Κεφάλαιο 10o

Τώρα
Εύα,26 ετών.

Είναι τρελός.Και εγώ άλλο τόσο.
Δε πίστευα στα μάτια μου, βλέποντας το σκηνικό που είχε κάνει στο εστιατόριο.
Φυσικά δε θα τον άφηνα τον τύπο έτσι.
Σκόπευα να πάω από το γραφείο του
Να κάνω πως θέλω να τον αποπλανήσω.
Να τον γδυσω μέχρι και το τελευταίο του ρούχο.
Να τον δέσω στη καρέκλα και να τον αφήσω εκεί δεμένο μέχρι το πρωί που θα ερχόταν το προσωπικό.

Θα είχε πλάκα και θα μου έδινε ευχαρίστηση ο εξευτελισμός του.
Θα μπορούσα να του ρίξω και μια σφαίρα στο κεφάλι.
Αλλά δεν ήμουν και πολύ σε διάθεση "σκότωσε για πλάκα".

Με πρόλαβε ο Ορφέας.
Θεέ μου, θέλω να τον πλακωσω στο ξύλο και παράλληλα να τον...

Παίζει με το μυαλό μου.
Το βλέμμα του μαλακά την ώρα που καταπίνει τον κατάλογο με την απειλή του Ορφέα ξύπνησε μέσα μου αυτό το αρχέγονο συναισθημα της εκδίκησης που προσπαθούσα να κετευνασω με δυσκολία.
Με έκανε να χάνω τα λογικά μου.
Το κέντρο βάρους μου.
Όταν άνοιγα το κουμπί της εκδίκησης δεν έβλεπα καθαρά.

Πολλά συναισθήματα ξυπνούσαν μέσα μου.
Ο μικρός έπαιζε με τις χορδές μου.
Εκεί στο βουνό την χθεσινή νύχτα ,βλέποντας όλοι την θέα της πόλης με εκείνον δίπλα μου.
Αισθάνθηκα για μια φορά άνθρωπος.

Τα φυσιολογικά δεν υπήρχαν για εμένα.
Έπαψαν να υπάρχουν εδώ και κιρό.
Το απαιτούσε η δουλειά.
Το απαιτούσε ο στόχος μου
Αλλά εκείνος είχε την μαγική ιδιότητα να τα επανεφέρει.

Όσο και να μη μου αρέσει.
Έχω μπλεχτεί στο κάλεσμα του και το μόνο σίγουρο είναι πως θα καώ.

Γαμώ.

Δε ξέρω τι σκέφτηκα όταν του είπα να με συναντησει μόλις θα τελείωνε από το εστιατόριο.

Ήμουν αγχωμενη και ανυπόμονη.
Ξυπνούσα κάθε μέρα λουσμενη στον ιδρώτα μου.
Γιατί η πρώην γυναίκα μου δεν έλεγε να με αφήσει να κοιμηθώ.
Στα όνειρα μου συνέχεια.
Αλήθεια εκεί στον άλλο κόσμο δεν έχουν να κάνουν κάτι καλύτερο από το να βασανίζουν εμάς τους ζωντανούς
Δε λέω ,πάντοτε μου λείπει και θέλω να το δει .
Θεέ μου ακόμα και να πάω να τη βρω σκέφτομαι.

Αλλά για μια μέρα μόνο θα ήθελα να έχω καθαρό μυαλό και να μη τη βλέπω συνέχεια μπροστά μου νεκρή.

Τώρα βέβαια δε σκεφτόμουν τα όνειρα αλλά τον ξανθό δαίμονα Που χρειάζοταν ενα γερό ξύλο με τα καμώματα του.
Τα σημερινά και τα προηγούμενα.
Είχε σκοτώσει ξανά και πίστευε πως δε θα το μάθω.

Ακόμα να καταλάβει ότι έχουμε μάτια παντού.

Κάθομαι στο κινητό και περιμένω να μου στείλει μήνυμα πως έρχεται ή να ακούσω τον ήχο της μηχανής του.
Ακόμα και από παράθυρο κοιτάω το δρόμο.
Είναι ένα μάτσο χάλι.

Αλλά δε λέει να φανεί.
Το δάχτυλο μου αιωρείται πάνω από το όνομα του αλλά δεν το πάτω.

Θα μου στείλει όταν έρθει.
Παίρνω μια ανάσα και ξεφησώ.

Η Σκύλλα και η Χάριβδη με κοίταξαν με απορία.

Ήταν ήδη δύο παρα το βράδυ .
Μονές στο σπίτι
Η Όλιβ μου ειχε στείλει μήνυμα πως θα περνούσε το βράδυ στον Ρεν και στην Άλις παιζοντας ένα βιντεοπαιχνίδι.
Ώρες περνουσαν όταν δεν είχα
με δουλειά.
Έπαιζαν εναντίον άλλων ομάδων,που τις κυνηγούσαν με όπλα σε μια τεράστια αρένα.
Όποιος εμένα τελευταίος ζωντανό κέρδιζε.
Απορούσα τι έβρισκαν σε όλο αυτό ,γιατί κάθε φορά ήταν το ίδιο αποτέλεσμα.
Κέρδιζαν.
Αναμενόμενο έκαναν ακριβώς το ίδιο και στη πραγματική ζωή.

Δεν ήταν καλή ιδέα να του πω να έρθει.
Τι σκέφτηκα αλήθεια;
Να του δείξω το αγαπημένο μου μέρος.
Ενώ έπρεπε ξεκάθαρα να του πω αυτό που θα έκανα.
Αλλά δεν έβρισκα το θάρρος
Μάλλον έβρισκα δικαιολογίες για να μη του το πώ.
Όταν είμασταν μόνοι ήταν η ευκαιρία.
Αλλά η στιγμη ήταν τόσο γαλήνια και ήρεμη δεν ήθελα να την ταράξω.
Βέβαια αντί αυτού τον ρώτησα αν ήθελα οικογένεια και παιδιά.
Δεν ήταν η κατάλληλη ερωτηση.
Δε ξέρω καν γιατί ήθελα να μάθω.
Ήξερα πως θα με πείραζε η απάντηση ασχέτως αν το είχα δουλέψει μέσα μου.

