Κεφάλαιο 48ο
Τώρα .
Ορφέας,22 ετών.
<<Αυτό ήταν κύριε μου. Τερμα το πρωινό ξύπνημα με πίπα.Τερμα οι Κυριακές με πρωινό στο κρεβάτι και τέρμα οι Παρασκευές με τάκος.Κανένα τάκος για εσένα κύριε μου όταν γυρίσεις.Αντε μη σου κόψω και το ταλαϊνδεζικο τις Τριτες.Αχ θα με πεθάνει.Εγω γκόμενο ήθελα .Έναν ήρεμο γκόμενο.Ενα καλό παιδί.Ησυχο.Καυλα, αλλά καλό παιδί.Αντι αυτού έπεσα στον Τζέιμς Μποντ.Στον Τζέισον Στέιθαμ από τα Λίντλ,Ποιος εισαι βρε πουλάκι μου και πας και κανεις τέτοια μαλακία;Ο Tζον Γουικ;Δεν είσαι ο Κιάνο Ριβς μάνα μου.Ο Φιλιππος Πετρίδης είσαι!ΜΗ ΧΕΣΩ.Αχ τι έπαθα !Θα σε σκοτώσω.Τι θα πω στους γονείς σου; Στον προπονητή σου;>>Παραλληρουσε ο Μάρκος ουρλιάζοντας στο τηλέφωνο που ήταν σε ανοιχτή ακρόαση πάνω στο τραπέζι του σαλονιού,για πόση ώρα.
Η Ηρώ δίπλα ,να του κάνει αέρα και η Ξένια να προσπαθει να του δώσει ένα ποτήρι νερό.<<Δεν θέλω νερό,>>την έσπρωξε.<<Ένα χάπι για την πίεση θέλω.Παρτε τη γιαγιά μου να φέρει ένα αν δεν είναι με τον πορνογερο.Να εδώ το νιώθω,>>άρπαξε το χέρι της Ηρώς και το έβαλε στην καρδιά του.Κοντεψε να την σηκώσει από το καροτσάκι.<<Καρδιακό παθαίνω το νιώθω,Ξένια ,>>γύρισε στη Ξένια που του έδωσε το νερό στο στόμα απότομα.<<Θα με πεθάνει αυτός ,>>είπε κάνοντας μπουρμποληρθες μέσα στο νερό.
<<Πιες και σκάσε,>>του είπε εκείνη κρατοντας με το ένα χέρι το ποτήρι και το άλλο κάτω από το στόμα του για να μη τρέξει το νερό.
<<Και μετά εμένα λέτε δραματικό ,>>πετάχτηκε ο Άγης από τον πάγκο της κουζίνας που καθόταν αραχτός στο σκαμπό,με ανεβασμενα τα πόδια πάνω στο μάρμαρο.Αναμεσα στα δόντια του έπαιζε με μια οδοντογλυφίδα.
Ο Μάρκος τον κάρφωσε και εκείνος σήκωσε τα χέρια σε άμυνα .
<<Απλά λέω>>.
<<Πόδια κάτω μη σε γαμησω ,>>του γρύλισα.
<<Έλεος όλοι στην τσίτα σήμερα .Χαλαρώστε λίγο,>>κατέβασε τα πόδια απότομα .
<<Γιατί μιλάει ακόμα αυτός;Και γιατί δεν είναι στο υπόγειο;Τι παράνοια είναι αυτή, γιατί τον έχουμε ακόμα έξω;Για να μας σκοτώσει;>>
Άρχησε να μιλά πανικόβλητα πάλι ο Μάρκος αφου κατεβασε τη γουλιά του.
<<Πριν λίγες ώρες κάνατε παρεούλα για να βρείτε το Φίλιππο τώρα σε έπιασε ο πόνος;>>
Του πέταξε ο Αχιλλέας από την απέναντι γωνία του καναπέ.
<<Σε τρώει και εσένα ο κωλος σου. Τώρα θα δεις ,>>πήγε να σηκωθεί απότομα από τον καναπέ για να του επιτεθεί αλλά η Ξένια τον εσμπρωξε με το χέρι της ξανά πίσω, ρίχνοντας τον μια γερή σφαλιάρα.
<<Ε δεν υποφερεσε ,>>του είπε έπειτα.
Όλοι μείναμε έκπληκτοι από την αντίδραση της.Αλλα τελικά αυτό ήταν που τον ξύπνησε λίγο.
Το σώμα του χαλάρωσε και πήρε δύο βαθιες ανάσες.
<<Καλύτερα τώρα;Συγγνωμη αλλα->>του είπε η εκείνη.
<<Μη ζητάς συγγνώμη το χρειαζόμουν,>>της είπε τρίβοντας το μάγουλο του.<<Πολύ βαρύ χέρι έχεις,>>ο Άγης έπνιξε το γέλιο του .
Προς έκπληξη μας όταν λίγα λεπτά νωρίτερα χτύπησε το κινητό του Μάρκου με απόκρυψη, ανακαλύψαμε πως στην άλλη γραμμή ήταν ο Φίλιππος.
Για μέρες δεν είχαμε σημείο ζωής του και δεν μπορούσαμε να τον βρούμε πουθενά.
Που να φανταζόμασταν ότι ο αθλητής μας ,είχε φανεί πιο θαρραλέος από όλους μας
Θαρραλέος αλλά ηλίθιος.
Την ώρα που τα παιδιά έτρεχαν από πίσω μου,εκείνη τη νύχτα στη δεξίωση,ο Φίλιππος μέσα στο δάσος είδε τον Ελάιζα να χάνετε ανάμεσα από τα δέντρα.
Και χωρίς να τον πάρει χαμπάρι ο μικρός, τον ακολούθησε.
Με κάποιο τρόπο κατάφερε να μπει σε ένα από τα αμάξια τους και να πάει μαζί τους.
Εγώ με την Εύα ήρθαμε φουριοζκι όταν ο Αχιλλέας μας πήρε τηλέφωνο με τα νέα.
Τώρα εκείνη μιλούσε στο τηλέφωνο με την Έρη και προσπαθούσαν να βρουν την τοποθεσία του Φίλιππου αλλά μάταια.
<<Τι σύστημα έβαλες και δεν μπορούν να σε βρουν;>>Του φώναξε.
<<Το καλύτερο φυσικά.Δεν ήθελα να βρουν την κλήση και το που είμαι,>>ακούστικε η φωνή του από το ακουστικό.
Η Εύα στριφογυρισε τα μάτια της.
Τα μάγουλα της ήταν ακόμα αναψοκοκκινισμενα από τις αταξίες μας στο αμάξι.
Αλλά ήταν περίεργη όπως και τα βλέμματα που τις έριχναν τα κορίτσια.
Ειδικά η Ξένια από την ώρα που μπήκαμε.
Δεν την χορταινα τώρα που την είχα πάλι κοντά μου.
Έτσι την εγλυψα την ώρα που οδηγούσε
Κόντεψε να τρακάρει το αμάξι και το καημένο το Καπκεικ έπεσε από την πίσω θέση στο κενό μπροστά.
Ψυχολογικά θα έχει αυτό το γατί με αυτά που τραβάει από εμάς.
Αλλά άξιζε.
Το ύφος της ήταν όλα τα λεφτά.
Νευριασμένο και καυλωμένο.
Τη μια ήθελε να με χτυπήσει την άλλη με πίεζε περισσότερο στην κλειτορίδα της.
Πάλι καλά τα τζάμια ήταν φιμε και δεν μας είδε κανείς
Και αυτό το σκουλαρίκι εκεί κάτω.
Το διαολεμενο έκανε πράγματα στο κορμί μου που ποτέ δεν φανταζομουν ότι θα ένιωθα.
Ήθελα να το δαγκώνω, να το πιπίλαω.
Και τώρα ειδικά που την έβλεπα να περπατάει πέρα δοθε ηθελα να γονατίσω μπροστα σε όλους και να την γδύσω να πιάσω δουλιτα.Αλλα τη θέλω τη ζωούλα μου.Με έχει αποτρελανει τελείως.
Ηλίθιε Λίαμ και τα ταλέντα σου.
<< Και πως στο διάολο θα σε βρούμε που είσαι;>>Του φώναξε ο Μάρκος ξανά, κοντά στο ακουστικό.
