|33

"Πλάκα κάνεις!" γέλασε η Μυρτώ.

"Καθόλου. Υποθέτω έφταιγε η ηλικία της. Για ποιον άλλο λόγο να μπέρδευε κανείς τη βιβλιοθήκη με το φαρμακείο;" γέλασε και ο Αργύρης προτού πιει λίγο από τον καφέ του.

Εκείνο το σχετικά ζεστό απόγευμα μιας Δευτέρας του Νοεμβρίου, η Μυρτώ είχε βγει για τον καφέ που είχε κανονίσει με τον Αργύρη την τελευταία φορά που είχε βρεθεί στην δημοτική βιβλιοθήκη. Η παρέα του της ήταν πολύ ευχάριστη και βοηθούσε στο να βγάλει την σκέψη του Αλέξανδρου από το μυαλό της.

Η κατάσταση μεταξύ τους δεν είχε αλλάξει από το βράδυ του Σαββάτου. Δεν ήξερε αν ήταν μαλωμένοι, καθώς έληξαν την διαφωνία τους σχετικά ήρεμα. Ήξερε όμως σίγουρα πως ήταν απογοητευμένη. Απογοητευμένη που το αγόρι της κρατούσε μυστικά από εκείνη και έτσι την απέτρεπε από το να τον εμπιστευτεί. Και τι να την κάνει κάποιος μια σχέση χωρίς εμπιστοσύνη;

"Εμένα ευτυχώς δεν μου έχει τύχει κάτι τέτοιο στο κτηνιατρείο." είπε η κοπέλα προτού πιει λίγο από τον χυμό της.

"Πες μου για το κτηνιατρείο."

Τον κοίταξε και ανασηκωσε τους ώμους της "Τι να πω;"

"Για την δουλειά σου εκεί. Γιατί την επέλεξες; Θες να γίνεις κτηνίατρος;"

Γέλασε λιγάκι εκείνη "Καμία σχέση." κούνησε το κεφάλι της. "Αγαπώ τα ζώα. Από μικρή είχα κατοικίδια. Πουλιά, ψάρια, χάμστερ. Όταν ήμουν 11 είχα και έναν σκύλο. Δυστυχώς όμως αρρώστησε και για αυτό δεν είναι κοντά μου τώρα."

"Επειδή τα αγαπώ τόσο πολύ λοιπόν, έγινα εθελόντρια στο κτηνίατρο της Μελίνας, της αφεντικινας μου. Βοηθάω εκεί σχεδόν δύο χρόνια, από τότε που ήμουν 16. Μην φανταστείς πως κάνω τίποτα δύσκολο. Ταΐζω, καθαρίζω, κανονίζω τα έγγραφα και βοηθάω λιγάκι σε κάποιο εύκολο χειρουργείο. Ίσως κάνω και κανένα εμβόλιο που και που." χασκογέλασε.

"Μου φτάνει πάντως που βοηθάω τα ζωάκια και την Μελίνα." τελείωσε η κοπέλα και έστριψε τα μάτια της από τα παιδάκια που έπαιζαν στην παιδική χαρά απέναντι από την καφετέρια, προς τον Αργύρη.

Εκείνος την κοιτούσε ήδη με ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη του και με θαυμασμό στα γαλάζια του μάτια. Καθάρισε αμήχανα τον λαιμό του όταν συνειδητοποίησε πως τον κοιτούσε η κοπέλα και σήκωσε τα μαύρα γυαλιά του στην μύτη του.

"Κατάλαβα."

"Εσύ;" ρώτησε η Μυρτώ. "Τι σου αρέσει στην δουλειά σου;"

Φάνηκε να σκέφτεται για ένα λεπτό προτού απαντήσει "Σίγουρα το ότι περιτριγυριζομαι από βιβλία και μπορώ να τα διαβάζω κιόλας, καθώς δεν έχω τόσο έντονη δουλειά. Μετά, ίσως μου αρέσει το ότι συναναστρεφομαι με κόσμο που έχουμε ένα κοινό ενδιαφέρον, τα βιβλία."

Κούνησε καταφατικά το κεφάλι της και το στήριξε στο χέρι της ενώ πλησίασε στο τραπέζι. Έκανε το ίδιο και εκείνος προτού την κοιτάξει κατάματα.

"Το καλύτερο κομμάτι όμως είναι ότι γνωρίζω όμορφες κοπέλες." της χαμογέλασε και η Μυρτώ κομπλαρε για λίγο.

Της την έπεφτε; Μπα...

"Αλήθεια εε;" άκουσε μια αντρική φωνή δίπλα της.

Πετάχτηκε σχεδόν από την καρέκλα της και παραλίγο να της ξεφύγει μια τσιριδα όταν εμφανίστηκε ο Αλέξανδρος δίπλα τους με μια καρέκλα.

