|26

Την ξάφνιασε η όψη του τύπου με το piercing στο φρύδι, τα τατουάζ στον λαιμό και το πυκνό μούσι. Την έφερε πιο κοντά του και η έντονη μυρωδιά του αλκοόλ στην ανάσα του, την έκανε σχεδόν να αδειάσει το στομάχι της στην πίστα.

"Σε είδα και δεν μπορούσα να σταματήσω να σκέφτομαι το πόσο κρίμα είναι να χορεύει μια κοπέλα σαν και εσένα μόνη της." τον άκουσε να ψιθυρίζει στο αυτί της και ανατρίχιασε λίγο από αηδία όταν ένιωσε την ανάσα του στο δέρμα της.

Θέλοντας να είναι ευγενική και να μην προκαλέσει σκηνή, χαμογέλασε ευγενικά και προσπάθησε να κάνει λίγο πίσω για να απομακρυνθεί από τον τύπο. "Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον, αλλά δεν είμαι μόνη μου. Έχω τις φίλες μου."

Εκείνος έριξε μια γρήγορη ματιά στις άλλες τρεις κοπέλες που είχαν αρχίσει να κοιτάνε για να καταλάβουν αν η Μυρτώ χρειαζόταν βοήθεια. Γύρισε ξανά σε εκείνη και είχε ένα στραβό χαμόγελο στο πρόσωπο του.

"Και πάλι, νομίζω πως εγώ είμαι καλύτερος χορευτής, έχω τις κινήσεις. Και που να δεις τις κινήσεις μου στο κρεβάτι..." το χαμόγελο του έγινε πιο πλατύ, ενώ το ευγενικό της Μυρτώς έπεσε από τα χείλη της.

Προσπάθησε να τραβήξει τα χέρια του από την μέση της αλλά εκείνος δεν είχε κάτι τέτοιο στο νου του.

"Άφησε με!" του φώναξε πάνω από την μουσική και προσπάθησε να τον χτυπήσει με τον αγκώνα της όταν δεν απομακρυνοταν.

Κοίταξε δίπλα της να δει αν τα κορίτσια ήταν ακόμα εκεί αλλά έλειπαν. Τα μάτια της πήγαν στην υπόλοιπη παρέα και είδε την Ελένη και την φίλη της να μιλάνε ανήσυχα στα αγόρια και να δείχνουν προς το μέρος της. Η Λυδία στο μεταξύ φάνηκε κάπου μέσα στον κόσμο που χόρευε στην πίστα, να προσπαθεί να φτάσει την Μυρτώ.

Ήταν τόσο απασχολημένη η κοπέλα να ψάχνει τους φίλους της που άργησε να νιώσει τα χείλη του στον λαιμό της και όταν το έκανε, όλα ξαφνικά χάθηκαν γύρω της και το μυαλό της έμεινε κενό.

Πλησίασε ξανά τα χείλη του στα δικά της και σιγά σιγά ανέβασε το χέρι του πιο πάνω στο πόδι της. Η κοπέλα γύρισε το κεφάλι της προς την αντίθετη μεριά και προσπάθησε να σπρώξει το χέρι του αλλά δεν μπορούσε. Εκείνος ήταν πιο δυνατός και πιο επίμονος.

"Λουκά σταμάτα, δεν θέλω!"

Το χέρι του είχε χωθεί πια κάτω από τη φούστα του φορέματος της, ενώ το άλλο την κρατούσε δυνατά από τον σβέρκο έτσι ώστε να μην μπορεί να γυρίσει το κεφάλι της και να μπορεί εκείνος να επιτεθεί στα χείλη της.

Η Μυρτώ ένιωθε αδύναμη κάτω από το βάρος του και δεν της άρεσε καθόλου, ένιωθε αβοήθητη και στην ουσία ήταν.

"Λουκά!"

"Σκάσε, θα σου αρέσει." μουρμούρισε και έσκυψε το κεφάλι του για να φιλήσει τον λαιμό της.

