Κεφάλαιο 17ο
Τώρα.
Εύα, 26 ετών.
<<Bonne nuit, cher trésor,ferme tes yeux et dors.Laisse ta tête, s'envoler,Au creux de ton oreiller,>>
(Καληνύχτα, αγαπημένε μου θησαυρέ,
Κλείσε τα μάτια και κοιμήσου.
Αφήσε το κεφαλακι σου να πετάξει μακριά.Μέσα στο μαξιλαρι σου.)
Τραγουδώ χαϊδεύωντας απαλά το προσωπάκι του .
Είναι τόσο μικρός.Φοβάμαι πως αν κάνω κάποια κίνηση ,θα πέσει και θα σπάσει.
Σαν κούκλα είναι.
Η Έμιλι κοιμάται στο κρεβάτι μας.
Είναι κουρασμένη .
Δεν είναι εύκολο να έχεις ένα μωρό.
Είναι κουρασμένη και εγώ.
Αλλά δεν με πειράζει.
Δεν με πειράζουν οι νύχτες όπως αυτή,που πρέπει να ξυπνώ γιατί κλαίει.
Γιατί θέλει αλλαγμα ή πεινάει.
Αυτό το μικρό πλασματάκι έφερε τον κόσμο μας άνω κάτω.
Έφερε γέλια στο σπίτι.
Χρώμα μουσική.
Θεραπευόμαστε από τα μικρά του χεράκια που μας ακουμπάνε .
Τις αγκαλιές .Τα φιλιά.
Τις μικρές λέξεις που λέει.
Εκείνη πιο πολύ.
Δέκα μήνες τώρα.
Και όλα δείχνουν πως δεν υπάρχει κίνδυνος .
Πω επιτέλους αξίζουμε λίγη ευτυχία.
Πως εκείνη ξεχνά.
<<Un beau rêve passera,Ελet tu l'attraperas.Un beau rêve passera,et tu le retiendras>>.(Ένα όμορφο όνειρο θα περάσει,Και θα το πιάσεις.Ένα όμορφο όνειρο θα περάσει,Και θα το κρατήσεις.)
Είναι στιγμές που νιώθω την πίεση και το άγχος να με καταβάλει.
Τα ξεχνώ όμως.
<<Μαμά,>>η μικρή του φωνή σχημάτισε τις λέξεις για πρώτη φορά .
Κοιτούσε εμένα.
Η λέξη ξένη . Άγνωστη για την ψυχή μου.
Μέσα μου άγγιξε τις κρυφές πληγωμένες πτυχές της ψυχής μου.
Τρομάζω με τη σκέψη να γίνω μαμά.
Αλλά το σύμπαν για κάποιο λόγο είχε άλλα σχέδια.
<<Δεν είναι δίκαιο που δεν ήμουν εδώ να το ακούσω,>>παραπονέθηκε η Ange.
<<Μαμά,>>είπε ξανά ο μικρός και την αγκάλιασε.
Τόση ευτυχία δεν ξέρω αν την αξιζαμε.
Αν υπήρχε άλλη τόση την ήθελα για πάντα.
Τον κουνούσα απαλά στην αγκαλιά μου,για να τον νανουρίσω. .
Τα χέρια σου γροθιές.
Τα μαλλιά του μικρές μπουκλιτσες στόλιζαν το κεφαλάκι του.
Τα μάτια του όμως δεν τα έβλεπα με κλειστά τα βλέφαρα.
Τα υπνωτικά του ανοιχτόχρωμα μάτια.
Ήταν όμορφος όπως η μαμά του.
Μεγάλωνε γρήγορα και εγώ προσπαθούσα να αρπάξω τις στιγμές μαζί του.
Η Έμιλι δεν το πίστευε.
Γιατί στην αρχή ήταν όλα δύσκολα για εμένα.
Ειδικά το να του αλλάζω την πάνα.
Πυρηνική βόμβα κάθε φορά έκανε ο μικρός.
Εγώ δεν άντεχα την μυρωδιά και αηδιαζα .
Εκείνος γελούσε μέσα από την ψυχή του.
Βλαμμένο.
Αλλά τις μετρούσα όλες.
Τα πρώτα βήματα.
Τις πρώτες λέξεις.
Τις φορές που μου είχε έρθει το φαγητό του στο,πρόσωπο επειδή είχε πετάξει με φορά το κουτάλι του μέσα στο πιάτο του.
Τις φορές που τον αλλά και με κατουρουσε στοχεύοντας την μπλούζα μου.
Όλες τις μετρούσα και τις κλείδωμα μέσα μου.
Και εκείνες που έβλεπε την Έμιλι μαζί του.
Ευτυχισμένη.
Να είναι μαμά.
Τον έβαλα αργά μέσα στην κούνια του.
Και τον σκέπασα.
Ένιωσα τα χέρια της να με τυλίγουν από πίσω.
<<Γιατί δε με ξύπνησες;Θα το έκανα εγώ,>>μου είπε με νυσταγμένη φωνή.
Αγκάλιασα τα χέρια της με τα δικά μου.
Το πιγούνι της ακούμπησε τον ώμο μου.
Η ανάσα της ζεστή και ήρεμη.
<<Κοιμόσουν τόσο γαλήνια δεν ήθελα να σε ξυπνήσω Χρειάζεσαι ξεκούραση>>.
<<Και εσύ το ίδιο>>μου είπε και με φίλησε τον λαιμό.
Χαμογέλασα.
Ο μικρός μουρμουρισε κάτι στον ύπνο του και τέντωσε τα πόδια του.
<<Δεν μπορώ να το πιστέψω πόσο γρήγορα μεγαλώνει.Μεχρι να το πάρουμε χαμπάρι θα φέρνει κοπέλες στο σπίτι.Θα μας φωνάζει με τα μικρά μας.Θα φύγει για σπουδές ,>>συνέχησε.
<<Κοπέλες ποιες κοπέλες;>>
Γύρισα μια την κοίταξα απότομα.
<<Κοπέλες ,αγόρια.Ποιος νοιάζεται>>
<<Ε,ναι .Αλλά δεν εννοώ αυτό.Θα βγαίνει ραντεβού και θα έχει σχέσεις;Στα τριάντα του και αν,>>της είπα.
Εκείνη γέλασε και με τσίμπησε στο πλευρό.Τραβηχτηκα.
<<Υπερπροστατευτική λίγο ή μου φενεται;>>
<<Εγώ;Ξέρεις πως είναι ο κόσμος μας.Απλα ανησυχώ>>της είπα και μου φίλησε το μάγουλο.
<<Είσαι τόσο γλυκιά όταν βγαίνει λέαινα από μέσα>>.
Θα σκότωναν για εκείνον και για εκείνη.
Και θα το κάνω αν όλα πάνε στραβά.
Θέλω απλά να είναι ασφαλείς.
<<Τα πας μια χαρά,>>μου ψυθήρισε στο αυτί.<<Αλλά είσαι πολύ σφιγμένη.Σου είπα να ζήσεις>>.
Τα λόγια της έκαναν στροφές στο μυαλό μου.
<<Τι εννοείς;Ζω.>>
Την ρώτησα .
Πήγα να γυρίσω να την αντικρίσω.
Αλλά εκείνη με έσφιξε πιο πολύ στην αγκαλιά της.
<<Αnge,>>προσπάθησα να της ανοίξω τα χέρια
<<Βelle.Tu n'es pas vivant.(Όμορφη δεν ζεις).Je suis parti depuis longtemps(Έχω φύγει εδώ και καιρό)>>
Το κορμί μου πάγωσε και η ανάσα μου σταμάτησε για λίγο.
Δάκρυα άρχησαν να πέφτουν από τα μάτια μου.
<<Ne pleure pas.Βelle.(Μην κλαις.Ομορφη.)Ξέρω ότι σου λείπω>>.
<<Τόσο πολύ.Και οι δύο.Θα τον βρω να ξέρεις.Αλλα θέλω να είμαι μαζί σου,>>της χάιδεψα το χέρι.
<<Πρέπει να ζεισεις ,Belle,>>κούνησα αρνητικά το κεφάλι.
Έσφιξα τα μάτια.
