Κεφάλαιο 23ο

Τότε.
Έμιλι,21 ετών.

<<Ελι τι έκανες;>>
Του φώναξα έντρομη.
Όλη η κουζίνα είχε γεμίζει αλεύρι.

Ο μικρός από πάνω μέχρι κάτω γεμάτος άσπρη σκόνη.
Ένα τεράστιο χαμόγελο σχηματίστηκε στο προσωπο του.

<<Ζημία εκανα,>>είπε όλο περηφάνια.

Δύο λεπτά τον είχαμε αφήσει μόνο του στο σαλόνι να βλέπει παιδικά.

Δύο λεπτά γιατί η γυναίκα μου ήθελε να κάνουμε προστυχιες στο μπάνιο.

Ενα γρήγορα είπε,δεν θα αργούσαμε.

Αλλά που να φανταστούμε ότι το ζιζάνιο θα έκανε κάτι τέτοιο.

Λεπτό δεν μπορούσες να τον αφήσεις.

<<Έλα εδώ μικρέ,>>του είπε η Εύα και τον σήκωσε στην αγκαλιά της.
<<Πάμε να κάνεις μπάνιο>>.

<<Όσι,>>της είπε θυμωμένα.

<<Πρέπει μικρέ, έχεις γίνει χάλια.
Και πρέπει να αφήσουμε την μαμά λίγο χρόνο να τα μαζέψει>>.

<<Να τον χτενίσεις πρώτα γιατί αν ρίξεις νερό στα μαλλιά του θα γίνει ζυμάρι και άντε να βγει μετά,>>της φώναξα καθώς πήγαινε στο μπάνιο.

Έμεινα να παλέψω με  το χάος.
Κατευθύνθηκα στην αποθήκη.
Άρπαξα την σκούπα και το φαράσι και άρχησα να μαζεύω.

Το παιδικό ακουγόταν ακόμα από την τηλεόραση και εγώ αναρωτιόμουν αν την επόμενη φορά που θα θέλω έναν οργασμό θα βρω το σπίτι μετά κατεδαφισμένο.

Μα τι πράγμα είναι αυτό το μωρό.

Γέλασα.

Δεν θα τον άλλαζα με τίποτα όμως.

Όλα αυτά δεν θα τα άλλαζα με τίποτα.

Όλα αυτά τα φυσιολογικά που ζώ.
Δεν θέλω να θυμάμαι.
Γιατί ο φόβος αρχίζει και ξανά έρχεται.

Η αλήθεια είναι πως δεν έχει φύγει ποτέ.

Υπάρχουν στιγμές που σκέφτομαι τα πάντα.

Δεν το λέω στην Εύα .
Αρκετές σκουτούρες έχει .
Προσπαθεί να μας κρατήσει ασφαλεις.

Να την φορτώνω ακόμα περισσότερο με πράγματα που ήδη ξέρει,δεν της αξίζει.

Τα πράγματα που τις κρύβω βέβαια ευελπιστώ να μην τα μάθει ποτέ.
Δεν ξέρω αν κάνω σωστά.
Αλλά είναι ο μόνος τρόπος να μην εμπλακεί παραπάνω από όσο είναι ήδη.

Ίσως ξεφύγει από το ραντάρ τους.

Δεν ξέρω πως θα το έπαιρνε αν μάθαινε την αλήθεια.
Πως είχε την δύναμη να καταστρέφει τα πάντα .
Αν δεν την ανακάλυπταν πρώτοι και την έβγαζαν από την μέση.

Η ηλίθια προφητεία τους για εμένα απλά ήταν ένας μύθος.
Ένα κατασκεύασμα του άρρωστου μυαλού τους.
Και του κόμπλεξ ανωτερότητας τους.

Πως να της έλεγα πως δεν έπρεπε να γεννηθεί ειδικά σε εκείνο το μέρος.
Στον Κέρβερο που δεν επιτρέπονταν θηλυκά πέρα από την Μητέρα .
Πως να της έλεγα ποιοι ήταν οι γονείς της;

Ίσως αν το μάθαινε να έκανε κάτι απερίσκεπτο.
Να ήθελε να μπλέξει οικειοθελώς περισσότερο για να τους διαλύσει.

Αλλά ήταν επικίνδυνο.

Γιατί κανείς δεν το ειχε καταφέρει.

Εψαξα να βρω περισσότερα για την περίπτωση της.
Δεν υπήρχε άλλη σαν και αυτήν εκτός από μία .

Πριν τριάντα χρόνια.