Πρέπει να του πω για τη Πράγα.
Γιατί θα αρχίσει να ρωτάει και άλλους .

Καθε φορά όμως που πήγαινα να το πω σαν να με κρατούσε κάτι πίσω
Αυτός ο κόμπος στο λαιμό.
Ευχόμουν κάποιες φορές να με πνίξει.

Δε σκεφτόμουν συχνά το τι είχε συμβεί τότε.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που είχα βρεθεί σε επικίνδυνη θέση.
Πολλά μπορούσαν να πάνε στραβά σε  αποστολή.
Όπως και πριν λίγους μήνες που έφυγα στα ξαφνικά.
Η Όλιβ είχε βρει ένα στίγμα του Ελάιζα.
Έφυγα σαν την τρελή χωρίς να πω τίποτα
Ούτε πότε θα επιστρέψω ,ούτε αντίο.
Μισώ το αντίο.

Γύρισα με μια μαχαίρια στη κοιλιά.
Από ότι είχε αποδειχθεί τα καθίκια που ήταν σε εκείνο το σπίτι δεν ήξεραν τίποτα.
Ήταν απλή νταβαντσίδες.
Αν και τίποτα απλό δεν υπάρχει σε αυτούς
Είναι απλά αποβρασματα που έπρεπε ο κάποιος να ξεπλένει τον τόπο από αυτούς.
Το έκανα ,αλλά ένας από αυτούς ήθελε εν κομμάτι μου.

Ο Ορφέας δε το άφηνε για μέρες.
Μου φώναζε και θύμωνε που δεν είχε πει τίποτα
Αλλά έτσι ευάλωτο που ήταν δεν μπορούσα να του πω που στην αρχή κάτι
Θα ήθελε να έρθει μαζί ,αλλά με το στερητικό σύνδρομο ακόμα να δρα ηταν αδύναμος.
Το βλέμμα του ήταν ανησυχο συνέχεια.
Φρόντιζε τη πληγή μου συνέχεια .
Όπως φρόντιζα εγώ εκείνον.
Δε ξέρω γιατί το έκανα .
Όταν τον είδα εκείνη τη μέρα.
Γύρισε απλά ο διακόπτης.
Δεν ήθελα από να χάσω έναν ακόμα δικό μου,ενώ θα μπορούσα να είχα να κάνει κάτι.

Περίμενα να πει κάτι τότε ,όταν μου καθάριζε της πληγές,για τις υπόλοιπες ουλές μου,γύρω από τη κοιλιά.
Αλλά δεν είπε λέξη.
Μια δυο φορές τον είδα που τις κοιτούσε απλά έβγαλε έναν αναστεναγμο μια συνέχισε να μου βάζει τον επίδεσμο.

Είχα πολλά σημάδια.
Ουλές,σπασίματα που είχαν γιατρευτεί με το καιρό.
Δε με ενοχλούσαν .
Αλλά εκείνα στη κοιλιά μου ,μου θύμιζαν πάντα πω ήμουν αδύναμη.

Και με μισούσα.
Οι τελευταίες μέρες δε βοηθούσαν πολύ τη κατάσταση μου.
Το ξέσπασαν της Σοφίας στον Αχιλλέα ξύπνησε μνήμες.
Δεν ήταν ότι δεν ήξερα την ιστορία της.
Ήταν παρόμοια.
Μου την είπε .
Αλλά παρόλα αυτά δεν μπορούσα να τη χωνέψω.

Ήθελα να τον πλακωσω στο ξύλο που την ανάγκασε να το ξεστομίσει έτσι.
Μια μέρα θα το κάνω.
Πρέπει να συνέλθει γιατί από εδώ και πέρα τα πράγματα θα είναι δύσκολα.

Μετά την αποστολή στο αναμορφωτήριο η Σοφία πέρασε λίγες μέρες στις εγκαταστάσεις της Έρης.
Ψυχολόγοι ,γιατροί όλοι από πάνω της .
Όπως και στους υπόλοιπους επιζώντες.

<<Το κραγιόν της Έρης είναι αυτό;>>
Με ρωτησε η Ολιβ ,καθώς την κοιτούσαμε από τη γυάλινη τζαμαρία του δωματίου που την είχαν.

Εκείνη δε μπορούσε να μας δει από τη μέσα μεριά ήταν καθρέφτης.
Το δωμάτιο είχε ένα κρεβάτι και ένα τραπέζι με μια καρέκλα.

Η Σοφία στεκόταν μπροστά στο καθρέφτη και έβαζε κραγιόν,μη έχοντας ιδέα ότι την κοιτούσαμε.
Το περνούσε από τα χείλη της χωρίς να κοιτάει το περίγραμμα
Φενόταν σαν κλόουν ,σαν κανονικός κλοουν.

<<Γιουπιιιιι,>>φώναξε μόλις τελειωσε.

<<Ναι της Έρης είναι.Πρεπει να το έκλεψε από τη τσάντα της,>>της απάντησα.

<<Το mac κραγιόν της είναι,θα τρελαθεί,>>απάντησε η Άλις.

<<Δε θα έπρεπε να είμαστε εδώ όταν τη δει,>>είπε ο Ρεν.<<Θα την σκοτώσει>>.

