Κεφάλαιο 29ο

Τώρα.
Εύα,26 ετών.

Άμα ήμουν χύτρα θα είχα εκραγεί.
Πως τόλμησε ο καργιόλης να πάει στο μαγαζί του.
Τέτοιο θράσος.

Ήταν φανερό πλέον πως μας προκαλούσαν.
Πως ήθελαν να αντιδράσουμε.

Όλο αυτό ήταν ύποπτο.

Όταν μου έδειξε ο Αχιλλέας το μήνυμα κόντεψα να πάρω σβαρνα το επιτραπέζιο της Μονόπολη.

Έτρεξα προς την πορτα.

<<Εύα,ηρέμησε είναι μια χαρά.Θα έρθει έτσι και αλλιώς σε λίγο,>>μου φώναξε ο Γαβριήλ.

Ο Σπίθας έτρεξε δίπλα μου.

Η Σοφία με την κίνηση μου, έκανε να σηκωθεί και έπιασε την Μέδουσα που την είχε τυλίξει στο λαιμό της.

<<Άμα την κάνεις σβούρα θα σε βάλω στο υπόγειο να κοιμηθείς μαζί του,>>την απείλησε ο Αχιλλέας δείχνοντας τον Άγη που ήταν καθισμένος στο καναπέ ,δεμένος κλασικα<<Δεν φτάνει που στην έδωσα, δε θα μου πεθάνεις το ζωντανό>>.

<<Θα έπεφτε βλαμμένε,>>του φώναξε εκείνη.

Άρχησα να περπατάω προς τον καναπέ πάλι που καθόμασταν όλοι εδώ και πόση ώρα και παίζαμε Μονόπολη.

<<Είμαστε πάρα πολύ ήρεμοι.Και δεν μου αρέσει.Κάτι γίνεται,>>τους είπα.<<Και ο Ορφέας το λέει.Χτες το βράδυ μου είπε πως πρέπει να είμαστε προσεκτικοί.Τον ρώτησα πώς του ήρθε και μου ειπε απλά το αισθάνεται>>.

<<Το ξέρω Εύα.Κατι αιωρείται στον αέρα,>>μου είπε ο Αχιλλέας.

Ο Άγης γέλασε πνιχτα.

Γυρίσαμε και τον κοιτάξαμε.

<<Θα ήθελες να προσθέσεις κάτι;>>

Του είπε μέσα από τα δόντια ο Αχιλλέας.

Ο Μάρκος και ο Φίλιππος άρχησαν να μαζεύουν το επιτραπέζιο που μόλις είχαμε τελειώσει

Δεν είχε πάει καλά γιατί ο Γαβριήλ είχε αγοράσει τα πάντα μαζί με την Σοφία και εμεις είχαμε μείνει χωρίς τίποτα .

Ο Άγης παρόλο που η Σοφία έπαιζε για εκείνον είχε πάει πολύ καλύτερα από εμάς, αν και πάλι δεν έβγαζε γλώσσα όπως και τώρα που δεν είχε σκοπό.

Η Ξένια σηκώθηκε να μάζεψει και εκείνη τα κουτιά πίτσας και τις μπύρες.

<<Μίλα Άγη,>>του είπε ο Γαβριήλ.

<<Κοιταχτειτε λίγο στον καθρέφτη.
Αξιολυπητοι όλοι σας,>>Με αυτό τα χέρια του που ήταν πίσω στην πλάτη δεμενα, έκαναν μια κίνηση και το σκοινί ξελυθηκε.

Τα τίναξε στον αέρα .

Η Σοφία πετάχτηκε μπροστά έτοιμη για επίθεση.

Ο Γαβριήλ έτρεξε στην Ξένια.

Και ο Αχιλλέας έκανε ένα βήμα απότομο προς το μέρος του

Ο Μάρκος και ο Φίλιππος απομακρύνθηκαν.

Και εγώ ετοιμάστηκα για το χειρότερο.

Ο Σπίθας κρύφτηκε από πίσω μου.

Ίσως δεν έπρεπε να πάρω τα σκυλιά από εδώ .

<<Θα σε σκοτώσω,>>φωναξε η Σοφία.

<<Ώπα ωπα ,>>σήκωσε ο Άγης τα χέρια σε άμυνα.

<<Ορκίζομαι στο Θεό αν κάνεις κάτι παράτολμο δεν θα βγεις από εδώ μέσα ζωντανος,>>του είπε ο Αχιλλέας.

Ο Άγης στροβηλισε τα ματια του.

<<Αλήθεια;Τι μας λες;>>

<<ΑΓΗ,>>του φώναξε ο Γαβριήλ.

<<Ω ,σκάσε πια.Αν ήθελα να σας σκοτώσω θα το είχα κάνει από την πρώτη στιγμή,>>πήρε το σχοινί στα χέρια του.

<<Αυτό,δε το λες και κόμπο>>.

<<Δηλαδή από την αρχή μπορούσες να ξεφύγεις;Πως;>>

Τον ρώτησα.

<<Φυσικά.Αλλα.οπως σας είπα .Είστε αξιολυποι.Εχετε απορροφηθεί τόσο με μαλακίες που δεν παίρνετε χαμπάρι τιποτα,>>έδειξε στο επιτραπέζιο.

<<Εσύ το ζήτησες,>>του φώναξε ο Αχιλλέας.

<<Σας τεσταρα βλαμμένα Να δω σε τι κατάσταση είσαστε.Οχι πως δεν έχει πλάκα και δεν θα ξανά παίξουμε.>.

<<Χριστέ μου,>>είπε αγανακτησμενα ο Γαβριήλ με την παλάμη του στο πρόσωπο.

Η Ξένια ακόμα από πίσω του,να του ψυθηριζει κάτι και εκείνος να κουνάει το κεφάλι του.

<<Όπως είπα είστε απορροφημένοι με μαλακίες και δεν παίρνεται χαμπάρι τίποτα.

Τόσο πολύ που ο αδερφός μου από εδώ ξέχασε πως πάσχω από ένα αυτοάνοσο που με κάνει ευληγίστο.Τα κόκκαλα μου και οι μύες μου μαζεύουν και τεντώνονται σε τέτοιο βαθμό που πολλές φορές τρομάζω και εγώ με τον εαυτό μου.Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσες φορές ξέμπλεξα από καταστασεις>>.

<<Γαμώ το κέρατο μου Γαβριήλ,>>του φώναξε ο Αχιλλέας.

<<Συγγνώμη που έχω εκατό μαλακίες στο μυαλό μου ...>>του είπε φωναχτά εκείνος.

Ο Άγης άρχησε να ξελυνει και τα πόδια του.

<<Αχ πολύ καλύτερα,>>ξεφυσηξε και τεντώθηκε πετώντας το σχοινί παραδιπλα.

Εγώ κοντευα να πάθω εγκεφαλικό κοιτώνας την Σοφία που ήταν έτοιμη να ορμήξει.

<<Όπως έλεγα αν ήθελα να σας σκοτώσω θα το έκανα.Αλλα κάναμε συμφωνία έτσι δεν είναι;>>

Με κοίταξε.

Κούνησα το κεφάλι.

<<Αν κανείς όμως μαλακιες εύκολα δε θα την πάρω υπόψη,>>τον προειδοποίησα.

Μισό γέλασε

<<Μην ανησυχείς.Μια συμφωνία είναι συμφωνία,>>κοίταξε γύρω του.

Ξέρετε δεν έχετε λάβει έναν παράγοντα υπόψη>>.

<<Και ποιος είναι αυτός;>>

Του είπε ο Μάρκος.