Η τότε Μητέρα σε μια άλλη εγκατάσταση στην Ευρώπη κάπου κοντά στην Αγγλία συγκεκριμένα είχε μείνει έγκυος από έναν από τους στρατιώτες.

Εκείνη δεν ήταν σαν την μάνα της Εύας .
Το πονούσε το παιδί της
Όταν είδε ότι είναι κορίτσι το έκρυψε διόχνωντας το μακριά.

Εκείνο μεγάλωσε έφτασε μέχρι τα δεκαοχτώ,χωρίς να το βρουν.

Μέχρι που δεν ήταν τόσο τυχερη και την σκότωσαν.

Από τότε πάρθηκαν μέτρα για να μη ξανά συμβεί κάτι τέτοιο
Όλες οι εγκυμοσύνες ελέγχονταν.
Και αν προέκυπτε ότι ήταν κορίτσι γιατί φυσικά δεν υπήρχε τρόπος να το γνωρίζουν πιο νωρίς για να κάνουν έκτρωση,το σκότωναν στη γέννα.

Στην αρχή δεν είχα καταλάβει γιατί τέτοια ψυχώσεις με αυτό .
Μέχρι που ανακάλυψα ένα βιβλίο στο γραφείο του Γιάννη στην αναμόρφωση.

Ήταν με μαύρο δέρμα από έξω σκαλλιστό.
Οι σελίδες παλιές.
Τα περισσότερα ήταν γραμμένα στα λατινικά.

Αλλά ευτυχώς πρόσεχα στα μαθήματα και  μπορούσα να τα διαβάσω .
Τα περισσότερα ήταν αιρετικές μαλακίες τους μέχρι που έφτασα στην σελίδα που μου κέντρισε το ενδιαφέρον.

"Regina quae"

Έλεγε ο τίτλος

Εκεί βρισκόταν και η προφητεία.

Συνέχησα να διαβάζω.
Το βιβλίο ήταν όλη η ιστορία του τριγώνου.
Πάρα πολλά χρόνια πριν χρονολογημενες
Μέχρι και φωτογραφίες είχε από τους
ιδρυτές του.

Τύποι με μουστάκια και περίεργες φορεσιές να κρατάνε κάτι νεκροκεφαλές.

Ανώμαλοι καργιολιδες.

Τα αγόρια του Κέρβερου και κάθε τέτοιου νησιού ήταν οι στρατιώτες της κοινότητας.

Γεννημένη μέσα στην τάξη προκαλούσαν αταξία για να την κρατήσουν.
Φυλακισμένα ανθρωπάκια που τους είχαν κάνει πλήση εγκέφαλου.

Αγρίμια μέσα στο σκοτάδι.
Χωρίς βούληση.
Η απόλυτη υποταγή.

Και εκεί στις σελίδες που διάβαζα βρήκα τον λόγο γιατί η Belle μου ήταν επικίνδυνη για αυτούς.

Η οργάνωση είχε δημιουργηθεί ως παρακλάδι του κυκλώματος το 1879.

Και ένα χρόνο μετά σχηματίστηκε αυτός ο στρατός.

Είκοσι χρόνια μετά .
Την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου που ήταν σημαντική για αυτούς.

Ένα αγόρι από τον στρατo είχε βάλει φωτιά την εγκατάσταση στο νησί του.

Το συγκριμενο αγόρι είχε το χάρισμα όπως λέγανε .
Έβλεπε το μέλλον
Άλλοι τον θεωρούσαν απλά τρελό
Αλλά η κοινότητα τον είχε πάρει πολύ σοβαρά γιατί πολλά από όσα είχε πει είχαν βγει αλήθεια.

Όπως ο θάνατος ενός ιδρυτή την ημέρα των Χριστουγέννων στο τραπέζι τους
Μια α μέρα πριν είχε πει πως θα πεθάνει από καρδιά.

Και την επόμενη έπεσε μέσα στη σούπα μανιταριών από ανακοπή

Αυτό το αγόρι μήνες πριν έβλεπε στον ύπνο του μια γυναικεία φιγούρα φωτεινή.
Ψέλλιζε πως ήρθε η ώρα της κρίσης και της απελευθέρωσης.

"Όταν ο σπόρος ανθίσει σε άγονο έδαφος όλοι θα τον προσκυνήσουν.
Και οι άπιστοι θα πεθάνουν ουρλιάζοντας".

