67. "Δύσκολη Περίοδος".
«Θα μπεις;» λέω γελώντας στο χαμένο βλέμμα του. Μπαίνει μέσα διστακτικά και εγώ κλείνω τη πόρτα πίσω του πριν γυρίσω να τον κοιτάξω.
Δεν έχει επιστροφή τώρα.
Το βλέμμα του περιπλανιέται στη κουζίνα που είναι ενιαία με το σαλόνι και στέκεται κάπου ανάμεσα, αμήχανος «Είσαι πολύ ωραίο το σπίτι σου.» φυσικά, είναι η πρώτη φορά που το βλέπει, δεν έχει ξαναέρθει.
Κοιτάζω αδιάφορα γύρω μου. Είναι άδειο. Δεν υπάρχει κάτι το ενδιαφέρον και οι γκρι αποχρώσεις με τα έπιπλα μου δημιουργούν μια θλίψη «Το δικό μας ήταν καλύτερο.» ψελλιζω πίκρα και αυτομάτως σιχτιρίζω τον εαυτό μου που φέρεται για ακόμη μια φορά σαν αδύναμη γυναικούλα.
«Ναι, αυτό εννοείται.» προς μεγάλη μου έκπληξη, δεν με κατσαδιάζει «Τι συμβαίνει;» μπαίνει κατευθείαν στο θέμα.
«Δεν έχουμε συζητήσει ποτέ ξέρεις για ό,τι έγινε.» δεν ξέρω από που να το πιάσω. Πίσω από την έκπληξη στο πρόσωπό του, ξέρω πως υπάρχει τρόμος. Δεν του αρέσει καθόλου αυτή η συζήτηση που πάω να αρχίσω.
«Δεν ξέρω που το πας, αλλά ξέρω πως δεν έχει νόημα να σκαλίζουμε τις πληγές του παρελθόντος.» λέει ήρεμα.
«Θέλεις καφέ;» θέλω να με κοπανήσω για τις βλακείες που πετάει το στόμα μου. Ο Βασίλης μπερδεύεται περισσότερο, αλλά γνέφει αρνητικά «Τον έχω κόψει.»
Ανακάθομαι στη πολυθρόνα που ξάφνου φαντάζει να έχει αναμμένα κάρβουνα πάνω της. Το πόδι μου πηγαίνει πάνω-κάτω με δική του πρωτοβουλία και είμαι σίγουρη πως όλα πάνω μου του φανερώνουν τη νευρικότητά μου.
«Σελήνη, μίλα μου.» ο τόνος του σχεδόν παρακλητικός.
«Ρους, με αγαπάς;» νιώθω την ανάγκη να ακούσω πως με αγαπάει και να το εννοεί. Χρειάζομαι τη δύναμη να συνεχίσω στο θέμα που με καίει...
«Σελήνη, πάντα θα σε αγαπάω.» λέει τρυφερά «Τι συμβαίνει;» επιμένει ξανά.
«Δεν μου είπες ποτέ πως ένιωσες τότε...» ψελλιζω με δυσκολία. Το κεφάλι του γυρίζει απότομα προς το μέρος μου και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του φανερώνουν πόνο μαζί με νεύρα. Κακός συνδυασμός.
«Ανήμπορος.» σηκώνει αδιάφορα τους ώμους, μα αυτή η αδιαφορία δεν μοιάζει ούτε στο ελάχιστο με τον πόνο που κρύβει στα μάτια του. «Και αν θέλεις να συζητήσουμε για το παιδί που χάσαμε ήταν ο λόγος που με κουβάλησες εδώ, να μου λείπει.» με αποφασιστικό βήμα περπατάει προς την εξώπορτα.
«Είμαι έγκυος.» τραυλίζω τη στιγμή που είναι έτοιμος να κλείσει τη πόρτα πίσω του. Θα ήμουν σίγουρη ότι δεν με άκουσε αν δεν παγωνε στη θέση του.