<<Νομίζω ,νομίζω πως είμαι στον Κέρβερο>>.
<<ΝΟΜΙΖΕΙΣ ,ΝΟΜΙΖΕΙΣ;Τι πάει να πει νομίζεις;Δεν είδες που σε πήγαν;>>.
<<Ακούω θάλασσα από έξω.Και όχι δεν είδα που με πήγαν Αφού ήμουν κρυμμένος.Μετα το αεροπλάνο που χώθηκα κρυφά και έπειτα στο αμάξι μετά δεν μπορώ να προσδιορίσω που ακριβώς είμαστε .Το μόνο που κατάλαβα είναι πως μπήκαμε σε πλοίο>>.
<<Το μόνο που κατάλαβε λέει,>>στράφηκε έντρομος ο Μάρκος στην Ηρώ και την Ξένια.
<<Πόσες ώρες περίπου υπολογίζεις ότι έκανες;>>Τον ρώτησε ο Γαβριήλ που στεκόταν δίπλα από την Ξένια.
<<Τρεις τέσσερις.Νομιζω πως ακόμα είμαστε Ευρώπη.Αλλα δεν μπόρεσα
να καταλάβω που.Δεν μιλούσαν κιόλας για να πιάσω τίποτα>>.
<<Γιατί δεν του έβαλες ο καταπληκτικό σου GPS στο κινητό για να τον βρεις;>> εφτησε η Ξένια στον Γαβριήλ όλο υπονοούμενο και εκείνος αναστέναξε.
<<Εισαι τόσο καλός στο να κατασκοπεύεις τον κόσμο>>.
<<Το έκανα για να σε προστατεύσω,>>της είπε εκνευρισμένα.
<<Δεν χρειάζομαι προστασία και ειδικά από εσένα ,>>του είπε και γύρισε το πρόσωπο της ξανά στον Μάρκο.
<<Και τι τρως εκει;Και που είσαι τώρα;Αχ αν σε πιάσουν τελείωσε.Πάει το αγόρι μου,>>χτύπησε ο Μαρκος τα χέρια δραματικά αναμεταξύ τους.<<Θα πεθάνω θα ουρλιαξω>>.
<<Μα τη Παναγία ηρεμησε ,>>του φώναξε ο Αχιλλέας.
<<Εσύ μη μιλάς, γιατί εσύ φταις,>>τον έδειξε με το δάχτυλο.
<<Εγώ τι φταίω ρε μαλακα που ο γκόμενος σου ψάχνει για περιπέτειες;>>
<<Εσύ φταις.Οχι μάλλον δε φταις εσύ μην είμαι αδικος.Ο πατερας σου φταιει και οι παππούδες σου ,που δεν έβαλαν προφυλακτικό,>>του συριξε και ο Αχιλλέας στροβηλισε τα μάτια.<<Που στο διάολο πας εσυ;>>
Έστρεψε ξαφνικά το βλέμμα του στις σκάλες από τις οποίες η Σοφία κατέβαινε σέρνοντας μια βαριά βαλίτσα .
Κόντευε να κατρακυλισει μαζί της καθώς την κατέβαζε ανάποδα από το χερούλι
<<Τι στον πούτσο;>>Σηκώθηκε απότομα ο Αχιλλέας και έτρεξε προς την μεριά της.<<Σοφία τι κάνεις;>>
<<Πάω -να σώσω -τον Φιλιππάκο μου,>>είπε τραβοντας τη βαλίτσα με δυναμη .Πριν φτάσει στο τέλος όμως από τα σκαλοπάτια ,της έφυγε από τα χέρια, έπεσε κάτω και άνοιξε απότομα από το πέσιμο.
<<Γαμώ την καταδίκη μου,>>φώναξε ο Γαβριήλ καθώς κοιτούσε όλων των ειδών τα μαχαιρια που επεσαν από μέσα.<<Τι σου είπα Σοφία.Δεν πρέπει να αγγίζεις το οπλοστασιο και πόσο μάλλον τα μαχαίρια, >>έφτασε κοντά της και έσκυψε να τα σηκώσει.<<Είναι πανάκριβα και πολύτιμα>>.
Η μικρή είχε πάθει πανικό.
Η χαρά που είχε πριν περιμένοντας την Εύα με μπαλόνια και αρκουδάκια στα χέρια την ώρα που μπήκαμε μέσα, έσβησε όταν άκουσε τη φωνή του Φίλιππου στο τηλέφωνο.
<<Και πως θα σώσω τον Φιλιππάκο μου ;Με τα χέρια;Χρειάζομαι όπλα, μαχαίρια.Πρεπει να καρφώσω κάτι σύντομα,>>μονολογούσε σκυμμενη για να βοηθήσει τον Γαβριήλ.
<<Είναι ο δικός μου Φιλιππακος,>>της φώναξε ο Μάρκος.<<Αν κάποιος πάει να τον σώσει είμαι εγώ,>>σηκώθηκε απότομα από τον καναπέ.
<<Κάτσε κάτω γκάνγκστερ της κακιάς ώρας,>>του έκανε νόημα ο Αχιλλέας.
<<Θα είσαι νεκρός πριν φτάσεις στο νησί.Και δεν ξέρεις καν που είναι>>.
<<Ποιον είπες γκάνγκστερ της κακιάς ώρας ασχημιμουρη;>>Του φώναξε εκείνος.
<<Νησί;>>Τσιτωθηκε ξαφνικά η Σοφία,γουρλωσε τα μάτια ,πέταξε τα μαχαιρια που είχε στον αέρα μια έτρεξε προς το τραπέζι.
Ο Αχιλλέας με τον Γαβριήλ έκαναν πίσω βάζοντας τα χέρια στο κεφάλι μη τους έρθουν ξωφαλτσα.
Η φούστα της χοροπηδούσε στον αέρα και μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων έσκυψε πάνω από το ακουστικό.
<<Φιλιππάκο μου,είσαι στο νησί;>>
Τον ρώτησε και τα μάτια της έλαμψαν.
<<Νομίζω πως ναι>>.
<<Άντε πάλι νομίζω πως ναι,>>αναφώνησε ο Μάρκος.
<<Αυτό είναι τέλειο,>>χτύπησε παλαμάκια η Σοφία και η Ηρώ με την Ξένια κοιταχτήκαν.
<<Άκου τι θα κάνεις θα πας να βρεις τα αγόρια μου ,αυτά θα σε βοηθήσουν>>.
Ενα πνιχτο βηξιμο ακούστηκε από την πλευρά του Αχιλλέα.
<<Ναι σίγουρα.Στειλτον στους ψυχοπαθεις .Έχει κανένα λαβύρινθο Φιλιππε το νησί;Αν έχει μη μπεις>>.
<<Καλά θα πάει ,>>ακούστηκε από τον Άγη.Και η Σοφία τους κάρφωσε και τους δύο.
<<Μην τους ακούς θα σε βοηθήσουν Πες τους ότι είσαι φίλος μου και πως αν δεν το κάνουν θα τους γδαρω ζωντανούς>>.
<<Μα..>>διστασε ο Φίλιππος
<<Δεν έχει μα.Θα πρέπει να υπακούσουν.Αν σου πειράξουν έστω μια τρίχα ,έξαλλη θα γίνω,>>τράβηξε προς τα πάνω τις κοτσίδες της.<<Τα λέμε Φιλιππάκο , πρόσεχε>>
<<Εεεε,>>διαμαρτυρήθηκε ο Μάρκος καθώς η Σοφία πάτησε το κόκκινο κουμπί και έκλεισε την κλήση .
<<Γιατί το έκανες αυτό;>>
<<Πρέπει να είναι συγκεντρωμένος .Δεν μπορούμε να τον βοηθήσουμε άλλο.>>
<<Ηρώ πες κάτι την αδερφή σου,>>την έδειξε με τα χέρια και η Ηρώ απλά σήκωσε τους ώμους.
Ένα νιουρισμα ακούστηκε από τον πάγκο της κουζίνας.
<<Ω είσαι ένα γλυκό γατάκι.Μα πόσο γλυκό,>>ακούστηκε από τον Άγη.
Γύρισα και τον κοίταξα που χάιδευε την Καπκεικ ,εκείνη άπλωνε τις πατούσες της να ακουμπήσει το χέρι του
<<Ωωω, όχι κάτω τα χέρια σου από το γατί,>>του φώναξα και έτρεξα κατά πάνω του.
