|31

"Να προσέχεις. Να είσαι γρήγορος και να μην τον αφήσεις να σε ακουμπήσει. Να έχεις την άμυνα σου ψηλά και-"

"Μυρτώ, ξέρεις ότι δεν είναι ο πρώτος μου αγώνας έτσι;" χασκογέλασε.

"Το ξέρω αλλά ανησυχώ..." μουρμούρισε ενώ έκανε μια μαύρη μπούκλα τον μαλλιών του στην άκρη από το πρόσωπο του.

Άφησε τα χέρια του χαλαρά πάνω στους γοφούς της και την κοίταξε με ένα στραβό χαμόγελο "Δεν χρειάζεται, αφού ξέρεις ότι είμαι ο καλύτερος."

Εκείνη σήκωσε το φρύδι της "Και μετριόφρων πάνω από όλα..." είπε και γέλασε.

Σηκώθηκε στις μύτες των ποδιων της και άφησε ένα φιλί στα χείλη του. Εκείνη τη στιγμή η πόρτα των αποδυτηρίων άνοιξε και εμφανίστηκε ο κοντός άντρας που είχε δει την πρώτη φορά η Μυρτώ. Αν θυμόταν καλά, το όνομα του πρέπει να ήταν Βασίλης.

Αμέσως είδε το χαμόγελο του Αλέξανδρου να πέφτει και την θέση του να παίρνει ένα σοβαρό ύφος που έδειχνε πειθαρχία. Είχε παρατηρήσει πως το έκανε πάντα αυτό. Μόνο σε εκείνη χαμογελούσε και κάποιες φορές στους φίλους του. Στον έξω κόσμο προτιμούσε να δείχνει πως ήταν ένα άκαρδο ρεμάλι, την εντύπωση δηλαδή που είχε και η ίδια πριν τον γνωρίσει.

"Έρχεται η σειρά σου, έτοιμος;" τον ρώτησε ο Βασίλης.

Ως απάντηση κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και κούνησε λίγο τα χέρια του που ήταν πλέον καλυμμένα από ένα ζευγάρι γαντιών του μποξ.

Η κοπέλα άφησε ένα τελευταίο φιλί στο μάγουλο του προτού φύγει από το δωμάτιο λέγοντας του πως θα πήγαινε να βρει τους υπόλοιπους.

Τους βρήκε τελικά σε μια από τις τέσσερις πλευρές του ρινγκ μπροστά μπροστά, έτσι ώστε να έβλεπαν τον Αλέξανδρο καλύτερα. Χαμογέλασε στην Λυδία που την κοίταξε και μόλις τους έφτασε εμφανίστηκε στο ρινγκ και ο Βασίλης.

"Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας! Ελπίζω όλοι να είσαστε υπέροχα, τόσο υπέροχα όσο θα εξελιχθεί και αυτή η βραδιά. Βασικά όχι για όλους, όχι για τους ηττημένους..." μουρμούρισε στο τέλος κάνοντας έναν υποτιθέμενο μορφασμο πόνου. Αυτό έκανε όλο το κοινό να γελάσει.

"Απόψε θα κάνουμε μια αλλαγή και το φαβορί θα εμφανιστεί πρώτο στο ρινγκ." στα λόγια του αυτά, το πλήθος άρχισε να χειροκροταει δυνατά και η Μυρτώ ίσως να ήταν αυτή που χειροκροτουσε πιο δυνατά από όλους, καθώς ένιωθε τα χέρια της να πονάνε, αλλά δεν την ένοιαζε.

Στο ρινγκ εμφανίστηκε πρώτος ο αντίπαλος του Αλέξανδρου, του οποίου το όνομα δεν ενδιέφερε την Μυρτώ, αφού τον κάλεσε ο Βασίλης.

Όταν όμως άκουσε το όνομα εκείνου, ένα μεγάλο χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της και όταν έκανε την επιβλητική εμφάνισή του στην αρένα, έβαλε τα χέρια της γύρω από το στόμα της και ζητωκραυγασε μαζί με το υπόλοιπο πλήθος.