Μετατραυματικό στρες,διάσχιση προσωπικότητας,παραισθήσεις.
Σύνδρομο Πίτερ Παν ή αλλιώς του αιώνιου παιδιού .
Ήταν μερικές από της διάγνωσης της Σοφίας.

Ο Αχιλλέας με το άκουσμα τους ήθελε να την απομακρύνει από εμάς .
Θεωρούσα πως ήταν επικίνδυνη.
Πόσο μάλλον που είχε σχέση και με τους τρεις που βασάνιζαν την Ηρώ στην αναμόρφωση.
Τους ηξερε αλά.
Είχε συνεργαστεί και πλάι τους.
Η Ηρώ πάτησε πόδι βέβαια.
Ήθελε να την βοηθήσει όπως και εγώ.

Η Σοφία και οι ιδιαιτερότητες της κοντευαν να τρελάνουν βέβαια και τους υπόλοιπους γύρω της
Τους μύριζε όλους βγάζοντας διάφορα συμεπρασματα για τον καθένα.
Η Όλιβ ήταν μέντα.
Η Άλις φρεσκοψημενα μπισκότα.
Ο Ρεν βροχή.
Και η Έρη μαύρο τσάι.

Εμένα μου έλεγε πως μυρίζω τριαντάφυλλο.

Είχε δεθεί μαζί μου από τη πρώτη στιγμή και ας φοβήθηκε πως ειχα σκοτώσει τα αγόρια της στην αρχή.
Ήταν υπάκουη και με ακολουθούσε παντού.
Με ήθελε και κάθε φορά μαζί της όταν την επισκέπτονταν κάποιος ειδικός.
Αλλά πάντοτε δισταζε να πει όσα τις συνέβαινησαν.

Η Έρη είχε φτάσει στα όρια της .
Γιατί είχε προσκολληθεί και σε εκείνη
Που την έχανε που την έβρισκες στο γραφείο της.
Να ψαχουλεύει τα πράγματα της .

Ήταν έναν αιώνιο παιδί που ανακλυοτε το κόσμο
Ένα αγρίμι που το είχες βγάλει από τη φυλακή του.
Δεν γνώριζε τα φυσιολογικά πράγματα.
Δηλαδή αυτά που είναι για εμάς φυσιολογικά.
Για όνομα δεν ήξερε καν τι είναι αεροπλάνο.
Όταν το είδε για πρώτη φορά κρύφτηκε από πίσω μου
Μια φώναξε τέρας στον ουρανό.

Μας είχε δώσει όσες πληροφορίες μπορούσε.
Δε θυμόταν πως κατέληξε εκεί.
Τις είχαν πει πως την άφησαν
Ήταν η αλήθεια.
Όλοι της ζωή είχε ζήσει στην αναμόρφωση.
Χωρίς να ξέρει από που ειχε προέλθει.

Αλλά δεν ήταν υπακοή έτσι όπως την ήθελαν.
Πήγαινε κοντρα σε όλα.
Μια η ανυπακοή εκεί έχει συνεπείες.

Δε μιλούσε πολύ για του τρεις.
Τους προστάτευε.
Μέχρι που παρακαλεσε και την Έρη να μη τους βλάψει.

Το σώμα τις είχε σημάδια από της μάχες και την κακοποίηση.
Ουλές,γδαρσίματα.
Ήταν φανερά υποσιτισμένη,άχρωμη επειδή δεν την έβλεπε το φως του ήλιου
Μας είχε πει ότι τύχαινε να περάσουν πάνω από είκοσι μέρες που δεν της έδιναν φαγητό ούτε καν νερό
Και αν δεν της έφερναν τα αγόρια της κρυφά έβρισκε άλλους τρόπους να θρέψει των ευατό της.

Είχε αναγκαστεί μια φορά να φάει και ένα ποντίκι που είχε τρυπώσει στο κελί της.

Δεν την είχαν πάντοτε εκεί .
Αλλά τα τελευταία χρόνια ήταν το σπίτι της.
Δεν την άφηναν να βγει πάρα μονο για τους αγώνες.
Εκεί πάλευε για τη ζωή της για ακόμα μια μέρα.

Έλεγε πως δεν την ένοιαζε .
Ο μόνος της φόβος ήταν μήπως δεν τους ξαναέβλεπε.

Ή αν την έβλεπαν νεκρή τι θα έκαναν.

Τους αγαπούσε
Όσο περίεργο και να ήταν.
Και εκείνοι το ίδιο.
Μπορεί να ήταν σύνδρομο Στοκχόλμης ή μια τρελή σύμπτωση της ζωής
Αλλά ήταν ξεκάθαρο πως οι τέσσερις είχαν κάτι που τους ένωνε.

Όπως εμένα με εκείνη.

<<Θες να μιλήσεις για το τι του συνεβει στα αλήθεια σε εκείνο το μέρος,>>την ρώτησα μια μέρα που καθόμουν στο δωμάτιο του γιατρού μαζί της.
Μου ήταν ξεκάθαρο πως δεν μπορούσε να ανοιχτει εύκολα.

Κούνησε το κεφάλι αρνητικά.

<<Θα σε κάνει να νιώσεις καλύτερα>>.

Η Σοφία τις περισσότερες φορές μηλούσε με λεπτή φωνή .Σαν ένα μικρό κορίτσι
Ακόμα και οι κινήσεις της ήταν ανά αυτές ενός μικρού παιδιού.
Αλλά κάποιες φορές η μάσκα έπεφτε και ήταν ο ευατός της.
Μηλούσε ήρεμα σταθερά .
Ήταν μία κοπέλα της ηλικίας της.

<<Δε θέλω να θυμάμαι.Φοβαμαι πως αν το πω θα είναι αλήθεια,που είναι .Αλλά δε θέλω... κατάλαβες τι θέλω να πω...πέρασα πολλά εκεί μέσα αλλά αυτό ...>>μου είπε και κοίταξε το ταβάνι.
Τα μα για της υγραθηκαν.

