε μέσα μου.
Τα μάτια μου εκλεισαν και γύρισαν προς τα πίσω.

Θα τελείωνα μόνο με μια κίνηση.

<<Μόνο εγώ και εσύ είμαστε εδώ.Για λίγο ακόμα,>>μου ψέλλισε .

<<Τι εννο->>πήγα να πω αλλά έβαλε ένα δεύτερο δάχτυλο μέσα μου και χτύπησε το σημείο μου.
Ο οργανισμός έσκασε και άρχισα να τρέμω.

<<Γαμώτο είσαι τόσο Όμορφη,>>μου είπε και με φίλησε ξανά..

Σαν να το έχω ξανά ακούσει αυτό;
Αλλά που;

Επεσα πάνω της και την αγκάλιασα.
Ξεπνοη .
Κοιτούσα τα καστανά της μάταια και που φιανοταν ακόμα απίστευτω.
Τα όνειρα σου διαλύουν το μυαλό.
Καμιά φορά σε κάνουν να νομίζεις πως είναι πραγματικούς και χάνεσαι μέσα τους.

Αλλά εγώ είμαι εδώ
Στο σπίτι μου γύρισα.

"Εγώ και εσύ Belle.
Εσύ και εγώ.
Μαζί.
Σε αγαπώ"

Ποιος σκατα είναι αυτός πάλι.

Η Έμιλι μου χαιδευε τα μαλλιά και χαμογελούσε καθώς εγώ ακουμπούσα το πιγούνι μου στο Στερ ο της

Είχε ήδη νυχτώσει και είχε περάσει η μέρα χωρίς να το καταλάβουμε.

Ώπα,ο Ελι.

<<Έμιλι ο μικρός είναι ακόμα κάτω,>>πήγα να σηκωθώ αλλά εκείνη με άρπαξε και έσφιξε πάνω της.

Πριν πέσω στην αγκαλιά της σαν να είδα δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια της.

<<Είμαστε μόνο εγω και εσύ Belle.
Εσύ και εγώ.
Μαζί>>.

Γιατί άρχισε αυτό το μέρος να μυρίζει ζελεδακι καρπούζι;
Γιατί λέει τα ίδια με αυτή τη φωνή;
Με αυτόν.
Με τον Ορφ-
Ωχ .

<<Για λίγο ακόμα Όμορφη,>>μου έλεγε μέσα από τους λιγμούς και εγώ είχα κοκκαλωσει.

Τι συνέβαινε;
Ήταν ονειρο τελικά αλλά αν ήταν όνειρο γιατί ήταν τόσο αληθινή.

<<Δεν είναι ονειρο Belle.Εδω είμαι στα αλήθεια,>>το δωμάτιο άρχισε να αλλάζει και από το σπίτι μας να γίνεται ένα άλλο
Με ξύλινο δάπεδο και ξύλινους τοίχους
Σαν μια μεγάλη καλύβα.
Σαν ένα σπίτι.

<<Έμιλι;>>

Με άφησε και έφερε το μέτωπο της στο δικό μου.

<<Ήθελες να με δεις και έκανα τα πάντα για να σε δω .Τα κατάφερα>>.
Μου χαμογελάσε

Δάκρυα άρχησαν να τρέχουν από τα μάτια μου.

<<Οχι Έμιλι δεν γίνεται να είναι ψέμα όλο αυτό,>>πήρα το πρόσωπο της στα χέρια μου.
<<Σε πήρα πίσω.Εισαι εδώ ζωντανή>>.

Κούνησε αρνητικά το κεφάλι.

<<Δεν είμαι.Τουλαχιστον εκεί που είσαι εσύ .
Εκεί που πρέπει να είσαι.
Εδώ είναι άλλο θέμα>>.

<<Και τι είναι εδώ;>>
Μου χαμογέλασε και τότε έκανε κλικ το μυαλό μου.

Ο Ορφέας με την Ηρώ είχαν δίκαιο τελικά.

