Κεφάλαιο 34ο
Τώρα.
Ορφέας,22 ετών.
<<Πως είσαι;>>
Ρώτησα τον Αχιλλέα καθώς κατεβαίναμε με το ανσανέρ προς τα κάτω.
Θα κάναμε κάναμε μια επίσκεψη στην Νιόβη.
Όσο και να προσπάθησε ο Αχιλλέας ,να μεταπείσει τον Ντέμιαν και την Έυα να πάει να δει την Ηρώ και την μάνα του δεν μπόρεσε τελικά να αλλάξει τις γνώμες τους .
Τις είχαν στην ιατρική πτέρυγα.
Πριν κατεβούμε του είχαν πάρει βιολογικό υλικό όπως και από την Σοφία για να γίνει τελικά η ταυτοποίηση.
Ο Ντεμιαν μας είχε πει πως λόγο της φωτιάς τα σώματά τους ήταν μη αναγνώρισιμα.
Το μόνο που είχε μείνει ήταν απομεινάρια από το καροτσάκι της Ηρώς.
Ίσως ήταν καλύτερα έτσι.
Να μην τις έβλεπε.
<<Καλά λέω,>>μου απάντησε και ξεφυσηξε.
<<Σταμάτα το αυτό, απλά πες πως δεν είσαι.Κανεις μας δεν ειναι,>>του είπα
<<Μπορείς να σταματήσεις να του την σπας;>>
Μου είπε η Εύα που στεκόταν μπροστά μου με την πλάτη γυρισμενη.
<<Απλά ας τον αναπνεύσει.Ειναι θαύμα που δεν έχει εξοστρακίσει τόση ώρα>>.
<<Απλά ανησυχώ για τον φίλο μου,>>της είπα.
<<Να ανησυχείς και για εσένα.Και εσύ στην ίδια κατάσταση είσαι,αλλά δεν το παραδέχεσαι.Γι'αυτο σταμάτα και συγκεντρώσου,>>μου είπε.
Η πόρτα από το ανανσερ άνοιξε και ένας σκοτεινός διάδρομος απλώθηκε μπροστα μας.
Καθώς περπατούσαμε άρχησαν να αναβουν τα φώτα.
Δεξιά και αριστερά υπήρχαν κελιά με διαφανες τζαμί,με στρογγυλές τρύπες και μια βάση τετράγωνη με συρτάρι.
<<Αυτά είναι τα κελιά μας.Οταν χρειάζεται κάποιον να κρατήσουμε, εδώ μπαίνει.Εχουν πλήρη εξαερισμό. Ηχομόνωση. Υποδοχή για φαγητό.
Από οτι βλέπεται έχει και ένα κρεβάτι και τουαλέτα.
<<Πλήρης οργανωμένοι,>>είπα έκπληκτος από όλο αυτό μπροστά μου.
Συνεχίσαμε στον διάδρομο.
Προσπερασαμε πάνω από δέκα κελιά δεξιά και αριστερά
Στο τέλος του διαδρόμου ,φτάσαμε σε μια σιδερένια πόρτα.
Η Εύα πάτησε τον κωδικό στο πληκτρολόγιο που υπήρχε δίπλα και αναβόσβηνε σε κόκκινο χρώμα..
Ο μηχανισμός πράσινισε και η πόρτα άνοιξε.
<<Ήταν ιδέα του Πέντρο που είδατε στην οθόνη.Αρρωστος καργιόλης αλλά τουλάχιστον έχει βοηθήσει την οργάνωση με τις γνώσεις του>>.
<<Τι απαγγέλλεται,>>ρώτησε ο Αχιλλέας.
<<Πρώην πράκτορας του FBI.Εφυγε γιατί δεν άντεχε την βρώμα εκεί μέσα>>.
Προχωρήσαμε μέσα στην αίθουσα.
<<Εδώ είναι το δωμάτιο ανάκρισης και βασανηστηρίων.Η Έρη συχενόταν που το λέγανε έτσι>>.
<<Είναι κάτι που θα έκανε,>>είπε και χαμογέλασε.
