ένα παρελθόν....

"Όλα απο καπου ξεκινανε και κάπου πρέπει να τελειώσουν... "

1 μήνα πριν

"Μαμά... κρυώνω. Πονάει η κοιλιά μου και πειναω πολύ... " ειπε ο μικρός Λιαμ  και εκείνη δάκρυσε... Δεν μπορούσε να του προσφέρει σχεδόν τίποτα πλέον ...  Μετά από πόσα  χρόνια αναγκάστηκε ξανά να βγει στη βιζιτα  με το χειρότερο τρόπo... κατάφερε μέχρι τα δυο να μεγαλώσει τον γιο της όμορφα αλλά όλα είχαν αλλάξει πλέον... Έβλεπε το τριών ετών παιδί της να της ζηταει φαγητό και σκόρπουσε η ψυχή της στην άβυσσο...

"Κάτι θα κάνει η μαμά αγάπη μου ... Θα Σε αφήσω λίγο στην κυρία Φεργκιουσον και θα επιστρέψω.. σου υπόσχομαι να σου φέρω φαγητό... Μόνο σε παρακαλώ μην κλαις ..." κοίταξε το παιδί της που είχε διπλωθει  και σπαράξε η καρδιά της... Θα έβγαινε ξανά, ακόμα ένα βράδυ να πουλήσει το κορμί της για λίγα δολάρια... τόσα όσα χρειαζόταν για να το ταΐσει... το κρύο στο σπίτι ήταν αρκετό, για φως είχανε διάσπαρτα κεριά να καίνε και να δίνουν και λίγη από την ζεστασιά τους ...

Ο μικρός ρούφηξε την μύτη του . Πότε δεν του άρεσε να πήγαινε στην γριά εκείνη κυρία αλλά ήξερε πως η μαμά θα του φέρει να φάει... Πώς παλεύει... Μπορεί να ηταν μόλις τριών αλλά από μικρό ζούσε σε ένα σκληρό κόσμο.  Η γειτονιά που μενανε ήταν βρώμικη και οι άνθρωποι που κατοικούσαν σε αυτήν βάναυσοι και τιποτενιοι...

"Σ'αγαπάω μανούλα..." της ψιθύρισε κι εκείνη πάτησε τα κλάματα... Έπιασε έναν κότσο τα κατακόκκινα σαν φλόγα μαλλιά της και τον τράβηξε στην αγκαλιά της....

"Όλα θα φτιάξουν... κάτι θα σκεφτεί η μαμά μωράκι μου ... κάτι θα σκεφτεί... " απάντησε σκεπτική και άφησε το μυαλό της να ταξιδεψει σε ένα και μόνο πράγμα... Στον άνθρωπο που της στέρησε την οικονομική στήριξη που εισέπραττε τα τελευταία χρόνια.... Μιλούσε συνεχώς στον γιο της για εκείνον, του είπε τα πάντα για την μεταξύ τους σχέση όταν άρχισε να καταλαβαίνει  άλλα η απορία του για το τι απέγινε  εκεινος ο ανθρωπος δεν μπορούσε ακόμα να απαντηθεί... Δεν γινόταν να γεμίσει το μυαλουδάκι του παιδιού της με δηλητήριο... Όχι ακόμα...

Τον σήκωσε και τον κοίταξε, η χιλιοφορεμενη μπλούζα κάτω από το φως το κεριών φαινόταν τρομακτική... μικρές τράπουλες υπήρχαν πάνω της και μπορούσε να διακρίνει από μέσα τους το γυμνό του δέρμα... Μπορεί τα χρήματα να μην τους χάριζαν πολλά αλλά ήταν αρκετά για να μπορεί να τον ταΐζει και να έχει ρεύμα... ζεστασιά και προστασία... πλέον πάλευε τον τελευταίο χρόνο να ανταπεξέλθει ... Χρωστούσε παντού και ο μικρός από την κατάσταση που επικρατούσε σπίτι ήταν συνεχώς άρρωστος... τσακισμενη, διαλυμένη και με την αγάπη της μάνας που  ξεπερνούσε τον σωματικό πόνο που ένιωθε και την αηδία που της προκαλούσαν οι άντρες , έβγαινε τα βράδια παρακαλώντας το Θεό να τελειώσει...