Αλλά πώς γινεται κάτι τέτοιο;

<<Δεν ξέρω αλήθεια να σου πω τι ακριβώς είναι εδώ.Ισως η μετέπειτα ζωή .Ο Παράδεισος.Αλλα εσύ δεν ανήκεις εδώ Ήρθα απλά να σε αποχαιρετήσω>>.

<<Όχι,όχι ,όχι>>την έσφιξα στην αγκαλιά ου.
<<Θέλω να μείνω εδώ μαζί σου.Ασε με να μείνω>>.

<<Δεν μπορείς να μείνεις και δεν γίνεται.
Και δεν θέλω,>>την κοίταξα σαστισμένη.

<<Δεν θέλεις να μείνω;>>

<<Χαμογέλασε ,>>και μου χάιδεψε το πρόσωπο .
Εγνεψε αρνητικά.

<<Δεν με αγαπάς πλέον;>>

Με χτύπησε στον ώμο πάλι.

<<Άουτσ>>τον ετριψα.
<<Γιατί με χτυπάς συνέχεια αμάν>>.

<<Ωραία πονέσες, ηλίθια.Θα σου δώσω και άλλη,>>άρχισε να οριεται .
<<Φυσικά σε αγαπαω χαζή.Αλλα δεν μπορείς να μείνεις εδώ, γιατί δεν είσαι νεκρή.Ελεος διάβασε τα σημάδια >>.

<<Καλαααα,>>έκανα πίσω.
Αν νευριάσει η Έμιλι δεν είναι να κάνεις πολλά πολλά.
Υποχωρείς.

<<Δεν μπορώ να σου πω πολλά γι'αυτό το μέρος Αλλά δεν είναι για τους ζωντανούς περίπου δηλαδή. Δηλαδή είναι αλλά με άλλο τρόπο,>>έκανε πως διώχνει κάτι με τη σκέψη της <<Εχ, τέλος πάντων είναι πολύ περίπλοκο για να σου εξηγήσω τώρα και δεν έχουμε χρόνο>>.

<<Γιατί;>>

<<Γιατί έτσι!Belle,>>ήρθε ξανά κοντά μου .
Και μου έπιασεε τα χέρια τα φίλησε.

<<Αρκετά δεν νομίζεις;Σε παρακαλώ Έφυγα,  τίποτα δεν το αλλάζει αυτό.
Ούτε η αγάπη μας.Σε παρακαλώ.Μην κλείνεσαι στον ευατό σου.Ζησε.Τον Ελι δεν τον σκέφτεσαι;Σε χρειάζεται.>>.

Κούνησα αρνητικά το κεφάλι.

<<Ο Ελι καλά θα ειναι.Εχει τον παππού του. Δεν με χρειαζεται.Και άλλωστε δε θελω να το κάνω όλο αυτό χωρίς εσένα ,>>της είπα με έναν λυγμο.
<<Είσαι όλος μου ο κόσμος>>.

"Belle"

Ορφεακό μου;

Η Έμιλι χαμογέλασε.

<<Ήμουν όλος σου ο κόσμος>>.

<<Τι;Όχι,>>πήγα να διαμαρτυρηθώ.

<<Όχι,Εύα.Σου είπα;Ήσουν το δικό μου πεπρωμένο αλλά εγώ δεν ήμουν το δικό σου>>.

<<Έμιλι>>.

<<Εμπιστευσου με,>>έβαλε το χέρι της στη καρδιά μου.

Και τότε όλα μέσα μου ζεστάθηκαν.
Και εικόνες άρχισαν να έρχονται στο μυαλό μου μέσα από τα μάτια της Έμιλι.
Ο Ορφέας μικρος με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά .
Και αυτά τα μάτια όλο φως.

Έπειτα η σκηνή που τον γνώρισα .
Όλα όσα περάσαμε μαζί.Καθε μικρη ασήμαντη και σημαντική στιγμή .

Τον αγαπώ.
Τι σκατά έχω κάνει;

Όμως κάτι περίεργο συνεβει μέσα σε όλα που έβλεπα ξεπρόβαλλε κάτι αλλόκοτο.
Σε ένα κενό δημιουργήθηκε φως ,πήρε μορφή ενός σώματος και έπειτα χωριστικε σε δύο .Με τα χέρια τους να απλονωνται προσπαθόντας να πιάσει το ένα το άλλο.

