43. "Επιρρεπής Στα Λάθη."

«Γειά σας κυρία Γιάννα.» λέω μόλις ανοίγει πόρτα. Εκείνη χασκογελάει και μου ανοίγει ώστε να περάσω.

«Σου πήρε περισσότερο από όσο νόμιζα.» παραδέχεται.

«Ναι, είχα και να χωρίσω κάπου εκεί ανάμεσα.» λέω «Που είναι;» ρωτάω.

«Μέσα.» απαντάει «Είσαι εντάξει εσύ;» ρωτάει. Γνεφω αρνητικά κουρασμένη και εκείνη χαϊδεύει τα μπράτσα μου.

«Πήγαινε και ο,τι θέλετε, εδώ είμαι.» την ευχαριστώ σιωπηλά ενώ παράλληλα σκέφτομαι πως ήταν κακή ιδέα που ήρθα.

Νομίζω ήθελε λίγο χρόνο αυτή τη φορά.

Ανοίγω τη πόρτα και τη βλέπω κάτω από τα σκεπασματα να γράφει κάτι στο κινητό της.

«Όχι.» δηλώνει.

«Εμείς δεν τσακωνομαστε.» λέω με παράπονο.

«Εμείς δεν λέμε ψέματα.» θυμίζει.

«Ναι, αλλά εμείς είμαστε πάντα η μία δίπλα στην άλλη...» λέω βάζοντας τα κλάματα.

Κλαψιαρα.

Εκείνη πετάγεται όρθια και στέκεται μπροστά μου.

«Τι έγινε;» κάνει έκπληκτη με το ξέσπασμα μου.

«Με έστειλε πακέτο στη μάνα μου.» επαναλαμβάνω τα λόγια της. Εκείνη μορφαζει και εντελει τυλίγει τα χέρια της γύρω μου.

«Το έκανες πάλι το θαύμα σου...» μουρμουράει.

«Νίκη, τον αγαπάω.» λέω ανάμεσα; στους λυγμούς μου. Με αφήνει σαν να τη χτύπησε ρεύμα «Τον Βασίλη;!» σχεδόν φωνάζει.

«Τον Άλκη...» ψελλιζω και αμέσως καταλαβαίνει.

«Σκατά σαν τα μούτρα σας.» δεν ξέρω ποιους βρίζει, αλλά σίγουρα είμαι μια από αυτούς... «Σελήνη, είναι πρόβλημα ο Βασίλης.» λέει πιο ήρεμα τώρα «Του είπες πως σου έστειλε;»

Γνεφω καταφατικά.

«Τι σκατά σου έστειλε;»

Σηκώνω το βλέμμα μου και τη κοιτάζω ένοχα, παρ' όλο που δεν έκανα τίποτα «Μου λείπεις.» λέω.

«Ω να σου γαμησω...» με αγκαλιάζει ξανά, όμως την αφήνω για να σκουπισω τα μάτια μου. «Πάμε μέσα.» κλείνει τη πόρτα του δωματίου της και κάθεται δίπλα μου στο κρεβάτι της.

«Δεν του απάντησες; Δεν μιλήσατε ξανά;» ρωτάει.

Γνεφω αρνητικά «Οχι, τι να πούμε εξάλλου.»

«Να συζητήσετε για το γεγονός ότι είναι παπαρας και σου έστειλε ότι του λείπεις έναν χρόνο αργότερα ενώ είσαι ήδη σε μια σχέση και προχωράς τη ζωή σου μακριά από τη τοξική του ύπαρξη.» λέει με μια ανάσα.

Γελάω λίγο «Όχι, η σιωπή μου προς απάντησή του που λέει και η μάνα μου.»

«Σοφή γυναίκα η πεθερά μου.» την κοιτάξω με νόημα και ξεροβηχει «Εν πάση περιπτώσει, με τα πολλά και τα λίγα σε έστειλε πακέτο...» καταλήγει.

«Ναι... Θεωρεί πως θέλουμε χρόνο.»

«Εσύ θεωρείς πως είστε εντάξει;» με ρωτάει.

«Ναι, ακόμη και μετά το όχι που του είπα για τη μετακόμιση. Περίμενα να είναι άβολα τα πράγματα μεταξύ μας, αλλά το αντιμετώπισε χωρίς κόμπλεξ. Δεν ξέρω τι τον έπιασε...»

«Του είπες ψέματα.» μου θυμίζει «Μου είπες ψέματα· και εσύ δεν λες ψέματα ποτέ.»

«Συγγνώμη γι' αυτό.» ζητάω ένοχα «Απλά ήξερα που θα οδηγήσει αν δεν σας το έκρυβα... Κι ορίστε το αποτέλεσμα.»

«Τον πείραξε, όχι γιατί πιστεύει πως τον κερατωσες, αλλά γιατί νομίζει πως ίσως έχεις ακόμη συναισθήματα για τον Βασίλη.» λέει.

«Στο είπε;» λέω έκπληκτη.

«Δεν χρειάζεται να μου το πει, Σελήνη. Σίγουρα αυτός έχει κάνει δεκάδες σενάρια στο μυαλό του. Πως δεν τον θες, πως περνάς την ώρα σου, πως προσπαθείς ακόμα να ξεπεράσεις τον Βασίλη, πως είσαι ακόμη ερωτευμένη μαζί του...»

«Σκατά.» ξεφυσαω «Σκατά, σκάτα, σκατά.» επαναλαμβάνω.

«Δωσ' του χρόνο.» προτείνει.

«Ο Άλκης, Νίκη, για να έφτασε σε σημείο να με χωρίσει και να φέρει στο προσκήνιο όλη αυτή τη συζήτηση, δεν πρόκειται να γυρίσει πίσω... Και αν γυρίσει και δώσει στη σχέση μας άλλη μια ευκαιρία, δεν θα είναι όπως ήταν.» παραμένει σιωπηλή, κατά βάθος ξέρει πως έχω δίκιο.