Του το άρπαξα απότομα από το χέρι.
<<Δε θα του έκανα τίποτα,>>είπε με χαμόγελο ειρωνικό.
Τον έδειξα με το δάχτυλο.
<<Μακριά τα χέρια σου από το Καπκεικ>>.
Με όλη αυτή τη παράνοια το μόνο που δε χρειαζόμουν ήταν να προσέχω τον Άγη τώρα να μην πιάσει το γατί και το γδάρει όπως μου έλεγε ο Γαβριήλ ότι εγδερνε μικρός τα ζώα.
<<Δεν είναι ότι είμαι ψυχοπαθής απλά ήθελα να παίξω μαζί του>>.
Μειδίασε.
<<Μου κάνεις πλάκα.Εχεις πιάσει όλη τη κλίμακα της ψυχοπαθειας, αυτό θα έλειπε;>>Του είπα και εσφηξα το γατί στην αγκαλιά μου.<<Όλα καλά μη φοβάσαι ο μπαμπάς είναι εδώ>>.
Του χάιδεψα το κεφάλι και εκείνο έκλεισε τα ματάκια του.<<Πρέπει να κάνουμε μια κουβέντα πως να ξεχωρίζεις σε ποιον να βγάζεις νύχια και σε ποιον όχι>>
<<Θα ξεράσω,>>είπε ο Άγης και έκανε τον μορφασμό.
<<Γιατί τον έχουμε ακόμα εδώ είπαμε;>>
Γύρισα προς τα παιδιά.
<<Αυτό αναρωτιέμαι και εγώ ,>>αναφώνησε η Ξενια.
<<Η Έρη είπε πως καλύτερα είναι να μείνει στην επίβλεψη μας για λίγο ακόμα μέχρι να δει τι θα κάνει μαζί του.Εχει στείλει και άτομα γενικά στην περιοχή να την παρακολουθούν για να είμαστε ασφαλείς μη μας την κάνει,>>είπε ο Γαβριήλ.
<<Σταμάτα να με κοιτάς έτσι.Γαβριηλ μάζεψε τον αδερφό σου.Γιατι το ορκίζομαι θα κανω φόνο,>>του είπε η Ξένια καθώς ο Άγης την κοιτούσε με ύφος λάγνο και εγλειψε τα χείλη του.
<<Δεν σε είδα να διαμαρτύρεσαι ετσι όταν σε έβλεπα να κοιμάσαι;>>Της είπε και η Ξένια γουρλωσε τα μάτια.
<<Τι στο καλό;>>
Αναφωνησα.
<<Άγη κοφτο.Τελος οι μαλακίες σου,>>
του γρυλισε ο Γαβριήλ..
<<Εγώ φταίω;Είναι τόσο όμορφη όταν κοιμάται σαν μπουρίτο.Απορω πως αντιστέκεσαι.Και αδερφέ φορα κάνα βρακί δεν είναι και τόσο αξιοθαύμαστο,>>τον κοίταξε ανάμεσα από το παντελόνι του.<<για να το αφήνεις έξω>>.
<<Θα σε σκοτώσω.Και θα ειναι η τελευταία γυναίκα που θα αντικρίσεις να κοιμαται ,>>πήγε να του επιτεθεί αλλά μπήκε η Σοφία μπροστά.
<Εσύ υπόγειο ΤΩΡΑ.Γιατι έτσι >>σήκωσε τα χέρια της ψιλά στον αέρα.<<με έχεις κάνει>>.
<<Αμφιβάλλω αν ειχε και γυναίκα ποτέ του,>>πέταξε ο Αχιλλέας.
<<Περισσότερες από εσένα.Αλλα μην το ακούς ελαφάκι.Καμια δεν είναι σαν και εσένα.Εισαι η μοναδική για εμένα>>της έκλεισε το μάτι και εκείνη μόρφασε.
Ο Άγης αναστέναξε και κατέβηκε από το σκαμπό.
Έκανε μια υπόκλιση.
<<Σας χαιρετώ πλειβιάκια αποχωρώ για ξεκούραση,>>η Σοφία τον εσμπρωξε.
<<Κουνήσου έχω και βάρδια στο καφέ>>του φώναξε καθώς τον τραβαγε προς τις σκάλες του υπογειου.
<<Α,και Εύα,>>ξεπρόβαλλε το κεφάλι του από την πόρτα ενώ η Σοφία προσπαθούσε να του χώσει κλοτσιά.
Η Εύα άφησε το τηλέφωνο και τον κοίταξε.
<<Με το θεματακι μου τι θα γίνει ;>>
Την ρώτησε .
<<Το τακτοποιώ αλλά τίποτα ακόμα>>.
Το βλέμμα του Άγη έγινε σκοτεινό και σαν να είδα μια ελαφριά στεναχώρια να ξεπροβάλλει στις κόρες του, που πρώτη φορά την έβλεπα
Κοίταξα την Εύα .
<<Είναι μυστικό που πρέπει να κρατήσω.Το υποσχέθηκα και η υπόσχεση είναι ιερή Ορφεακό,>>μου είπε και γύρισε στο τηλεφώνημα.
Στορβηλισα τα μάτια μου και κοίταξα τους φίλους μου.
<<Μη μας κοιτάς .Δεν έχουμε ιδέα τι σκατά κρύβει.Το πιθανότερο να κρύβει κανένα πτώμα κάπου.Η να έχει καμία αποθήκη με κούκλες ανθρώπινες ή απλά να παίζει παιχνίδια όπως πάντα>>είπε ο Αχιλλέας.
<<Δεν θα παίξουμε ουνο σου είπα έχω βάρδια στο καφέ,>>ακουγόυαν η Σοφία να φωνάζει από το υπόγειο.
Τι σκατά έκρυβε ο ηλίθιος δεν μπορούσα να καταλάβω.
Τι ήταν τόσο σημαντικό που η Εύα δεν μπορούσε να το πει;
Δεν ξέρω αν το μαθαίναμε και πότε.
Αλλά κάτι μου έλεγε πως ο λόγος που ήταν ακόμα μαζί μας ήταν αυτός.
Ό,τι του είχε παρει η κοινότητα, ήταν για εκείνο πολύ σημαντικό
Και για τον Άγη δεν ήταν τίποτα σημαντικό περα από τη Ξένια και αυτό αυτό το μυστικό.
Το κεφάλι μου κόντευε να σπάσει.
Ήταν λες και είχα ένα σύννεφο από πάνω που σκοτείνιαζε το μυαλό μου.
Το μόνο καλό αυτές τις μέρες ήταν πως είχε έρθει η Όμορφη και πως κοιμόμουν επιτέλους χωρίς εφιάλτες.
Ήταν σαν να είχε κλείσει ο διακόπτης.
Τέρμα οι σκιές.Τερμα οι κακές αναμνήσεις.Ο τρόμος .Τα γέλια τους.
Όλα σταμάτησαν την ημέρα που ο πατέρας μου έφαγε σφαιρα στο κεφάλι .
Δεν έδινα δεκάρα για το θάνατο του .
Να σαπίζε στο χώμα ούτε με νοιάζει .
Αλλά ήταν σαν να εκλεισε ο διακόπτης και μετά από πολύ καιρό κοιμόμουν ήρεμος.
Βέβαια ο Δήμαρχος είχε ξεφύγει.
Αλλά είναι δειλός και γρήγορα θα βρει το τέλος του όπως και οι υπόλοιποι.
Επιτέλους έκλεινα τα μάτια μου και το μόνο που έβλεπα ήταν την Όμορφη μου.
Ούτε το περίεργο δάσος με την Έμιλι δεν εμφανίζονταν πια.
Αναρωτιομουν για πόσο θα κρατούσε όλο αυτό ακόμα.
Δεν περιμένω το τραύμα να επουλωθεί δια μαγείας.Να κλείσουν οι παιδικές μου πληγές με τελειως.
Ξέρω πως πάντα θα με ακολουθούμε.
Αλλά γίναμε φίλοι.
Συνηπαρχουμε .
Και τώρα που ξέρω που να βρω το φως πάντοτε θα το κυνηγώ.
Την κοίταζα ακόμα να μιλά στο τηλέφωνό όταν το κουδούνι χτύπησε και κούνησε τον θεσπέσιο της κώλο προς την πόρτα.
