35. "Όχι."

«Μην γαμιέσαι ρε φίλε!» παραπονιέται ο Άλκης.

«Πρέπει να φύγω.» επιμένει η Νίκη.

«Χαλάς τη παρέα.» τη πληροφορεί.

«Ξέρω πόσο ανεκτίμητη είναι η παρουσία μου, αλλά ειλικρινά, έχω κανονίσει με τον Πέτρο και ήδη παραπονιέται που τον τρέχω να με μαζέψει από παραλιακή.»

«Έλα μωρέ ο μαλάκας κι αυτός, ας κάτσει μαζί μας. Έχω να τον δω κάνα μήνα.»

Το γεγονός ότι ο αδερφός μου πήγε και έκανε τις διακοπές του εκεί που δούλευε ο Άλκης σεζόν, με ξεπερνά διπλά.

«Είμαι σίγουρη πως αντέχετε λίγο χωριά εσείς οι δύο.» λέει η Νίκη.

«Μα φυσικά, κολλητάρια.» σχολιάζω.

«Τι μουρμούρας πάλι εσύ;» πετάγεται ο αδερφός μου από πίσω μου.

Συγκρατώ τη βρισιά απ' το να φύγει από το στόμα μου και κρατάω την ανάσα μου.

«Όλα καλά ρε, δεν τρόμαξα καθόλου.» λέω ειρωνικά.

«Δεν θα είχε πλάκα αν δεν τρομαζες.» τσιμπάει τα μάγουλά μου. «Πάμε, μωρό μου;»

«Με αγνοείς!» παραπονιέται ο Άλκης.

Κρατιέμαι να μην πετάξω κακία.

«Είσαι ο λόγος που έτρεχα παραλιακή, μην μου μιλάς καν.» του λέει ο Πέτρος.

«Αφού με αγαπάς μωρέ μαλάκα.»

«Δεν είμαι πολύ σίγουρος.»

«Ξέρω τι έκανες φέτος το καλοκαίρι κούκλε.» λέει με νόημα ο Άλκης.

Κοίτα έναν μαλάκα...

«Γαμώ το στανιό μου.» λέει κλείνοντας τα μάτια του τη στιγμή που η Νίκη αρχίζει τη γκρίνια «Τι έκανες φέτος το καλοκαίρι, Πέτρο;!»

«Σε γαμάω.» πληροφορεί τον Άλκη.

«Τι κάνατε στη Κρήτη;!» επιμένει η άλλη.

«Καλή συνέχεια, παιδιά!» γελάει ο Άλκης όσο ο Πέτρος τραβολογάει έξω από το μαγαζί της Νίκη.

Κι αυτή η χαζή, πως τσιμπάει έτσι εύκολα στις μαλακιες του Άλκη...

«Δεν πιστεύω να έκανε καμία μαλακια;» ρωτάω παρ' όλα αυτά.

«Οχι ρε, μην ψαρώνεις και εσύ, είναι καθαρός. Αν είχε κάνει μαλακία, δεν θα ανέφερα κάτι.» έχει ένα δίκιο.

«Ναι, αυτό να μου πεις.» συμφωνώ.

«Εσύ αν είχε κάνει μαλακια η Νίκη θα το έλεγες;» ρωτάει.

«Δεν θα έλεγα κάτι αλλά θα την έπειθα να το πει εκείνη στον Πέτρο. Δεν θα κοροϊδέψω τον αδερφό μου.»

«Εντάξει, ακούγεται σαν εσένα.» γελάω γιατί ισχύει. Δύσκολα ανέχομαι τέτοιες μαλακίες.

«Ο Billy τι κάνει;» ρωτάει. Γυρίζω και τον κοιτάζω μπερδεμένη, αλλά εκείνος κοίταζει το κινητό του.

«Ξέρω 'γω; Καλά;» ακούγεται περισσότερο σαν ερώτηση.

«Αν δεν ξέρεις εσύ, ποιος ξέρει;» Σελήνη, μην νευριάσεις.

«Χθες τον πέτυχα στη σχολή, καλά ήταν.» απαντάω αδιάφορα.

«Και τι γίνεται με αυτόν;» συνεχίζει.

«Που το πας;» αντιγυρίζω.

«Σε ρώτησα ρε, τι γίνεται, αν είχαμε καμία εξέλιξη.» λέει χαλαρός.