<<Ήταν σπουδαία γυναίκα,>>του είπε η Εύα.
<<Το ξέρω,>>χαμογέλασε.
Ένα τραπέζι με τρεις καρέκλες ήταν μπροστά μας .
Λίγο πιο δίπλα υπήρχε μια πόρτα που οδηγούσε στο δωμάτιο που βλέπαμε από την τζαμαρία μπροστά μας.
Εκεί σε μια καρέκλα δεμένη ήταν η Νιόβη
Χειροπέδες δεξιά και αριστερά στα χέρια δεμένη στα χερούλια,την κρατούσαν ακίνητη όπως και τα πόδια της
<<Δεν μας βλέπει,>>μας είπε η Εύα.
<<Μόνο εμείς από εδώ>>.
<<Ας μα δει λοιπόν,>>είπε μέσα από τα δόντια ο Αχιλλέας.
Το πρόσωπο του είχε σκλυρηνει στην όψη της δολοφόνου .
Η Εύα περπάτησε προς την πόρτα και την άνοιξε πάλι με κωδικό.
<<Και έλεγα πόση ώρα θα σας πάρει για να έρθετε;>>
Ακούστηκε η ταλαιπωρημένη φωνή της Νιόβης.
Η Εύα προχώρησε πρώτη ,έπειτα εγώ και ύστερα ο Αχιλλέας.
Φενόταν αρκετά κουρασμένη. Κάποιος ήδη είχε εξαπολύσει την οργή του πάνω της,αν εκρινα από το σκασμένο χείλος και το μαύρο μάτι.
<<Η Σαρλίν δεν ήρθε μαζί σας;Είπε πως θα με ξανά επισκεπτόταν>>.
<<Ώστε αυτή σε έκανε έτσι;>>
Της είπε η Εύα.
Εκείνη γέλασε.
<<Τι εγινε Εύα αναλάβαμε τα ηνία τώρα;>>Μειδίασε.
<<Κάπως έτσι,>>απάντησε εκείνη.
Στάθηκε ακριβώς στην τζαμαρία μπροστά.
Εγώ ήρθα δίπλα και ο Αχιλλέας στάθηκε δύο βήματα πιο δίπλα.
<<Γιατί το έκανες;>>Την ρώτησε.
Δεν την είχα ξαναδεί ποτέ .
Ούτε με το Γιάννη ούτε στο Τρίγωνο.
<<Ω,Αχιλλέα επιτέλους σε γνωρίζω Ο πατέρας σου μου έχει πολλά για εσένα.Λυοαμαι για την κοπέλα σου ήταν τόσο όμορφη,>>τον ειρωνεύτηκε<<Και για την μητέρα σου λίγο,ήταν μια σκύλα έτσι και αλλιως>.
<<ΠΕΣ ΜΟΥ ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΕΚΑΝΕΣ;>>Έσφιξε της γροθιές του και της ουρλιαξε.
Ήξερα πως κρατιόταν να μη κάνει καμία κίνηση να την χτυπήσει.
<<Τι;Δεν μπορείς να με χτυπήσεις;>>
Του είπε με κυνισμό καθώς είχε σταματήσει στον αέρα την γροθιά του <<Καλά λέει ο πατέρας σου πως δεν το έχεις μέσα σου να χτυπήσεις γυναίκα>>.
Ο Αχιλλέας ήταν έτοιμος να της ορμήξει.
<<Αυτός δεν το έχει αλλά εγώ..>>είπε η Εύα και η μπουνιά της προσέκρουσε στο πρόσωπο της Νιόβης.
<<Ωραίο δεξί μωρό,>>της είπα.
Με κοίταξε απότομα.
Ήταν πρώτη φορά που την έλεγα έτσι και πρέπει να σκαλωσε.
<<Ευχαριστώ μωρό,>>είπε έπειτα.
<<Λοιπόν,Νιόβη.Απο όσο θυμάμαι δεν είχαμε ποτέ καμία επαφή εμείς οι δύο.Αλλα από το λίγο που σε ξέρω πάντοτε ήσουν ηλίθια,>>εκείνη την κοίταξε απότομα έτοιμη να την βρίσει.
