|2

Κοίταξε άλλη μια φορά τους μαύρους κύκλους κάτω από τα μελί της μάτια, στον καθρέφτη στο εσωτερικό του ντουλαπιού της, προτού πάρει τα βιβλία που χρειαζόταν και κλείσει το ντουλάπι. Άκουσε βήματα δίπλα της και γύρισε να δει τους δύο φίλους της.

"Παναγία μου!" αναφώνησε η Λυδία με μια έκφραση τρόμου στο πρόσωπο της.

"Είπαμε, δεν είμαι και τόσο χάλια πια..." μουρμούρισε η Μυρτώ.

"Αγάπη μου, αυτοί οι κύκλοι είναι πιο μαύροι και από το μέλλον μου!" συνέχισε η Λυδία με τις υπερβολές της.

"Μα τι καλή φίλη..." είπε ειρωνικά η Μυρτώ.

"Το ξέρω ότι είμαι, δεν χρειάζεται να μου το θυμίζεις." χαμογέλασε γλυκά.

"Μην την ακούς, υπερβάλει." γέλασε ο Νίκος.

Χαμογέλασε η Μυρτώ έτοιμη να γελάσει "Ορίστε καλός φίλος, παίρνε παραδείγματα..." αποκρίθηκε στην κολλητή τους.

"Δεν είναι καλός φίλος, απλώς έχει κάνει πολλή εξάσκηση στο να λέει τέτοια ψέματα λόγω της κοπέλας του." σήκωσε εκείνη το φρύδι της με ένα χαμόγελο που έδειχνε πως ήξερε κάτι παραπάνω.

"Καλά, αυτό είναι σίγουρο. Αλήθεια όμως δεν είσαι τόσο χάλια. Δεν κοιμήθηκες όμως καλά;" ρώτησε ο Νίκος.

"Ναι, δεν με έπαιρνε ο ύπνος." προτίμησε να του πει αυτό πάρα την αλήθεια.

Τι να του έλεγε; Ότι την κρατούσαν ξύπνια δύο πράσινα μάτια που δεν έλεγαν να βγουν από το μυαλό της; Δεν υπήρχε τέτοια περίπτωση. Αν μάθαιναν η Λυδία ή ο Νίκος πως είχε συναναστραφεί μαζί του σίγουρα δεν θα ήταν χαρούμενοι. Ο κολλητός τους τις είχε προειδοποιείσει μάλιστα και τις δύο να μείνουν μακρυά του, καθώς 'ήταν μόνο κακά μαντάτα' είχε πει. Όντας αγόρι κάτι παραπάνω θα ήξερε, κάτι θα είχε ακούσει από τις παρέες του.

"Να δω πως θα αντέξω σήμερα και στο κτηνιατρείο. Ευτυχώς σήμερα το κλείνει η Μελίνα οπότε μπορεί να φύγω και νωρίτερα."

Ο Νίκος πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους της "Εγώ σου είπα να φύγεις από εκεί αλλά δεν με ακούς. Κουράζεσαι πολύ και με το σχολείο και με το κτηνιατρείο. Είμαι σίγουρος πως η Μελίνα θα βρει άλλον εθελοντή."

"Μα δεν θέλω να φύγω, μου αρέσει να βοηθάω εκεί." αποκρίθηκε η Μυρτώ.

"Καλά, όπως νομίζεις... Πάω να βρω τα παιδιά οπότε τα λέμε αργότερα." την φίλησε στο πλάι του κεφαλιού της και έκανε να φύγει.

"Εγώ δεν έχω φιλί;" άκουσε την Λυδία να ρωτάει.

Γύρισε και της χαμογέλασε "Έλα και εσύ παραπονιάρα."

Την φίλησε και εκείνη στο μάγουλο και με ένα τελευταίο "Γειά", πήγε να βρει τους φίλους του. Τον κοιτούσε καθώς έφευγε η Μυρτώ και όταν χάθηκε στην γωνία του διαδρόμου γύρισε να κοιτάξει την φίλη της. Για κακή της τύχη, εκείνη την περίμενε με την πούδρα στο χέρι.

"Όχι!" είπε αμέσως.

"Ω ναι!" χαμογέλασε πονηρά η Λυδία.

"Μα αφού ξέρεις ότι δεν το μπορώ αυτό το πράγμα, μην μου το κάνεις αυτό!" την παρακάλεσε.

"Αυτό το πράγμα, ονομάζεται πούδρα και θα βοηθήσει να σε κάνω ξανά άνθρωπο. Πάμε τώρα." την πήρε από το χέρι και άρχισε να της οδηγήσει στις τουαλέτες των κοριτσιών.

"Μα με φαγουρίζει και δεν μπορώ να ξυθώ γιατί θα γίνω χάλια και άσε που μπαίνει στη μύτη μου και φτερνίζομαι χωρίς έλεος!" παραπονέθηκε σαν πεντάχρονο, προσπαθώντας να τραβήξει το χέρι της από την λαβή της κολλητής της.

Της άρεσε πολύ το μακιγιάζ, συγκεκριμένα της άρεσε να το χρησιμοποιεί στις εξόδους της, τίποτα παραπάνω όμως από ένα κραγιόν, μια μάσκαρα, ένα eye liner και κάποιες φορές κάποια σκιά στα μάτια. Με τις πούδρες και όλες αυτές τις βάσεις ένιωθε το δέρμα της να ασφυκτιά, άσε που δεν το χρειαζόταν κιόλας.