"Λουκά, σε παρακαλώ..." η φωνή της είχε γίνει λεπτή, παρακλητικη.

Ένιωσε ένα χέρι να πλησιάζει το μπούστο της και προσπάθησε να συνέλθει αλλά δεν μπορούσε, οι αναμνήσεις την είχαν κατακλύσει και το μυαλό της δεν λειτουργούσε.

Όσο γρήγορα ένιωσε το χέρι άλλο τόσο γρήγορα είχε εξαφανιστεί από πάνω της. Ξαφνικά όλα ξεθολωσαν γύρω της και η μουσική ακουγόταν ξανά δυνατά στα αυτιά της. Δίπλα της στεκόταν ο Νίκος με τον Ορέστη ενώ τα κορίτσια ήταν πίσω τους. Παρατήρησε πως ο κόσμος είχε σχηματίσει έναν κύκλο γύρω τους και αναρωτιόταν από μέσα της γιατί.

Άκουσε πίσω της μια γροθιά να συνδέεται με κάτι και όταν γύρισε να κοιτάξει, κατάλαβε γιατί ο κόσμος τους κοιτούσε.

"Αλέξανδρε..." βγήκε ένας ψίθυρος από το στόμα της.

Σαν να την άκουσε, εκείνη τη στιγμή σταμάτησε να χτυπά τον τύπο που την ακουμπούσε πριν και γύρισε να την κοιτάξει. Αγνόησε τα βλέμματα που του έριχναν οι φίλοι του τύπου, την ώρα που τον έπαιρναν από την σκηνή, τα μάτια του είχαν κολλήσει στα δικά της.

Χωρίς να το σκεφτεί πολύ, την πήρε από το χέρι και την οδήγησε στον διάδρομο με τις τουαλέτες του μπαρ, όπου η μουσική ήταν πιο χαμηλή, πριν προλάβει να πει κάποιος από την παρέα κάτι.

"Τι σκατα κάνεις εσύ εδώ πάλι;" την ρώτησε αλλά όχι θυμωμένα. Είχε ακουμπήσει και τα δύο του χέρια στα μάγουλα της και με τα πράσινα του μάτια έψαχνε το όμορφο πρόσωπο της για τυχόν σημάδι δυσφορίας.

Ασυναίσθητα εκείνη είχε γύρει το πρόσωπο της στο ένα του χέρι και έκλεισε τα μάτια της, απολαμβάνοντας την ζεστασιά του, το άρωμα του και το αίσθημα ασφάλειας που της δημιουργούσε.

"Δεν ξέρω..." ψιθύρισε εκείνη αλλά αμφέβαλλε αν την είχε ακούσει.

Δυσανασχετησε εκείνος "Είσαι καλά;" την ρώτησε και πήρε σιγά-σιγά τα χέρια του από το πρόσωπο της.

Με δυσκολία κρατήθηκε η Μυρτώ και δεν παραπονέθηκε για αυτή του την κίνηση αλλά τελικά, κούνησε απλώς το κεφάλι της καταφατικά.

"Σου είχα πει να μείνεις μακρυά από αυτό το μέρος..." το βλέμμα του έγινε σοβαρό, έσφιξε το σαγόνι του και σταύρωσε τα χέρια του. Τότε μόνο παρατήρησε το μαύρο πουκάμισο που φορούσε, με τα μανίκια διπλωμένα στους αγκώνες. Του ταίριαζε τόσο πολύ...

Καλή είσαι και εσύ... Μόλις σε χουφτωνε ένας ανώμαλος στην πίστα και εσύ κάθεσαι και ξεροσταλιαζεις για τον αγριάνθρωπο... άκουσε την ενοχλητική φωνούλα μέσα της.

"Δεν ήξερα πως θα έρθουμε εδώ, δεν μου το είχαν πει." απάντησε τελικά εκείνη ενώ κοιτούσε το πάτωμα.