Τα μάτια της έβγαζαν μίσος .
<<Άντε και γαμησου,>>εφτησε το αίμα από το στόμα της.
<<Ευχαριστώ για την ευχή .Ίσως το κάνω μετά ,>>η Εύα της έκλεισε το μάτι και εγώ κόντεψα να της ορμήξω με την καλή έννοια βέβαια.
Παρόλο τη στεναχώρια μου.Ανυπομονουσα να χαθώ μέσα της.
Να την διώξουμε μαζί.
<<Λοιπόν τι έλεγα ,>>άρχησε να κάνει κύκλους γύρω από την καρέκλα της.
<<Α ναι,πως είσαι ηλίθια.Γιατι μόνο μια ηλίθια θα το έκανε αυτό και θα πίστευε πως θα ξεφύγει.Γι'αυτο έχεις δύο επιλογές ή ξεκινάς να μιλάς και θα είναι όλα πιο εύκολα για εσένα.Γιατι ξέρεις τι σε περιμένει,>>η Νιόβη την κοίταξε αποτομα.
<<Ξέρεις τις μεθόδους μας.Και ο Ρεν θα ήθελεε πολύ να διασκεδάσει λίγο .Και εδώ ερχόμαστε στην δεύτερη επιλογή.Που δεν χρειάζεται μάλλον να την πω.Ή αν σιωπισεις θα σου βγάλουμε τις πληροφορίες με το ζόρι>>.
Η Νιόβη γύρισε το κεφάλι από την άλλη και δεν απάντησε.
<<Κατάλαβα η δεύτερη επιλογή>>.
<<Δεν θα μιλήσει,>>η φωνή μας τρόμαξε και γυρίσαμε προς την είσοδο.
<<Τι στο διάολο κάνεις εσύ εδώ;>>
Ρώτησε ο Αχιλλέας.
Εκεί στην πόρτα στεκόταν ο Άγης .
<<Τι κάνει αυτός εδώ.Οχι ,όχι ,>>άρχισε να φωνάζει η Νιόβη και να προσπαθεί να ξεφύγει από την θέση της αλλά μάταια.<<Πάρτε τον μακριά>>.
<<Τι στον πούτσο;>>
Αναφώνησα.
Ο Άγης μειδίασε.
Άρχησε να προχωρά αργά προς τα μέσα.
<<Ο γλυκιά,ηλίθια Νιόβη.Δεν πίστευα πως το είχες μέσα σου να κάνεις κάτι τέτοιο>>.
Την πλησίασε .
<<Φύγε μακριά μου,>>του φώναζε.
<<Τι τον φέρατε αυτον εδώ ;Ξέρετε τι έκανε;>>
Κοιταχτηκαμε όλοι με περιέργια.
<<Τους σκότωσε όλους.Τριαντα άτομα με την μία στην Αναμόρφωση στην Σουηδία.Και έπειτα στο Βερολίνο.Σου προσφερε τα πάντα και εσύ τον προδοσες>>.
Ο Άγης την άρπαξε από τον λαιμό.
Η Εύα έκανε βήμα για να τον σταματήσει αλλά ο Αχιλλέας την έκανε νόημα να μη κάνει τίποτα
<<Άκουσε με καλά μαλακισμενη.Το άξιζαν.Δεν έπρεπε να μου παρουν αυτό που μου ανήκε. Δεν δίνω δεκάρα τι ήταν και ποιοι ήταν.Ο χρόνος τους μετράει αντίστροφα, μέχρι να χτίσω το βασίλειο μου θα μείνουν ζωντανοί>>.
Η Νιόβη προσπαθούσε να πάρει ανάσα .
Τα μάτια της είχαν γουρλωσει και το πρόσωπο της άρχησε να κοκκινίζει.
<<Άγη,>>του φώναξα.<<Αν την σκοτώσεις δεν θα μάθουμε τίποτα.
Την άφησε απότομα και εκείνη άρχισε να βήχει για να βάλει οξυγόνο στα πνευμόνια της
<<Σας είπα δεν θα μιλήσει.Δεν θα το κάνει ποτέ>>.