Ο Άγης τον κοίταξε απότομα και εκείνος μαζεύτηκε.

Το βλέμμα του ήταν αλλόφρων.

<<Ο πιο φανερός.

Όταν αισθάνεστε ότι κάτι δεν πάει καλά σίγουρα δεν πάει.Δεν αναρωτηθηκατε γιατί τόση ησυχία;Γιατι απλά άρχησαν να ρίχνουν ψίχουλα και δεν χτυπάνε;Τα βίντεο;Οι παρακολουθήσεις;

Το ότι θέλουν την Εύα;

Οι δήθεν επιδρομές από την αστυνομία στη λέσχη κλπ κλπ>>.

Τον κοιτάξαμε με απορία.

<<Ρίχνουν στάχτη στα μάτια γιατί ετοιμάζουν κάτι μεγαλύτερο,>>είπε η Ξένια.

<<Έξυπνο κορίτσι,>>της έκλεισε το μάτι και εκείνη του έκανε κωλοδάχτυλο πίσω από την πλάτη του Γαβριήλ.

<<Δηλαδή πιστεύεις πως κάτι ετοιμάζουν;Μεγαλο;>>Τον ρωτησα

<<Φυσικά.Αυτο κάνουν πάντα.Οχι πως όλα αυτά δεν έχουν σημασία που γίνονται ή δεν είναι εξίσου συμαντικά.Αλλα είναι απλά μικρά γρανάζια που κινούν τα μεγάλα.Προσπαθουν να στρέψουν την προσοχή σας από κάτι άλλο.
Γι'αυτό τα κάνουν όλα αυτά.
Και εσείς πέφτετε στην παγίδα.
Επαναπάυεστε πως θα τα λύσει η Μέδουσα.
Ή πώς θα μπορέσετε να το κάνετε και μόνοι σας , πως και καλά προετοιμαζεσται.
Αλλά από ότι βλέπω το κατάφεραν μια χαρά να σας κάνουν αδρανείς>>.

<<Και ποιος μας λέει ότι απλά δεν κάνεις υποθέσεις;>>
Τον ρώτησε ο Γαβριήλ.

<<Πίστευα πως θα τους ξέρατε τόσο καιρό που είσασταν μαζί τους.
Αλλά μάλλον,βλεπεται μόνο την επιφάνεια.
Εγώ τους έχω ζήσει στο πετσί μου.Ω τα πράγματα που έχω δει,>>έφερε δραματικά το χέρι στο μέτωπο του.

<<Ζαναξ θέλω ζαναξ,>>είπε ο Αχιλλέας.

<<Δραματικό σε βρίσκω,>>του είπε απότομα ο Άγης κοιτώντας τον κάτω από την παλάμη τουσηκόνωντας τα φρύδια.

<<Με είπε δραματικό ;>>Μας κοίταξε.

<<Αλήθεια τώρα ;Τον ευατό σου τον έχεις δει;>>

<<Είμαι καλλιτέχνης εγώ ,που ξέρεις εσύ ο απλός πληβείος από αυτά,>>του είπε.

<<Γαβριηλ δεν έχεις θέμα να σκοτώσω τον αδερφό σου έτσι;>>Τον ρώτησε .

<<Μπα,με την ευλογία μου,>>του είπε εκείνος.

Ο Αχιλλέας έκανε ένα βήμα μπροστά με την Σοφία να ακολουθεί .

Πανικός επικρατήσε με τον Μάρκο να φωνάζει πως έπρεπε να τον ξανάδεσουμε Ο Φίλλιπος να μαζεύει το σκυλί που ήταν έτοιμο να ορμήξει.

Ο Γαβριήλ να γελάει και η Ξένια να του τραβάει την μπλούζα για να σταματησει

<<Καλααα,ωχου .Ξενέρωτοι όλοι.

Μια πλάκα έκανα ,>>έλεγε ο Άγης .

<<Αρκετά,>>τους φώναξα.

Και όλοι σταματσαν.

<<Πονοκέφαλος με έπιασε,>> έκατσα στον καναπέ.<<Λες δηλαδή πως κάτι ετοιμάζουν και προσπαθούν να μας κάνουν στρέψουμε τα βλέμματα αλλού.Και τι είναι αυτό;>>

Όλοι ετοιμαζόμασταν να ακούσουμε την απάντηση του

<<Δεν χω ιδεα,>>είπε αδιάφορα.

<<Τέλεια,>>είπε ο Μάρκος.

<<Το ήξερα,>>ο Αχιλλέας.

<<Βαριέμαι με το τερατάκι.Να το χτυπήσω;>>Είπε η Σοφία.

<<Πως στο διάολο να ξέρω.Ναι ,τους έζησα αλλά πάντοτε είναι ένα βήμα μπροστά.Ακομα δεν το καταλάβατε;Κανεις δεν είναι ασφαλής.Ποτέ δεν τελειώνει.

Όταν νομίζεις πως έχεις κερδίσει τοτε είναι που έχασες>>.

<<Και γιατί μας τα λες όλα αυτά;>>

Τον ρώτησα.<<Εννοώ από όσο ξέρω σε πέταξαν και εμάς δεν μας συμπαθείς.Οποτε γιατί να μη δράσεις μόνος σου για να λύσεις το θέμα σου;Ακόμα έχεις πιστούς οπαδούς>>.

Μειδίασε.

<<Θέλει εκδίκηση και ποιος ο είναι ο καλύτερος τρόπος να το κάνει;Ο λύκος κρύβεται μέσα στα πρόβατα έτσι δεν είναι;>>είπε ο Φίλλιπος.

<<Μας είπες πρόβατα;>>
Είπε ο Αχιλλέας.

Ο Άγης γέλασε.

<<Έξυπνο αγόρι.Πως αλλιώς θα χτίσω το βασίλειο μου αν οι κατσαρίδες δεν φύγουν;Και μαζί σας το μόνο που δε θα περιμένουν είναι πως θα έρθω πακερο.Μια καινούργια εποχή θα ξεκινήσει όταν φύγουν >>.

<<Εγώ τερματησα,>>είπε ο Αχιλλέας και σηκώθηκε.

<<Πάω να ενημερώσω την μάνα μου και τον Μπιλ για αυτά τα....τα...τέλος πάντων νέα δεδομένα να έχουν τον νου τους,>>κούνησε ατσαλα τα χέρια και απομακρύνθηκε.

Ο Γαβριήλ πήρε την Ξένια από το χέρι να την ανεβάσει πάνω

Ο Άγης την κοίταξε.

<<Βήμα Άγη και δεν θα έχεις γλώσσα,>>.

<<Πως είναι η αρραβωνιαστικιά;Όμορφη είναι αλλά όχι σαν το ελαφάκι μου,>>έδωσε ένα φιλί στην Ξένια στον αέρα.Εκεινη αηδίασε.<<Ξέρεις δεν θα μπορέσεις να την κρατήσεις για πολύ μακριά μου.Το ξέρεις και σε τρώει,>>γέλασε καθώς ανέβαιναν εκείνοι πάνω.

Η Σόφια ξαφνικά τον έπιασε από τον γιακά.

<<Έεε,σιγά,>>της φώναξε.

<<Μη νομίζεις ότι επειδή ξελυθηκες ότι σε φοβάμαι.Στο υπόγειο τώρα,>>τον έσπρωξε.

Εκείνος εκανε μια κίνηση προς την κουζίνα και άρπαξε το κουτί με την πίτσα από τον πάγκο.

Η Σόφια τον αγριό κοίταξε.

<<Τι;>>

Έβαλε ένα κομμάτι στο στόμα του.