«Άρα εσύ δεν είσαι ερωτευμένη με τον Βασίλη.» ψαρεύει.

«Όχι, εκνευρίζομαι μόνο και που τον βλέπω απέξω που περνάω.» παραδέχομαι «Γιατί σας είναι τόσο δύσκολο να καταλάβετε πως έχει τελειώσει για μένα;» απορώ.

«Γιατί έκλαιγες με μαύρο δάκρυ και τρομαζαμε να σε συνεφερουμε.» θυμίζει.

«Ναι, αλλά μετά ανακάλυψα πως είναι να σε σέβονται σε μια σχέση, να σε αγαπούν, να κάνουν υποχωρήσεις και θυσίες για να είναι μαζί σου.» λέω. «Δεν το είχα αυτό με τον Βασίλη και αμφιβάλω, και υπομονή να έκανα κι άλλη, αν θα μου έδινε ποτέ όσα αξιζα.»

«Τον ερωτεύτηκα.» συνεχίζω «Θα θυμάμαι πάντα όσα ζήσαμε, ίσως κάποια να τσούζουν, αλλά το παρελθόν είναι ένα και δεν αλλάζει. Δεν είμαι διατεθειμένη να θυσιάσω ξανά το μέλλον μου για να κρατιέμαι στο παρελθόν. Προσπαθώ να κρατήσω όσα έμαθα από εκείνον, όσα έπαθα στη πορεία και να μάθω μέσα από αυτά, ώστε να γίνω καλύτερη. Σε καμία περίπτωση δεν θα έκανα ο,τι μου έκανε ο Βασίλης, στον Άλκη.»

«Δεν καταλαβαίνουμε πάντα τις πράξεις μας, Σεληνακι. Μπορεί να τον πλήγωσες άθελά σου, ίσως δεν το κατάλαβες καν...»

«Είμαι λάθος σε πολλά πράγματα.» παραδέχομαι «Ζητάω κατανόηση αλλά δυσκολεύομαι να του δώσω τον χώρο του όταν ζητάει και εκείνος την αντίστοιχη κατανόηση από μέρους μου...»

«Γι' αυτό σου λέω, δώσε του χώρο.»

«Φοβάμαι.» παραδέχομαι.

«Πως είμαι επιρρεπής στα λάθη.»

«Ίσως και να είσαι.» συμφωνεί «Όμως είναι στο χέρι σου να μην κάνεις ξανά τα ίδια λάθη.»

«Νίκη, αν καταλάβει ο άλλος πως χώρισα με τον Άλκη, την γαμησα.» κλαψουριζω «Δεν θα με αφήσει σε ησυχία. Φοβάμαι πως θα αρχίσει τα δικά του πάλι...» παραδέχομαι.

«Που ούτε αυτά τα ξέρει ο Άλκης...» συνειδητοποιεί.

«Αν τα ήξερε κι αυτά, πιθανότατα να ψάχναμε τον Βασίλη ή ότι θα είχε μείνει από αυτόν.» συμφωνεί μαζί μου φυσικά.

«Δεν θα αντέξω πάλι τις βολτιτσες κάτω από το σπίτι σου, αλήθεια.»

Στριφογυριζω τα μάτια μου «Ξέρεις τι θυμήθηκα ε;»

Κρατιέται να μην γελάσει και σχηματίζει με το χέρι της ένα μικρόφωνο «Ένα χρόνο ακριβώς, ζω στη παράνοια!» τραγουδάει παράφωνα.

«Μακριά σου δυστυχώς, γελάω σπάνια.»

«Τον πουστη, αν δεν κατέβαινε ο πατέρας σου να τον ξεχεσει, δεν θα σταματούσε. Μια βδομάδα είχα να κοιμηθώ σαν άνθρωπος.» γελάει.

«Να πήγαινες σπίτι σου μωρή να κοιμηθείς.» παραπονιέμαι.

«Α, δεν γινόταν να το κάνω αυτό.» κάνει αδιάφορα κοιτώντας κάτι στο κινητό της.

«Και γιατί αυτό;»

«Είχα κάνει κατάληψη στο δικό σου.» λέει πονηρά. Της πετάω ένα μαξιλάρι στο κεφάλι και ξαπλώνω πίσω.

«Οπότε, του δίνω χρόνο.» καταλήγω.

«Ναι.» συμφωνεί.

«Άρα, όχι τηλέφωνα, όχι τίποτα.» μου ρίχνει ένα κοφτό βλέμμα «Χρόνο και χώρο, που σημαίνει ούτε από κάτω από το σπίτι του τυχαία.» προειδοποιεί.

«Εντάξει.»

«Χριστέ μου, πάλι σαν τα μούτρα σου θα τα κάνεις.» κλαψουριζει.

«Γιατί μωρη, τι έχουν τα μούτρα μου;» παραπονιέμαι.

Με κοίταζει απολύτως σοβαρή «Εντάξει, χώρο και χρόνο, το πιάσα.»

«Μπράβο το κορίτσι μου. Άντε τώρα στη κουζίνα να φέρεις τίποτα να φάμε και εγώ θα βρω καμιά ταινία να κλάψουμε τη μοίρα μας.» λέει.

«Εσύ μια χαρά είσαι.» λέω.

«Εγώ τα έχω με τον αδερφό σου, τούβλο.»

«Ναι, αυτό να μου πεις.» συμφωνώ. «Πάω να φάω τίποτα.» πετάω.

«Φέρε και σε 'μένα!»

_________________

Αυτααααα

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top