34. "Που Είσαι Ρε Σελήνη;"
Τέσσερις μήνες μετά...
«Πως γίνεται να πέρασα μόνο ένα;» κλαψουρίζει η Γεωργία.
«Γίνεται, μωρό μου.» απαντάει ο Κώστας.
«Και εσύ δεν πας πίσω. Πόσα πέρασες είπαμε;» κοροϊδεύει η Αλεξία.
«Πέρασα τρία ρε.» λέει.
«Που και τα τρία μαζί συμπληρώνουν με το ζόρι ένα 20άρι.» πετάγομαι και εγώ.
«Εσύ μην μιλάς, παίζει να είσαι η μόνη που τα πήγε καλά.» ρωτάει. Με τον χαμηλότερό μου βαθμό να είναι 6, θα έλεγα πως ήμουν αρκετά ευχαριστημένη με τον εαυτό μου.
«Βοηθάει το να μην έχεις άτομα να σου αποσπούν τη προσοχή.» παραδέχομαι.
«Ναι, αλλά στην εξεταστική του Ιουνίου είχες.» με κοντράρει ο Κώστας.
«Ναι, είχα, αλλά μάντεψε ποια δεν χρωστάει κανένα μάθημα πλέον;» λέω χαιρέκακα.
«Για τον Άλκη λέτε;» ρωτάει η Γεωργία. Όντας η μόνη που δεν γνωρίζει για μένα και τον Ρους από τη συγκεκριμένη παρέα, γνέφω καταφατικά χωρίς να θέλω να το συζητήσω παραπάνω.
«Που είναι αυτός είπαμε;» ρωτάει ο Κώστας.
«Σεζόν.» λέω γελώντας «Για να με αποφύγει, έφυγε σεζόν ρε μαλάκα.»
Δεν μπορώ να πω, ο Άλκης έχει τη τάση να πρωτοτυπεί σε τέτοιες μαλακίες.
Πόσο μάλλον όταν έμαθε ότι εκείνο το βράδυ ήμουν με τον Ρους.
Μία εβδομάδα αργότερα ήταν ήδη στη Κρήτη.
«Τραγικός μαλάκα.» συμφωνεί η Γεωργία.
«Δεν έχεις ιδέα.» συμπληρώνει ο Κώστας, ο οποίος φυσικά δεν αναφέρεται μόνο στον Άλκη.
Εκτιμώ ιδιαίτερα το γεγονός πως έχει σεβαστεί την επιθυμία μου και δεν έχει μιλήσει στη κοπέλα του για εμένα και τον Ρους.
«Που είναι ο δικός σου, ρε;» ακούω τη φωνή του Νίκου πίσω μου. Χαμογελάω όσο πιο ψεύτικα γίνεται όσο εκείνος κάθεται δίπλα μου.
«Νομίζω τον παρακολουθούσες, πως και δεν ξέρεις;» κάνω δήθεν αθώα.
Εκείνος με αγνοεί και γυρίζει στον Κώστα «Έχουμε κάτι μέρες που έχουν αρχίσει και δεν έχει κάνει ούτε μισή guest εμφάνιση.» λέει.
«Ούτε στην εξεταστική πάτησε.» λέει ο Κώστας.
«Πάντως στην εξεταστική του Ιουνίου τον είδα κάποιες φορές.» κάνει αδιάφορα η Γεωργία, κοιτώντας κάτι στο κινητό της.
«Ναι, αλλά δεν έδωσε κάποιο. Τουρίστας, κλασικά.» γελάμε ελαφρά στο "αστειάκι" της Αλεξίας και την ευχαριστώ γιατί αυτό δίνει πάσα στον Κώστα να αλλάξει θέμα.
«Πάντως και η Γεωργία που ερχόταν, μόνο ένα πέρασε.»
«Με την εξεταστική του Ιουνίου μαζί;» λέει έκπληκτος ο Νίκος.
Ο Κώστας γνέφει καταφατικά και η Γεωργία τον κλωτσάει κάτω απ' το τραπέζι «Σ' αγαπάω.» της κάνει αθώα.
Και κάπως έτσι ο φίλος μου κατάφερε να πάρει τα φώτα από πάνω μου.