<<Ένα κομμάτι μου έδωσες και τα υπόλοιπα τα έφαγες εσύ.Εχω λυσσάξει>>

Είπε μπουκωμενα.

Η εικόνα τους πριν από λίγο που η Σοφία ξεκαρδιζοταν μαζί του,που προσπαθούσε να δαγκώσει το κομμάτι που του κουναγε επιδεικτικά μπροστά στο στόμα και έπειτα το έτρωγε αυτή,ήρθε στο μυαλό μου.

Είχε δίκαιο μας απασχολούσαν αλλά θέματα και είμασταν πολύ αποπροσανατολισμένοι.

Η πόρτα άνοιξε.

<<Επ Ορφέα.Γεια.Παω για ύπνο,>>σήκωσε το χέρι και τον χαιρέτησε ,καθώς συνέχιζε να τρώει.

<<Κάτω τώρα,>>τον κλωτσισε η Σοφία.

<<Γιατί στον πούτσο είναι ξελυμένος αυτός;Τι στο διάολο σημαίνει;>>

Ρώτησε πανικόβλητος και επιτάχυνε το βήμα του.

<<Μεγάλη ιστορία ,>>είπε ο Μάρκος καθώς ο Ορφέας ερχόταν κοντά μου και με ρωτούσε αν είμαι καλά.

<<Εμείς πάμε σπίτι,>>συνέχισε .

<<Θα τα πούμε αύριο>>.

<<Να προσέχετε,>>τους είπα.

<<Λες και βοήθησε ποτέ αυτό,>>είπε απογοητευμένα και βγήκε έξω με τον Φίλιππο.

<<Πως είσαι;>>

Τον ρώτησα.

<<Σε πείραξε;>>

Έφερα το χέρι μου στο μάγουλο του και το χάιδεψα.

<<Καλά είμαι Όμορφη.Μην ανησυχείς>>.

<<Είσαι πολύ πιο δυνατός από όσο νομίζεις και το ξέρεις>>.

Χαμογέλασε.

<<Μιαου>>

Ακούστηκε φωνή μέσα από το μπουφάν του και τον κοίταξα απότομα.

Εκείνος γούρλωσε τα μάτια.

<<Συμφωνεί.Αν και της είπα να κάτσει ήσυχα μέχρι την έκπληξη.>>είπε και έβγαλε από το μέσα από το μπουφάν μια μικρή κόκκινη χνουδωτή μπαλίτσα.

"Δες Εύα της αρέσει το καινούργιο της παιχνίδι"

Ήχησε η φωνή της Έμιλι στο μυαλό μου.

Tα πράσινα ματάκια του με κοίταξαν .

Οι μικρές του πατουσες του αγκαλιαζαν τα δάχτυλα του.

Ήταν μικρό πολύ αδύνατο.

Το τρίχωμά του κατσιασμενο.

Όταν ήμουν μικρή είχαμε βρει με την Έμιλι ένα ολόιδιο.

Βρεγμένο από την βροχή να τρέμει σε μια γωνιτσα έξω από το σπίτι μας.

Γυρνούσαμε από το σχολείο εκείνη την ημέρα.

<<Ωω τι κάνεις εσύ εδώ μόνο σου;>Του είπε εκείνη και το πήρε στην αγκαλιά της.<<Εύα δες το.Ειναι το γλυκό.Λεω να σε ονομάσω Καπκεικ>>.

<<Θα το ψάχνει πιθανότατα η μάνα του,>>της είπα και άρχησα να κοιτάω δεξιά και αριστερά.

<<Ναι αλλά δεν την βλέπω πουθενά.Οποτε λέω να σε κρατήσουμε,>>το γατάκι κουρνιάσει στην αγκαλιά της.

<<Έμιλι ,δεν μπορούμε να το πάρουμε μέσα στο σπίτι θα το σκοτώσουν τα βλαμμένα,>>συνεχησα.

Δεν ήταν δυνατόν να μείνει μαζί μας

Γιατί τα αναδοχα αδέρφια μας, ξεκάθαρα θα το έβλεπαν σαν παιχνίδι και θα το τυρρανούσαν.

Όπως άλλωστε έκανα και με εμένα.

<<Θα το κρύψουμε πίσω στην αυλή.Πισω από το μεγαλο παλατανι.Ελα πάρτι αγκαλιά,>>μου το έδωσε απότομα στα χέρια.

<<Έμιλι όχι.Εγω δεν...>>διαμαρτυρήθηκα καθώς εκείνο μπήκε στη χούφτα μου.

Εκεί το ερωτεύτηκα .

Κάθε μέρα το φροντίζαμε το πηγαίναμε για φαγητό και κονσέρβες ,με τα ελάχιστα χρήματα που μαζεύαμε.

Παίζαμε μαζί του.

Ώσπου μια μέρα χάθηκε.

Το είχαμε φτάσει ένα δύο χρονών.

Όταν πήγαμε να το βρούμε πίσω από το πλατάνι απλά είχε εξαφανιστεί.

Όταν γυρίσαμε σπίτι τα μαλλακισμενα μας κοιτούσαν με ένα ηλίθιο χαμόγελο στα χείλη.

<<Ψάχνατε το φιλαράκι σας;>>

Είπε ο ένας ειρωνικά.

<<Κωλοπαιδο του φώναξε η Έμιλι.Τι κάνατε στο Καπκεικ;>>.

<<Εμείς;Τίποτα ,>>απάντησες ο δεύτερος.

Ο τρίτος απλά χασκογελουσε.

Και εγώ ήθελα να του δώσω μπουνιά.

<<Έμιλι δεν αξίζει,>>την τράβηξα μακριά τους γιατί είχε βγάλει νύχια έτοιμη να τους αρπάξει.

<<Έχεις δίκαιο.Παμε>>.

Δεν το βρήκαμε όσο και να ψάξαμε.

Φοβόμασταν μήπως του είχαν κάνει κάτι κακό.

Αλλά ελπίζαμε πως απλά θα το είχαν τρομάξει τόσο ,ώστε να φύγει μακριά.

Ανησυχούσα που ήταν τόσο μικρό ακόμα .

Πως θα επιβίωνε εκεί έξω;

<<Είναι θηλυκό,>>μου είπε ο Ορφέας καθώς του χάιδευε το κεφάλι και εκείνο έκλεινε τα ματάκια του.

<<Αυτή είναι η έκπληξη που μου είπες;>>

<<Περίπου,άλλο είχα στο μυαλό μου αλλά με πρόλαβε αυτό εδώ το μικρό.Θες να την κρατήσεις;>>.

<<Ναι,>>μου την έδωσε στα χέρια.<<Θηλυκό είναι;>>

Εγνεψε.

<<Ει μικρούλα .Είσαι τόσο γλυκιά ,>>της είπα και της πείραξα την μύτη.

<<Είσαι ίδια με εκείνη που είχα μικρή.Ονομα βρήκες;>>

<<Φυσικά.Καπκεικ>>.

Γούρλωσαν τα μάτια με το άκουσμα του ονόματος.

<<Ορφέα είναι ίδιο με.. >>

<<Το ξέρω.Μου το είχες πει,>>ήρθε κοντά και χάιδεψε το γατί.<<Είναι δική μας>>.

<<Δική μας;>>εγνεψε.<<Ορφέα πως θα την κρατήσουμε;Εχω δυο σκυλιά και δεν τα πάνε καλά με τις γάτες>>.

<<Μην αγχώνεσαι αυτή εδώ η μικρή είναι πιο σκληρή από ότι φενεται.Σπιθα κάτω,>>φώναξε έπειτα στο ταραξία που προσπαθούσε να πηδήξει πάνω μας για την μυρίσει.