Δεν είσαι εδώ στα αλήθεια.
Όλα είναι ένα όνειρο.
<<Τα όνειρα είναι απλά μια αλλαγή ζωή.Αλλα εσύ πρέπει να ζήσεις αυτή που έχεις όταν ξυπνάς.Δεν πρέπει να μείνεις εδω.Απλα ζήσε Μπέλ.Ακομα σε αγαπώ.Και εσύ το ίδιο.Αλλά δώστου μια ευκαιρία>>.
Τα μάτια μου άνοιξαν απότομα.
<<Belle,ζήσε,>>με φίλησε ξανά στο μάγουλο.<<Θα βρεθούμε κάποτε ξανά.Τωρα ξύπνα>>.
Τα μάτια μου άνοιξαν απότομα .
Πετάχτηκα απότομα από το κρεβάτι κρατοντας το στήθος μου.
Η ανάσα μου έβγαινε γρήγορα .
Οι χτυποι της καρδιάς μου σε τρελό ρυθμό.
Ακούμπησα το πρόσωπο μου.
Υγρό γεμάτα δάκρυα.
Ήταν όνειρο.
Έφερα της παλάμες μου στο πρόσωπο.
Γαμώτο.
Συνέχεια ερχόταν στα όνειρα μου.
Και κάθε φορά γινόντουσαν όλο και πιο ζωντανά.
"Ζησε.Belle"
Ο απόηχος της φωνής στο μυαλό μου με μούδιαζε.
Έπεσα απότομα στο μαξιλάρι με το πρόσωπο μου.
Και τσηριξα όσο πιο δυνατά μπορούσα.
Γύρισα έπειτα ανάσκελα και πήρα μια βαθιά ανάσα.
Ο ήλιος φωτίζει απέξω.
Τα μάτια όμως δεν τον ήθελαν καθόλου.
Έβγαλα μια κραυγή καθώς το φως του σαν να με έκοβε έκανε αισθητό τον πονοκέφαλο στο κεφάλι μου.
Πήρα το κινητό μου από το κομοδίνο να κοιτάξω την ώρα
Ήταν δώδεκα.
Δε θα ξαναπάω Αυτό το τελευταίο μπουκάλι ήταν θάνατος.
Δεν θυμόμουν τίποτα από τη στιγμή του φιλιού με τον Ορφέα
Γαμωτο.
Φιληθήκαμε .
Καθόλου καλό.
Έπρεπε να κρατηθώ.
Δεν έπρεπε να γίνει .Γαμώτο.
Πως στο καλό βρέθηκα στο σπίτι και στο κρεβάτι μου δεν έχω ιδέα .
Κοιτάζω τα ρούχα μου και συνειδητοποιώ πως φοράω τις φόρμες μου.
Δε θυμάμαι να ντυθηκα πόσο μάλλον να ξεντύθηκα.
Και τότε όλα μου έσκασαν
"Αν θες ένα γλυκάκι φάε ένα ζελεδακι.Ορφέακι"
Ω ,Θεέ μου .Ω Θέε μου.
Το ρεζιλικι.
Ελπίζω να μην έκανα τίποτα άλλο.
Γύρισα απότομα προς το κρεβάτι ήταν άδειο.Αρα δεν κοιμηθήκαμε μαζί.
Προφυλακτικά δεν βλέπω.
Ντυμένη είμαι.
Είμαι ντυμένη;
Πασπατεψα με τα χέρια μου το σώμα μου.
Με έντυσε και με ξεντυσε.Γιατι αποκλείεται να το έκανε η Όλιβ.
Άσε που θυμάμαι πως με κουβαλούσε.
"Είμαι τρομακτική.Δε θα μου λες τι θα κάνω."
Ω,Θεε μου.
Ένας κόμπος στο στομάχι μου σχηματίστηκε .
Δε ξέρω γιατί αυτό με ανακούφιζε μεν αλλά παράλληλα με ένανε να νιώθω απογοήτευση.
Σίγουρα θα γύρισε στην Ιβόνη.
Τι μαλακίες λέω.Την πιάσαμε με τον Άρη.Αποκλειεται να γύρισε σε εκείνη.
Η βραδιά ήταν παλαβή από μόνη της.
Σηκώθηκα να πάω στα μπάνιο.
Άνοιξα το νερό και μπήκα μέσα.
Το στομάχι μου γουργουριζε.
Ευελπιστούσα να ειχε σηκωθεί η Όλιβ και να είχε ετοιμάσει τίποτα γιατί δεν είχα κουράγιο ούτε να ανασαίνω.
Όλες οι σκηνές άρχισαν να έρχονται στο μυαλό μου από τη χθεσινή βραδιά
Ακόμα και τα λόγια του Ορφέα στον ύπνο μου.Θα επέστρεφε μου είπε λίγο πιο μετά .
Σίγουρα θα είχε πάει στο σπίτι για να ταχτοποιήσει το θέμα με τον Άγη.
Θα του έκανα μια επίσκεψη και εγώ.
Πρέπει να μάθω ποιος είναι ο σκοπός του.
Αν ξέρει στα αλήθεια που βρίσκεται το μικρό μου.
Και μετά θα τον σκωτώσω .
Μου σπάει τα νεύρα.
Και είναι ένα ακόμα πρόβλημα .
Το ζεστό νερό χαλάρωσε το κορμί και λίγα λεπτά αργότερα αισθανόμουν πάλι ο ευατός μου.
Όσα έκανα δεν ήμουν εγώ.
Ο Ορφέας με έκανε να είμαι έξω από τα νερά μου.
"...δωστου μια ευκαιρία"
Δεν με αναγνωρίζω.
Χάνω τον έλεγχο.
Με τραβάει στον στρόβιλο του και δεν μπορώ να βγώ
Δεν ξέρω αν θελω κιόλας.
Αλλά θα φύγω δεν γίνεται.
Πρέπει να το κάνω χωρίς να θέσω κάποιων άλλο σε κίνδυνο.
Όλα είναι μπερδεμένα στο μυαλό μου.
Είναι τόσα που δεν του λέω.
Δεν είναι εύκολο Όταν ξερω το τι του έχει συμβεί.Τι του έχει κάνει ο πατέρας μου.
Όταν το έμαθα.Ηθελα κάτι να χτυπήσω.
Την μούρη του Αρμένη.
Φοβήθηκα πως ο Ορφέας θα άλλαζε απέναντι μου
Αλλά η καρδιά του είναι τόσο μεγάλη.
Και είναι τόσο δυνατός
Που με διέψευσε ακόμα και σε αυτό.
Δεν έχω γονείς.Δεν θα του αποκαλέσω ποτέ έτσι
Αλλά απρέπεια να μάθω γιατί δεν ήμουν μαζί τους
Γιατί μάλλον συμβαίνει και κάτι άλλο.
Που κρύβουν το μικρό μου ;
Και να τους σκοτώσω όλους.
Και ας πεθάνω .
Θα είμαι με εκείνη.
Βγήκα από το μπάνιο.Στεγνωσα το σώμα μου και ντυθηκα βάζοντας ξανά τις φόρμες μου
Το μάτι μου έπεσε πάνω στο ξύλινο κουτί που εξείχε από το κάτω μέρος τους κρεβατιού.
Κοντοσταθηκα το κοίταξα για λίγο και
έπειτα αποφάσισα να πάω στη κουζίνα γιατί το κεφάλι μου συνέχιζε να σφυροκοπά.
<<Καλημέρα Βραζιλιάνα,>>μου φώναξε η Όλιβ κρατοντας τον καφέ της .
Ανοιγοκλεισα τα μάτια γιατί το έντονο φως με ενοχλεισε.
Περπάτησα στον πάγκο και κάθησα στο σκαμπό.Τα σκυλιά μου ήρθαν δίπλα μου και εγώ τα χάιδεψα.
<<Καλημέρα τερατακια,>>τα είπα και γύρισα προς την Ολιβ.<<Τι μαλακίες λες πρωί πρωί,>>της είπα και εκείνη εσμπρωξε τον καφέ μου μπροστά μου.