Στο ένα η καρδιά του ,ήταν φωτεινή και το σώμα του σκοτεινό και στο άλλο το αντίθετο.Το ένα συμπληρωνε το αλλο.
Το ένα είχε γίνει δύο.
Και όσο απομακρύνονταν δεν έπαυαν να είναι ενωμένοι με μια κόκκινη κλωστή δεμένη στην ακρή στο μικρό δαχτυλο των χεριών τους.
Αυτή η κλωστή έκανε κόμπους όσο απομακρύνονταν.
Μια ευθεία γραμμή πάντοτε εκεί να τους δένει
Να τους ενώνει

Εγώ και αυτός .
Αυτός και εγώ.
Εμείς.
Δύο ίσον ένα.

<<Ήμουν απλά αυτή που έπρεπε να σου δείξει το φως και την αγάπη για να βρεις εκείνον,στον οποίο πραγματικά ανήκεις.Το άλλο μισό της ψυχής σου.Δεν ξέρω αν είναι η μοίρα,το σύμπαν,αλλά και εσύ η ίδια το ξέρεις.Το νιώθεις .Γι'αυτό σου θυμίζει εμένα.
Γιατί η ζωή σε προετοίμαζε για εκεινον για να μπορέσεις να τον αγαπήσεις .Να αγαπήσεις εσένα.
Με κάποιο τρόπο είμαστε συνδεμένοι αναμεταξύ μας.Περιεργο, αλλά είναι η αλήθεια.Αλλα εκείνος είναι το πεπρωμένο σου.Η αδελφή ψυχή σου
Το αλλο μισό της.
Εγώ απλά άγγιξα ένα κομμάτι.
Θα σε αγαπώ και θα με αγαπάς για πάντα δεν αλλάζει αυτό.Μη κάνεις όμως το λάθος.Τον αγαπάς και το ξέρεις.
Και όλα αυτά που σκέφτεσαι μπορεί να είναι τρομακτικά και να σε φοβίζουν.Αλλα δεν πρόκειται να συμβεί το ίδιο με εμένα.Γιατι είσαι πιο δυνατή τώρα.Μπορεις και το ξέρεις Απλά άσε το φόβο να φύγει.Και γίνε αυτό το δυνατό κορίτσι που δεν έδινε δέκαα για κανεναν και θα έκαιγε όλο το κόσμο γι'αυτους που αγαπά>>.

Τον αγαπώ
Πώς μπόρεσα να φύγω;
Αυτός ο φόβος μου με έφαγε.

<<Μαζί.Στο λέει πάντα.Και το νιώθει.Αυτος το ξέρει ότι μπορεί.Πρεπει απλά να τον πιστέψεις.Σε παρακαλώ Εύα >>.

<<Και δεν ->>

<<Άμα πεις πως έχω θέμα αν πας με άλλον θα σε βαρεσω .Είμαι νεκρή Helloooo.Αν και  εδω το κάναμε.Αλλα.ο Ορφέας δεν νομίζω να έχει και θέμα έτσι όπως τον έκοψα πολύ πιθανόν να ήθελε να συμμετάσχει>>.

Γέλασα<<Πολύ πιθανόν>>.

<<Ωχ τι έχω να τραβήξω αν έρθει η ώρα σας και έρθετε εδώ,>>είπε γελοντας και έσκασα και εγώ στα γέλια.

<<Εύα,τον αγαπάς.Τελος ο φόβος.Δεν σου κρατάω κακία που δεν πρόλαβες.Ηταν η ώρα μου.Και ήμουν και ηλίθια που νομιζα πως θα ξεφύγω.Αλλα φτάνει.Με έκλαψες.Και βλέπεις δεν έχω φύγει ολοκληρωτικά>>.

