Κεφάλαιο 31ο

Λίγες ώρες πριν.
Έρη.

Χρειάζομαι διακοπές. Γιατί δεν βλέπω σύντομα ,να βρίσκω την ηρεμία μου.

Δεν σκόπευα να κάνω ακραίες κινήσεις.
Μετά όμως την ενημέρωση από τον Αχιλλέα κατάλαβα πως κάτι έπρεπε να γίνει.

Συνήθως περίμενα να κάνουν εκείνοι το πρώτο βήμα.
Τώρα όμως και όλο το διάστημα κάτι δεν πήγαινε καλά.

Δεν συνήθιζαν να μην δρανε.

Το κρυφτό που έπαιζαν άρχιζε να μου την δίνει στα νεύρα.

Δεν μπορούσαμε να του βρούμε πουθενά.

Όπου και να ψάχναμε.

Ότι τοποθεσία και να βρίσκαμε ήταν πάντοτε άδεια.

Ακόμα μια αυτό το καταραμένο νησι δεν ήταν πουθενά.

Όσο και να ψάχναμε στους χάρτες ,μέσω τον δορυφόρων ήταν άφαντο.

Και όσους πιάναμε δεν βγάζαμε τίποτα καινούργιο από πληροφορία.

Φυσικά κάποιοι αλλωνιζαν ελεύθεροι.

Όπως ο Δήμαρχος.
Και άλλοι πολλοί.

Δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι για αυτούς.

Για παράδειγμα ,να μπουκαρουμε σπίτι τους για να τους συλλάβουμε υπό έστω κάποια ψευδή κατηγορία.

Θα στρέψαμε τα μάτια ολλονων πάνω μας.Και ερωτήσεις θα άρχησαν να πέφτουν.

Είναι δύσκολο να κρατήσεις μια οργάνωση σαν την δική μου μύθο.

Το μεγαλύτερο επίτευγμα του διαβόλου είναι να σε πείσει πως δεν υπάρχει.
Έτσι κάνει το τρίγωνο .
Αλλά και εμείς.

Παρόλο που ξέρουν ότι υπάρχουμε είμαστε ακόμα μέσα στις σκιές.

Δεν γνωρίζουν πόσοι και ποιοι ανήκουν στην οργάνωση μας.

Πέρα από κάνα πέντε άτομα με εμένα συνεπριλαμβανώμενη.

Έτσι αυτό μας δίνει το αβαντάζ να κινούμαστε ανάμεσα τους.Δίπλα τους καθημερινά.Χώρις να το ξέρουν.

Αλλά πάντοτε νιώθουν την ανάσα μας στο σβέρκο τους.

Οι τοποθεσίες μας είναι καλλυμενες.
Όπως και τα σπίτια που μένουμε.
Το έχω φροντίσει αυτό.

Τα χτυπήματα που έδωσα ήταν απαλά προειδοποητικά γιατί προκαλούσαν

Η Μέδουσα ποτέ δεν κοιμάται.
Απλά καραδοκει.

Δεν υπήρχε περίπτωση να τους αφήσω να πιστεύουν πως εγώ δεν ήμουν στο κατώπι τους.

Πόσο μάλλον τωρα που είχαν αρχίσει να προκαλούν το παιδί μου μια την οικογένεια του.

Ξέρω πως πρέπει να περιμένω τα αντίποινα.

Αλλά έτσι είναι ο πόλεμος.

Αδίστακτος και δεν διαχωρίζει ούτε κάνει χαρές σε καμία από τις δύο πλευρές.

<<Ντέμιαν,πάρε ανάσες,>>του έλεγα στο τηλέφωνο καθώς ετοιμάζουν.

Σε λίγη ώρα θα φεύγαμε με την Ηρώ για να πάμε να δούμε το φάντασμα της Όπερας.

Ο οδηγός μου στεκόταν στην εξώπορτα με τα χέρια ενωμενα μπροστά στο κορμί του.Αμιλητος μια ακουνητος.

<<Ω έλα Τζόσουα δεν βοηθάς καθόλου.Κοκκινο κραγιόν ή ροδακινή;>>

Του έλεγε η Ηρώ καθισμένη στο καρότσι της.
Ντυμένη με μια χρυσή τουαλέτα και αντίστοιχες γόβες
Τα μαλλιά τις σε ψηλή κοτσίδα και κρίκους στα αυτιά.
Στα δύο της χέρια τα κραγιόν.
Να του δείχνει μία το ένα μία το άλλο, αγανακτισμένα.

