|39
Μπιπ. Μπιπ. Μπιπ.
Ένας ενοχλητικός ήχος την ξύπνησε, όμως τα μάτια της αρνούνταν να την υπακουσουν και παρέμειναν κλειστά. Σιγά σιγά κατάφερε όμως να τα κάνει να πεταρισουν, προτού τα κλείσει ξανά λόγω των έντονων φώτων του δωματίου.
"Μυρτώ;" άκουσε μια αντρική φωνή να την καλεί και τότε συνειδητοποίησε πως το δεξί της χέρι ήταν καλυμμένο από ένα άλλο.
Προσπάθησε ξανά να ανοίξει τα βλέφαρά της, όμως αδυνατούσε. Έτσι σήκωσε το αριστερό της χέρι και το έβαλε μπροστά τους για να τα ανοίξει σιγά σιγά.
Κοίταξε στα δεξιά της και εκεί καθόταν ο πατέρας της κρατώντας το χέρι της.
"Μπαμπά;" τα μάτια της εστίασαν και άφησε το χέρι της να πέσει στο λευκό σεντόνι του κρεβατιού. Τότε πρόσεξε τον γύψο γύρω από τον καρπό της και τον αντίχειρα της. Μιλούσε και ένιωθε πως ο λαιμός της ήταν σαν γυαλόχαρτο.
Ο πατέρας της το κατάλαβε αυτό και της έδωσε ένα ποτήρι νερό που βρισκόταν δίπλα του "Ορίστε."
Πήρε το ποτήρι στα χέρια της και το ήπιε όλο. Ξάπλωσε ξανά πίσω και όταν τράβηξε λίγο το αριστερό της χέρι, συνειδητοποίησε πως της είχαν βάλει ορό.
Το κεφάλι της πονούσε αρκετά και όταν ακούμπησε το μέτωπο της, ένιωσε μια γάζα στην γραμμή των μαλλιών της.
"Πονάω."
"Το ξέρω αγάπη μου. Οι γιατροί είπαν πως τα παυσίπονα έχουν αρχίσει να υποχωρούν από την οργανισμό σου."
"Πόση ώρα κοιμόμουν;"
"Μία μέρα."
Σε αυτά τα λόγια του πατέρα της γύρισε και κοίταξε το παράθυρο του δωματίου. Πράγματι, έξω ο ουρανός ήταν σκοτεινός.
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε κάποιος να χτυπάει την πόρτα του δωματίου."Ναι;"
Η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε ο Αλέξανδρος. Ήταν ακόμα με το κουστούμι που φορούσε το προηγούμενο βράδυ και οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια του προδιδαν το γεγονός ότι δεν είχε κοιμηθεί.
"Ξύπνησες." χαμογέλασε όσο μπορούσε, λόγω της κούρασης.
"Εγώ να σας αφήσω." είπε ο πατέρας της. Άφησε ένα φιλί στο μέτωπο της και καθώς έφυγε από το δωμάτιο, ακούμπησε φιλικά τον Αλέξανδρο στον ώμο.
Μόλις έκλεισε η πόρτα πίσω του την πλησίασε στο κρεβάτι. Έσκυψε και άφησε ένα φιλί στα χείλη της, προτού ακουμπήσει το μέτωπο του στο δικό της, κλείσει τα μάτια του και πάρει μια βαθιά ανάσα.
"Τι έπαθε το χέρι μου;"ρώτησε μπερδεμένη.
"Έσπασες τον αντίχειρα σου, μάλλον όταν προσπαθούσες να χτυπήσεις έναν από τους δύο."
Κουνησε το κεφάλι της καταφατικά "Ναι, έχωσα μπουνιά σε έναν."
"Οχι καλή όμως. Δεν γίνεται να είσαι το κορίτσι μου και να μην ξέρεις να ρίχνεις μια σωστή μπουνιά."αστειεύτηκε ο Αλέξανδρος και χαμογέλασε και εκείνη.
"Ανησύχησα τόσο πολύ." ψιθύρισε και η Μυρτώ έκλεισε τα μάτια της, καθώς η ανησυχία που διέκρινε στην φωνή του της προκαλούσε λύπη.