"Τι κάνεις εδώ;" ήταν τα πρώτα λόγια της.

"Και εγώ χαίρομαι που σε βλέπω μωρό μου."

Τον κοίταξε στραβά στενεύοντας τα μάτια της προτού τον ρωτήσει ξανά το ίδιο.

"Είπαμε να βγούμε για κανέναν καφέ με τα παιδιά." γύρισε να κοιτάξει προς τα δεξιά του και η κοπέλα ακολουθώντας το βλέμμα του, είδε τους φίλους του και τον Νίκο κάποια τραπέζια πιο κάτω. Την χαιρέτησαν με πονηρά χαμόγελα και η κοπέλα ήταν σίγουρη πως ήξεραν ότι κάτι θα συνέβαινε. Εκνευρισμένη με όλη αυτή τη κατάσταση, δεν ανταπέδωσε τον χαιρετισμό.

"Που να 'ξερα ότι θα συναντήσω εσάς." τους χαμογέλασε αλλά ήξερε η Μυρτώ πως δεν ήταν χαμόγελο από την καρδιά του, έκρυβε πονηριά, ιδικά όταν εστίασε στον Αργύρη. Εκείνος απλώς του ανταπέδωσε αμήχανα το χαμόγελο αφού ίσιωσε τα γυαλιά του.

"Αλέξανδρος." έδωσε το χέρι του στον ξανθό νεαρό με το ίδιο χαμόγελο στο πρόσωπο του.

"Αργύρης." συστήθηκε και εκείνος. Έδωσε το χέρι του στον μελαχρινό απέναντι του σε μια χειραψία και προσπάθησε να κρατήσει το ύφος του ουδέτερο όταν ένιωσε τον Αλέξανδρο να σφίγγει ίσως λίγο παραπάνω το χέρι του από όσο χρειαζόταν.

"Ααα ο Αργύρης." γύρισε αυτή τη φορά να κοιτάξει την Μυρτώ, δίνοντας της να καταλάβει πως κατάλαβε για ποιον Αργύρη μιλούσε, και η κοπέλα του παρατήρησε την σκανταλια που έκρυβαν τα πράσινα του μάτια.

Κούνησε καταφατικά ο Αργύρης το κεφάλι του, ενώ εκείνη απλώς συνέχισε να τον κοιτάει με το άγχος της να μεγαλώνει μέσα της. Δεν ήξερε ποια θα ήταν η επόμενη κίνηση του Αλέξανδρου και ίσως να ανησυχούσε λίγο.

"Και για πες μας Αντρέα, ποιες όμορφες κοπέλες έχεις γνωρίσει στην βιβλιοθήκη; Ελπίζω να μην εννοείς αυτές στα βιβλία με τις εικόνες."

"Αργύρη τον λένε..." απάντησε ξερά η Μυρτώ, καθώς είχε καταλάβει τι προσπαθούσε να κάνει. Προσπαθούσε να τον φέρει σε δύσκολη θέση και από το λίγο που γνώριζε τον Αργύρη, ήξερε πως δεν θα ήταν πολύ δύσκολο.

Εβηξε αμήχανα ο ξανθός νεαρός πριν μιλήσει "Δεν πειράζει. Και όχι, δεν εννοούσα αυτές στα βιβλία με εικόνες, αυτές είναι μόνο στα παιδικά βιβλία."

"Το ξέρω, για αυτό το είπα." χαμογέλασε σαρκαστικά ο Αλέξανδρος.

"Ποιες εννοούσες τότε;" επέμενε με την ερώτηση του.

Ο Αργύρης κοίταξε την κοπέλα απέναντι του "Την Μυρτώ εννοούσα."

Χασκογέλασε ο Αλέξανδρος προτού βάλει το χέρι του στον ώμο του Αργύρη. Φάνηκε ως μια φιλική χειρονομία, αλλά ήταν ακριβώς το αντίθετο, καθώς τον έσφιξε δυνατά εκεί. Η Μυρτώ το κατάλαβε αυτό από το πρόσωπο του Αργύρη που έχασε για λίγο την ηρεμία του και προσπάθησε ταυτόχρονα να απομακρύνει τον ώμο του από το χέρι του αγοριού της.

"Αλέξανδρε..." πήγε να τον προειδοποιησει εκείνη.

"Το ξέρω ότι το είπες για την Μυρτώ, Αρχιμήδη. Να σε πληροφορήσω όμως πως είναι σε σχέση. Οπότε πάνε στην βιβλιοθήκη σου και γνώρισε άλλες όμορφες κοπέλες, εντάξει;"

Ίσιωσε τα γυαλιά του "Δεν το γνώριζα ότι βρισκόταν σε σχέση. Δεν ήθελα να παρεξηγηθώ, απολογούμαι." απάντησε ήρεμα και ευγενικά, όπως άρμοζε στον χαρακτήρα του.