Περιμέναμε την Αθηνουλα να έρθει να καθαρίσει.Μας εκραζε στο τηλέφωνο για την ακαταστασία και για τον μαλάκα στο υπόγειο αλλά τι να έκανε δεν μπορούσε να μας αφήσει έτσι.
Αλλά προς έκπληξη και δυσανασχετηση όλως στην πόρτα δεν ήταν η Αθηνουλα.
Αλλά η καργιά.
Εμπρωξε την Εύα χώρος να της δώσει σημασία .
Μπήκε μέσα σαν να της ανήκε ο χώρος βαστονυας δύο τσάντες μεγάλες με υφάσματα να κρέμονται.
<<Ανδριάνα τι κάνεις εδώ;>>
Την ρωτησε ο Γαβριήλ.
<<Δεν είπαμε πως θα βρεθούμε μετά;>>.
Τι στο κόρακα έκανε πάλι αυτή εδώ;Στο τσακ είμαι να την πετάξω έξω.
<<Το δικό σου το μετά το ξέρω.Ειναι το ποτέ, οποτε είπα να έρθω εγώ.Εσυ ξαδέρφη ,>>κοίταξε τη Ξένια και προχώρησε προς το μέρος της με τη μια τη τσάντα.
Άρχισε να βγάζει από μέσα άσπρα υφάσματα και να τα αφήνει πάνω στην αγκαλιά της Ξένιας που ήταν έτοιμη να εκραγεί.
<<Βοήθησέ με να διαλέξω ύφασμα για το νυφικό γιατί αν περιμένω από αυτόν,>>τον κοίταξε.<<Ο γάμος δε θα γίνει>>.
<<Από το στόμα σου και στου Θεού το αυτί ,>>ένα χτύπημα ήρθε στο κεφάλι μου από πίσω και γύρισα και αντίκρισα τα μάτια της Εύας.
<<Έεε πόνεσα,>>της είπα τρίβοντας το κεφάλι μου.<<Καιρό ειχες να το κάνεις αυτό,>>συνέχισα και εκείνη μου χαμογέλασε και συνέχισε στο τηλέφωνο.
Πολυ απασχολημένη μου την κρατάει η Μέδουσα θα αρχίσω να τα παίρνω.
Ενιωσα ένα απότομο σπρώξιμο που με έκανε να χάσω την ισορροπία μου.
Μπλε μάτια κοίταξαν μια εμένα μια την Εύα.Η κοκκινομάλλα έτεινε τα δόντια της.
Σαν οι δύο τους να μιλούσαν με τα μάτια και φούντωνε ,φούντωνε.
Η Εύα χαμήλωσε το βλέμμα της
Αυτός ο Γαβριήλ την έχει τρελάνει και η ηλίθια .
<<Καλά περίοδο έχει η ξαδέρφη σου;>>
Ακούστηκε από το ζώον.
Η Ξένια μουγκρισε και χτύπησε το πόδι κάτω.
Έπειτα άρχισε να ανεβαίνει με νεύρο τις σκάλες.
<<Έχω τερματίσει με αυτές τις μαλακίες,>>φώναξε και το κλείσιμο της πόρτας σχεδόν τράνταξε όλο το σπίτι.
<<Εσύ ξανθούλα και εσύ ξανθούλη,>>είπε η ηλίθια στον Μάρκο και στην Ηρώ θα πάρετε την θέση της.
<<Έεε,>>αναφώνησαν και οι δύο
<<Όχι ε γρήγορα βιάζομαι.Και με προσοχή είναι μετάξι.Και το δαντελενιο το έχουν κεντίσει καλόγριες>>.
Μωρέ θα σε απαγαγω και θα σε κλείσω εκεί που κανεις δε θα σε ψάξει
Να γλιτώσουμε.
Δεν γίνεται αυτή η παράνοια.
Ώρες ώρες σκέφτομαι πως είμαστε σενάριο σε ταινία . Πρωταγωνιστές σε βιβλίο.
Ζούμε μέσα στο μυαλό ενός συγγραφέα που ξεκάθαρα είναι γυναίκα ,αλλιώς δεν θα είμασταν τόσο καύλα
Αλλά έλεος κάπου.
Τι κακός χαμός είναι αυτός;
Αλλά μπα,δεν παίζει τέτοιο σενάριο.
Είμαστε πέρα για πέρα αληθινοί και αυτά που ζούμε το ίδιο.
Σε μια εβδομάδα περίπου είκοσι κάτι μέρες πριν τα Χριστούγεννα πριν μπει ο Δεκέμβρης θα είναι το γκαλά της Ελληνικής γαστρονομίας.
Θα με τιμησουνν με αστέρια Μισελεν .
Τρία παρακαλώ
Μου ήρθε κεραμίδα όταν μου το ανακοίνωσαν.
Και θα πάρω βραβείο ως ανερχόμενος σεφ και καλύτερο εστιατόριο στη Θεσσαλονίκη.
Βέβαια όλα αυτά τα χρωστούσα στην ομάδα μου
Γιατί εγώ άφαντος ήμουν με όλα αυτά που γινόντουσαν.
Αύξηση θα τους έκανα και θα τους έδινα και για ψυχική οδύνη.
Γιατί δεν ήταν λίγο το σοκ όταν μπουκαρε η Μέδουσα μέσα για να βάλει καινούργια συστήματα ασφαλείας.
Κόντεψα να τους χάσω πάνω στις κατσαρόλες.
Το γκαλά θα γινόταν στην Αθήνα σε ένα από τα πιο ακριβά μέρη δεξιώσεων.
Όλοι οι γνωστοί σεφ της Ελλάδος και ξένοι θα παρευρίσκονταν εκεί.
Ήταν μεγάλη μου τιμή .
Το όνειρο μου είχε γίνει πραγματικότητα.
Τα παιδιά ήταν τόσο περιφανα για μένα και πόσο μάλλον η Όμορφη μου.
Της πρότεινα να με συνόδευε.
Να είναι το date μου.
Φυσικά ποια άλλη θα έλεγα αν όχι τη γυναίκα της ζωής μου.
Αυτή είναι και τέλος.
Για αυτήν έχω παρατήσει όλες τις παλιές μου συνήθειες .
Ποτά ναρκωτικά ,γυναίκες.
Καλά όχι όλες.
Μη λέμε και μαλακίες.
Τις τρελες μου τις κάνω.
Μουντσωθηκε βέβαια όταν είδε την γουρούνα έξω στην αυλή με την Αθηνουλα να την κοιτάζει καλά καλα
<<Τρακτέρ είναι αυτό;>>
Ρώτησε στα ξαφνικά.
<<Μα το Θεό Ορφέα αν αρχίσεις να οργώνεις το γρασίδι θα παραιτηθώ>>.
Με μάλωσε.
Όταν λοιπόν είπα στην Εύα να με συνοδεύσει και την ρώτησα αν έρθει μου είπε πως δεν θα το έχανε με τίποτα στον κόσμο.
Αλλά ήταν περίεργη σαν να ένιωσα μια θλίψη στα λόγια της .
Όπως και στο βλέμμα της που το έβλεπα αυτό διάστημα.
Με κοιτούσε πάντα με αυτό παράπονο.
Αυτή την οδύνη.Αυτο το θρήνο.
Είχα κάνει κάτι;Όχι θα μου το έλεγε.
Και αν ειχα κάνει θα έκανα τα πάντα για να το αλλάξω
Ξέρω ότι έχει πολλά στο μυαλό της
Και πως θέλει χρόνο
Σίγουρα θα πρέπει να επικεντρωθεί στον να βρει τον Ελι όπως και τον Φίλο.
Και εγώ θα είμαι μαζί της.
Όσο και να μη το θέλει.
Ότι και να λέει η Έρη δεν πρόκειται να αφήσω το κορίτσι μου να το κάνει μόνη της.
Ήταν μόνη τόσο καιρό.
Τώρα είναι η στιγμή να μοιραστεί το βάρος μαζί μου.
Να την βοηθήσω εγώ.
Αλλά πρώτα χρειαζόμαστε δύο τρεις μέρες διακοπές από το χάος.
Να ηρεμήσουμε ,να αναρρώσει λίγο καλύτερα κάτω από την θαλπωρή μου
Και φυσικά να κάνουμε άπειρο σεξ χωρίς να χτυπάνε τα τηλέφωνα ή να έχουμε την Όλιβ να γκιρνιαζει ότι θα γκρεμίσουμε το σπίτι .
