|44

If you love me, don't let go
If you love me, don't let go

Hold
Hold on
Hold on to me
'Cause I'm a little unsteady
A little unsteady

-Unsteady, X Ambassadors

|-|

Ξύπνησε από τον ενοχλητικό ήχο του κινητού του να χτυπάει. Άπλωσε το χέρι του και το έφερε στο αυτί του.

"Ορίστε;" μουγκρισε στο ακουστικό, καθώς το μυαλό του ήταν ακόμα μπερδεμένο από τον ύπνο. Τις λίγες ώρες ύπνου που είχε καταφέρει να κάνει εκείνη την εβδομάδα.

"Αλέξανδρε, η Μυρτώ-"

"Τι έπαθε;" διέκοψε τον Νίκο γρήγορα, ενώ είχε ήδη πεταχτεί από το κρεβάτι του και προσπαθούσε να βάλει το παντελόνι του ενώ μιλούσε στο τηλέφωνο.

"Οι γιατροί ανησυχούν. Ανέβασε απότομα καρδιακους παλμούς."

"Έρχομαι." έκλεισε το τηλέφωνο γρήγορα προτού αρπάξει το κράνος του πάνω από το γραφείο του. Τα φώτα στο υπόλοιπο διαμέρισμα ήταν σβηστά, έτσι υπέθεσε πως η μητέρα του και η Ειρήνη κοιμοντουσαν. Γιαυτό προσπάθησε να φύγει όσο πιο γρήγορα αλλά και ήσυχα μπορούσε.

Σε μικρό χρονικό διάστημα είχε φτάσει στο νοσοκομείο - αποφεύγοντας πολλές φορές το ατύχημα με την μηχανή την τελευταία στιγμή- όπου βρήκε τον εαυτό του για άλλη μια φορά να τρέχει στους λευκούς διαδρόμους του. Έφτασε στον τρίτο όροφο και είχε μόλις στρίψει στην συνηθισμένη πια γωνία όταν είδε τον γιατρό και κάποιες νοσοκόμες να τρέχουν μέσα στο δωμάτιο της.

Με τα μάτια διάπλατα έτρεξε προς το μέρος τους, όμως πριν προλάβει να κάνει κάτι μια νοσοκόμα είχε κλείσει την πόρτα στα μούτρα του. Γύρισε να κοιτάξει τον Νίκο και τον Στέφανο δίπλα του.

"Τι έγινε;" ανησύχησε και τότε παρατήρησε τον δυνατό και γρήγορο ήχο που έκαναν τα μηχανήματα μέσα στο δωμάτιο της.

Τρέχοντας έφτασε δίπλα τους και ο κύριος Παύλος "Μία στιγμή έλειψα, τι συνέβη;" ρώτησε ανήσυχος.

Κανείς τους δεν απάντησε, παρατηρούσαν την σκηνή μπροστά τους, μέσα από το τζάμι μπροστά στο οποίο στέκονταν. Η πράσινη γραμμή στο μηχάνημα που μετρούσε τους παλμούς της πήγαινε πάνω κάτω σαν τρελή.

Οι νοσοκόμες έτρεχαν πέρα-δωθε με σύριγγες και ορους, ενώ ο γιατρός έκανε κάτι στο μηχάνημα. Ώσπου η πράσινη εκείνη γραμμή έγινε μια ευθεία και οι τέσσερις άντρες ένιωσαν τα πόδια τους να κόβονται.

"Όχι..." ψιθύρισε ο Αλέξανδρος.

Νόμιζε πως έβλεπε έναν εφιάλτη. Έναν ατελείωτο εφιάλτη. Θα ξυπνούσε και όλα αυτά θα ήταν ένα ψέμα. Τίποτα δεν θα είχε συμβεί. Θα ήταν ευτυχισμένος μαζί με την Μυρτώ.

Τα πόδια του δεν τον βαστούσαν άλλο και κρατήθηκε από την καρέκλα που βρισκόταν δίπλα του. Η ανάσες του έγιναν ανώμαλες όταν είδε τον γιατρό να ανοίγει την μπλούζα της και να χρησιμοποιεί τον απινιδωτή.

Πρώτο σοκ. Η γραμμή παρέμεινε μια ευθεία...

Δεύτερο σοκ. Η γραμμή παρέμεινε μια ευθεία...

Τρίτο σοκ. Η γραμμή παρέμεινε μια ευθεία ξανά...

30 δευτερόλεπτα.

Στο πέμπτο σοκ ο Αλέξανδρος είδε τον γιατρό να σταματάει. "Όχι! Μην σταματάτε!" φώναξε και χτύπησε με δύναμη το τζάμι. Ακούστηκε κάτι να ραγιζει, όμως το τζάμι δεν είχε πάθει τίποτα. Τότε κατάλαβε ο Αλέξανδρος πως ήταν η καρδιά του που έσπαγε για άλλη μια φορά...