"Μπράβο το παιδί μου." σηκώθηκε και χτύπησε ελαφρώς στο μάγουλο τον Αργύρη δυο-τρεις φορές, όπως θα έκανε ένας θείος.

Ίσιωσε το δερμάτινο του προτού γυρίσει να κοιτάξει την Μυρτώ "Πάμε στα παιδιά;"

Τον κοίταξε θυμωμένη και ετριξε τα δόντια της "Όπως βλέπεις είμαι με παρέα. Μπορείς να πας και μόνος σου."

Το αυτάρεσκο χαμόγελο που είχε έπεσε από τα χείλη του "Μυρτώ, πάμε στα παιδιά."

Ο Αργύρης σηκώθηκε από την καρέκλα του "Μυρτώ δεν πειράζει, έτσι και αλλιώς πρέπει να γυρίσω στην βιβλιοθήκη, αρχίζει η βάρδια μου σε μια ώρα. Πήγαινε με το αγόρι σου."

"Τον άκουσες τον Αχιλλέα, πάμε τώρα."

"Αργύρη τον λένε!" ήταν τόσο εκνευρισμένη που τα μάτια της πετούσαν σπίθες. Γύρισε να κοιτάξει τον βιβλιοθηκαριο όμως και το βλέμμα της μαλάκωσε "Αργύρη, συγγνώμη δεν ήθελα να τελειώσει έτσι η έξοδος μας. Μπορούμε να κανονίσουμε να βγούμε μια άλλη φορά, όταν δεν θα έχουμε παρεμβολές." του χαμογέλασε προτού γυρίσει να στραβοκοιταξει τον Αλέξανδρο λέγοντας την τελευταία πρόταση.

"Δεν χρειάζεται. Γεια σου Αγαμέμνονα." ακούστηκε ο Αλέξανδρος προτού πάρει την Μυρτώ από το χέρι και την απομακρύνει από τον φίλο της.

Άντι να κατευθυνθούν προς την παρέα του, βγήκαν από το μαγαζί. Είχαν προλάβει μόλις να περάσουν την πόρτα όταν η κοπέλα αγανακτισμένη πια τράβηξε το χέρι της από την λαβή του.

Γύρισε να την κοιτάξει ύστερα από αυτή την απότομη κίνηση της. Εκείνη του έριξε με το ζόρι ένα θυμωμένο βλέμμα, προτού αρχίσει να περπατάει στην αντίθετη κατεύθυνση από εκείνον.

"Μυρτώ." τον αγνόησε όταν φώναξε το όνομα της.

"Μυρτώ!" ένιωσε το χέρι του στον ώμο της και την γύρισε να τον κοιτάξει.

"Τι έπαθες πάλι;"

Γέλασε η κοπέλα στην ηλιθια ερώτηση του, προτού πάρει μια βαθιά ανάσα θέλοντας να αποτρέψει τον εαυτό της από το να αρχίσει να ουρλιάζει.

"Δεν θα απαντήσω, γιατί δεν ξέρω αν θα καταφέρω να παραμείνω ψύχραιμη." απάντησε όσο πιο ευγενικά μπορούσε.

"Μην παίζεις τώρα, απάντησε μου."

"Παίζω; Εγώ παίζω; Τι μαλακιες ήταν αυτές που έλεγες εκεί μέσα;"

Την κοίταξε απορημένος "Δεν καταλαβαίνω τι λες..." Καταλάβαινε πολύ καλά τι έλεγε.

"Μην το παίζεις ανήξερος. Για τον τρόπο με τον οποίο μίλησες στον Αργύρη μιλάω! Τον έφερες σε δύσκολη θέση, τον μείωσες!"

Γύρισε τα μάτια του "Δεν θα μαλώσω μαζί σου για τον Άδωνη."

"Αργύρη τον λένε γαμω την τρέλα μου!" ύψωσε την φωνή της, καθώς η υπεροπτικη συμπεριφορά του την εκνεύριζε. Ήξερε πολύ καλά πως τον λένε, φάνηκε πως το θυμόταν από τότε που του τον είχε αναφέρει, όταν θα πήγαιναν στην βιβλιοθήκη για την εργασία τους με την Λυδία.

"Χεστηκα πως τον λένε! Ας είναι και αβάπτιστος! Εμένα με απασχολεί το γεγονός ότι σου την έπεφτε και δεν έκανες τίποτα!" ήταν σειρά του να υψωσει την φωνή του.

"Ένα κοπλιμέντα έκανε, δεν μου την έπεφτε! Αλλά και να μου την έπεφτε, δεν θα είχα προλάβει να αντιδράσω αφού εμφανίστηκες αμέσως εσύ από το πουθενά!"