Υποσημειώση στον ευατό μου.
Όταν πάρω σπίτι .
Όχι γείτονες.
Και πόσο μάλλον συγκατοίκους.
Ήθελα καιρό να φύγω από το σπίτι με το Γαβριήλ .
Όχι επειδή δεν περνούσαμε καλά ή είχα κάποιο πρόβλημα .
Ο Αχιλλέας είχε κάνει την αρχή .
Το σπίτι τους ήταν ήδη έτοιμο και μετά τα Χριστούγεννα θα έφευγαν.
Οπότε σκέφτηκα πως ήταν και ο δικός μου καιρός να βρω κάτι δικό μου
Δεν θα χανομασταν βεβαία.
Είμαστε οικογένεια και χωρίς να τους έχω δίπλα μου δεν θα το αντέξω.
Την προσοχή μου είχε τραβήξει μια καινούργια μεζονέτα στην δίπλα περιοχή.
Ο Γαβριήλ την είχε σε φωτογραφίες για να την πουλήσει.
Τρεις ορόφοι.
Τεράστια μπαλκόνια.
Τέσσερα υπνοδωμάτια.Δυο μπάνια σαλόνι κουζίνα
Και φυσικά μια τεράστια αυλή με κήπο.
Χρειάζομαι χώρο.
Που θα τρέχουν τα παιδιά μου αν κάνω
Ή τα σκυλιά της Εύας και το γατί;
Δεν την είχα ρωτήσει καν αν ήθελε να μείνει μαζί μου.Μπορει και να μην ήθελε.
Αλλά το ήλπιζα κάποια στιγμή .
Μπορεί το σπίτι να ήταν μεγάλο για εμένα όπως είπε ο Γαβριήλ και ένα μικρότερο να ήταν καλύτερα για έμενα αλλά ονειρεψου δεν λένε;
Και όταν ονειρεύεσαι πρέπει να κάνεις μεγάλα όνειρα.
Τα λεφτά δεν ήταν θέμα .
Έβγαζα πολλά και πόσο μάλλον τώρα που είχα αποκτήσει την περιουσία των γονιών μου.
Νεκρός από καρδιά έγραφε στο χαρτί.
Σφαίρα στο κεφάλι ψελλισα εγώ.
Η μάνα μου ήταν ακόμα αγνοούμενη και όσο και η αστυνομία να έψαχνε είχε μείνει στο σενάριο πως είχε φύγει με γκόμενο.
Την σκότωσα και ας λέω στον ευατό μου πως ήταν ατύχημα.
Είχε φύγει.
Έτσι έδωσα μια προκαταβολή στον Γαβριήλ και το σπίτι έκλεισε.
Το κρατούσα έκπληξη όμως στην Εύα.
Θα είχαμε τον δικό μας χώρο ακόμα και να μην ήθελε να μείνει μαζί μου.
Ήταν νωρίς άλλωστε.Ασχετως αν εγώ της είχα πει πως την αγαπώ και δεν το είχε πει πίσω.
Όλοι θέλουν τον χρόνο τους
Εμένα ήταν εκείνη η στιγμή .
Γιατί το νιωθω.
Ό,τι και να γίνει.
Ό,τι και να έρθει
Όπως και να είναι.
Είναι δική μου και τίποτα δεν θα την πάρει μακριά μου.
Θέλω να ζήσω όλη μου τη ζωή μου μαζί της.
Είναι η καλύτερη μου φίλη και η γυναίκα της ζωής μου.
Δύο σε ένα.
Και μου αρκεί.
Ήθελα να της το πω στην αλλαγή του χρόνου λίγες βδομάδες από τώρα.
Τα πάρτι τα είχαμε κόψει στην αλλαγή γιατί γινόταν χειρότερος χαμός.
Απλά μαζευόμασταν εμείς και εμείς και τα παιδιά της λέσχης.
Έλεγα μήπως ήταν καλύτερα στα γενέθλια μου τον Φεβρουάριο αλλά μου φαινόταν μακριά.
Θεε μου πρώτη φορά Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά που θα είμαι με κάποια σε σχέση.Και ερωτευμένος.
Θα την φιλήσω στην αλλαγή.
Αν και θα γκριντζαρει με τα τυπικά.
Αλλά δε θα αντέξω .
Θα είναι σίγουρα πανέμορφη.
Αρκεί η Μέδουσα να μην την έχει στείλει σε καμία αποστολή.
Έλεος ας κάνουν διακοπές.
Πριν από όλα αυτά όμως ήταν οι δικές μας διακοπές.
Τρεις μέρες στο Καϊμακτσαλάν.
Γιατί πουθενά αλλού δε βρήκα το κέρατο μου.Γαμω τη χειμωνιάτικη τιμή σεζόν.
Και δεν μπορούσαμε να λείπουμε και πολλές μέρες να την πήγαινα ένα εξωτερικό.
Θα γίνει και αυτό.
Αλλά τεράστιο δωμάτιο με τζακουζι.
Τζάκι
Και φαι.
Πάλι καλά ξέρω τον σεφ του ξενοδοχείου και θα τρώμε καλά.
Βέβαια η Εύα δεν είχε ιδέα.
Ούτε καν όταν είπα την Όλιβ να βάλει ένα σάκο με ρούχα της στο πορτμπαγκάζ πριν πάμε στα παιδιά .
Εκείνη με κοίταξε σαν να μου έλεγε είσαι σίγουρος;
Ένα άλλο ηλίθιο συναίσθημα που μου έκανε κλικ στο κεφάλι
Λες και είχαμε τηλεπάθεια.
Όλοι φέρονταν περιεργα γύρω μου.
Ακόμα και ο Ρεν και η Άλις ήταν λες και με απέφευγαν.
Τι στο καλό όταν γυρίσουμε θα πρέπει να κάνουμε μια κουβέντα.
Θα την απήγαγα φυσικά χωρίς να το ξέρει.
Θα με σκότωνε αλλα χεστικα.
Το απόγευμα όταν φύγαμε από τα παιδιά κάναμε μια στάση στο καφέ που δούλευε η Σοφία.
Περιέργως είχε περισσότερο κόσμο από τις άλλες φορές.
Ο φίλος μου είχε βάλει και περισσότερα τραπέζια και μέσα και έξω και είχε πάρει μια έξτρα σερβιτόρα.
Η Σοφία είχε γίνει αστέρι.
Πίναμε το καφε μας στο γωνιακό τραπέζι δίπλα από το ταμείο.
Η Εύα με εκραζε γιατί φυσικά πήρε χαμπάρι τη τσάντα όταν κατεβήκαμε
Είχε ανοίξει το πορτμπαγκάζ για να αφήσει το κράνος της μηχανής που είχε ξεχάσει στο πίσω μέρος των θέσεων.
Για αρχή δεν το πήρε καλά πως θα πηγαίναμε εκδρομή
Έλεγε πως έχουμε δουλειές και τα λοιπά.
Αλλά αφου την φηλισα παθιασμένα και την έσφιξα πάνω μου τα ξέχασε όλα.
Τώρα χαμογελούσε σαν την ηλίθια.
Η Σοφία είχε πιάσει κουβέντα στο ταμείο με μια πελάτισσα.
Το βλέμμα μου έπεφτε συνέχεια πάνω της.
Γελούσαν.
Οι κοπέλα ήταν μικροσκοπική.
Λεπτή με σγουρά μαύρα μαλλιά .
Φορούσε ένα μαύρο τζιν παντελόνι.
Μποτάκια ένα δερμάτινο μπουφάν και μαία άσπρη μπλούζα.
Στα χέρια της κρατούσε ένα τάμπλετ και ένα τετράδιο.
Στον ώμο της είχε ένα μικρό σακίδιο τσάντα.
Για κάποιο λόγο δεν μπορούσα να καταλαβω γιατί μου ήταν γνώριμη.
Το πρόσωπο της γύρισε απαλά καθώς γελούσε με τα αστεία της Σοφίας καθώς της ετοίμαζε ένα καπουτσίνο .
Πράσινα μάτια λευκή επιδερμίδα και ένα σημάδι στο πρόσωπο στο δεξί το μάγουλο.