<<Θα γίνω Βραζιλιάνα με το σομπρέρος μου ...>>άρχησε να τραγουδα ,να χαμογελάει και να κουνιεται στον ρυθμό.
<<Ω,Θεε μου,>>έκρυψα το πρόσωπο μου στα χέρια μου από ντροπή ,αφού το ρεσιτάλ μου έπαιζε στο μυαλό μου.
Τραγούδησα.Ειχα να τραγουδήσω από την Βραζιλία.
Τι σκατά έχω πάθει.
Τόσους μήνες κρατιόμοην μια χαρά μαζί του και τώρα όλα εκτοχιαζονται.
<<Ήσουν διασκεδαστική μπορώ να πω>>.
<<Άντε και γαμήσου,>>της είπα και σήκωσα την κούπα μου.
Ο καφέ ςήταν ζεστός και έτσι όπως τον ήθελα
Η Όλιβ σηκώθηκε.Πηγε στο νεροχύτη .Άνοιξε τη βρύση βάζοντας ένα ποτήρι νερό από κάτω
Έπειτα αφού το γέμισε άνοιξε το ντουλάπι και έβγαλε ένα αναβραζον παυσίπονο και το έριξε μέσα.
<<Πιες και αυτό,>>μου το πρόσφερε και εγώ το αντάλλαξα με το καφέ.
<<Σε ευχαριστώ>>.
<<Εύα,>>πήγε να πει και την σταμάτησα με την παλάμη μου ενώ έπινα το νερό.
Εβηξα για να καθαρίσω τον λαιμό μου
<<Μη ,ξέρω πως τα έκανα σκατά,>>της είπα.<<Θα τα διορθώσω>>.
<<Εύα,δεν είναι κακό αν θες να ζήσεις φυσ....>>
<<Όχι,>>την διέκοψα.<<Ξέρεις οτι έχουμε μια αποστολή και τι πρέπει να κάνουμε δεν πρέπει να με αποσυντονιζει κάτι.Θα το διορθώσω>>.
<<Και μετά τι;>>
Την κοίταξα σαστισμένη.
<<Μετα τι;Τι;>>.
<<Όταν τελειώσουν όλα τι θα κάνεις;Και μη πεις πως θα πεθα....Δεν το δέχομαι,>>γούρλωσαν τα μάτια.
<<Ξέρω τι σκέφτεσαι χωρίς να το πεις.
Δεν είναι κακό να την θρηνεις.Αλλα μέχρι πότε.Δε θα το ήθελε αυτό για εσένα.Ποσο μάλλον να αφήσεις τον Ελάιζα μόνο του.Μπορει να έχει αδερφό τώρα και παππού .Αλλά χρειάζεται εσένα.>>.
"Ζήσε Belle.Δεν ζεις"
<<Η Εμιλι θα ήθελε να είσαι ευτυχισμένη.Με τον Ελάιζα.Και δεν είναι μόνο αυτό.Εχεις ανθρώπους γύρω σου που σε αγαπάνε Δεν γίνεται να τους διώχνεις όλους γύρω σου.Και θα του ραγίσει την καρδιά.Γαμω Εύα.Δεν του αξιζει>>.
"Εγω έχω φύγει εδώ και καιρό."
<<Εύα.Γαμώτο.Δε ξέρεις τι δε θα έδινα να έβλεπα την οικογένεια μου ξανά. Είσαι τυχερή που έχεις ένα κομμάτι της ζωντανό...Και εσύ είσαι οικογ...Γαμώ δε θέλω να σε χάσω γαμώτο..Είσαι τόσο ξεροκεφαλη>>.
Η Όλιβ. Όλιβ Χάρπερ,ζούσε στην Αμερική με τους γονείς της.
Ζούσαν φτωχικά σε ένα οικισμό με τρέιλερ.
Αυτή η αδερφή της η μάνα της και ο Αλκοολικός της πατέρας.
Εκείνο αμερικάνος η μάνα τη Ελληνίδα.
Τους είχε φέρει και καλά για καλύτερη ζωή αλλά ...
Μια μέρα εξαιτίας του επειδη χρωστούσε πολλά λεφτά σε κάτι τοκογλύφους εκείνος την πούλησε.
Και κατέληξε στην κοινότητα.
Απέδρασε μετά από καιρό και γύρισε σπίτι της.Φοβοταν πως το ίδιο θα έκανε και στην αδερφή της
Καλύτερα θα ήταν να μην είχε γυρίσει.
Οι γείτονες την ενημέρωσαν πω ένα χρόνο πριν απόδρασει από την κόλαση ,ο πατέρας της σκότωσε την μάνα της με δίκανο και την αδερφή της μια νύχτα και αυτοκτόνησε.
Έπρεπε κάπου να διοχετεύσει την οργή της και τις τύψεις της.
Και την βρήκε η Έρη.
<<Όλιβ...>>της έπιασα το χέρι αλλά δεν με κοίταξε
Ήξερα πως είχε δίκαιο.
Αλλά οσο και να με καταλάβαινε.
Δεν ήταν εύκολο να της εξηγήσω το πώς είναι να είσαι εγκλωβισμένος στο μυαλό σου.Με τον ευατό σου.
Και ο δικός μου δεν είναι καλός μαζί μου.
Δεν ήταν ποτέ.
Σκέφτεται πολύ.
Μια οι σκέψεις των τρώνε καμιά φορά
Απλά θέλει να της σταματήσει.
Να σκάσουν .Να μην ακούγονται .
Το κλειδί στην πόρτα μας έβγαλε από την στιγμή και γυρίσαμε και οι δύο.
<<Καλημέρα στα κορίτσια μου τα όμορφα,>>φώναξε ο Ορφέας,κρατοντας δύο σακούλες με τάπερ.
Έβγαλε το κλειδί από την πόρτα και την έκλεισε με το πόδι.
Τα σκυλιά έτρεξαν κοντά του.
Εκείνος σήκωσε της σακούλες για να μην της αρπάξουν.
<<Επ.Ηρεμα .Δεν σας τάισαν;Τώρα υπομονή θα σας βάλω εγώ>>.
Τα έλεγε καθώς ισορροπούσε ανάμεσα τους.
<<Πως σκατά έχεις κλειδιά από το σπίτι και γιατί;Εσύ του τα έδωσες,:>>
Φώναξε η Όλιβ και κοίταξε εμένα.
<<Όχι,>>είπα Γιατί σίγουρα δεν τα είχα δώσει εγώ.Ια το θυμόμουν λέμε τώρα.
Αλλά μάλλον τα πήρε όταν έφυγε
<<Ναι σίγουρα>>
<<Έλα κατσουφα, χαμόγελα λίγο.Δεν ήθελα να χτυπάω κουδούνια και να σας ξυπνήσω και εβγαλα κλειδια>>της είπε και της έδωσε τα κλειδιά στο χέρι που είχε απλώσει.
<<Καλημέρα Όμορφη,>>ήρθε δίπλα μου και με φίλησε στο μάγουλο.
Έπειτα με προσπέρασε και άφησε στον πάγκο τις σακούλες.
Άρχησε να βγάζει τα τάπερ και ένα σκαουλάκι ζελεδακια καρπούζι
Τα άνοιξε και πέταξε ένα στο στόμα του
<<Θα ορκιζομουν αν δεν σε έβλεπα να τρως κανονικό φαι πως με αυτά επιβιωνεις,>>του είπε η Όλιβ και εκείνος της έκλεισε το μάτι.
Τα μάγουλα μου έκαιγαν.
Τι πάει στραβά μαζί μου.
Δεν έλεγχο το σώμα μου
Ποιος εγώ.
Που είχα πάντα τον έλεγχο.
Ακόμα αξία όταν πλαγιαζα με το κάθε μαλακά για ένα σκοπό.
Είχα τον έλεγχο πάντα
Και όχι εκείνοι.
Γιατί έτσι ήμουν ασφαλείς.
Τώρα με κάνει να νιώθω ευάλωτη.
Μικρή.
Αλλά παράλληλα και τόσο ασφαλή.
Σαν να παίρνει ένα βάρος από πάνω μου.
Σαν να το μοιραζόμαστε.