Ρολαρε τα μάτια της στα γυναικεία προκλητικά επιφωνήματα που πήγαιναν προς τον Αλέξανδρο, αλλά δεν έδωσε περαιτέρω σημασία.

Σαν να άκουσε την φωνή της πάνω από όλον τον κόσμο, ο Αλέξανδρος γύρισε να την κοιτάξει. Το σοβαρό ύφος του δεν έφυγε από το πρόσωπο του η Μυρτώ όμως πρόσεξε το μικρό κλείσιμο του ενός ματιού του προς αυτή και ένιωσε την καρδιά της να φτερουγιζει.

Τέτοιες μικρές χειρονομίες την έκαναν χαρούμενη. Πάνω από όλο το πλήθος είχε προσέξει εκείνη και ήθελε να της το δείξει.

Ένιωσε κάποιον να την κοιτάει και όταν κοιτάξει δίπλα της, είδε πως αυτός ο κάποιος ήταν η Λυδία. Την κοιτούσε με ένα απαλό χαμόγελο.

"Τι;" απόρησε η Μυρτώ.

"Τίποτα." απάντησε απλώς η κολλητή της και γύρισε το βλέμμα της ξανά στην αρένα, ενώ πέρασε το χέρι της γύρω από την μέση του Μιχάλη, με το ίδιο χαμόγελο στα χείλη της.

Η Μυρτώ δεν είχε καταλάβει το νόημα πίσω από το χαμόγελο της Λυδίας. Η αλήθεια ήταν όμως πως η κολλητή της χαιρόταν που την έβλεπε τόσο χαρούμενη.

Το καμπανάκι ήχησε και σήμανε έτσι πως ο πρώτος γύρος του παιχνιδιού είχε ξεκινήσει. Όλα πήγαν καλά και ο Αλέξανδρος δέχτηκε μονάχα λίγα ελαφρά χτυπήματα, ενώ αντιθέτως έδωσε κάποια δυνατά στον αντίπαλο, καθώς προσπαθούσε ταυτόχρονα να τον κουράσει.

Ο πρώτος γύρος τελείωσε και έφτασε ο δεύτερος. Εκεί δέχτηκε κάποια πιο δυνατά χτυπήματα στο πρόσωπο που έκαναν την Μυρτώ να κρατήσει για λίγο την ανάσα της, παρόλα αυτά όμως όλα πήγαιναν καλά. Τελικά στον 6ο γύρο έβγαλε τον αντίπαλο του νοκ άουτ.

Η Μυρτώ είχε τρελαθεί από την χαρά της, χειροκροτουσε, φώναζε και χαμογελούσε. Ο Αλέξανδρος φυσικά είχε παραμείνει σοβαρός, όμως τα μάτια του ταξίδευαν που και που προς αυτήν. Μετά από τα συγχαρητήρια που δέχτηκε από τον Βασίλη και τον κόσμο, έφυγε από το ρινγκ και χάθηκε μέσα στα αποδυτήρια.

Η κοπέλα δεν έβλεπε τον λόγο να μείνει και στους υπόλοιπους αγώνες και έτσι τον ακολούθησε, μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά. Ήταν μόνος του και μόλις είχε τελειώσει να λύνει τα κορδόνια του ενός γαντιου με τα δόντια του όταν μπήκαν.

"Συγχαρητήρια!" επιφώνησε η Μυρτώ και πήγε κοντά του. Ήταν έτοιμη να τον αγκαλιάσει και τον φιλήσει όταν η πόρτα άνοιξε και μέσα μπήκε ο Βασίλης.

Τα μάτια του Αλέξανδρου πήγαν αμέσως σε εκείνον και έκανε ένα βήμα πίσω, αποφεύγοντας έτσι την αγκαλιά της. Η ίδια το παρατήρησε αυτό και δεν ήταν η μόνη, καθώς το ίδιο είδαν και τα υπόλοιπα παιδιά.