<<Ξέρω είναι λίγο απότομο αλλά δεν μπορούσα να την αφήσω.Ειναι τέλεια για εμάς,>>γέλασε καθώς αρχησανε να ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια προς το δωμάτιο.

<<Θα πάω να της πάρω ένα σωρό πράγματα αύριο.Κρεβατακι.Αμμο τροφή.

Μέχρι να μείνουμε μαζί σε εμένα θα την έχω και θα την φέρνω σε εσένα>>.

<<Ορίστε;>>

Του είπα ξαφνιασμενα μετά την εξομολόγηση αυτή.

<<Εμ, εννοώ κάποτε δε θα γίνει αυτό;>>.

Με αγκάλιασε από πίσω.

<<Δεν θες να μείνεις μια ζωή με την Όλιβ την κακομούτσωνη,>>γέλασε.
<<Ούτε εγώ εδώ με το τσίρκο.Εισαι δική μου και εγώ ανήκω σε εσένα.Καποια στιγμή θα γίνει και αυτό ,το να μείνουμε μαζί.Μπορεινοχι τώρα αλλά κάποτε το ςλπιχω>>.

Γρήγορα πήγαιναν ολα.
Όλα τόσο γρήγορα.
Αυτή η σκέψη με σόκαρε και παράλληλα την ανέλυα.

Πως θα ήταν να το είχαμε αυτό .

Το δικό μας μέρος.

Το δικό μας σπίτι.

Θα τα πηγαίναμε καλά η θα τον σκότωνα με την πρώτη ;

Σήκωνε το καπάκι της τουαλέτας;

Στατιστικά οι περισσότερες σχέσεις χαλάνε στην συγκατοίκηση.

Ω Θεέ μου τι θα κάνουμε;

<<Μη το σκέφτεσαι Όμορφη.Ολα θα πάνε καλά.Αλλωστε κατεβάζω και το καπάκι της τουαλέτας.Και είμαι και καλός μαγειρας,>>μου είπε κλείνοντας το μάτι καθώς έκλεινε την πόρτα από το δωμάτιο του.

Λίγα λεπτά αργότερα βρισκόμασταν κάτω από τα σκεπάσμαα.

<<Σταμάτα,θα ξυπνήσει και θα μας δεί,>>του φώναζα καθώς προσπαθούσα να τον πετάξω από πάνω μου.

Τα χέρια του χαϊδευαν το γυμνό μου κορμί.

<<Είναι γάτα Εύα και κοιμάται,>>κοίταξε προς το μέρος της.

Σε ένα μικρό κουτί παπουτσιού με μια μια κουβέρτα εκείνη κοιμόταν κουλουράκι.

<<Ναι αλλά καταλαβαίνει>>.

Άρχισε να με φιλάει στο λαιμό.

Όσο και να αντιστεκομουν εκείνος έριχνε τις άμυνες μου.

<<Ορφέα,>>είπα ξεπνοα καθώς τα δάχτυλα του κατηφόρησαν ανάμεσα από τα πόδια μου.

Άρχισαν να παίζουν με την κλειτορίδα μου τιναζοντας απαλά το σκουλαρίκι.

<<Μμμ ,παντοτε έτοιμη για εμένα ,>>με κοίταξε φέρνοντας τα υγρά του δάχτυλα στο στόμα.

Περασε την γλώσσα του ανάμεσα τους και έπειτα τα έβαλε σταα χείλη του για να τα καθαρίσει.

Ο ερωτισμός της στιγμής ήταν τόσο πρόστυχος και καυτός που αυτή η κίνηση κόντεψε να με στείλει αδιαβαστη.

Τα χείλη του έπιασαν την ρώγα μου και την δάγκωσαν απαλά.

Το σκουλαρίκι στη γλώσσα του πέρασε από πάνω και με τίναξε σχεδόν απότομα.

Καθώς τα χέρια του επέστρεψαν στο σημείο μου.

<<Τόσο Όμορφη.Τοσο σέξι.Τοσο δική μου ψέλλισε >>.

<<Ορφέα δεν άντε..>>προσέκρουσε τα χείλη του στα δικά μου.

Όλα ήταν έντονα.

Πολύ έντονα .

Με τραβούσε στον στρόβιλο του και εγώ δεν έπαιρνα ανάσα.

Έσπασε το φιλί μας.

Άρχισε με τα χείλη του να κατηφορίζει στο σώμα μου μέχρι που βρέθηκε ανάμεσα από τα πόδια.

Αυτή η γλώσσα του ήθελε κόψιμο.

Καλά όχι.

Αλλά με τυραννουσε.

Με έστελνε στα αστέρια.

Με ατάκες κυκλικές κινήσεις με εγλυφε ασταμάτητα.

Μέχρι το άνοιγμα μου.

Σταματούσε εκεί για λόγο τεντώνοντας τα νεύρα μου

Εγώ προσπαθούσα να κρατηθώ να μην τσηριξω.

Ένα γέλιο πνιχτο ακούστηκε από τα πόδια μου.

<<Τι είναι τόσο αστείο;>>

Τον ρώτησα καθώς ανασηκώθηκε στους αγκώνες μου.

<<Η προσπάθεια του να κρατηθείς να μη τσηριξεις,>>έπιασε με τα χέρια του τα πόδια μου για να μη φύγω καθώς ήμουν έτοιμη να του ορμήξω.

<<Α ,όχι Ευάκι στη θέση σου θα μείνεις,>>είπε και σήκωσε το πρόσωπο του.

Γυαλίζει από την ηδονή μου.

Εκείνος πέρασε την γλώσσα του στα χείλη του.

Το βλέμμα του πατούσε σπίθες.

<<Δεν θα μου πεις τι θα κάνω,>>του είπα μειδιαζοντας.

<<Ξέρεις ότι σε έχω άνετα.Μη με προκαλείς>>.

Το βλέμμα μου έπεσε πάνω στις χειροπέδες που είχε αφήσει από την προηγούμενη φορά πάνω στο κομοδίνο.

<<Αλήθεια;Πολύ σίγουρη σε βρίσκω;>>

Είπε και χαμογέλασε.

Σήκωσα το φρύδι μου και με μια κίνηση τον έπιανα απροετοίμαστο

Τα πόδια μου γύρισαν και τον κλειδωσα το κορμί του ανάμεσα.

<<Είκοσι,>>φώναξε καθώς προσπαθούσε να φύγει.

Εγώ τον εσφιγγα περισσότερο.

Τεντώθηκα και πήρα τις χειροπέδες.

Έπειτα ανασηκώθηκε.

Το κεφάλι του και ο μίσος κορμός του ήταν ανάμεσα από τα μπούτια μου.

<<Δεν το παίζουμε τόσο έξυπνος τώρα;Ε;Ορφεάκο;>>.

<<Γαμώ αυτό ήταν χτύπημα κάτω από την μέση>>.

Γέλασα.

Έπιασα τα χέρια του που μάταια προσπαθούσε να τα κουνήσει.

<<Τι κάνεις;>>

Με ρώτησε καθώς έβαζα τις δερμάτινες χειροπέδες στα χέρια του ακινητοποιώντας τα πίσω από την μέση του.

Τον άφησα απότομα.

Οι μπούκλες του έφυγαν από τα μάτια του καθώς γύρισε να με κοιτάξει.

Τόσο μα τόσο όμορφος.

Τα μάτια του γεμάτο πόθο και ανυπομονησία.

<<Γαμώ αυτό με κάνει να τρελενομαι,>>είπε.

Έσκυψα και τον φηλισα απαλά στα χείλη.