Το βλέμμα μου έπεσε στην Όλιβ που με κοιτούσε και το έδιωξα αμέσως.
<<Πως είστε σήμερα;>>
Ρώτησε ο Ορφέας βάζοντας παιατα μπροστά μας.
Έβγαλε αυγοφετες .
Κρύα σάντουιτς και μαφινς.
<<Έχω λίγο πονοκέφαλο σήμερα αλλά καλά,>>του είπα.
Φορούσε ένα τζιν σκισμένο παντελόνι και μια μαύρη μπλούζα.
Με ένα μαύρο μπουφάν.
<<Δώσε μου ένα λεπτό και έρχομαι,>>είπε καθώς η Σκύλλα και η Χάριβδη τον περίμεναν στην πόρτα από το μπαλκόνι για να πάει να τα βάλει φαγητό .
Προχώρησε προς εκείνα, κάνοντας τα νόημα να ηρεμήσουν και βγήκε έξω μαζί τους.
Η Όλιβ με κοίταξε περίεργα.
<<Τι;>>
Την ρώτησα εκνευρισμένα.
Γιατί ήξερα τι σκεφτόταν.
<<Κοκκινισες,>>μου είπε.
<<Γαμήσου και πάλι,>>της είπα μέσα από τα δόντια.
<<Απλά λέω,>>δυσανασχετήσε εκείνη.
<<Δε χρειάζεται να με σκοτώσεις τρομακτική Εύα>>.Μειδιασε.
Ωχ,τα είχε ακούσει όλα και θα μου τα χτυπούσε για μέρες .
Ο Ορφέας μπηκε μέσα
Έβγαλε το μπουφάν του και το πέταξε στον καναπέ.
<<Πήρες τίποτα για τον πονοκέφαλο Όμορφη;>>
<<Φυσικά ναι.Νιωθω λίγο καλύτερα>>.
<<Πως είναι τα πράγματα με τον..>>
Είπε η Όλιβ.
<<Παράνοια,>>αναστέναξε ο Ορφέας.
<<Μιλήσαμε και με την Έρη ,ο Αχιλλέας δηλαδή Αλλά δεν έχει ιδέα τι γίνεται με αυτόν>>.
<<Θα πάω μετά από την οργάνωση να δω τι γίνεται μήπως βρω τιποτα.Θα βάλω και τα παιδιά να ψάξουν.Αν είναι στα καλά τους και όχι μεθυσμένοι ακόμη,>>είπε η Όλιβ.
<<Θα έρθω και εγώ,>>είπε η Εύα.
<<Δε χρειάζεται εσύ χρειάζεσαι ξεκούραση,>>είπε σχεδόν μασώντας της λέξεις της .<<Είχες καιρό να πιεις θέλεις ανάρρωση>>.
Την κοίταξα άγρια
<<Ναι Όμορφη,φάε κιόλας το στομάχι σου είναι χάλια.Πρεπει να σε ενοχλεί .Γιατί τα έβγαλες όλα χτες>>.
Πνηγικα στον καφέ που μόλις είχα βάλει στο στόμα μου
Οχι,με είχε δει και να περνάω.
Τελεία .
Το ύφος του όμως δεν έδειχνε αποστροφή αλλά ανησυχία
<<Έλα εδώ Δάγκωσε το ,>>μου είπε και έφερα μια αυγοφετα μπροστά από το στόμα μου.
<<Αλήθεια τώρα;>>
Τον κοίταξα.<<Θα με ταϊζεις τώρα.Μπορω και μόνη μου ξέρεις>>.
<<Άνοιξε το στόμα σου Ευάκι,αν δεν σου δώσω να φας εσύ θα μείνεις νυστική .Σε ξέρω.Δεν πρόκειται να σε αφήσω>>.
Με πρόσταξε πάλι.
Το στο διάολο.
Το στόμα μου άνοιξε χωρίς να το καταλάβω και πήρα μια μπουκιά
Προδόσια μεγάλη αυτή
Το σώμα μου αντιδρούσες χωρίς να με ρωτάει.
<<Καλό κορίτσι,>>μου είπε καθώς μασησα την πρώτη μπουκιά.
Αυτό έκανε κάτι στο μέσα μου.
Και έβρισα ότι υπήρχε και δεν υπήρχε.
Βλαμμένε.
<<Ενταξει δε θα πάω στην οργάνωση σήμερα αλλά θέλω ενημέρωση για ότι βρεις,>>της είπα.
<<Yes boss,>>με χαιρέτησε με το χέρι στο μέτωπο σαν στρατιώτης.
Στριφογυρισα τα μάτια.
<<Οπότε αν είναι μπορούμε να πάμε από το σπίτι σου ,για να ανακρίνω τον καργιόλη,>>συνέχησα.
<<Μπα ούτε και αυτό θα συμβεί.Οχι σήμερα.Θα πάμε αύριο που φεύγει και η Ηρώ. >>μου είπε ο Ορφέας άρπαξε ένα σάντουιτς.
<<Τι σκατά Ορφέα;>>
Αναφώνησα
<<Τι;Έχω σχέδια σήμερα Θα ερθεις μαζί μου στο εστιατόριο.Γιατι αν δεν το ελενξω θα το κλείσουμε όπως πάει.Και τέλος του μήνα είναι και η βραυβευση .Πρέπει να πηγαίνουν όλα ρολόι.Και μετά θα σε πάω κάπου>>.
<<Τι λες,που θα πάμε;Τι κανονησες πάλι>>
<<Ωπα,ραντεβουδακι,>>είπε η Όλιβ.
Την κάρφωσα και ο Ορφέας έσκασε στα γέλια .
<<Έκπληξη ,Όμορφη δεν χρειάζεται να ξέρεις>>.
Αλίμονο.
Ήταν τόσο. Τόσο....
Γαμώ,δεν υπάρχουν λόγια να τον περιγράψουν.
Τον αυταρχικό Ορφέα.
Το αφεντικό Ορφέας.
Τον είχα ξαναδεί έτσι στη δουλειά του τόσο καιρό.
Αλλά δεν τον είχα παρατηρήσει.
Ο γλυκός ,τρελός,χαρούμενος Ορφέας.
Που αν τον κοιτούσες τίποτα δε θύμιζε το ποσό σπασμένος ήταν.
Ναι,ήταν δολοφόνος.
Ναι έκανε μαλακίες.
Αλλά δεν ήταν σαν τους άλλους δύο.
Μουντρουχος.
Πάντοτε προσπαθούσε να σου φτιάξει την διάθεση.
Όσο χάλια να ήταν αυτός
Δεν το έδειχνε ποτέ
Με ένα χαμόγελο
Με ένα αστείο.
Αλλά τώρα εδώ από το τραπέζι που τον κοιτώ να δίνεις εντολές στο προσωπικό.
Είναι άντρας ,όχι αγόρι.
Ένας πολύ όμορφος και καυλωτικ...
Οι γαμημενες του ξανθές τούφες.
Και αυτά τα μπλε μάτια.
Μηλούσε με τον πρώτο σερβιτόρο έντονα.
Έπειτα πέρασε τα χέρια του μέσα από τις μαλλιά του.
Το σκουλαρίκι στη γλώσσα του φάνηκε και το έπαιξε στα χείλη του .
Αμέσως σκέφτηκα και όλα τα υπολοιπα που είχε .
Ιδρώνω
Ηλίθιο σκουλαρίκι και αυτά που μου κάνεις.
Και το σώμα του γεμάτο τατουαζ.
Και τα λακάκια του
Και εκείνο το αχνό σημάδι σαν έλοα στην κοιλιά του.
Ώπα,πως σκατά το θυμάμαι αυτό .
Σύνελθε.
Χανω τον έλεγχο.
Και τι είμαστε τώρα;
Ήταν ένα απλό φιλί.
Και δεν με ξαναφηλισε.
Θέλω να με ξανά φηλισει.
Δεν είμαι δεκαέξι ρε πουστη που.
Είμαι είκοσι έξι.
Μια γυναίκα.
Μια τρομακτική γυναίκα.
Ενήλικη
Και θα φερθώ ακριβώς έτσι .
Θα πάρω τον έλεγχο.