«Τι;» ακούγεται η φωνή του, μα το σώμα του παραμένει στην ίδια θέση, το χέρι του σφίγγει το χερούλι της πόρτας με δύναμη.
«Είμαι έγκυος, Βασίλη.»επαναλαμβάνω, μα αυτή τη φορά η φωνή μου βγαίνει με περισσότερη αποφασιστικότητα. Γυρίζει προς το μέρος μου αλλά δεν κάνει βήμα πιο κοντά μου «Σελήνη, πίστευα πως μετά από αυτό που περάσαμε δεν θα αστειευόσουν για κάτι τέτοιο.» η απογοήτευση του πέρα από το γεγονός ότι με ξαφνιάζει, με κάνει να θέλω να του ανοίξω το κεφάλι στα δύο!
«Με δουλεύεις;!» ωρυόμαι. Ύστερα σκέφτομαι το μικρούλι που δεν μου φταίει σε τίποτα και ξεφυσάω ηττημένη «Τι να σου πω...» λέω απλώς. Βολεύομαι καλύτερα στη πολυθρόνα και σλεπαζομαι με τη κουβέρτα, αγνοώντας τον.
«Δεν μου κάνεις πλάκα.» συνειδητοποίει με χρονοκαθυστέρηση. Στο πρόσωπό του έχει μια ανάμειξη έκπληξης, χαράς και ενός απροσδιόριστου σοκ. Μπαίνει μέσα ξανά και κλείνει σχεδόν αθόρυβα τη πόρτα, πλησιάζοντας με διστακτικά.
«Όχι, μην με πλησιάζεις!» μουρμουράω. Τα χέρια μου τεντώνονται μπροστά μου, μα όταν βλέπω πως δεν τον πολύ νοιάζει τι θέλω, σηκώνομαι όρθια και κρύβω το σώμα πίσω από την αγαπημένη μου πολυθρόνα, έχοντας ακόμα τα χέρια μου τεντωμένα μπροστά, με τις παλάμες ορθάνοιχτες και ένα προειδοποιητικό βλέμμα στα μάτια μου.
Χαμογελάει πονηρά και μειδιάζει, φαίνεται να τον διασκεδάζει η συμπεριφορά μου «Έλα εδώ.» ζητάει.
«Καλό θα ήταν να κρατάμε αποστάσεις.» λέω θυμωμένα. Έχω ένα deja vu και φαίνεται να έχει και εκείνος.
«Και άμα δεν κρατήσω αποστάσεις;» με προκαλεί, κάνοντας ακόμη ένα βήμα πιο κοντά μου.
«Θα σε κουτουλήσω.» λέω με ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη μου. Εκείνος γελάει, άκρως ενθουσιασμένος «Θέλω να δω.» λέει στο ίδιο ύφος.
«Ορίστε;» θέλει να τον κουτουλήσω; Είναι ηλιθιος;
«Την κοιλιά σου.» διευκρινίζει. Παγωνω και ορκίζομαι πως αν δεν ήθελα να αφήσω το παιδάκι μου ορφανό από πατέρα, θα τον σκότωνα αυτή τη στιγμή.
«Να σε στείλω να πας να γαμηθείς;» αναρωτιέμαι. Συνειδητοποίω αυτομάτως ότι το είπα δυνατά αυτό, σιχτιρίζω από μέσα μου μα δεν αφήνω να φανεί.
«Έχει νόημα να με στείλεις;» ξέρω που το πάει οπότε επίτηδες επιλέγω να μην απαντήσω «Σκοπεύεις να μου κάτσεις;» με προκαλεί.
Πετάγομαι μπροστά του έξαλλη και αρχίζω να τον χτυπάω με τις γροθιές μου όπου βρω «Πως τολμάς να μου μιλάς έτσι;!» λέω πληγωμένη. Αγκαλιάζει το σώμα μου για να σταματήσω, αφήνοντας ένα φιλί στη κορυφή του κεφαλιού μου.