Ένιωσε ένα τσίμπημα κάπου μέσα της. Τι ήταν τώρα αυτό; Πως την μπερδευε έτσι... Από την μία έλεγε σε φίλους και συγγενείς ότι ήταν κοπέλα του και από την άλλη δεν δεχόταν το άγγιγμα της μπροστά σε γνωστούς. Προσπάθησε παρόλα αυτά να μην εστιάσει πολύ σε αυτό, καθώς το θεώρησε λίγο γελοίο και μόνο που το σκέφτηκε.

Σταύρωσε αμήχανα τα χέρια της και παρακολουθησε απλώς σιωπηλά την διαδικασία κατά την οποία μετρούσε με τον Βασίλη τα χρήματα που του αναλογούσαν από τα στοιχήματα.

"Εντάξει είμαστε." χαμογέλασε τελικά ο κοντός άντρας, χτύπησε φιλικά το μπράτσο του Αλέξανδρου και βγήκε από το δωμάτιο λέγοντας χαρακτηριστικά πως είχε να κάνει άλλη μια γύρα για τα στοιχήματα.

Ο Ορέστης μίλησε "Να σε αφήσουμε να αλλάξεις, θα περιμένουμε πάνω."

Ο Αλέξανδρος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του, ενώ έβγαζε το δεξί του γάντι. Τα παιδιά βγήκαν σιγά σιγά από τα αποδυτήρια, ενώ η Μυρτώ κάθισε σε ένα από τα παγκάκια για να τον περιμένει.

"Τι κάνεις;" την ρώτησε.

"Δεν έχω πρόβλημα να περιμένω."

"Πήγαινε καλύτερα με τα παιδιά, θα αργήσω λίγο." της είπε χωρίς να την κοιτάει καθόλου, προτού γυρίσει την πλάτη του προς εκείνη και αρχίσει να ψάχνει κάτι στον σάκο του.

Με την γλώσσα της στο μάγουλο της έκανε έναν ήχο ενόχλησης, προτού σηκωθεί από εκεί που καθόταν και βγει από τα αποδυτήρια. Δεν ήταν από τις κοπέλες που θα γινόντουσαν αυτοκόλλητες με τα αγόρια τους ή που θα παρεξηγουνταν με το παραμικρό, η ξαφνική του απόμακρη όμως στάση προς εκείνη, την ενοχλούσε.

Βγήκε από την πίσω πόρτα, όπως και την πρώτη φορά που είχε πάει στους αγώνες, και βρήκε την υπόλοιπη παρέα δίπλα από τα αμάξια τους. Μπήκε και εκείνη στη συζήτηση για να αποφασίσουν που θα πάνε μετά.

Ύστερα από κάποια λεπτά εμφανίστηκε και ο Αλέξανδρος από την πίσω πόρτα. Στον δρόμο για να τους φτάσει, δέχτηκε κάποια συγχαρητήρια από κάποιους περαστικούς. Χαμογέλασε η Μυρτώ γιατί χαιρόταν που τον έβλεπε να δέχεται εύσημα για την σκληρή δουλειά του.

Γέλασε λιγάκι από μέσα της. Αν της έλεγε κάποιος πριν λίγους μήνες πως θα ήταν περήφανη για το αγόρι της, το οποίο θα ήταν παράνομος μποξερ, θα του έλεγες πως απλώς ήταν τρελός.

Ο Αλέξανδρος τους έφτασε και η κοπέλα πρόσεξε πως προτού περάσει το χέρι του γύρω από την μέση της, κοίταξε λίγο γύρω του, σαν να ήθελε να δει αν παρακολουθούσε κανείς.

