•VI•

ΗΤΑΝ Ο,ΤΙ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΟ και σωστό είχε νιώσει για πολύ καιρό. Δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται πόσο ήρεμη την έκανε να νιώθει να παραδίνεται  στα συναισθήματα της, να μην κρύβει τίποτα, να μην νιώθει τύψεις για αυτά που κρατούσε για τον εαυτό της. Και πάνω απ'όλα την ηρεμούσε το γεγονός πως η Ζάρυα ανταποκρίθηκε απευθείας στο φιλί της.

Δεν ξέρει πόση ώρα είχε περάσει, όταν τα στόματα τους έχασαν εκείνον τον απρόσμενο και απελευθερωτικό δεσμό. Η Ζάρυα την κοιτούσε στα μάτια με ένα ίχνος χαμόγελου.
«Πόσο καιρό ξέρεις;» την ρώτησε απαλά. Η Κάθριν δεν μπήκε καν στον κόπο να υποκριθεί πως δεν γνωρίζει τι εννοεί η φίλη της. Κατάπιε έντονα.
«Όλη μου τη ζωή,» έσπασε τη μάτια τους και κοίταξε ντροπαλά τα δάχτυλα της, που πλέον έπαιζαν με την άκρη της μπλούζας της. «Δεν ήξερα τι ένιωθα για σένα. Νόμιζα ότι ήταν απλά, φιλικά συναισθήματα. Ωστόσο όταν έφυγες...» έκανε μια διακοπή και την κοίταξε πάλι στα μάτια με ένα βλέμμα που υποσχόταν ότι είχε πλέον παραδοθεί στην αλήθεια. Ό,τι έλεγε έβγαινε από την ψυχή της.
«Ένιωσα να φεύγει μαζί κι ένα κομμάτι του εαυτού μου.»

Η Ζάρυα χαμογέλασε και τα δάκρυα που έως εκείνη της στιγμή είχαν φωλιάσει στα μάτια της απελευθερώθηκαν. Και δεν σταματούσαν. Ήταν καθαρτικό αυτό που συνέβαινε εκείνη τη στιγμή. Τα δάκρυα για  τις αναμνήσεις τους, τη θλίψη του αποχωρισμού, τις υποσχέσεις για αιώνια φιλία, τα χαμόγελα.

«Κάθι,» ξεκίνησε, δεν ήξερε όμως τι άλλο να πει. Ήθελε να της ανοίξει την καρδιά της, να της προσφέρει την ειλικρίνεια που και εκείνη της προσέφερε τόσο αναπάντεχα. Δεν ήθελε να την πληγώσει όμως. Έπρεπε με προσοχή να επιλέξει τις επόμενες κουβέντες της.

«Κάθι, δεν ξέρω τι να πω. Είμαι πολύ μπερδεμένη. Φοβάμαι πως θα σε πληγωσω, γιατί ούτε εγώ ξέρω τι θέλω.»

«Δεν είναι εύκολο, Ζάρυα, να μάθεις  να αποδέχεσαι τον εαυτό σου. Ανεξαρτήτως σεξουαλικότητας. Η αυτογνωσία και η αυτοεκτίμηση είναι τα σημαντικότερα όπλα μας -κι όπως όλα στη ζωή- είναι απίστευτα δύσκολο να τα αποκτήσεις,» της ανταποκρίθηκε η Κάθριν με έναν στέναγμο και της έπιασε το χέρι. Κοίταξε έξω. Η βροχή είχε ξεκινήσει. Μερικά ζευγάρια που είχαν βρει καταφύγιο στην ησυχία της νύχτας μέσα στη μέθη τους, κινήθηκαν προς το μπαρ γελώντας.

Ήταν μια κανονική νύχτα. Όχι όμως για την Κάθριν και τη Ζάρυα, που για πρώτη φορά στη ζωή τους έκαναν αυτό που προσπαθούσαν να καταπιέσουν. Έκαναν ένα βήμα προς την αποδοχή των συναισθημάτων τους.

«Αυτό προσπαθώ να σου εξηγήσω,» έσπασε τη σιωπή η Ζάρυα και ένα ίχνος αγανακτισμού έγινε φανερό στη φωνή της. «Δεν ξέρω εάν είμαι έτοιμη να αγγίξω αυτό το κομμάτι του εαυτού μου. Δεν,» πήρε μια κόφτη ανάσα, «δεν εχω ξανακάνει κάτι με κοπέλα.»