Τον άρπαξα απλά τα χέρια και τον γύρισα ανάσκελα στο κρεβάτι

Τα πόδια του κουνήθηκαν για να συμφωνούν το σώμα του λίγο πιο πάνω και εγώ ανέβηκα από πάνω του.

<<Καλά αυτό και αν δεν είναι φαντασίωση.
Μου γαμας το μυαλό και θέλω και άλλο>>.

Τα πόδια μου δεξιά και αριστερά στον κορμό του.

Ένιωθα τον πούτσο είδη έτοιμο ανάμεσα από τα πόδια μου.

Χαμήλωσα κάνοντας το σώμα μου να πάει προς τα πίσω .

Και τον πλησίασα με την γλώσσα μου.

Την τίναξα απαλά πάνω του καθώς τον έκλεινα στα χέρια μου.

<<Γαμώτο,>>είπε ξεπνοα και τίναξε το κεφάλι του πίσω

Χασκογελασα.

<<Να είσαι καλό αγόρι.Μπορεις να το αντέξεις,>>του είπα καθώς τον έβαζα στο στόμα μου.

<<Γαμώ,θα είμαι.Θα είμαι πολύ καλό αγόρι.Γαμωτο με σκοτώνεις...>>φώναξε δυνατά.

<<Κάνε ησυχία θα ξυπνήσεις το γατί ,>>τον άφησα από το στόμα μου και τον μάλωσα.<<Συγκρατήσουν λίγο>>.

<<Ωχ ,ναι συγγνώμη.Ενταξει θα προσπαθήσω Όμορφη,>>είπε κοιτάζοντας την γάτα που δεν είχε πάρει χαμπάρι.

<<Τόσο,μα τοσο καλό αγόρι,>>του είπα και συνέχισα την επίθεση μου.

Τον φιλούσα με όλο μου το είναι.

Η γλώσσα μου να διεισδύει την δική του καθώς κουνούσα τους γοφούς μου όμως του.

Τον ένιωθα μέσα σε κάθε μου σημείο.

Πως κινούνταν .

Ταίριαζε απόλυτα μαζί μου.

Οι μικρές κραυγές που έβγαζε ήταν τόσο θεϊκές.

Του δάγκωσα απαλά το χείλος και το τράβηξα.

<<Είμαι ο πιο τυχερός αυτή τη στιγμή,>>σήκωσε απότομα τους γοφούς του και μπήκε πιο βαθιά.

Με τα χέρια του ακόμα πίσω από την πλάτη του ήταν στο έλεος μου.

Με άφησε να ανακαλύψω όλο το κορμί του με τα μικρά φιλιά μου.

Στο δέρμα του χάραζαν τον δρόμο προς τα χείλη.

Στην ρώγες του γευομουν το μέταλλο και έπειτα το αναζητούσα στα φιλιά του.

Κινουμουν ρυθμικά πάνω .

Ένιωθα την τριβή.

Με έκανε να χάνω την αίσθηση του χρόνου.

<<Άσε με να σε ακουμπήσω ,είμαι τόσο κοντά,>>έλεγε κλείνοντας τα μάτια του.

Εγώ τον φιλούσα ξανά ξανά .

Ήθελα να μη φύγει ποτέ.

Με μείνει εδώ μαζί μου.

<<Κοντεύω Εύα,γαμώτο.Νομιζω ότι θα αφήσω την τελευταία μου πνοή εδώ,>>είπε γελοντας.

<<Μαζί,>>του είπε και εσκιψα ξανά στο χείλη του.

Τα χάιδεψα με τα δικά μου.

<<Να είσαι καλό αγόρι και να τελειώσεις μαζί μου,>>του ψυθήρισα φιλωντας τον ξανά.

<<Γαμώτο μου,>>είπε μέσα που το φιλί.

Επιταχυνα τον ρυθμό μου καθώς κουνούσα τους γοφούς πάνω κάτι με δύναμη

Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα τα κορμιά μας έτρεμαν μαζί από τους οργασμούς μας.

<<Αυτός είναι ο σωστός ο γύρος στο σεξ,>>είπε και χαμογέλασε καθώς εγώ έπαιρνα της πρώτες μου ανάσες αφού καταλάγιασε το κύμα της ηδονής μου.

<<Και τώρα ξελυσε με για να σ ε παρω επιτέλους αγκαλιά,>>φώναξε με το κορμι του να προσπαθεί να σηκωθεί ενώ εγώ βρισκόμουν ακόμα πάνω του.

<<Πες σε παρακαλώ,>>έφερε το χέρι του στον λαιμό του.

Έσκυψα και πέρασα την γλώσσα απαλά από τα χείλη του.

<<Γαμωωωω,>>αναστέναξε.

<<Σε παρακαλώ λύσε με>>μου παρακαλάνε με γλυκό ύφος.

<<Καλό αγόρι,>>του έκλεισα το μάτι.

Στα ηχεία έπαιζαν οι Muse.

Οι μπάλες από το μπιλιάρδο έφυγαν πάνω στην παράδοση τσόχα.

<<Ένα μηδέν Παπαθανασίου,>>σε σκίζω του φώναζε ο Ορφέας.

<<Μου κλάνεις τα παπάρια,>>του έλεγε εκείνος με το τσιγάρο στο στόμα, βάζοντας τη στέκα ευθεία στον επόμενο του στόχο.

Ήταν Κυριακή πλέον.

Βρισκόμασταν κάτω στο υπόγειο.

Ο Μάρκος με τον Φίλιππο έπαιζαν στo Play Station.

Εγώ με τα κορίτσια καθόμασταν στον καναπέ και πεινάμε τις μπύρες μας.

Ήταν ημέρα χαλαρώσεις .

Κανείς δεν είχε πάει στη δουλειά σήμερα.

Μετά από όλα αυτά το χρειαζόμασταν.

Μπορεί ο Άγης να έλεγε πως είμασταν απρόσεκτοι άλλα δύο μέρες μετά την τελευταία μας κουβέντα.

Η Μέδουσα είχε χτυπήσει πρώτη σε μια εγκατάσταση του Τριγώνου στην Βιέννη.

Τα λόγια του τα θεώρησε ξεκάθαρη προσβολή.

Δεν ήταν άσκοπο χτύπημα βέβαια μόνο από εκδίκηση .

Αλλά είχε λάβει στίγμα πως ο Γιάννης υπήρχε πιθανότητα να βρίσκεται εκεί με τον πατέρα μου και τον μικρο.

Την ρώτησα αν ήθελε να πάμε αλλά μου είπε πως είδε είχε στείλει ομάδα .

Βέβαια το είχαν σκασει και όταν έφτασαν οι δικοί μας δεν ήταν εκεί.

Είχαμε εξουδετερώσει όμως ένα μεγάλο τους κέντρο.

Η ομάδα του Ντέμιαν με την βοήθεια της Νιόβης από ότι μου είπαν είχαν καταφέρει να εντοπίσουν το σημείο που βρίσκονταν.

<<Για να τους δω τώρα αν είναι τοσο θρασύδειλοι,>>είπε στο τηλέφωνο η Έρη.

<<Ούτε να χαρώ την νύφη μου δεν με αφήνουν σε τέσσερις μέρες επιστέφει πίσω...>>μονολογούσε.

Ο Ορφέας είχε ψήσει τις γνωστές του λιχουδιές και μανιτάρια στη σχάρα που μου άρεζαν.

Ευτυχως είχε προλάβει πριν ξεσπάσει η καταιγίδα.

Λίγο πριν ήταν χαρά Θεού.

Και στα ξαφνικά σήκωσε αέρα.

