|29
"Δεν το πιστεύω ότι πρέπει να πάρουμε τις πληροφορίες για την εργασία από βιβλία και όχι απλώς από το ίντερνετ. Και όχι μόνο αυτό, δεν τα έχει κιόλας αυτά τα βιβλία η σχολική βιβλιοθήκη! Θα τρέχουμε τώρα μέχρι την δημοτική..." παραπονέθηκε η Λυδία μόλις πέρασαν από την εισοδο του σχολείου και βρέθηκαν στο προαύλιο και πάρκινγκ.
Η Μυρτώ ίσιωσε το άσπρο σκουφάκι της πάνω στο κεφάλι της πριν μιλήσει "Ηρέμησε, δεν θα είναι και τόσο άσχημα. Τα βιβλία στα χέρια σου σου δίνουν άλλη αίσθηση από αυτή του πληκτρολόγιου, πιο ωραία."
"Δεν είμαστε όλοι βιβλιοφάγοι όπως εσύ Μυρτώ..." ξεφύσηξε η κολλητή της και τα χνώτα της φάνηκαν μπροστά της. Η θερμοκρασία εκείνες τις ημέρες είχε πέσει αρκετά, πράγμα όχι και τόσο ασυνήθιστο για τα τέλη Νοεμβρίου.
"Θα δεις ότι δεν θα είναι τόσο άσχημα. Άσε που θα είναι μια ευκαιρία να δω ξανά τον Αργύρη." συμπλήρωσε την τελευταία πρόταση η Μυρτώ ύστερα, καθώς της ήρθε στο μυαλό ο ξανθός νεαρός με τα μαύρα γυαλιά, τα οποία έσπρωχνε συνεχώς πιο ψηλά στη μύτη του.
"Ποιος είναι αυτός ο Αργύρης;" άκουσε πίσω της την ωραία φωνή προτού νιώσει ένα χέρι να την κρατάει σφιχτά από την μέση.
Τρομαγμένη, γύρισε να τον κοιτάξει απότομα και τον χτύπησε ελαφρώς στο στήθος "Βλακα, με τρόμαξες!"
Χασκογέλασε εκείνος "Είμαι και βλακας τώρα;" ρώτησε και έσκυψε να αφήσει ένα φιλί στα χείλη της. Δεν πρόλαβε όμως, καθώς εκείνη ασυναίσθητα έστρεψε το κεφάλι της μακρυά αφού συνειδητοποίησε πως δεν ήταν μόνοι τους.
Την κοιτάξει ανήσυχος με τα πράσινα του μάτια, ο Ορέστης όμως κατάλαβε τον λόγο της αμηχανίας της και για αυτό είπε γελοντας "Μην ανησυχείς, ξέρουμε ήδη."
Κοίταξε έκπληκτη τον Αλέξανδρο στα μάτια. Τους το είχε πει;
"Νόμιζες πως θα το κρατούσα κρυφό;" το ένα άκρο των χειλιών του ήταν σηκωμένο.
Εκείνη έπαιξε αμήχανα με το φερμουάρ του δερμάτινου μπουφάν του που βρισκόταν στο ίδιο επίπεδο με τα μάτια της. "Η αλήθεια είναι πως ναι..." ψιθύρισε.
Τα μάτια του σκοτείνιασαν και δεν πρόλαβε να αντιδράσει η Μυρτώ προτού τα χείλη του βρεθούν πάνω στα δικά της σε ένα παθιασμένο και βαθύ φιλί. Εκεί, στη μέση του - ευτυχώς για την ντροπή της Μυρτώς- άδειου προαυλιου του σχολείου, μπροστά στην παρέα του και την κολλητή της, στην οποία ακόμα δεν είχε πει για το φιλί στο 'Fabric' εκείνο το βράδυ.
Ο Αλέξανδρος τράβηξε το κεφάλι του πίσω και ήταν και οι δύο ξεπνοοι. "Ε λοιπόν δεν έχω σκοπό." της ψιθύρισε.
"Νταξει ρε φίλε ξέρουμε είπαμε, δεν χρειάζεται να βλέπουμε κιόλας όμως..." αστειεύτηκε ο Θάνος.
Από την άλλη ακούστηκε και η Λυδία "Εντάξει, επιβεβαιωθηκε πως έχω μείνει χωρίς κολλητή..." μουρμούρισε έκπληκτη με το στόμα ελαφρώς ανοιχτό.
Η Μυρτώ γέλασε προτού την κοιτάξει απολογητικά "Θα σου το έλεγα, αλλά..."