Δεν θα μπορούσα να τον ευχαριστήσω αρκετά γι' αυτό.
_____________________
«Παιδιά, δεν έρχεται ο Ρουσσάκης και δεν ξέρω ποιον να κράξω λίγο να περάσει η ώρα.» ακόμα και οι καθηγητές μου;
Κάπου έλεος!
«Σεληνάκι, που είναι Ρουσσάκης;»
Σηκώνω αδιάφορα τους ώμους «Δεν μπορώ να γνωρίζω.» απαντάω κοφτά. Εκείνος χαμογελάει, αλλά δεν σχολιάζει κάτι άλλο.
«Ας πιάσουμε τα δικά μας τώρα...»
«Είσαι καλά;» με ρωτάει χαμηλόφωνα η Αλεξία.
Γνεφω καταφατικά «Θα το συνηθίσω.» απαντάω εντέλει.
«Είναι λες και το κάνουν επίτηδες...» λέει συμπονετικά.
«Μα το κάνουν επίτηδες.» τη διορθώνω «Απλώς δεν ξέρουν, οπότε δεν καταλαβαίνουν πόσο πολύ με πονάει.»
«Θέλετε να μοιραστείτε κάτι;» πετάει ο καθηγητής μας.
«Ναι, πρέπει να φύγω, με κάλεσαν από τη δουλειά και είναι επείγον.» λέω ψέματα. Εκείνος γνέφει, παρ' όλο που δεν με πιστεύει και συνεχίζει το μάθημά του.
Μαζεύω όπως-όπως τα πράγματά μου, θέλω να φύγω το συντομότερο δυνατό απ' εδώ μέσα.
Ο χώρος με πνίγει.
Βγαίνω από τη πίσω πόρτα του αμφιθέατρου και σχεδόν πέφτω πάνω του.
Ποιος με καταράστηκε;!
«Sorry.» λέει αμήχανα.
«Εγώ συγγνώμη.» λέω γρήγορα. Προσπαθώ να φύγω, όμως μου κλείνει τον δρόμο, κλείνοντας τη πόρτα πίσω μας.
«Μπορείς να κάνεις άκρη; Πρέπει πραγματικά να φύγω.» λέω πλέον εκνευρισμένη.
«Με αποφεύγεις, δεν πρέπει να φύγεις.» διορθώνει.
«Δεν γυρίζει όλος ο κόσμος γύρω σου, Βασίλη.» απαντάω ενοχλημένη. Προσπαθώ να φύγω ξανά, όμως χωρίς επιτυχία. «Το κουράζεις.» τον πληροφορώ.
«Ήθελα απλώς να ρωτήσω τι κάνεις, Σελήνη. Για όνομα!» λέει θιγμένος.
«Είμαι πολύ καλά, εσύ;» απαντάω χωρίς ίχνος ειρωνείας στη φωνή μου.
Μπερδεύεται «Και εγώ καλά.» απαντάει ωστόσο.
«Καλή συνέχεια.» λέω με ένα μικρό χαμόγελο. Έτσι, αφοπλίζοντάς τον, μετακινώ το σώμα μου προς τα δεξιά και απεγκλωβίζομαι από το σώμα του.
«Γειά σου.» τον ακούω να λέει πίσω μου αμήχανα, όμως συνεχίζω να απομακρύνομαι με τον ίδιο ρυθμό.
Δεν προλαβαίνω καλά-καλά να βγω έξω όταν η Νίκη πέφτει πάνω μου, γραπώντας τα μπράτσα μου.
«Είναι εδώ!» λέει με κομμένη την ανάσα.
«Το ξέρω, τον είδα.» λέω μπερδεμένη «Το θέμα είναι εσύ τι κάνεις εδώ.» απορώ.
Πάλι την πιστόλιασε τη σχολή;
«Το ξέρεις;» τώρα με μπερδεύει ακόμη περισσότερο.
«Το θέμα είναι πως το ξέρεις εσύ.»
«Μα τι λες; Μαζί ήρθαμε.»
Δεν ξέρω ποια έχει μπερδευτεί περισσότερο απ' τις δύο μας.
«Με τον Βασίλη; Από που κι ως πού;» θα με τρελάνει αυτή.