Παρόν

"Φύγε όπως είσαι!!!" Φώναξε ο Ίαν και την έσπρωξε με αποτέλεσμα να πέσει στο πάτωμα... Η Ντενις σύρθηκε προς τα πίσω μέχρι που έφτασε στον τοίχο...

Στηρίχθηκε πάνω του και σηκώθηκε κοιτώντας τον ... τίποτα δεν θα ηταν εύκολο και το είχε καταλάβει εξ αρχής αλλά δεν θα τα παρατούσε... Δίχως να μιλήσει κατέβασε το κεφάλι της άνοιξε την πόρτα και έφυγε...

Ο Ιαν έμεινε μόνος.  Αισθανόταν βρώμικος και μόνο από το άγγιγμα της ... Μπινελικιασε τον εαυτό του που το σώμα του αντέδρασε στις κινήσεις της και κάθισε στο γραφείο.  Σήκωσε το τηλέφωνο και εγυρε προς τα πίσω στην πολυθρόνα...

Ένα ακομα πράγμα που τον αγχώνε ήταν ο Νταμιεν ... Του ανακοίνωσε πως θα επιστρέψει για ένα διάστημα πίσω και ο Ίαν ένιωθε περίεργα... Είχε να τον δει από το θάνατο του Γουες... Μπορεί τηλεφωνικά να είχαν σταθερή επικοινωνία για την έκβαση των υποθέσεων αλλά ήταν διαφορετικά να γυρισει πίσω...

"Εμπρός.." ακούστηκε η φωνή του και ο Ίαν άφησε την ανάσα του .

"Τι ώρα φτάνεις;"τον ρώτησε αμέσως χωρίς πολλά πολλά. 

"Στις 11 . Θα πάω στο ξενοδοχείο να ξεκουραστώ και αύριο θα έρθω από σένα να βάλουμε κάτω τα χαρτιά μας . Έχω πρόβλημα στην βάση.  Λείπουν εμπορεύματα όπως σου είπα και πρέπει να βρούμε από πού μπαζουμε νερα. "Απάντησε ο Νταμιεν και ο Ίαν γύρισε τα μάτια του προς τα πίσω. 

"Πες μου κάτι που δεν ξέρω... " αποκρίθηκε και ο Νταμιεν γέλασε. 

"Έχω τον πατέρα της...."του ειπε και ο Ίαν πάγωσε...

"Τι λες; " ρώτησε και ανασηκωθηκε . Άναψε ένα τσιγάρο και περίμενε υπομονετικά να ακούσει. 

"Ήρθε και μου ζήτησε δανεικά... Ένας άντρας τον παρακολουθούσε και αμέσως κατάλαβα πως έχει άμεση σχέση μαζί μας . Δεν αναρωτηθηκες γιατί δεν έχεις νέα από τον άντρα που έστειλες τόσες μέρες; οι άντρες μου τον πιάσανε αλλά φυσικά αφέθηκε ελεύθερος. Θα γ υρισει πίσω μαζί μου . Μου είπε ακριβώς ποιος ήταν και τι έκανε... Μην σε νοιάζει αδερφέ... τον έχω από κοντά.  Όταν το θελήσεις μπορώ να κανονίσω τα πάντα."Ο Ίαν εξοργισμένος από την στάση του αδερφού του έπιασε το όπλο. Τόλμησε και έπιασε έναν δικό του άντρα και μάλιστα εκείνος μίλησε για κάτι που αποτελούσε προσωπικό δεδομένο...

Δεν τον ενδιέφερε για τίποτα παρά μόνο να μην φτάσει κάτι στα αυτιά της Καταλινας .

"Μην κάνεις τίποτα αν δε σου πω και την επόμενη φορά που θα ανακατεύεις στις δουλειές μου θα έχουμε μεγάλο πρόβλημα κατάλαβες μικρε;" Ειπε σοβαρός και ο Νταμιεν ξεφυσηξε .

"Πώς κάνεις έτσι ρε μαλακά...! Δεν φτανει που έχω τα μάτια μου δεκατέσσερα μου την λες κι όλας!" Αποκρίθηκε και του έκλεισε το τηλέφωνο...