"Αλλά... Άστα τα αλλά. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει πως το προαίσθημα μου είχε δίκιο. Έπρεπε να το είχα βάλει στοίχημα ρε γαμωτο..." είπε και γέλασαν οι δυο τους.
Η Μυρτώ προσπάθησε να βγει απαλά από την αγκαλιά του Αλέξανδρου "Θα με αφήσεις να φύγω;" τον ρώτησε όταν δεν χαλάρωσε τα χέρια του γύρω από την μέση της.
"Εάν μου απαντήσεις στην ερώτηση μου." αποκρίθηκε εκείνος.
"Η οποία είναι;" ρώτησε καθώς την είχε ξεχάσει.
"Ποιος είναι αυτός ο Αργύρης;"
"Ο βιβλιοθηκαριος στην δημοτική βιβλιοθήκη." απάντησε η κοπέλα.
"Ούτε για αυτόν ξέρω τίποτα..." μουρμούρισε με σταυρωμένα τα χέρια η Λυδία, η οποία είχε πιάσει κουβέντα με τα άλλα τρία παιδιά.
Δεν το σχολίασε η Μυρτώ και εκείνη τη στιγμή άκουσε πάλι τον Αλέξανδρο να ρωτάει "Θα πρέπει να ανησυχώ;"
Δεν κρατήθηκε η κοπέλα και γέλασε "Νομίζω σε αυτή τη σχέση μόνο εγώ θα πρέπει να ανησυχώ για τυχόν κοπέλες που ενδιαφέρονται..."
Την κοιτάξει ελαφρώς στραβά με ένα μικρό χαμόγελο "Ακόμα δεν απάντησες στην ερώτηση μου..."
Ρολαρε τα μάτια της η Μυρτώ "Όχι, δεν χρειάζεται να ανησυχείς. Δεν τον ξέρω καν, τον γνώρισα την προηγμένη φορά που πήγα στην βιβλιοθήκη."
"Καλά." απάντησε εκείνος με το ίδιο αχνό χαμόγελο προτού αφήσει ένα φιλί στα χείλη της ξανά και πάρει τα χέρια του γύρω από την μέση της.
"Πάμε;" άκουσε την κολλητή της από δίπλα της "Αυτή η εργασία δεν θα γίνει μόνη της και σίγουρα ο βαθμός στο τετράμηνο δεν θα μπει μόνος του."
"Πάμε." είπε η Μυρτώ και αποχαιρέτησαν τους νεαρούς προτού κατευθυνθούν προς την βιβλιοθήκη.
Λόγω του κρύου περπατούσαν γρήγορα και έτσι έφτασαν νωρίς. Μπήκαν μέσα και ανακουφιστηκαν από την ζέστη που τις τύλιξε και η Μυρτώ χάρηκε ιδιαίτερα από την μυρωδιά των βιβλίων.
"Πάμε κατευθείαν στα ιστορικά." αποκρίθηκε η κοπέλα και άρχισαν να ψάχνουν τα ράφια με τα βιβλία ιστορίας, προς αναζήτηση βιβλίων σχετικά με τον μεσαίωνα.
Έχοντας τελειώσει με την μία πλευρά μιας βιβλιοθήκης, η Μυρτώ έστριψε για να ψάξει και στην άλλη και εκείνη τη στιγμή έπεσε πάνω σε ένα γεροδεμένο στήθος. Το άρωμα που είχε μυρίσει την προηγούμενη φορά που ήταν εκεί, έφτασε ξανά τα ρουθούνια της και ήταν προετοιμασμενη για τα μπλε μάτια που θα αντίκριζε πίσω από ένα ζευγάρι γυαλιών με μαύρο σκελετό.
"Μυρτώ!" φάνηκε έκπληκτος.
"Γειά." του χαμογέλασε εκείνη.
"Γειά. Δεν περίμενα να σε δω ξανά εδώ." της εξήγησε προτού χαμογελάσει και ο ίδιος.
"Ούτε κι εγώ να πω την αλήθεια δεν περίμενα να ξαναέρθω, τελικά χρειάστηκε όμως για μια σχολική εργασία."
"Κατάλαβα. Θες μήπως βοήθεια για να βρεις κάτι;" προσφέρθηκε.
"Δεν χρειάζεται, ευχ-"
"Βασικά χρειαζόμαστε βοήθεια, ψάχνουμε βιβλία σχετικά με τον μεσαίωνα." άκουσε από πίσω της την Λυδία, η οποία άλλαξε την προηγουμένως αρνητική απάντηση της Μυρτώς.
"Αχα. Έχουμε πάρα πολλά. Από εδώ παρακαλώ..." είπε ευγενικά ο Αργύρης και έστριψαν και οι τρεις τους στην επόμενη βιβλιοθήκη.