"Σου την έπεφτε ξεκάθαρα, ξέρουμε και οι δύο πως δεν είσαι τόσο αφελής για να μην το καταλάβεις αυτό!"

"Ε δεν το κατάλαβα! Παράτα με ήσυχη, βαρέθηκα με την ζήλια σου!" γύριζε και ξεκίνησε να απομακρύνετε από εκείνον.

"Όταν σου μιλάω θα με κοιτάς, δεν θα μου γυρνάς την πλάτη." για άλλη μια φορά την γύρισε από τον ώμο για να την κοιτάξει κατάματα.

"Και ηρεμησε λίγο γιατί δεν σου έχω κάνει τόσες πολλές σκηνές ζήλιας." συνέχισε.

"Και εσύ ηρεμησε λίγο γιατί το κάνεις να ακούγεται λες και εγώ γουστάρω να μου την πέφτουν και δεν αντιδρώ επίτηδες. Αν ήταν έτσι, δεν θα ήμουν μαζί σου." χρησιμοποίησε την φράση που είχε πει και εκείνος το Σάββατο βράδυ.

"Έτσι φάνηκε, τι να κάνουμε."

"Ισως φταίει τότε το γεγονός ότι με έκανε να νιώσω άνετα και να ανοιχτώ σε εκείνον γιατί έκανε και εκείνος το ίδιο, σε αντίθεση με το αγόρι μου που μου κρύβει μυστικά και δεν μου έχει πει σχεδόν τίποτα για εκείνον, ενώ εγώ του έχω πει τα πάντα. Για το παρελθόν μου, το μέλλον μου, την μητέρα μου, τους φίλους μου, τα πάντα."

"Ίσως τότε πρέπει να τα φτιάξεις με εκείνον."

Άνοιξε το στόμα της για να απαντήσει, το έκλεισε όμως αμέσως, καθώς δεν ήξερε τι να απαντήσει. Δεν περίμενε να είναι αυτή η απάντηση του. Ο θυμός που έβραζε μέσα της πριν, είχε πλέον σχεδόν παγώσει. Η εικόνα που έκανε στο μυαλό της, εκείνη με τον Αργύρη και όχι με τον Αλέξανδρο, δεν της άρεσε καθόλου.

Κοίταξε τα χέρια της που τα είχε πλέον αμήχανα μπροστά της "Ναι, ίσως πρέπει..." μουρμούρισε.

Τον άκουσε να δυσανασχετεί, προτού ακούσει τα βήματα του να την πλησιάζουν και δει τελικά τις μπότες του μπροστά της. Ένιωσε τα χέρια του στα μάγουλα της πριν σηκώσει το πρόσωπο της για να την κοιτάξει κατάματα.

Έκανε μια καστανή τούφα από τα μαλλιά της στην άκρη "Κρίμα που δεν θα σε αφήσω."

Στο άκουσμα αυτών των λέξεων να βγαίνουν από το στόμα του, ένα χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της και σηκώθηκε στις μύτες των ποδιων της για να τον φιλήσει. Τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό της και τον κράτησε κοντά της. Χώρισαν τα χείλη τους και άφησαν τις ζεστές ανάσες τους να ανακατευτούν.

"Δεν το πιστεύω πως κάνουμε σαν αυτά τα χαζά ζευγάρια που μαλώνουν για το παραμικρό." μουρμούρισε εκείνος και γέλασαν και οι δύο.

"Ούτε εγώ. Μας το παραδέχομαι όμως, είμαστε μαζί δύο μήνες και έχουμε μαλώσει μόνο δύο φορές." συμπλήρωσε εκείνη.

Χαμογέλασαν και οι δύο προτού η Μυρτώ κατέβει στο ύψος της. Ο Αλέξανδρος πήρε τα χέρια του από το πρόσωπο της και πήρε το δεξί της χέρι στο δικό του. Άρχισε να την κατευθύνει προς το αυτοκίνητο του - ευτυχώς είχε έρθει με αυτό και όχι την μηχανή- και μόλις μπήκαν μέσα και άνοιξε η θέρμανση, τον ρώτησε που πήγαιναν.

"Δεν είπες πως το αγόρι σου είναι πολύ μαλακας και δεν σου έχει πει τίποτα για τον εαυτό του;" γύρισε να την κοιτάξει με ένα παιχνιδιαρικο χαμόγελο.

Χασκογέλασε "Δεν τον είπα πολύ μαλακα..."

"Τς, εκεί κόλλησες." γέλασε εκείνος. "Πάμε να το αλλάξουμε όμως αυτό το ότι δεν σου ανοίγεται."

Η κοπέλα χαμογέλασε και έσκυψε να του αφήσει ένα φιλί στο μάγουλο προτού βάλει την ζώνη της και εκείνος ξεκινήσει το αυτοκίνητο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top