Εκνευρισμένος σέρβιρε ένα ποτό στον εαυτό του. Ίσως είχε φτάσει η ώρα να πει στη γυναίκα του ότι έχει εντοπίσει τον πατέρα της και απο εκεί και πέρα να της δώσει την επιλογή... ήταν καθαρά δική της όμως.. 

Κατέβασε μονορούφι το αλκοόλ από το ποτήρι και σκούπισε τα χείλη του ...

Άπλωσε όλα τα χαρτιά πάνω στο γραφείο και χώθηκε ξανά μέσα στις πράξεις , μέσα στους αριθμούς και τις αμφιβολίες...

Μια ώρα αργότερα αρκετά κουρασμένος έκλεισε το φως στο γραφείο.  Ακόμα κι αν δεν είχε φύγει από το κλαμπ η αίσθηση των χεριών της στο κορμί του του προκάλεσαν ηρεμία... σαν τρελός έψαχνε απεγνωσμένα την ηρεμία της για να καταλαγιάσει το κορμί του ...

Κλείδωσε την πόρτα και βγήκε στην κεντρική αίθουσα.  Είχε ήδη βραδιάσει και το κλαμπ είχε τεθεί σε λειτουργία.  Έριξε το βλέμμα τους στις χορεύτριες και αμέσως γύρισε προς το μπαρ. Ο Μαξ ήταν στη θέση που τον άφησε και όλα κυλούσαν όμορφα..

Πλησίασε και τον χαιρέτησε.. Ο Μαξ τον κοίταξε έντρομος. 

"Πες μου ότι έχεις νέα από την Καταλινα σε παρακαλώ!!!!" Ο Ίαν ακούγοντας τον πανικοβληθηκε .

"Λεγε ρε μαλακά τι έγινε;" τον ρώτησε προκαλώντας τα βλέμματα όλων γύρω του  από τον τόνο της φωνής του .

Ο Μαξ έσπευσε όμως να τον ηρέμησε.

"Ηρέμησε ρε ηλίθιε!απλά δεν είχα νέα από την Εμιλυ που σημαίνει πως έλιωσαν τα μαγαζιά!!!Πώς κάνεις έτσι;" του απάντησε και ο Ίαν συγκρατησε τον εαυτό του και γέλασε.

"Τώρα τι γελάς ρε Διπολικέ  μου λες;" ρώτησε ο Μαξ γεμάτος απορία...

"Σκέφτηκα να σε χαστουκιζω προς στιγμήν και μου άρεσε ..."Είπε ο Ίαν και χτυπώντας μια φορά  φιλικα το χέρι του στο μπαρ αποχώρησε χαμογελαστός...

Η καρδιά του επανήλθε στην θέση της και ήρεμος πήγε στο αυτοκίνητο... Αν πάθαινε κάτι η Καταλινα θα τρελαινόταν.  Από την άλλη η Εμιλυ λειτουργούσε άψογα   σαν σωματοφύλακας...

Έβαλε μπρος και κινησε για το σπίτι... σπίτι,μια λέξη που πλέον είχε σημασία τόση όση και η οικογένειά... Η Καταλινα ήταν το σπίτι του και όλη η ζωή του ...

Λίγη ώρα αργότερα πάρκαρε ,είχε τα φώτα αναμμένα και χαρούμενος ξεκλειδώσε την πόρτα.  Εκείνη καθόταν στο σαλόνι... Μόλις κατάλαβε πως επέστρεψε σπίτι πετάχτηκε όρθια και έτρεξε στην αγκαλιά του .

"Μου έλειψες!" Ψιθύρισε και του άφησε ένα φιλί στο λαιμό... κάτι πάνω του όμως μύριζε περίεργα... Η Ντενις είχε φροντίσει δυστυχώς να αφήσει το άρωμα της στα ρούχα του και η Καταλινα σαν γυναίκα το πρόσεξε αμέσως...

Σκοτείνιασε αλλά δεν είπε τίποτα... Ίσως ήταν ιδέα της σκέφτηκε... Ίσως...

Σας φιλώ...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top