Εκείνος δεν απαντούσε ,μέχρι που σήκωσε το δείκτη του και έδειξε το κόκκινο.

<<Είδες;Πόσο δύσκολο ήταν ;Μου έφαγες δέκα λεπτά από την προετοιμασία μου.Αναθεμα τι γίνεται με εσένα.Δεν μιλάς,δεν λαλας.Απορω αν πας και τουαλέτα.Πρέπει να είσαι ρομποτ δεν εξηγείται,>>αναστεναξε και εκείνος απλά την κοιταξ.

Η Ηρώ είναι ένα αξιαγάπητο πλάσμα.
Κάθε μέρα βλέπω γιατί ο γιος μου είναι τρελαμενος μαζί της.

Λυπάμαι που θα την χάσω και θα φύγει πάλι πίσω.
Έδινε φως μέσα στο σπίτι.

Με το γέλιο της .

Τα αστεία της.

Ένιωθα φυσιολογική ,όπως τότε που είχα εδώ τον Αιχλλεα.Και όχι μόνη.

<<Περίμενε λίγο,>>είπα στον Ντέμιαν.
Εκείνος διαμαρτυρήθηκε ,αλλά ήδη είχα κατεβάσει το ακουστικό.

Έβαλα τις γόβες μου και προσχώρησα κοντά τους.

Με τα χέρια μου άρχησα να μιλάω στον Τζόσουα και εκείνος ανταποκρίθηκε.

<<Μην την αφήνεις να σε τρελαίνει,>>του έδειξα και χαμογέλασα.

<<Αν αυτή είναι η νύφη σου κέρδισες τζάκποτ.Και ο γιος σου είναι τέρμα τυχερός και άτυχος ,αν κρίνω από τον χαρακτήρα της του έχει βάλει τα δύο πόδια σε ένα παππούτσι,>>απάντησε εκείνος με τα δικά του.

Η Ηρώ είχε μείνει να μας κοιτάει αποσβωλλομενη.

<<Είναι μουγκός;>>Είπε έκπληκτη.
Γύρισε σε εκείνον και της χαμογέλασε.

<<Ω, τι ντροπή,>>έκρυψετο πρόσωπο της μέσα στα χέρια της.<<Συγγνώμη δεν το ήξερα και εγώ σε προσβαλλα.Ειμαι ηλίθια>>.

Εκείνος κούνησε τα χέρια του.

<<Λέει πως δεν πειράζει,>>της απάντησα.

<<Μια προειδοποίηση δεν έβλαπτε,>>μου έσφιξε τα δόντια και μίκρυνε τα μάτια της.

<<Έλα μωρέ δεν πειράζει Άλλωστε λίγοι το ξέρουν πως δεν έχει γλώσσα,>>της είπα και εκείνη γούρλωσε τα μάτια.

Τον κοίταξε.

<<Δεν έχει γλώσσα;>>
Είπες αυθόρμητα και έπειτα μαζεύτηκε<<Συγγνωμη,>>είπε με απολογητικό υφος.<<Δηλαδή δεν είναι εκ γενετής;>>

<<Όχι.Ο Τσουσουα ήταν το δεξί χέρι του Αρμένη όταν ήταν υπουργος.Μέχρι που άρχησε να κάνει πολλές ερωτήσεις,όταν κατάλαβε σε τι ήταν μπλεγμένος και πως ήταν το μεγάλο κεφάλι του Τριγωνου.
Δεν του άρεσε του Αρμένη , οπότε του έκοψε την γλώσσα για να μην τον ακούει>>.

Η Ηρώ έφερε την παλάμη της στο στόμα της και αναφώνησε.

<<Συγγνώμη.Αυτό είναι τόσο απανθρωπο,>>τον κοίταξε.

Εκείνος κούνησε τα χέρια του και χαμογέλασε.

<<Λέει πως δεν φταις εσύ .Και είναι ότι είναι δεν αλλάζει>>.

Ήταν εικοσιπέντε όταν του συνέβη.

Όταν μπόρεσα να τον πάρω Πόντα χέρια του δεν είχε σταματήσει να με αγκαλιάζει.