"Σςςς ηρέμησε. Είμαι εδώ μαζί σου, είμαι εντάξει." τον χαϊδεψε στο μάγουλο.
"Μα δεν είσαι." άνοιξε τα μάτια του και πήρε το πρόσωπο του από το δικό της. Πέρασε το δάχτυλο του ελαφρά πάνω από την γάζα στο μέτωπο της, ύστερα τα μάτια του πήγαν στον γύψο.
"Και φταίω εγώ για αυτό." συμπλήρωσε.
"Αλέξανδρε τι λες τώρα;" τον κοίταξε ενοχλημένη. Δεν ήθελε να κατηγορεί τον εαυτό του για πράγματα που δεν είχε τον έλεγχο.
"Αυτοί οι μαλακες δεν έκλεψαν τίποτα από το σπίτι Μυρτώ. Δεν έσπασαν τίποτα. Ήρθαν μόνο για εσένα. Θυμάσαι το μαύρο αμάξι έξω από το σπίτι σου;"
Κούνησε καταφατικά το κεφάλι της.
"Θυμήθηκα πως ήταν ένα από τα αμάξια του Αντωνόπουλου. Του άντρα που είχαμε συναντήσει στο κλαμπ. Αυτός τους έβαλε. Πιθανότατα για να φτάσει σε εμένα μέσω εσένα."
Πήρε τα χέρια του από πάνω της και ξεκίνησε να περπατάει πάνω κάτω στο δωμάτιο. Πέρασε τα χέρια του μέσα από τις μαύρες μπούκλες του.
"Για αυτό φοβόμουν. Για αυτό ήθελα να παραμείνει όσο πιο κρυφή γινόταν η σχέση μας. Το ότι βγήκα εχθές το βράδυ από το σπίτι σου απλώς τα επιβεβαίωσε όλα."
"Ποια είναι η ιστορία σου με αυτόν τον άντρα;"
Κούνησε το κεφάλι του "Είναι πολύ μεγάλη για να σου την εξηγήσω..."
"Αλέξανδρε, χρειάζομαι όλη την αλήθεια για να καταλάβω τι συμβαίνει."
"Η αλήθεια δεν θα σε προστατεύσει, ούτε θα σε βοηθήσει πουθενά."
Η κοπέλα δεν ήταν σε θέση να τσακωθεί μαζί του. Πονούσε και ένιωθε υπνηλία από τα λίγα παυσίπονα που είχαν παραμείνει στον οργανισμό της.
"Τότε αν δεν έχεις να μου πεις κάτι άλλο, μπορείς να φύγεις." αποκρίθηκε και γύρισε στο πλάι, γυρνώντας του έτσι την πλάτη.
Έκλεισε τα μάτια της και άκουσε τον Αλέξανδρο να δυσανασχετεί. Θα ορκιζόταν πως ένιωσε το χέρι του από πάνω της, έτοιμο να την ακουμπήσει, αλλά τελικά άκουσε απλώς την πόρτα του δωματίου να κλείνει.
Γύρισε να κοιτάξει και είδε πως όντως είχε φύγει. Δυσανασχετησε. Αν απλώς της έλεγε την αλήθεια, θα ήξερε τι είχε να αντιμετωπίσει. Το ότι υπήρχαν επικίνδυνα άτομα στην ζωή του Αλέξανδρου, δεν της έφτανε ως απάντηση.
Δυσανασχετησε ξανά, προτού κλείσει τα μάτια της.
|-|
Δύο μέρες μετά από τη σοβαρή διασειση που είχε πάθει, ο γιατρός της είχε δώσει εξιτήριο. Ο πατέρας της την είχε πάει σπίτι και είχε καταφέρει να μείνει μαζί της για δύο μέρες, τις δύο μέρες που δεν πήγε και σχολείο.
Πέμπτη και Παρασκευή που πήγε στο σχολείο, είδε ξανά τα παιδιά που τους είχε δει τελευταία φορά όταν την επισκέφτηκαν στο νοσοκομείο.