Σαν ελιά.
<<Πρώην κοπέλα σου;>>
Με ρώτησε η Εύα πίνοντας τον καφέ της και εγώ πετάχτηκα.
<<Ε,όχι όχι .Αλλά Απο καπου τη ξέρω.Δεν σου είναι γνώριμη;>>
Από πού σκατά την ξέρω;
Η Εύα την κοίταξε.
<<Μπα δεν μου φενεται γνώριμη>>.
<<Είμαι σίγουρος ότι την ξέρω .
Φενεται πολλή οικεία>>.
<<Μου αρέσουν τα ρούχα σου,>>είπε η κοπέλα στη Σόφια .
Φορούσε ένα ροζ γκόθικ σετ.
<<Αλήθεια ;>>Είπε ενθουσιασμένη η Σοφία.
<<Ναι ναι έχω μια χαρακτήρα μου στο βιβλίο μου που φοράει τέτοια ρούχα,>>την άκουσα να λέει.
<<Είσαι συγγραφέας;>>
Την ρώτησε η Σοφία.
<<Ε ,ναι κάπως ναι,>>είπε δειλά εκείνη και γέλασε .
<<Και πως την λένε την χαρακτήρα σου;>>
<<Σοφία >>απάντησε η μικροσκοπική κοπέλα.
<<Πλάκα τώρα .Σαν και εμένα,>>Χτυπησε παλαμάκια και χοροπηδησε στη θέση της.
<<Ναι ήθελα να έχει αυτό το όνομα γιατί την αγαπώ.Και έχουμε το ίδιο ξέρεις ονομα>>.
<<Σε λενε και εσένα Σοφία;>>
Είπε η τρελοκοτσιδου μας εξτασιαμενα.
<<Ναι,>>της χαμογέλασε.
<<Μυρτώ βρήκα άλλη μια Σοφία ,>>φώναξε στο πίσω μέρος του μαγαζιού και η Μυρτώ ξεπρόβαλλε ντυμένη και αυτή στα ροζ με το μαλλί ίδιο.
<<Μυρτώ;>>Αναφώνησε η κοπέλα.Και το ύφος της αμέσως άλλαξε και κοίταξε τη Σοφία καλά καλά έπειτα τη Μυρτώ .
Έπειτα το μαγαζί.
<<Εύα ,Ορφέα αλλη μια Σοφία σαν και εμένα .Είναι και συγγραφέας.Και είναι τόσο γλυκιά,>>φώναξε προς το μέρος μας.
<<Τέλεια έκανες καινούργια φίλη,>>της είπε η Εύα.
Η κοπέλα όμως έμεινε ακίνητη πόση ώρα με τη πλάτη της γυρισμένη και όταν άκουσε τη φωνή της Εύας γύρισε αργά αργά και μας κοίταξε εντρομη .
<<Ω ,όχι όχι δεν συμβαίνει αυτό.Δεν είναι αληθινό. Όχι δεν το ζω,>>μας κοίταξε καλά καλά από πάνω μέχρι κάτω.
Έπειτα τη Σοφία.Τη Μυρτώ το μαγαζί.
<<Δεν είστε αληθινοί όχι>>.
Είχε ασπρίσει λες και είχε δει φάντασμα .
<<Έκανα κάτι κακό;>>
Ρώτησε η Σοφία με τον καφέ στο χέρι.
Εγώ ακόμα αναρωτιομουν από που ήξερα αυτή τη κοπέλα που μας κοιτούσε σαν χάνος και δεν μιλούσε.
<<Όχι Σοφάκι ,>>της άρπαξε το καφέ απότομα και της άφησε τα χρήματα πάνω στον πάγκο.
<<Δε θέλω ρέστα .
Βιάζομαι θα τα ξαναπούμε>>.
Άρχισε να απομακρύνεται γρήγορα όταν η πόρτα άνοιξε και μεσα μπήκαν τα παιδιά.
Ο Αχιλλέας με την Ηρώ.
Η Ξένια ,ο Μάρκος και ο Γαβριήλ.
Η κοπέλα κοκκαλωσε με το που τους είδε .
Έναν έναν τους κοίταζε καλά καλά.
<<Ω όχι, Θεέ μου ,πάει Δεν είναι δυνατόν,>>άρπαξε το κινητό της από την τσέπη της.
<<Δεν είστε αληθινοι>>το έφερε στο αυτί της
<<Έλενα ,πρέπει να κάνουμε συνέδρια.
Δεν φτάνει που τους ακούω .Τωρα τους βλέπω κιόλας.,>>παύση <<Τι ποιους ;Τους χαρακτήρες από το βιβλίο μου>>.
Έτρεξε σπρώχνοντας τα παιδια για να βγει έξω <<Συγγνώμη,>>τους είπε και εκείνοι έμειναν να την κοιτούν.
<<Μη μου λες πως δεν είναι αληθινοί τους είδα γαμώ τη τρέλα μου ,με σάρκα και οστα.Παει έχω αποτρελαθει εντελώς...Το μόνο που λείπει είναι να εμφανιστεί κανενας Άγης...Σου λέω μη μου λες δεν είναι αληθινοί....Ξέρω τι είδα ...>>
Έσβηνε η φωνή της καθώς έκλεινε η πόρτα.
Ο Αχιλλέας με κοίταξε δείχνοντας την πόρτα και έπειτα εμένα αμήχανα.
<<Την ξέρουμε από κάπου;>>
Με ρώτησε αποσβωλλομενος.
<<Αχα,σου είπα ότι από κάπου την ξέρουμε,>>είπα στην Εύα .
<<Την ξέρεις;Σου θυμίζει κάτι;>>
<<Όχι αλλά φενεται τόσο οικεία>>.
<<Το ξέρω το λέω τόση ώρα>>.
<<Περίεργη κοπέλα,>>συνέχισε .
<<Έκανα κάτι κακό και έφυγε έτσι;Την συμπάθησα.Ειναι περίεργη σαν και εμένα,>>είπε η Σοφία καθώς κοιτούσε λυπημένα την πόρτα <<Θέλω να ξανά έρθει,>>είπε με παράπονο .
<<Θέλω να μου διαβάσει τις ιστορίες της>>.
<<Δεν έκανες κάτι κακό γλυκιά μου.Καπου θα ειχε να πάει η κοπέλα και βιαζόταν.Θα την ξαναδείς σίγουρα,>>της είπε η Εύα που πλέον κοιτούσε και αυτή περίεργα την κοπέλα μέσα από τη τζαμαρία που με μανία κοιτούσε κάτι στο τάμπλετ της στο δρόμο.
Έπειτα γύρισε και μας κοίταξε και με το που κατάλαβε ότι την κοιτάμε γύρισε το κεφάλι και έτρεξε γρήγορα.
<<Αλήθεια; Γιουπι ,>>χτύπησε η Σοφία παλαμάκια και η Εύα γέλασε.
<<ΧΑ,τρέχει και περίεργα.Και είπε Έλενα λες να μιλάει με την ψυχολόγο μας; Γιατί σίγουρα μιλούσε με γιατρό.Να την ρωτήσουμε,>>είπε ο Αχιλλέας.
<<Μπα ,δεν είναι μόνο η δικια μας που λέγεται Έλενα άλλωστε , είναι άλλες τόσες.Συμπτωση θα είναι,>>του είπε η Ηρώ και κινήθηκε προς την Σοφία.
Περίεργο πολύ περίεργο
Αλλά τι δεν είναι περίεργο σε αυτή τη πόλη πλέον.
Το βράδυ λίγες ώρες μετά,ήμουν μέσα στο τζακουζι με τα χέρια απλωμένα στο πλάι.
Μπουρμποληρθες στο ζεστο νερό.
Καλό κρασί δίπλα μου .
Φρούτα.
Και ο θεσπεσιος κώλος της Εύας μπροστά μου .
Απέξω και η θέα ήταν τέλεια .
Αλλά χωρίς χιόνι.
Αλλά χεστικα για το χιόνι.
Θα κάναμε χιονοθύελλα εδώ μέσα .
Όλα τα καιρικά φαινόμενα θα ξεσπούσαν.
Μόνο να μη μου φορούσε αυτό το μαγιό.
Τι το θέλει;
Εγώ γυμνός μπήκα.
Και δεν βοηθάνε και οι μπουρπουλήθρες να κρατηθώ ιδιαίτερα.