Τότε δεν καταλάβαινα τι μου έλεγε γιατί δεν ήξερα να του μιλώ.
Μέχρι που έμαθα.
Τον έκανα οδηγό μου και κάτι παραπάνω βέβαια από αυτό.

Ήταν ο προσωπικός μου προστάτης.

Πιστός μέχρι το κόκκαλο.

Και κούκλος αν εκρινα και από τα βλέμματα των γυναικών και κοριτσιών στην οργάνωση κάθε φορά που τον έβλεπαν.

Μαύρα μαλλιά ,με ετεροχρωμια στα μάτια του.

Το ένα μπλε και το άλλο μαύρο.

Καταγωγή εδώ από το Λονδίνο.

<<Ηρώ πάνε να ετοιμαστείς μέχρι να τελειώσω το τηλέφωνο και φεύγουμε μετα,>>της είπα.
Εκείνη εγνεψε και άρχησε να απομακρύνετε.

Το σπίτι ήταν ευρύχωρο και τις έδινε την ευχέρεια να κινείται οπως ήθελα.

<<Έρη.Έρη.Ερη,>>ακούγονταν κατά τη διάρκεια όλης της συζήτηση η φωνή του Ντεμιαν.Άρχιζε να με εκνευρίζει η ανυπομονησία του.

<<Τι;,>>του είπε εντέλει στο ακουστικό.

<<Πως γίνεται να είσαι τόσο χαλαρή.Θα πάθω καρδιακό,>>έλεγε.

Η ανάσες του ήταν ακανόνιστες.

<<Τι σου έχω πει να παίρνεις ανάσες.
Πάμε μαζί,>>πήγε να διαμαρτυθει αλλά μετά υπάκουσε.

<<Μια ,ανάσα,>>με μιμούνταν, καθώς εγώ έπαιρνα οξυγόνο.
<<Δύο...τρεις..κρατά μέχρι το τρία.Και....ξεφυσαμε μέχρι το τρία...Καλύτερα;>>Τον ρώτησα καθώς έφερνα την εικόνα του να διορθώνει τα γυαλιά του.

<<Ναι καλύτερα. Αλλά Έρη θεωρείς ότι μετά από όλο αυτό είναι καλή ιδέα να πας στην Όπερα;>>.

<<Όλα θα πάνε καλά.Τι θα κάνουν;Ας έρθουν.Δεν τους φοβάμαι.Αφου έχεις ελένξει τα πάντα έτσι δεν είναι;Με την ομάδα σου Την Νιόβη;>>.

<<Ναι αλλά Έρη τους γάμησες.Δεν θα το αφήσουν έτσι>>.

<<Ωραία.Ας τους να έρθουν.Πολεμο θέλουν;Θα τον έχουν>>.

Το κινητό μου άρχησε να δονείται και σαν δεύτερη κλήση είδα το όνομα του Μπιλ.

<<Ντέμιαν, πάνε με το σχέδιο μας.Αλλωστε το ξέρεις το προτοκολλο μας σε τέτοιες περιπτώσεις.Ολα θα πάνε καλά μην ανησυχείς...Πρέπει να φύγω τώρα σε κλείνω..>>.

Πριν προλάβει να διαμαρτυρηθει και πάλι,μιας και ήταν η ειδικότητα του αυτή ,του το έκλεισα.

Δεν πρόλαβα την κλήση του Μπιλ και αποφάσισα να τον πάρω με κάμερα.

Η οθόνη άνοιξε και η πανέμορφη, καυτή,σέξι φάτσα του φάνηκε στην οθόνη.

Σήκωνε μια μπύρα στο στόμα του και κόντεψε να πνιγεί με το που με είδε.

<<Hey hot stuff,>>του είπα.

Από πίσω έβλεπα τα παιδιά της λέσχης που ήταν μαζεμένα .
Φασαρία και μουσική ακούγονταν.

<<Γαμώ Έρη ,θες να πάθω καρδιά;Εισαι..εισαι πανέμορφη ,>>έβαλε την παλάμη του στο στόμα του και ψυθήρισε.<<Και καύλα>>.

<<Οοουυυυ,>>ακούστηκαν από πίσω και σφυρίγματα από τα παιδιά.

Ο Μπιλ στριφογυρισε τα μάτια του .

<<Σκάστε βλαμμένα που μου κάνετε και καζουρα.Κατσε γλυκιά μου να πάω στο γραφείο γιατί εδώ με αυτούς δεν θα βγάλουμε άκρη ...>>

Άρχησε να περπατάει προς το γραφείο.
Μπήκε μέσα και έκλεισε την πόρτα .