<<Την ξέρεις;>>Ρώτησε ο Αχιλλέας
<<Εσύ τι λες φωστήρα,>>έκανε μια παύση.<<Είναι μια από τις ερωμένες του πατέρα σου>>.
<<Ορίστε;>>Αναφώνησα.
<<Γάμησε με ελεος,>>είπε ο Αχιλλέας.
<<Η όμορφη ,ηλίθια Νιόβη.Θα έκανε τα πάντα για εκείνον.Ασχετως αν αυτός δεν έδινε δεκάρα για εκεινη,αλλά ούτε και για τις υπόλοιπες.Κριμα που ο Γιάννης είχε μάτια μόνο για μία Αλλά η Νιόβη από εδώ πίστευε ,πως αν έκανε τα πάντα θα τον κέρδιζε>>.
<<Θα ξεράσω,>>είπα.
<<Σκάσε,>> του φώναξε και ο Άγης την χτύπησε σφαλιάρα.
<<Μπορεί ο Αχιλλέας να μην το έχει μέσα του.Αλλα εγώ δεν δίνω δεκάρα τι είσαι.Οχι πως δεν πέρασα καλά όταν είμασταν ομαδα .Αλλά ένα πράγμα δεν έπρεπε να κάνετε και το κάνατε.>>.
<<Κάπως έπρεπε να σε κρατήσει τα χαλινάρια.Εχεις βίδα λασκαρισμενη και έκανες του κεφαλιού σου.Δεν ξέρει πόσο το απόλαυσα όταν μου είπε πως έπρεπε να σου το πάρω >του εφτησε.
Ο Άγης πήγε να ξανά επιτεθεί.
<<ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ;ΤΩΡΑ,>>της ουρλιαξε.
<<Σταμάτα,>>του φώναξε η Εύα.
Και εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω.
<<Νιόβη,δεν θα βγεις από εδώ μέσα.Οποτε ξεκινα να μιλάς.Πες μας που είναι;>>.
Γέλασε.
<<Δεν πρόκειται να τους βρείτε ποτέ.Ουτε τον γιο σου ο,ύτε κανέναν Αργά η γρήγορα θα σας πιάσον Και ειδικά εσένα,>>της είπε.<<Μεσσίας ας γελάσω.Εισαι το ίδιο μαλακισμενη με την Έρη>>.
Η Εύα της ξανά έδωσε μπουνιά.
<<Πρόσεχε πως μιλάς για εκείνη Δείξε έστω λίγο σεβασμό που σε βοήθησε όσο ήσουν εδώ μέσα Αν και την ξεγελάσες.Εκανες το βιογραφικό σου να μοιάζει φυσιολογικό.Καημενη Νιόβη που την εκμεταλλευτικέ το Τρίγωνο.Εισαι μια προσβολή για όλο το έργο μας.Και η ασέβεια που έδειξες στα θύματα με κάνει να αηδιάζω.Αλλα κάνεις ένα λάθος.Εγω δεν είμαι σαν την Έρη>>.
Κοίταξε τον Άγη.
Η Νιόβη άρχισε να πανικοβάλλεται.
Εκείνος μειδίασε.
<<Μην την σκοτώσεις.Την θέλω ζωνατη αργά η γρήγορα θα λυγίσει και θα μιλήσει.Μια ώρα σου αφήνω Αν δεν ανέβεις μέχρι τότε πάνω και αν την βρω νεκρή θα σε κλείσω εδώ μέσα και δε θα βγεις ποτέ>>.
Ο Άγης άρχισε να γελά,καθώς εκείνη μας έκανε νόημα να φύγουμε .
<<Σε παρακαλώ Εύα μη με αφήνεις με αυτόν.Δεν ξέρεις τι κάνει,>>ο Άγης την πλησίαζε.
<<Εσύ το προκαλέσεις Νιόβη,>>της φώναξε.
Η Εύα δεν γύρισε να την κοιτάξει.
Ο Άγης άρχησε να γελάει μανιακά.