«Μιλάμε αν δεν σου έσπαγα τα νεύρα, δεν θα σταματούσες αυτή τη γαμημένη την άμυνά σου!» μουρμουράω μέσα στα μαλλιά μου. Τινάζομαι για να με αφήσει και κατά λάθος, αλήθεια, του έχωσα κουτουλιά.
Πιάνει το πονεμένο του σαγόνι και με κοίταζει με στενεμένα ματιά ενώ εγώ του λέω με ένα χαμόγελο «Πάντα ήθελα να το κάνω αυτό, αλλά αλήθεια το έκανα κατά λάθος.» φαίνεται ωστόσο πόσο το ευχαριστήθηκα. Κάνω να φύγω, χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο, αλλά με αρπάζει με το ελεύθερο του χέρι, φέρνοντάς με κοντά του.
Ε ρε τι σου κάνουν τα γυμναστήρια!
Ένα μικρό χαμόγελο που όμως φτάνει μέχρι τα μάτια του, εμφανίζεται στο πρόσωπό του. Τα χέρια του με ήρεμες κινήσεις φέρνουν τα δικά μου στα πλευρά μου, προτού ανασηκώσει αργά το φούτερ μου. Το βλέμμα του εστιάζει στις κινήσεις των χεριών του, μα τα δικά μου δεν λεν να φύγουν από τα μάτια του. Όταν αποκαλύπτει ολόκληρη τη κοιλιά μου μπροστά του, τα χέρια του την αγκαλιάζουν τρυφερά ενώ βλέπω τα μάτια του να βουρκώνουν.
«Θα γίνουμε γονείς.» ψελλίζει συγκλονισμένος. Χαϊδεύει απαλά, επεξεργάζοντας στο κεφάλι του το γεγονός όταν ένας επισκέπτης κάνει την απρόσμενη είσοδό του. Νιώθω την κλωτσιά στη κοιλιά μου, τα χέρια μου αγκαλιάζουν τα δικά του πριν γυρίσω να τον κοιτάξω.
«Το ένιωσες αυτό;» λέει με δάκρυα στα μάτια, γνέφω καταφατικά, ένα δάκρυ κυλάει στο μάγουλό μου «Ήταν η πρώτη κλωτσιά.» συνειδητοποίω.
Τα μάτια του σέρνονται στα δικά μου, ένα μεγάλο χαμόγελο απλώνεται στα χείλη του «Θα τρελαθώ.» ψελλίζει με δυσκολία «Δεν μπορώ να το πιστέψω. Πόσο καιρό το ξέρεις;» συνεχίζει. Σκύβει μπροστά μου να αφήσει ένα φιλί στη κοιλίτσα μου και σηκώνεται ξανά, κατεβάζοντας το φούτερ μου.
«Μερικές ώρες.» παραδέχομαι ένοχα. Δαγκώνω τα χείλη μου, προετοιασμένη για τη κατσάδα του.
«Σελήνη!» λέει απλώς. Φέρνει τα χέρια του στη μέση του, ξεφυσώντας «Πρέπει να 'σαι τουλάχιστον τεσσάρων μηνών.» με μαλώνει.
«Είχα πολλά στο μυαλό μου...δεν ξέρω πως δεν...» μπερδεύω τα λόγια μου. Φέρνει το χέρι του στο πρόσωπό μου, σκουπίζοντας ένα αδέσποτο δάκρυ «Το ξέρω μωρό μου, το ξέρω. Έπρεπε να σε προσέξω περισσότερο.» μουρμουράει συνεσταλμένα.
Γέρνω το πρόσωπό μου στο άγγιγμά του «Δεν υπήρχε κάτι να προσέξεις. Δεν μπορούσες να ξέρεις πως είμαι έγκυος.»
Κουνάει το κεφάλι του αρνητικά, συνεχίζοντας να χαϊδεύει με τα δάχτυλά του τις γωνίες του προσώπου μου «Έκοψα πολύ απότομα και τώρα που το σκέφτομαι, δεν βρίσκω κανέναν σοβαρό λόγο.»
«Είπες-» κάνω να πω, όμως με διακόπτει.