Η Παρασκευή βράδυ είχε φτάσει ξανά. Οι αστυνομικοί τους είχαν συμβουλέψει να αλλάξουν τον συναγερμό και τις κλειδαριές, αλλά παρόλα αυτά, επειδή ούτε εκείνη αλλά ούτε και ο πατέρας της με τον Αλέξανδρο ήθελαν να μείνει μόνη της, βρισκόταν τώρα στα αποδυτήρια του 'Φουαρ' και μαλώνε με τον Αλέξανδρο.
"Μα εσύ δεν ήσουν αυτός που δεν ήθελες να μείνω μόνη μου στο σπίτι;"
"Αυτό δεν σημαίνει πως σε ήθελα εδώ."
Γέλασε η κοπέλα αλλά δεν έβρισκε πουθενά το αστείο σε όλη τη κατάσταση "Υπέροχα, τώρα δεν θες να είμαι καν κοντά σου."
Σηκώθηκε από το παγκάκι που καθόταν και την πλησίασε "Το ξέρεις ότι δεν το εννοούσα έτσι γαμωτο."
Έβαλε τα χέρια του στα μάγουλα της, εκείνη όμως έκανε ένα βήμα πίσω, με αποτέλεσμα να πέσουν ξανά στα πλάι του.
"Μία εβδομάδα πριν βρισκόσουν στο νοσοκομείο με διασειση από τύπους που σου είχαν επιτεθεί εξαιτίας μου. Σου φαίνεται σοφό το να βρίσκεσαι πλάι μου μέσα σε τόσο παράνομο κόσμο που μπορεί να σε αναγνωρίσει ως το κορίτσι μου;"
"Ωραία, τότε ας το λήξουμε εδώ."αποκρίθηκε η κοπέλα.
"Χαίρομαι που επιτέλους συμφωνούμε σε κάτι. Λήγει εδώ το θέμα. Θα πω τον Ορέστη να σε γυρίσει σπίτι." έβγαλε τη ζακέτα του και γύρισε στον σάκο του.
"Δεν μιλάω για τη συζήτηση μας Αλέξανδρε. Για την σχέση μας μιλάω."
Εκείνος γύρισε απότομα να την κοιτάξει "Μην λες μαλακιες."
"Δεν λέω μαλακιες. Δεν μου αρέσει το κρυφτό. Από μικρή δεν μου άρεσε και τώρα δεν έχει αλλάξει αυτό. Ας το τελειώνουμε ότι και αν είναι αυτό για να μην σου είμαι και βάρος, να μην χρειάζεται να ανησυχείς."
Την άρπαξε από τα μπράτσα και την έφερε κοντά του "Ό,τι και αν είναι αυτό;"
"Σχέση δεν το λες..."
"Μην μιλάς άλλο." ετριξε τα δόντια του. "Δεν μου είσαι βάρος! Πως μπορείς να το λες αυτό;! Ό,τι κάνω το κάνω για το καλό σου! Γιατί δεν μπορείς να το καταλάβεις;!"
"Το να ξέρω για αυτά τα επικίνδυνα άτομα που μου ανέφερες το βράδυ στο σπίτι μου, δεν με σε θέτει σε κίνδυνο! Με κάνει απλώς να ξέρω με το τι έχω να κάνω!" ύψωσε και η Μυρτώ την φωνή της και έδιωξε τα χέρια του από πάνω της.
Εκείνος πέρασε νευριασμενος τα χέρια του μέσα από τις μπούκλες του, προτού ρίξει μια μπουνιά στο μεταλλικό ντουλάπι δίπλα του. Αυτό τάραξε την Μυρτώ και την οδήγησε στο να κάνει ένα μικρό βήμα πίσω, πάνω στα νεύρα του όμως ο Αλέξανδρος δεν το παρατήρησε.
Ο νεαρός γύρισε να την κοιτάξει ξανά "Κάνεις λάθος. Σε θέτει σε κίνδυνο. Γιατί όταν είσαι ανυποψίαστη και έρθουν και σε ρωτήσουν για εμένα και δουν πως γνωρίζεις τι γίνεται εδώ πέρα, νομίζεις πως θα σε αφήσουν έτσι;"
"Δεν νομίζω να είναι τόσο χαζοί που θα νομίζουν ότι θα προδώσω στις αρχές τους αγώνες μποξ όπου παίζει το αγόρι μου."