60 δευτερόλεπτα...

Μία από τις νοσοκόμες έτρεξαν και έκλεισαν τα στόρια μέσα από το δωμάτιο, αποτρέποντας τους έτσι να βλέπουν τι συνέβαινε. Έκανε να ανοίξει την πόρτα του δωματίου και να μπει μέσα, όμως τα χέρια του Στέφανου και του κυρίου Παύλου στους ώμους του, τον εμπόδισαν.

Έτσι έπεσε απλώς στα γόνατα και στήριξε το κεφάλι του στον τοίχο, αφήνοντας κάποια δάκρυα να τρέξουν. Εστίασε έτσι ώστε να ακούει τον έντονο ήχο του μηχανήματος που υποδηλωνε πως η Μυρτώ ήταν ακόμα... νεκρή.

90 δευτερόλεπτα...

Νεκρή...

Η λέξη αυτή τρυπωσε στο μυαλό του Αλέξανδρου εκείνη τη στιγμή και ένας λυγμός του ξέφυγε. Ο Στέφανος περπατούσε πάνω-κατω, περνούσε τα χέρια του μέσα από τα μαλλιά του και δυσανασχετουσε. Ο Νίκος είχε στηρίξει το κεφάλι του στον τοίχο και άφηνε κάποια δάκρυα να τρέξουν στην σκέψη πως θα έχανε την κολλητή του. Ο πατέρας της καθόταν σε μια καρέκλα, καθώς τα πόδια του δεν τον βαστούσαν και είχε κρύψει το πρόσωπο του στα χέρια του.

Ο ίδιος ήχος ακουγόταν ακόμη μέσα από το δωμάτιο. 120 δευτερόλεπτα...

Ήταν νεκρή για δύο λεπτά. Τα δύο πιο δύσκολα λεπτά της ζωής του ολόκληρης. Ώσπου ο ήχος άλλαξε και ένιωσε την καρδιά του να χτυπάει ξανά, καθώς υποδηλωνε πως η δικιά της έκανε το ίδιο.

Τα τελευταία δάκρυα κύλησαν από τα μάτια του και άφησε μια βαθιά εκπνοή. Κατάφερε να σηκωθεί στα πόδια του και να σκουπίσει τα μάγουλα του όταν είδε τον γιατρό να βγαίνει από το δωμάτιο.

"Τι έγινε γιατρέ;" ρώτησε ο πατέρας της αμέσως.

Ο γιατρό πήρε μια βαθιά ανάσα "Την επαναφέραμε, είναι εντάξει αυτή τη στιγμή, όμως το πρώτο 24ωρο είναι κρίσιμο." Οι τέσσερις άντρες ξεφυσιξαν ανακουφισμενοι.

"Θα ήθελα να σας κάνω μια σημαντική ερώτηση όμως..."ακούστηκε ο γιατρός ξανά.

"Πείτε μας γιατρέ." αποκρίθηκε ο κύριος Παύλος.

"Βρισκόταν κανείς σας εδώ λίγα λεπτά πριν συμβεί το επεισόδιο;"

"Εγώ έλειπα για λίγα λεπτά στο κυλικείο, έφτασα γρήγορα όταν με ειδοποίησε με μήνυμα ο Νίκος τι συνέβαινε." απάντησε ο πατέρας της Μυρτώς.

"Εγώ ήμουν εδώ όλη την ώρα, έφυγα για λίγα λεπτά στο μπάνιο μόνο." είπε ο Νίκος.

"Εγώ έφτασα λίγα λεπτά πριν αρχίσουν οι παλμοί τις να αυξάνονται." αποκρίθηκε ο Στέφανος.

"Εγώ έφτασα λίγο πριν σταματήσει η καρδιά της." απάντησε τελικά και ο Αλέξανδρος.

Κούνησε καταφατικά το κεφάλι του ο γιατρός και φάνηκε σκεπτικός για λίγο "Αυτό σημαίνει πως ο διάδρομος θα μπορούσε να είναι άδειος για λίγα λεπτά, σωστά;"

Οι άντρες κοιταχτηκαν μεταξύ τους, σκέφτηκαν και τελικά λίγο διστακτικά, κούνησαν τα κεφάλια τους καταφατικά, καθώς ήταν μπερδεμένοι.

"Ναι, ίσως και να ήταν. Γιατί ρωτάτε όμως;"αναρωτήθηκε ο κύριος Παύλος.