Κόντεψε να πάρει την ψησταριά.

Δεν μα ήθελε να περάσουμε την μέρα μας στην πισίνα.

Έτσι καταλήξαμε εδώ κάτω να φάμε.

Και να περάσουμε την ώρα μας μέχρι αργά το απόγευμα.

<<Είναι αναγκαίο να είμαι δεμένος παλι;>>

Αναφώνησε ο Άγης από δίπλα μας.

Η Σόφια τον είχε δέσει ξανά στην καρέκλα γιατί της είχε φάει το τελευταίο το αγαπημένο της ντόνατ.

Είχε φέρει από το μαγαζί χτες δύο κούτες ολόκληρες .

Δώρο από τον Κοσμά είχε πει.

<<Αν δεν μου έτρωγες το ντόνατ με φράουλα θα ήσουν ελεύθερο,ς αλλά όχι έπρεπε να το χλαπακιασεις και αυτό.Πεντε έφαγες...Πέντε...και τα είχε φτιάξει η Μυρτώ μόνο για εμενα,>>του έδειξε με τα χέρια το πέντε και τον ευατό της .

Ο Άγης στριφογυρισε τα μάτια.

Ο Σπίθας είχε ξαπλώσει μαζί με την Καπκεικ στο χαλάκι στην πόρτα.

Την συνήθησε από την πρώτη στιγμή να και εκείνη πήγε να του βγάλει νύχια στην αρχή.

Τώρα ήταν αχώριστοι.

<<Άμα φέρω την Μέδουσα λες να κάνουν παρέα;>>

Είπε η Σοφία.

<<Με τίποτα,>>φώναξε ο Αχιλλέας καθώς επέστρεφε από πάνω.

<<Οι γάτες σκοτώνουν τα φίδια>>.

<<Αλήθεια;>>

Φώναξε η Σοφία.

<<Ναι τα κυνηγάνε>>.

<<Κρίμα.Αλλα έτσι είναι μόνη της η Μέδουσα και λυπει και η Ηρώ>>.

<<Και εσύ που το ξέρεις σου μίλησε;>>

Την ρώτησε γελώντας ο Αχιλλέας.

Άρπαξε μια μπύρα και έπεσε στον καναπέ.

<<Το ξέρω βλάκα το αισθάνομαι.Τα ζώα έχουν συναισθήματα.Τα νιώθω εγώ αυτά.Εχω σαν και εσένα τον αναίσθητο.Οριστε γιατί δε σε θέλει για αφεντικό...>>

Του είπε και εκείνος της έβγαλε την γλωσσα και ήπιε από την μπύρα.

Γέλασα κάνοντας το ίδιο με εκείνον.

Η Ηρώ είχε ξετρελαίνει με το που είδε πριν λίγη ώρα στην κάμερα το γατάκι.

<<Ωωωω,είναι τόσο γλυκό θα τρελαθώ.Καλα,ο σαρδανάπαλος ξέρεις να ρίχνει την καρδιά μιας γυναίκας,είναι τόσο γλυκό δες το δεν γίνεται να του αντισταθείς>>.

<<Θα σε περιμένει εδώ,>>της είπα καθώς κρατούσα το γάτο μπροστά στον υπολογιστή.

<<Μου λείψατε .Ανυπομονώ να έρθω να σας δω.Καλα δεν θέλω να φύγω από την μία γιατί περνά τέλεια εδώ.Αλλα μου λείπετε πολύ>>.

<<Και εμάς μα λείπεις ηλίθια,>>της είπε ο Μάρκος.

<<Πολύ πολύ ,>>είπε η Ξένια.

<<Αδερφούλα τα δώρα μας μη ξεχάσεις,>>με εσμπρωξε η Σοφία για να μπει μπροστά στην οθόνη.

<<Φυσικά και δε θα τα ξεχάσω είναι έκπληξη,>>της είπε η Ηρώ.

<<Γιουπι,>>φώναξε η Σοφία.

<<Μαλάκα μα το θεό σου είπα να λαδώσεις καλά τη σχάρα πριν βάλεις το επομένως πάνω αλλιώς θα κολλήσει,>>

Φώναζε ο Ορφέας στον Αχιλλέα.

<<Μα το έκανα>>.

<<Και γιατί κόλλησαν τα σουβλάκια;Ετσι είπαν "Α δεν έχω τι να κάνω ας κολλήσω πάνω στο σίδερο;>>

Συνέχιζε νευριασμενα με την σπάτουλα στα χέρια.

Εμείς τους κοιτούσαμε και γελούσαμε καθώς ο Γαβριήλ προσπαθούσε να τους ηρεμήσει.

<<Εγώ σου είπα να τα πάρουμε από έξω δεν ήθελες,>>είπε στον Ορφέα .

<<Γιατί να τα πάρουμε από έξω ενώ μπορούμε να τα φτιάξουμε εμεις.Είδες την κοιλιά σου πως έγινε;Δεν τρως που δεν τρως υγιεινά μου θες και ντελιβερι.>>

Του φώναξε ο Ορφέας.

<<Ούτε οχτώ γύροι αν κάνεις,δεν σε σώζουν Δών Ζουάν από τα lidl>>.

<<Μαλάκα τι γύρους τι λες;Και δεν έχω κάνει κοιλιά>>.

Η Ξένια πνίγηκε.

<<Του το είπες;>>

Με ρώτησε έκπληκτη.

<<Να του πει τι;>>

Ρώτησε ο Μάρκος.

<<Καταλαθως πάνω στο ξέρεις τι,>>της είπα.

<<Να του πει τι;>>

Είπαν ταυτόχρονα ο Μάρκος και η Ηρώ.

<<Εχ, μωρέ ότι εγώ και ο Γαβριήλ κάναμε κάποτε 8 φορές σεξ σε ένα απόγευμα>>.

<<ΤΙΙΙ,,>>φώναξε η Ηρώ.

<<Μαλακίες σίγουρα,>>είπε ο Μάρκος.

<<Δεν παίζει>>.

<<Την αλήθεια λέει ,>>πετάχτηκε ο Φίλιππος καθώς μόλις είχε έρθει από μέσα που έφτιαχνε τις σαλάτες .

<<Στο είπε εσένα αυτό και πως;Και που ήμουν εγώ;>>

Ρώτησε θιγμένα ο Μάρκος.

<<Μια μέρα που πίναμε μπύρες στην λέσχη το έφερε η κουβέντα>>.

<<Ω Θεέ μου,>>μουντσώθηκε η Ξένια.

<<Θα τον σκωτώσω έχει ξεφουρνησει παντου την πρώην σεξουαλική μας ζωή.Ο μπαμπουίνος.>>

<<Μιαου>>.

Έκανε η Καπκεικ.

<<Ορίστε και η γάτα συμφωνεί,>>είπε η Ηρώ και σκάσαμε στα γέλια.

<<Είναι δεν είναι μπαμπουίνος;>>

Την πήρε από πάνω μου η Ξένια και την σήκωσε στον αέρα.

<<Μιαου>>της απάντησε εκείνη.

<<Άμα σε ακούσει ότι κάνεις πλύση εγκεφάλου στο γατί θα σε σκοτώσει,>>γέλασε η Ηρώ.

Η Καπκεικ ήταν πλέον σπίτι της

Όλοι την αγάπησαν με την μία.

Ανέβαινε στην ράχη του Ορφέα και του Γαβριήλ.

Ήταν κάπως αστείο γιατί όντως έμοιαζε με παπαγάλο πάνω στον ώμο τους.

Έπεισε με τις μπάλες που τις είχε πάρει ο Ορφέας.