<<Εύα, Χελλοου,>>άκουσα την φωνή του.
Βγήκα από την υπνωση της σκέψης μου.
<<Ε;>>
Δυο χέρια κουνιοντουσαν μπροστά μου.
<<Λέω είναι ώρα να φύγουμε.Ειναι εφτά και πρέπει να προλάβουμε να πάμε γιατί μας περιμένουν>>
<<Που;>>
<<Σήκω και άσε της ερωτήσεις>>.
<<Δεν μπορείς να με διατάζεις.Συνεχεια.Και από πότε το κάνεις δηλαδή έλεος,>>πήγα να τον χτυπήσω πίσω από το κεφάλι και μου άρπαξε το χέρι απότομα .
Με τράβηξε κοντά του και χωρίς να καταλάβω πως έγινε με φίλησε.
Η γεύση καρπούζι έσκαγε στα χείλη μου.
Και ήθελα και άλλο.
Ελεγχο Εύα.
Τον έλεγχο.
Γάμα τον έλεγχο.
Το φιλί γλυκό και παθιασμενο παράλληλα.
Έπνιξε, σφίγγοντας με στην αγκαλιά του,μι μικρή κραυγή ηδονής μου και έσπασε το φιλί.
Έφερε το δάχτυλο του στα χείλη του και τα χάϊδεψε.
<<Αυτό για να σου φύγει το παράπονο από χτες,>>μου είπε και έσκασε η σκηνή που του έλεγα πως δεν με φίλησε με παράπονο λικνιζοντας το κορμί μου.
Να πάρει.
<<Είμαστε απλά φίλοι έτσι;>>
Του είπα χαμηλόφωνα.
Μα η απάντηση δεν ξερω αν ήθελα να είναι θετική ή αρνητικής
Και τα δύο μου ξυπνούσαν συναισθήματα.
Λύπης και χαράς.
<<Πάντοτε θα είμαστε περισσότερο από αυτό .Αλλά και αυτό>>.
Μου χαμογέλασε.
Είχα μείνει να τον κοιτώ.
Γιατί δεν ήταν αυτό που περίμενα.
Ήταν περισσότερο.
<<Έλα πάμε γιατί σε λίγο θα μου κάνουν καζουρα μέσα από την κουζίνα,>>γέλασε και με άρπαξε από χέρι για να φύγουμε.
Όλοι μας στη ζωή μας αναζητάμε κάποιων ή κάποια που να μας δεί
Όχι απλά να μα κοιτάξει.
Να δει όλες τις κρυφές μας πτυχές .
Όλα αυτά που δεν χρειάζεται εμείς να του πούμε.
Κάποιων που να παρατηρεί τα πάντα.
"<<Ω έλα Ange,χόρεψε μαζί μου,>>τις έλεγα και την τραβούσα να σηκωθεί για να χορέψει.
Το λατιν μπαράκι ήταν γεμάτο.
Είχανμε βρει μπειμοισιτερ για τον μικρό
Δηλαδή την γειτόνισσα από κάτω και είπαμε να βγούμε ένα βράδυ ραντεβού οι δυό μας
<<Είμαι λες και φοράει τα δύο πόδια σε ένα παππούτσι.Δεν ξέρω να χορεύω,>>παραπονέθηκε.
Αλλά.αυτο δεν με κράτησε πίσω.
Την έφερε κοντά μου και άρχησα να λικινιζομαι με τον Ρυθμό.
Bachata ήταν ο χορός.
Αισθησιακός ρυθμικός.
Και χορεύαμε όλη νύχτα.
Και γελούσε από ευτυχία.
Με τις μπούκλες τις να ανεμίζουν στις στροφές
Το δέρμα της να λάμπει στο φως.
Το κορίτσι μου
Η γυναίκα μου.
Το δαχτυλίδι στο χέρι της ελαμπε.
Παντρευτήκαμε στην Ισπανία σε ένα ταξίδι που κάναμε πριν γεννήσει.
Την αγαπώ τόσο πολύ.
Ο χορός ήταν ένα από τα αγαπημένα μου
Όπου και να βρισκόμουν έβαζα μουσική και χόρευα.
Και όταν δεν μπορούσα να το κάνω χόρευα στο μυαλό μου.
Και όλα σταμάτησαν όταν έφυγε εκείνη
Δεν χόρεψα ξανά.
Ούτε μαθήματα συνέχισα όπως έκανα στην Γαλλία.
Έτυχε μια δυο φορές όταν ήμουν μεθυσμένη.
Όπως χτες.
Και τώρα....
<<Έκλεισες για να μάθουμε χορό;>>
Τον κοίταξα ξαφνιασμένη.
Πως κατάλαβε ότι μου αρέσει;
<<Οι κινήσεις σου χρειάζονται λίγο λάδωμα Έχεις σκουριάσει,>>είπε και τον σκουντηξα στα πλευρά.
<<Άουτς,αμάν βρε κορίτσι μου.Δε θα μείνει τίποτα στο τέλος αν με βαράς>>.
<<Συγγνώμη ,>>του είπα.
<<Αν και σε άλλη περίσταση δε θα είχα θέμα,>>μου έκλεισε το μάτι.
<<Ορφέα,>>τον μάλωσα καθώς ερχόταν η δασκάλα χορού.
Η σχολή ήταν αρκετά μεγάλη .
Η αίθουσα γεμάτο καθρέφτες.
<<Στέλλα,>>της φώναξε.
Την ξέρει με το μικρό της τι στο καλό.
Η κόκκινομαλλα με το κοντό μαλλί ήρθε,προς το μέρος μας.
Αν έχει κάνει κατι μαζί της θα τρελαθώ.
Έλεγχο ,Ευα .
Την αγκάλιασε και εκείνη το ίδιο.
Με πολλή χαρούμενη διάθεση.
Και ένθερμα.
Νεύρα.
Πολλά νεύρα
Μην ορμηξεις.
Τα πατώματα φένονται καινούργια .
Κρίμα να τα χαλάσουμε
Και το αίμα δεν βγαίνει εύκολα.
<<Έλα να σου γνωρίσω την Εύα ,>>της είπε και πλησίασαν και η δύο
<<Εύα από εδώ .Η Στέλλα.Η κοπέλα του Ιάσονα από την λέσχη.Τον θυμασαι τον Ιάσονα έτσι δεν είναι;>>
Ηλίθια Εύα.
<<Ναι ,ναι φυσικά τον θυμάμαι,>>κοντός με ξυρισμένο κεφάλιΣκουλαρικι στη μύτη.Απολυτα εκνευριστικός γιατί δε σταματάει πολύ
Έχει κοπέλα;Σοκαριζομαι.
Της έδωσα το χέρι.
<<Χάρηκα ,>>είπαμε και οι δύο μαζί.
<<Η Στέλλα θα μας κάνει μάθημα σήμερα.
Η σχολή είναι δική της>>.
<<Ωραία είστε έτοιμοι;Αν και αυτό θα έπρεπε να το ρωτήσω μόνο σε εσένα,>>είπε στον Ορφέα
Την κοίταξα με απορία
<<Με λε αρτσούμπαλο;>>
Παραπονέθηκε εκείνος.
<<Σε λέω άσχετο,>>του είπε εκείνη γελώντας .
<<Ω,έλα τώρα.Την προηγούμενη φορά δε τα πήγα τόσο άσχημα,>>παραπονέθηκε.
<<Κόντεψες. να μου βγάλεις το νύχι>>.
<<Υπερβάλλεις>>.
<<Τέλος πάντων.Ευα ο Ορφέας μου είπε ότι σου αρέσουν τα λάτιν οπότε θα ξεκινήσουμε με Bachata,λίγο ρούμπα ,μάμπο και πάει λέγοντας.
Αλλά ΣτΕ το έχεις κλείσει δίωρο Ορφέα έχουμε χρόνο>>.
Εκείνη απομακρύνθηκε για να πάει βάλει μουσική .
Και εγώ απλά την κοιτούσα σαν ηλίθια.
Λες και με είχαν καρφώσει στο πάτωμα.
Λες και όλα ήταν ψεύτικα γύρω μου
Όνειρο,από το οποίο δεν ήθελα να ξυπνήσω.