<<Καλά αυτό το φόρεμα είναι>Τι μου κάνεις τώρα να ξερες .Δεν είμαι και εκεί.Σηκωσε λίγο την κάμερα να το δω ολόκληρο>>.

Είχα βάλει μια μαύρη μακριά τουαλέτα σατέν, με μαύρες λεπτές τυρραντεςκαι ντεκολτέ.

Σήκωσα το κινητό πάνω για να το δει.
Τα μαλλιά μου σε ανοιχτές μπούκλες.
Κόκκινο κραγιόν και σκούρη σκιά.

<<Fuck,>>αναφώνησε.<<Πότε στέλνεις το τζετ να έρθω είπαμε;>>

<<Πάντοτε τόσο κόλακας,>>του είπα και γέλασα.

<<Ε τι να σε κάνω.Κανείς σήμερα δεν θα βλέπει την όπερα.Τσαμπα θα παίζουν οι ηθοποιοί>>.

<<Σταμάτα,>>του είπα και γέλασα.

<<Κοκκίνισες;>>

<<Όχι,>>του είπα και έκρυψα το πρόσωπο μου.

<<Κοκκινησες το είδα>>.

<<Δεν βλέπεις καλά.Μπιλ γερασαμε για αυτά,>>του είπα.

Ήταν ψέμα .Γιατί εγώ ένιωθα πιο νέα από ποτέ.

<<Ποιος στο διάολο το λέει αυτό;Είμαστε όσο αισθάνομαστε,>>φώναξε και έπεσε απότομα για να κάτσει πάνω στον καναπέ.

Το πρόσωπο του μαζεύτηκε και τα μάτια του έκλεισαν απότομα.

Εβγαλε μια κραυγή πόνου, καθώς έφερε το χέρι του στην μέση ρου .

<<Μπιλ όλα εντάξει;>>του είπα ανησυχη.

<<Ναι, ναι,>>είπε αγκωμαχωντας.

<<Η μέση μου είναι απλα>>.

<<Είδες το είπα εγώ.Γερασαμε>>.

Μου γρυλισε .

<<Καλά, καλά.Πηρες να δεις αν είμαι εντάξει;>>.

<<Ανυσηχησα ναι,μετά από όλα αυτά τις τελευταίες μέρες.Δεν ξέρω Έρη ίσως να μην πηγαίνατε στην Όπερα με την μικρή Έχω αυτό το προαίσθημα>>.

<<Έλα Μπιλ όχι και εσύ.Τα έχω όλα υπό έλεγχο>>.

<<Το ξέρω.Αλλα μη ξεχνάς με ποιους τα έχεις βάλει.Αυτοι κάτι τέτοια δεν τα αφήνουν να περάσουν έτσι>>.

<<Έρη πρέπει να φύγουμε,>>άκουσα την φωνή της Ηρώς από πίσω μου>>.

<<Ναι τώρα.Μπιλ πρέπει να σε κλείσω>>.

<<Να περάσετε καλά.Θα μιλήσουμε μόλις γυρίσεις,>>χαμογέλασα και πήγα να κλείσω.

<<Περίμενε περιμένε,>>φώναξε και τον κοίταξα περιεργα.

<<Τι;>>.

<<Εμ,>>άρχησε να τρίβει με αμηχανία το πίσω μέρος του κεφαλιού του και να κοιτάει άλλου .

<<Πες το Μπιλ.Κατι έγινε.Αχ,αν έκανε ο γιος μου κάτι πάλι θα τον γδάρω>>.

<<Όχι,όχι απλά...>>

<<Απλα τι;>>

<<Εμ ...σε αγαπώ>>.

Τα μάτια μου πεταχτηκαν έξω.

Η Ηρώ αναφώνησε πνιχτα.

Και ο Τζόσουα εβηξε.

<<Ξέρω είναι άκυρο από εδώ αλλά το κρατάω τόσο καιρό και δεν ξέρω πότε θα σε δω και είναι και νωρίς και λέω αν δεν το πεις τώρα δεν θα το πεις..,>>μονολογούσε ασταμάτητα μέχρι που τον διεκοψα.

<<Και εγώ σε αγαπώ,>>χαμόγελασα.
Με κοίταξε έκπληκτος.