Επιτέλους μόνοι.
Χωρίς μαλακίες
Φωνές
Καρδιές
Σκυλιά ,γατιά .
Ψυχακιδες.
Εγώ και η πανέμορφη μου αμαζόνα.
Τα χέρια της ήρθαν στα μαλλιά της και τα έπιασε σε ένα χαλαρό κότσο.
Στεκόταν στις μύτες των δακτύλων της .
Όλο της το σώμα ήταν μπροστά μου σε όλο το μεγαλείο.
Κάθε ίχνος ψεγαδιού και ομορφιάς
Κάθε ουλή.
Κάθε ατέλεια.
Όλα αυτά που την έκαναν τέλεια.
Το άρωμα της κατέκλυζε όλο το πανό και εγώ ανυπομονούσα να μπει επιτέλους μέσα.
<<Αργείς Όμορφη και δεν γουστάρω να τελειώσω με μπουρμπουληρθες.Δεν έχω τέτοιο κινκ>>.
Στροβηλισε τα μάτια της μέσα από τον καθρέφτη.
<<Δεν ξέρεις τι χάνεις.Που να δεις τι θαύματα κάνει το τηλέφωνο από το ντουζ,>>γούρλωσαν τα μάτια.
<<ΧΑ το έλεγα εγώ στο Γαβριηλ αλλά δεν με πιστεύει πως τελειωνεται με αυτό στο ντουζ.Λεει γιατί να χρησιμοποιήσεις αυτό ενώ μπορείς να έχεις δονητη>>.
<<Ένα δίκαιο το έχει,>>έστρεψε το σώμα της προς εμένα και άρχησε να περπατά αργά.
Σήκωσε το ένα το πόδι της και το έβαλε δειλά μέσα έπειτα το άλλο
Απόλυτα μαγεμένος από τις κινήσεις της.
Το νερό ζεστό .
Αυτή καυτή.
Θερμοπληξία με βλέπω να παθαίνω.
Έπειτα μπήκε ολόκληρη μέσα και κάθησε απέναντι μου .
<<Ώστε έτσι ε;Την βρίσκεις με το τηλέφωνο του ντους!>>
Της κούνησα πονηρά τα φρύδια πάνω κάτω.
Νερό πετάχτηκε στα μούτρα μου και κόντεψα να πνιγώ.
Εκείνη γέλασε και χαλαρά άρπαξε το ποτήρι με το λευκό κρασί και ήπιε μια γουλιά.
<<Να πάρει Εύα θες να με πνίξεις;>>
<<Μερικές φορές,>>είπε και μιμήθηκε την κίνηση μου με τα φρύδια.
Έσκασα στα γέλια .
Έπειτα σταμάτησα και την κοίταξα.
Θα μπορούσα να την κοιτάζω για ώρες.
<<Έλα εδώ,>>της είπα ανοίγοντας την αγκαλιά μου.<<Τώρα>> την πρόσταξα.
<<Με διατάζεις Ορφεάκο;>>Είπε πονηρά .
<<Εγώ ποτέ.Απλα.λεω τι θέλω.Εσυ σαν ανεξάρτητη γυναίκα επιλέγεις.Αλλα γρήγορα γιατί τα χέρια μου θα μουδιάσουν,>>της είπα καθώς τα είχα ανοιγμένα ακόμα.
Με μια δρασκελια χωρίς να αργήσει έπεσε στην αγκαλιά μου.
Τα πόδια της τυλίχτηκαν γύρω μου και ο φίλος μου από κάτω έκανε χαρές.
Το φρύδι της σηκώθηκε και με κοίταξε έχοντας τυλιγμένα τα χέρια της γύρω από το λαιμό μου.
<<Τι;Είναι χαρούμενος που σε βλέπει,>>της είπα και γέλασα.
<<Πω ρε Ορφέα εσύ και οι γκριντσ ατάκες σου,>>πριν προλάβει να γκιρνιαξει την άρπαξα και την φίλησα.
Μουγκρισε στο φιλι μου.
Το δέρμα της υγρό και ζεστό από το νερό.
Σαν να είχαμε μια σιωπηλή συμφωνία χωρίς λόγια τα χέρια μου άρχησαν να ξεκινούν το πάνω μέρος από το μαύρο της μπικίνι .
Άντε γιατί πολύ ύφασμα είχαμε .
Το τράβηξα απελευθερώνοντας το στήθος της.
Ένα ελαφρύ κοκκίνισμα υπήρχε στο δέρμα της από το κάδρο νερό .
Οι ρώγες της στητες και σκληρές.
Το στόμα μου υγράνθηκε από την ανυπομονησία να της πάρω στο στόμα μου.
Και Θεέ μου όταν τις πήρα ,ήταν λες και έσκασαν πυροτεχνήματα.
Η γεύση της είναι ναρκωτικό.
Και τότε όλα έγιναν περίεργα.
Δεν μίλησε δεν είπε τίποτα.
Με αγκάλιασε .
Το χέρι της κατέβηκε στο κάτω μέρος του μαγιό της και το ξελισε.
Έπειτα ανασηκώσει τους γλωτους της και ευθυγραμμσε με το χέρι της τον πούτσο μου στην είσοδο της.
Ναρκωμενος από την επίθεση μου στο στήθος της την άφησα να με βάλει μέσα της.
Η κραυγή της ηδονής της ήταν μουσικής στα αυτιά μου.
Η αισθητή της μουδιαζε το κορμί μου.
Ταίριαζε ο ένας στον άλλο απόλυτα .
Λες και ο Θεός ,το σύμπαν μας είχε σμιλευσει τον έναν για τον άλλον.
Αλλά δεν με είχε συνηθίσει έτσι.
Πάντοτε μιλούσε
Αντιστεκόταν τώρα ήταν αλλιώς
Σήκωσα το βλέμμα μου την ώρα που άρχιζε να δίνει τον ρυθμό.
Πλησίασε το μέτωπο της στο δικό μου.
Και σαν είδα δάκρυα στα μάτια της ή στάλες από νερό.
Γιατι είναι στεναχωρημένη η Όμορφη μου.
Θα σκοτώσω όποιον την στεναχώρησε.
Η αναπνοή της ήταν βαριά τα μάτια της κλειστά.
<<Υπόσχεση μου πως αυτό εδώ.Εγω και εσύ δε θα ξεχαστεί ποτέ.Γιατι είμαστε εγώ και εσύ,>>μου ψυθήρισε.
Πήγα να ρωτήσω τι εννοούσε,ο δείκτης της σταμάτησε στα χείλη μου.
<<Υποσχεσου μου.Πως ότι και να γίνει.
Είμαστε μόνο εγώ και εσύ.Εδώ και τώρα.Αυτη η στιγμή για πάντα>>.
Κούνησα θετικά το κεφάλι μου.
Οι λέξεις της ένας γρίφος.
Οι άνθρωπο πάντοτε λένε περίεργα πράγματα σε τέτοιες στιγμές .
Αλλά πάντοτε θα είμαστε μόνο εμείς
Εγώ και αυτή μαζί.
Χαμογέλασε και έπιασε με τα χέρια της το πρόσωπο μου .
Έφερε τα χείλη της κοντά στα δικά μου.
<<Τώρα άσε με να σε πηδήξω και έπειτα μπορείς να μου κάνεις έρωτα και σεξ μαζί>>.
Τα μάτια μου γουρλωσαν.
<<Ναι γαμώτο ,>>φώναξα από τη χαρά μου και εκείνη με χτύπησε απαλά στο κεφάλι.
<<Μη χαλάς την ατμόσφαιρα Τσέκο,>>με μάλωσε .
<<Όχι κορίτσι μου,>>την άρπαξα και την έφερα ακόμα πιο κοντά ενώ ακόμα ήμουν μέσα της .
Ώθησα τους μηρούς μου προς τα πάνω και εκείνη δαγκωθηκε.
Θεε μου λατρεύω όταν το κάνει αυτό.
Από τη πρώτη στιγμή που την είδα.
<<Όχι, γυναικάρα μου,>>πείραξα με την γλώσσα μου τα χείλη της <<Αν είναι αυτό που θέλεις να με πηδήξεις.Καντο όπως θες.Πηδα με μέχρι να λιποθυμήσω δεν με νοιάζει και ας πεθάνω.Θα πεθάνω ευτυχισμένος>>.