«Ούτε εγώ,» γέλασε η Κάθριν, αν και δεν ήξερε γιατί. «Εσύ ήσουν ο λόγος που κατάλαβα ότι μου αρέσουν οι γυναίκες, Ζάρυα. Δεν ήθελα να κάνω κάτι με κάποια άλλη, παρά μόνο με εσένα.»

•••

Η Φοίβη καθόταν στη βεράντα κι απολάμβανε τον υπνωτικό ήχο της βροχής. Παρά την βροχή, η νύχτα ήταν απρόσμενα ζεστή. Αυτό της έδωσε και το εφαλτήριο να απολαύσει λίγο παραπάνω την μυρωδιά του βρεγμένου χώματος, με την ελπίδα πως θα δροσιστεί στην πορεία.

Ωραία, ανησυχώ, παραδέχτηκε στον εαυτό της με πικρία. Ήθελε να κρύψει την ανησυχία της, να κρυφτεί πίσω από τη μάσκα της προοδευτικής μητέρας, να αντισταθεί στον φόβο και να αποδείξει στην οικογένεια της ότι τα ελαττώματα της κλασικής μαμάς δεν ανήκαν και σε εκείνη.

Η φαινομενικά μικρή ηλικιακή διαφορά της Φοίβης με την κόρη της τής επέτρεπε να θυμάται με γλαφυρότητα την δίκη της εφηβεία και τα χρόνια της μετεφηβικής φάσης. Κι εκείνη ήθελε να βγαίνει, να γνωρίζει κόσμο, αγόρια κατά κύριο λόγο, να πίνει και να μην παίρνει τη ζωή στα σοβαρά.

Τότε ήταν που γνώρισε και τον Μάθιου. Σε μια έξοδο καλοκαιρινή με τις φίλες της. Είχαν καταφύγει σε ένα πολυσύχναστο κλαμπ με δυνατή μουσική και φώτα. Οι άνθρωποι χόρευαν ακατάπαυστα με τα χρωματιστά τους ρούχα και τα υπερβολικά φουσκωμένα μαλλιά. Καθόταν σε μια γωνία με την πάρεα του. Χάζευαν τον κόσμο και αντάλλαζαν και καμια αστεία ατάκα κατά καιρούς. Πολύ γρήγορα οι φίλες της Φοίβης ανακάλυψαν τον προορισμό του βλέμματος της και τον λόγο που ένα αχνό χαμόγελο βρισκόταν στο πρόσωπο της. Της είχαν προτείνει να ακολουθήσει τις κλασικές ατάκες πεσίματος. Αλλά εκείνη δεν ήθελε να κάνει λάθος. Το ένστικτο της έλεγε πως αυτό δεν θα είναι ένα ακόμη ανόητο φλερτάρισμα της μιας βραδιάς.

«Φοίβη;» άκουσε μια γνώριμη γυναικεία φωνή. Ήταν η φίλη της κόρης της, η οποία από τον τονο της φωνης της φαινόταν πως την είχε φωνάξει κάμποσες φορές. Το βλέμμα της υποδήλωνε ανησυχία, αλλά την εικόνα πρόδιδε ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο.

«Αφαιρέθηκα,» παραδέχτηκε ντροπαλά η Φοίβη. «Πού είναι η Κάθριν;» ρώτησε κοιτώντας πίσω από τους ώμους της κοπέλας, μήπως κι έβλεπε την κόρη της.

«Έμεινε λίγο πιο πίσω, αλλά έρχεται.» Με λίγα λόγια καληνύχτισε τη Φοίβη και μπήκε στο σπίτι με την πρόφαση πως ήταν αρκετά κουρασμένη. Η Φοίβη δεν την ακολούθησε. Ήξερε πως κάτι δεν πήγαινε καλα και ήθελε να περιμένει την κόρη της, ελπίζοντας πως θα μάθει και καλώς εχόντων των πραγμάτων θα μάθαινε πως το ένστικτο της έκανε λάθος.

Δεν πέρασαν πολλά λεπτά από τη στιγμή που η Κάθριν μπήκε στο οπτικό πεδίο της Φοίβης. Η βροχή είχε κοπάσει και ο μόνος ήχος που έσπαγε την ησυχία της νύχτας ήταν οι σταγόνες που έπεφταν από τη σκεπή σε έναν σωλήνα κάπου στο βάθος.

Η Κάθριν έκατσε δίπλα στη μητέρα της αμίλητη. Δεν ήξερε τι να πει. Δεν ήθελε να ανοιχτεί και να φέρει σε δύσκολη θέση τη Ζάρυα, ούτε ήθελε να υποκριθεί πως όλα ήταν καλά και να γεμίσει τη μητέρα της με ψέματα.