<<Γαμώτο,>>ψέλλισε.

Σήκωσα το φρύδι.

<<Εμ,εννοώ πως ήμουν προετοιμασμένος να μου πεις κάτι του τύπου ,"Τρελός είσαι; Αάπες και μαλακίες σε αυτή την ηλικία "Και δεν το περίμενα...>>

<<Τι θα κάνω με εσένα;Σταμάτα να το αναλύεις,>>γέλασα.

<<Εντάξει έχειςδίκαιο>>.

<<Πρέπει να σε κλείσω .Και αν είσαι φρόνιμος ίσως όταν γυρίσω αυτό το φόρεμα,>>πέρασα το χέρι μου πάνω από το ύφασμα<< Να το βγάλω μόνο για τα δικά σου μάτια ,>>του είπα κλίνοντας το μάτι.

<<Γαμώτο,>>ψέλλισε.

<<Αυτό ήταν κάτι που δεν έπρεπε να ακούσω,>>είπε η Ηρώ.

Ο Τζόσουα μου έκανε νόημα με τα χέρια του.<<Πόσο γκριντς θα γίνεις ακόμα;>>

Του έκανα κωλοδάχτυλο.

<<Παρά πολύ ωραίο για κυρία,>>με ειρωνεύτηκε.

<<Μπιλ σε κλείνω για να σκοτώσω τον οδηγό μου,>>του είπα στέλνοντας του ένα φιλί.

Ο Τζόσουα μειδίασε.

Κάθε φορά αυτό έκανε.

Μπορεί να μην είχε φωνή, αλλά δεν έπαυε να είναι σαρκαστικός και πειραχτήρι.

Τον πλησίασα όταν ξαφνικά το κουδούνι χτύπησε.

<<Περιμένουμε κανέναν τέτοια ωρα;>>
Ρώτησε η Ηρώ .

<<Όχι,.>>έκανα νόημα στον Τζόσουα
Εκείνος ακούμπησε το όπλο του και το έβγαλε στα χέρια του.

Ήταν περίεργο όλο αυτό ,γιατί κανείς δεν ήταν να έρθει στο σπίτι μου.

Ουτε από το γραφείο το δικηγορικό, ούτε από την οργάνωση.

Κοίταξε από τοο ματάκι και μου έκανε νόημα πως θα άνοιγε.

Εγώ μπήκα μπροστά από την Ηρώ ,για να την κάλυψβ με τα χέρια μου.

Η πόρτα άνοιξε.
Το όπλο του κεντραρισε και...

<<Τζόσουα σταμάτα,>>του φώναξα καθώς, αντίκρυσα την φυγουρα στην πόρτα που δεν είχε ιδρώσει καν από την όψη του όπλου μπορούσα στο πρόσωπο του.

<<Εσύ;Τι κάνεις εδώ;>>

"Ευχή σου δίνω και κατάρα.Να μην κάνεις τον γιο σου το ακριβώς αντίθετο από τον άντρα σου.Γιατι ανά δεν ξυπνήσεις και δεις τι κουμάσι είναι ο άντρα σου σε λυπάμαι κορίτσι μου".
Η φωνή της μάνας μου ηχεί στο μυαλό.
Ήταν τα τελευταία λόγια που μου είπε πριν πεθάνει.

Ο Αχιλλέας ήταν τεσσάρων.
Εγώ με μαυρισμένο μάτι πήγα στην κηδεία της.
Ήταν το τελευταίο ,είχα υποσχεθεί στον ευατό μου.

Εκείνη από την πρώτη στιγμή που είχε γνωρίσει τον πρώην άντρα μου ,δεν τον είχε χωνέψει

Ο πατέρας μου είχε παιθανει όταν ήμουν δεκαπέντε.

Εργατικό ατύχημα ,είχε πέσει από την σκαλωσιά της οικοδομή που δούλευε.

Η μάνα μου τότε έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της

Δεν είχε δουλέψει ποτέ στη ζωή της

Και αναγκαστικε να μπεις στον χώρο εργασίας για να μπορέσει να μας θρέψει .

Δεν είχαμε βοήθεια πουθενά.
Είχαμε αποκοπεί από συγγενείς γιατιελεγε πως όλοι ήταν βδελλες,κομπλεξική και τομάρια.

Δεν ειχε και άδικο.