Οι πρώτες γροθιές ακούστηκαν με την Νιόβη να αγκωμαχα.
<<Και την συμπαθούσα την ξανθουλα.Αυτο είναι για εκείνη,>>της φώναξε και της ξανά έριξε μπουνιά.
<<Είσαι σίγουρη πως δεν θα την σκοτώσει;>>
Την ρώτησα καθώς βγαίναμε έξω.
<<Όχι, αλλά όχι ότι με νοιάζει κιόλας.Εχει δίκαιο ο Άγης δεν θα μιλήσει>>.
Ο Αχιλλέας περπατούσε από πίσω μας.
<<Γιατί είναι τόσο εμμονικος μαζί της.Αυτο την σκότωσε.Επιτηδες το έκανε για να μην την έχω.Και εγώ δεν μπόρεσα να την...Εγώ φταίω..Και η μανα μου γαμωτο...>>είπε με νευρική φωνή .
Γύρισα και τον έπιασα από τον λαιμό.
<<Άκουσε με,αδερφέ.Ξερω πονάς .Αλλά διοχέτευσε όλη την οργή σου σε εκείνον.Στιν πατέρα σου.Το ξέραμε ότι δεν θα την άφηνε.Αλλα μη βασανίζεσαι έτσι .Θα τον βρούμε και θα τον...>>.
<<Το ίδιο έκανε και με την Έμιλι,>>είπε η Εύα.<<Όταν δεν μπόρεσε να την έχει για εκείνον απλά την σκότωσε για να μην την έχει κανείς.Αυτο κάνει.Στερει από του ανθρώπους ότι πιο πολύτιμο έχουν.Θα τον βρούμε Αχιλλεα.Και όλο αυτό θα σταματησει>>.
Έβλεπα την αλλαγή στα μάτια της.
Όλη αυτή την ενέργεια και την δύναμη.
Αλλά παράλληλα έβλεπα και τον ραγισμένο της ευατό.
Εκείνος άρχησε να φανερώνεται πιο πολύ.
Άρχησα να ανησυχώ και να φοβάμαι.
Να μην αλλάξει εντελώς και την χασω.
Γιατί για εκείνη οι στόχοι της ήταν τα πάντα.Η εκδίκηση της ήταν πάντα
Η Έμιλι ήταν τα πάντα .
Και όσο και να ένιωθα πως κάπου τρυπωνα και εγώ μέσα της σιγά σιγά ,άλλο τόσο έτρεμα πως θα με έδιωχνε εξαιτίας του φόβου της.
Θα προσπαθούσα όμως με κάθε τρόπο να το αλλάξω.
<<Τι είναι αυτό;>>
Με ρώτησε λίγα λεπτά μετα η Εύα .
Είχαμε μπει σε ένα από τα δωμάτια που είχε η οργάνωση.
Ήταν σαν μικρό σαλόνι με μια μεγάλη τηλεόραση.
Η Όλιβ μας είχε φέρει φαγητό.
<<Μαλάκα θες με πεθάνεις,>>της φώναξα όταν μασησα μια μπουκιά από τα μακαρόνια που μου είχε φέρει.
Σήκωσα με το πιρούνι ναι μπουκιά .
Μια κολλημένη μπουκιά από μακαρόνια και τυρί.
<<Στόκος,αυτό είναι στόκος>>.
<<Τα παραπονα σου στον Σεφ .Αυτά έχουμε αυτά θα φας.Με τόσο κόσμο που ήρθε ,τι ήθελες αστακό;>>
<<Γαμώ το κέρατο μου,απλά μακαρόνια με τυρί είναι. Πως τα εκανε λάθος; Θα πάω μετά να του κάνω μαθήματα>>.
Η Όλιβ αναστέναξε και έκλεισε την πόρτα.
Αφού φάγαμε.
Βρήκα την ευκαιρία να της κάνω την έκπληξη που της είχα υποσχεθεί και αντι αυτου της έφερα την Καπκεικ.
<<Τι είναι αυτό;>>
Με ρώτησε καθώς κρατούσε το βελούδινο κουτί στα χέρια της.