Της έπιασα το χέρι και το έσφηξα.
Ένιωθα ότι πάλευε μέσα της.
Όπως και εγώ..
Όταν ζεις κάτι τόσο φρικτό εύχεσαι να μην είναι αληθινό.
Φοβάσαι πως αν φύγουν οι λέξεις θα πάρει υπόσταση και θα σε καταβροχθίσει.

<<Υποσχεσου μου κάτι,>>ετριψε τα δάκρυα της και με κοιτάξει.

<<Ο,τι θες>>.

<<Αν σου πω ,υποσχεσου μου πως δε θα πάψεις να είσαι φίλη μου;>>Με κοίταξε με εκείνο το παιδικό βλέμμα ξανά.
Λες και η μοναξιά της φώναζε να την απελευθερώσω .

<<Στο υπόσχομαι ,>>της είπα και της χαμογέλασα.

<<Σε εκείνο το μέρος ....Σε εκείνο το μέρος,>>άρχισε να τρέμει.
<<Ένα μέρος του εαυτού μου πέθανε..>>

Και καθώς συνέχιζε να μου εξιστορεί όλα όσα της είχαν συμβεί.
Πως από ένα απλό κοριτσι είχε γίνει αυτό το αγρίμι.
Ήθελα να ουρλιάξω.
Μπορεί εγώ να είχα χάσει κάτι σημαντικό αλλά εκείνη είχε χάσει τον εαυτό της.

Αλυσοδεμένη επί μέρες.
Να την κάνουν μαύρη στο ξύλο
Να την βιάζουν.
Και το μόνο που την κρατούσε ήταν η ελπίδα να ανοίξει η πόρτα και να δει τα πρόσωπα τους.

Και εκείνο της έδινε δύναμη.

Όπως εγώ που είδα το πρόσωπο της Έμιλι εκείνη νύχτα.
Σαν οφθαλμαπάτη.
Να μου ψιθυρίζει στο αυτί.

<<Belle,μην είσαι ηλίθια .Δεν μπορείς να πεθάνεις.Δεν έχεις τελειώσει Σήκω Ξυπνα.Αυτό δεν είναι τίποτα>>.

Πιστευα πως ήμουν ακίνητη.
Και δεν εκτίμησαν σωστα τον εχθρί.

Τρεις μέρες με είχε κλεισμένη στο υπόγειο.
Ανήμπορη ναρκομένη.
Είχα πάει για να τον σκοτώσω.
Του έκανα τα γλυκά μάτια μέρες.
Τον συνόδευα παντού
Αλλά τότε ήταν που είδα ένα από τα βίντεο με την Έμιλι
Και το τι της έκαναν
Ήμουν εξοργισμένη.
Και ητταν το λάθος μου.

Σκιαγραφουσα τους ανθρώπους.
Αλλά σε εκείνον μου ξέφυγε η ανωμαλία του.
Ευκολα με κυριεύσε.
Έκανε ότι ήθελε μαζί μου.

Και έπειτα με έριξε σε μια πλαγιά για να πεθάνω.

Αν δεν ήταν ο Μαύρος να βρει το σήμα από το κινητό μου και ο Ρεν να συνδιάσει τα στοιχεία που είχα αφήσει όλες της μέρες .

Θα ήμουν νεκρή.

<<Έπρεπε να κάνει ο γιατρός επείγουσα υστερεκτομή....>>έλεγε η Όλιβ με πεσμένο το βλέμμα.
Και εγώ την άκουγα λες και βρισκόταν μακριά.

<<Θα πέθαινες.Η αιμμοραγια ήταν μεγάλη...Δε θα μπορέσεις να ..>>

Δεν ήθελα να το ακούσω.
Θεέ μου δεν ήξερα αν ήθελα να κάνω ποτέ παιδιά.Αλλα ήθελα να έχω την επιλογή
Να είναι δική μου επιλογή και όχι να μου την κλέψουν.

<<...δεν το αποκλείω αλλά οι πιθανότητες είναι μικρές..>>συνέχισε.

Η Άλις έκλαιγε στο δωμάτιο και μου φώναζε ότι αν την επόμενη φορά έκανα το ίδιο  θα με σκότωνε.
Ο Ρεν το ίδιο.

Αλλά εγώ σκεφτόμουν το μέρος που με είχε πετάξει εκείνος.

Πόσο όμορφο ήταν τελικά ήσυχο και ήρεμο.
Αλλά και τρομακτικό.
Γιατί τα άγρια ζώα παραμόνευαν
Τα άκουγα πρι χάσω τις αισθήσεις μου.

Και εκείνος τα άκουγε στο τέλος.
Αλλά δεν ήταν άγρια ζώα τους δάσους.
Ήταν τα δικά μου άγρια ζώα.

<<Καλά σκυλάκια,>>τα επιβράβευσα καπνίζοντας το τσιγάρο μου.
την ώρα  του έκοβαν το πουλί και μετά του έτρωγαν το πρόσωπο.
Κανείς δεν άκουσε τις κραυγές τους τόσο μακριά που είμασταν..
Ήταν μουσική στα αυτιά μου.
Έχανα τον ευατο μου.
Αμφιβάλλω αν τον είχα βρει και πότε.

Δε θα χάσω ποτέ ξανά κάτι.

<<Σκύλλα ,αν κατουρήσεις στο χαλί θα γκρινιάζει πάλι η Όλιβ,>>την μάλωσα καθώς έκανα με σβούρες έτοιμη να κάνει τη μαλακια.

Σταματησε με κοίταξε και κλαψουρισε πηγαίνοντας δίπλα στη Χάριβδη.