Δεν μου έλειψε τίποτα.
Παρόλο τις δυσκολίες.
Με έκανε αυτό που είμαι.

Δέκα χρόνια μετά ήταν τυχερή στην ατυχία της.

Ένας μακρινός θείος της στην Αμερική άφησε όλη του την περιουσία σε εκείνη

Γιατί ήταν η μόνη ανεψιά που τον έπαιρνε ένα τηλέφωνο και φροντίζε να μάθει πως είναι.

Ήταν και αυτός ένα μαύρο πρόβατο στην οικογένεια.

Τότε έπεσαν όλοι σαν τα καθαρά κοράκια πάνω της να φάνε την περιουσία,αλλά η μάνα μου του διαολόστειλε.

Ετσι μπορέσαμε να ζήσουμε λίγο πιο άνετα και να σπουδάσω και να φτάσω εδώ που έφτασα.

Η περιουσία δεν ήταν μεγάλη αλλά ίσα διανομέας διευκόλυνε.

Μετά έκανα την δική μου.

Ήταν διορατική γυναίκα.

Διάβαζε τους ανθρώπους με την μία.

Όταν γνώρισα τον Γιάννη τυφλωμένη από από έρωτα δεν άκουγα λέξη.

Μάταια προσπαθούσε να με κάνει να αλλάξω γνώμη και δεν την άκουσα.

Και τώρα ήμουν σε αυτήν την αξιολυπητη κατάσταση.

Με απατούσε το ήξερα.

Έλειπε  από το σπίτι.

Και τον έβλεπα πως κοιτούσε την γυναίκα του φίλου του.

Ο καημένος ο Αρίστος δεν είχε ιδέα τι γινόταν.
Αλλά ήταν και κάτι άλλο που δεν μου έβγαινε από το μυαλό.

Η αύρα του είχε αλλάξει

Ήταν πιο σκοτεινή από ποτέ.

Άρχισα να βλέπω πράγματα που δεν μου άρεζαν.

Το βλέμμα του έπεφτε εκεί που δεν έπρεπε.Ηταν όλα μικρά κορίτσια.

Του είχα απαγορεύσει να πηγαίνει να παίρνει τον Αχιλλέα από το σχολείο γι'αυτό το λόγο.

<<Μαμά ο μπαμπάς είναι περίεργος στο σχολείο,>>έλεγε ο Αχιλλέας.

Μετά άρχισαν η συμπεριφορές βίας.

Και ο Αχιλλέας να παίρνει το μαχαίρι για να τον σκοτώσει στον ύπνο του.

Δεν μου άρεζαν ούτε οι παρέες που έκανε.
Όλοι πλούσιοι ξυπασμενοι.
Δεν μου έβγαινε από το μυαλό πως κάτι άλλο κρυβόταν από πίσω..

Έπρεπε να φύγω σύντομα.

Ο φοβος μου είναι πως το παιδί μου θα γίνει σαν εκείνον.

Πως ίσως αυτή η αρρώστια είναι μεταδοτική.

Γενετική,ριζωμένη μέσα του.

<<Μαμά ,μαμά ,δες με . Ειμαι ο Iron Man,>>τον άκουγα ν αμέ φωνάζει πάνω στα την τσουλήθρα.
<<Θα σας κάνω όλους σκόνη,>>φώναζε κάθε γλύστραγε από την τσουλήθρα με μια κραυγή πολέμου.

<<Πρόσεχε μικρε θα χτυπήσεις,>>του φώναζα.

Το παιδί μου άλλαζε, το έβλεπα.

Όσο χαρουμενον και να προσπαθούσε να δείχνει ,τόσο πολλές φορές τον έβλεπα να κλείνεται μέσα του

Το προσωπάκι του να αλλάζει και να σκληραίνει.

Τώρα ήταν σχεδόν πέντε.

<<Ηλίθιο παιδί.Πως γίνεται να έχεις βγει από το σπέρμα μου,>>ήχησε η φωνή του Γιάννη στο μυαλό μου.

Και έπειτα το κλάμα του μικρού.

Μπορεί να μην ήμουν η καλύτερη μητέρα.

Θεέ μου ποια είναι;

Όταν κάνεις παιδιά δεν έρχονται με οδηγίες.

Και όσο και να ψάχνεις τρόπους να τα μεγαλώσεις όλο και κάνεις λάθη.

Δεν είναι εύκολο.