Και με το ψεύτικο ποντίκι που της είχε πάρει ο Αχιλλεας.

Ακόμα και τον Άγη πλησίαζε.

<<Ωωωω,μικρέ δαίμονα είσαι τόσο γλυκός που με πιάνει αηδία...Όχι όχι μην ανεβαίνεις πάνω μου έλεγε εκείνος και τιναζοταν....Έχω αλλεργία...>>εκείνη του συριξε και του έβγαλε νύχια.

Ο Αχιλλέας άρπαξε τον υπολογιστή ακριβώς την ώρα που άρχησε να φυσάει και μας είπε να πάμε όλοι μέσα.

<<Αγάπη μου πρέπει να σας κλείσω με φωνάζει η Έρη.Το βράδυ θα πάμε στο Φάντασμα της όπερας με την Έρη και πρέπει να την βοηθήσω τώρα με το φαγητό και το φαγητό,>>ακουσα να τουλέει.

Ο Ορφέας έτρεχε να μαζέψει τα φαγητά με τον Γαβριήλ και να φέρει προς τα μέσα στην ψησταριά.

<<Ηρώ να προσέχεις περίμενε.Σε αγ...>>

Της φώναξε ο Αχιλλεας καθώς έμπαινε μεσα αλλά εκείνη έκλεισε απότομα.

<<Σε αγαπώ>>.

Είπε στεναχωρημένα ,ξεφησώντας και έκλεισε το καπάκι από το λάπτοπ.

Στο υπόγειο πλέον τα αίματα είχαν ανάψει γιατί εγώ έπαιζα μπιλιάρδο εναντίον του Αχιλλέα.

<<Τι έγινε φιδάκι ιδρώσαμε πριν καν ξεκινήσουμε,>>τον πείραξα καθώς αυτός έχανε την μία βολή μετά την άλλη και εκνευρίζουν που εγώ της έριχνα χωρίς κόπο μέσα.

<<Μαλακίες απλά είσαι κωλοφαρδη,>>μου είπε παριστάνοντας ότι δεν τον πείραζε.

<<Έλα παραδεξου το,>>του είπε ο Ορφέας.

<<Είναι η καλύτερη>>.

<<Χα,δεν πρόκειται γιατί εγώ είμαι ο καλύτερος ,>>είπε και έστησε την στέκα .

Κεντραρισε.

Στόχευσε.

Ώθησε το χέρι του.

Και η άσπρη μπάλα προσέκρουσε στην κόκκινη μπάλα.

Εκείνη κύλησε προς την γωνία.

Το βλέμμα του Αχιλλέα την κοιτούσε σαν να ήθελε να την μαγεψει για να μπει στον στόχο της
.
Αλλά εκείνη στο τσακ έφυγε από την πορεία της και χτύπησε στο τοιχακι πριν την τρύπα.

<<Γαμωωωω,>>φώναξε.

<<Ούζου..>>φώναξε η Σοφία και εκείνος την στραβό κοίταξε.

<<Αξιολυπητοι>>

Είπε ο Άγης.

<<Θα σε χτυπήσω με την Στέκα ,>>του είπε ο Αχιλλέας.

<<Ουυυυ βιτσιόζικο μωρό,>>του έστειλε φιλάκι κλείνοντας του το μάτι.

<<Μα τον Θεό θα σε...>>

Πήγε να του ορμίξει.

<<Μην εκνευρίζεσαι φιδάκι ίσως στον επόμενο γυρο είσαι πιο τυχερός,>>του είπα.

Μπορεί η Μέδουσα με την Έρη να ειχαν κάνει το πρώτο χτύπημα αλλά κει εμείς εδώ δεν πηγαίναμε πίσω.

Οι Vipers είχαν καταφέρει να πιάσουν έναν από το τρίγωνο που τριγυρνούσε γύρω από την λέσχη και την εταιρία.

Ποιος είδε τον Θεό και δεν το φοβήθηκε.

Όταν έφτασε η τριάδα στο υπόγειο της λέσχης με εμένα μαζί και την Σοφία,ήδη ο τύπος είχε γράψει την καταδίκη του.

Αλλά ο καργιόλης δεν έλεγε τίποτα όσο και οι γροθιές του Ορφέα να του έσπαγαν το πρόσωπο.

Όσο και αν οι χαρακιές του Γαβριήλ του άνοιγαν το δέρμα.

<<Δε θα πάρεις σειρά;>>

Με ρώτησε ο Μπιλ.

<<Μπα δεν πρόκειται να μηλισει,>>>του είπα.

<<Άμα κάνουμε τον καλό ή κακό αστυνόμο λες να μην πιάσει;>>

Με κοίταξε και χαμογέλασε.

Ο Αχιλλέας έριχνε σφαλιάρες στον τύπο για να ξυπνήσει

<<Ε,ξύπνα δεν έχουμε τελειώσει,>>του φώναζε καθώς εκείνος προσπαθούσε να κρατηθεί για να μη χάσει της αισθήσεις του.

<<Σκληρά καρύδια,>>συνέχησε ο Μπιλ.

<<Πολύ σκληρά καρύδια.Αλλα κάθε καρύδι έχει τον τρόπο του για να ανοίξει>>.

<<Πως είσαι;>>

Με ρώτησε .<<Εννοώ μετά τα βίντεο που είδες...>>

<<Καλά είμαι,>>τον έκοψα.

<<Τα είδες;>>

<<Ναι ζήτησα να τα δω από την Έρη όταν μου το είπε ο Αχιλλέας.Της είπα πως ξανά δεν έπρεπε να μου αποκρύψει ό,τι έχει να κάνει με τον εγγονό μου>>.

<<Μπορείτε να με χτυπάτε όσο θέλετε .Δεν θα βγάλετε τίποτα απ' εμένα..>>

Φώναζε ο τύπος.

Οι τρεις του κοιτάχτηκαν.

<<Δεν θα ήμουν τόσο σίγουρο για αυτό,>>του είπε ο Αχιλλέας .

Ο Γαβριήλ μετακινήθηκε και άνοιξε το μικρό βαλιτσακι που είχε φέρει.

<<Ξέρεις από εδώ ο φίλος μας.Δεν ξέρω αν έχεις ακούσει τις φήμες...Του αρέσει να ανοίξει πράγματα,>>είπε ο Ορφέας κοντά στο πρόσωπο του .

<<Και βλέπεις εκείνη εκεινη εκεί πίσω;>>

Του έπιασε το κεφάλι και του το έστρεψε προς την Σοφία.

<<Εάν βαρεθεί ο Γαβριήλ θα την αμωλύσω.Της αρέσει να ανοίγει πράγματα και αυτή όπως και να τα βαράει.Γι' αυτό σαν καλό παιδί ,>>χτύπησε το μάγουλο με την παλάμη του καθώς ο Γαβριήλ φορούσε τα γάντια του κρατώντας μια λεπίδα σαν νυστέρι.

Ο τύπος γούρλωσε τα ματιά.

Αλλά δεν είπε τίποτα.

<<Το φανταστικά ,>>είπε ο Αχιλλέας και του έδωσε ένα πανί στο στόμα ενώ εκείνος άρχησε να παρακαλάει.

<<Πολύ αργά φιλαράκο.Εχασε την ευκαιρία σου,>>συνέχησε ο Ορφέας καθώς ο Γαβριήλ είχε έρθει στην θέση του.

Ουρλιαχτά πνιχτα ακούγοντας σε συνδιασμό με τα γέλια της Σοφίας.

Επέμενε να έρθει
Ρίχνω νοκ άουτ τον Άγη πάλι για να μη δημιουργήσει πρόβλημα στην Ξένια ,στον Μάρκο και στον Φίλιππο που θα έμεναν πείσω.