"Δεν αναφέρομαι στις αρχές! Και δεν αναφέρομαι μόνο στους αγώνες μποξ! Υπάρχει κάτι στο παρελθόν μου που επιθυμώ να μείνει εκεί, μην με αναγκάσεις να στο πω και αυτό γιατί δεν θα αρέσει ούτε σε εσένα αλλά ούτε και σε εμένα." την κοίταξε έντονα με τα σκοτεινά πλέον πράσινα μάτια του.
Ξεφυσηξε δυνατά "Αυτό που προσπαθώ να πω... Είναι ότι μόλις δουν ότι ξέρεις τι συμβαίνει στον υπόκοσμο, θα το εκμεταλλευτουν για να φτάσουν σε εμένα. Ενώ αν δεν έχεις ιδέα, θα προσπαθήσουν να βρουν άλλον τρόπο για να με φτάσουν."
Σταύρωσε τα χέρια της η κοπέλα "Τότε πως δικαιολογείς την επίθεση στο σπίτι μου;"
Την κοίταξε για μια στιγμή χωρίς να πει κάτι.
Εκείνη συνέχισε "Δεν ξέρω αυτό το μεγάλο σου μυστικό και έχω βρεθεί ήδη σε μπελάδες. Ποια θα είναι λοιπόν η διαφορά αν το γνωρίζω;"
Φάνηκε χαμένος στις σκέψεις του όταν τελικά κούνησε καταφατικά το κεφάλι του "Έχεις δίκιο."
Ένα μικρό βάρος σηκώθηκε από την καρδιά της Μυρτώς, θα της έλεγε τελικά όλη την αλήθεια;
"Όντως πρέπει να το λήξουμε. Ό,τι και αν είναι αυτό..."
Αφησε τα σταυρωμένα χέρια της να πέσουν πλάι της και ασυναίσθητα άνοιξε λίγο το στόμα της. "Δεν σοβαρολογουσα..."
"Εγώ όμως σοβαρολογω. Ο μόνος τρόπος για να είσαι ασφαλής είναι αν βρίσκεσαι μακρυά μου." η απάθεια ήταν γραμμένη στο πρόσωπο του. Δεν υπήρχε ίχνος συναισθηματος όσο της τα έλεγε αυτά.
"Όχι. Μα-"
"Μυρτώ. Μην το πιέζεις. Τελειώσαμε. Ήταν ωραίο όσο κράτησε..."
Τα μάτια της βούρκωσαν. "Ήταν ωραίο όσο κράτησε; Αλήθεια τώρα; Τι μαλακιες λες;"
Συνέχισε να την κοιτάει σιωπηλός. Τότε το πρώτο δάκρυ κύλησε από τα μάτια της και χρειάστηκε τα πάντα μέσα του για να μην απλώσει το χέρι του και το σκουπίσει. Το σιχαινοταν το ότι ήταν εκείνος που την έκανε να κλαίει. Ήταν όμως για το καλό της...
"Είσαι δειλός. Να το ξέρεις. Είσαι δειλός που δεν προσπάθησες περισσότερο για αυτό." σκούπισε βιαστικά τα δάκρυα της και δίχως να του ρίξει ένα ακόμα βλέμμα, έφυγε από τα αποδυτήρια.
Η παρέα τους βρισκόταν εκεί κοντά και όταν την είδαν δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν, καθώς είχε απομακρυνθεί ήδη προς την έξοδο.
Απείχε μόλις ένα μέτρο από τις σκάλες, όταν κάποιος την έπιασε από τον αγκώνα και την κράτησε πίσω.
"Βρε βρε σαν τα χιόνια." η φωνή αυτή και το σαρδονιο χαμόγελο στα χείλη του την έκαναν να ανατριχιασει ολόκληρη.
|-|
Ελπίζω να σας άρεσε! Αν ναι, ψηφίστε και σχολιάστε αν θέλετε.
xoxo Thania_K 💋
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top