Είναι άλλος άνθρωπος που έφερες στον κόσμο.Δεν είναι ίδιο με εσένα.Εδω τον ίδιο σου τον ευατό δεν ξέρεις καλά πόσο μάλλον το παιδί σου ,για να βρεις τον σωστό τρόπο.

Αλλά ενα ήξερα .

Εγώ δεν επρόκειτο να ξεστομιζα ποτέ κάτι τέτοιο στο παιδί μου.

Γιατί ο Αχιλλέας μου είναι το αντίθετο, το ξέρω.

<<Αν την ξανά ακουμπήσεις θα σου σπάσω τα δαχτυλα,>>με ξύπνησε η φωνή του.

Τον είδα να μαλώνει με ένα άλλο μικρό αγόρι.

Από πίσω του έκρυβε ένα μικρό κοριτσάκι που έκλαιγε.

<<Αχιλλέα,>>φώναξα και έτρεξα δίπλα του.

Ένας άντρας έτρεξε ταυτόχρονα προς το άλλο παιδί.

Ευτυχώς έφτασα στην ώρα πριν του χώσει μπουνιά.

Μια σταλιά που το έβρισκε τόσο θάρρος.
Και το άλλο το παιδάκι ήταν και πιο μεγάλο σωματικά.

<<Αχιλλέα τι εγιενε;>>

Τον ρώτησα καθώς ήταν έτοιμος να εκραγεί.

<<Πείραζε το κοριτσάκι.Προσπαθούσε να σηκώσει την φούστα της για να δει το βρακί της.Ενω εκείνη φώναζε όχι>>.

<<Λέει ψέματα,>>φώναξε το άλλο.

<<Θα σου σπάσω τα δόντια, ηλίθιε,>>του φώναξε ο Αχιλλέας.<<Είσαι βιαστής ,>>του φώναξε.

<<Ει μάζεψε τον γιο σου,>>φώναξε ο πατέρας του .

<<Που την έμαθες την λέξη αυτή Αχιλλέα.Ξερεκς τι σημαίνει αυτό;>>

Έλεγα ταυτόχρονα στον γιο μου ,χωρις να ακούω τον μαλάκα που οριόταν πως θα μας κάνει μυνηση.

<<Το είδα στις ειδήσεις,>>εντάξει κομμένη η τηλεόραση .
<<Έλεγαν για έναν τύπο που έκανε κάτι σε μία κοπέλα χωρίς να το θέλει εκεκνη.Και αυτό είναι λάθος μαμά.Και εγώ δεν θέλω να γίνονται τέτοια,>>οι γροθιές του έτρεμαν καινή γνάθος του ήταν σφιγμένη έτοιμος να καλύψει.

Η μικρή από πίσω , τον κρατούσε από την μπλούζα του και έκλαιγε.

Ο τύπος συνέχιζε να μιλάει ακατάπαυστα και εγώ ήμουν έτοιμη να του ρίξω μπουνιά αν δεν έσκαγε

Ξεκαθαρα φενόταν από πού είχε πάρει την διαγωγή του το παιδί του.

<<Όλα καλά θα πάνε Αχιλλέα.Ειναι περήφανη η μαμά για εσένα,>>του χαμογέλασα και πήρα το προσωπάκι του στην παλάμη  μου.Χαμογελασα καθώς έβλεπα τα δακρυσμένο του μάτια

Όχι ,ο γιος μου δεν επρόκειτο να γίνει ποτέ σαν και εκείνον.

Το βλέπω.Ειναι εκεί μέσα.

Αυτή η σπίθα.

<<Πάρε την φίλη σου και πηγαίνετε να κάνετε κούνια όσο η μαμά θα καθαρίσει τα σκουπίδια,>>γύρισα απότομα και κοίταξα τον άντρα .

Εκείνος μισό κατάπιε.

<<Εντάξει μαμά,>>είπε ο μικρός και έφυγε τρέχοντας με την μικρή να την κρατά από το χέρι.

<<Να περάσετε καλά,>>του κούνησα το χέρι χαμογελόντας.

Έπειτα το βλέμμα μου άλλαξε απότομα .

Ακόμα και εγώ θα τρόμαζα με αυτή την αλλαγή

Απορρούσα πως μπορούσα ρίξω την μάσκα έτσι απότομα.