Ένιωσε τα χείλη του να αφήνουν ένα φιλί στο πλάι του κεφαλιού της και αυτό έκανε την καχυποψία της σχετικά με την συμπεριφορά του να μειωθεί λίγο. Όχι για πολύ όμως, καθώς όταν τους πλησίασαν κάποιοι γνωστοί των αγοριών, εκείνος πήρε το χέρι του από γύρω της και έκανε ένα βήμα μακρυά της, όπως είχε κάνει και μπροστά στον Βασίλη.

Μίλησαν για λίγο με τους νεαρούς, ώσπου εκείνοι έφυγαν και ανακοίνωσε ο Θάνος που θα πήγαινε όλη η παρέα. Η Μυρτώ είχε χάσει το ενδιαφέρον της για να βγει πλέον, όμως συμφώνησε να πάει και εκείνη για να δει αν θα συνεχιζόταν η συμπεριφορά του Αλέξανδρου.

Μετά από μια σύντομη διαδρομή με την μηχανή του μέσα στην πόλη, έφτασαν σε ένα γνωστό μαγαζί με το καλύτερο φαγητό της πόλης. Στο τραπέζι κάθισε δίπλα της και είχε το χέρι του γύρω από την πλάτη της όλη την ώρα. Ώσπου στο μαγαζί μπήκαν κάποια γνωστοί των παιδιών πάλι.

Τότε η Μυρτώ είδε ξανά τον Αλέξανδρο να παίρνει το χέρι του από γύρω της και κάθισε ίσια στην θέση του. Χαιρετηθηκαν με τα παιδιά και έπιασαν κουβέντα για λίγο, ώσπου εκείνοι κάθισαν σε ένα τραπέζι.

Τρεις φορές είχε απομακρυνθεί από εκείνη όταν έβλεπε γνωστούς του...

Αυτός και ο Ιούδας... σκέφτηκε και έσφιξε τις γροθιές της, καθώς ένιωθε την προηγούμενη ενόχληση μέσα της να μετατρέπεται σε θυμό. Πήρε την τσάντα της στα χέρια της και σηκώθηκε από την καρέκλα της.

"Δεν νιώθω και πολύ καλά, καλύτερα να πάω σπίτι." είπε όταν γύρισαν όλοι στο τραπέζι να την κοιτάξουν.

"Θα σε πάω εγώ." έκανε ο Αλέξανδρος να σηκωθεί από την θέση του.

Τον κοίταξε όμως εκείνη προτού απαντήσει απότομα "Δεν χρειάζεται."

Λέγοντας ένα 'Καληνύχτα' στα παιδιά, έβαλε το πανωφόρι της και βγήκε από το μαγαζί. Έτριψε τα χέρια της πάνω κάτω στα μπράτσα της όταν ένιωσε το κρύο να της επιτίθετε και είδε τα χνώτα της μπροστά της στην παγωμένη νύχτα.

Έβγαλε το κινητό της από την τσάντα της για να καλέσει ένα ταξί, όταν τον άκουσε πίσω της "Τι έπαθες;"

Δεν γύρισε καν να τον κοιτάξει, καθώς έγραψε τον αριθμό στο τηλέφωνο της. Ήταν έτοιμη να καλέσει, όταν της άρπαξε το κινητό από τα χέρια.

"Σου μιλάω."

"Εγώ όχι..." τον κοίταξε θυμωμένη.

"Ναι αυτό το κατάλαβα. Το γιατί δεν κατάλαβα..."

"Φέρε το κινητό μου." είπε εκείνη, αντί να απαντήσει και έκανε την κίνηση για να το πάρει από τα χέρια του, εκείνος όμως το έβαλε στην εσωτερική τσέπη του δερμάτινου μπουφάν του.

"Τι στον διάολο σε έπιασε τώρα;" την ρώτησε ξανά.

"Αναρωτιέσαι κιόλας; Να βάλεις το μυαλό σου να σκεφτεί και να καταλάβεις μόνος σου!" απάντησε απότομα προτού γυρίσει από την άλλη και αρχίσει να περπατάει προς το σπίτι της.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top