«Είπα χίλιες δύο μαλακίες για να μην αντιμετωπίσω την αλήθεια.» ξεφυσάει. Κατεβάζει το χέρι του, περπατώντας προς τον καναπέ. Κάθεται και μου κάνει νόημα να τον πλησιάσω. Τα χέρια του αγγίζουν τη μέση μου, κάθομαι δίπλα του προτού βάλει τα πόδια μου πάνω στα δικά του «Δεν σε βοήθησα, δεν ήμουν πλάι σου όσο έπρεπε. Νιώθω πως αντί να σου δείξω πως είμαι δίπλα σου και είμαστε μαζί σε αυτό, σε άφησα να το περάσεις όλο μόνη σου. Δεν έφταιγες για το μωρό μας, κανείς δεν έφταιγε, παρά τις τύψεις που σίγουρα νιώθουμε και οι δύο μας.» ανήμπορη να ψελλίσω κάτι που έστω να μοιάζει με απάντηση, μένω να τον κοιτάζω. Πρώτη φορά συζητάμε για την απώλεια μας σε τέτοιο βαθμό. Πρώτη φορά ανοίγεται τόσο, μου εκφράζει τα συναισθήματά του.
«Έχεις χάσει πολλά κιλά.» αλλάζει θέμα με δεξιοτεχνία· το ύφος του αυστηρό.
«Το ξέρω.» η φωνή μου ίσα που βγαίνει.
«Πρέπει να πάμε στον γυναικολόγο.» κάνει ξαφνικά. Σηκώνεται όρθιος και με τραβάει μέχρι τη κρεβατοκάμαρά μου «Πήγαινε ντύσου, θα σε περιμένω.»
Το άγχος μου καθώς μπαίνουμε στο ιατρείο είναι απερίγραπτο. Τα πόδια μου είναι ασταθή, μα το χέρι μπλεγμένο με του Βασίλη, μου δίνει δύναμη, ένα στήριγμα.
Ό,τι κι αν δείξει ο υπέρηχος αυτή τη φορά, ό,τι κι αν μας πει ο γιατρός, ξέρω πως δεν είμαι μόνη μου, είμαστε μαζί σε αυτό.
Τουλάχιστον σε αυτό...
«Σελήνη, με στεναχωρείς!» λέει ο κύριος Νικολάου μόλις με βλέπει «Έχεις αδυνατήσει πάρα πολύ!!» με μαλώνει «Κύριε Ρουσσάκη με απογοητεύεις! Δεν το προσέχεις το κορίτσι σου;» τον πειράζει.
«Ήταν δύσκολη περίοδος.» λέει γρήγορα ο Βασίλης. Ο γιατρός μου γνέφει καταφατικά και μας κάνει νόημα να περάσουμε μέσα. Καθόμαστε στις δύο καρέκλες απέναντί του.
«Λοιπόν, σε τι οφείλω τη χαρά; Είχαμε κάποια τύχη; Νόμιζα πως είχατε σταματήσει τις προσπάθειες.» ρωτάει.
«Ναι...κάπως.» λέω μαγκωμένα.
Ποτέ μου δεν τα πήγαινα καλά με τους γυναικολόγους.
«Τι συμβαίνει;» ρωτάει.
«Νομίζω πως είμαι έγκυος.» λέω. Ο Βασίλης με κοιτάζσι με σηκωμένο φρύδι.
Ντρέπομαι όμως να παραδεχτώ πως είμαι και δεν είχα καταλάβει Χριστό...
«Έλα ρε 'σύ, πολύ ωραία. Πόσο καιρό έχεις καθυστέρηση;» ρωτάει.
«Έχω να αδιαθετησω πάνω από τέσσερις μήνες.» παραδέχομαι όσο πιο σιγά γίνεται.
Ο γιατρός μου γουρλώνει τα μάτια, προτού σηκωθεί όρθιος και μας κάνει νόημα να τον ακολουθήσουμε μέσα.