<<Είσαι πάντα γύρω μας,>>είπα ενθυμοθμενη όλα τα περίεργα.
<<Μετατρέπεις τα άστρα σε πυγολαμπίδες για να φωτίζουν το δρόμο προς το πεπρωμένο>>.

Εγνεψε χαμογελοντας.

<<Όπως ένας φύλακας άγγελος,>>συνέχισα.

<<Πάντοτε με αποκαλούσες Αnge>>.

<<Αnge,>>χαμογέλασα.
<<Θα σε δω πότε ξανά;>>

<<Φυσικά δεν το κόβω να πηγαίνω πουθενά γρήγορα.Εχω κολλισει εδώ ούτε μετενσάρκωση δεν δικαιούμ->>

<<Θέλω να τη δω να της πω δυο λογακια .Τι σκατά κάνει;Θα τη σκοτώσω...>>ακούστηκε μια αγοριστικη φωνή και η Έμιλι πάγωσε.

<<Σκατά,>>αναφώνησε και βήματα άρχισαν να τρέχουν προς τη πόρτα .

<<Μπορείς να ηρεμισεις λίγο είναι ενήλικες θα τα βρουν,>>ακούστηκε μια κοριτσίστικη  φωνή.

<<Σίνη θα τα ακούσεις εσύ τωρα>>.

<<Γαμώ το κέρατο μου ,>>αναστέναξε η Έμιλι.

<<Τι γίνεται;>>Αναρωτήθηκα.

<<Τίποτα.Απλα ήρθε η ώρα να φύγεις,>>

Ο λυγμος μου με επνιξε και την αγκάλιασα.

<<Δεν είναι κακό να αγαπάς πολύ .
Ούτε σημαίνει πως αν αγαπήσεις μια φορά δυνατά δε θα ξανασυμβεί.Ζησε Belle και εγώ θα είμαι δίπλα σου σε κάθε βήμα,>>με φίλησε στο μέτωπο.
<<Ξέρεις τι πρέπει να κάνεις,χωρίς φόβο.Αστον να φύγει να τον πάρει ο άνεμος και να γίνει σκινη.Να γίνεις η Εύα που ξέρω.Σαγαπώ,>>μου χιαδευε τα μαλλιά.

<<Και εγώ σ'αγαπω>>

Ξύπνησα με την αίσθηση της ακόμα στο κορμί μου.
Με δάκρυα στα μάτια.
Με πανικό στη καρδιά.

Τι ώρα είναι;.

Είμαι τόσο ηλίθια.
Ποτέ ξανά.
Ποτέ ξανά δεν πεσω έτσι.
Τι σκατά έκανα;
Είμαι η Εύα γαμώτο μου .
Πάντοτε ήμουν.
Δεν είμαι ένα μικρό κορίτσι που φοβάται.
Οι φόβοι τρέμουν εμένα.
Καιρός να επανέλθω.
Ετοιμάσου κόσμε να καεις.

Έψαξα το κινητό μου.
Κοιταξα την ώρα .
έγραψα ένα γρήγορα μήνυμα στη γρεντζο
"Ξέρεις τι σημαίνει αυτό το μήνυμα δεν χρειάζεται λεπτομεριες.Απλα σε ευχαριστώ.Α, και όσο για το σπίτι θα τα πούμε άλλη φορά Τι σκεφτοσουν αλήθεια;Αλλά σε ευχαριστώ για ολα".

Γρεντζο

Σκασμός ο,τι θέλω το κάνω το σπίτι.(Φατσούλα με γλώσσα)

Έμαθε και τα Εμοτζι μη χεσω.

Το ηξερα πως θα επανερχοσουν.
Είμαι περιφανή για εσένα .

Επειτα έψαξα τις επαφές μου γρήγορα.

<<Γαμώτο,>>το έφερα στο αυτί μου και ο πρώτος χτύπος ακούστηκε<<Σαρλίν εγώ είμαι..>>

<<Γαμώτο έχασα το στοίχημα,>>ακούστηκε η φωνή της από το ακουστικό.

<<Θα σας γαμησω που βαζεται στοιχήματα ,αλλά άλλη ώρα .Άκου τώρα...>>.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top