Δεν είχα βγει ραντεβού ποτέ μετά την Έλενα
Κάνει δεν με είχε πάει ραντεβού.
Τουλάχιστον όχι εκεί που ήθελα.
Και όχι για κάτι όμορφο
Όλα κατέληγαν σε δουλειά
Σε φόνο .
Σε πράγματα που έπρεπε να κάνω για να επιτύχω το στόχο μου.
Φυσιολογικα πράγματα δεν είχα ποτέ
Δεν είχα εκτός από εκείνη κάποιον να παρατηρεί.
Να βλέπει εμένα.
<<Σταμάτα να αναρωτιέται πώς το βρήκα ότι σου αρέσει,>>με είπε και τιναχτικα.
<<Άστο να είναι αυτό που είναι.Ομοεφη.
Μη το σκέφτεσαι πολύ>>.
Μου άπλωσε το χέρι και με τράβηξε στη μέση του δωματίου.
Ω, και χορέψαμε.
Τα πάντα εγώ και αυτός.
Μέχρι όμως να βρει τον ρυθμό του με είχε ξεπτατωσει τα πόδια.
<<Συγγνώμη .Όμορφη,>>έλεγε ξανά και ξανά και δαγκβε τα χείλη του
Και γελούσα δεν τον μάλωνα.
Πως μπορούσα.
Κανείς δεν είχε κάνει κάτι τέτοιο για εμένα.
Και καθώς εναλλάσονταν οι μελωδίες από έντονες σε αργές
Τα κορμιά μας γινόντουσαν ένα.
Και εγώ λάτρευα το πρόσωπο του.
Τόσο φωτεινό.
Το άγγιγμα του στα χέρια μου.
Στους γοφούς μου.
Οι αισθησιακός αυτή χοροί όλο πάθος και φωτιά θα μας έκαιγαν στην πίστα.
Η δασκάλα έλεγε οδηγίες μας διόρθωνε .
Αλλά μετά μας άφησε εντελώς μόνους μας.
<<Στέλλα,το χω είδες,>>της φώναξε και εκείνη αναστέναξε πάνω από το κινητό της χωρίς να σηκώσει το βλέμμα της.
<<Μπράβο Ορφέα,μας εξέπληξες,>>του είπε αδιάφορα.
<<Ξινή,>>είπε χαμηλόφωνα και εγώ γέλασα.
<<Μην την ακούς.Το έχεις βρει,>>του είπα.
<Αλήθεια,Όμορφη;>>
Με τράβηξε απότομα πάνω του.
Έβγαλα μια πνιχτη κραυγή και του χτύπησα το χέρι καθώς μου ζουληξε τον κώλο.
Βλαμμένε.
Και κοίταξα την Στέλλα μήπως μας έβλεπε αλλά ήταν απορροφημένη στο κινητό της.
Έφερε το άλλο στο πρόσωπο μου και με τράβηξε κοντά στο δικό του.
<<Νομίζω πως έχω βρει κάτι πολύ καλύτερο,>>τα χείλη του άγγιξαν τα δικα μου.
Όλος ο κόσμος πήρε φωτιά.
Και εγώ χόρευα τριγύρω της.
Έχει τόσο ωραία γεύση.
Που δεν θέλω να την χάσω ποτέ.
Απομακρύνθηκα ξεπνοη.
Έφερε το μέτωπο του στο δικό μου,καθώς συνεχίζαμε να λικνιζομαστε στην τώρα πιο ήρεμη μουσική.
<<Belle,το τι μου κάνεις δεν έχεις ιδέα.
Είμαι εθισμένος.Σε εσένα.Κανένα ναρκωτικό ,καμία άλλη .Τίποτα άλλο δεν με κάνει να νιώθω έτσι.Όπως εσύ>>.
<<Ορφέα,>>πήγα να πω.
<<Μη,μη λες τίποτα.Ξερω ότι εισαι φοβισμένη.Απλα δώσε μου μια ευκαιρία>>.
"..δώστου μια ευκαιρία"
Και εγώ προσπαθώ να κρατηθώ.
Λέω ξανά και ξανά μέσα πως όλο αυτό δεν πρέπει.
Γιατί θέλω να είναι ασφαλής.
Δε θέλω να πάθει κάτι.
Πως αν φύγω θα με ξεχάσει.
Θα είναι καλά.
Θα τον ξεχάσω όμως εγώ;
Είμασταν φίλοι.
Είμαστε φίλοι.
Αλλά πολλά περισσότερα.
<<Γαμώτο.Εσύ είσαι το ναρκωτικό μου.Και δε θέλω να απεξαρτηθώ ποτέ από εσένα>>.
<<Τότε μη το κάνεις>>.
Τα μάτια του άνοιξαν απότομα.
Προσπαθούσε να κατανοήσει τα λόγια μου.
Που ούτε εγώ η ίδια δεν μπορούσα.
Του χαμόγελασα.
Εκείνος ακόμα με κοιτούσε.
Τον πλησίασα και τον φίλησα.
Έπειτα έσκυψα στο αυτί του.
<<Πάμε να φύγουμε ,>>του ψιθύρισα.
Δε ξέρω με τη ταχύτητα βγάζαμε τα ρουχα μας μπαίνοντας στο διαμέρισμα.
Η Όλιβ ευτυχώς ήταν στην οργάνωση ακόμα και θα αργούσε.
Της είχα στείλει πριν ανέβουμε στις μηχανές.
Με τη ταχύτητα πήγαμε σπίτι δε θυμάμαι.
Τα σκυλιά γάβγισαν.
<<Μείνε,>>τους έκανα νόημα σπάζοντας το φιλί μας.
Εκείνα οπισθοχώρησαν και πήγαν στα κρεβάτια τους .
Μου έβγαζε τα ρούχα και εγώ τα δικά του χωρίς να σπάμε το φιλί.
<<Γαμώτο,είσαι καύλα.Δεν σε χορταινω,>>μου έλεγε ανάμεσα από τα φιλιά.
Τα χέρια τους στα μαλλιά μου ενώ του ξεκουνπωνα το παντελόνι.
Με το που έμεινα με τα εσώρουχα και εκείνος με το δικό του,με ένα ελαφρύ πήδημα ,τύλιξα τα πόδια μου στους γοφούς του και τα χέρια μου στο λαιμό του.
Εκεινος έβαλε τα χέρια του στους γλωτούς μου.
Τους χτύπησε ελαφρά.
Το τσούξιμο ίσα που το ένιωσα αλλά με έκανε να εκραγώ.
<<Μη με χτυπάς Ορφεάκο,θα σε δαγκώσω,>>του είπα.>>
<<Γαμώτο,>>με κρατούσε γερά και μας πήγαινε στο δωμάτιο μου .<<Άμα συνεχίσεις να μιλάς έτσι δεν θα αντέξω για πολύ.Θα σε πηδήξω εδώ και τώρα>>.
<<Με απειλείς;>>
Του είπα και του δάγκωσα τα χείλη.
Εσμπρωξε την πόρτα με το πόδι
Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό μόνο με το φως του μπάνιου που ξεχνούσα συνέχεια ανοιχτό να φωτιζει
Εκείνος μουγκρισε και μας πήγε στο κρεβάτι.
Τα μάτια του πετούσαν σπίθες σαν άγριο θηρίο.
Μας έριξε στο κρεβάτι με εμένα από κάτω και εγώ αναφώνησα από πτώση
Ω ,όχι δε σου τα πάνε καλά.
Με μια απότομη κίνηση τον γύρισα ανάποδα και ήμουν εγώ από πάνω του .
Εγώ έχω τον έλεγχο.
<<Γαμώ δεν ξέρεις πόσες φορές το φανταστικα αυτό>>.
Κάθησα πάνω του και έσκυψα κοντά του
Ο πουτσος του ήταν ήδη σκληρός.
Και εγώ υγρή μέχρι που εκεί που δεν πήγαινε άλλο .
Πλησίασα στο πρόσωπο και έπειτα στο λαιμό του .
Αλλά εκείνος με άρπαξε και έφερε το πρόσωπο μου μπροστά του .