Όλα ήταν στο μυαλό από εκείνη τη νύχτα θολά.
Δε θυμάμαι καν πόσος καιρος ειχε περάσει.

Αλλά πάντοτε ξεπρόβαλε στα ξαφνικά στο μυαλό μου.

Χάθηκα στη σκέψη μου τόση ώρα και όταν χτυπησε το κινητό μου τρόμαξα.

Το άρπαξα μια στην οθόνη ήταν το όνομα τογ Ορφέα.
Σηκώθηκα να βάλω το μπουφάν μου για να κατέβω γιατί ήμουν σίγουρη πως ήταν από κάτω αν και δεν είχα ακούσει την μηχανή του.

Αλλά κοντοσταθηκα με τα κλειδιά στο χέρι όταν διάβασα το μήνυμα.

Ορφέας.
Όμορφη μου .
Συγγνώμη δε θα μπορέσω να έρθω.
Η Ιβόνη μέθυσε και ξερνούσε παντού και την έφερα στο νοσοκομείο.
Αν θες μπορείς να με χτυπήσεις
Ξέρω πως το θες.(Φατσούλα με γελακι)
Θα επανορθώσω στο υπόσχομαι.
Δε θα το χάσω με τίποτα ,θέλω σαν τρελός να μάθω το αγαπημένο σου μέρος.
Υ .Γ Αύριο θα έρθεις στο πάρτι έτσι.Σου έχω στείλει και ένα πακέτο Δεν νομίζω να μη ντυθείς.Να περάσεις από το σπίτι για να πάμε όλοι μαζ.Ολη μέρα θα είμαι στο μαγαζί για να δώσω στα βλαμμενα οδηγίες...

Αναστεναξα και πέταξα το μπουφάν στον καναπέ και έκατσα με φορά.

Γανώ.
Η ηλίθια η Ιβόνη.
Φυσικα.

Το σύμπαν πάλι μου έλεγε πως μάλλον έκανα αυτό που δεν έπρεπε.

Αυτό το συναίσθημα τις απογοήτευσης δεν ήθελα να το νιώσω.

Μα τι κάνω.
Συνελθε.
Δεν είσαι συγκεντρωμένη.

Απάντησα στα γρήγορα και του τύπου περαστικά,πως θα έρθω αύριο στο πάρτι και καληνύχτα χωρίς να δείξω εκνευρισμό.

Σηκώθηκα και άρχησα να βγάζω τα ρούχα μου για να πάω να κάνω ένα μπάνιο και να πέσω ξέρω.

Δεν ήμουν ποτε άνθρωπος που ζήλευε.
Εκτός από εκείνην.
Δεν ήμουν άνθρωπος που πίστευα στον έρωτα.
Εκτός, με εκείνη.
Στην αγάπη.
Εκτός ,με εκείνη.
Εκείνη ήταν το αγαπημένο μου μέρος.

Μόνο που εκείνο τώρα άλλαζε.

Πρέπει να συνέλθω.
Όλα εξαρτώνται από εμένα
Και τίποτα δε θα μαι κάνει να χάσω τον στόχο μου.

Ένας μήνας.
Μπορώ να κρατηθώ ένα μήνα έτσι;Το σύμπαν το δείχνει πως δεν πρέπει να περιπλέξω τα πράγματα.
Και εγώ πρέπει να κοιτάξω όχι απλά να δω.
Έτσι δεν είναι;

Για λίγο όμως θα ήταν ωραίο να ζούσα στο τωρινό μου αγαπημένο μέρος.

Όσο εγωιστικό και να είναι θέλω να έχω κάτι να θυμάμαι.

Ο κούριερ μου άφησε ένα τεράστιο πακέτο μπροστά στη πόρτα μου σήμερα το πρωί.

Χτες δεν τον είχα ρωτήσει καν τι θα μου έστελνε.
Από ότι ψειλιαζομουνα ήταν η στολή μου.

Εγώ.
Αν έχει μέσα του κουτί τίποτα σέξι άγγελος ή σέξι διαβολάκι.Θα σου σπάσω την όμορφη σου μουρη (Φατσούλα με κλάματα και γέλια)

Δεν ήξερα καν τη ήθελα ντυθώ.
Αλλά σίγουρα όχι αυτά τα δύο
Μάλιστα τελευταία στιγμή είχα αποφασίσει πως δεν θα έβαζα τίποτα.
Να και όλοι θα ντυνόταν γιατί το πάρτι του Γαβριήλ ,τα γενέθλια του δηλαδή ήταν τη μέρα του Halloween.

Ορφέας.
Απλά άνοιξε το και μη γκρινιάζεις.
Οσο καυλωτικο και να ακούγεται το να γίνεις λίγο βίαιη μαζί μου,τη θέλω τη φάτσα μου Γιατί έχω όμορφη φάτσα.

Εγώ.
Ποιος σου το είπε;
Είσαι κακασχημος.

Γελασα καθώς πάτησα το την αποστολή .
Σήκωσα το κουτί και το πήγα στο τραπέζι του σαλονιού.

Η Όλιβ έπινε τον καφέ της.
Είχε γυρίσει εφτά το πρωί από τα παιδιά.

<<Ωραία σου φέρνει και δώρα τώρα,>>με κοίταξε πίνοντας μια γουλιά από τη κούπα της

Εγώ στριφογυρισα τα μα μάτια μου.

<<Είναι απλά η στολή μου για σήμερα,>>της είπα.

<<Πάω στοίχημα ότι σου έστειλε καμία αγγέλου η διαβόλου>>..

Ορφέας.
Οι γυναίκες και ο καθρέφτης μου κάθε πρωί .(Φάτσα με γλώσσα)

Εγώ
Ψώνιο

Ορφέας
Και το βλέμμα σου κάθε φορά που με κοιτάς.