«Δεν μιλάμε.» λέω απλά.

«Ω, έχω χάσει επεισόδια...»

«Δεν έχεις χάσει κάτι.» λέω «Δεν μιλούσαμε και πριν φύγεις.»

«Έλα ρε Σελήνη.» ο τόνος του σαρκαστικός.

«Συγγνώμη;» λέω μπερδεμένη.

«Ξέρω ότι είχε έρθει να σε βρει.»

«Άλκη μου, γενικά εσύ πιστεύεις δικές σου θεωρίες και δημιουργείς δικά σου σενάρια.» πετάω.

«Τι να πω, αγαπώ το δράμα.» λέει γελώντας και ευτυχώς, για εκείνον, αλλάζει θέμα συζήτησης. «Τελείωσε επιτέλους η μαλακία που έβλεπες να ηρεμήσουμε;» με πειράζει.

«Μάντεψε!» λέω με ένα πονηρό χαμόγελο.

«Όχι...» λέει δήθεν τρομοκρατημένος.

«Κι όμως.» λέω με ένα μικρό χαμόγελο.

«Κι άλλη σεζόν; Πως είναι; 20;» λέει έκπληκτος.

«Τώρα παίζεται η 19η βασικά.»

«Χριστέ μου.» γελάω με την έκφρασή του, όταν αυτή αλλάζει.

«Τι;» αναρωτιέμαι στο πονηρό του βλέμμα.

«Βάφλα ή κρέπα;» τον κοιτάζω με σηκωμένο φρύδι.

«Τι ρωτάω και εγώ.» λέει γελώντας. Φωνάζει μια σερβιτόρα «Μία βάφλα σοκολάτα, μπουένο, πουράκια και δύο μπάλες cookies.»

«Με ξέρεις τόσο καλά.» μα ταυτόχρονα τόσο λίγο...

___________________

«...Χάλια σου λέω, μάζευα τον αδερφό σου από τη παραλία με μια σαμπανιέρα στο κεφάλι και μια μπύρα στο χέρι.» δεν μπορώ να σταματήσω να γελάω.

«Πες μου τουλάχιστον ότι φορούσε εσώρουχο.» κουνάει το κεφάλι του αρνητικά και αηδιάζω στη σκέψη.

«Ρεζίλι έγινε.» λέω.

«Ευτυχώς ήταν ξημερώματα και ήμασταν μόνο αγόρια.»

«Σωπα, πως και μόνο αγόρια στη παρέα σας;» ρωτάω.

«Εντάξει, ο Πέτρος έχει τη Νίκη, κάποια παιδιά ήταν αποκλειστικά για δουλειά στο νησί, ο άλλος χωρισμένος δεν ήθελε ούτε να δει μπροστά του θηλυκό, εγώ...»

«Εσύ;» ρωτάω.

Σηκώνει αδιάφορα τους ώμους «Υποθέτω και εγώ ήμουν αποκλειστικά για δουλειά εκεί. Δεν ψηνόμουν όπως και να 'χει.» λέει απλά.

«Πρώτα η δουλειά;» λέω έκπληκτη.

«Ναι ρε, είμαι σοβαρός.»

«Όταν θες.» λέω γελώντας.

«Αναλόγως τις συνθήκες.» γυρίζω και τον κοιτάζω με το πιο δολοφονικό μου βλέμμα.

«Μάλιστα.» μουρμουράω.

Ας μην το συνεχίσω.

«Εσύ έμαθα τα γάμησες όλα όσο έλειπα.» λέει.

Το περίεργο είναι πως είναι απολύτως σοβαρός.

«Ου, δεν το συζητώ.» λέω ειρωνικά.

«Για πες.»

«Δεν χρωστάω ούτε ένα μάθημα.» λέω με νόημα.

«Δεν σε πιάνω.» λέει μπερδεμένος.

«Δεν χρωστάω ούτε ένα μάθημα και ο μικρότερος βαθμός που έγραψα ήταν 6,5.» διευκρινίζω «Δεν ξέρω τι λένε οι πληροφορίες σου, αλλά είναι λίγο άκυρες.»

«Α, όντως;» λέει μπερδεμένος.

«Ναι, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί εκπλήσσεσαι.»

«Δεν ξέρω, μου φαίνεται περίεργο.»