«Γνωρίζεις τη διαδικασία.» φυσικά, την έχω επαναλάβει δεκάδες φορές. Όταν ξαπλώνω όμως, αδυνατώ να σηκώσω τη μπλούζα μου. Το αυστηρά βλέμμα του γιατρού μου όμως σε συνδυασμό με εκείνο του Βασίλη, δεν μου αφήνουν άλλη επιλογή. Σηκώνω αργά τη μπλούζα μου για να πάρω ένα ακόμη αυστηρό βλέμμα από τον κύριο Νικολάου.
«Πάμε κατευθείαν σε υπέρηχο να δούμε πως είναι το μωρό και να δούμε και το φύλο του μη σου πω.» λέει «Βρε πανάθεμά σε!» με πειράζει.
«Ήταν δύσκολη περίοδος γιατρέ, είχε πολλά στο κεφάλι της.» με δικαιολογεί ο Βασίλης.
«Άντε να το δεχτώ. Εσύ δεν πήρες χαμπάρι τίποτα;» τον κοιτάζει με σηκωμένο φρύδι, αλλά ο Βασίλης ούτε που γυρίζει να τον κοιτάξει. Τα μάτια του είναι καρφωμένα στη κοιλιά μου και στις κυκλικές κινήσεις του γιατρού.
«Ήταν δύσκολη περίοδος και για τους δύο.» τον υπερασπίζομαι με τη σειρά μου. Εξάλλου τι έπρεπε να κάνει ο Βασίλης για να καταλάβει ότι είμαι έγκυος; Να το ψυχανεμιστεί;!
«Βρε καλώς τον.» λέει ο γιατρός με ένα χαμόγελο. Ο Βασίλης τινάζεται όρθιος, έρχεται στο πλάι μου, κοιτάζοντας ανυπόμονα μια την οθόνη και μια τον γιατρό. Κρέμεται κυριολεκτικά από τα χείλη του.
«Καλώς τον;» ρωτάει ανυπόμονα. Κοιτάζω το μικρούλι στην οθόνη και ύστερα το ευτυχισμένο βλέμμα του πατέρα του. Το στήθος μου φουσκώνει. Είναι κάτι ανάμεσα σε περηφάνια, ευτυχία, ευχαρίστηση που δεν μπορώ να εξηγήσω ακριβώς.
«Είσαι έτοιμη Σελήνη να τους κάνεις δύο σε αυτό το σπίτι;» ρωτάει ο γιατρός. Δάκρυα κυλούν στο πρόσωπό μου και δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να τα σκουπίσω «Είναι αγοράκι.» λεει. Ο βασιλης πέφτει πάνω μου, αγκαλιάζοντάς με σφιχτά. Τα χείλη του αφήνουν διάσπαρτα φιλιά στο πρόσωπό μου.
«Θα γίνουμε γονείς.» λέει γλυκά. Τον μπερδεύει η σιωπή μου.
«Είναι...καλά;» κάνω την ερώτηση που μου κόβει τα γόνατα. Ο Βασίλης ξεφυσάει στη σκληρή πραγματικότητα αυτής της πιθανότητας.
«Όπως βλέπω, είναι υγιέστατος. Άκου.» οι χτύποι της καρδούλας του γεμίζουν το δωμάτιο, ανακουφίζοντας με. Ένας λυγμός δραπετεύει από τσα χείλη μου, το χέρι μου σφίγγει το χέρι του Βασίλη. Πιάνει με τα δύο του χέρια τα δικά μου, ακουμπώντας το μέτωπό του στο δικό μου.
«Όλα θα πάνε καλά.» ψιθυρίζει πάνω
στα χείλη μου «Θα τα καταφέρουμε αυτή τη φορά.» τα μάτια του κλείνουν «Μας το χρωστάει η ζωή, μωρό μου.»
Και όντως μας το χρωστούσε.
_____
Τους το χρωστάει παιδιά, η αλήθεια να λέγεται.
Καλημέρααααααα🥰❤️
Δεν αργεί πολύ το τέλος, να ξέρετε!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top