<<Άνοιξε το,>>της είπα.
Χάιδεψε το βελούδο και με αργές κινήσεις το άνοιξε
Τα μάτια της φωτίστηκαν.
<<Ορφέα τι έκανες;>>
Ρώτησε σαστησμενα.
Στα δάχτυλα της σήκωσε το μικρό μενταγιόν και το επεξεργάστηκε.
<<Δωστο μου να στο βάλω,>>της είπα και το πήρα από τα χέρια της
Άνοιξα το κούμπωμα και έφερε γυρω από το λαιμό της , παραμερίζοντας τα μαλλιά της και το έκλεισα.
Τα δάχτυλα της έπιασαν ξανά .
<<Είναι...>>
<<Μια αλεπού με μια κορόνα,>>είπε χαμηλόφωνα καθώς το κοιτούσε μπροστά της
Από μια αλυσίδα λεπτή,χρυσή κρεμόταν το κεφάλι μιας αλεπούς με μια κορώνα πάνω του και τα δύο σε χρυσό .
Ήταν λεπτεπίλεπτο και κομψό.
Ταίριαζε απόλυτα πάνω της.
<<Είναι ..>>.
<<Εγώ και εσύ>>.
Ήταν ειδική παραγγελία.
Εγώ είχα πάνω μου κάτι που να μας θυμίζει ,το τατουάζ με το κρανίο και την κορόνα.
Έτσι ήθελα να έχει και εκείνη κάτι αντιστοιχο.
Να με έχει κοντά της.
Να μας θυμάται.
<<Είναι πολύ όμορφο,>>μου είπε.
<<Σε ευχαριστώ.Αλλα πρέπει να ήταν ακριβό>>.
<<Μπα δεν ήταν τίποτα.Μη σκας.Ηθελα να στο δώσω της προάλλες αλλά το γατί με πρόλαβε,>>γέλασα .
Τα χείλη της ήρθαν απότομα στα δικά μου.
<<Είναι τέλειο,>>είπε στη συνέχεια σπάζοντας το φιλί.
Χαμογέλασε και έπειτα χασμουρήθηκε.
<<Είμαι τόσο κομμάτια και δεν έχει τελειωμό όλο αυτο>>.
Πήγε να σηκωθεί και την άρπαξα απότομα πάνω στην αγκαλιά μου.
<<Όμορφη,>>πήγε να φύγει από πάνω μου.<<Χαλάρωσε >>.
<<Ορφέα πρέπει να...>>
<<Σταμάτα και χαλάρωσε λίγο.Για λίγο αν κοιμηθείς δεν θα πάθουν κάτι,>>χασμουρήθηκα και εγώ.<<Άσε που μου κόλλησες το χασμουρητό τώρα>>.
Την αγκαλιασα πιο σφιχτα και ξάπλωσα προς τα πίσω.
Εκείνη κατέλαβε πως δεν επρόκειτο να την άφηνα να φύγει και χαλάρωσε το κορμί της .
<<Ορφέα;>>
Είπε μετά από λίγο.
Μουγκρισα γιατί ήδη εκλειναν τα μάτια μου και δεν είχα κουράγιο να μιλήσω.
Εδώ δεν είχα κουράγιο να της την πέσω ,τόσο που το ήθελα ,αλλά έπρεπε να αλλάξω σχέδια ,γιατί ήδη ξημέρωνε και δεν είχαμε κοιμηθεί καθόλου.
<<Πες μου πως θα πάνε όλα καλά;>>.
<<Θα πάνε ,στο υπόσχομαι>>.
<<Ψεύτη.Ποτε δεν πάνε καλά>>.
<<Ε τότε γιατί με ρώτησες αφού δεν πάνε;>>
<<Απλά ήθελα να το ακούσω,>>η φωνή της άρχησε να σβήνει σιγά σιγά και να κλείνουν και τα δικά της μάτια.
Δεν ξέρω πόση ώρα μας είχε πάρει ο ύπνος.
Όταν άνοιξα τα μάτια μου έξω είχε ησυχία .