Βλάκα .
Ηλιθιε.

Εγώ.
Θα σε δω στο σπίτι.

Εστειλα το μήνυμα αποφεύγοντας να απαντήσω σε αυτό που έγραψε.
Άφησα το κινητό κάτω.
Και άνοιξα το κουτί.

Η καρδιά μου σταμάτησε οταν έβγαλα το περιτύλιγμα από πάνω.

Η Όλιβ ήρθε δίπλα μου.

<<Ω,σκατά,>>αναφώνησε γιατί ήξερε.
Την ήξερε την ιστορία .
Της την είχα πει
Αλλά σε εκείνον δεν είχα πει τίποτα

Πως σκατά το γνώριζε ότι ήταν η αγαπημένη μου.

Δεν το είχα αναφέρει ποτέ.

Έπιασα με το χέρι μου το ρούχο και το σήκωσα.

<<Από το ύφος σου καταλαβαίνω ότι δεν ξέρει τίποτα και πως είναι σύμπτωση;>>
Ρώτησε η Όλιβ με ένα μικρό πανικό στη φωνή της .
Όπως ειχα και εγώ αυτή της στιγμή
Αλλά ο λαιμός μου είχε ξεραθεί εντελώς και η καρδιά μου κόντευε να σπάσει.

<<Έχω τη πιο καυτή και σέξι γυναίκα στο κόσμο,>>αναφώνησε η Έμιλι.
Καθώς βγήκα από το μπάνιο.

Ετοιμαζόμασταν για να πάμε σε ένα πάρτι με κοστούμια που οργάνωνε ένας συμφοιτητής μου και μας είχε καλέσει.

Εκείνη επέμενε πως έπρεπε να ανάβω παρέες και να μην είμαι αντικοινωνική.
Το έκανα και κατέληξα προσκεκλημένη σε αυτά που απεχθανόμουν στα πάρτι.
Κόσμος παντού ,φωνές μεθυσμένοι όλοι
Τέλεια.

Τον μικρό τον είχαμε αφήσει στην από κάτω.
Δηλαδή η Έμιλι ,έβαλε όλο το καλό της εαυτό μαι τη γλύκα της .
Αν πήγαινα εγώ θα μάλωνα πάλι με τη σπιτονοικοκυρά.
Αλλά η Έμιλι τελευταία την κατάφερνε.
Εκείνη άλλωστε έλεγε πως συμπαθεί πολύ τον μικρό τις θύμιζε λέει το γιο της
Που την είχε γραμμένη βέβαια χρόνια και ζούσε στο Ντουμπάι.
Χώρος να της στέλνει Φράγκο
Ούτε καν τηλέφωνο δεν την έπαιρνε.

Ηλίθιος.
Όσο και να μην την συμπαθούσα κατά κάποιο τρόπο την λυπομουν γιατί με τον Ελάιζα ήταν πολλή γλυκιά και καλή.
Με εμένα είχε το θέμα.

<<Δεν είναι υπερβολικό;>>
Την ρώτησα καθώς έκρυβα το σώμα μου.

<<Όχι, είσαι πανέμορφη,>>μου χαμογέλασε .
Φορούσε μια πορτοκαλό κόκκινη περούκα πράσινο παντελόνι και μαύρη ζιβάγκο μπλούζα .
Κιμ η απίθανη.

Ήρθε και με φίλησε στο στόμα.

Ήταν η αγαπημένη της.
Εγώ μπορεί να μην είχα πορωσει με το να βλέπω ταινίες σειρές και παιδικά.
Αλλά πάντοτε μου άρεσε να βλέπω άνιμε και κορεατικά
Όχι συστηματικά
Μου άρεζαν όμως οι αλλόκοτες ιστορίες τους.

Μότοκο Κουσαναγκι ,από το Ghost in the Shell ,ένα ανδροιειδες ,πράκτορας που χάκαρε παρανομα το μυαλό από αλλά ανδροειδη ώστε να βρει κάποιων που μπορούσε να αλλάξει την ταυτότητα αγνωστον. Παράλληλα να ψάχνει το πώς θα ήταν αν είχε περισσότερα ανθρώπινα χαρακτήρα και αν αισθανόταν.

Κάπως ταυτιζομουν μαζί της..
Μαύρο παντελόνι στενό, με ένα κορμάκι κοντομανικο να αγκαλιάζει το σώμα με ανοίγματα στο πλάι της λεκανης σε υφή δερμάτινη με λεπτομέρειες κόκκινες στον ώμο
Βαριές μπότες αρβυλες ,Γαντια με κομμένα τα ακροδαχτυλα ,ένα δερμάτινο βραχιόλι για το μπράτσο , και το η μωβ μπλε καρέ περούκα
Φυσικά και ένα όπλο ψεύτικο.

Το σύνολο ήταν στενό πολύ.
Η Έμιλι όταν το βρήκαμε επέμενε να το πάρουμε .
Με φαντασιονωταν πολλές φορές έλεγε μέσα σε μια τέτοια στολή.
Είχε καθίσει πολλές φορές μαζί μου και την είχαμε δει ακόμα και όταν είχε βγει η ταινία με την Γιοχανσον.
Με είχαν εκνευρίσει που δεν ήταν αυτούσια η ταινία και η Έμιλι γελούσα με το νευρικό μου ξέσπασμα.

Εκεί η το ήξερε.
Γιατί ήταν εκεί
Η Όλιβ το ήξερε γιατι της είχα πει την ιστορία και για το πάρτι.
Με την Έμιλι να ρίχνει μπουνιά σε έναν τύπο που πήγε να μου πιάσει το κώλο.
Λέγοντας του πως θα του έβαζε να φάει την ηλίθια περούκα του Θορ που φορούσε.