<<Κοιτάξτε κυρία μου,>>έτσι ξεκινάμε λοιπόν.<<Πρέπει να μαζέψετε τον γιο..>>

Ήρθα απότομα στο πρόσωπο του μπροστά και σήκωσα τον δείκτη.

<<Μια ακόμα λέξη από το στόμα σου και δεν θα τα πάμε καλά,>>πήγε κάτι να πει και του ξανά κούνησα το δάχτυλο.<<Εσύ θα με ακούσεις τώρα.Τοση ώρα μιλάς μιλάς γλώσσα δεν έχει βάλει μέσα.
Δεν θα ξαναβάλεις τον γιο μου στο στόμα σου.Σας ξέρω πολύ καλά . Τύπους σαν και εσένα.Το παίζεται σωστή άντρες.Οικογενειαρχες.Νομιζεται πως είστε Alpha male.Πως όλοι πρέπει να σας υπακουνε.Λυοαμαι την γυναίκα σου .Φαντάζομαι την κάνεις ότι θέλεις.Δουλα και κυρά Είμαι σίγουρη πως την χτυπάς κιόλας,>>εκείνος δαγκωθηκε και άρχησε να με κοιτά με μίσος .

<<Χτύπησα φλέβα έτσι;Σου είπα ότι σας ξέρω εσάς.Με τίποτα δεν είστε ευχαριστημένοι μόνο με τον ευατό σας.
Οι γάμος είσαι απλά μια επιχείρηση.
Και δεν κοιτάτε την μεγάλη εικόνα>>.

<<Εντάξει κυρία μου, τι είναι αυτά που λέτε ;Απλά παιδιά είναι ..>>.

<<Χα,παιδιά.Σε λίγα χρόνια ο γιος σου θα έχει γίνει φτηστή εικόνα σου, ίσως και χειρότερη.Γιατι αυτό που έκανε κάπου το είδε.Ασε με να σκεφτώ.Μπορει να άκουσε κάποια συζήτηση με τους φίλους σου, για το πόσο καύλα είναι μια τύπισσα στο δρόμο και πόσο πλάκα θα είχε να την βάζατε κάτω.Ή να σε ειδε να μη σέβεσαι την γυναίκα σου όταν έλεγε όχι σε κάτι .Γιατι τα παιδιά είναι πίνακες.Ότι γράφεις πάνω τους ,αυτό κάνουν>>.

Ο τύπος με κοιτούσε σαν χανός.

<<Γι'αυτό ακου τι θα γινε.ι Θα αφήσεις τις μαλακίες περί μηνύσεων και θα κοιτάξεις να στρώσεις τον γιο σου.Αν δεν θες να τον δεις στη φυλακή σε είκοσι χρόνια.Γιατι φαντάζομαι είναι το καμάρι σου. Και αν σε ξανάδω πίστεψέ με η συζήτηση μας θα είναι πολύ διαφορετική>>.

Έκανα στροφή για να φύγω.

<<Α και πριν ξεχασω,>>έβγαλα μια κάρτα και του την έδωσα.

Εκείνος την πήρε εκπλήκτος στα χέρια του.

<<Δεν είναι για να με πάρεις τηλέφωνο όταν με χρειαστεις για υπεράσπιση του γιου σου.Ειναι για να θυμάσαι το όνομα μου όταν θα είμαι αντίδικος στη δική του.Του έκλεισα το μάτι>>.

Έμεινε με το στόμα ανοιχτό καθώς έφευγα.

Ο Αχιλλέας έπαιζε με την κοπέλα στις κούνιες.

Εκείνη γελούσε δυνατά καθώς εκείνος την εσμπρωχνε για να πάει ψηλά.

<<Με την δύναμη του Ιron man,>>φώναζε.

Γέλασα.

Όχι ο γιος μου δεν είναι σαν εκείνον.
Δεν θα γίνει ποτέ.
Είναι διαφορετικός.
Έτσι και εγώ πρέπει να αλλάξω.
Για εκείνον.
Για εμένα.

<<Είσαι καλύτερη από εκείνον Έρη.Παντοτε το έβλεπα.Εχεις αυτή τη φωτιά μέσα σου που μπορεί να κάψει τον κόσμο ,αλλά και να τον σώσει,>>άκουγα την μάνα μου.

<<Μην αφήσεις σε κανέναν να στην σβήσει>>.

Όχι, μαμά δεν πρόκειται να το αφήσω να συμβεί.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top