Σταμάτησα απότομα .
Τι στο καλό;Αν το κόψει τώρα
Θα τον χτυπήσω
Εδώ χάνω τον έλεγχο.
Μια φορά συμβαίνει αυτό Ορφέα. Σύνελθε.
<<Είσαι τόσο γαμημένα όμορφη.
Που καμιά φορά σκέφτομαι τι έχω κάνει και σε αξίζω>>.
Ο κόμπος στο λαιμό μου ανέβηκε.
Χάιδεψε το πρόσωπο μου απαλά.
Τα δάχτυλα του πέρασαν από το μάγουλο μου και έφτασαν στα χείλη μου.
<<Βγάλε το σουτιέν σου,>>μου είπε με βαθιά φωνή .
<<Μη με προ..>>έφερε το δάχτυλο του.
<<Ευάκι,σκάσε πια και μη χαλάς την ατμόσφαιρα,>>είπε με την κανονική του φωνή.
<<Καλά μωρέ μη δαγκώνεις.Βλαμμενος εντελώς είσαι,>>άρχισα να βγάζω το σουτιέν μου .
Πρώτα το ένα χέρι και μετά το άλλο.
Κοιταχτηκαμε για λίγο και σκάσαμε στα γέλια.
Έπεσα πάνω του και τον φίλησα.
<<Μου σπας τα νεύρα,>>του είπα μέσα από το φιλί και εκείνος με αγκάλιασε.
Τα σώματά μας κόλλησαν αναμεταξύ τους
Είναι τόσο ζεστός.
Το μέταλλο από το σκουλαρίκι στο στήθος του αναρύγισε το κορμί μου .
Κρύο και ζεστό μαζί.
Η γλώσσα μου αναζήτησε την δικιά του.
Άρπαξε τα μαλλιά μου και με πίεσε περισσότερο κοντά του.
Άρχισε να εξερευνά με τη δική του γλώσσα ,την δική μου.
Ασταμάτητα, παθιασμένα.
Καρπούζι.
Ορφέας.
Το γαμημένο σκουλαρίκι.
Το κορμί μου άρχησε να τρίβεται πάνω στο εσώρουχο του.
Οι σπασμοί από τον πούτσο του ακούμπησαν την κλειτορίδα μου και κοντευα να ουρλιάξω από την ηδονή.
<<Με σκοτώνεις,>>είπε με δυσκολία.
Έσπασα το φιλί μας.
<<Τι κάνεις;>>Είπε ξαφνιασμένη καθώς του είχα σηκώσει και τα δύο χέρια πάνω από το κεφάλι του .
<<Όχι αγγίγματα ακόμα,>>του είπα δίνοντας ένα φιλί στο στέρνο του.
<<Μου κάνεις πλάκα,>>είπε αυτάεσκα και εγυρε το κορμί του προς τα πίσω.
Με τη γλώσσα μου άρχησα να εξερευνω το το σωμα του .
Τα τατουάζ του.
Έτρεμε κάτω από το άγγιγμα μου.
Την περνούσα πάνω από έναν σταυρό.
Ένα τριαντάφυλλο.
Έναν Σκορπιό.
Ήταν τόσα πολλά και μικρά.
έπειτα πήραν το μέταλλο στο στόμα μου και δάγκωσα την θηλή του ελαφριά.
Η μέση του τεντώθηκε και τα χέρια του πήγαν να κατέβουν αλλά τα έπιασε και τα επανέφερα στη θέση του.
<<Είπα ,όχι αγγίγματα,>>του γρύλισα και έσκυψα να ξαναδαγκωσω τη θηλη του λίγο πιο δυνατά.
<<Εντάξει.Ενταξει.Θα είμαι καλός.Θα είμαι πολύ καλός.Οχι αγγίγματα. Εντάξει,>>έβγαλε τις λέξεις ανάμεσα από κραυγές πόνου.
Παρακαλούσε.
<<Καλό αγόρι,>>πέρασα τη. γλώσσα μου απαλά από το κόκκινο και σκληρό σημειο του πλέον.
<<Γαμώ, εκπληρώνεις φαντασίωση μου τώρα,>>είπε ξεπνοα.
Του αρέσει να παίρνουν τον έλεγχο;
Καινούργιο αυτό .
Τέλεια,γιατί εμένα μου αρέσει να τον έχω.
Άρχησα να κατηφορίζω αργά προ την κοιλιά του.Σκορπόντας φιλιά.
Τα δάχτυλα μου ήρθαν στο εσώρουχο του
Ανασήκωσε τους γοφούς του και το μετάβαση απαλά.
Να πάρει ευχή να πάρει.
Ο πουτσος του βγήκε και τα pircing λαμπυρισαν στο ημίφως του δωματιού.
Τρεις μπάρες ασμενιες με μπιλιεςς σε κάθε άκρη, ήταν στην ευθεία λίγο κάτω από την κορυφή.
Τύλιξα απαλά το χέρι μου και τις χάιδεψα.
<<Πόνεσε;>>
Των ρώτησα.
Ανασήκωσε ελαφρά το κεφάλι του
Τα μαλλιά του ανάκατα.
<<Παρά πολύ.Αλλα άξιζε.Ω γαμώτο,>>ξεφυσηξε και έριξε το κεφάλι πίσω.
Η γλώσσα μου πλέον περνούσε πάνω από τις μπάρες .
Μία μία της εξερευνούσε, μέχρι την κορυφή.
Από κάτω προς τα πάνω.
Τα χείλη μου την ακούμπησαν και με αργές κινήσεις τον έβαλα στο στόμα μου.
<<Το κάνεις τόσο καλά.Γαμω είσαι τόσο όμορφη όταν το κάνεις,>>πήγε να κατεβάσει τα χέρια ξανά ,αλλά τα τράβηξε πίσω
Με αργές κινήσεις τον ευφα από την κορυφή μέχρι την βάση.
Ήταν μεγάλος.
Και η αίσθηση από τα piercing πρωτόγνωρη.
Η ζέστη μαζεύτηκε στη. κοιλιά μου.
Και λαχταρούσαν τη στιγμή να τον νιώσω μέσα μου.
Αναρωτιόμουν πως θα ήταν.
Και τρελαινομουν.
<<Άγγιξε τον ευατό σου>>.
Με πρόσταξε και σήκωσα τα μάτια μου χωρίς να τον βγάλω από το στόμα.
<<Σε παρακαλώ>>.
Δεν υπάκουσα όμως και ήταν μεγα λάθος.
Το βλέμμα του άλλαξε.
Και εκεί που είχα τον έλεγχο ξαφνικάβ βρέθηκα από κάτω του.
<<Όσο μου αρέσει να με ελέγχουν .Άλλο τόσο μου αρέσει το αντίθετο.Οποτε όταν λέω κάτι θα ήθελα να γίνεται,>>σήκωσα το φρύδι μου.
<<Γαμω.Η Ηρώ στο έμαθε αυτό;Ποιο τρομακτικο είναι το δικό σου,>>αναφώνησε.
<<Ορφέα,χαλάς την ατμόσφαιρα,>>των μάλωσα .
<<Καλαααα,ωχου.Κατσε να σου δείξω πως δεν χαλάω την ατμόσφαιρα,>>το βλέμμα του έγινε πονηρό.
Απότομα το στήθος μου βρέθηκε στο στόμα του .
Άρχισε να δαγκώνει και να πιπιλαει τις ρώγες μου.
<<Ω Θεέ μου,>>φώναξα.
Και εκείνος μισο γελασε συνεχίζοντας τα φιλαει το υπόλοιπο μου σώμα.
<<Τι είναι τόσο αστείο;>>
Του είπα και το βλαμμένο με δάγκωσε στην κοιλιά.
<<Τίποτα.Απλά μου αρέσει όταν με αποκαλείς Θεό σου>>.
Τα χέρια του έσκισαν απότομα το εσώρουχο μου.
<<Ε,ήταν ακριβό,>>διαμαρτυρήθηκα.
<<Θα σου πάρω όλη την εταιρία.Και σκάσε τώρα, μη χαλάς την διάθεση πια,>>
Φώναξε αγανακτισμένα ,
στριφογρυρνόνας τα μάτια του.