Γαμώ .
Πολλές ομοιότητες.
Τι συμβαίνει;

Ο Ορφέας όμως δεν είχε ιδέα για τίποτα από αυτά .
Εκτός να ήταν καμιά φαντασίωση του.

Θα το σκοτώσω το βλαμμένο.

Χάιδεψα το δέρμα από το περιβραχιόνιο.
Δεν έλειπε τίποτα από το κουστούμι.
Ήταν ίδιο ακριβώς .
Αν και υπήρχαν διάφορες επιλογές για τη συγκεκριμένο χαρακτήρα
Εκείνος είχε διαλέξει το ίδιο με τότε.

Το βλέμμα μου έπεσε πάνω στο όπλο και σε ένα σημείωμα κολλημένο .

"Μπορείς να πάρεις το δικό σου ,κανείς δε θα το πάρει χαμπάρι"
Χαμογέλασα.

Βλαμμένε.

Η μέρα κυλισε σχετικά ήσυχα .
Δε χρειάστηκε να πάμε από τις εγκαταστάσεις ούτε με χρειάστηκε ο Αχιλλς στην εταιρεία.
Άλλωστε είμασταν σε άδεια και καλά για μια βδομάδα.
Η Έρη δεν μας έστελνε βία καμιά αποστολή.
Αν και εμείς χωρίς να το ξέρει κάναμε τα δικά μας.
Αν το μάθαινε θα μας εκραζε αλλά δε μου καιγόταν καρφί.

Πήρα δύο γερές ανάσες και τράβηξα το παντελόνι προς τα πάνω
Ηταν θεο στενο.
Έβρισα τον Ορφέα από μέσα μου,που σίγουρα είχε πάρει λάθος νούμερο.
Αλλά εκπληκτη διαπίστωσα πως όλα ήταν σωστά

Ανάθεμα τον.

Κοιτάχτηκα στο καθρέφτη βάζοντας τη περούκα και ξεκίνησα να βάφομαι.

Έλεγα στον ευατό μου πως μια νύχτα τέτοια τη χρειαζόμουν.
Όλοι την χρειαζόμασταν.
Αν και μέσα μου κάτι μου έλεγε και αν εκείνα από τα προηγούμενα πάρτι και τις ιστορίες του Ορφέα ότι πάλι θα γινόταν χαμός.
Οοως και στο προηγούμενο.

Τουλάχιστον τώρα θα είμασταν σε μια αποθήκη εκτός σπιτιού και θα τα έκαναν όλα πουτάνα με την Αθηνα να είναι στα πρόθυρα εγκεφαλικού όπως έλεγε ο Ορφέας.

Χαμογέλασα ενθυμούμενη τη συζήτηση αυτή και τις ιστορίες του.
Ήταν ένα μήνα μετά το συμβάν στα γενέθλια του Φιλίππου.

Ο Μάρκος τον είχε κρατήσει εσώκλειστο στο διαμέρισμα του πάνω από δύο μέρες .
Η Ηρώ και η Ξένια ετοίμαζαν έκπληξη αν και της είχε απαγόρευε ρητά να κάνουν πάρτι γιατί έπρεπε ο Φίλιππος να ξεκουραστεί για τους αγώνες που.Αλλά εκείνος δε σήκωνε τα τηλέφωνα
οποτέ καλά να πάθει
Έτσι σκάσαμε μύτη στο διαμέρισμα με τον Ορφέα να έχει ανοίξει τη πόρτα με ταυτότητα .
Και τη Σοφία να κρατάει τούρτα.

Ο Αχιλλέας να μουρμουραει πως αν δει το πούτσο του Μάρκου θα τραυματιστεί και θα χρειαστεί συνέδρια στην Έλενα.
Και η Ηρώ τον αγριοκοίταξε.

Ο Γαβριήλ με τη Ξένια κουβαλούσαν τα μπαλόνια.

Μια άρχησαν να τα στήνουν και να μα μοιράζουν κονφερι καραμουζες και καπέλα.

Εγώ μισούσα τα γενέθλια.
Ειχα πάψει να γιορτάζω από τότε που έφυγα από τη Γαλλία .
Δεν είχα πει σε κανέναν πως τα γενέθλια μου ήταν τον Αύγουστο πριν του Φιλλιπου και μάλιστα τις μέρες που έγινε το συμβάν .

Η Όλιβ μου είχε βγάλει ένα μικρό κέικ με κερί κει εγώ αδιαφορία το φυσικά .Με την Άλις να μουτρωνει και να μου λέει πως είμαι ξινή και ο Ρεν που ήδη ειχε σκάσει το ραβδί με τα γκλιτερ να με κοιτάει με απογοήτευση που έφευγα .

Φτάσαμε στο υπνοδωμάτιο προσπερνόντας κάτι πεταμένα ρουχα.
Χειροπέδες
Λιπαντικά.
Και κάτι άλλα περίεργα .
Ο Μάρκος έλεγε πως ήθελε ξεκούραση ο Φίλλιπος αλλά μάλλον ήταν νεκρός από όλα όσα φανταζόμουν ότι του έκανε όλες τις μέρες

Ο Ορφέας γελούσε και έλεγε στον Γαβριήλ πως ο Μάρκος είχε μεγαλύτερη συλλογή από εκεινους.

<<Θα το ευχόταν ,>>> ειρωνεύτηκε Αχιλλέας. ε μια απότομη κινηση ανοίξαμε τη πόρτα

<<ΕΚΠΛΗΞΗ,>>φωναξαμε όλοι.
Εγώ άναψα το φως απότομα στο δωμάτιο

Ο Μάρκος τινάχτικε βρίζωντας με τον Φίλιππο από τα σκεπάσματα .
Ο Αχιλλέας έκλεισε τα μάτια και άρχισε να βρίζει επειδή ήταν γυμνοι.

