2. "Βλέπεις Νίκας; Είναι καλό!"

ΚΑΛΗΜΕΡΑΑΑΑΑΑ!

___________

«Μάθαμε αν έχει σχέση;» με ρωτάει η Νίκη.

Εδώ και μια ώρα βρισκόμαστε ξαπλωμένες ανάσκελα στο διπλό μου κρεβάτι και συζητάμε για την πρώτη μου μέρα στη σχολή. Συγκεκριμένα εγώ μιλάω και εκείνη ακούει. Ακόμη πιο συγκεκριμένα της μίλησα για τον τύπο από σήμερα, τον Ρουσσάκη

«Είσαι ηλίθιο;» απορώ. Μιλάω εδώ και πόση ώρα και το πρώτο που λέει είναι αυτό;!

«Τι μωρέ; Τι είπα πάλι;» θίγεται.

«Εδώ δεν ξέρω το όνομά του, λες να ξέρω αν έχει σχέση;!» λέω το αυτονόητο.

«Αα! Για άκου να σου πω, να μάθεις!»

«Τι;» λέω μπερδεμένη.

«Τι, τι, ρε; Ενδιαφέρομαι.» αχου, θα την τσουρομαδίσω.

«Άσε και κάνα γκόμενο και για εμάς ρε Νίκη!» αναφωνω απηυδησμενη.

«Σου άφησα τον ξανθό μωρέ!» οπα, την έχασα...

«Για ποιον λες;» ρωτάω.

«Για τον μελαχρινό μωρέ, τον αδερφό της Αλεξίας!» πες το έτσι ρε κούκλα!

Πάω να μιλήσω, όμως η γαϊδουροφωναρα του αδερφού μου ακούγεται έξω από τη πόρτα του δωματίου μου.

«Δεν πρόκειται να σου κάτσει, παριζάκι!» η Νίκη γυρίζει απότομα το κεφάλι της προς τη πόρτα και προτού προλάβω να την πιάσω, έχει ήδη βγει έξω και κυνηγάει τον αδερφό μου.

«Άμα σε πιάσω δεν θα μπορείς να κάνεις σεξ για κάνα χρόνο, καθυστερημένε!» την ακούω να φωνάζει.

«Ειρήνη υμίν ρε παιδιά!» τρέχω πίσω τους, μα αυτοί έχουν ήδη φτάσει στη κουζίνα. Στη κουζίνα. Που έχουμε τα μαχαίρια.

Πάει, θα τον σκοτώσει τον αδερφό μου!

«Νίκη, συγκρατήσου!» φωνάζω.

«Πες του να σκάσει επιτέλους!»

«Να γλύφεις το μικρό σου δαχτυλάκι. Βλέπεις Νικάς; Είναι καλό!» κοροϊδεύει ο αδερφός μου.

«Πότε θα σταματήσεις να με κοροϊδεύεις για το επίθετό μου, μαλακα;» ωρυεται.

Κάνει πως το σκέφτεται για λίγο, «Χμ, κάτσε να σκεφτώ. Ποτέ.» λέει σηκώνοντας αδιάφορα τους ώμους του.

«Αν έρθω εκεί, δεν θα μπορείς να πηδηξεις για μήνες.» τον απειλεί.

«Τι; Θα σταματήσεις να μου κάθεσαι;» έλα μου;

«Θα σου σπάσω το κεφάλι!»

«Θέλω να ξέρω;» αναρωτιέμαι.

«Όχι!» μου φωνάζει η Νίκη την στιγμή που ο αδερφός μου λέει «Ναι.» με ένα σατανικό χαμόγελο στα χείλη του.

Αυτό σημαίνει ότι δεν θέλω να ξέρω λεπτομέρειες.

«Ίου. Δεν ασχολούμαι καν.» σηκώνω τα χέρια μου απηυδησμενη με αυτούς τους δύο και πηγαίνω στο δωμάτιό μου. Τους ακούω να ρίχνουν ασταμάτητο μπινελίκι ο ένας στον άλλον, μα τους αγνοώ.

Κάνουν σαν μωρά παιδιά ώρες-ώρες!

Ανοίγω αδιάφορα το λαπτοπ μου και αποφασίζω να δω την αγαπημένη μου σειρά. Βάζω το πέμπτο επεισόδιο του δέκατου κύκλου να παίξει, μα το παγώνω μόλις μου έρχεται φλασιά.

Θα ακουστεί χαζό...