"Άσε τις δικαιολογίες και προχώρα." είπε απλώς η Λυδία και την έβαλε στις κοριτσίστικες τουαλέτες. Εκεί βρίσκονταν ήδη άλλες δύο κοπέλες οι οποίες όμως μιλούσαν και δεν έδωσαν σημασία, συνεχίζοντας την κουβέντα τους.

Άρχισε η Λυδία να αλευρώνει την Μυρτώ, η οποία άθελά της άκουσε την συζήτηση των κοριτσιών λίγο πιο δίπλα, οι οποίες όμως προφανώς δεν προσπαθούσαν να το κρατήσουν και μυστικό.

"Θεός παιδί μου σου λέω, δεν είχε σταματημό..." σαν να έβλεπε το πονηρό χαμόγελο της κοπέλας.

"Τόσο πολύ εε; Και να σου πω, τώρα τι, τα έχετε;" ρώτησε η άλλη κοπέλα.

"Δεν ξέρω, Αλέξανδρος είναι αυτός, δεν τον λες και πολύ εκφραστικό τύπο. Νομίζω πως τα έχουμε. Εσύ αν το έκανες με κάποιον σχεδόν κάθε μέρα για δύο εβδομάδες, τι συμπέρασμα θα έβγαζες;"

Ίου, ίου, ίου! Ξερνάω σε 1... 2...3

"Είπες κάτι;" γούρλωσε τα μάτια της όταν άκουσε τα λόγια της κοπέλας πίσω της.

Το είπα δυνατά αυτό;

"Ναι το είπες..." Δεν χρειάστηκε να κοιτάξει για να καταλάβει τη στάση της. Έβαζε στοίχημα πως το ένα φρύδι ήταν σηκωμένο, τα βαμμένα χείλη της ήταν τσιτωμένα, το ένα χέρι της ήταν στη μέση της ενώ το ένα πόδι της χτυπούσε στο πάτωμα. Το τελευταίο το κατάλαβε από τον ήχο που έκανε το μπροστινό μέρος του τακουνιού της ενώ χτυπούσε στο πλακάκι του μπάνιου.

"Εεεμ, εμείς να πηγαίνουμε..." χαμογέλασε νευρικά η Λυδία προτού πάρει πάλι την φίλη της από το χέρι και την βγάλει βιαστικά από τις τουαλέτες.

"Πας καλά παιδάκι μου;! Γιατί το είπες αυτό;!"

"Εεε σορρυ, μου ξέφυγε..." απολογήθηκε η Μυρτώ.

"Αυτό μας έλειπε τώρα, να την έχουμε να μας κράζει..."

"Γιατί μωρέ, ποια είναι αυτή;" αναρωτήθηκε ενοχλημένη η Μυρτώ.

Ποια είναι τόσο σημαντική που θα κάθεται και θα σχολιάζει αυτές τις δύο για ένα περιστατικό στο μπάνιο;

"Η Διαμαντάκη είναι από το Γ'1. Αυτή που έχει πηδήξει τον μισό αρσενικό πληθυσμό του λυκείου μας και κράζει οτιδήποτε κινείτε..."

"Λυδία, τις εκφράσεις σου πρόσεχε! Θα μας ακούσει κανένας καθηγητής..."

"Καλά συγγνώμη, ας το πω αλλιώς. Αυτή που έχει ερωτοτροπήσει με το ήμισυ του αρσενικού πληθυσμού του λυκείου μας. Καλύτερα;" σήκωσε το φρύδι της η Λυδία.

"Πολύ..." μουρμούρισε η κοπέλα.

"Τς, τέλος πάντων. Ξέχνα το τώρα, χεστήκαμε και αν μας κράζει."

"Αυτό ακριβώς." συμφώνησε και η Μυρτώ.

"Πάμε στην τάξη; Χτυπάει σε λίγο το κουδούνι." ρώτησε.

"Έχω χημεία και θα μας πάει εργαστήριο οπότε πάω από εδώ." είπε η κολλητή της και έδειξε στον διάδρομο πίσω της.

"Ααα οκ, τα λέμε στο διάλειμμα τότε." είπε η Μυρτώ και με ένα φιλί στον αέρα η καθεμία άρχισαν να περπατάνε προς τις τάξεις τους.

Η τάξη της ήταν στον δεύτερο όροφο τους κτηρίου και δεν είχε προλάβει να φτάσει καν τις σκάλες, όταν ένιωσε κάποιον να την τραβάει από πίσω και βρέθηκε ξαφνικά κάπου στενά και σκοτεινά.

Άκουσε μια πόρτα να κλείνει και υπέθεσε πως ήταν στην αποθήκη με τα καθαριστικά του επιστάτη που ήταν λίγο πιο δίπλα από τις σκάλες.

Αμέσως στο μυαλό της ήρθε ένα πράγμα. Να ουρλιάξει. Δεν πρόλαβε όμως, καθώς ένα μεγάλο χέρι κάλυψε το στόμα της προτού την σπρώξει στον τοίχο πίσω της. Μόνο που δεν υπήρχε τοίχος, αλλά ράφια με αποτέλεσμα να χτυπήσει την πλάτη της και να βγάλει ένα επιφώνημα πόνου.

"Σςς μην βγάλεις αχνά." άκουσε για άλλη μια φορά την βαριά, βραχνή φωνή του.

Κάθε φορά έτσι θα συναντιόντουσαν;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top