Άρχισε να βγάζει διαφορά βιβλία από όλα τα ράφια και εν τέλει, οι κοπέλες κατέληξαν με παραπάνω από δέκα βιβλία στα χέρια τους. Τις βοήθησε φυσικά να τα μεταφέρουν στο πιο κοντινό τραπέζι και κάθισαν εκεί για να δουλέψουν για την εργασία τους.
Έψαχναν, διάβαζαν, υπογράμμιζαν, αντέγραφαν, έσβηναν και ξαναέγραφαν. Έτσι πέρασαν πέντε ώρες και χωρίς να το καταλάβουν η ώρα είχε πάει εφτά το απόγευμα.
Μπορεί να είχαν κουραστεί και να ένιωθαν πως ανά πάσα στιγμή θα τους έπιανε πονοκέφαλος, είχαν όμως τελειώσει μια εξαίρετη εργασία για την ιδιότροπη καθηγήτρια γαλλικών.
Τα κορίτσια επέστρεψαν όλα τα βιβλία στις θέσεις τους και παίρνοντας τα πράγματα τους, έφτασαν στο γραφείο υποδοχής, όπου καθόταν ο Αργύρης.
"Τελειώσατε;" τις ρώτησε χαμογελοντας, προτού ισιώσει τα γυαλιά του στην ίσια μύτη του.
"Ναι." απάντησε η Λυδία, και η ίδια με ένα χαμόγελο στα χείλη της.
"Ευχαριστούμε για την βοήθεια." συμπλήρωσε η Μυρτώ.
"Δεν κάνει τίποτα. Την δουλειά μου έκανα." γέλασε ελαφρώς.
Οι δύο κοπέλες τότε τον καληνύχτισαν και είχαν σχεδόν βγει από το κτήριο όταν ο Αργύρης φώναξε το όνομα της Μυρτώς.
Γύρισε να τον κοιτάξει ενώ η Λυδία την περίμενε έξω, καθώς είχε μόλις απαντήσει σε ένα τηλεφώνημα από τον Μιχάλη.
"Ορίστε;"
"Να... Αναρωτιόμουν αν..." μασουσε τα λόγια του και η Μυρτώ τον κοίταξε στα μάτια προσπαθώντας να καταλάβει τι ήθελε να πει ή να τον παροτρύνει να τελειώσει την πρόταση του.
Δεν ξέρει αν βοήθησε αυτό αλλά τελικά ο Αργύρης είπε "Αν θα ήθελες να βγούμε για καφέ κάποια μέρα."
Η κοπέλα χαμογέλασε "Ναι, θα το ήθελα." ήταν η απάντηση της, η οποία έκανε ακόμα πιο πλατύ το άσπρο του χαμόγελο.
"Εντάξει, λοιπόν. Θα... Σε πάρω τηλέφωνο. Ή θα στείλω μήνυμα. Ή στείλε εσύ αν θες."
Κούνησε καταφατικά το κεφάλι της και αφού αντάλλαξαν αριθμούς τηλεφώνων, τον άφησε στην δημοτική βιβλιοθήκη με ένα τελευταίο 'καληνύχτα'.
"Τι σε ήθελε;" την ρώτησε η κολλητή της, η οποία είχε μόλις κλείσει το τηλέφωνο.
"Πρότεινε να βγούμε για ένα καφέ."
"Και τι απάντησες;"
"Δέχτηκα." είπε απλά η Μυρτώ ενώ τύλιξε γύρω από τον λαιμό της το ζεστό κασκόλ της.
"Μην του δίνεις άδικα ελπίδες."
"Ορίστε;" ρώτησε μπερδεμένη η Μυρτώ.
"Προφανώς έχεις αρχίσει να του αρέσεις. Είσαι με τον Αλέξανδρο όμως τώρα, οπότε μην του δίνεις ελπίδες."
"Βλακειες..." ξεφυσηξε η Μυρτώ "Απλώς φιλικά θα βγούμε για έναν καφέ."
"Εντάξει." είπε απλά η Λυδία και δεν πίεσε άλλο το θέμα.
Συμφώνησαν και οι δύο να κοιμηθεί η Λυδία στο σπίτι της Μυρτώς, οπότε αφού έφτασαν σπίτι της άλλαξαν σε ζεστά ρούχα και ξάπλωσαν στο σαλόνι.
Παρήγγειλαν πίτσα και ετοίμασαν ταινία στην τηλεόραση και έτσι πέρασαν δίπλα στο τζάκι μια βραδιά κοριτσιών, κάτι που είχαν να κάνουν πολύ καιρό.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top