Αλλά ακόμα να ψάξεις ρε ηλιθια τον ωραίο της τάξης σου στο Facebook;

Ναι, αυτό ακούστηκε πολύ κάπως!

Δεν έχω ιδέα πως είναι το μικρό του όνομα, αλλά ξέρω επίθετο και τι σπουδάζει. Κάτι πρέπει να κάνει αυτό...

Ανοίγω την καρτέλα του Facebook και βλέπω πως έχω ένα αίτημα φιλίας. Μόλις το ανοίγω, βλέπω πως είναι από την Αλεξία.

Αλεξία Αλεξίου
Αποδοχή, Διαγραφή.

Πατάω αποδοχή και απευθείας μπαίνω σου προφίλ της. Τι διαόλο; Φάνηκε να ξέρει τον Ρουσσάκη! Θα ψάξω στους φίλους της το επίθετό του και θα τον βρω.

Βουαλά! Είμαι πανέξυπνη! Χαραμίζεται τέτοιο μυαλό ρε παιδιά!

Πληκτρολογώ όλο χαρά "Ρουσσάκης" και...

Τζίφος! Κανένα αποτέλεσμα!

Πρέπει να το χωνέψω, δεν με θέλει σήμερα!

Ψάχνω λίγο στην αναζήτηση το επίθετο, μου βγάζει δεκάδες αποτελέσματα και κάθομαι και τα κοιτάζω ένα-ένα, όμως κανένα προφίλ δεν ταιριάζει με τον ξανθό που είδα σήμερα στη σχολή.

Ναι, έχω φάει κόλλημα. Θα σκάσω αν δεν τον βρω!

Κλείνω εμφανώς απογοητευμένη την καρτέλα του Facebook, τη στιγμή που η πόρτα ανοίγει και μπαίνει μέσα η Νίκη με ανακατεμένα μαλλιά, κρατώντας το οικογενειακό παγωτό και δύο κουταλια.

«Ο Πέτρος το ξέρει πως τρως το αγαπημένο του παγωτό;» λέω δήθεν έκπληκτη. Φυσικά και ο Πέτρος δεν έχει ιδέα και φυσικά μετά θα παίζουν πάλι ξύλο.

Μηδέν σεβασμός για την ψυχούλα του σπιτιού που θέλει λίγη ηρεμία και γαλήνη ρε παιδιά!

Ναι, σε εμένα αναφέρομαι!

«Ο αδερφός σου είναι το μεγαλύτερο αρχιδι που υπάρχει και θέλω να του σπάσω τα μούτρα!» λέει έξαλλη «Να το! Πάλι με σύγχυσε ο μαλακας.» σηκώνει αδιάφορα τους ώμους και σκάει ένα μεγάλο χαμόγελο «Ας φάω!» αυτή η κοπέλα πρέπει εκτός από ηλιθια να είναι και τρελή.

Μόλις ανακάλυψα τον λόγο που κάνουμε παρέα από το γυμνάσιο. Γαματο; Μου πήρε μόνο έξι χρόνια.

«Νίκη, σας έχω βαρεθεί να κάνετε σαν μωρά. Αλήθεια. Μου έχετε σπάσει τα νεύρα. Λίγη ησυχία δεν υπάρχει σε αυτό το σπίτι!» παραπονιέμαι.

«Τα παράπονά σου στο κωλόπαιδο τον αδερφό σου. Εγώ είμαι ένας άγγελος που έπεσε από τον ουρανό και είχες τη τύχη να βρεθώ στον δρόμο σου!» είναι τρομακτική. Μόνο τα κέρατα του διαβόλου της λείπουν.

«Το σκέφτηκες ποτέ να πας υποκριτική;» λέω μεταξύ σοβαρού και αστείου.

«Αχ, ναι! Πόσα ταλέντα έχω πια η ρουφιάνα!» λέει. Ωχ, Θεέ μου!

«Δεν ξέρω για την υποκριτική, πάντως στις πιπες κάτι κάνεις!» ακούγεται η φωνή του αδερφού μου ξανά.

Ωχ!

«Σου γαμησα φλωρε!» τσιριζει η άλλη. Να, ούτε πέντε λεπτά ηρεμίας. Τι έλεγα;

Μου δίνει την συσκευασία με το παγωτό και τα κουταλιά και τεντωνει τα δάχτυλα των χεριών της.

«Αποχαιρετά τον αδερφό σου!» λέει.