Τα χείλη της προσέκρουσαν στα δικά μου
Οι γλώσσες μας σε έναν χορό ανεξέλεγκτο .
Ο ευθμός της επιτάχυνε καθώς ανεβοκατεβαινε πάνω μου..
Η τριβή τα υγρά της και νερό που ταλαντευοταν από τις κινήσεις μας με έστελνε αλήθεια στον άλλο κόσμο
Δεν είχα ξανά νιώσει τέτοιο συναίσθημα.
Ώμο, άγριο.
Που σε κατακλίσεις ολόκληρο
Σου ξυπνα ένστικτα άγρια
Ζωόδη.
Γιατί αν δεν στα ξυπνα ο άνθρωπος που λατρεύεις δεν έχει νόημα το σεξ .
Αλλιώς είναι μια σαρκική επαφή.
Την είχα .
Αυτό είναι ένωση μαγική.
Γινόμαστε ένα,στον δικό μας κόσμο ,εγώ και εκείνη.
Τα δόντια της με δάγκωσαν απαλά στο χείλος όταν ο οργασμός της μας έπιασε απροετοίμαστους .
Και εκεί τα έχασα .
Την τράβηξα και την γύρισα στα τέσσερα μέσα στο νερό με τα χέρια της να κρατάνε την άκρη από το τζακουζι.
Πήγε να αντισταθει αλλά της κλείδωσα τα χέρια στη πλάτη με το ένα μου χέρι.
Ένα δυνατός ήχος ακουστικές από την πρόσκρουση της άλλου χεριού μου στον γλουτό της .
<<Γαμώτο Ορφέας,>>είπε μέσα από τα δόντια.
<<Είμαστε εγώ και εσύ Όμορφη .Εμείς αυτό είμαστε.Εγω και εσύ.Χανουμε τον έλεγχο και τον δίνουμε ο ένας στον άλλον,>>με μια δυνατή ώθηση μπήκα όλος μέσα της απότομα.
Η πλάτη της τεντώθηκε και τα τοιχώματα της έσφιξαν γύρω από τον πούτσο μου
Τελείωνε ξανά.
Λίγο ακόμα έτσι και θα τελείωνα πριν την ώρα μου.
Λάτρευα αυτό το αναμεταξύ μας
Την μία να παίρνει τον έλεγχο αυτή την άλλη εγώ.
Ελένη και απώθηση.
Δύο πόλοι αντίθετοι αλλά τόσο ίδιοι.
Με ένα μαγνητικό πεδίο τόσο δυνατό που μόνο καταστροφή θα έφερνε.
Και δεν με ένοιαζε.
<<Πες το ,>>την ξαναχτύπησαν στον γυμνό γλουτό της
Το νερό βοηθούσε στην ορμή του χτυπήματος και ξεκάθαρα αύριο το πρωί θα είχε σημάδι.<<Πες το,>>χτύπος ξανά.
<<Εγώ και εσύ,πες το>>την πρόσταξα επιταχύνοντας τον ρυθμό μου.
Την ένιωθα ξανά έτοιμη να τελειώσει και όταν έφτασε στη κορύφωση τα λόγια της βγήκαν μπερδεμένα.
<<Εγ-,εσ-,μαζί.Εμεις>>.
Ο οργασμός μου με έκανε τα πάντα να ασπρίσουν γύρω μου και παρολίγο στα αλήθεια να λιποθυμήσω.
Αλλά κρατήθηκα.
Έπεσα ξεπνοος πάνω στην μέση της.
Άρχισα να σπέρνω φιλιά στο δέρμα της ενώ ήμουν ακόμα μέσα της.
Πάλι δεν είχα βάλει προφυλακτικό.
Γαμώτο αλλά εντάξει έπαιρνε αντισύλληψη.
Και οι δύο βαριανασαιναμε προσπαθόνυας να κατεβάσουμε την έκσταση της στιγμής .
Εγώ κρατούσα ακόμα τα χέρια της και εκείνη είχε ακουμπήσει το κεφάλι της πάνω στην άκρη .
Τα μαλλιά της είχαν χάσει τη σταθερότητα τους και τούφες έπεφταν στο αναψοκοκκινισμενα πρόσωπο της.
Πάνω στην ζάλη μου και στην ανακούφιση ούτε που κατάλαβα πως έγινε το επόμενο σκηνικό.
Ξαφνικά με γύρισε απότομα και στη θέση ήμουν πλέον καθιστός και εκείνη ξανά από πάνω μου.
<<Γύρος τρίτος,>>μου έκλεισε το μάτι.
<<Γαμώτο ,Ναι,>>φώναξα καθώς με έβαζε πάλι μέσα της .
Απορούσα πόσο γρήγορα σκλήρυνε ο πουτσος μου πάλι .
Με αυτό το ρυθμό σίγουρα θα πεθάνω από καρδιά σήμερα.
Και δεν μου καίγεται καρφί.
Ας πεθάνω στην αγκαλιά της.
Ήμουν τέσσερα όταν αντίκρισα την πιο όμορφη γυναίκα που είχα δει ποτέ μου μέχρι τότε δηλαδή.
Εντάξει και η μαμά μου ήταν όμορφη αλλά όχι σαν εκείνη.
Μικρός τότε εγώ ,τι ήξερα από ομορφιά όμως.
Ελάχιστα πράγματα .
Ήταν η μαμά μιας συμμαθήτριας μου της Νίνας .
Όταν την είδα έξω στο σχολείο ήταν σαν να σταμάτησε ο χρόνος.
Δεν την έβλεπα σαν γυναίκα ,αλλά σαν παιδί που ήμουν την έβλεπα απλά Όμορφη.
Όχι επειδή ήταν όμορφη εμφανισιακα και όλη την κοιτούσαν .
Μαύρα μαλλιά ψιλή κόκκινα χείλη και όλα τα καλά
Αλλά είχε κάτι άλλο
Η δυνατή της αυρα .
Η κίνηση της
Το χαμόγελο της
Ο τρόπος που μιλούσε.
Ο τρόπος που αγκάλιαζε το παιδι της.
Και ο τρόπος που την κοίταζε ο άντρας της με απόλυτη ευτυχία.
Βέβαια όσο τέλεια και να φαινόταν στα μάτια μου ,είχε ένα ψεγάδι.
Που αν δεν το προσεχες δεν θα το έβλεπες καν.
Μια ουλή στο χέρι ,που ξεπρόβαλλε από το καλοκαιρινό της κοντομανικο φόρεμα .
Πολλοί θα έλεγαν πως αυτή η ουλή χαλούσε αυτό τον πίνακα.
Αλλά για εμένα τον έκανε αψεγάδιαστο, τέλειο
Πολύτιμο.
Έτσι το έβλεπε και ο άντρας της που δεν έπαυε να τη πειράζει διακριτικά όσο εκείνη μιλούσε με την δασκάλα μας .
Ήταν σαν να είχε ψύχωση μαζί της .
Σαν να λάτρευε την ατέλεια της.
Σαν αυτό να ήταν που την έκανε Όμορφη.
Το βλέμμα του ήταν εκείνο που με έκανε να καταλάβω πολλά .
Το πόσο βαθιά την κοιτούσε .
Πόσο μέσα στη ψυχή της.
Και εκείνη όσο χάιδευε την ουλή της ενώ τόση ώρα ήταν αμήχανη και δάγκωνε τα χείλη της ,σαν να ηρεμούσε.
Και αναρωτιόμουν αυτή η δυνατή η αύρα που είχε πάει
Σαν να ένιωθε ασφάλεια.
Και μόλις την άγγιζε ξανά η σπίθα της δύναμης ερχόταν στα μάτια της.
Αυτή ήταν η ομορφιά της για εκείνον.
Η ατέλεια στην τελειότητα .
Και εγώ σαν παιδί τότε .
Σαν ένα μικρό παιδί που τα έβλεπε όλα όμορφα ,πριν δει το σκοτάδι για τα καλά.
Ευχήθηκα κάποτε να βρω την δική μου ατέλεια στην τελειότητα .
Να την αγαπήσω.
Να την δω Όμορφη ακόμα περισσότερο από ότι ήταν.
Γιατί αν δεν αγαπήσεις την ατέλεια δεν γνώρισες ποτέ την ομορφιά.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top