Το έγραφε παντού στου τοίχους του κελιού του
Είχε ξεκινήσει να κάνει επαναστάσεις στο νησί του.
Είχε πάρει πολλούς με το μέρος τους.
Έλεγε πως θα ερχόταν η ώρα που το κάστρο θα γκρμιζόταν .
Οι βασιλείς του θα καίγονταν όταν η  βασίλισσα  γενιόταν.
Θα τους έσωζε.
Θα ήταν ελεύθεροι.

Όσο προσπαθούσε η κοινότητα να πνίξει αυτό το κίνημα δεν μπορούσε.

Η φήμη της σκορπίστηκε παντού και άρχησαν να την λατρεύουν σαν μεσσία τους.

Σαν σύμβολο της αταξίας και τάξης ταυτόχρονα.
Γιατί εκείνοι δεν ήθελαν να ζουν άλλο έτσι
Αλλά δεν υπήρχε τρόπος να φύγουν από εκεί.
Ήταν έρμαια της κοινοτητας
Αν δεν υπάκουαν θα πέθαιναν.

Σε ένα τέτοιο παραλληρημα επαναστάσης έβαλε φωτιά το κτήριο τους
Με αποτέλεσμα να δραπετεύσουν πολλοί και άλλοι να καούν ζωντανοί.

Μετά από λίγο καιρό η κοινότητα δεχόταν χτυπήματα από οπαδούς αυτής της προφητείας.
Είχαν κοντεψει να την εξαφανίσουν αλλά δεν το κατάφεραν

Από τότε η κοινότητα άρχισε να φοβάται και να δυναμώνει ακόμα πιο πολύ.
Όχι μόνο εξαιτίας του οράματος.
Αλλά και τα ίδια τα αγόρια.
Γιατί αν ένα όραμα ενός τρελού προκαλούσε τέτοια ανήκουστη ανυποταγή τι θα γινόταν αν η προφητεία έβγαινε αληθινή.

Με τον καιρό ο μύθος αυτός έμεινε απλά έτσι.
Ένας μύθος.

Και ότι έδειχνε πως θα έβγαινε αληθινός.
Σαν την φωτιά που τις κόβουν το οξυγόνο το σκέπαζαν.

Μέχρι τώρα.

Η Εύα είχε ξεφύγει κάπως.
Χωρίς να την πάρουν χαμπάρι.
Για να γίνει όμως αυτό έπρεπε κάποιο από εμάς να την είχε  βοηθήσει.
Δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο.

Εψαξα πολύ καιρό για να βρω ποιος την είχε φυγαδεύσει.

Αλλά δεν έβρισκα τίποτα.

Μέχρι που μια μέρα άκουσα ψύθηρους μεταξύ δύο αγοριών που ήταν στρατιώτες του Κέρβερου.

<<Το λευκό τάγμα δεν είναι αληθινό >>.

<<Είναι σου λέω Μπορεί η κοινότητα να μη το παραδέχεται γιατί θα έδειχνε ότι έχουν αδυναμίες Αλλά είναι>>.

Το λευκό τάγμα όπως είχα διαβάσει στο βιβλίο ,είχε δημιουργηθεί κατψ απο αγνωστες συνθηκες μεατα από  την επανάσταση που είχε γίνει.

Μέλη της ήταν και πολλά αγόρια από τον Κέρβερο αλλά προστέθηκαν και άλλοι στην πορεία και όχι μόνο άντρες.

Σαν φάντασμα εισχωρούσαν στους κύκλους αυτούς .
Έβλεπαν τα πάντα.
Άκουγαν τα πάντα
Και εκεί που δεν το περίμενες
Έκαναν την κίνηση τους.

Κανείς δεν μιλούσε για τους ξαφνικός θανάτους ή για τις εξαφανίσεις.
Τα άφηναν να γίνουν φήμες .

Δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι μεγάλο γιατί τότε όταν αντιστάθηκε η κοινότητα σχεδόν τους είχε αφανίσει.

Πλέον ήταν ελάχιστοι.
Και δεν τους αναγνώριζες εύκολα.

Είχα ακούσει μια φορά τον Γιάννη μετά που ανακάλυψε το βιβλίο,να το λέει σαν ιστορία και γελούσε για το πόσο ηλίθιοι ήταν που πίστευαν πως μπορούσαν να τα βάλουν μαζί τους.

<<Και γιατί μου το λες αυτό;>>
Είπε ο ένας.

Εγώ κρυμμένη πίσω από τον τοίχο προσπαθούσα να μην κάνω φασαρία και με ακούσουν.

<<Στο λέω γιατί ακούστηκε πως ένας είχε εισχωρήσει στον Κέρβερο πριν χρόνια .Και όχι ένας μία.Κανείς δεν την πήρε χαμπάρι >>.