Ξύπνησα όμως με μια μικρή ανακούφιση.
Χωρίς να ξέρω το γιατί.
Σαν να είχε φύγει ένα βάρος.
Η Εύα ακόμα μοιμόταν πάνω μου με την ανάσα της βαριά.
Τα δάχτυλα της ήταν στον λαιμό μου.
Τα κουνούσε ελαφριά μέσα στον ύπνο της.
Θα μπορούσα για ώρες να την κοιτώ έτσι.
Ένιωθα όμως και τύψεις.
Γιατι ο Αχιλλέας δεν θα το είχε πλέον αυτό.
Φοβάμαι τόσο πολύ μη κάνει καμία βλακεία που κοντεύω να σκάσω.
Δεν ξέρω πως να το σταματήσω.
Η πόρτα χτύπησε και έπειτα ανοιξε αργά
<<Είσαι εντάξει,>>με ρώτησε ο Γαβριήλ καθώς ξεπρόβαλε από το άνοιγμα .
Το πρόσωπο του ήταν κομμένο και ήδη είχε μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια.
<<Ναι.Εσυ;>>
Του ψυθήρισα.
<<Προσπαθώ.Ο Αχιλλέας κοιμήθηκε.Και η Σοφία.Οι υπόλοιποι τρωνε πρωινό>>.
<<Ο Άγης;Γύρισε από κάτω;Κατάφερε τίποτα;>>
<<Όχι,απλά την σακατεψε λίγο έως πολύ.Πρεπει να τον προσέχουμε γιατί δεν μας βλέπω καλά>>.
<<Έχεις ιδέα τι μπορεί να είναι αυτό που ψάχνει;>>.
Κούνησε το κεφάλι.
<<Όχι.Αλλα ο Ντέμιαν βρήκε κάτι για το τρίγωνο>>.
<<Γιατί δεν παίρνεται και ενα καφεδάκι να την αραξετε και να κάνετε κοτσομπολιο.Μη πτοειστε;Όχι πως κοιμάμαι>>.Είπε η Εύα με κλειστά μάτια.
<<Όμορφη ξύπνησες.Μαλλον σε ξυπνήσαμε,>>της είπα και χαμογέλασα .
Χάιδεψα απαλά τις τούφες από το πρόσωπο της.
<<Εντάξει είμαι μην ανησυχείς.Γαβριηλ πες τους υπόλοιπους που τρώνε να πάνε να κοιμηθούν.Σε λίγη ώρα θα έχουν βγει και τα αποτελεσματα του DNA.Και τουλάχιστον ας έχουν λίγο ηρεμίσει.>>.
<<Είναι και κάτι ακόμα,>>είπε ο Γαβριήλ.
<<Τι τώρα;>>
Έριξε το κεφάλι της πάνω μου.
<<Όπως είπα ο Ντέμιαν βρήκε κατι.Ορφέα,τι μήνα έχουμε;>>
<<Νοέμβριο,>>του απάντησα.
Δεν ξέρω που το πήγαινε.<<Τι μου το ρωτάς τώρα αυτό;>>
<<Απλά σκέψου.Καθε Νοέμβριο τι γινόταν;>>.
<<Τι γινόταν;>>
Ρώτησα και ο Γαβριήλ αναστέναξε.
<<Έλεος Ορφέα σκέψου.Ευα αποκλείεται να μη το ξέρεις και εσυ>>.
Η Εύα σήκωσε το βλέμμα της και με κοίταξε καθώς προσπαθούσα να σκεφτώ το ίδιο και εκείνη .
Ταυτόχρονα τα μάτια μας γούρλωσαν.
<<Η δεξίωση,>>αναφωνησαμε μαζι.
Πετάχτηκε από πάνω μου και άρχησε να στρωνει τα ρούχα της.
Κάθε χρόνο γινόταν α η καθιερωμένη τους δεξίωση της κοινότητας πριν μπει ο Δεκέμβρης.
Όλοι η αφρόκρεμα της κοινότητας.μαζευοταν σε ένα συγκεκριμένο σημείο .Λίγες μέρες πριν έκαναν γνωστή την τοποθεσία για λόγους ασφαλείας.