«Γιατί φημίζομαι για το πόσο party animal είμαι και πόσο αγαπώ το έξω...» λέω με νόημα.

«Όχι, φυσικά και όχι, απλώς περίμενα τώρα που είσαι με τον Ρους.» κλείνω τα μάτια μου.

Από που χάνει;

«Δεν είμαι με τον Ρους.» διορθώνω. Η φωνή μου ήρεμη.

«Ναι, συγγνώμη, εννοώ όταν ήσουν.» συνεχίζει το ίδιο τροπάριο.

«Άλκη, δεν ήμουν ποτέ με τον Ρους και το ξέρεις· ας μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας.» λέω.

Εκείνος απλώς γνέφει.

«Κατι που με φέρνει σε αυτό που θέλω ώρα να σου πω αλλά δεν ήξερα πως να ξεκινήσω.» λέω.

Χαμογελάει απαλά «Όχι.» λέει.

Συγγνώμη;

«Τι όχι; Δεν ξέρεις καν τι θέλω να πω.» λέω μπερδεμένη. Μου κάνει νόημα να συνεχίσω.

«Τι στο διαόλο έγινε μεταξύ μας, Άλκη; Γιατί σηκώθηκες και έφυγες έτσι; Γιατί έκοψες τόσο ξαφνικά;»

«Τελείωσες;» ρωτάει.

«Ναι.»

«Όχι.» ξαναλέει.

«Τι όχι ρε Άλκη; Με δουλεύεις; Τι πάει να πει όχι;» λέω εκνευρισμένη.

«Σημαίνει ότι δεν θέλω να το συζητήσω. Οπότε, όχι. Σε άφησα να ρωτήσεις αλλά δεν πρόκειται να σου απαντήσω.»

«Με δουλεύεις, έτσι;»

«Όχι, Σελήνη, δεν σε δουλεύω. Αντί να ρωτάς πράγματα και να με φέρνεις σε δύσκολη θέση, προτιμώ να συζητήσουμε για το πως είσαι και τι κάνεις.»

«Ουαου, σε ενδιαφέρει να μάθεις τα νέα μουα» λέω ειρωνικά.

«Ναι, με ενδιαφέρει.»

«Τέσσερις μήνες που δεν έστειλες ένα μήνυμα να δεις αν ζω ή αν πέθαινα; Σε ενδιέφερε και τότε;»

«Ναι.» απαντάει απλά.

«Χριστέ μου, πόσο είσαι; Πέντε;» σηκώνει αδιάφορα τους ώμους.

Το γεγονός ότι μοιάζουν τα λόγια μου να μην τον αγγίζουν καν, με εκνευρίζει ακόμη περισσότερο.

«Εν τω μεταξύ είναι αστείο.» λέει.

«Τι απ' όλα;» παραδίνομαι.

«Το γεγονός πως το παίζεις θύμα και θίγεσαι ενώ δεν γύρισες να ρωτήσεις καν πως είμαι και τι κάνω εγώ.» λέει. «Δεν με ρώτησες για τους αγώνες, πως πήγε η δουλειά, αν ήταν δύσκολη...τίποτα.» λέει.

Δεν προλαβαίνω καν να μιλήσω, σηκώνεται όρθιος και αφήνει χρήματα στο τραπέζι «Καλύτερα να σε γυρίσω σπίτι.»

«Θα μείνεις;» πετάω άδεια να πιάσω γεμάτα.

«Όχι.»

Μοιάζει να είναι η αγαπημένη του απάντηση...

Και όντως, γυρίσαμε σπίτι, περίμενε μέχρι να μπω μες τη πολυκατοικία και έφυγε με ένα «Τα λέμε.»

Τόσο κλισέ...

Ένας Θεός ξέρει αν θα τα ξαναπούμε ή αν θα τον πιάσουν οι τάσεις φυγής του...

«Πως πήγε;» ρωτάει η Νίκη. Αφήνω τα πράγματα μου στην άκρη και ρίχνομαι στον καναπέ.

«Όχι.» μονολογώ.

«Τι όχι;» κάνει εκείνη μπερδεμένη.

«Νίκη...» λέω.

Γυρίζει να με κοιτάξει και μπερδεύεται ακόμη περισσότερο «Τι έγινε;».

«Νομίζω μου αρέσει ο Άλκης.»

-____________________

ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ!!!!!!

ΓΕΙΆ

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top