«Σιγά εσύ, αιμοβόρε Ζαμπίδη!» κοροϊδεύω.

«Παριζάκι;» πετάγεται η κεφάλα του Πέτρου από το άνοιγμα της πόρτας.

Ναι, τώρα αποχαιρετώ όντως τον αδερφό μου.

«Θα μου αφήσεις τουλάχιστον το PS4;» ρωτάω. Την στιγμή που μου κάνει κωλοδάχτυλο, η Νίκη του ορμάει και πέφτουν κάτω, ευτυχώς έξω από το δωμάτιό μου.

Πετάγομαι γρήγορα από το κρεβάτι και κλείνω την πόρτα προτού κάνουν κάνα αστείο και μπουν πάλι μέσα.

«Βρείτε τα μεταξύ σας και μην με ανακατεύετε! Δεν σας πάω καν!» λέω. Τους ακούω να βρίζονται και αποφασίζω να τους αγνοήσω. Κάθομαι ξανά στο κρεβάτι μου και βολευω το λαπτοπ πάνω στα πόδια μου.

Law and Order: Special Victims Unit, here I come!

______________________________________________________________

Μόλις τελειώνει το επεισόδιο, βγάζω τα ακουστικά μου -πως αλλιώς θα μπορούσα να συγκεντρωθω όταν οι άλλοι οι Ταλιμπαν πλακώνονταν στο ξύλο;- και ξεκλειδώνω τη πόρτα του δωματίου μου. Βγάζω αργά το κεφάλι μου έξω και κοιτάζω πέρα δώθε.

Άκρα του τάφου σιωπή στο κάμπο βασιλεύει.

Ή όπως λέγεται αυτή η μαλακια!

«Νίκη;» τίποτα. Σιωπή.

«Πέτρο;» πάλι τίποτα. Θεέ μου, τον σκότωσε με το κουζινομάχαιρο!

Ωραίο θριλεράκι θα κάνουμε πάντως. Θα δώσω το σενάριο στον Θάνο που σπουδάζει σκηνοθεσία. Κάτι θα κάνει, τι στον διαόλο!

Θα πέσει τρελό χρήμα, τώρα που το σκέφτομαι!

Κατεβαίνω αθόρυβα τις σκάλες, ελπίζοντας βαθιά μέσα μου να μην δω αίμα στο πάτωμα, τον αδερφό μου μαχαιρωμένο και την Νίκη να χορεύει από πάνω του το "Και εγώ χορεύω μόνος γιατί είμαι ο δολοφόνος". Όταν μπαίνω στο σαλόνι, βλέπω τον Πέτρο να χαϊδεύει τα μαλλιά της Νίκης που έχει ξαπλώσει πάνω στα πόδια του.

Αφού ρε πουτανάκια θέλετε ο ένας τον άλλον, εμένα γιατί μου τα πρήζετε;!

«Τι γίνεται εδώ;» λέω δήθεν έκπληκτη.

«Σκάσε, κοιμάται!» λέει.

«Πω, δεν σε σκότωσε εσένα ακόμα;» προσπαθώ με τα χίλια ζόρια να κρύψω το γέλιο μου.

«Σκάσε και τράβα πάνω. Ααα! Και ενημέρωσε τους γονείς της πως θα μείνει εδώ, ναι;» λέει ο αδερφός μου.

«Να σου πω, να τους πω ότι θα κοιμηθεί στο δικό σου δωμάτιο αγκαλίτσα με σένα, ή θες να παραλείψω τις λεπτομέρειες;» κοροϊδεύω. Ένα μαξιλάρι που πέφτει στο πρόσωπό μου, με πιάνει εξ' απροόπτου.

«Σκάσε, κοιμάμαι λέμε!» γκρινιάζει η Νίκη. Σαρδανάπαλο πλάσμα, σκυλί της κολάσεως!

«Ού να μου χαθείτε, Ταλιμπαν!» λέω απηυδησμενη.

Δύο μαξιλάρια και ένα τηλεφώνημα στη μητέρα της Νίκης μετά, βρίσκομαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι και κοιτάζω το ταβάνι. Κλείνω τα μάτια μου και σκέφτομαι πως για πρώτη φορά, μετά από πολύ καιρό, ανυπομονώ να ξημερώσει η αυριανή μέρα.

Φταίει η σχολή, ή μήπως ο σατανάς ο Ρουσσάκης;!

Μάλλον το δεύτερο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top