Το ξέραμε επειδή ο Γιάννης πήγαινε κάθε φορά εκεί και όταν γυρνούσε μας έλεγε για όλα όσα διαδραματίζονταν στο μέρος αυτό
Έπειτα συνέχισε να λέει για το πόσο ανάξιοι είμασταν και δεν θα μας έβαζαν ποτέ εκεί μέσα.
Όχι πως μας ένοιαζε
Εκείνα τα μέρη ήταν εφιάλτες σκέτοι.
Τα περίεργα τελετουργικά που κάνανε,το αλκοόλ που έρεε και τα ναρκωτικά, καθώς και οι σεξουαλικές περιπτύξεις ήταν τα καθιερωμένα εβεντ τους.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτά .
Η διαστροφή τους κατέληγε πολλές φορές και σε παιχνίδια.
Τι θα γινόταν ας πούμε αν έβαζες κάποιους να τρέχουν μέσα σε ένα δάσος και εσύ έπαιζες κυνηγητό μαζί τους, έχοντας διαφόρων ειδωνόπλα;
Το απόλυτο μακελειό.
Για αυτούς ήταν πάρτι με στοιχήματα.
Διεστραμμένα γουρούνια.
Το έκαναν για την πλάκα τους.
<<Πως το ξέχασα αυτό,>>άρχησε να λέει η Ευα.
<<Και μάντεψε που γίνεται φέτος,>>συνέχισε ο Γαβριήλ και τον κοιτάξαμε.
<<Σκωτία.Το βρήκε ο Ντέμιαν ,δεν ήταν σίγουρος αν γινόταν ,αλλά σιγά μην άφηναν κάτι τέτοιο αυτοί.Το άκουσε σε ένα από τα χακαρισμενα τους κανάλια>>.
<<Αυτό είναι καλό πολύ καλό,>>είπα.
<<Ναι είναι η ευκαιρία μας..Σε πόσες μέρες;>>
<<Την Παρασκευή>>.
<<Τέλεια οπότε πρέπει να ετοιμαστούμε>>.
<<Εύα θα μας περιμένουν και ίσως είναι και παγίδα. Γι'αυτό δεν άλλαξαν την τοποθεσία>> συνέχησε ο Γαβριήλ.
<<Ακόμα καλύτερα,>>χαμογέλασε εκείνη και σηκώθηκε.<<Πρέπει να ξεκινήσουμε τις προετοι...>>
Ένα κλάμα γοερο ακούστηκε στα ξαφνικά από μέσα και μια αναστάτωση ξεκίνησε.
<<Τι στο διάολο,>>αναφώνησα.
<<Πάμε μέσα τώρα ,>>φώναξε η Εύα και ο Γαβριήλ άρχησε να τρέχει με εμάς από πίσω του.
Φτάνοντας λαχανιασμένος κόντεψα να πέσω πάνω στην Εύα που σταμάτησε απότομα
Ο Αχιλλέας ερχόταν από την γωνία με την Σοφία και έτριβε τα μάτια του από τον ύπνο.
Ο Μάρκος ,η Ξένια και ο Φίλιππος στεκοντουσαν σοκαρισμένοι και κοιτούσαν προς την είσοδο.
Ο Μπιλ σηκώθηκε αποτομα από το ένα γραφείο που καθόταν με τον Άρη και τον Πέτρο.
Όλοι στέκονταν απλά και κοιτούσαν την είσοδο.
<<Τι έγινε;>>
Ρώτησα την Εύα .
Το κλάμα συνέχιζε γοερά.
Λίγα δευτερόλεπτα έκανα για να το συνδέσω με την φωνή του Ντέμιαν.
Και το βλέμμα μου έπεσε πάνω του που αγκαλιάζε πεσμένος στα γόνατα την...
<<Έρη,>>ψέλλισε η Εύα.
Ο Αχιλλέας σήκωσε το βλέμμα του και κοντοσταθηκε .Επειτα άρχησε να τρέχει φωνάζοντας.
<<ΗΡΩ>>.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top