Η Φοίβη διαισθάνθηκε αυτόν τον εσωτερικό πόλεμο που βίωνε η Κάθριν, κι έτσι δεν την πίεσε. Κάθισε ακίνητη με το βλέμμα της καρφωμένο στα δέντρα μερικά μέτρα μακριά τους. Ήταν ψηλά δέντρα που τις πρωινές ώρες προσέφεραν ευχάριστη σκιά, ενώ κατά τις νυχτερινές ώρες μια αίσθηση απομόνωσης, που σε στιγμές σαν αυτή ήταν αποπνικτική και της δημιουργούσε κλειστοφοβία. Ξαφνικά ένιωσε λες και οι ήχοι του κόσμου είχαν σταματήσει και θα επανέρχονταν με την πρώτη λέξη που θα έβγαινε από το στόμα της Κάθριν. Με αυτό το σκεπτικό η Φοίβη θέλησε να πάρει την κατασταση στα χέρια της.

«Αγάπη μου, τι σε απασχολεί;» την ρώτησε απαλά και έβαλε το χέρι της στην πλάτη της κόρης της, θέλοντας να της μεταδώσει όση μητρική στοργή μπορούσε. «Ξέρεις ότι μπορούμε να μιλάμε για τα πάντα. Θα είμαι πάντα εδώ να σε ακούω, να σε στηρίζω και να σε συμβουλεύω.»

«Το ξέρω,» της απάντησε με ειλικρίνεια και δεν πήρε το βλέμμα της από το έδαφος. «Ήθελα να σε ρωτήσω κάτι.» Πήρε μια βαθιά ανάσα και την κοίταξε στα μάτια.
«Πώς καταλαβαίνεις ότι έχεις βρει το άλλο σου μισό; Ότι αυτό που γίνεται είναι το σωστό;»

Η Φοίβη χαμογέλασε καθώς η μνήμη της πήρε τον έλεγχο για μια ακόμη φορά.
«Απλά το νιώθεις. Εάν έχεις αμφιβολίες, σημαίνει πως δεν έχεις βρει το σωστό ακόμα.»

«Εσύ; Έτσι ένιωθες με τον μπαμπά;» τη ρώτησε και ξαφνικά, με τα λόγια αυτά, η Κάθριν μεταμορφώθηκε, στα μάτια της μητέρας της, στο μικρό ξανθό κοριτσάκι που έπαιζε ανέμελα με τον μπαμπά του. Χαρούμενο, ξέγνοιαστο. Πριν την ανακοίνωση του θανάτου του μπαμπά της. Πριν στερηθεί εκείνη την πατρική φιγούρα που τόσο πολύ αγαπούσε.

«Ναι, έτσι ένιωθα,» παραδέχτηκε η Φοίβη. Ένιωθε τα δάκρυα να τσούζουν τα μάτια της. Δεν ήταν η πρώτη φορά που μιλούσαν για τον μπαμπά της Κάθριν από τότε που είχε χαθεί. Όμως τις προηγούμενες φορές ο Μάθιου ήταν μια χαρούμενη ανάμνηση που αναπολούσαν μαζί. Σήμερα ένιωθε λες και το φάντασμα του τους είχε επισκεφτεί. Ήταν δίπλα τους, μα ταυτόχρονα τόσο μακριά.

«Με τον Βιν;» Την τράβηξε από τις χαοτικές σκέψεις η ερώτηση της κόρης της. Ωστόσο, δεν είχε απάντηση.

Η Κάθριν πρόσεξε ότι η μητέρα της καθυστερούσε, οπότε αποφάσισε να τη βγάλει από την δύσκολη θέση. Την πήρε αγκαλιά και της είπε ένα τρυφερό καληνύχτα. Η ημέρα ήταν ήδη φορτωμένη με εξελίξεις, δεν άντεχε περισσότερες.

•••

Το επόμενο πρωί η Ζάρυα ξύπνησε νωρίς. Αποφάσισε πως ο μόνος τρόπος να συνειδητοποιήσει τι συνέβη την προηγούμενη μέρα και να βάλει τη σκέψη της σε μια σειρά ήταν να κάνει έναν μεγάλο περίπατο.

Πήρε βιαστικά τα παπούτσια της και λίγο πριν αποχωρήσει από το δωμάτιο, έριξε το βλέμμα της στο κρεβάτι της φίλης της. Είχε ξεκάθαρα ανήσυχο ύπνο, όμως δεν ήθελε να την ξυπνήσει. Χρειαζόταν λίγο χρόνο μόνη της.