«Που κολλάει μωρέ ο Ρους;!» είναι ηλίθια.
«Ποιος είναι εδώ, Νίκη;» ρωτάω.
«Ο Άλκης.»
Ω, να σου γαμήσω.
«Με δουλεύεις.»
«Δεν είναι πράγματα αυτά για να παίζουμε, Σελήνη!»
«Μάλιστα.» μουρμουράω.
«Ναι, με έστειλε να δω αν έχεις έρθει για μάθημα, αν και του είπα πως πιθανότατα έχεις έρθει και δεν θα σε προλάβουμε.»
«Σε έστειλε να δεις που είμαι γιατί σίγουρα είδε τον Ρουσσάκη.» τόσο εκνευριστικός «Τέλος πάντων, πάμε.»
«Δεν θα κάτσεις για μάθημα ρε;» την κοιτάζω και μάλλον το βλέμμα μου τα λέει όλα «Δεν θα κάτσεις για μάθημα.» συμπεραίνει.
Προχωράω μπροστά μέχρι που τον βλέπω να μας περιμένει με ένα μεγάλο χαμόγελο δίπλα από το αυτοκίνητό του.
Και εγώ με αυτό το παιδί είμαστε κολλητοί, κάναμε κάτι και έχουμε να μιλήσουμε από τα γενέθλια του που του έστειλα χρόνια πολλά.
Την μια και μοναδική φορά που μιλήσαμε μετά το σκηνικό με τον Ρουσσάκη.
Με ξεπερνά από όλες τις απόψεις.
«Που 'σαι ρε Σελήνη.» κάνει ενθουσιασμένος.
«Πως κι από τα μέρη μας;» ρωτάω απολύτως φυσιολογικά.
Για κάποιον λόγο δεν είμαι νευριασμένη...
Απλώς απογοητευμένη.
«Γύρισα και είπα να περάσω να πω ένα γεια.» σηκώνει αδιάφορα τους ώμους του.
«Καλά έκανες.» λέω.
«Τι έγινε; Την πιστολιάσαμε τη σχολή;» ρωτάω, πηγαίνοντας προς τη θέση του οδηγού.
«Είπα να κάνω παρέα στη κολλητή μου.» λέω αδιάφορα και μπαίνοντας στο αυτοκίνητο, κάθομαι στα πίσω καθίσματα, κάτι που δεν του περνάει απαρατήρητο φυσικά.
Δεν το σχολιάζει ωστόσο.
«Που πάμε, κούκλες;»
«Κερνάς;» τον πειράζω.
«Εννοείται ρε!» λέει «Και μόλις αρχίσει το δυνατό το σχήμα, ξέρετε. Κερνάω και τραπεζάκι.»
Εν ολίγοις, πάλι θα φάνε στη μάπα τον Βέρτη όλο τον χειμώνα.
Όχι ότι με χαλάει βέβαια.
Τώρα είναι καλή ιδέα εγώ, ο Άλκης και ο Βέρτης μαζί;
Τέλος πάντων.
«Λέγε ρε Αλκινέ, γαμώ τη πουτάνα μου!» ενθουσιάζεται η τρελή.
Δεν θέλει και ιδιαίτερη πίεση αυτή για μπουζούκια, φυσικά.
«Πάμε παραλιακή;» προτείνω. Η Νίκη σηκώνει αδιάφορα τους ώμους και ο Άλκης βάζει μπρος.
«Όπου θέλει η Σελήνη!» λέει με ένα μικρό χαμόγελο και βάζει τέρμα τη μουσική.
Πίσω στις παλιές εποχές...
Ίσως και όχι.
___________________
Ο ΑΛΚΗΣ ΧΡΕΙΆΖΕΤΑΙ ΕΠΕΙΓΌΝΤΩΣ REALITY CHECK ΚΑΙ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΉΣΕΙ ΝΑ ΚΆΝΕΙ ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΣΥΜΒΑΊΝΕΙ ΤΊΠΟΤΑ.
ΑΥΤΆ ΕΊΧΑ ΝΑ ΠΩ.
ΤΑ ΣΧΌΛΙΑ ΔΙΚΆ ΣΑΣ.
(έξαλλη)
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top