<<Μαλακίες>>.

<<Όχι όχι.Μάλιστα λένε πως έκλεψε κάτι πολύ σημαντικό από την Μητέρα.Ένα παιδί>>.

Τα μάτια μου γούρλωσαν.

<<Ωχου,έχω βαρεθεί να σε ακούω να μου λες ιστοριες για αγρίους .
Πάνε έχουμε δουλειές.Αν μας δουν ότι χασομεραμε έτσι θα φάμε τιμωρία>>.

Όλα τα κομμάτια ενώθηκαν.

Μπορεί απλά να ήταν φήμη αλλά με όσα γνωριζα αυτό έβγαζε νόημα.

Αλλά ποιος η ποια ήταν ,που είχε καταφέρει κάτι τέτοιο;

Ένας θόρυβος ακούστηκε από λίγο πιο δίπλα .

Τα μάτια μου πεταχτηκαν καθώς μια φυγουρα με ένα .αυτό μανδύα έτρεχε προς την γωνία.

Ξεκάθαρα είχε ακούσει την κουβέντα .
Ή μάλλον κρυφακούγε.

<<Ε,περίμενε,>>φώναξα καθώς η φυγουρα απομακρυνόταν.

Με το που έστριψα όμως στην γωνία εκείνη ακούμπησε τον τοίχο .
Εκείνο υποχώρησε .
Μπήκε μέσα πριν την προφτάσω.
Δεν πρόλαβα να δω πρόσωπο .
Μόνο τα κόκκινα μακριά μαλλιά της που έβγαιναν από την κουκούλα της .

Από τότε δεν την ξανά είδα.
Ούτε βρήκα κάτι για εκείνη όσο και να έψαχνα.
Φαινόταν μεγαλύτερη και όχι παιδί.
Πόσο μάλλον παιδί της αναμόρφωσης.

<<Έτοιμος,>>φώναξε η Εύα .
Με τον Ελάιζα αγκαλιά  της ήρθαν δίπλα μου καθώς μόλις είχα τελειώσει το σκούπισμα.

<<Δες πόσο καθαρουλης είσαι τώρα,>>του είπα και του τσίμπησα το μάγουλο.

<<Ωραία αφού τελειώσαμε να παραγγείλω πίτσα να φάμε;>>
Ρώτησε η Εύα και τον έβαλε στο καρεκλάκι.

<<Ναιιιιι, πούτσα,>>αναφώνησε ο μικρός με τα χέρια στον αέρα .
Οι δυο μας τον κοιτάξαμε έντρομες.

<<Όχι όχι όχι ,Ελάιζα  δεν το λέμε αυτό.Ακόμα τουλάχιστον,>>του είπε η Εύα.

<<Πούτσα,>>ξανά είπε ο μικρός.

<<Ω ,Θεέ μου,>>αναστέναξε η Εύα και εγώ έσκασα στα γέλια.

<<Πούτσα ,πούτσα,πούτσα,>>φώναζε ο μικρός και χτυπούσε τα χέρια του πάνω στο τραπεζάκι του.

<<Μη γελάς Ange σαν τα μουτρα μας τον κάναμε>>.

<<Έλα μωρέ.Δεν μπορεί ακόμα να πει πίτσα και το συνδύασε έτσι μην αγχώνεσαι,>>την αγκάλιασα.

<<Το βλέπω εγώ σε κάνα δυο χρόνια σαν λιμενεργάτης θα βρίζει>>.

<<Έ ,από κάπου θα πήρε το παιδί,>>την φίλησα στο μάγουλο.

<<Τι εννοείς ότι βρίζω σαν λιμενεργάτης;Εγώ;>>

<<Όχι η γειτόνισσα.Πουτσ...ε εννοώ πίτσα Εύα .Την πίτσα .Έχω λυσσάξει της πείνας>>.

<<Καλά Ange,>>με έδινε με το δάχτυλο και πήρε το κινητό της για να παραγγείλει.<<Δεν θα την γλιτώσεις έτσι εύκολα .Θα δεις μετά,>>μου έκλεισε το μάτι.

<<Ανυπομονώ>>.
Της χαμογέλασα.

Ναι ,σίγουρα είναι το φως του οράματος.
Γιατί σε τυφλώνει.
Διώχνει κάθε τι σκοτεινό.

Είναι η δική μου επανάσταση.
Και αυτή τη φορά δε θα αφήσω να το σβήσει κάνεις.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top