Ο γιατρός πήρε ξανά μια βαθιά ανάσα, φαινόταν πολύ σκεπτικός. "Στον οργανισμό της Μυρτώ βρέθηκε ξανά ηρωίνη. Αυτή προκάλεσε το επεισόδιο."

"Ορίστε;" ο Αλέξανδρος δεν μπορούσε να το πιστέψεις, γιατί δεν μπορούσε να καταλάβει πως θα μπορούσε να είχε βρεθεί ξανά η ηρωίνη κοντά της.

"Η μόνη εξήγηση είναι πως κάποιος μπήκε στο δωμάτιο της όσο εσείς λείπατε και έβαλε την ουσία στον ορό της."

Όλοι τους έμειναν σιωπηλοι. Δεν μπορούσαν να το επεξεργαστουν. Πάνω που ήλπιζαν πως τα πράγματα θα γινόντουσαν καλύτερα, ξαφνικά συνέβη αυτό. Ακριβώς κάτω από την μύτη τους.

Ο Αλέξανδρος βυθίστηκε στις σκέψεις του. Βρισκόταν σε αυτή τη κατάσταση εξ αρχής επειδή δεν ήταν κοντά της εκείνο το βράδυ για να την προστατέψει. Αυτός ή κάποιος από τους φίλους του. Τώρα όμως που ήταν κοντά της και αυτός και οι φίλοι του, πάλι βρισκόταν σε κίνδυνο.

Τα επόμενα λόγια του γιατρού τον τράβηξαν απότομα στην πραγματικότητα "Ο οργανισμός της τώρα είναι ακόμα πιο αδύναμος. Μπορώ δυστυχώς να πω πως η ζωή της κρέμεται από μια λεπτή κλωστή. Πλέον εξαρτάται μονάχα από την ίδια αν θέλει να ξυπνήσει από το κώμα ή όχι. Εμείς δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι."

Το ένα κακό μετά το άλλο, πόσα να άντεχαν πια. Ήταν εξαντλημένοι, δάκρυα δεν μπορούσαν να τρέξουν πια από τα μάτια τους. Δέχτηκαν τα λόγια του γιατρού χωρίς καμία αντίδραση. Ο πατέρας της κούνησε απλώς καταφατικά το κεφάλι του, προτού ακολουθήσει τον γιατρό στο γραφείο του. Ένας θεός ήξερε μονάχα τι γινόταν μέσα στο μυαλό του.

Το ίδιο ίσχυε και για τους υπόλοιπους. Ο Αλέξανδρος είχε μείνει απλώς να κοιτάει την Μυρτώ μέσα από το τζαμι με ένα απλανές βλέμμα. Μηχανικά, πήρε μια στολή που βρισκόταν στον μικρό χώρο δίπλα από το δωμάτιο της και την φόρεσε. Το χέρι του πήγε στο πόμολο της πόρτας της, ο Νίκος όμως τον σταμάτησε.

"Τον άκουσες τον γιατρό. Είναι πολύ αδύναμη. Μην την επιβαρύνεις και άλλο..."

Ο μελαχρινός νεαρός του έριξε απλώς ένα στραβό βλέμμα προτού κάνει ξανά να ανοίξει την πόρτα. Αυτή τη φορά ο Νίκος ήταν πιο επιθετικός, τον άρπαξε από την στολή και τον κόλλησε στον τοίχο.

"Αλέξανδρε συγκεντρωσου! Όλοι μας πονάμε αλλά πάνω από όλα σκεφτόμαστε την Μυρτώ. Εσύ αυτή τη στιγμή δεν σκέφτεσαι αυτήν αλλά μονάχα τον εαυτούλη σου! Κάτσε εδώ που είσαι γιατί αν δεν πεθάνει από την κατάσταση της, το μόνο σίγουρο είναι πως θα την σκοτώσεις εσύ!"

Του φώναξε στο τέλος και αυθόρμητα ο Αλέξανδρος κόλλησε τη γροθιά του στο πρόσωπο του Νίκου.

Εκείνος δεν το περίμενε και παραπατησε πίσω. Το χέρι του πήγε στα χείλη του, όπου έτρεχε αίμα από μια μικρή πληγή που είχε δημιουργηθεί. Έμεινε να τον κοιτάει με την έκπληξη αλλά και τον θυμό γραμμένο στο πρόσωπο του.

Ο Αλέξανδρος δεν είπε τίποτα, ετριξε το σαγόνι του. Έβγαλε βιαστικά την στολή που είχε βάλει και έφυγε από εκεί πέρα.

Οι δύο νεαροί τον είδαν να χάνεται στη γωνία προτού κοιταχτουν μεταξύ τους. Δεν είπαν κάτι, δυσανασχετησαν. Δεν υπήρχε κάτι να πουν.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top