Ο Αλέξανδρος κούνησε απλώς το κεφάλι του. Δεν είπαν κάτι άλλο και έτσι εκείνος την πήρε ξανά από το χέρι και την πήγε στο σαλονάκι της παρέας της. Εκεί βρίσκονταν και οι τρεις φίλοι του.

Το κλαμπ είχε επιστρέψει ξανά στους κανονικούς του ρυθμούς, ο κόσμος χόρευε και έπινε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, ευτυχώς.

Μόλις την είδε η Λυδία πήγε δίπλα της και έβαλε το χέρι της γύρω από τους ώμους της. Την ρώτησε αν ήταν καλά και η Μυρτώ απλώς κούνησε το κεφάλι της καταφατικά, αναγκάζοντας τα χείλη της να σχηματίσουν ένα μικρό χαμόγελο.

Δεν θα της είχε φανεί τρομακτικό όλο αυτό το περιστατικό αν δεν είχαν κάνει την εμφάνιση τους στο μυαλό της εκείνες οι αναμνήσεις. Το να σου την πέφτει κάποιος -όχι με αυτόν τον τρόπο φυσικά- είναι φυσιολογικό, αλλά έφερε ξανά στην επιφάνεια του μυαλού της τα γκρι μάτια που στοιχειωναν πολλές φορές τα όνειρα της και τα μετέτρεπαν σε εφιάλτες.

Είδε τον Αλέξανδρο και τον Μιχάλη να απομακρύνονται λίγο από την παρέα και να ανταλλάζουν κάποιες έντονες κουβέντες. Ο Αλέξανδρος βασικά έμοιαζε να είναι εξοργισμένος, ο Μιχάλης είχε ένα απολογητικο ύφος.

Ήθελε τόσο πολύ να μάθει τι έλεγαν... Το γεγονός ότι ο Μιχάλης είχε γυρίσει να την κοιτάξει ήδη δύο φορές ενώ μιλούσε με εκείνον, έκανε πιο έντονο το προαίσθημα της ότι μιλούσαν για εκείνη.

Διακριτικά, μετακινήθηκε και κάθισε στην άκρη του καναπέ, όσο πιο κοντά σε εκείνους μπορούσε. Η δυνατή μουσική όμως δεν την διευκόλυνε. Προσπάθησε να εστιάσει στα λόγια τους αλλά το μόνο που άκουσε από το στόμα του Αλέξανδρου ήταν διάσπαρτες λέξεις.

"... μακρυά της... και εσύ την φέρνεις εδώ..."

"Μυρτώ;"

Γύρισε ξαφνιασμενη να κοιτάξει την Λυδία. "Ορίστε;"

"Μήπως θες να φύγουμε;"

Το σκέφτηκε η κοπέλα λίγο και τελικά απάντησε καταφατικά. Εκείνη τη στιγμή τα δύο αγόρια επέστρεψαν στην παρέα και η Μυρτώ είχε μόλις προλάβει να σηκωθεί από τον καναπέ, όταν μπροστά στο σαλονάκι εμφανίστηκε ένας άνδρας με δύο μυώδης μπραβους δίπλα του.

Τα μαύρα του μαλλιά, τα καταγάλανα ματιά του, το μαύρο του κουστούμι που έμοιαζε να είναι πανάκριβο και το σαρδονιο χαμόγελο που σχημάτιζαν τα χείλη του, του έδιναν μια σκοτεινή αύρα και ασυναίσθητα η κοπέλα πλησίασε τον Αλέξανδρο.

Αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από τον άντρα, καθώς δεν είχε πάρει τα μάτια του πάνω από την Μυρτώ, αλλά δεν το σχολίασε. Έστρεψε τελικά το βλέμμα του προς εκείνον.

"Σωτηρίου, νόμιζα πως είχες πει ότι ήθελες να μείνεις μακρυά από μπελάδες. Δεν το βλέπω αυτό..." ακούστηκε η φωνή του βαριά.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top