Το σπίτι ήταν ήσυχο. Όλοι βρίσκονταν ακόμη στα κρεβάτια τους, πιθανότατα απολαμβάνοντας το πρωινό φως και το δροσερό αεράκι που προσέφερε η χθεσινή βροχή.

Ξεκλείδωσε με αργές κινήσεις την εξώπορτα και βγήκε από το σπίτι. Πράγματι η μέρα ήταν δροσερή, γεγονός που της επέτρεπε να απολαύσει ακόμη περισσότερο τον περίπατο της.

Μετά από κάμποση ώρα έφτασε στην ακτή και αποφάσισε να καθίσει στην άμμο. Η σκέψη της έτρεχε με φρενήρεις ρυθμούς. Εάν η ίδια ένιωθε έτσι, δεν μπορούσε να φανταστεί πως ένιωθε η φίλη της, που έκανε αυτό το μεγάλο βήμα.

Δεν μπορούσε να αρνηθεί πως της άρεσε το φιλί. Το ήξερε πως το είχε απολαύσει, όπως και η Κάθριν. Το πρόβλημα βρισκόταν στο γεγονός πως δεν ήξερε τι σήμαινε αυτό για τη φιλία τους. Της άρεσε η Κάθριν. Πολύ. Από πάντα. Απλά δεν το είχε συνειδητοποιήσει μέχρι το χθεσινό βράδυ. Δεν ήθελε να χάσει τη φίλη της λόγω ενός γελοίου τσακωμού, ή μιας παρεξήγησης –κάτι που πιθανότατα να μην συνέβαινε εάν παρέμεναν φίλες. Αλλά ήξερε πως ούτε η ίδια, ούτε η Κάθριν ήταν σε θέση να παραμείνουν φίλες. Χρειάζονταν η μία την άλλη.

•••

Η Κάθριν ανέβηκε και πάλι στο δωμάτιο της μετά το πρωινό. Δεν είχε όρεξη να μιλήσει στο Βιν, ο οποίος σήμερα φαινόταν ιδιαίτερα ευδιάθετος. Ήθελε να καθίσει μόνη της.

Κοίταξε έξω από το παράθυρο, χωρίς να γνωρίζει εάν ήθελε να δει την φιγούρα της Ζάρυα να πλησιάζει το σπίτι ή όχι. Το προηγούμενο βράδυ στο σπίτι δεν είχαν ανταλλάξει κουβέντα. Όταν μπήκε στο δωμάτιο, μετά από τη συναντηση με τη μητέρα της, την βρήκε να κοιμάται και δεν ήθελε να της χαλάσει τον ύπνο. Άλλωστε ήθελε να της δώσει χρόνο.

Δεν κατάλαβε πότε έκατσε στο κρεβάτι της και έπιασε ένα παλιό βιβλίο στα χέρια της. Ήταν μια παλιά έκδοση του κλασικού βιβλίου «Ανεμοδαρμένα Ύψη». Ανήκε στον πατέρα της. Μολονότι δεν έτρεφε μεγάλη αγάπη για τα βιβλία, το είχε κρατήσει λόγω της συναισθηματικής του αξίας.

Κρατούσε ακόμη στα χέρια της το βιβλίο, όταν μπήκε στο δωμάτιο η Ζάρυα. Το άφησε στο κομοδίνο και σηκώθηκε όρθια. Η Ζάρυα είχε καρφώσει το βλέμμα πάνω της.

«Δεν ξέρω εάν θα λειτουργήσει όλο αυτό, αλλά είμαι διατεθειμένη να προσπαθήσω.»

Κι αυτή τη φορά ήταν η Ζάρυα που έπιασε την Κάθριν και τη φίλησε.

Καλησπέρααα!
Επιτέλους έπιασα αυτό το βιβλίο, αυτή την εφαρμογή και ξεκίνησα να γράφω.
Ομολογώ πως μου είχε λείψει πολύ αυτό το βιβλίο και θέλω πολύ να το συνεχίσω.

Αποφάσισα να δώσω σε αυτό το κεφάλαιο χρονο στην ρομαντική πλευρά της ιστορίας, η οποία οπωσδήποτε παίζει καθοριστικό ρόλο για τη συνέχεια. Πώς σας φάνηκε;
Παρατήρησα πως υπάρχουν μερικά λάθη στα προηγούμενα κεφάλαια, τα οποία θα διορθώσω τις επόμενες ημέρες.

Θα φροντίσω το επόμενο κεφάλαιο να μην αργήσει. Έως τότε θα ήθελα πολύ να ακούσω τη γνώμη σας και κάποιες θεωρίες ή προσδοκίες για τα επόμενα κεφάλαια.

Καλη συνέχεια!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top