Γέλασα.
<<Καλαααα,θα είμαι καλή το υπόσχομαι,>>του είπα γλυκά.
<<Μπράβο, η Όμορφη μου>>.
Η γλώσσα του χωρίς προειδοποίηση ακούμπησε την κλειτορίδα μου.
Δεν ήξερα τη φωνάξω
Που να προσευχηθώ.
Όλα τόσο καινούργια.
Τόσο αλλιώς.
Το γαμημένο σκουλαρίκι.
Η αίσθηση του κρύου, έκανε τα νεύρα εκεί κάτω να πάλλεται.
Η μπίλια έσκαγε στην κλειτορίδα μου ξανά και ξανά.
Ήθελα να ουρλιάξω.
Πανάθεμα σε αλεπού.
Εσύ και πονηρή σου γλώσσα.
Δεν τα είχα συνηθίσει έτσι όλα αυτα.
Είχα πάψει καιρό να απολαμβάνω το σεξ.
Δεν υπήρχε μετά από εκείνη .
Ήταν μια συναλλαγή όλες τις άλλες φορές.
Αλλά τώρα αυτό ήταν παράδεισος.
Ένας κόσμος άλλος.
Κοσμογονία.
Άρπαξε με τα χέρια του τα πόδια μου και έχωσε το πρόσωπο του περισσότερο ανάμεσα από τα πόδια μου.
<<Είσαι τόσο υγρή για εμένα,>>είπε πάνω στην κλειτορίδα μου και η δόνηση της ανάσας σε συνδιασμο με την μπίλια μου τίναξε το κορμί.Επειτα τίναξε το δικό μου σκουλαρίκι στα χείλη κοντά στη κλειτοριδα.
Τιναχτικα ξανά.
Εκείνος με κράτησε στη θέση μου.
Η επίθεση του ανελέητη.
Λες και ήταν πεινασμένος εδώ καιρό.
Η γλώσσα πήγε στο άνοιγμα και πίεσε ελαφριά.
Ω,όχι.
Βασανισμός.
Γλυκός.
Βασανισμός.
Δεν άντεχα τόση ηδονή.
Όλα γίνονταν ευαίσθητα.
Έχανα τον έλεγχο.
Η ζέστη έσκασε .
Ο οργανισμός ήρθε απρόοπτα.
Προσπαθησα να πάρω ανάσα.
Να σβήσω τα αστέρια από τα μάτια μου.
Δεν έβλεπα δεν άκουγα.
Μόνο εκείνον.
Νιώθω μόνο εκείνον.
<<Γαμώτο λατρεύω την γεύση σου Λατρεύω τα πάντα σε εσένα,>>είπε .
Ένα δάχτυλο εισχώρησε μέσα μου και έπειτα δευτερκ.
Δεν αντέχω είναι πολύ.
Πάρα πολύ.
Οι κινήσεις του επιτάχυναν.
Βίαια ,ατσαλα.
<<Έναν ακόμα σε παρακαλώ,>>είπε την εντολή .
Το σώμα μου υπάκουσε χωρίς να με ρωτήσει .
Δεν καταλάβαινα τι γινόταν.
Είναι ευφορία αυτό;
Ευτυχία;
Τι είναι αυτό.
Ελεύθερη πτώση.
Ο δεύτερος οργασμος έσκασε και αυτός απρόοπτα.
Χωρίς να προλάβω να πάρω ανάσα το κορμί μου ακόμα προσπαθούσε να διώξει του σπασμούς.
Ήρθε από πάνω μου και με φίλησε άγρια.
<<Έχεις;>>
Με ρώτησε αφού με άφησε.
<<Συρτάρι,>>του έκανα νόημα.
Τεντώθηκε απότομα προς το κομοδίνο.
Άνοιξε το πρωτο και με κοίταξε.
<<Δεύτερο,>>του είπα και γέλασα γιατί με κοίταξε θυμωμένος .
Άνοιξε απότομα τη συσκευασία του..
Πήρε το προφυλακτικό από το κουτί γρήγορα ,το ανοιξε το φόρεσε.
<<Πιο σαφές οδηγίες την επόμενη φορά Ευάκι.Ενταξει;>>
<<Μάλιστα Ορφεάκο>>
Γέλασα .
Τα χέρια του άρπαξαν τους γοφούς μου.
Ευθυγραμμιστηκε με το σώμα μου.
Και χωρίς προειδιποίηση μπήκε μέσα μου με μια κίνηση .
Η μέση μου τεντώθηκε από την πίεση.
Η κραυγή μου σιώπησε στα χείλη του.
Τον ένιωθα παντού.
Το μέταλλο μέσα μου με ερέθιζε περισσότερο.
<<Κρατήσου από εμένα και μη με αφήσεις ποτέ,>>χάϊδεψαν οι λέξεις τα χείλη μου.
Με παρακαλούσε για τώρα;
Με παρακολούσε για το μετά;
Δεν με νοιάζει .
Μόνο για μια φορά.
Θα χάσω τον έλεγχο.
Μόνο για μια φορά .
Οι κινήσεις του επιτάχυναν καθώς έμπαινε και έβγαινε μέσα μου .
Το μόνο που ακούγονταν στο δωμάτιο ήταν τα σώματά μας.
Τα κορμιά μας ένα.
Τα νύχια μου εγδερναν την πλατη του.
Εκείνος έβγαζε μικρές κραυγές που με έστελνα ακόμα πιο κάτω σε αυτή τη θάλασσα που είχε ρίξει.
Αλλά δεν πνίγομαι..
Αναπνεω .
Έφερε τα χέρια του κάτω από το κεφάλι του και με αγκάλιασε περισσότερο.
Με πηδούσε και ένιωθα πως θα με καταβρόχθιζε.
Η μικρή αλεπού ήταν λύκος.
Και εγώ στο έλεος του .
<Ορφέα,θα τελειώσω,>>του είπα ξεπνοα. καθώς ο τρίτος ερχόταν ξαφνικά πάλι.
Τι μαγικό κόλπο είναι αυτό πάλι
Δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ αυτο.
<<Με φίλησε,>>ξανά .
Όλος ο αέρας έφυγε από το σώμα μου.
Και επανήλθε με την έκρηξη.
Οι δυο μας μαζί ταυτόχρονα.
Κυνηγουσαμε την ηδονή.
Την αδρεναλίνη του οργασμού μας.
Δε θέλαμε να τελειώσει.
Με μια δύο αργές κινήσεις έριξε το κεφάλι του το λαιμό μου και βγήκε από μέσα μου.
Προσπαθούσα να πάρω ανάσα
Να καταλάβω τι έγινε .
Τι έγινε μόλις τώρα;
<<Μη το σκέφτεσαι πολύ Όμορφη,>>είπε λαχανιασμένος.<<Εγώ και εσύ.Αυτο έγινε>>.
Εγώ και εσύ.
Ενα δάκρυ κύλησε από τα μάτια μου χωρίς να το καταλάβω.
Ζεστά χείλη το έπιασαν.
Ένα χαμόγελο ήρθε στο οπτικό πεδίο
Ξανθά μαλλιά ανακατεμένα.
Και μπλε μάτια σαν την θάλασσα.
<<Λίγο ακόμα μαζί και θα σηκωθούμε καλά;>>
Χάιδεψε το πρόσωπο μου και ξανά έπεσε στο ώμο μου,ξαπλωμένος πάνω μου.
<<Με πέθανες Όμορφη,>>μουρμουρισε.
<<Τι στο καλό ήταν αυτό;Θέλω να το κάνουμε ξανά>>.
<<Αχόρταγος λίγο;>>Τον μάλωσα ξανά.
<<Γαμώ.Δεν μπορώ να κάνω κάτι γι'αυτο.Και μη χαλάς την διάθεση είπαμε. Ευάκι,>>ξεφυσηξε στην γωνία του λαιμού μου.
Του χάιδεψα τα μαλλιά.
<<Καλαααα,Ορφεάκι>>.
Βλαμμένο.
Που ήρθες σαν άνεμος και τα έκανες όλα σκόνη.
Βλαμμένο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top