Και από ότι φαινόταν το διασκέδαζε.

Εγώ κοιτούσα τον Ορφέα που είχε ανάψει τσιγάρο.

Μου έκλεισε το μάτι.

<<Σου κάνει καλό,>>μου είπε ο Μπιλ.

<<Αχα,και εσύ πως το ξέρεις;>>.

<<Το βλέπω ,δεν είσαι τόσο στην τσίτα,>>με κοίταξε.

<<Ξέρεις μπορεί να μην την γνώρισα αλλά αν πήρε έστω και λίγο από την μάνα της δεν θα ήθελε να μιζεριαζεις.
Θα ήθελε να το ζήσεις.Και να μην με εις στο παρελθόν>>.

"Εύα,ζήσε"

<<Αυτό είναι που κάνεις εσύ;Δεν μενεις στο παρελθόν;>>

<<Όχι ακριβώς.Αλλα η ζωή συνεχίζεται δυστυχώς.Καποτε θα τις ξανά δούμε.Αλλα δεν θα ήθελαν να είμαστε δυστυχισμένοι.Πιθανολογώ πως η γυναίκα μου θα είναι λίγο έξαλλη αν μας βλέπει με την Εργ από πάνω,>>γέλασε.
<<Ήταν ζηλιάρα λίγο αλλά πιστεύω πως θα χαίρεται με την χαρά μου>>.

Αναστέναξα.

<<Απλά Εύα ,η ζωή είναι δύσκολη.
Το να είσαι μόνος καμιά φορά την κάνει ακόμα περισσότερο.Εξαρταται το πώς την βλέπεις βέβαια...>>.

<<Θα στον φέρω πίσω,>>του είπα κοφτά και έφυγα από δίπλα του.

Δεν ήξερα τι άλλο να του απαντήσω.

Είχε όμως δίκαιο.

Καμιά φορά η μοναχικότητα είναι καλή .

Αλλά η μοναξιά που ακολουθεί μπορεί να σε διαλύσει αν δεν έχεις συμφιλιωθεί μαζί της.

Ο τύπος τελικά πέθανε από αιμορραγία χώρος να πει κάτι.

Το μόνο που ψέλλισε ήταν πως είμασταν όλοι γελασμένοι αν πίστευαν πως θα κερδίζαμε το τρίγωνο.

Μπορεί να ήταν μια τρύπα στο νερό.

Αλλά τουλάχιστον έδειχνε πως δεν είχαμε χάσει την αίσθηση της κατάστασης.

Τρόμαζα καθώς το σκεφτόμουν.

Δύο μέρες είχα τρελαθεί να ψάχνω τα πάντα στην οργάνωση

Η Όλιβ νόμιζε πως είχα πάθει εγκεφαλικό.

Αλλά δεν μπορούσα να βρω κάποιο στοιχείο που να υποδεικνυε το τι ετοίμαζαν.

Καμία κάμερα δεν είχε πιάσει κάτι.

Κανένας σύνδεσμος δεν είχε ακούσει κάτι.

Όλοι ήταν ασφαλής.

Σαν οργάνωση οι τοποθεσίες δεν ήταν φανερές.

Ήταν πάντοτε καμουφλαρισμένες ως επιχειρήσεις ,εργοστάσια και πάει λέγοντας.

Επίσης οι κατοικίες μας ήταν νοικιασμένα πάντα σε διαφορετικό όνομα για να μη μπορεί κάποιος να τις βρει.

Η ασφάλεια αυξήθηκε γενικότερα οπότε αυτό ήταν μια ανακούφιση.

Αλλά και πάλι κάτι μου έλεγε πως Άγης είχε δίκαιο.

Και πως όλο αυτό σύντομα θα το βρίσκαμε μπροστά μας.

<<Είσαι τόσο σέξι,>>μου ψυθήρισε ο Ορφέας στο αυτί καθώς ο Αχιλλέας ετοιμάζοντας να ρίξει πάλι.<<Όταν του σπας τα νεύρα μου σηκώνεται>>.

Με αγκάλιασε από πίσω .

<<Πάψε ,>>του χτύπησα το χέρι που επαναπαύονταν στην κοιλιά μου.

<<Κολιτσιδα έχεις γίνει,>>του είπα γελώντας.

<<Εμένα μου αρέσει να είμαι τόσο κοντά σου Belle>>.

<<Μη με λες έτσι;>>

<<Γιατί;>>.

Τι να σου πω και εσένα.

<<Γιατί ακούγεται σαν την Έμιλι,>>του είπα καθώς ο Αχιλλέας τελικά είχε βρει την τύχη του και έβαζε τις μπάλες στις τρύπες την μία μετά την άλλη.

<<Κάτι ήξερε.Ειχε γούστο;Θα κάναμε καλή παρέα,>>μου δάγκωσε απαλά τον λοβό από το αυτι.

<<Ω Θεέ μου γιατί αυτό ακούστηκε σαν φαντασίωση Διονυσιακού οργίου;>>

Γέλασε.

<<Η πολυγαμία υπάρχει Ευάκι.Λειτουργει .Δες την Σοφία>>.

<<Ναι αλλά...Θεέ μου..Γιατί κάτι μου λέει ότι θα συμφωνούσε και η Έμιλι σε αυτό..>>.

<<Γιατί δεν μπορούσε να σου αντισταθεί ούτε και αυτή ,αλλά ούτε και εγώ.Οποτε θα έπρεπε να συμφωνήσουμε σε κάποιο τρόπο να συνηοαρξουμε, γιατί κανείς από τους δυο μας δε θα έκανε πίσω.Αν Την ξέρω ήταν ξεροκέφαλη.Αν και δεν είναι σίγουρο αν σε γνώριζα αλλά κάτι μου λέει πως θα γινόταν έτσι και αλλιώς>>.

<<Ήταν ναι,>>γέλασα μέσα από τα χείλη μου και εκείνος μου φίλησε τον λαιμό.

<<Θα ήθελε να είσαι ευτυχισμένη.Το ξέρω.Δεν θα είχε θέμα αν αυτό σε προβλημάτιζε,>>συνέχισε.

<<Το ξέρω>>.

<<Κόψτε τα σάλια.Και έλα να τελειώσουμε την παρτίδα,>>μου φώναξε ο Αχιλλεας.

<<Ωχου πάψε .Θα γεράσεις γρήγορα με τόση γρινια,>>του είπα και φηλισα τον Ορφέα στο μάγουλο.

<<Θα σου σκίσει τον κώλο,>>του φώναξε και ο Αχιλλέας του έκανε κωλοδάχτυλο.

Το φαινόμενο της πεταλούδας είναι μια ποιητική μεταφορά.

Στην θεωρία του χάους η ευαίσθητη ύπαρξη ενός συστήματος εξαρτάται από τις αρχικές συνθήκες.

Αυτή η θεωρία λέει πως "αν μια πεταλούδα κινήσει τα φτερά της στον Αμαζόνιο, μπορεί να φέρει βροχή στην Κίνα".

Εύχομαι να μπορούσα να την βρω αυτήν την πεταλούδα.

Να της ξεριζώσω τα φτερά αυτή τη στιγμή.

Όλα ήταν εντάξει πριν λίγα λεπτά ,μέχρι που κούνησε τα φτερά της και ήρθε η καταιγίδα πάνω μας.

<<ΕΣΥ ΦΤΑΙΣ,>>μου ούρλιαζε ο Αχιλλέας.

Και εγώ απλά, κοιτούσα μουδιασμένη το κενό.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top