Η Σοφία ανέβηκε στο κρεβάτι και πριν προλάβουν καν να συνηδειτοποιησυν μέσα στο ξύπνιο τους τι γινόταν.
Κονφετι έσκασαν .Ξεκινήσαμε να τραγουδάμε και η Σοφία έφερνε τη τούρτα μπροστά στη μούρη του Φιλίππου και του έλεγε να κάνει μια ευχή.

Ο Μάρκος πήγε να το διακόψει αλλά μετά ηρέμησε. Από το πρώτο σοκ.

Ήταν όμορφο βράδυ εκείνο.
Είμασταν όλοι μαζί .Χαρούμενοι και ήρεμοι .

Χαμόγελα περισσότερο στο καθρέφτη μπροστά γιατί η νύχτα δεν είχε τελειώσει εκεί.
Όταν γύρισα σπίτι ο Ορφέας ήρθε με τη μηχανή του μαζί μου .

Θα κοιμόταν πάλι μαζί μου
Είχε γίνει συνήθεια πλέον.
Αν και μου άρεσε η ηρεμία μου.
Η αλήθεια ήταν πως τον είχα συνηθίσει.

Ανεβήκαμε πάνω.
Το σπίτι ήταν άδειο γιατί η Όλιβ ήταν με την Έρη μαζί.
Την είχε ταράξει δύο μέρες.

Όταν άνοιξα το δωμάτιο έπαθα ένα σοκ
Ήταν όλο στολισμένο με μπαλόνια.
Και στη μέση μι τούρτα.

Έμεινα άφωνη.

<<Χρόνια πολλά μου είπε,>>μου είπε και με φίλησε στο μάγουλο.

Εγώ του έριξα σφαλιάρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού του .

<<Αουτσ,>>είπε και γέλασε.

Εγώ σοκαριστικά με την αντίδραση μου.
Γιατί ήξερα τι ειχε κάνει και γιατί το είχε κάνει.

<<Έπρεπε να μας πεις ότι είχες γενέθλια,>>μου είπε και πήγε προς την τούρτα .

<<Πως ;>>
Τον ρώτησα .

Χαμογέλασε .
Ο ηλίθιος είχε δει κάποιο αρχείο σίγουρα
Φόβος με κυριεύσε μήπως έβλεπε αυτά που δεν έπρεπε..

<<Δεν έψαξα τα αρχεία σου,απλά η Όλιβ ξέχασε μια φωτογραφία σας από πολαροιντ τις προάλλες στο πάγκο της κουζίνας και είχε ημερομηνία.Εγραφε τα γενέθλια της κυρία κατσουφας>>

Θα την γαμήσω
Την ηλίθια.ειχε υποσχεθεί πως θα την έσκιζε αφού με ανάγκασε να βγω με το κομμάτι του γλυκού
Ενθύμιο έλεγε .
Ναι ενθύμιο με τη φάτσα μου μέσα στα νεύρα.

<<Φύσα ,>>μου είπε αφού άναψε το κερί ερωτηματικό που είχε βάλει στη τούρτα.
Και εγώ το έκανα χωρίς να φέρω αντίρρηση.
Επειδή εκείνος χαμογελούσε σαν ηλίθιος που ήταν .
Βλαμμένε, ηλίθιε.
Γαμώ.

Πήρε με το δάχτυλο του ένα κομμάτι τούρτα και το έφερε στη γλώσσα του

<<Και τώρα θα σου συνεχήσω την ιστορία για εκείνο περίφημο πάρτι που δε μιλάει κανείς μας...>>

<<Τι έχει και άλλο,>>είπα ενθουσιασμένη.
Γιατί για εκείνο το πάρτι μου μιλούσε τρεις μέρες .
Μου έλεγε πως ήταν σαν μύθος πλέον.
Όλοι ήξεραν αλλά κανείς δεν τολμούσε να πει τίποτα.

Βλαμμένα εντελως.
Κάθησα δίπλα του και χωρίς να το καταλάβω ασυναίσθητα από τη χαρά μου άρπαξα με το στόμα μου το επόμενο μικρό κομμάτι που είχε πάρει με το δάχτυλο του.

Εκείνος έμεινε να με κοιτάζει.
Και εγώ το ίδιο.

Κούνησα με αμήχανα το κεφάλι και η δύο σαν να ήταν όνειρο αυτό που είχε γίνει μόλις.

Δε ξέρω γιατί αντέδρασα έτσι.
Φαινόταν νόστιμο εκεί στο δάχτυλο του.

Γαμώ

<<Και που λες ο Γαβριήλ μετά το στριπτίζ που έκανε έτσι φτιαγμένος που ήταν μπροστά σε όλους....>>

Λατρεύω όταν μιλάει και λέει τις ιστορίες τους.
Ίσως την επόμενη φορά να τα γιορτάσω ξανά έτσι τα γενέθλια.

<<Εύα,>>με φώναξε η Ολιβ από τη πόρτα Βαμμένη βρυκόλακας.
Από πίσω της ξεπρόβαλλε η Άλις ντυμένη πειρατικά και ο Ρεν ντυμένος Λόκι.

Ήταν καλεσμένοι όλοι.Ειχε φροντίσει ο Ορφέας για αυτό.

<<Φεύγουμε θα αργήσουμε ,>>είπε η Άλις.

<<Έρχομαι>>
Ισιωσα τις τελευταίες τούφες από την περούκα μου μια πήρα το δερμάτινο μου και το κανονικό μου όπλο, από το κρεβάτι και βγήκα μαζί τους έξω.

Φυσιολογικά πράγματα.
Καθημερινή ζωή.
Για λίγο...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top